14 ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ SIXTIES ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥΣ
“Χρυσά” ελληνικά συγκροτήματα των sixties μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του Νίκου Σάρρου.
Όσες φορές και αν είχαμε συναντήσει τον όρο “british invasion” (βρετανική εισβολή) διαβάζοντας την ιστορία των Beatles ή των Rolling Stones, μόνο όταν έπεσε στα χέρια μας το εκπληκτικό βιβλίο-λεύκωμα “Τα ελληνικά μουσικά συγκροτήματα των 60’s” του Νίκου Σάρρου μπορέσαμε να βυθιστούμε κανονικά σε αυτή την ποπ-ροκ ατμόσφαιρα, η οποία “χτύπησε” την πόρτα και της Ελλάδας εκείνη τη δεκαετία.
Ένας απίστευτος ασπρόμαυρος μικρόκοσμος κρύβεται στις σελίδες του βιβλίου των εκδόσεων Όγδοο – ένα σχεδόν “κινηματογραφικό” σύμπαν, που ξεδιπλώνεται μέσα από 650 σπάνιες φωτογραφίες Ελλήνων μουσικών και συγκροτημάτων του ‘60, τα οποία ποζάρουν σαν να πρωταγωνιστούν σε κάποιο βρετανικό ή αμερικανικό fanzine με την αισθητική των sixties.
Μιλώντας για “βρετανική εισβολή” αναφερόμαστε στο πολιτιστικό φαινόμενο των μέσων της δεκαετίας του ‘60, όταν ποπ και ροκ συγκροτήματα από το Ηνωμένο Βασίλειο έγιναν δημοφιλή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δηλαδή μια “σύντομη” εισβολή της βρετανικής κουλτούρας στην Αμερική μετά το 1964 – με την Ελλάδα της ίδιας περιόδου να μην αποτελεί εξαίρεση.
Ο Νίκος Σάρρος κάνοντας μία πολύχρονη έρευνα για το βιβλίο του σκιαγραφεί με πολλές λεπτομέρειες μια εποχή, που σε μας φαντάζει μακρινή και vintage. Εκεί, πολλοί νέοι από μικρές γειτονιές σε όλη την Ελλάδα δημιουργούσαν -με μια κιθάρα το λιγότερο- τα δικά τους μουσικά σχήματα. Και εκεί “γεννήθηκαν” γνωστοί καλλιτέχνες που αργότερα διαμόρφωσαν τη μουσική των επόμενων δεκαετιών.
Κυριακή στα ’60s με πορτοκαλάδα στα “μουσικά πρωινά”
Όπως αναφέρει ο Νίκος Σάρρος στο βιβλίο του, περίπου το 1958 αρχίζουν να εμφανίζονται τα πρώτα νεανικά μουσικά συγκροτήματα στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι νέοι της εποχής ασφυκτιούν χωρίς ερεθίσματα στην μεταπολεμική Ελλάδα και ψάχνουν διέξοδο. Ελάχιστες, βέβαια, οι ευκαιρίες και τα μέσα για να ακούσουν ξένη μουσική. Λίγο ραδιόφωνο, κάποια ταινία, ένας συγγενής στο εξωτερικό και τα ωδεία. Επιρροές τους ήταν ο Elvis Presley, οι Beatles, οι Rolling Stones, οι Animals, οι Who, ο Cliff Richards, οι Shadows, αλλά και λίγο ιταλικό και γαλλικό τραγούδι.
Από το 1963-1966, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο, έχουμε μια έκρηξη δημιουργίας ελληνικών συγκροτημάτων με “μοντέρνο” ήχο. Παρέες νέων -ακόμα και μαθητών- παίζουν μουσική, γράφουν τραγούδια και κάνουν εμφανίσεις live, έχοντας βρει ευφάνταστα αγγλικά ονόματα για την προώθηση – κυρίως από στόμα σε στόμα – της μπάντας τους. Μιλάμε για περίπου 170 καταγεγραμμένα συγκροτήματα με ονόματα ως επί το πλείστον ξένα, ένας αριθμός πραγματικά εντυπωσιακός.
Νεανικά κλαμπ άνοιγαν συνεχώς και οι νέοι διασκέδαζαν σε πάρτι σχολείων και πανεπιστημίων, σε συνεστιάσεις, αλλά και στα χαρακτηριστικά για την εποχή κυριακάτικα μουσικά πρωινά – φυσικά χωρίς αλκοόλ – σε κινηματογράφους, πλατείες και θέατρα των μεγάλων πόλεων.
Εντυπωσιακή ήταν η “εύκολη” μετακίνηση των μουσικών από συγκρότημα σε συγκρότημα, και το γεγονός ότι πολλά από αυτά τα γκρουπ δεν ηχογράφησαν ποτέ τη μουσική τους. Η διάλυσή τους ήταν πολύ πιο απλή υπόθεση, σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα, και συνήθως γινόταν όταν κάποιο μέλος έφευγε για τον στρατό, όταν ήθελαν να κάνουν σόλο καριέρα ή όταν έτρωγαν τελεσίγραφα από τους εξαγριωμένους… γονείς τους.
Μέσα από αυτόν τον αναπάντεχο πλούτο προσώπων, διαλέξαμε 13 ανδρικά συγκροτήματα και ένα αμιγώς γυναικείο, που έκαναν πάταγο εκείνη την αθώα και δίχως social media εποχή. [Με τυχαία σειρά αναφοράς].
Forminx
Κατέκτησε την ελληνική νεολαία κι ας είχε το πιο περίεργο όνομα. Οι “Forminx” (πήραν το όνομά τους από την ομηρική κιθάρα “φόρμιγξ”) δημιουργήθηκαν από τους: Βαγγέλη Παπαθανασίου (μαθητής στη Λεόντειο τότε), Βασίλη Μπακόπουλο, Σωτήρη Αρνή, Θύμιο Πέτρου και Κώστα Σκόκο. Σήμα κατατεθέν του συγκροτήματος έγινε ο ήχος του Hammond, από τα χεράκια του Παπαθανασίου που μόλις “άνοιγε τα μάτια του” στη μουσική. Τα live τους ήταν μοναδικά γιατί αυτοσχεδίαζαν και η μουσική τους παιδεία είχε στοιχεία τζαζ.
Σημαντική στήριξη πήραν από τον νεαρό τότε δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό Νίκο Μαστοράκη, που προωθούσε το συγκρότημα συστηματικά. Υπήρξε και ταινία για το συγκρότημα με τίτλο “Περιπέτειες με τους Forminx” (1965) σε σκηνοθεσία Θόδωρου Αγγελόπουλου, που όμως ολοκληρώθηκε σκηνοθετικά από τον Κώστα Λυχναρά. Σύμφωνα με την έρευνα του Νίκου Σάρρου, η ταινία προβλήθηκε μία φορά από την κρατική τηλεόραση και αγνοείται η τύχη της. Εκεί υπήρχαν και οκτώ καινούργια τραγούδια τους που δεν πρόλαβαν να ηχογραφηθούν. Διαλύθηκαν το 1966.
Meteors
Δημιουργήθηκαν στα μέσα του 1964 από τον κιθαρίστα Γιώργο Κόκκινο και τον μπασίστα Ηλία Μπάτη, που έμεναν στην ίδια γειτονιά. Αρχικά ήταν instrumental, ενώ μετά από πολλά live το 1964-65 εμφανίζονται στο κλαμπ Κουρσάρος στο Νέο Φάληρο και στο κλαμπ Μουράγιο στο Έδεμ. Στους “Meteors” έκανε το ντεμπούτο της ως τραγουδίστρια (1968-69), η πρόωρα χαμένη Ρένα Παγκράτη, ενώ ένα σύντομο πέρασμα από το συγκρότημα έκαναν και οι Αντώνης Βαρδής από τους Vikings και ο Τάσος Χαμουρτιάδης. Μια ενδιαφέρουσα παρασκηνιακή ιστορία έδεσε τους Meteors με τον Καντάφι. Περίπου! Η μπάντα έπαιζε στα Καμένα Βούρλα στο ξενοδοχείο που έκανε τα ιαματικά μπάνια του τον Σεπτέμβριο του 1969, ο βασιλιάς της Λιβύης, Ιντρίς. Εκεί πληροφορήθηκε το πραξικόπημα του Καντάφι και προκλήθηκε μεγάλη αναστάτωση. Το τέλος της μπάντας γράφτηκε τον επόμενο χειμώνα.
Olympians
Οι πασίγνωστοι “Olympians” δημιουργήθηκαν στη Θεσσαλονίκη στο τέλος του 1964 με το όνομα “The Brams” από τον κιθαρίστα Κούλη Καλογιαννίδη και τον ντράμερ Δημήτρη Λαζαρίδη. Την μπάντα συμπλήρωσαν οι Σίμος Συμεωνίδης στην κιθάρα, Βαγγέλης Κουτσοτόλης στο σαξόφωνο και Κώστας Μάστορας στην τρομπέτα. Ψάχνοντας τραγουδιστή σε κάποια οντισιόν το 1965, εντάχθηκε στο γκρουπ ο Πασχάλης Αρβανιτίδης, μέλος τότε των “Drugstore Men”. Αργότερα προστέθηκε ο σπουδαίος πιανίστας Άλκης Κακαλιάγκος και αποχώρησαν ο Σίμος και ο Κώστας Μάστορας. Το συγκρότημα γνώρισε τεράστια επιτυχία με τραγούδια τους όπως “Ο Τρόπος”, “Το Σχολείο”, “Συγγνώμη” κ.ά., παρά τις συχνές αλλαγές στη σύνθεσή του.
Στις 2 Οκτωβρίου 1966, μία μεγάλη συναυλία “μοντέρνων συγκροτημάτων” δόθηκε στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο της Αθήνας, με παρουσιαστή τον Σπύρο Καρατζαφέρη. Η συναυλία που ονομάστηκε Χρυσή Βραδιά, και οι ακροατές θα ψήφιζαν τους καλύτερους. Οι Olympians από τη Θεσσαλονίκη, με το ελληνικό τραγούδι «Τρόπος», πήραν το 78% των ψήφων της αθηναϊκής νεολαίας και σάρωσαν.
Όταν ο Πασχάλης στρατεύεται στη θέση του έρχεται ο τραγουδιστής Νίκος Παπάζογλου (από τους Ronnie and Those). Η μπάντα διαγράφει μια επιτυχημένη πορεία μέχρι το 1972, ενώ ο “Ο Τρόπος” οδηγεί τα συγκροτήματα να στραφούν σε ελληνικό στίχο.
The Faces
Οι Faces ξεκινούν το 1964 στο Νέο Ηράκλειο ως “Teachers” από τον Γιώργο Μπουλουγουρά (που τραγούδησε τη “Χαμένη Πολιτεία” το 1984), τον Γιώργο Ζαχάρη και τον Αντώνη Κατουχάκη. Το συγκρότημα το 1969 συνεργάστηκε με τον γνωστό τραγουδιστή Πάνο Κόκκινο, και έγινε η μόνιμη ορχήστρα του, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακολούθησαν αδιάκοπες εμφανίσεις στα γνωστά κλαμπ της εποχής, αλλά και σε θέατρα, γήπεδα και ξενοδοχεία. Μάλιστα, το 1970 το συγκρότημα στάλθηκε από την ΥΕΝΕΔ στη Βηρυτό. Εκεί εμφανίστηκαν σε μία εκδήλωση για τον απόδημο ελληνισμό. Έλληνες, ενώ είχαν εμφανιστεί και σε εκπομπή της γερμανικής τηλεόρασης. Διαλύθηκαν οριστικά το 1976.
Charms
Οι “Charms” που ξεκίνησαν το 1963 από το Κουκάκι ήταν ένα από τα πιο επιτυχημένα συγκροτήματα των ελληνικών sixties. Τα αρχικά μέλη του γκρουπ ήταν οι Γιώργος Στρατής, Γιώργος Μπαλάσκας, Σπύρος Καρούτας και Κώστας Καρύδας. Πολλές αλλαγές και μεγάλος αριθμός live εμφανίσεων συνοδεύει τη φήμη των Charms, από τα μέλη των οποίων ξεκίνησαν διάφορα συγκροτήματα εκείνης της εποχής. Η επιτυχία των Olympians με ελληνικό στίχο και η επιρροή του μάνατζέρ τους Κώστα Τσερώνη έκανε τους Charms στα τέλη του 1966 να στραφούν σε δικά τους τραγούδια (ανάμεσά τους “Το Τρελοκόριτσο” που γνωρίζουμε όλοι). Οι Charmes (με τους Mάικ Ροζάκη, Τέρη Ιερεμία, Γιώργο Στρατή, Κώστα Νικολόπουλο και Πέτρο Πολάτο έγιναν ένα από τα πιο εμπορικά συγκροτήματα των 60s, συμμετείχαν σε κινηματογραφικές ταινίες, ενώ το 1973, κέρδισαν βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, με το “Να μείνουμε πάντα παιδιά”.
The Radishes
Ξεκίνησαν στο τέλος του 1965 και ο γνωστός δημοσιογράφος Δημήτρης Κωνσταντάρας, γιος του αξέχαστου Λάμπρου Κωνσταντάρα, έπαιζε μπάσο και τραγουδούσε στο συγκρότημα. Το καλοκαίρι του ‘68 τους βρίσκει σε in μαγαζιά των βορείων προαστίων, ενώ εμφανίζονται και σε εκπομπές του Κώστα Βενετσάνου στην τηλεόραση. Το ‘70 βρίσκονται στην μπουάτ Αυλαία, με Καίτη Χωματά και Μιχάλη Βιολάρη. Χαρακτηριστική είναι η στολή που λάνσαραν και φορούσαν στις εμφανίσεις τους από το 1967 την οποία “εμπνεύστηκαν” βλέποντας την αντίστοιχη στολή από το εξώφυλλο του άλμπουμ “Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band” των Beatles – και έφτιαξαν τη δική τους εκδοχή με αυτά περίπου τα σακάκια.
M.G.C.
Οι MGC είναι ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα της εποχής, και με τις περισσότερες ίσως μετακινήσεις μελών προς και από την μπάντα. Σχηματίστηκαν στις αρχές του 1960 και τον Απρίλιο του 1967 έχοντας καθιερωθεί στο χώρο εμφανίστηκαν στη συναυλία των Rolling Stones στο γήπεδο του Παναθηναϊκού – ένα event ορόσημο για τα ελληνικά sixties. Το καλοκαίρι του 1967 εντάσσεται στο σχήμα και ο Δημήτρης Πουλικάκος, που μόλις είχε έρθει από την Αγγλία και αφήνει το στίγμα του στον ήχο της μπάντας. Πουλικάκος και Δημήτρης Πολύτιμος συνελήφθησαν από τη χούντα και φυλακίστηκαν για μικρό χρονικό διάστημα. Μετά την αποφυλάκισή τους κάνουν περιοδεία, αρνούνται να τραγουδήσουν χορευτικά σουξέ και τελικά το καλοκαίρι του 1969 στις Σπέτσες γράφεται ο επίλογος των MGC – Modern Greek Combo.
The U.L.S.
Δημιουργήθηκαν το 1965 από μια παρέα μαθητών. Ανάμεσά τους ο μεγάλος συνθέτης Σταμάτης Σπανουδάκης στην κιθάρα. Αρχικά έπαιζαν έχοντας από νωρίς δικό τους ρεπερτόριο σε μουσικά πρωινά και χορούς βορείων προαστίων. Με τη μεσολάβηση του Νίκου Μαστοράκη το συγκρότημα ηχογράφησε τέσσερα τραγούδια το καλοκαίρι 1966 στο στούντιο της Columbia για την εταιρεία “Topi”, αλλά ο θάνατος σε τροχαίο δυστύχημα του Γάλλου ιδιοκτήτη της “Topi”, δεν επέτρεψε την κυκλοφορία τους. Την άνοιξη του 1967 πέφτει η αυλαία για την μπάντα.
The Idols
Από τους “The Young Ones” στα μέσα του 1964 προέκυψαν οι “Idols”, που μετά από αλλαγές στη σύνθεση τους και διάφορες ζυμώσεις έκαναν τεράστια εμπορική επιτυχία και έφτασαν μέχρι και τις αρχές της νέας χιλιετίας. Ηλεκτρικό μπάσο έπαιζε ο Ντέμης Ρούσσος (που συμμετείχε στους Beatniks και στους We Five). Οι Idols ήταν μεταξύ των εγχώριων καλλιτεχνών (MGC, Loubogg, We Five, Τάσου Παπασταμάτη και Δάκη) που συμμετείχαν στο κορυφαίο ροκ γεγονός του στη επεισοδιακή συναυλία των Rolling Stones στο Γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. “Τρικυμία στην καρδιά μου”, “Σού ‘δωσα την αγάπη μου”, “Ξαφνικά με αγαπάς”… και έγιναν το κορυφαίο συγκρότημα της χώρας. Ταξίδεψαν στη Γαλλία και στην Ελβετία. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 (το 1989), το συγκρότημα ξαναδημιουργήθηκε από τους Γιούλη, Παπαβασιλείου, Κωνσταντινίδη και Δημήτρη Κατακουζηνό και Νότη Λαλαΐτη. Ηχογράφησαν το άλμπουμ “Ανταοκτώ”, έκαναν μερικές ρετρό εμφανίσεις και διαλύθηκαν οριστικά, μετά την εμφάνισή τους σαν σπέσιαλ καλεσμένοι στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης το 1991.
The Vikings
O τότε 14χρονος, μετέπειτα ντράμερ, Γιάννης Πανταζής έμενε το 1964 μεσοτοιχία με το περίφημο κλαμπ Κουρσάρος στο Νέο Φάληρο. Μάλιστα ο ιδιοκτήτης νοίκιασε γι αυτό το λόγο τη μισή αυλή του σπιτιού της οικογένειάς του, οπότε ο νεαρός βρισκόταν συνεχώς περιτριγυρισμένος από μουσικές. Δημιούργησε τους Vikings στους οποίους εντάχθηκε ως μπασίστας αργότερα ο αξέχαστος Αντώνης Βαρδής, που εργαζόταν σε βενζινάδικο της περιοχής. Μετά το ‘66 στο συγκρότημα μπήκαν δύο σπουδαίοι κιθαρίστες: ο Σταύρος Λαδάς (από τους Enemies) και ο Τάσος Χαμουρτιάδης (από τους Strangers), καθώς και ο τραγουδιστής Αντώνης Στεφανίδης. Μεγάλη επιτυχία του συγκροτήματος ήταν το τραγούδι “Francoise” σε μουσική Χαμουρτιάδη και στίχους Στεφανίδη. Το τέλος τους γράφτηκε στις Σπέτσες, προς το τέλος του 1968, όταν οι Vikings παίρνουν δρόμους χωριστούς.
The Juniors
Έπιασαν τον σφυγμό της ροκ αλλά η πορεία τους έληξε άδοξα στην… άσφαλτο. Δημιουργήθηκαν το φθινόπωρο του 1962 από τους 16χρονους συμμαθητές Παρίτση και Βλαβιανό και αρχικά λέγονταν Belmonts. Στο κλαμπ Quinta μαζί με τους Baronetti αποτέλεσαν το πιο hot ανερχόμενο συγκρότημα της εποχής. Λίγο πριν κάνουν ακόμα ένα βήμα στην καριέρα τους δυστυχώς μία βόλτα με το αυτοκίνητο την Κυριακή 10 Οκτωβρίου 1965 εξελίχθηκε σε ανείπωτη τραγωδία. Στην εθνική οδό Αθηνών Λαμίας σε σύγκρουση του Ι.Χ. τους με φορτηγό, έχασαν τη ζωή τους οι Θάνος Σουγιούλ (16 ετών, οργανίστας, γιος του Μιχάλη Σουγιούλ), ο μάνατζερ του συγκροτήματος Γιάννης Κραζούδης, η σύζυγός του Ελένη και η φίλη του γκρουπ Νανά Μπενέτου, ενώ βγήκε από τα συντρίμμια σοβαρά τραυματισμένος ο κιθαρίστας Αλέκος Καρακαντάς. Τον τραυματία Καρακαντά, αντικατέστηκε ο Έρικ, ένας Άγγλος κιθαρίστας, που πολλοί λένε ότι ήταν ο… Έρικ Κλάπτον. Έξι χρόνια μετά τη δημιουργία τους και με το τραγικό συμβάν να έχει ανακόψει την πορεία τους οι Juniors είπαν “αντίο” τον Μάιο του 1968.
The Crosswords
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ξεκίνησε την καριέρα του ως κιθαρίστας και τραγουδιστής από το συγκρότημα “The Crosswords” που δημιουργήθηκαν στη Νέα Ιωνία το 1966. Στην αρχική τους σύνθεση, εκτός από τον Παπακωνσταντίνου, συμμετείχαν οι Σταύρος Γαΐτης στην κιθάρα, Νίκος Θεοδωράκης στα ντραμς και Γιώργος Μανωλόπουλος στο μπάσο. Πρώτη τους δουλειά – συμφωνα με τον συγγραφέα, ήταν το Liebe στο Νέο Ηράκλειο. Ακολούθησαν πάρτι, μουσικά πρωινά και κινηματογράφους. Σε κλαμπ της Κυψέλης, της Ραφήνας και στη Νέα Φιλαδέλφεια. Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου είχε πει σε συνέντευξή του για εκείνη την εποχή: «Κάπου κοντά στην προεφηβεία κι ενώ έκαναν την εμφάνισή τους οι Μπιτλς, πήρα μια κιθάρα από τον γείτονά μου, τον Κώστα Παναγόπουλο. Επειδή, όμως, πολύ σύντομα άρχισα να παίζω καλύτερα από εκείνον, μου τη χάρισε. Μαζί με τους υπόλοιπους τρελαμένους των εργατικών πολυκατοικιών φτιάξαμε το συγκρότημά μας: τους Crosswords, τα Σταυρόλεξα”. Το ’69 και ενώ ο Βασίλης στρέφεται στον χώρο των μπουάτ το συγκρότημα διαλύεται.
The Girls
Το 1965 οι Girls ήταν – αυτοαναφορικά – το μοναδικό γυναικείο συγκρότημα που ηχογράφησε δίσκο στην Ελλάδα. Το αποτελούσαν οι μαθήτριες τότε (1965-1966), Βάσω Έξαρχου (κιθάρα), Γιούλη Καλαποθαράκου (ντραμς-τραγούδι), Μαριάννα Καλαποθαράκου (μπάσο-τραγούδι) και Έφη Πάνια (όργανο).
Κρυφά από τους γονείς τους τα τέσσερα κορίτσια έκαναν πρόβες και αμέσως μόλις ανέβηκαν στη σκηνή στο club Village έγιναν ανάρπαστες. Το 45άρι που ηχογράφησαν περιείχε τα τραγούδια “Hello Beethoven” και “Rocket for the Girls”. Η εμφάνιση των “The Girls” στη “Χρυσή Βραδιά” του Καλλιμάρμαρου (πήραν την 6η θέση) και η αποθέωσή τους από 40.000 και πλέον άτομα, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τους γονείς, οι οποίοι περιόρισαν τα κορίτσια, που δεν ξαναεμφανίστηκαν ως συγκρότημα.
Loubogg
Το γκρουπ ”The Loubogg” δημιουργήθηκε στα μέσα του 1964 από τον κιθαρίστα Γιάννη Κιουρτσόγλου. Τα μέλη του συγκροτήματος τότε ήταν μαθητές λυκείου, η μουσική τους ροκ και ο στίχος αγγλικός. Το όνομα ”Loubogg” τους το έδωσε ένας Άγγλος φίλος και συμμαθητής τους. Το “loο” στα αγγλικά είναι η “τουαλέτα” και “bog” επίσης θα πει “τουαλέτα”. Και όπως έχει πει και ο Γιάννης Κιουρτσόγλου σε μια συνέντευξή του: “Απλώς κάναμε την ανορθογραφία, εμπνεόμενοι από τους Beatles που έγραφαν ανορθόγραφα τη λέξη beetle, και βάλαμε τα δύο “g”. Ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία τους ήταν το τραγούδι ”She’s Cool”.
Σε έναν χορό της Γερμανικής Σχολής τους ανακάλυψε ο Νίκος Μαστοράκης το 1965 και τους έκλεισε συμβόλαιο με την Music Box. Στο τραγούδι ο Νίκος Δαπέρης, με καλή αγγλική προφορά, στο μπάσο ο Κώστας Δαπέρης, στα ντραμς ο Ρένος Γκόσεβιτς. Οι Loubogg συμμετείχαν ως support στη συναυλία των Rolling Stones στο Αλεξάνδρας χωρίς τον Κιουρτσόγλου (που έβλεπε από την κερκίδα), ενώ μετά από απουσία κάποιων μηνών και αφού το σχήμα απέκτησε για τραγουδιστή τον Βλάσση Μπονάτσο, διαλύθηκε οριστικά το ’69.
ΝΙΚΟΣ ΣΑΡΡΟΣ, “Τα ελληνικά μουσικά συγκροτήματα των sixties. Ένα φωτογραφικό λεύκωμα”.
Η αναθεωρημένη αυτή έκδοση από το Όγδοο, περιέχει και άλλη μια σημαντική καινοτομία.
Σκανάροντας με το κινητό τούς κώδικες QR που βρίσκονται διάσπαρτοι στις σελίδες του βιβλίου, ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να ακούσει χαρακτηριστικά τραγούδια όλων των συγκροτημάτων που είχαν την τύχη να αποτυπώσουν τη δουλειά τους δισκογραφικά.