ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΟΛΛΑΡΟΣ/ 24 MEDIA LAB

“ΑΠΙΑΣΤΗ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ”

Η πατριαρχία τοποθετεί τη μητρότητα σ’ ένα τόσο υψηλό βάθρο που καμία γυναίκα δε μπορεί να τη φτάσει.

Την περίοδο που ήμουν έγκυος χρειάστηκε να επισκεφτώ επαγγελματίες υγείας, υπηρεσίες, καταστήματα με βρεφικά είδη. Σε όλες αυτές τις επισκέψεις ήμουν μαζί με το σύντροφο μου αλλά αρκετές φορές οι άνθρωποι που είχαμε απέναντι μας απευθύνονταν μόνο σε μένα όταν επρόκειτο να δώσουν χρηστικές πληροφορίες για την περιποίηση ενός βρέφους, οπότε βρέθηκα στην άχαρη θέση να κάνω την ευγενική διόρθωση «μαζί θα το φροντίζουμε».

Τους πρώτους μήνες μετά τη γέννα της κόρης μας, έπρεπε να ισορροπήσω ανάμεσα σε δύο αντίρροπες και προβληματικές στάσεις, να αποσαφηνίζω δηλαδή στα άτομα που σάστιζαν όταν με έβλεπαν μόνη μου έξω ότι δεν παράτησα το μωρό σε κάποιο χαντάκι αλλά βρίσκεται στο σπίτι μαζί με τον πατέρα του και από την άλλη να απαντώ στα τηλεφωνήματα της δουλειάς που θεωρούσαν δεδομένο ότι θα συνέχιζα να ανταποκρίνομαι στις διάφορες υποχρεώσεις με τους ίδιους ρυθμούς πως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό όταν έχεις ένα βρέφος στο σπίτι και το σώμα σου βιώνει ακόμα τις επιδράσεις από μια κοσμογονία συμβάντων και ορμονικών αναταράξεων.

Είναι αναρίθμητα τα περιστατικά που θα μπορούσα να παραθέσω, όπου οι κυρίαρχες αναπαραστάσεις για την εγκυμοσύνη, τον τοκετό, τη λοχεία, το θηλασμό, τη μητρότητα και τη γονεικότητα σε σχέση με τον τρόπο που εγώ βίωνα αυτές τις καταστάσεις και σε σχέση με τα όσα μοιράζονται οι γυναίκες στις μεταξύ τους συνομιλίες, βρίσκονταν σε αβυσσαλέα απόσταση. Γιατί ο δημόσιος λόγος για τη μητρότητα δεν εκπορεύεται από τις ίδιες τις γυναίκες με όρους αναπολογητικότητας αλλά είναι εξαρχής σχεδιασμένος και διατυπωμένος με τη γραμματική της πατριαρχίας που ορίζει τη μητρότητα ως φυσικοποημένη λειτουργία του γυναικείου σώματος, ως στοιχείο υποστασιοποιήσης και ολοκλήρωσης για τις γυναίκες, ταυτόχρονα ως καθήκον για την αναπαραγωγή του έθνους και εκπλήρωση ενός βιβλικού χρέους ηθικής, ως μια μονοδιάστατη συνθήκη αδιατάρακτης ευδαιμονίας και απεριόριστης διαθεσιμότητας που όσο πιο θυσιαστική είναι, τόσο μεγαλύτερο σεβασμό εμπνέει. Η πατριαρχία τοποθετεί τη μητρότητα σ’ ένα τόσο υψηλό βάθρο που καμία γυναίκα δε μπορεί να τη φτάσει. Όλες νιώθουν ενοχές και ντροπή για μια «ανεπάρκεια» που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά μέσω ενός αγωγού καταπίεσης.

Η μητρότητα και εν γένει τα αναπαραγωγικά δικαιώματα αποτελούν από τα πιο άκαμπτα ταμπού. Μόλις τα τελευταία χρόνια και σε συνάρτηση με την άνοδο του φεμινιστικού και ΛΟΑΤΚΙ+ κινήματος που είχαν σαν αποτέλεσμα την ενδυνάμωση των εμφυλοποιημένων υποκειμένων, άρχισε να γρατζουνιέται η κατασκευή της ιδεώδους μητρότητας, να αμφισβητείται η τελεολογία της μητρότητας και να υπερασπίζονται οι γυναίκες το δικαίωμα τους στη μη μητρότητα, να φωτίζεται η πολυτροπικότητα και η αντιφατικότητα του βιώματος της μητρότητας, να ορατοποιούνται αποσιωπημένες μορφές βίας και καταναγκασμών, να αποδομείται η πυρηνική ετεροκανονιστική οικογένεια ως μοναδική δομή οικογενειακότητας και να υπογραμμίζεται η διεκδίκηση της ΛΟΑΤΚΙ+ γονεικότητας, να καταδεικνύονται οι συντριπτικές επιπτώσεις της θηλυκοποιημένης φροντίδας και της απουσίας του κοινωνικού κράτους στις ζωές των γυναικών και να ζωντανεύει το αίτημα για έναν ισότιμο έμφυλο καταμερισμό της οικιακής εργασίας αλλά και για δομές κοινοτικής φροντίδας. Κι ενώ οι αντι-ηγεμονικοί λόγοι για τη μητρότητα, τη γονεικότητα και τα αναπαραγωγικά δικαιώματα βρίσκονται σε σχηματισμό, η διεθνής άνοδος της alt right με ενσωματωμένη μια anti – gender στρατηγική αναδεύει ξανά κατοχυρωμένα δικαιώματα όπως αυτό της έκτρωσης, δοξολογώντας την παραδοσιακότητα του γυναικείου ρόλου ως μηχανή αναπαραγωγής.

Σ’ αυτό το συγκείμενο αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη αξία οι επεξεργασίες, οι μελέτες, οι στοχασμοί, η λογοτεχνία για τη μητρότητα που έχουν ένα αποδομητικό βλέμμα στις ουσιοκρατικές, εθνικοχριστιανικές, ηθικιστικές και ανδροκεντρικές αναπαραστάσεις της, φέρνοντας μπροστά τις ενσώματες εμπειρίες των θηλυκοτήτων και τα κριτικά εργαλεία των σπουδών φύλου. Το βιβλίο της Ελιάνας Καναβέλη και της Άλικης Κοσυφολόγου «Άπιαστη Μητρότητα: Σύγχρονες όψεις της μητρότητας σε συνθήκες κρίσης» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πλήθος, ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία.

Η Ελιάνα Καναβέλη, διδάκτορας Κοινωνιολογίας και εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και η Αλίκη Κοσυφολόγου, διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας, έγραψαν ένα βιβλίο που είναι αποτέλεσμα ανεξάρτητης ερευνητικής διαδικασίας και, όπως οι ίδιες διευκρινίζουν στον πρόλογο, η προσέγγιση τους διαπερνάται από τις φεμινιστικές και αντιαποικιοκρατικές αξίες. Στο πρώτο κεφάλαιο κάνουν μια διαχρονική επισκόπηση των φεμινιστικών θεωριών για τη μητρότητα, όπου διαπιστώνεται η διαφοροποίηση του τρίτου και τέταρτου φεμινιστικού κύματος, το οποίο σε αντιπαραβολή με τα προηγούμενα, θέτει στο επίκεντρο την έμφυλη ρευστότητα, το φύλο ως δρώμενο σύμφωνα με τη Τζούντιθ Μπάτλερ, το οποίο παράγεται «μέσα από επιτελεστικές πράξεις, χειρονομίες και ενεργήματα του σώματος». Επίσης, εδώ εκτίθενται και οι φεμινιστικές θεωρήσεις για τις τεχνολογίες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Στο δεύτερο κεφάλαιο υπάρχει ένας εκτενής σχολιασμός τηλεοπτικών και κινηματογραφικών αναπαραστάσεων της μητρότητας, όπου αναλύονται τρία παραδείγματα, η ταινία Pieces of a Woman, η τηλεοπτική σειρά Handmaid’s Tale και η τηλεοπτική σειρά Master of None.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το τρίτο κεφάλαιο, που αφορά στις συνομιλίες που είχαν οι συγγραφείς με εννέα γυναίκες, όλες με παιδιά σε διαφορετική ηλικιακή φάση, μια εξ αυτών προσφύγισσα. Ένα θέμα που αναδύεται από τις περισσότερες συμμετέχουσες και συνιστά ζήτημα που σχετικά πρόσφατα ξεκίνησε να συζητιέται πιο μαζικά και ανοιχτά είναι αυτό της μαιευτικής βίας. Κάποιες από τις συμμετέχουσες μοιράζονται τέτοιες εμπειρίες, όπως είναι για παράδειγμα σε μια περίπτωση η αναίτια καισαρική. Από ορισμένες εκφράζεται μια έντονη δυσφορία απέναντι στην ιατρικοποίηση των αναπαραγωγικών διαδικασιών, στην εξουσία των ανδρών γυναικολόγων και στον εκτοπισμό των μαιών.

Για κάποιες αυτό δε συνεπάγεται μια συνολική αμφισβήτηση στις ιατρικές διαδικασίες γύρω από την εγκυμοσύνη και τον τοκετό, ενώ για άλλες προσλαμβάνει πιο ριζικά χαρακτηριστικά. Είναι ενδεικτικό πως τρεις από τις συμμετέχουσες επέλεξαν να γεννήσουν στο σπίτι. Εδώ είναι αξιοπρόσεκτο πως η προσφύγισσα που κατάγεται από τη Γκάνα στη συνομιλία της ενημερώνει πως στη Γκάνα το 90% των γυναικών γεννούν στο νοσοκομείο και μόνο το πιο φτωχό κομμάτι γεννάει στο σπίτι. Προκύπτει η διαφορετική νοηματοδότηση που μπορεί να έχει μια πρακτική σε διαφορετικά πολιτισμικά συμφραζόμενα, μια πρακτική που στη Γκάνα συμβολίζει ταξικό αποκλεισμό, στη Δύση μπορεί να βιώνεται από ορισμένες γυναίκες ως αντίσταση στη μαιευτική βία.

Σχεδόν όλες οι συμμετέχουσες υπερασπίζονταν με μεγάλη θέρμη τον αποκλειστικό θηλασμό. Ωστόσο μια από αυτές, ανέφερε και ένα από τα αρνητικά ενδεχόμενα της προσπάθειας αποκλειστικού θηλασμού που επίσης συχνά αποκρύπτονται. «Εγώ έπαθα μαστίτιδα και αναγκάστηκα να κάνω επέμβαση χωρίς αναισθητικό, γιατί διαφορετικά δε θα μπορούσα να θηλάσω. Είχα πολύ γάλα και το παιδί όταν ήταν πολύ μωρό πνιγόταν. Είχα δηλαδή και τον θηλασμό , έπρεπε να βγάλω γάλα, να ξυπνήσει μετά και να τον ξαναθηλάσω» λέει η Κ.

Από αρκετές εκφράζεται δυσαρέσκεια για την έλλειψη υποστηρικτικής μέριμνας ως προς τη φροντίδα του μωρού, γεγονός το οποίο επιβαρύνει τις ίδιες, περιορίζει το χρόνο που διαθέτουν για άλλες ενασχολήσεις και προφανώς επηρεάζει την ποιότητα ζωής τους και την ψυχική τους υγεία. «Ποτέ δεν έχει σκεφτεί κανείς να έχει έναν χώρο για τη δημιουργική απασχόληση παιδιών σε ένα συνέδριο , έτσι ώστε να έχουν τη δυνατότητα οι μητέρες να το παρακολουθήσουν και να συμμετάσχουν. Έχω κάνει ομιλία με τον Μ. στην αγκαλιά μου κυριολεκτικά (…) Πόσες φίλες και συναδέλφισσες κλείνονται μέσα στην τουαλέτα για να κάνουν pumping» λέει η Δ. «Αυτό που μου λείπει είναι να κάνω πράγματα για τον εαυτό μου. Μου λείπει να διαβάσω κάτι, μου αρέσει πολύ η λογοτεχνία και αυτό που μου λείπει είναι να διαβάσω ένα ωραίο βιβλίο» λέει η Α. «Μόνη μου είμαι συνέχεια, συνέχεια, κι αυτό είναι λίγο βάρος» η Σ.

«Για καθεμία από τις γυναίκες της μελέτης η αντίσταση νοηματοδοτούνταν διαφορετικά. Η αντίσταση στον κυρίαρχο ιατρικό λόγο, η αντίσταση στις κυρίαρχες ιατρικές πρακτικές, η αντίσταση στον δικό τους τρόπο ανατροφής, η αντίσταση στον δικό τους τρόπο ανατροφής, η αντίσταση στην κρατική πολιτική είναι κάποιες από τις μορφές αυτής της διαδικασίας. Το σημαντικό είναι ότι μέσα από τις πρακτικές αντίστασης που επιλέγουν αναδεικνύεται το βαρύ φορτίο της μητρότητας που κουβαλούν και η διάθεση τους να απαλλαγούν ή καλύτερα να απελευθερωθούν από αυτό. Είτε οι γυναίκες επιλέγουν να γεννήσουν σε μαιευτήρια είτε στο σπίτι, είτε επιλέγουν να θηλάσουν είτε όχι, είναι σημαντικό να αναγνωρίζουν ότι αυτενεργούν και αυτοπροσδιορίζονται» σημειώνουν οι συγγραφείς τους βιβλίου.

Το τέταρτο κεφάλαιο τοποθετείται στην καρδιά των σύγχρονων φεμινιστικών διεργασιών με τη δυναμική, τη ριζοσπαστικοποίηση αλλά και τις αντιθέσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό του με δεσπόζουσα την αντίθεση ανάμεσα στο κομμάτι που υποστηρίζει την κατασκευαστική θεωρία του φύλου και την υπέρβαση του έμφυλου δυισμού και ως εκ τούτου αποσυνδέει τη μητρότητα από τη θέαση της ως φυσικό γυναικείο γνώρισμα και τη γονεικότητα από το ετεροκανονικό πλαίσιο, και στο κομμάτι που είναι προσκολημμένο στην έμφυλη διχοτόμηση. Σημειώνει επιπλέον πως ένα τμήμα του σύγχρονου φεμινιστικού κινήματος εκκινώντας από την κριτική στις κυρίαρχες πρακτικές της ιατρικής γυναικολογίας, διολισθαίνει ενίοτε σε μια ρομαντικοποιημένη προσέγγιση της μητρότητας μέσα από την υπεράσπιση της παραδοσιακής μαιευτικής. Οι συγγραφείς στο πέμπτο κεφάλαιο κάνουν μια συνοπτική παρουσίαση των ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών της γένεσης της μαιευτικής και του ρόλου των μαιών από την αρχαιότητα μέχρι τον 17ο αιώνα, του παραγκωνισμού τους και της θεμελίωσης της σύγχρονης γυναικολογίας, η οποία δεν είναι καθόλου ακηλίδωτη.

Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως ο James Marion Sims, εισηγητής της σύγχρονης μαιευτικής και γυναικολογίας, ανέπτυξε μια σειρά από καινοτόμες χειρουργικές πρακτικές για την αναπαραγωγική υγεία των γυναικών, εφαρμόζοντας πειραματικές μεθόδους σε μαύρες γυναίκες που βρίσκονταν σε καθεστώς δουλείας χωρίς τη χρήση αναισθητικών μέσων. Έτσι, μπορούμε να δούμε τη θεσμοποίηση των ιατρικών διαδικασιών γύρω από τη γέννα ως μια διαδικασία που αφενός δημιούργησε τους όρους για τη μαιευτική βία, αφετέρου συνέβαλλε στη μείωση της μητρικής και βρεφικής θνησιμότητας και αυτές οι διαφορετικές όψεις εξελίσσονται και συνυπάρχουν ή υπερτερούν η μια της άλλης σε μια πορεία που δε μένει ανεπηρέαστη με τους λόγους, τις υποχωρήσεις, τις ανοδικές ή πτωτικές πορείες, τους μετασχηματισμούς του φεμινιστικού κινήματος.

Είναι καίρια στο βιβλίο η επισήμανση που προκύπτει μέσα από τη συναρμογή βιωμάτων, θεωριών, αναλύσεων σ’ ένα ιστορικοποιημένο πρίσμα πως μια πρακτική δεν είναι εξ’ ορισμού συντηρητική ή ριζοσπαστική, εναλλακτική ή παρωχημένη αλλά εξαρτάται από τον τρόπο που βιώνεται από τα υποκείμενα και τους όρους που εντάσσεται στην κοινωνική και ιδεολογική διαπάλη για τη μητρότητα, αν δηλαδή λειτουργεί χειραφετητικά ή παράγει νέες καταπιέσεις. Η αναβίωση παρελθοντικών εκδοχών επιτέλεσης της μητρότητας μπορεί να απελευθερώνει μια γυναίκα, μπορεί σε κάποια άλλη, όμως, μπορεί να πυροδοτεί ενοχές. Αν αναλογιστούμε μόνο την πρακτική του θηλασμού, θα διαπιστώσουμε πως μια γυναίκα μπορεί να δεχτεί επικρίσεις αν θηλάζει για μεγάλο χρονικό διάστημα το παιδί της ή αν δε θηλάζει αποκλειστικά ή αν δε θηλάζει καθόλου. Το mom shaming γενικά είναι διάχυτο και ανεξάντλητο. Αφορά σε όλες τις πτυχές της μητρότητας (και της μη μητρότητας με άλλους όρους). Καμία δεν ξεφεύγει από αυτό. Γι’ αυτό είναι αναγκαία η δημιουργία εκείνου του κοινωνικοπολιτικού χώρου που θα συναντιούνται τα διαφορετικά βιώματα συναρθρωμένα στη συλλογική επιθυμία της αποδέσμευσης από επιβολές και ιεραρχικές αξιολογήσεις.

«Η μητρότητα φαντάζει άπιαστη από τα υποκείμενα που τη βιώνουν. Συχνά οι γυναίκες πασχίζουν να ανταποκριθούν στις επιταγές της «καλής- σωστής» μητρότητας, ωστόσο οι τελευταίες, όπως και η προέλευση τους είναι αφηρημένες και σχετικοποιημένες. Οι επιταγές αυτές αναπαριστούν μια εξατομικευμένη εκδοχή της εμπειρίας της μητρότητας, υποβαθμίζοντας τις κοινωνικές, ταξικές και έμφυλες διαστάσεις της καθώς και τη συλλογική μνήμη που σχετίζεται με το βίωμα της μητρότητας. Μέσα σε αυτό το αποιστορικοποιημένο και ρευστό πλαίσιο, η μητέρα προσκαλείται διαρκώς να δίνει, να βελτιώνεται και να γίνεται η «καλύτερη» εκδοχή του εαυτού της.

Αυτή η νεοφιλελεύθερη πρόσληψη της μητρότητας, αν και διαφοροποιείται από την προκαπιταλιστική αναπαράσταση της παραδοσιακής μητρότητας, που επιτελείται σε ένα μεγάλο μέρος της στην ιδιωτική σφαίρα, καταλήγει να αναπαράγει πολλαπλές ανισότητες στον καταμερισμό της φροντίδας, φυσικοποιώντας εξίσου τη μητρότητα και τους έμφυλους ρόλους» καταλήγουν στον επίλογο τους η Ελιάνα Καναβέλη και η Αλίκη Κοσυφολόγου, θέτοντας ως διακύβευμα την αναγνώριση της πολιτικής διάστασης της μητρότητας και την αναζήτηση συλλογικών τρόπων φροντίδας των παιδιών.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα