ANIMAL: ΠΩΣ Η ΣΟΦΙΑ ΕΞΑΡΧΟΥ ΓΥΡΙΣΕ ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Το “Animal”, μια ελληνική ταινία, ανοίγει φέτος το Διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ του Λοκάρνο. Η σκηνοθέτης Σοφία Εξάρχου μιλά στο The Magazine για την ταινία της, και για την εργασία και το περφόρμανς στην εποχή του καπιταλισμού.

Η Σοφία Έξαρχου κατέκτησε τον Χρυσό Αλέξανδρο «Θόδωρος Αγγελόπουλος» – Βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μεγάλου Μήκους του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Η συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο The Magazine του NEWS 24/7 πριν από την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στο φεστιβάλ του Λοκάρνο.

«Θα ήταν πιο εύκολο να έχει καθαρό ανταγωνιστή η ταινία», λέει η Σοφία Εξάρχου, που στη δεύτερη μόλις μεγάλου μήκους ταινία της, συνεχίζει να μην βάζει εύκολα στον εαυτό της.

«Είναι βασικός τρόπος να χτίζεις αφήγηση για να υπάρξει σύγκρουση μετά. Κάποιος πρέπει να είναι ο κακός!». Αλλά; «Αλλά σκέφτηκα εξαρχής πως δεν με ενδιαφέρει ο ανταγωνισμός. Ανταγωνιστής τους είναι το σύστημα», εξηγεί.

«Το πιο εύκολο θα ήταν να βάλω τον διευθυντή που τους τρελαίνει στη δουλειά, που απολύει τον έναν ή κακομεταχειρίζεται τον άλλον. Ή να βάλω τουρίστες ως κακούς. Αλλά δεν θέλω καν να προσωποποιήσω το σύστημα. Το σύστημα ως ιδέα είναι ο ανταγωνιστής».

«Αλλά αυτό είναι δύσκολο».

Στο Animal, τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της Εξάρχου μετά το τολμηρό και σκληρό Park του 2016, πρωταγωνιστές είναι και πάλι μια ομάδα ανθρώπων σε μια Ελλάδα που μοιάζει παρατημένη από το Χρόνο.

Στο Park το σκηνικό έλεγε την ιστορία: μια ομάδα άγριων, ατίθασων νιάτων, τραυματισμένων πρώην αθλητών, αγοριών χωρίς κατεύθυνση, περνούν την καθημερινότητα στα ερείπια των ολυμπιακών ακινήτων, 10 χρόνια μετά τους Αγώνες που έκαναν την Αθήνα το κέντρο του κόσμου.

Τώρα, στο Animal η Εξάρχου εστιάζει σε ένα άλλο κομμάτι μιας σύγχρονης δυστοπίας, ταυτόχρονα εντελώς ελληνικό αλλά με έναν τρόπο και παγκόσμιο– γιατί ναι, ο τουρισμός στην Κρήτη είναι ελληνικός προβληματισμός, αλλά το να δουλεύεις, να συνδιαλέγεσαι, να «περφορμάρεις» εργασία και εργασιακές σχέσεις στον καπιταλισμό, είναι κάτι που δεν αφήνει γωνιά του κόσμου ασυγκίνητη.

Σε ένα πολυτελές λοιπόν ξενοδοχείο στην Κρήτη, μαζεύονται εκεί για την σεζόν μια ομάδα ανιματέρ. Χορευτές, ηθοποιοί, τραγουδιστές, περφόρμερ παντός είδους, με σκοπό να διασκεδάζουν τους θαμώνες για το επόμενο διάστημα. Όσο κρατάει αυτή η αίσθηση του θερινού διακοπο-παραδείσου. Η Εξάρχου πράγματι δεν προσωποποιεί σε κανένα σημείο το σύστημα. Ακόμα κι οι τουρίστες –εκτός από κάποιες συγκεκριμένες φιγούρες με συγκεκριμένους ρόλους στην δραματική ανάπτυξη– είναι πρακτικά κομπάρσοι. Περιστασιακοί θεατές σε ένα μηχανικό σόου, το πιο ασφυκτικό «φαν» που μπορείτε να φανταστείτε.

Τα πάντα εδώ είναι πάνω στην ομάδα, ανθρώπους που έρχονται από όλες τις γωνιές του ορίζοντα, βρίσκονται εκεί για ένα σωρό διαφορετικούς λόγους και θέλουν ο καθένας μια διαφορετική απάντηση στα μεγάλα τους «γιατί». Κεντρική είναι η φιγούρα της Κάλλιας, παιγμένη από την απίστευτη εδώ Δήμητρα Βλαγκοπούλου, που πρωταγωνιστούσε και στο Park. Μια γυναίκα που μοιάζει στην αρχή να τα έχει ξεδιαλύνει όλα, όμως στην πορεία του καλοκαιριού τα πάντα αμφισβητούνται με τρόπο συχνά επίπονο.

Στην αντίπερα όχθη η Εύα της Φλομαρίας Παπαδάκη, μια νέα παρουσία στο ελληνικό σινεμά που εντελώς σιωπηλά μαγνητίζει την οθόνη χωρίς ποτέ να κινείται ή να εκφράζεται με επιτήδευση. Η Εύα είναι μετανάστρια από την Πολωνία και βρίσκεται για πρώτη φορά σε ένα τέτοιο σκηνικό. Για την ίδια, αυτό που ακολουθεί είναι μια ιστορία ενηλικίωσης, με όρους προσωπικούς και κοινωνικούς. Ακολουθώντας κυρίως αυτές τις δύο ηρωίδες και τις διαφορετικές τροχιές τους –και μάλιστα με μια τολμηρά μη-παράλληλη δομή– η ταινία δίνει ανθρώπινο πρόσωπο σε εκείνο μόνο το κομμάτι του κόσμου που έχει σημασία.

Δηλαδή των εργατών και των εργατριών που αναζητούν τα ψήγματα αλήθειας και συμπαράστασης μέσα σε ένα καπιταλιστικό σύστημα που ζητά περφόρμανς– από όλους, προς όλους.

Καθώς το Animal έκανε μόλις παγκόσμια πρεμιέρα στο Λοκάρνο, όπου διαγωνίζεται για τη Χρυσή Λεοπάρδαλη του φεστιβάλ, αφήνουμε τη Σοφία Εξάρχου να μας καθοδηγήσει στο σύμπαν που δημιούργησε.

Margarita Nikitaki

 

ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΤΩΡΑ, ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

«Ήξερα μετά το Park ότι ήθελα να κάνω μια ταινία για την εργασία. Για τα εργασιακά συστήματα και το πώς είναι η εργασία στο τώρα, στο σήμερα, στον καπιταλισμό.

Ύστερα μου ήρθε η ιδέα ότι αυτό μπορώ να το καταλάβω και να το ανακαλύψω περαιτέρω μέσα από την τουριστική βιομηχανία την οποία γνωρίζω, ως ελληνίδα, την έχω δει, πώς έχει εξελιχθεί, πώς έχει αναπτυχθεί.

Το σημείο κλειδί ήταν η απόφαση για τους ανιματέρ. Σκέφτηκα πως δεν θέλω να κάνω κάτι για οποιουσδήποτε υπαλλήλους του ξενοδοχείου, αλλά θέλω ανιματέρ γιατι έχουν μέσα το entertainment. Το οποίο επίσης με ιντρίγκαρε πολύ σαν ιδέα: Τι ρόλο παίζει το entertainment στον καπιταλισμό και πόσο πρέπει τον κόσμο να τον διασκεδάζουμε. Ο καπιταλισμός βάζει τον κόσμο να δουλεύει, αλλά πρέπει να τους διασκεδάζει κιόλας.

Συν ότι έχει μια σχέση με τη δουλειά μου το περφόρμανς, ήταν κάτι με το οποίο μπορούσα να συνδεθώ. Όταν λοιπόν σκέφτηκα πως οι χαρακτήρες θα είναι ανιματέρ σε ξενοδοχείο, κάπως κλείδωσε το σύμπαν της ταινίας, άρχισα να το καταλαβαίνω».

ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ

«Θεωρώ ότι όλοι στον καπιταλισμό κάθε πρωί φοράμε ένα κουστουμάκι και πρέπει να αποδώσουμε με ενέργεια σε οποιαδήποτε εργασία, χαμογελώντας. Απλά στην ταινία αυτή είναι κυριολεκτικό: φοράνε το κουστούμι τους και το χαμόγελο του κλόουν για να ερμηνεύσουν.

Πώς πρέπει να είμαστε σε σχέση με τους άλλους, τι ρόλους παίζουμε, πώς οι ρόλοι της εργασίας μας εμπλέκονται μες στη ζωή μας; Με ενδιέφερε να κάνω μια ταινία για αυτές τις σκέψεις. Απλά διαλέγω ένα περιβάλλον που στην επιφάνειά του έχει κάτι το glossy. Είναι μια πολύ συχνή ερώτηση από ξένους δημοσιογράφους αυτή, γιατί στη συνείδηση των περισσότερων θεατών αυτό είναι ένα περιβάλλον χαρούμενο. Αστραφτερές, φαν, καλοκαιρινές διακοπές, μακριά από τη δουλειά… και μου άρεσε το να δείξω την άλλη μεριά.

Αν έκανα ταινία για παράδειγμα με εργαζόμενους σε εργοστάσιο, το περιβάλλον εκεί από μόνο του είναι ορισμένο με έναν συγκεκριμένο τρόπο, θα είναι άσχημα τα πράγματα. Η ιστορία ξεκινά από εκεί. Εγώ εδώ σου λέω ότι είναι χαρούμενα τα πράγματα, εδώ άνθρωποι χορεύουν, κέφι, ΛεΠα, τσιφτετέλι! Και μετά, τι; Πίσω από τον ΛεΠα τι κρύβεται;»

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΑ ΕΙΝΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΑ ΜΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

«Την Κάλλια την σκέφτηκα ως μια πρωταγωνίστρια που ζει πάρα πολύ καιρό μέσα σε αυτό το σύστημα, οριακά έχει χάσει την απόσταση ανάμεσα στον χαρακτήρα της και τους χαρακτήρες που παίζει. Ενώ η Εύα ήταν το ανάποδο. Η μία το ξέρει όλο, η άλλη δεν ξέρει τίποτα και το ανακαλύπτει. Για την Εύα αυτή είναι μια ιστορία ενηλικίωσης, για την Κάλλια είναι μια πορεία συνειδητοποίησης.

Κι έχω και το μικρό κοριτσάκι, ήθελα να έχω τρεις γυναίκες σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές. Κάπως στο τέλος να νιώθεις ότι μπορεί και να είδα την ιστορία μιας γυναίκας σε τρεις διαφορετικές χρονικές της περιόδους. Οπότε αντί να αφηγηθώ το backstory της Κάλλιας ευθέως, σου δίνω έτσι την πληροφορία για το πώς μπορεί να είναι σε διάφορα σημεία της ζωής της.

Όταν το έγραφα είχα τη Δήμητρα Βλαγκοπούλου στο μυαλό μου. Έκανα και κάτι περίεργες συνδέσεις μέσα μου– ότι ο χαρακτήρας της στο Animal θα μπορούσε να είναι μια μετεξέλιξη της κοπέλας που παίζει στο Park. Επίσης η Δήμητρα έχει τελειώσει κρατική σκηνή χορού. Πρώτα χορού και μετά εθνικό. Οπότε ήξερα ότι είχε χορευτικές ικανότητες.

Αλλά κάναμε οντισιόν, γιατί για μένα ήταν πολύ αγχωτικό το ποια είναι αυτή η κοπέλα. Κάναμε και με αυτήν και με άλλους, και το ήξερε. Απλά ήθελα να είμαι σίγουρη. Ήξερα πως θέλω να τη μεταμορφώσω πολύ. Έχει κάποια στοιχεία ταιριαστά με το χαρακτήρα της και κάποια κόντρα. Ο δυναμισμός ας πούμε που έχει η Κάλλια δεν είναι στοιχείο της Δήμητρας, οπότε ήταν μεγάλο κομμάτι της δουλειάς της να το βγάλει. Ενώ οι ευαίσθητες στιγμές ήταν πιο κοντά στην Δήμητρα. Το Boogie ας πούμε δεν φοβόμουν ότι δε θα το κάνει, παρότι είναι μια πολύ δύσκολη σκηνή.

Την Εύα την φανταζόμουν τελείως αλλιώς, προκειμένου να λειτουργήσει η δυναμική τους, ότι η Κάλλια είναι η μεγάλη κι η Εύα είναι η πιο μικρή. Όχι εύθραυστη– έπρεπε να έχει δυναμική η Εύα. Αλλά για να ταιριάξει με τη Δήμητρα που είναι λεπτοκαμωμένη, φανταζόμουν την Εύα πιο μικρή. Αλλά μετά είδα τη Φλο στην οντισιόν και κατευθείαν ένιωσα πως κατάλαβε βαθιά την Εύα κι ήξερα άμεσα πως θα δουλέψουμε καλά μαζί».

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

«Θα ήταν πιο εύκολο να έχει καθαρό ανταγωνιστή η ταινία. Είναι βασικός τρόπος να χτίζεις αφήγηση για να υπάρξει σύγκρουση μετά. Γιατί κάποιος πρέπει να είναι ο κακός. Να έρθει ας πούμε η καινούρια κοπέλα και να έχουν μεταξύ τους μια σύγκρουση. Αλλά σκέφτηκα εξαρχής πως δεν με ενδιαφέρει ο ανταγωνισμός. Ανταγωνιστής τους είναι το σύστημα. Είχα μπει και σε τριπάκι να βάλω στην ιστορία εργοδότες ή υψηλά ιστάμενους του ξενοδοχείου, αλλά δεν θέλω καν να προσωποποιήσω το σύστημα. Το σύστημα ως ιδέα είναι ο ανταγωνιστής. Αλλά αυτό είναι δύσκολο.

Το πιο εύκολο θα ήταν να βάλεις τον διευθυντή που τους τρελαίνει στη δουλειά, που απολύει τον έναν ή κακομεταχειρίζεται τον άλλον. Ή να βάλω τουρίστες ως κακούς. Ή να βάλω την Εύα ως ανταγωνίστρια. Αλλά δεν με ενδιέφερε αυτό, με ενδιέφερε το σύστημα ως ανταγωνιστής.

Ακόμα και μές στην ομάδα θα μπορούσαν να υπάρχουν συγκρούσεις. Υπάρχουν προβλήματα στη σχέση μεταξύ τους αλλά η ομάδα έχει μια δύναμη μεταξύ της, μια σύμπνοια, μια τρυφερότητα».

ΕΝΑ ENSEMBLE ΑΠΟ ΠΕΡΦΟΡΜΕΡ ΣΕ ΕΝΑ ΑΛΛΗΓΟΡΙΚΟ ΣΟΟΥ

«Είναι δύσκολο το μεγάλο ensemble αλλά μου αρέσει πολύ, γιατί το ensemble μου δίνει τη δυνατότητα να μιλήσω για το θέμα μου μέσα από άπειρα point of view και τη δυναμική που έχει το καθένα.

Ήθελα από την αρχή να φτιάξω μια ομάδα που να έχει μέσα ηθοποιούς και περφόρμερς. Και για να γίνονται τα σόου αλλά και γιατί ήξερα ότι ο συνδυασμός θα βοηθήσει και τους δύο. Οι χορευτές θα βοηθήσουν τους ηθοποιούς στη διαχείριση του σώματος κι οι ηθοποιοί θα βοηθήσουν τους χορευτές με αυτοσχεδιασμούς κλπ. Οπότε ξεκινώντας τις οντισιόν, έψαχνα κόσμο από παντού Κι έχουμε τελικά τρεις ηθοποιούς (Δήμητρα, Φλο, Χρόνης Μπαρμπαριάν, έχουμε τον Kristof που είναι ηθοποιός και μουσικός, κι όλοι οι άλλοι είναι χορευτές και περφόρμερς.

Μου αρέσει πολύ η ιδέα του να κατασκευάζεις ένα φιξιόν σύμπαν ξεκινώντας από μια ρεαλιστική κατάσταση. Δηλαδή παρακολούθησα ανιματέρ, πήγα σε ξενοδοχεία, είδα άπειρα YouTube βίντεο, έχω δει σε κρουαζιερόπλοια, έχω δει στη λατινική Αμερική, έχω ψάξει ντοκιμαντέρ για το τσίρκο– ό,τι μπορώ για να εμπνευστώ. Αλλά με ιντριγκάρει το να φτιάξω κάτι που τελικά να μην πατάει σε αυτό τον ρεαλισμό, να είναι το δικό μου σύμπαν που μου αρέσει.

Το σόου που παρουσιάζουμε δεν υφίσταται, στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο βασικά τα νούμερα. Ήθελα όμως κάτι που υπηρετήσει το θέμα μου και την ψυχολογική διαδρομή των ηρώων μου, κάτι που συνδιαλέγεται με το τι περνάνε οι ήρωες. Νούμερα όπως αυτό με τους νάνους δε θα τα δεις σε ξενοδοχεία. Οπότε άρχισα να δημιουργώ τα δικά μου σόου μέσα από αυτά που είχα δει, αλλά πηγαίνοντας εκεί που θέλω. Το κομμάτι με τους νάνους είναι κάτι που σκέφτηκα πάλι σε σχέση με την εργασία– τι σημαίνει να είμαστε κολλημένοι και να κουνιόμαστε, είναι πολύ συμβολικό».

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΜΑΣ

«Και στις δύο ταινίες μου υπάρχει το σώμα σε πρώτο επίπεδο. Στο Park ήταν το σώμα ενός εφήβου, γεμάτο ενέργεια, ένταση, που δε μπορεί να την εκτονώσει σε αυτό το περιβάλλον. Τα τραύματα– τα περισσότερα παιδιά είχαν αληθινά σημάδια. Κι εδώ έχουμε το σώμα πάλι, γιατί είναι περφόρμερς. Το σώμα το χρησιμοποιούν για να χορέψουν και είναι σε μια διαρκή καταπόνηση από όλες αυτές τις ώρες εργασίας.

Σε δεύτερο επίπεδο, μου αρέσει να αφηγούμαι μέσα από το σώμα. Είναι ένας τρόπος για τον θεατή να τους πλησιάσει. Και κάτι το λίγο ωμό και σκληρό. Πλησιάζοντας το σώμα αναπτύσσεται και το συναίσθημα, μπορείς να αφηγηθείς πράγματα για τον ήρωα. Το σώμα είναι εργαλείο που πρέπει να το αναπτύξω μέσα στην ταινία. Με ενδιαφέρει να το κινηματογραφώ. Αυτό και τα σημάδια, τα τραύματα που κουβαλάμε, που είναι πάνω στο σώμα μας.

Το Beau Travail είναι οπωσδήποτε αναφορά σε αυτό, τα σώματα. Αφηγείται αριστουργηματικά την ιστορία μέσα από τα σώματα».

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

«Η ταινία γυρίστηκε στη Χερσόνησο και τα Μάλια, τη βασική μου έρευνα και το ρεπεράζ τα έκανα μες στον κόβιντ οπότε εκείνο το καλοκαίρι ήταν ψιλο-νεκρό τοπίο. Μετά, όταν γυρίζαμε ήταν τέλος σεζόν, χειμώνα, τα Μάλια τότε είναι μια νεκρή πόλη. Άμα δεις φωτογραφία το ίδιο σημείο το καλοκαίρι δεν καταλαβαίνεις ότι είναι το ίδιο. Μια νεκρή πόλη που αποκτά ζωή για αυτούς τους πέντε μήνες, γεμίζει ξένους, κι οι ντόπιο είναι στο backstage.

Κι αυτοί όλοι έρχονται εδώ για δέκα μέρες, να πιουν, να διασκεδάσουν, να χαρούν. Και να κάνουν κι εκείνοι περφόρμανς με έναν τρόπο. Είναι όλο μια προσπάθεια. Και δεν το λέω με κακία, το λέω με τρυφερότητα. Γιατί στο τέλος όλοι πρέπει να κάνουμε περφόρμανς. Να δουλέψουμε, να διασκεδάσουμε. Μπαίνουμε σε κάτι κουτάκια στα οποία πρέπει να ακολουθήσουμε κάτι, να πιστέψουμε σε κάτι. Να περφορμάρουμε».

Το Animal έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 76o φεστιβάλ του Λοκάρνο και θα προβληθεί στην Ελλάδα τη νέα σεζόν. Το φεστιβάλ διεξάγεται 2 ως 12 Αυγούστου.

*Ευχαριστούμε το φεστιβάλ του Λοκάρνο για τη φιλοξενία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα