ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΕΧΕΙ “ΚΟΥΡΑΣΤΕΙ” ΝΑ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΤΑΙ
Η έλλειψη ερευνητικής δημοσιογραφίας στη χώρα, τα άρθρα γνώμης που αντικαθιστούν το ρεπορτάζ, τα δελτία Τύπου των κομμάτων και η εμπιστοσύνη που χάθηκε στα θολά νερά των social media.
Ο Αντώνης Καλογερόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ. Από το 2016 επιμελείται την Έκθεση για την Ενημέρωση στο Διαδίκτυο που διενεργείται από το “Ινστιτούτο Reuters” του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας.
Πρόκειται για την έρευνα που ήρθε χρονικά λίγο μετά από εκείνη των “Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα”, και επιβεβαίωσε τη δεινή πορεία που ακολουθούν τα περισσότερα ελληνικά media, ως προς τη σχέση εμπιστοσύνης τους με το ελληνικό κοινό.
Είναι χαρακτηριστικό πως η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό πολιτών που πιστεύουν ότι ο Τύπος είναι απαλλαγμένος από αδικαιολόγητη πολιτική (7%) ή επιχειρηματική (8%) επιρροή σε 46 χώρες. Σύμφωνα με την έκθεση του Reuters Institute Digital News Report για την κατάσταση στην Ελλάδα, οι αντιλήψεις περί μεροληψίας των μέσων ενημέρωσης ήταν κεντρικής σημασίας στην πολιτική συζήτηση τη χρονιά που πέρασε.
Το Reuters Institute for the Study of Journalism αναφέρει πως η κατάσταση αυτή, έρχεται ως συνέχεια των ασαφών κριτηρίων για τις κρατικές επιχορηγήσεις στους ειδησεογραφικούς οργανισμούς της χώρας.
H έρευνα του Αντώνη Καλογερόπουλου εστιάζει στις αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο ψηφιακό τοπίο της ενημέρωσης. Το πρόσφατο ερευνητικό του ενδιαφέρον είναι στραμμένο στις επιπτώσεις της χρήσης ψηφιακών πλατφορμών, όπως είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην ενημέρωση του κοινού και στη δημοσιογραφία. Ο ίδιος συμμετείχε στο πολύ ενδιαφέρον πάνελ του Journalism Week που διοργάνωσε το iMEdD στο Ωδείο Αθηνών, σε μια συζήτηση που ανέδειξε την ανάγκη αλλαγών στη λειτουργία των σύγχρονων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
“Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε χρήση social media για ειδήσεις. 70% περίπου των Ελλήνων, που είναι στο διαδίκτυο, χρησιμοποιούν τα social media για να ενημερωθούν. Στη Βρετανία ή στη Γερμανία αυτό το ποσοστό είναι κάτω του 35%. Δηλαδή χρησιμοποιούν τα social media για προσωπικούς λόγους αλλά όχι για ό,τι έχει να κάνει με ενημέρωση” είπε χαρακτηριστικά ο κ. Καλογερόπουλος κατά την παρέμβασή του στο πάνελ, κάτι που επιβεβαίωσε στη συνέντευξη που ακολούθησε για το Magazine του NEWS 24/7.
Οι Έλληνες δηλώνουν πως κατά βάση ενημερώνονται μέσω facebook. Τι δείχνει αυτό κατά την εκτίμησή σας;
H χρήση των social media για ενημέρωση στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλή, η υψηλότερη στην Ευρώπη στην έρευνά μας. Περίπου το 71% των Ελλήνων με σύνδεση στο διαδίκτυο μας λένε πως ενημερώνονται από τα social media σε εβδομαδιαία βάση. Στη Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 32%, στην Βρετανία 38%, στις ΗΠΑ 42%. Το Facebook πάρα την πτώση τα τελευταία χρόνια, παραμένει το πρώτο μέσο κοινωνικής δικτύωσης για ανάγνωση, σχολιασμό και διαμοιρασμό ειδήσεων.
Η τάση αυτή είναι αποτέλεσμα της έλλειψης εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ. Οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην Ελλάδα μας λένε πως τα εμπιστεύονται γιατί τους δίνουν μια αίσθηση πλουραλισμού στην ενημέρωση, κάτι που δεν τους δίνουν τα παραδοσιακά ΜΜΕ. Επίσης, η αρχιτεκτονική των μέσων κοινωνικής δικτύωσης δίνει έμφαση στον σχολιασμό των ειδήσεων και την ανταλλαγή απόψεων παρά στην ειδησεογραφία και το ρεπορτάζ, κάτι που αντικατοπτρίζει και το πώς καλύπτουν τις ειδήσεις πολλά Μέσα Ενημέρωσης στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο τις τελευταίες δεκαετίες.
Μήπως το ελληνικό κοινό είναι περισσότερο “κουρασμένο” ως προς την έκθεσή του σε αρνητικές ειδήσεις σε σχέση με το κοινό άλλων κρατών;
Ναι, σίγουρα. Η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες στην αποφυγή της ενημέρωσης στο δείγμα μας. Περίπου το μισό δείγμα (51%) των Ελλήνων μας λέει πως συχνά ή αρκετές φορές αποφεύγει ενεργά να ενημερώνεται. Όταν τους ρωτάμε γιατί, οι περισσότεροι μας μιλούν για τις αρνητικές επιπτώσεις που έχει η ενημέρωση στη διάθεσή τους. Το ίδιο βρίσκουμε και σε πολλές άλλες χώρες ειδικά μετά πανδημία, τον πόλεμο και την ενεργειακή κρίση.
Όμως στην Ελλάδα τα ποσοστά είναι μεγαλύτερα μιας και οι τελευταίες αυτές κρίσεις ήρθαν σχεδόν αμέσως μετά από την πολυετή οικονομική κρίση. Άλλοι λόγοι πίσω από την αποφυγή ενημέρωσης είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης και η κούραση από τον μεγάλο αριθμό των ειδήσεων που υπάρχουν σε προσφορά στο διαδίκτυο.
Πού μας οδηγούν τα λεγόμενα filter bubbles; Είναι ο μεγάλος κίνδυνος της εποχής μας;
Όχι δεν είναι. Οι άνθρωποι πάντα δημιουργούσαμε τις δικές μας «φούσκες», επιλέγοντας να εκτεθούμε σε απόψεις που είναι κοντά με τις δικές μας και χτίζοντας κοινωνικά δίκτυα με ανθρώπους που συμφωνούν μαζί μας. Δεκάδες έρευνες δείχνουν πως τα social media αντί να μας βάζουν σε φούσκες, είναι πιο πιθανό να «σκάσουν» τις ήδη υπάρχουσες φούσκες μας. Σκεφτείτε πως στη δεκαετία του 1990, ενημερωνόμασταν από 1-2 παραδοσιακά μέσα και συζητούσαμε για την επικαιρότητα με λίγους γνωστούς μας.
Σήμερα μέσω του διαδικτύου αλλά και ειδικότερα μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι πιο πιθανό να εκτεθούμε σε διαφορετικές απόψεις από το παρελθόν, είτε βρίσκοντας ειδήσεις από μέσα τα οποία δεν θα επιλέγαμε οι ίδιοι είτε διαβάζοντας αναρτήσεις από ανθρώπους εκτός του στενού κοινωνικού μας κύκλου με τους οποίους δεν θα συζητούσαμε για πολιτική αλλιώς, αλλά τυγχάνει να είμαστε συνδεδεμένοι σε ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως τα social media δεν έχουν και πολλές προβληματικές πτυχές, αλλά τα filter bubbles για τα οποία συζητάμε συχνά δεν είναι μια από αυτές.
Τι διαφορετικό γίνεται στη Σκανδιναβία; Πώς έχουν καταφέρει να κρατούν την εγκυρότητά τους τα μεγάλα media;
Στη Σκανδιναβία συναντάμε μεγάλα ποσοστά εμπιστοσύνης στους πολιτικούς θεσμούς, μεγάλα ποσοστά διαπροσωπικής εμπιστοσύνης, και κατ’ επέκταση εμπιστοσύνη και στα περισσότερα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με αρκετά υψηλά επίπεδα σκεπτικισμού και καχυποψίας και θα ήταν παράδοξο να συναντάμε υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης απέναντι στα ΜΜΕ. Εξαιτίας των υψηλών επιπέδων εμπιστοσύνης, η ψηφιακή μετάβαση έγινε με πολύ διαφορετικό τρόπο από ό,τι στην Ελλάδα: οι πολίτες άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο ενημερώνονται αλλά παρέμειναν πιστοί στα brands των εφημερίδων και των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών.
Στην Ελλάδα λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης, η ψηφιακή μετάβασή μας, άλλαξε και τις συσκευές, αλλά και σήμαινε την αρχή του τέλους για πολλά παραδοσιακά μέσα, και την άνοδο πολλών εναλλακτικών ψηφιακών μέσων ενημέρωσης.
Υπάρχει μέλλον στη συνδρομητική δημοσιογραφία;
Ναι, ήδη σε πολλές χώρες συναντάμε Μέσα τα οποία έχουν καταφέρει να έχουν πολλούς ψηφιακούς συνδρομητές. Όμως αυτά τα Μέσα συνήθως τα βρίσκουμε σε χώρες με κουλτούρα ανάγνωσης εφημερίδων, όπως τις Σκανδιναβικές ή τους φιλελεύθερους πολίτες των ΗΠΑ που στράφηκαν προς τις συνδρομές προς τα μεγάλα media όπως οι New York Times ή η Washington Post μετά την εκλογή του Trump, και την επίθεση του στα παραδοσιακά ΜΜΕ.
Στην Ελλάδα πιστεύω πως είναι δύσκολο να δούμε ψηφιακές συνδρομές σε μέσα ενημέρωσης σε μεγάλη κλίμακα για πολλούς λόγους στους οποίους συμπεριλαμβάνεται ο μεγάλος αριθμός των δωρεάν μέσων ενημέρωσης, η έλλειψη εμπιστοσύνης στα μέσα και η κουλτούρα του “τζάμπα”. Όμως σίγουρα υπάρχει χώρος για συνδρομές για MME που στοχεύουν σε ειδικά και μικρότερα κοινά.
Η Νορβηγία παραμένει πρώτη στις συνδρομές για ειδήσεις.
Προσωπικά εσείς πώς ενημερώνεστε και ποιες πηγές προτιμάτε;
Ενημερώνομαι από αρκετά ελληνικά, αγγλικά και αμερικανικά μέσα. Προτιμώ μέσα ενημέρωσης που κάνουν πρωτογενές ρεπορτάζ. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα με το ψηφιακό τοπίο ενημέρωσης στην Ελλάδα είναι πως έχουμε πάρα πολλά media που είτε φιλοξενούν κατά κύριο λόγω άρθρα γνώμης ή/και έχουν αντικαταστήσει το ρεπορτάζ με τηλεγραφήματα των πρακτορείων ειδήσεων και δελτία τύπου κομμάτων.
Η ετήσια έκθεση για την ψηφιακή ενημέρωση (Digital News Report) βασίζεται στις online δημοσκοπήσεις που πραγματοποιεί η εταιρεία YouGov σε δείγμα 93.000 ατόμων από 46 χώρες. Αυτήν την χρονιά, πραγματοποιήθηκε στο διάστημα από το τέλος του Ιανουαρίου μέχρι στις αρχές του Φεβρουαρίου και στην συνέχεια σε δεύτερη φάση τον Απρίλιο σε δείγμα 5.000 ατόμων σε πέντε χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες, Γερμανία, Πολωνία και Βραζιλία) με στόχο τον εμπλουτισμό των αποτελεσμάτων περιλαμβάνοντας τον πόλεμο στην Ουκρανία. Το Reuters Institute for the Study of Journalism (Ινστιτούτο Reuters για την Mελέτη της Δημοσιογραφίας) ανήκει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Journalism Week: Τα media απέναντι στον εαυτό τους
Για πέντε ημέρες μέλη της δημοσιογραφικής κοινότητας, εκπρόσωποι διεθνών οργανισμών και ανεξάρτητων μέσων αντάλλαξαν εμπειρίες, απόψεις και γνώσεις γύρω από το ζήτημα της εμπιστοσύνης στη δημοσιογραφία. Το iMEdD (incubator for Media Education and Development), στην τέταρτη χρονιά λειτουργίας του, επανήλθε με μια διευρυμένη και ανανεωμένη ετήσια διοργάνωση, τοποθετώντας στο επίκεντρο το ζήτημα της εμπιστοσύνης στη δημοσιογραφία, σε μια προσπάθεια να εξεταστούν βαθύτερα οι αιτίες, οι επιπτώσεις αλλά και οι πιθανοί τρόποι να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη του κοινού.
Η Διεθνής Εβδομάδα Δημοσιογραφίας πραγματοποιήθηκε από τις 5 ως τις 9 Οκτωβρίου 2022 στην καρδιά της Αθήνας στο εμβληματικό κτίριο του Ωδείου Αθηνών. Παρευρέθησαν καταξιωμένοι Έλληνες και διεθνείς ομιλητές, επαγγελματίες των Μέσων, εκπρόσωποι διεθνών ΜΜΕ και ανεξάρτητων Οργανισμών όπως: Arena for Journalism, GIJN, PolitiFact, Trusting News, BIRN, Solomon, AWJP, API, EDJNet κ.α.
Πλήθος εργαστηρίων, ομιλιών, συζητήσεων, case studies, ειδικών προβολών και άλλων δράσεων, συμπλήρωσαν το πρόγραμμα του πενθημέρου με το European Press Prize Community Event 2022 να εξελίσσεται την τελευταία ημέρα. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη συμμετοχή δημοσιογραφικών οργανισμών και ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης από την Ελλάδα και το εξωτερικό, που βρίσκονταν στο “Media Village” της διοργάνωσης και παρουσιάσαν το έργο και το όραμά τους μέσα από τα δικά τους sessions.