Η Αριάν Λαμπέντ στο φεστιβάλ Καννών τον Μάιο του '24. Benoit Pavan/Hans Lucas via AFP

ΑΡΙΑΝ ΛΑΜΠΕΝΤ: “ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΡΟΧΟ ΟΤΙ ΜΠΗΚΑ ΣΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ ΜΕ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ. ΑΥΤΟ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΟΥ”

Η ελληνογαλλίδα καλλιτέχνης μιλάει στο Magazine από το φεστιβάλ Καννών, όπου έκανε παγκόσμια πρεμιέρα η πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία, το δράμα ενηλικίωσης September Says.

Την Αριάν Λαμπέντ την είδαμε πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη 15 χρόνια πριν, τότε που έπαιρνε στις πλάτες της το κλασικό πια Attenberg της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη βοηθώντας το να αναδειχθεί σε θεμέλια λίθο του τότε καινοτόμου ελληνικού σινεμά του 21ου αιώνα – το Greek Weird, ναι.

Η Λαμπέντ τότε είχε κερδίσει το βραβείο γυναικείας ερμηνείας στο φεστιβάλ Βενετίας, σε ένα διαγωνιστικό που μεταξύ άλλων είχε και τη Νάταλι Πόρτμαν του Μαύρου Κύκνου, που λίγους μήνες αργότερα θα κέρδιζε το Όσκαρ.

Το Attenberg παραμένει ακόμα σημείο αναφοράς, τόσο για το ελληνικό σινεμά, όσο και για τις καριέρες της Τσαγγάρη και της Λαμπέντ, και είναι πολύ όμορφο το πόσο θερμά μιλάει ακόμα και σήμερα για αυτό η ίδια. Μιλάει για όσα της έμαθε, για τα πόσα πράγματα της ανοίχτηκε ο δρόμος να μπορέσει να κάνει στην συνέχεια της πλούσιας καριέρας της – όπου συναντάμε από αρκετούς ακόμα φανταστικούς ρόλους σε ταινίες της Τσαγγάρη (The Capsule) και του Λάνθιμου (Άλπεις, Αστακός) μέχρι σειρές (Trigonometry για το BBC) και εν τέλει και δική της σκηνοθετική απόπειρα.

Η οποία έγινε με το μικρού μήκους φιλμ Olla του 2019, για μια γυναίκα (Ρομάνα Λόμπατς) που απαντά σε μια αγγελία σε σάιτ γνωριμιών για ανατολικοευρωπαίες. Ήταν μόνο η αρχή, για μια δημιουργό με έντονες ανθρωποκεντρικές ανησυχίες μέσα από το στιλιζάρισμα του σινεμά της (κάτι που ισχύει, αν το καλοσκεφτούμε, και για τις ερμηνείες της εντός το Greek Weird κύματος), το οποίο συνοδεύεται κι από εντονότατο πολιτικό λόγο.

(Η Λαμπέντ εμφανίστηκε πέρυσι στο φεστιβάλ Βενετίας, όπου προβάλλονταν νέες ταινίες των Γούντι Άλεν, Ρόμαν Πολάνσκι και Λικ Μπεσόν, με το κορμί της να αναγράφει «No More Honors For Abusers», ενώ συχνά υπογράφει ανοιχτές επιστολές πάνω σε πολύ σημαντικά πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα που άπτονται του κινηματογραφικού industry και όχι μόνο.)

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Ariane Labed (@ariane_labed)

Στις Κάννες, τον περασμένο Μάιο, η Λαμπέντ παρουσίασε την πρώτη της μεγάλου μήκους σκηνοθετική δουλειά, το γοτθικών επιρροών, τραγικό παραμύθι ενηλικίωσης September Says, για δυο αδελφές και την πολύ κοντινή τους σχέση, η οποία διαταράσσεται όταν η μία (που δρα περισσότερο ως «προστάτης» της άλλης) αποβάλλεται από το σχολείο.

Η εξερεύνηση αυτής της σχέσης, της εφηβείας, αλλά και του βουβού πόνου που έρχεται με το να μεγαλώνεις και να χάνεις πράγματα που έχεις ανάγκη (ανθρώπους, περιβάλλοντα, καταστάσεις) είναι στο στόχαστρο της Λαμπέντ, που στην ταινία λέει μια εν τέλει απρόβλεπτη –και πολύ σκληρή– ιστορία με έναν τρόπο που ποτέ δεν χάνει το συναισθηματικό της κέντρο.

Ήταν εκεί, στις Κάννες τον περασμένο Μάιο, που συναντήσαμε την Λαμπέντ από κοντά. Σε μια συζήτηση που έπιασε από το ξεκίνημά της με το Attenberg μέχρι τη βία στην ταινία της – αλλά και στον κόσμο γύρω μας.

Η ΑΡΙΑΝ ΛΑΜΠΕΝΤ ΑΠΟ ΤΟ ATTENBERG ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ

Η Αριάν Λαμπέντ στο κόκκινο χαλί του φεστιβάλ Βενετίας το 2010 για το Attenberg, μαζί με την Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη. AP Photo/Joel Ryan

Όντας ηθοποιός η ίδια, ένιωσες πιο άνετα σκηνοθετώντας τις ηθοποιούς σου;

Έχω την αίσθηση ότι βλέπω τους ηθοποιούς ως συνεργάτες, όχι απλά ως ανθρώπους που καλούνται να κάνουν συγκεκριμένα πράγματα. Γιατί αυτός είναι ο τρόπος που μου αρέσει να δουλεύω και ως ηθοποιός. Είχαμε συζητήσεις με καταπληκτικούς, ταλαντούχους, έξυπνους ανθρώπους που ήταν απλά καταπληκτικό να μοιραζόμαστε ιδέες. Έφεραν τόσα πολλά στην ταινία.

Υπάρχουν σκηνοθέτες από το παρελθόν ή από σήμερα που λειτούργησαν ως έμπνευση;

Νομίζω ότι η μεγαλύτερη έμπνευσή μου είναι η Σαντάλ Άκερμαν – δεν είναι απλά έμπνευση δηλαδή. Είναι τόσα πολλά αυτά που μπορείς να πεις. Είμαι πολύ εντυπωσιασμένος από τη δουλειά της. Νομίζω ότι ανακάλυψα την Άκερμαν όταν έκανα την πρώτη μου ταινία, το Attenberg. Με τρέλανε το ότι μπορείς απλά να κάνεις τέτοιες ταινίες για λεπτομέρειες, και που διαθέτουν αυτό το είδος της υποκριτικής επίσης. Οπότε αυτή θα ήταν η κύρια.

Φυσικά είμαι και βαθιά συνδεδεμένη με τη δουλειά της Αθηνάς Τσαγγάρη. Η δουλειά του Γιώργου Λάνθιμου, φυσικά, έχει επηρεάσει τη ζωή μου. Και γυναίκες σκηνοθέτες όπως η Κέλι Ράιχαρντ ή η Αλίτσε Ρορβάχερ, είναι μεγάλη έμπνευση για μένα.

Επειδή ανέφερες το Attenberg, μια καταπληκτική ταινία και μια σπουδαία ερμηνεία, αναρωτιέμαι αν ήταν η σκηνοθεσία στο μυαλό σου από εκείνες τις πρώτες μέρες, και πώς εξελίχθηκε αυτό με την πάροδο των χρόνων, αλλά επίσης και στον τρόπο με τον οποίο επέλεγες ρόλους και ερμηνείες.

Σίγουρα. Το Attenberg μου άνοιξε κατά κάποιο τρόπο την οπτική μου για τον κινηματογράφο γενικότερα, και η συνεργασία με την Αθηνά Τσαγγάρη μου άνοιξε επίσης μπροστά μου την ιδέα ότι στην πραγματικότητα μπορώ να γίνω σκηνοθέτης. Είναι υπέροχο το ότι μπήκα στον κινηματογράφο με μια γυναίκα σκηνοθέτη. Νομίζω ότι αυτό αλλάζει πολύ την προσέγγισή σου.

Ήταν πολύ μεγάλη έμπνευση το να δουλεύω με κάποια σαν κι αυτήν. Όταν βρέθηκα στα γυρίσματα του Attenberg, ήξερα ότι αυτό ήθελα να κάνω κι εγώ. Μου άρεσε να είμαι ηθοποιός, αλλά ήθελα να είμαι και στις δύο θέσεις. Μου πήρε πολύ καιρό να κάνω την πρώτη μου ταινία, αλλά πάντα το είχα στο μυαλό μου.

Ένιωσες πως υπήρχαν εμπόδια σε αυτό το άλμα; Ειδικά προερχόμενη από την υποκριτική, έπρεπε να αποδείξεις την αξία σου;

Ναι. Ίσως κάποια όρια να τα έθεσα και εγώ η ίδια στον εαυτό μου. Αλλά θυμάμαι να λέω σε κάποιον ότι θα κάνω μια ταινία μικρού μήκους. Σε έναν άντρα σκηνοθέτη. Και γέλασε. Νόμιζε ότι ήταν αστείο. Οπότε είναι δύσκολο… [σκέφτεται]. Δεν ξέρω γιατί ήταν τόσο περίεργη ιδέα. Δεν ξέρω… Δεν ξέρω. Δεν ξέρω γιατί γέλασε, έτσι κι αλλιώς. Όταν το είχα μπροστά μου σκεφτόμουν πως ίσως δεν έπρεπε να το κάνω;

Οπότε μου πήρε χρόνο, επειδή παράλληλα ήμουν και ηθοποιός. Και χρειάζεσαι χρόνο για να αναπτύξεις ένα έργο. Σκέφτηκα λοιπόν πως θα πρέπει να βρω τη δύναμη και το κουράγιο να το κάνω. Γιατί χρειάζεται πολύ πείσμα για να το κάνεις αυτό, να πιστεύεις στον εαυτό σου αρκετά ώστε να το κάνεις πραγματικά. Αυτό μου πήρε χρόνο: έκανα την πρώτη μου ταινία όταν ήμουν 26 ετών, τώρα είμαι 40, οπότε ήταν ένα μακρύ ταξίδι.

Αλλά επίσης ήταν σπουδαίο να είμαι ηθοποιός όλα αυτά τα χρόνια, γιατί έτσι έμαθα να δουλεύω. Θέλω να πω, περιέργως έχω μεγαλύτερη εμπειρία σε πλατό από τους περισσότερους σκηνοθέτες, επειδή έχω κάνει περισσότερες ταινίες. Οπότε έχω βρεθεί στο πλατό πιο συχνά. Αυτό είναι ένα πλεονέκτημα. Το πλατό είναι το σπίτι μου. Ξέρω πώς λειτουργεί. Και κάποιοι σκηνοθέτες θα κάνουν μια ταινία ξερωγώ κάθε δέκα χρόνια και φτάνουν στο πλατό και είναι σε φάση [κοροϊδευτικά] «χέι, εγώ είμαι το αφεντικό». Ίσως γι’αυτό να ακούγονται ανόητοι. Μερικοί από αυτούς.

Πάνω σε αυτή τη μετάβαση, είναι δύσκολο το να παίρνεις τον έλεγχο ενός ολόκληρου πρότζεκτ; Ολόκληρης της δημιουργικής διαδικασίας;

Είναι εύκολο! Είναι πολύ πιο εύκολο να το κάνεις αυτό από το να είσαι στην υπηρεσία κάποιου άλλου. Νομίζω ότι είναι υπέροχο να έχεις τον έλεγχο, είναι το καλύτερο. [γέλια]

Και δε νομίζω ότι είναι έλεγχος. Είναι το να συνεργάζεσαι με τόσα διαφορετικά ταλέντα και ανθρώπους. Η ομορφιά του κινηματογράφου είναι ότι είναι ομαδική δουλειά. Δεν θα έκανα *τίποτα* μόνη μου, και αυτό είναι που αγαπώ στον κινηματογράφο. Ότι μπορώ να προσκαλέσω τους ανθρώπους, αν τους αρέσει η ιστορία, να αφηγηθούν την ιστορία μαζί μου.

Αυτό που είναι δύσκολο είναι να έχεις μόνο πέντε εβδομάδες για τα γυρίσματα, για παράδειγμα. Ναι, είναι δύσκολο, αυτό είναι δύσκολο. Αλλά η χαρά του να μαζεύεις ανθρώπους που θεωρείς ταλαντούχους και να δουλεύεις μαζί τους και να δημιουργείς ένα αντικείμενο είναι το πιο εκπληκτικό κομμάτι.

«ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΣΚΕΦΤΩ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑΣ Ή ΕΔΑΦΩΝ. ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΕΥΡΩΠΑΙΑ.»

Η Λαμπέντ στις Κάννες τον Μάιο του '24. Scott A Garfitt/Invision/AP

Τι είδες στο μυθιστόρημα που σε έκανε να βρεις και τη φωνή σου ως σκηνοθέτης;

Είναι πολλά πράγματα, αλλά νομίζω ότι η Ντέιζι Τζόνσον έχει αυτόν τον πολύ ιδιαίτερο τρόπο να περιγράφει και να δημιουργεί μια ατμόσφαιρα που πραγματικά αναμειγνύει κάτι πολύ οικείο και κάτι που θα το έλεγες ρεαλιστικό, με κάτι που λειτουργεί με φυσικότητα. Κάτι που πάντα με ενδιέφερε είναι αυτή η λεπτή γραμμή μεταξύ φυσιολογικού και αφύσικου, κατά κάποιο τρόπο. Μπορούσα να το δω αυτό στο βιβλίο της, και σε αυτούς τους τρεις χαρακτήρες. Τους ερωτεύτηκα, τον τρόπο που απεικόνιζε τη μητέρα, το πώς απεικόνιζε την Τζουλάι και τον κόσμο της, και την πολυπλοκότητα της Σεπτέμπερ. Συνδέθηκα απόλυτα.

Πώς ήταν η διαδικασία της απόδοσης;

Το βλέπω ως διάλογο μεταξύ εμού και του βιβλίου. Φυσικά αυτό ισχύει για κάθε σεναριογράφο που διασκευάζει ένα βιβλίο. Πρέπει να είσαι σκληρή και να μη φοβάσαι να το κόψεις και να το μεταμορφώσεις. Αλλά είχα την ευλογία της Ντέιζι Τζόνσον γι’ αυτό, ήθελα να το γράψω μαζί της. Τη ρώτησα αν θα το έκανε αυτό μαζί μου, και είπε όχι γιατί ήθελε να έχει τη δική μου οπτική για το βιβλίο της, κάτι που νομίζω ότι ήταν ένα δώρο. Το ότι μου το είπε, μου έδωσε την άδεια – εντάξει, τώρα μπορώ να πάρω το νυστέρι και να παίξω.

Το βιβλίο διαδραματίζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, σκέφτηκες ποτέ να το μεταφέρεις αλλού; Ήθελες πάντα να είσαι πιστή στο συγκεκριμένο περιβάλλον;

Ναι. Επίσης το βιβλίο μου προσφέρθηκε από το BBC Film και την Element Pictures. Οπότε ήταν ήδη μια συμπαραγωγή Ηνωμένου Βασιλείου και Ιρλανδίας από την αρχή. Αλλά νομίζω ότι ταιριάζει πολύ με την ατμόσφαιρα. Ζω στην Αθήνα, αλλά ήμουν στο Λονδίνο πριν…

Οπότε προφανώς γνωρίζεις την Βρετανία σε σημαντικό βαθμό. Και είναι μια αρκετά βρετανική ιστορία…

Μου είναι πολύ δύσκολο να σκεφτώ με όρους εθνικότητας ή εδαφών. Ειλικρινά, είμαι πολύ Ευρωπαία. Και προσπαθώ να συμπεριλάβω το Ηνωμένο Βασίλειο όταν το λέω αυτό. [γέλια]

Τώρα, ίσως αυτό να είναι λίγο κλισέ για τους Βρετανούς, αλλά δεν νομίζω ότι η επικοινωνία είναι το καλύτερο εργαλείο που υπάρχει στο Ηνωμένο Βασίλειο; Υπάρχει κάτι υπερβολικά ευγενικό σε αυτήν, και νομίζω ότι είναι πολύ ενδιαφέρον να δουλέψεις γύρω από αυτό το δεδομένο. Όταν ας πούμε έχεις έναν χαρακτήρα που δεν παίζει με τους κανόνες, όπως είναι η Σεπτέμπερ. Είναι πολύ απολαυστικό αλλά γίνεται κάπως ασυνείδητα.

Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση αναπτύσσοντας την ιστορία με τον συγκεκριμένο τρόπο; Υπάρχει μια μεγάλη μετατόπιση στο μέσον της ταινίας. Χτίζεις, και μετά έρχεται το σοκ.

Ήθελα διαισθητικά ίσως να εγκαταστήσω μια δομή που καλωσόριζε τον θεατή να αποδεχτεί τον κόσμο που δημιούργησαν αυτά τα δύο κορίτσια, μέσα στον κόσμο που όλοι γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε και καταλαβαίνουμε. Και υπάρχει μια αλλαγή ούτως ή άλλως κατά τη διάρκεια της ταινίας, επειδή συμβαίνει αυτή η “μαύρη τρύπα”. Αλλάζουμε και το φορμάτ, επειδή το πρώτο μέρος της ταινίας είναι γυρισμένο σε 16mm και το δεύτερο σε 35mm. Έψαχνα να βρω κάτι που που θα απεικονίζει την αλλαγή στην αντίληψη.

Για μένα η ταινία κυρίως έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνεσαι την πραγματικότητα γύρω σου. Ήθελα να παίξω με αυτό. Έτσι είναι το ίδιο και στη δομή της ταινίας. Είναι και πάλι, όπως είπα στην αρχή, αυτή η λεπτή γραμμή ανάμεσα στην κανονικότητα και το μη φυσιολογικό. Οπότε δεν ξέρω πώς να το απαντήσω αυτό ακριβώς – είναι περισσότερο παζλ πραγμάτων που ελπίζω ότι όλα μαζί βγάζουν νόημα. Τουλάχιστον για μένα βγάζει νόημα!

«ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗ ΒΙΑ»

Έφη Γούση

Μπορείς να μιλήσεις για τη βία σε αυτή την ιστορία; Δεν είναι πολλή, αλλά όταν υπάρχει και διακόπτει την ταινία, υπάρχουν κάποιες σοκαριστικές στιγμές. Είναι στιγμές με μεγάλο αντίκτυπο.

Είναι σοκαριστικό πράγμα η βία, αλλά ήθελα να το προσεγγίσω όπως θα μπορούσα να προσεγγίσω… το να τρως, ας πούμε. Δεν ήθελα να το χτίσω. Ή να πάρω τον θεατή από το χέρι και να πω, ξέρεις, κάτι τρομερό θα συμβεί. Για μένα, είναι μέρος της ζωής. Η βία, το σεξ, το φαγητό… το καθάρισμα… όλα είναι ίσα. Οπότε είναι εκεί. Είναι εκεί! Αυτή είναι η προσέγγισή μου στη βία, νομίζω. Δεν υπερβάλλω – προσπαθώ να τη βλέπω με ευθύ τρόπο.

Αισθάνεσαι τη βία σαν μια καθημερινή παρουσία γενικά;

Ναι, νομίζω ότι η βία είναι παντού γύρω μας. Νομίζω ότι είναι δύσκολο να κάνεις μια ταινία χωρίς να προσεγγίσεις τη βία. Είναι μέρος της φύσης μας, οπότε θα ήταν δύσκολο να το αρνηθούμε αυτό. Αλλά παραδόξως, η βία είναι κάτι που είναι πιο αποδεκτό στον κινηματογράφο από το σεξ, για παράδειγμα. Περιέργως, και δεν ξέρω γιατί. Αλλά δεν θεωρώ το σεξ ή τη βία ταμπού. Οπότε νομίζω ότι είναι φυσιολογικό να τα προσεγγίζεις αν σε ενδιαφέρει, και νομίζω ότι κάθε σκηνοθέτης ενδιαφέρεται να ψηλαφίσει την ανθρώπινη φύση.

Έχεις δίκιο, η βία είναι παντού γύρω μας. Έχει διαφορετικές μορφές. Μερικές φορές είναι απλά μια λέξη ή ο τρόπος που λες κάτι σε κάποιον ή ο τρόπος που κοιτάς κάποιον. Αυτό που περνάει η Τζουλάι στο σχολείο είναι πολύ βίαιο. Οπότε, ναι, είναι παντού γύρω μας. Είναι αλήθεια. Είναι μέρος του εαυτού μας. Και ίσως υπάρχει μια επιπλέον τάση τώρα με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Δεν ξέρω.

Ο ήχος είναι επίσης πολύ διεισδυτικός στην ταινία. Και δούλεψες με τον Τζόνι Μπερν, που κέρδισε Όσκαρ για το Zone of Interest.

Ναι, ναι, συνεργάτης του Γκλέιζερ και του Λάνθιμου… έκανα μαζί του και την μικρού μήκους ταινία μου! Είμαι πολύ τυχερή που τον έχω. Χρησιμοποιούμε τον ήχο ως μουσική κατά κάποιο τρόπο προς το τέλος της ταινίας.

Δεν ήθελα να έχω μουσική εκτός από την παρουσία της Μόλι Νίλσον στην παμπ, ή τη μουσική που ακούνε τα κορίτσια και η μητέρα μαζί. Ήθελα να χρησιμοποιήσω τον ηχητικό σχεδιασμό ως μουσική, είναι σαν να ανακυκλώνουμε ήχους. Είναι κυρίως αέρας. Είναι παραμόρφωση του ανέμου, των πουλιών, των φωνών. Βασικά, ο ήχος ήταν για μένα το εργαλείο για την αλλαγή της αντίληψης της πραγματικότητας από την Τζουλάι. Έχει λοιπόν τεράστιο ρόλο στην ταινία: Ο ήχος είναι στην πραγματικότητα μια πόρτα στον ψυχισμό της.

Έχεις κάποια ιδέα για άλλη ταινία τώρα;

Ναι…. Είναι πολύ νωρίς για μένα να πω κάτι, αλλά στην πραγματικότητα είχα κάτι στο μυαλό μου πριν διαβάσω αυτό το βιβλίο. Οπότε νομίζω ότι θα επιστρέψω σε αυτή την ιδέα. Αλλά είναι πολύ νωρίς ακόμα. Αμέσως μετά την τηλεοπτική σειρά που κάνω τώρα, θα αρχίσω να γράφω. Θα πάω σε ένα ελληνικό νησί και θα γράψω, ελπίζω.

Info:

To September Says κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του ’24 στο φεστιβάλ Καννών.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα