ΑΘΗΝΑ: ΤΟ «ΒΟΥΛΕΒΑΡΤΟ» ΤΗΣ ΤΑΛΑΙΠΩΡΙΑΣ
Κίνηση, πλημμύρες, και… πλατάνια σε μια πόλη που ψάχνει να ξαναβρεί τον εαυτό της βασανίζοντας τους κατοίκους της.
Τρεις σκηνές.
Πρώτη, μετά τα μεσάνυχτα του περασμένου Σαββάτου. Η αθηναϊκή νύχτα ξανανοίγει (επίσημα). Οι Αθηναίοι προσπαθούν να γυρίσουν τον χρόνο στο 2019, έχουν βάλει τα καλά τους κι αντιμετωπίζουν την περίσταση σαν γιορτή. Δείχνουν τα πιστοποιητικά εμβολιασμού (στα στέκια τους -που ξέρουν και τους ξέρουν- αρκεί μόνο ένα νεύμα σε μια βαριεστημενη ερώτηση, πόσο καλά θα πάει αυτό;), σχηματίζουν άτακτες διαδηλώσεις κλείνοντας τον δρόμο έξω από τα μπαρ της Ασκληπιού και της Πραξιτέλους, και τακτοποιημένες ουρές στην Αβραμιώτου, ενώ οι πολεμιστές του techno είναι αποφασισμένοι να αλώσουν το Ωδείο στο πρώτο μεγάλο πάρτι της επιστροφής. Η πόλη, μετά τις σπασμωδικές αντιδράσεις της εδώ κι ενάμιση χρόνο, μοιάζει έτοιμη να πάρει πίσω όση ζωή της στέρησε ο ιός. Αναπολογητικά και χωρίς δισταγμό αυτή τη φορά.
Δεύτερη σκηνή, στο ξεκίνημα της εβδομάδας που πέρασε, όταν και δίνονται στη δημοσιότητα τα νέα σχέδια για τη νέα ανάπλαση της Πανεπιστημίου. Φωτορεαλιστικές εικόνες μιας πολυπολιτισμικής πρωτεύουσας, χρονοδιαγράμματα και μπάτζετ, καταραμένες φράσεις όπως «ριζική μεταμόρφωση» και λέξεις-φετίχ σαν το περίφημο «βουλεβάρτο», απαραίτητο λεκτικό στολίδι κάθε απόπειρας ανάπλασης από το Rethink Athens που τελικά έμεινε στα λόγια μέχρι το πρόσφατο φιάσκο του Μεγάλου Περιπάτου. Ο δήμαρχος Κώστας Μπακογιάννης υποστηρίζει τηλεοπτικά τις ανακοινώσεις, δίνει την πολυσυζητημένη πληροφορία για τα… 86 πλατάνια που θα φυτευτούν γύρω από τις τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας κι αποκρούει τις κατηγορίες ότι ο Μεγάλος Περίπατος ενίσχυσε το κυκλοφοριακό πρόβλημα. Η συζήτηση θυμίζει την ιστορία με τον βοσκό, γι’ αυτό και «κάνουν πάρτι στα σόσιαλ μίντια» τρολάροντας τις εξαγγελίες. Οι διαβεβαιώσεις ότι έχουν γίνει όλα τα αντιπλημμυρικά που χρειάζονται για να μην έχουμε προβλήματα, περνούν σε δεύτερη μοίρα.
Τρίτη σκηνή, σχεδόν τρία 24ωρα μετά. Ένας χείμαρρος διασχίζει την οδό Ηφαίστου στο Μοναστηράκι. Το πέρασμα του «Μπάλλου», μετά τα αναπόφευκτα σαββοπουλικά αστεία, φέρνει την πόλη – σε κέντρο και προάστια, από το παραλιακό μέτωπο μέχρι τα ορεινά – στα όριά της. Εικόνες που σβήνουν το 2021 από το ημερολόγιο γίνονται viral. Από το λεωφορείο που έγινε υποβρύχιο στο φαληρικό δέλτα μέχρι τους μικρούς Νιαγάρα που στήθηκαν στις γέφυρες του λεκανοπεδίου, κι από τα παιδιά στη Νέα Φιλαδέλφεια που απέδρασαν από το σχολείο τους σχηματίζοντας αλυσίδα πάνω στα θρανία ως την κυρία που έκανε κανό στον Κολωνό. Σε μια πόλη, που έχει γίνει κινηματογραφικό hub τον τελευταίο χρόνο, γυρίστηκε μια μετρίου μπάτζετ ταινία καταστροφής, εγχώριας παραγωγής αυτή τη φορά. Την οποία οι Αθηναίοι παρακολουθούσαν στα κινητά τους έτσι όπως παρακολουθούν τα πάντα από το άνοιγμα του περασμένου Μαϊου και μετά (είτε έχει ηλιοφάνεια, είτε καταιγίδα): ακινητοποιημένοι στην κίνηση.
Στη μέση όλων αυτών, η Αθήνα. Μια πόλη που προσπαθεί να ξαναεφεύρει τον εαυτό της εδώ και πάνω από μια δεκαετία, πηγαίνοντας από τη μία κρίση στην επόμενη, ενώ ο αυτόματος πιλότος του τουρισμού μόνο λίγο καιρό ξαπόστασε με την Covid-19 και ξανά προς την πληρότητα τραβά.
Ποια είναι όμως η Αθήνα σήμερα;
Είναι η riot city των πρώτων χρόνων των 10s, έτσι όπως την έβλεπαν εξωτικά από το εξωτερικό έχοντας στρέψει το βλέμμα τους στο πορνό της Κρίσης; Είναι μια ατέλειωτη Airbnb land που προσπαθεί να ανταπεξέλθει στον υπερτουρισμό με μπουτίκ χοτέλ και ταχυφαγεία-τουριστικές παγίδες σε κάθε γωνία του ιστορικού κέντρου για τους τουρίστες που θέλουν να συνδυάσουν Ακροπολη με φαλάφελ; Είναι μια μητρόπολη που θέλει να κρύψει τις ανατολίτικες καταβολές κάτω από το χαλάκι των δυτικών ονειρώξεών της, ενώ προσπαθεί να αναρρώσει από το χτύπημα του κορωνοϊού που ήταν τελικά πιο ύπουλο απ’ όσο φάνηκε αρχικά;
Ό,τι κι αν ισχύει, όλες αυτές είναι ματιές από την έξω πλευρά του τζαμιού. Γιατί κοιτάζοντας από μέσα κανείς, διαπιστώνει ότι στη μεγάλη ανησυχία μας να παραδώσουμε άτσαλα μια πόλη-τουριστικό προϊόν (όπως είναι άλλωστε όλες οι σύγχρονες μητροπόλεις), έχουμε παραμερίσει τις απαιτήσεις μας για την ποιότητα της ζωής όσων ζούμε εδώ – like ζούμε κανονικά, όχι ινσταγκραμικά. Για μας, δηλαδή, που η εικόνα του χάους της περασμένης Πέμπτης συνεπάγεται, αν όχι κίνδυνο τουλάχιστον, ένα από κάθε άποψη κατεστραμμένο 24ωρο.
Στην αυγή του 21ου αιώνα, όσο περνούσε ακόμα η μπογιά της «ολυμπιακής Αθήνας», φτιάξαμε μια εικόνα «ενδιαφέρουσας πόλης» που «δεν κοιμάται ποτέ». Η suburbia πέθαινε να ανακαλύψει τις πιάτσες του κέντρου για τις οποίες γράφαμε στα free press, ενώ παράλληλα «τα προάστια γίνονταν κέντρο». Και μετά ήρθε η νέα κανονικότητα που λεγόταν Κρίση, για να διαπιστώσουμε πικρά ότι τον καιρό του κρασιού και των λουλουδιών σχεδόν δεν κάναμε βήμα μπροστά.
Η Αθήνα παραμένει μια πόλη που μισεί τους πεζούς, εκδικείται τους γονείς, βασανίζει τους οδηγούς, είναι τρύπια σε βροχές, χιόνια και ζέστες. Έχει δε και την ατυχία, στην παρούσα φάση, τα κλειδιά της να κρατάνε ένα δήμαρχος κι ένας περιφερειάρχης (που με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετική κλίμακα γκροτέσκ), την αντιμετωπίζουν σαν ένα προσωπικό PR πρότζεκτ…