30 ΧΡΟΝΙΑ JASONE: “ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΚΑΛΟΣ ΟΥΤΕ ΚΑΚΟΣ. ΕΙΜΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΣ”
Ο θρυλικός Έλληνας γκραφίτι writer γιορτάζει 30 χρόνια στη “δουλειά” και καλεί την παλιά φρουρά σε μια έκθεση έργων τέχνης κι ένα ιστορικό γκραφίτι jam στην πλατεία Σκρα στην Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης.
Η πιο βαριά υπογραφή στην ιστορία του ελληνικού γκραφίτι γιορτάζει. Με αφορμή τη συμπλήρωση 30 ετών από την πρώτη μέρα που έγραψε στον τοίχο το ψευδώνυμο που τον έκανε γνωστό εντός και εκτός Ελλάδας, ο Jasone των SGB καλεί παλιούς φίλους και συνοδοιπόρους της ελληνικής σκηνής για να κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα για περισσότερο από τρεις δεκαετίες: style. Με τον παιδικό του ενθουσιασμό και τη γλυκιά θρασύτητα μετά από τόσα χρόνια στην πρώτη γραμμή, ο μεγάλος Jasone αφηγείται στο NEWS24/7 σε πρώτο ενικό τη ζωή του, που είναι συνυφασμένη με το γκραφίτι στην Ελλάδα.
«Γιορτάζουμε μία επανεκκίνηση, να το πω έτσι, όπως το είπα στους υπόλοιπους writers, παλιούς φίλους και συνταξιδιώτες, που θα βάψουμε ξανά δίπα-δίπλα το Σαββατοκύριακο στην Πλατεία Σκρα στην Καλαμαριά, το σημείο μηδέν από όπου ξεκίνησε η ιστορία του ελληνικού γκραφίτι. Τους πήρα όλους προσωπικά τηλέφωνο – τους κάλεσα στα σταθερά τηλέφωνα που είχα στην παλιά ατζέντα και το σήκωσαν οι μανάδες τους. Δεν ήθελα να τους στείλω στο Instagram. Είπαμε, όλα χειροποίητα, ο δύσκολος δρόμος.
Είπα σε όλους μια κουβέντα: “Το κάναμε παιδιά, το κάνουμε για τα παιδιά μας”. Είναι όλοι άνω των 40, οι top of the top και δεν πρόκειται να ξαναβγούν ποτέ. Αυτοί που αξίζουν και έχουν δώσει τα πάντα όλα αυτά τα χρόνια. Καλεσμένοι στη γιορτή είναι οι Αρτέμης, Ευθύμης – bring the TXC back – Raiden, Ino, Insane, Jasone, Liv2, Sake, Dask και άλλοι εκλεκτοί.
Φέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από τη μέρα που έγραψα για πρώτη φορά στον τοίχο τη λέξη Jasone. Δηλαδή, ο γιος του J, γιατί όλα τα προηγούμενα ψευδώνυμά μου ξεκινούσαν από το γράμμα J, αρχής γενομένης από το Jim, που είναι το πραγματικό μου όνομα. Πώς ξεκίνησαν όλα; Είναι καλοκαίρι του ΄87 και η Ελλάδα σηκώνει το ευρωπαϊκό στο μπάσκετ. Όλα τα τσακάλια της ηλικίας μου, όπως όλος ο κόσμος, φεύγουν από το σπίτι για να κατέβουν στον Λευκό Πύργο για πανηγυρισμούς. Τώρα δεν μπορώ να δώσω στον πιτσιρικά να καταλάβει τι σημαίνει εκείνο το πράγμα, αλλά ήταν σαν σεισμός.
Ξεκινάω, λοιπόν, κι εγώ, όμως ένα χέρι με σταματά και λέει, “Δεν πάμε πουθενά”. Μιλάμε για τον κολλητό μου, που υπέγραφε τότε Mash 21, και μου λέει “Δεν θα πάμε στον Λευκό Πύργο”. – Και τι θα κάνουμε, ρε αδερφέ;. – Θα πάμε να γράψουμε παντού το όνομά μας. Η παρέα μας τότε στη γειτονιά υπογράφαμε ως Crazy Boys, ήταν ο πρόδρομος των Skra Ghetto Boys. Εκείνο το βράδυ, λοιπόν, ήταν η πρώτη φορά που έπιασα σπρέι στα χέρια μου, χωρίς φυσικά να γνωρίζω τι εστί γκραφίτι. Νόμιζα τότε ότι είναι μια επιγραφή στον τοίχο, το ονομά σου και γεια σας.
Γούσταρα όλο το concept, αλλά δεν έφαγα αμέσως κεραμίδα, που λέμε. Μέχρι που τρία χρόνια μετά, το 1990, η ΕΡΤ1 μεταδίδει το Style Wars (σημ. Αμερικανικό ντοκιμαντέρ για τη χιπ-χοπ κουλτούρα, σκηνοθεσία Τόνι Σίλβερ, 1983). Ήταν η αρχή του τέλους! Πάω την επόμενη μέρα στην παρέα μου και λέω, “Παιδιά, το θέμα δεν είναι γράφουμε το όνομά μας με ένα χρώμα. Το θέμα είναι να το βγάλουμε με πέντε, έξι, δέκα χρώματα σε έναν τοίχο, που το πρωί θα το κοιτάμε θα το κοιτάμε και θα λέμε “ουάου””. Και από εκεί ξεκίνησε η ιστορία. Μετά το 1990 οι SGB αρχίζουν και βάφουν συστηματικά.
Οι επιρροές εκείνη την εποχή ήταν τα γράμματα στη συσκευασία της σοκοφρέτας και της σοκολάτας ΙΟΝ, με μπλοκ γράμματα και γέμισμα. Ή καμιά φωτογραφία σε περιοδικό με κάποια σκηνή αμερικανικής ταινίας, στην οποία πίσω φαινόταν ένα γκραφίτι.
Αυτά συμβαίνουν στη Θεσσαλονίκη, χωρίς να γνωρίζουμε τι γίνεται στην Αθήνα. Οι βόρειοι και οι νότιοι συναντηθήκαμε για πρώτη φορά τυχαία, το καλοκαίρι του ’93 στην Πάρο. Το Instagram της εποχής ήταν τα μικρά άλμπουμ με φωτογραφίες από τα κομμάτια μας, που κουβαλούσαμε πάντα μαζί. Λέγαμε, “Πάμε στην Πάρο, μη μας ρωτήσει κανένας τουρίστας και δεν έχουμε να του δείξουμε και ξεφτιλιστούμε”. Καθόμαστε στο λιμάνι και βλέπουμε δίπλα κάτι τύπους σαν κι εμάς, με καπέλα και φαρδιά παντελόνια. Εμείς ήμασταν περισσότερο funk, σε στιλ RUN-DMC κι εκείνοι περισσότερο Cypress Hill. – Ποιοι είστε εσείς, ρε παιδιά; – Είμαστε οι TXC, κάνουμε χιπ-χοπ και γκραφίτι.
Το 1995 γίνεται στη Θεσσαλονίκη το γεγονός-σταθμός στην ελληνική χιπ-χοπ ιστορία Το πρώτο γκραφίτι jam στο γήπεδο του Απόλλωνα στην Καλαμαριά. Ανεβαίνουν writers από την Αθήνα και άλλες περιοχές. Αυτό που συμβαίνει είναι τόσο αυθόρμητο και μαζικό, ώστε η αστυνομία και ο δήμος νομίζουν ότι έχουμε πάρει άδεια. Την επομένη οι εφημερίδες γράφουν «Η Καλαμαριά έγινε Νέα Υόρκη». Υπάρχει μια φωτογραφία από το ’95. Ένα περιπολικό σταματά στην οδό Χηλής για να δει τι ακριβώς γίνεται. Μπροστά έχω βγει εγώ για να τους πω κάτι στο στυλ, «Εμείς βάφουμε εδώ, να και η ταυτότητά μου». Πίσω φαίνονται τρεις πιτσιρικάδες, που αγνοούν εντελώς το περιπολικό – ο μεσαίος είναι ο Αρτέμης των TXC.
Τη φρίκη με το χιπ-χοπ την είχα πάθει το 1984, πιτσιρικάς στην Αλεξανδρούπολη, όπου ζούσαμε λόγω της μετάθεσης του αξιωματικού πατέρα μου. Σε ένα πάρτυ μιας συμμαθήτριάς μου – Τάνια, ακόμη θυμάμαι το όνομά της – είχαν έρθει κάτι ξαδέρφια της που θα κατέβαιναν στην Αθήνα για διαγωνισμό breakdance – διαγωνισμό χορού τον έλεγαν. Φορούσαν νάιλον φόρμες και ρώτησα, “Τι είναι αυτοί, ρε Τάνια, αστροναύτες;” – Είναι χορευτές, απαντάει και λέω, όπως συνήθως κάνω με θράσος από μικρός, “Οκ, δεν τους λες να μας κάνουν καμιά φιγούρα”. Και μπαίνει μουσική και πέφτει ο άλλος στο πάτωμα και αρχίζει να γυρίζει με την πλάτη. Ήταν εξωπραγματικό. Δύο κεραμίδες μαζί στο κεφάλι.
Χιπ-χοπ κάναμε κι εμείς, οι πρώτοι στην Ελλάδα, αλλά δεν τα βγάλαμε ποτέ γιατί δεν μας ένοιαζε να ακουστούμε. Υπάρχουν κασέτες που κυκλοφόρησαν από χέρι σε χέρι και σήμερα είναι θησαυρός. To 1989-90 είχε ανέβει στη Θεσσαλονίκη ο Δημήτρης Μεντζέλος και κατά σύμπτωση έμενε σε μία θεία του, στην πλατεία Σκρα. Γνωριστήκαμε φυσικά και σε ένα κομμάτι με τον 12ο Πίθηκο αναφέρεται στον “Μπάιρα από την Καλαμαριά”. Οι SGB κάναμε γκραφίτι, γιατί ήμασταν πρώτα από όλα φίλοι. Είμαστε παιδικοί φίλοι και ως σήμερα δεν χωρίσαμε.
Το 1997 ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη ο Στέλιος ο Φαϊτάκης, ο Bizare, όπως τον γνωρίζει όλος ο κόσμος. Τον είχα γνωρίσει δύο χρόνια νωρίτερα, όταν κατέβηκα στην Αθήνα για να έρθω σε επαφή με το κίνημα των TXC. Περίμενα σε ένα παγκάκι στην Ομόνοια τον Αρτέμη και ήρθε ο Στέλιος. Βγάλαμε επί τόπου τα sketchbook και το ίδιο βράδυ φυσικά πήγαμε για να βάψιμο. Αργότερα ανεβηκε εκείνος Θεσσαλονίκη για τρία χρόνια και ήταν καταστροφή μας.
Nτοκιμαντέρ του NEWS24/7
Ο Bizare πριν τον Φαϊτάκη
Η σχέση μου με την Αστυνομία; Οκ, έχει συμβεί τρεις-τέσσερις φορές να με τραβήξουν μέσα, αλλά να ξέρεις ότι αυτό έγινε γιατί είχαν πιάσει κάποιον άλλον και έμεινα πίσω. Εμένα δεν μ’ έχουν πιάσει ποτέ, εκτός από μία φορά που έγινε ένα “ατύχημα” στην Αθήνα. Ήταν μετά από μία συναυλία των Στίχοιμα, γουστάραμε και βγάζω ένα σπρέι να κάνω μια υπογραφή. Πού να ξέρω ότι ακριβώς πίσω ήταν το αστυνομικό τμήμα της περιοχής, κάτι τροχονόμοι. Με πήραν για να με πάνε σε άλλο τμήμα και πίσω από το περιπολικό ακολουθούσε η μισή συναυλία με τα μηχανάκια.
Τρένα, ναι. Πρώτη φορά μπήκα στο κεντρικό yard της Θεσσαλονίκης το 1993, έχοντας δηλαδή ήδη τρία χρόνια στην πλάτη. Ήμασταν τέσσερα-πέντε άτομα και η κατάσταση ήταν απίστευτη, γιατί δεν ξέραμε τι θα συναντήσουμε. Δεν φοβόμασταν την αστυνομία, αλλά τους παραβατικούς που έμπαιναν το βράδυ στο yard. Κι όσο φοβόμασταν εμείς, άλλο τόσο φοβούνταν κι αυτοί. Να πω, επίσης, ότι πηγαίναμε σίγουρα τα βράδια που είχε μεγάλα events. Για παράδειγμα, στον τελικό Μουντιάλ δεν υπάρχει περίπτωση ο φύλακας στα τρένα να μη βλέπει τηλεόραση. Τέτοιες βραδιές έχουμε κάνει ορισμένες χοντρές ζημιές σε τρένα.
Μετά από δύο-τρεις επισκέψεις στα τρένα, θυμάμαι είχαμε μπει ένα βράδυ χειμώνα με φοβερό κρύο. Κι επειδή τα τρένα ήταν φουλ βαμμένα, απλωθήκαμε, δηλαδή βάφαμε σε απόσταση 150-200 μέτρων. Επομένως ήμουν μόνος κι έτσι για τη φάση είχα φορέσει μία μάσκα – όχι του Jasone από το “Παρασκευή και 13”, αλλά μία του τερματοφύλακα χόκεΪ, μια εξωφρενική, που φορά ο Ρόμπερτ ντε Νίρο στο Heat. Βάφω, λοιπόν, και κάποια στιγμή ακούω πίσω μου βήματα. Γυρίζω και είναι ένα τσακάλι που κρατά τέσσερις γυναικείες τσάντες και με βλέπει έτσι με τη μάσκα. Φοβήθηκα πολύ, φαντάσου εκείνος που με είδε έτσι. Παίζει να τρέχει ακόμη, να ΄χει κάνει τον γύρο του κόσμου.
Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ούτε καλό ούτε κακό, τον θεωρώ ολοκληρωμένο. Δηλαδή, έχω κάνει τα πάντα -styles, characters, throw-ups, bombing. Ό,τι γίνεται με σπρέι, το ‘χω κάνει. Αυτό είναι για μένα το γκραφίτι. Τώρα, αν κάποιοι το λένε νόμιμο ή παράνομο για να συστήνονται ως illegal-άδες, αυτά τα λένε γιατί δεν κάνουν γκραφίτι, αλλά καταστρέφουν. Αν μου πει κάποιος με το καλημέρα, “Κάνω bombing στα τρένα”, Οκ, ρισπέκτ σε κάτι τέτοιο, αλλά το να κάθεσαι να αναλύεις ότι κάνω μόνο παράνομο, σημαίνει ότι κρύβεις τις αδυναμίες σου. Το γκραφίτι είναι ένα και ομοούσιο.
Η γιορτή για τα 30 χρόνια Jasone ξεκινά την Παρασκευή 19/4 με τα εγκαίνια της έκθεσης στον πολυχώρο Svolos στη Θεσσαλονίκη (Αλ. Σβώλου 39). Θα εκτεθούν 30 δικά μου έργα, όσα και τα χρόνια που υπάρχει η υπογραφή Jasone στο γκραφίτι. Είναι έργα που έχουν γίνει στον τοίχο και τα ‘χω φτιάξει με στυλό BIC πάνω σε φθηνό χαρτι – From BIC to BIG. Το κυρίως μενού είναι το Σαββατοκύριακο 20-21 Απριλίου, στην πλατεία Σκρα, το σημείο μηδέν του ελληνικού γκραφίτι, όπως είπαμε. Θέλω να πω ότι η δήμαρχος Καλαμαριάς, η Χρύσα Αράπογλου, στήριξε από την αρχή την προσπάθεια.
Τι είναι για μένα οι SGB; Φιλία. Μη με ρωτήσεις τι σημαίνει φιλία, σημαίνει τα δύο δάχτυλα από το ένα χέρι, τόσοι είναι οι πραγματικοί φίλοι. Απλώς εμείς είμαστε καμιά 40αριά και οι περισσότεροι έχουν και άλλα τόσα παιδιά.
Τι κρατάω από όλα αυτά τα χρόνια; Αυτόν που είναι δίπλα μου και τον περασμένο βήμα βάψαμε δίπλα-δίπλα στην Κωνσταντινούπολη. Είναι ο γιος μου, ο Γιώργος. Ο G-son, ο γιος του G. Τι καλύτερο, ρε φίλε; Αυτά χαίρομαι και γι’ αυτό έστησα τη γιορτή μόνος σε δέκα μέρες με δέκα τηλέφωνα, κάτι που άλλοι θέλουν έναν χρόνο και καμιά 20αριά άτομα.
Αν έχω έτοιμο το σχέδιο για το Σαββατοκύριακο; Αυτό που μπορώ να σου πω είναι ότι θα πηγαίνω από τον έναν στον άλλο, να ψιλοσχεδιάζω για να το ευχαριστηθώ. Θα φροντίσω να τους χαρώ».
Style matters. J.