ΑΡΧΕΙΟ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΛΙΑ

ΑΠΟ ΤΟ “ΧΟΡΑ” ΚΑΙ ΤΟ “ΣΙΣΜΙΚ” ΣΤΑ ΙΜΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΕΡΝΤΟΓΑΝ

Ο Ερντογάν έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Μήπως όμως τα πράγματα είναι ευκολότερα απ' ότι παλιά;

Όποιος απλώς παρατηρεί τι συμβαίνει στα ελληνοτουρκικά τα τελευταία χρόνια μπορεί να έχει σχηματίσει την εντύπωση ότι ο Ταγίπ Ερντογάν «έχει ξεπεράσει κάθε όριο» και ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός πολεμικού επεισοδίου ή και σύρραξης.

Στην πραγματικότητα ισχύει το πρώτο(ο Ερντογάν «έχει ξεπεράσει κάθε όριο»), αλλά μόνο ως προς τις ρητορικές εξάρσεις. Σ’ αυτές, όντως, ο Ερντογάν είναι ασυναγώνιστος. Ποτέ άλλοτε ηγέτης της Τουρκίας δεν χρησιμοποίησε με τέτοια ένταση και τόσο συχνά προσβλητικές εκφράσεις και απειλές εναντίον της Ελλάδας και αξιωματούχων της. Όμως, αυτό δεν πρέπει να μας παρασύρει σε λάθος συμπέρασμα: ο Ερντογάν φωνάζει μεν πολύ, αλλά στην πράξη υπολείπεται των προκατόχων του. Πριν από 35 χρόνια(1987-έξοδος «Σιμσμίκ» στο Αιγαίο) και πριν 26 χρόνια(1996-Ίμια) οι δύο χώρες έφτασαν, όντως, κοντά στην πολεμική σύγκρουση. Επί Ερντογάν δεν έχει συμβεί ακόμη κάτι τέτοιο, αν και η γερμανική εφημερίδα «Μπίλντ» έγραψε ότι τον Ιούλιο του 2020, όταν η Τουρκία έστειλε ερευνητικό πλοίο ανοιχτά του Καστελόριζου, οι δυο χώρες έφτασαν κοντά σε σύγκρουση, την οποία απέτρεψε η Άνγκελα Μέρκελ, παρεμβαίνοντας στους Κυριάκο Μητσοτάκη και Ταγίπ Ερντογάν.

Ο Ερντογάν, λοιπόν, δεν αποδεικνύεται πιο επικίνδυνος από τους προκατόχους του, τουλάχιστον μέχρι στιγμής. Αυτό, όμως, που ίσως διαφοροποιεί σήμερα την κατάσταση είναι ότι έχει μπροστά του εκλογές, στις οποίες «παίζει το κεφάλι του», αν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις που τον φέρνουν να τις χάνει. Από την άλλη, το γεγονός ότι έχει κακές σχέσεις με τους Αμερικανούς και, κυρίως, ότι όλη η Δύση και το ΝΑΤΟ έχουν στραμμένη την προσοχή τους στην Ουκρανία και στον Πούτιν και δεν θέλουν μπελάδες σε άλλο πεδίο και μάλιστα ενδοΝΑΤΟϊκούς, οδηγεί στο λογικό συμπέρασμα ότι πολύ δύσκολα ο Ερντογάν θα περάσει από την έξαλλη ρητορεία στην πολεμική πράξη.

Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει και από τη παροιμιακή θεωρία «σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει». Ωστόσο, αυτό δεν παρέχει καμιά ασφάλεια, δεδομένου ότι ένα σκυλί που γαβγίζει μπορεί να δαγκώσει, αν κυριαρχείται από φόβους. Και δεν γνωρίζουμε με ασφάλεια τι φοβάται σήμερα περισσότερο ο Ερντογάν.

Μια δεύτερη διαφοροποίηση, σε σχέση με το πρόσφατο και απώτερο παρελθόν, είναι το γεγονός ότι, για πρώτη φορά, η Τουρκία συνδέει σήμερα την κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου με το αίτημα για αποστρατιωτικοποίησή τους. Τέτοια απαίτηση η Τουρκία έχει υποβάλει και άλλες φορές. Αλλά ποτέ δεν είχε πει ότι, αν δεν αποστρατιωτικοποιηθούν τα νησιά, δεν (θα) ανήκουν στην Ελλάδα.

Από την άλλη, η επιδίωξη της Τουρκίας να κάνει έρευνες για υδρογονάνθρακες σε περιοχές με αμφισβητούμενη υφαλοκρηπίδα δεν αποτελεί καμιά πρωτοτυπία. Το αντίθετο. Αρκετές ελληνοτουρκικές κρίσεις στο παρελθόν έγιναν με αφορμή παρόμοιες επιδιώξεις.

Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ, Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΙ ΤΟ «ΒΥΘΙΣΑΤΕ ΤΟ ΧΟΡΑ»

Η πρώτη τέτοιου είδους κρίση του τελευταίου μισού αιώνα ανάγεται στις αρχές του 1974 και είναι ελάχιστα γνωστή στην κοινή γνώμη. Άλλωστε, τότε η Ελλάδα είχε ακόμη χούντα υπό τον «αόρατο δικτάτορα» Ιωαννίδη. Αφορμή για την κρίση έδωσαν τα «πετρέλαια του Αιγαίου», τα οποία διεκδικούσαν και οι δύο χώρες. Με παρέμβαση των Αμερικανών η κρίση εκτονώθηκε. Ωστόσο λίγους μήνες αργότερα η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο.

Η πρώτη σοβαρή ελληνοτουρκική κρίση της Μεταπολίτευσης, με επίδικο ζήτημα αυτό που υπάρχει και μέχρι σήμερα, δηλαδή την υφαλοκρηπίδα, συνέβη το 1976. Τον Αύγουστο αυτού του έτους η Τουρκία έβγαλε στο Αιγαίο το ερευνητικό σκάφος «Χόρα», το οποίο κινήθηκε κοντά σε Λέσβο, Χίο και Σάμο, μέσα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, όπως ανακοίνωσε η τότε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Στην Τουρκία πρωθυπουργός ήταν σε κυβέρνηση συνεργασίας ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, ο οποίος πιεζόταν πολύ και από το, εκτός κυβερνήσεως, κόμμα του Μπουλέντ Ετσεβίτ, του μετέπειτα πρωθυπουργού της εισβολής στην Κύπρο.

Η κρίση του 1976 έχει σημαδευτεί από την προτροπή του Ανδρέα Παπανδρέου(το ΠΑΣΟΚ ήταν τότε τρίτο κόμμα στη Βουλή) προς την κυβέρνηση να βυθίσει το τουρκικό σκάφος. Η συνθηματολογική φράση «Βυθίσατε το Χόρα»(ποτέ δεν ειπώθηκε έτσι, αυτός ήταν τίτλος εφημερίδων της εποχής) αποτέλεσε αργότερα και αντικείμενο διαμάχης για το εάν ειπώθηκε σε συνεννόηση με τον Καραμανλή. Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου, σε διάλογο που είχε τέσσερα χρόνια αργότερα(1980) στη Βουλή με τον τότε υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Αβέρωφ, είπε ότι η δήλωσή του εκείνη έγινε για «εθνικό σκοπό», κάτι που επιβεβαίωσε ο πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Αντίθετα, πολλά χρόνια αργότερα(2020), ο στενός συνεργάτης του Καραμανλή, Πέτρος Μολυβιάτης, αμφισβήτησε ότι η δήλωση αυτή του Ανδρέα έγινε σε συνεννόηση με τον τότε πρωθυπουργό.

Η κυβέρνηση Καραμανλή ήθελε να εκτονωθεί η ένταση, αφού είχε ως προτεραιότητα την ένταξη στην(τότε) Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, για την οποία είχαν αρχίσει διαπραγματεύσεις. Προσέφυγε εναντίον της Τουρκίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας. Η δεύτερη προσφυγή ήταν μονομερής και δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα, αφού δεν την συνυπέγραφε η Τουρκία. Το Συμβούλιο Ασφαλείας, ως συνήθως, κάλεσε τα δύο μέρη σε συνομιλίες για να λύσουν τις διαφορές τους. Στην απόφαση, πάντως, αναφερόταν ότι θα μπορούσαν να επιδιώξουν και την επίλυση μέσω της Χάγης.

Η κρίση του 1976 ουσιαστικά εκτονώθηκε με παρέμβαση των Αμερικανών, αν και η αίσθηση που επικρατούσε τότε ήταν ότι οι ΗΠΑ, δια της «ισορροπίας», ευνοούσαν τις τουρκικές επιδιώξεις και έτσι γιγαντώθηκε ο αντιαμερικανισμός, ο οποίος κυριαρχούσε , έτσι κι αλλιώς, μετά την εισβολή στην Κύπρο το 1974. Πάντως, η «διευθέτηση» αυτής της κρίσης έδωσε χρόνο στην κυβέρνηση Καραμανλή να προχωρήσεις τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 1979 με την ένταξη στην ΕΟΚ.

Η ΑΠΕΙΛΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΕΔΙΩΞΕ ΤΟ “ΣΙΣΜΙΚ”

Το 1981 στη χώρα σημειώθηκε εντυπωσιακή πολιτική αλλαγή με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Αλλά οι ελληνοτουρκικές κρίσεις παραμόνευαν.

Η πιο επικίνδυνη σημειώθηκε το 1987 και πάλι με αφορμή έρευνες για πετρέλαιο στο Αιγαίο. H Ελλάδα είχε αρχίσει έρευνες για πετρέλαιο στην περιοχή της Θάσου και η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα βγει στο Αιγαίο το ερευνητικό σκάφος «Πίρι Ρέις», γνωστότερο ως «Σισμίκ», κατηγορώντας την Ελλάδα ότι κάνει έρευνες και έξω από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, παραβιάζοντας παλαιότερη συμφωνία των δύο χωρών.

Το κλίμα αρχίζει να γίνεται πολεμικό. Στην Αθήνα ο Ανδρέας Παπανδρέου δίνει εντολή να τεθούν σε ετοιμότητα οι Ένοπλες Δυνάμεις.

Ταυτόχρονα κάνει δύο κινήσεις:

Πρώτον, στέλνει τον υπουργός Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια στη Σόφια με «μήνυμα» προς τον τότε ηγέτη της Βουλγαρίας Τόντορ Ζίβκοφ, ώστε να διασφαλίσει το βόρεια σύνορα της χώρας. Και

Δεύτερον, ανακοινώνει ότι θα κλείσει η αμερικανική βάση της Νέας Μάκρης, καταλογίζοντας στις ΗΠΑ ότι ευνοούν τις επιδιώξεις της Τουρκίας. Ο Ανδρέας, για να το στηρίξει, εκμεταλλεύθηκε τόσο την πολυήμερη παραμονή στις ΗΠΑ του τότε πρωθυπουργού της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ όσο και τη μετάβαση στην Τουρκία του υπουργού άμυνας των ΗΠΑ Κάσπαρ Γουαϊνμπέργκερ, στον οποίο καταλογίζονταν φιλοτουρκικές κινήσεις.

Στις 27 Μαρτίου(δυο μέρες μετά την εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου- οι συμβολισμοί έχουν τη σημασία τους) συνεκλήθη εκτάκτως το υπουργικό συμβούλιο στην Αθήνα και ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν θα επέτρεπαν στο τουρκικό σκάφος να κάνει έρευνες και επέρριπτε ευθύνες στις ΗΠ και το ΝΑΤΟ για πιθανή πολεμική σύγκρουση.

Η αποφασιστικότητα που επέδειξε η Ελλάδα υποχρέωσε το ΝΑΤΟ να παρέμβει. Ο γενικός γραμματέας του, λόρδος Κάρινγκτον, συνομίλησε με Οζάλ και Παπανδρέου και κατάφερε να εκτονώσει την κρίση. Το «Σισμίκ» αποσύρθηκε. Η Ελλάδα δήλωσε ότι δέχεται την προσφυγή στη Χάγη για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ μέχρι σήμερα.

Ένα χρόνο αργότερα(1988) Παπανδρέου και Οζάλ συναντήθηκαν στο Νταβός και συμφώνησαν σ’ αυτό που ο Ανδρέας αποκάλεσε «μη πόλεμος» και, επιπλέον, να βάλουν το Κυπριακό «στο ράφι». Λίγες μέρες μετά, μονομαχώντας με τον ιστορικό αντίπαλό του στη Βουλή, ο Ανδρέας ουσιαστικά αποκήρυξε αυτήν τη συμφωνία του με τον Οζάλ για το Κυπριακό με την εμβληματική φράση «mea culpa»(«λάθος μου»).

1996: ΤΑ ΙΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΓΚΡΙΖΕΣ ΖΩΝΕΣ

Η επόμενη σοβαρή ελληνοτουρκική κρίση σημειώθηκε οκτώ χρόνια μετά. Ξεκίνησε τα Χριστούγεννα του 1995 και τελείωσε στο τέλος Ιανουαρίου 1996. Πρωθυπουργός στην Τουρκία ήταν η Τανσού Τσιλέρ. Η Ελλάδα βρισκόταν σε μια μεταβατική πολιτική κατάσταση. Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου νοσηλευόταν από το Νοέμβριο του 1995 στο Ωνάσειο. Παραιτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1996. Στις 18 Ιανουαρίου εξελέγη πρωθυπουργός ο Κώστας Σημίτης από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Όταν κορυφώθηκε η κρίση, στα τέλη Ιανουαρίου του 1996, η κυβέρνησή του δεν είχε προλάβει κάν να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.

Στις 25 Δεκεμβρίου 1995, ένα τουρκικό εμπορικό πλοίο «κόλλησε» κοντά στο νησί Ίμια. Ο καπετάνιος του δεν δέχτηκε βοήθεια από το ελληνικό Λιμενικό, δηλώνοντας ότι βρισκόταν σε τουρκικά ύδατα. Δεν ξεκαθαρίστηκε ποτέ αν το περιστατικό ήταν ή στημένο για να αρχίσει η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στις Ίμια. Τελικά, μετά από τρεις ημέρες, ελληνικά ρυμουλκά οδήγησαν το πλοίο σε τουρκικό λιμάνι. Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι, ανεξάρτητα από το επεισόδιο με την προσάραξη του πλοίου, τα Ίμια ανήκουν στην Τουρκία.

Η δεύτερη φάση της κρίσης άρχισε στις 25 Ιανουαρίου. Ο δήμαρχος της Καλύμνου Δ. Διακομιχάλης ύψωσε την ελληνική σημαίνει στη μικρή Ίμια. Την επομένη άλλη μια σημαία κυμάτιζε και στη διπλανή βραχονησίδα. Την επομένη δύο Τούρκοι δημοσιογράφοι πήγαν με ελικόπτερο στη μικρή Ίμια, αφαίρεσαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική. Στις 28 Ιανουαρίου το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό κατέβασε την τουρκική και ύψωσε ξανά την ελληνική.

Ο «πόλεμος των σημαιών» λήγει τις πρώτες πρωϊνές ώρες της 31ης Ιανουαρίου, όταν Τούρκοι βατραχάνθρωποι αποβιβάζονται στη Μεγάλη Ίμια. Η είδηση έρχεται από την Τουρκία και προκαλεί αναστάτωση στη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ. Ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης επιπλήττει τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, ναύαρχο Λυμπέρη, γιατί δεν φρουρήθηκαν οι νησίδες και κατάφεραν οι Τούρκοι κομάντος να αποβιβαστούν. Το κλίμα γίνεται πιο βαρύ, όταν τις πρωϊνές ώρες γίνεται γνωστό ότι ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού, που πέταξε πάνω από τα νησιά για να επιβεβαιώσει την παρουσία Τούρκων στρατιωτών, έπεσε κατά την επιστροφή του στη φρεγάτα. Σκοτώθηκαν και τα τρία μέλη του πληρώματος Χριστόδουλος Καραθανάσης, Παναγιώτης Βλαχάκος και Έκτορας Γιαλοψός. Η επίσημη εκδοχή ήταν ατύχημα, οι υποψίες ότι χτυπήθηκε από τουρκικά πυρά κυριάρχησαν.

Ο Κώστας Σημίτης Eurokinissi

Η κρίση είχε κορυφωθεί. Οι στόλοι και των δυο χωρών ήταν στο Αιγαίο και ο κίνδυνος για πολεμική σύγκρουση ήταν υψηλός. Όμως, η κυβέρνηση Σημίτη δεν ήταν διατεθειμένη να τον αναλάβει. Ο ίδιος ο Κώστας Σημίτης πίστευε ότι μια πολεμική περιπέτεια θα οδηγούσε τη χώρα σε οπισθοδρόμηση και θα έθετε σε κίνδυνο το στόχο της ένταξης στο ευρώ, που ήταν και προσωπικό του στοίχημα,

Έτσι, ζητήθηκε η παρέμβαση των Αμερικανών (κυβέρνηση Κλίντον) και η κρίση έληξε με τη συμφωνία που αποτυπώθηκε σε έξι λέξεις: «Νo flags, no ships, no troops»(«όχι σημαίες, όχι πλοία, όχι στρατεύματα») στα Ίμια. Την επομένη η συνεδρίαση της Βουλής ήταν ταραχώδης. Βουλευτές της ΝΔ φώναζαν «προδοσία». Όμως, η κυβέρνηση πήρε ψήφος εμπιστοσύνης. Η φράση από την ομιλία τοη Κ. Σημίτη «ευχαριστώ την κυβέρνηση των ΗΠΑ για τη βοήθειά τους» προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εποχής, πριν εκφωνήσει την ομιλία του όλοι οι στενοί συνεργάτες του πρωθυπουργού τού συνέστησαν να μην πει τη συγκεκριμένη φράση. Όμως, ο Σημίτης αρνήθηκε. Θεωρούσε ότι οι Αμερικανοί, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους, βοήθησαν να αποτραπεί η ελληνοτουρκική σύγκρουση.

Με την κρίση των Ιμίων θεωρείται ότι θεμελιώθηκε η τουρκική θεωρία των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο.

ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΗΡΘΕ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ…

Ακολούθησαν χρόνια σχετικής ηρεμίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς η γειτονική χώρα έδειχνε ενδιαφέρον για πιο ενεργή σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ελλάδα την υποστήριζε.

Το 2003 αρχίζει η περίοδος Ερντογάν. Οι ελληνικές κυβερνήσεις «επένδυσαν» στο νέο ηγέτη της Τουρκίας, τον οποίο αντιδιέστειλαν από τους κλασικούς πολιτικούς των προηγούμενων δεκαετιών. Ο Κώστας Καραμανλής έγινε κουμπάρος στο γάμο της κόρης του Ερντογάν το 2004. Ο Δημήτρης Αβραμόπουλος διατηρούσε ιδιαίτερη σχέση μαζί του, από την εποχή που και οι δύο ήταν δήμαρχοι(Αθήνας και Κωνσταντινούπολης αντίστοιχα). Και οι τρεις επόμενοι πρωθυπουργοί(Γιώργος Παπανδρέου, Αντώνης Σαμαράς και Αλέξης Τσίπρας) είχαν συναντήσεις με τον «διαχρονικό» Ερντογάν.

Η πιο επικίνδυνη επί Ερντογάν κρίση στα ελληνοτουρκικά έγινε τον Αύγουστο του 2020, όταν το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Oruc Reis βγήκε στο νοτιοανατολικό Αιγαίο, κινούμενο στα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Το συνόδευαν πολλά πολεμικά πλοία, γεγονός που προκάλεσε ανησυχία. Είχε προηγηθεί η υπογραφή του τουρκολιβυκού Μνημονίου. Η κρίση τερματίστηκε με παρέμβαση της Άνγκελα Μερκελ, σύμφωνα με μεταγενέστερα γερμανικά δημοσιεύματα.

Τον Μάρτιο του 2022 έγινε η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός που δημιούργησε προσδοκίες για «ήρεμα νερά» στις σχέσεις των δύο χωρών. Όμως, η συνέχεια ήταν απογοητευτική. Η τουρκική ρητορεία οξύνθηκε στο έπακρο, με χαρακτηριστικότερη τη φράση του Ερντογάν «Μητσοτάκης γιοκ».

Τις τελευταίες ημέρες η Τουρκία προχώρησε ένα βήμα περισσότερο στις διεκδικήσεις της. Για πρώτη φορά έθεσε θέμα κυριαρχίας των νησιών του Αιγαίου, συνδέοντας την κυριαρχία με την αποστρατιωτικοποίησή τους. Γνωρίζει, φυσικά, ότι καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να αποδεχθεί τέτοιο αίτημα.

Και όλοι τώρα αναρωτιούνται πότε θα ξεσπάσει νέα κρίση και ποια χαρακτηριστικά θα έχει.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα