“ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ”: ΠΩΣ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΗ “FAMAGUSTA”
Στην εμβληματική φράση που συνοδεύει την τραγωδία της Κύπρου εδώ και 50 χρόνια, δίνει τη φωνή της η Μαρία Φαραντούρη για τη νέα σειρά του MEGA, “Famagusta”. Η ιστορία του συνθήματος και του δημιουργού της.
Το 2024 είναι μία σημαντική χρονιά για την Κύπρο, καθώς συμπληρώνονται 50 ολόκληρα χρόνια από την τουρκική εισβολή, η οποία οδήγησε στη διχοτόμηση του νησιού και στην παράνομη κατοχή του μισού εδάφους της μέχρι και σήμερα.
Κάθε χρόνο, στις 20 Ιουλίου του 1974, οι σειρήνες ηχούν δυνατά και ανατριχιαστικά, υπενθυμίζοντας την μεγάλη πληγή, που παραμένει ανοιχτή. Φέτος, ο πόνος μοιάζει ακόμα πιο έντονος και βαθύτερος: ο μισός αιώνας είναι πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και η ελπίδα για λύση φαίνεται να απομακρύνεται, αφού πέντε δεκαετίες μετά, δεν έχει σημειωθεί καμία ουσιαστική πρόοδος στο Κυπριακό ζήτημα.
Με αφορμή την μαύρη επέτειο, ο γνωστός Κύπριος σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός Αντρέας Γεωργίου, που έχει ένα πλούσιο βιογραφικό στη μυθοπλασία (“Μπρούσκο”, “Τατουάζ”, “8 Λέξεις”, “Γη της Ελιάς”), αποφάσισε να δημιουργήσει μια σειρά αφιερωμένη στην πατρίδα του με τίτλο “Famagusta” (Αμμόχωστος), η οποία κάνει πρεμιέρα την Κυριακή 21 Ιανουαρίου στις 21:00 στο MEGA.
Famagusta: Τι πραγματεύεται η σειρά του MEGA
Την σειρά “Famagusta” υπογράφει η τριάδα των επιτυχιών Αντρέας Γεωργίου, Βάνα Δημητρίου, Κούλλης Νικολάου, ενώ πίσω από την έρευνα των αληθινών ιστοριών των αγνοουμένων είναι ο Δημήτρης Τοκαρής και σύμβουλος δραματουργικής εξέλιξης, ο Κώστας Καπώνης.
Με γυρίσματα στην Κύπρο, την Αθήνα και το Λονδίνο, η σειρά “Famagusta” ξετυλίγει την ιστορία ενός μαχητικού δημοσιογράφου από την Αγγλία που ταξιδεύει στην Κύπρο για τις ανάγκες ενός ντοκιμαντέρ με αφορμή τα 50 χρόνια από την επέτειο της τουρκικής εισβολής. Εκείνο που αγνοεί είναι πως τον ταραγμένο Ιούλιο του 1974, βρέφος ακόμη, αποχωρίστηκε στην Αμμόχωστο την πραγματική του μητέρα και μια οικογένεια, που δεν τον ξέχασε ποτέ.
Ειδικότερα, η σειρά μας μεταφέρει στο καλοκαίρι του 1974 στην Αμμόχωστο. Η επιχείρηση “Αττίλας 2” μπαίνει σε πλήρη εφαρμογή. Η νεαρή Χριστίνα τρέχει πανικόβλητη με το μωρό της στην αγκαλιά για να σωθεί από τους τουρκικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Το ωστικό κύμα μιας βόμβας που σκάει πολύ κοντά της, την ρίχνει στο έδαφος και χάνει τις αισθήσεις της. Όταν συνέρχεται, το μωρό της έχει χαθεί και κανείς δεν γνωρίζει τι έχει απογίνει.
Πενήντα χρόνια έχουν περάσει, μα η πληγή του χαμένου μωρού για το ζεύγος Χριστίνας και Ανδρέα Σέκερη δεν έχει κλείσει. Παρότι έχουν δημιουργήσει μια αγαπημένη οικογένεια με τρία παιδιά, πάντα υπάρχει η σκιά του πρωτότοκου γιου.
Ο 50χρονος Μάικλ, μεγαλωμένος στο Λονδίνο από Ελληνοκύπριους γονείς, επιστρέφει στο νησί για να καταγράψει τις συγκλονιστικές μαρτυρίες Κυπρίων που έζησαν την τουρκική εισβολή, σε ένα ντοκιμαντέρ. Η έρευνά του θα τον φέρει αντιμέτωπο με τη μαρτυρία της Χριστίνας Σέκερη και η αλήθεια θα βγει στο φως.
Καλά κρυμμένα μυστικά που ακολουθούν μια οικογένεια που συνδέεται τόσο βαθιά με τα μαρτυρικά γεγονότα της Κύπρου, αποκαλύπτονται σε 24 επεισόδια. Σε μια σειρά γεμάτη μνήμες, μικρές και μεγάλες τραγωδίες, σχέσεις που δοκιμάζονται, ανθρώπους που συντρίβονται και ανθρώπους που επιβιώνουν.
Το εμβληματικό σύνθημα “Δεν Ξεχνώ” έγινε τραγούδι
Στο τραγούδι των τίτλων, το οποίο φέρει τον τίτλο “Δεν Ξεχνώ”, εμπνευσμένο από το σύνθημα που συνοδεύει εδώ και 50 χρόνια την Κύπρο – από την τουρκική εισβολή κι έπειτα -, συναντάμε την σπουδαία ερμηνεύτρια Μαρία Φαραντούρη, η οποία αποδέχτηκε για πρώτη φορά να δώσει τη φωνή της στην πρωτότυπη μουσική μιας ελληνικής τηλεοπτικής σειράς.
Συνθέτης είναι ο Χρίστος Στυλιανού, ο οποίος κατάγεται από το νησί. Γεννημένος την τραγική χρονιά που συνέβησαν τα γεγονότα, έμαθε και συναισθάνθηκε από μαρτυρικές αφηγήσεις αληθινών δραματικών ιστοριών του κοντινού συγγενικού και φιλικού του περιβάλλοντος την τραγωδία της Κύπρου, βιώνοντας το τραύμα της τουρκικής κατοχής. Αποτίοντας φόρο τιμής στην πληγωμένη του πατρίδα, μετέφρασε μουσικά τον συλλογικό πόνο των συμπατριωτών του, πηγαίνοντας πίσω στον χρόνο και αντλώντας την έμπνευσή του από την πλούσια πηγή του δημοτικού τραγουδιού του νησιού. Για τον λόγο αυτό, όχι μόνο η μελωδική γραμμή , αλλά και η ενορχήστρωση (λαούτο, βιολί, πιθκιαύλιν) αναφέρονται κυρίως στην ίδια παράδοση.
Την ίδια στιγμή, η Ελένη Ζιώγα, που έγραψε τους στίχους, πάνω στην συγκινητική αυτή και δωρική μελωδία, είχε ζήσει ως έφηβος, από την Ελλάδα, όλα τα τραγικά γεγονότα που προηγήθηκαν της τουρκικής απόβασης, η οποία συνέβη μετά το πραξικόπημα που ενορχήστρωσε στην Κύπρο η Χούντα των Συνταγματαρχών. Η απόβαση είχε σαν αποτέλεσμα και την κήρυξη γενικής επιστράτευσης στην Ελλάδα, που βρέθηκε τότε ένα βήμα πριν την πολεμική σύρραξη με την Τουρκία. Οι μνήμες της δημιουργού από τη θλίψη που κατέλαβε τον ελληνισμό για την τραγωδία του νησιού τότε είναι ζωντανές και αυτές ανέσυρε για να γράψει το ποίημα που, υπό μορφή στίχου, δίνει το θέμα στο τραγούδι.
Οι δημιουργοί έκαναν την πρόταση στην σπουδαία ερμηνεύτρια, που αποτελεί ένα τεράστιο εθνικό και πολιτισμικό κεφάλαιο. Η ίδια ανταποκρίθηκε θετικά και με ενθουσιασμό, τόσο γιατί ένιωσε να ταυτίζεται με το τραγούδι, όσο και επειδή το δράμα της Κύπρου πάντα την ευαισθητοποιεί και την συγκινεί και θα ήθελε με τον τρόπο της να συμμετάσχει στην συντήρηση της μνήμης των τραγικών γεγονότων που κατέληξαν στην κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού, αλλά και στην αναπτέρωση της ελπίδας για την θετική λύση του Κυπριακού ζητήματος.
Η ίδια έχει δηλώσει για το τραγούδι σε πρόσφατη συνέντευξή της στην εκπομπή “Πάμε Δανάη”: “Είναι ένα τραγούδι που εκφράζει αυτόν τον πόνο με μια τρυφερότητα και με μια ελπίδα και μια παραίνεση να μην ξεχάσουμε. Εγώ σε σχέση με την Κύπρο αισθάνομαι δεμένη και για προσωπικούς λόγους. Το πρώτο μου τραγούδι που μου έδωσε ο Μίκης, το “Ματωμένο φεγγάρι”, σε στίχους του Νίκου Γκάτσου, είναι από το “Νησί της Αφροδίτης” (την ταινία) που αναφέρεται στην Κύπρο”.
Η ίδια αποκάλυψε πως σε κυπριακά χώματα είδε για τελευταία φορά ζωντανό και τον πατέρα της: “Τα χρόνια της Χούντας ήμουν στο εξωτερικό, δεν μου επέτρεπαν να έρθω να δω τους γονείς μου και συναντηθήκαμε στην Κύπρο, στον Δαυλό που τώρα ανήκει στα Κατεχόμενα. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ, εκεί ήρθε ο πατερούλης μου, η μανούλα μου, τους είδα. Για τελευταία φορά τον είδα τον πατέρα μου και αυτό δεν το ξεχνάω ποτέ”.
Πυρήνας της έμπνευσης του τραγουδιού είναι η φράση “Δεν Ξεχνώ”, ένα σύνθημα-σύμβολο που συνοδεύει την Κύπρο εδώ και 50 χρόνια. Η στιχουργός επιστρατεύει στο ποίημα αυτό, που ακολουθεί επίσης τις γραμμές και τη φόρμα του δημοτικού τραγουδιού, μια ισχυρή μεταφορά: η σφαγιασμένη, κομμένη στα δύο Κύπρος, σαν μάνα που το παιδί της αγνοείται στον πόλεμο, στοιχειωμένη από το πένθος και την ακατάσχετη νοσταλγία, αναζητά την επανένωση με το άλλο της μισό.
Πώς γεννήθηκε το σύνθημα-σύμβολο “Δεν Ξεχνώ”
Το σύνθημα “Δεν Ξεχνώ” δημιουργήθηκε στην απαρχή της τουρκικής εισβολής και, συγκεκριμένα, το πρωί της 14ης Αυγούστου του 1974, ημέρα της δεύτερης φάσης της τουρκικής εισβολής με το σχέδιο “Αττίλας 2” στην Κύπρο, και έμελλε να γίνει κάτι παραπάνω από μια φράση. Το “Δεν Ξεχνώ” έκτοτε πέρασε στο συλλογικό ασυνείδητο των Κυπρίων, αλλά και του ελληνισμού γενικότερα, ενώ έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για τους πρόσφυγες του νησιού – και όχι μόνο: όσοι καταγόμαστε από το νησί, ξέρουμε πολύ καλά πώς έγραψε μέσα μας η φράση αυτή.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως η πρώτη φάση της τουρκικής εισβολής έγινε στις 20 Ιουλίου του 1974, ενώ στις 14 Αυγούστου οι τουρκικές δυνάμεις, παρά την εκεχειρία που είχε συμφωνηθεί, διεύρυναν τα επεκτατικά τους σχέδια, παραβιάζοντας επανειλημμένα κάθε κανόνα διεθνούς νομιμότητας. Χαράματα της 14ης Αυγούστου, οι Τούρκοι βομβάρδισαν την Αμμόχωστο. Οι κάτοικοι την εγκατέλειψαν, ακούγοντας τους βομβαρδισμούς, και η πόλη καταλήφθηκε. Μέχρι το απόγευμα της 16ης Αυγούστου, οι Τούρκοι είχαν καταλάβει το 37% του κυπριακού εδάφους.
Δημιουργός του “Δεν Ξεχνώ” είναι ο συγγραφέας, αρθρογράφος και διαφημιστής Νίκος Δήμου, ο οποίος όταν το άκουσε από το ραδιόφωνο, οραματίστηκε την Κύπρο μαχαιρωμένη και την “γραμμή του Αττίλα” (Πράσινη Γραμμή), σαν μία ροή πηγμένου αίματος που σιγόσταζε. Τυπώθηκε σε χιλιάδες αυτοκόλλητα, στάλθηκαν αντίτυπα στις εφημερίδες, μεταφράσθηκε το σύνθημα σε πολλές γλώσσες και στάλθηκε σε πολλά μέρη του κόσμου όπου υπήρχαν Έλληνες (Ελλαδίτες και Κύπριοι) φοιτητές.
Το πρωτότυπο σήμα-σύμβολο είχε την παραπάνω όψη, ενώ στο πέρασμα των χρόνων η εν λόγω εικόνα έλαβε διάφορες παραλλαγές.
Ο ίδιος ο Νίκος Δήμου αναφέρει στην προσωπική ιστοσελίδα του ndimou.gr:
“Το σήμα σύμβολο “Δεν ξεχνώ” δημιουργήθηκε το πρωί της 14ης Αυγούστου 1974 την ημέρα που ο δεύτερος Αττίλας έκοψε την Κύπρο στα δύο. Ακούγοντας τα νέα στο ραδιόφωνο, οραματίστηκα την Κύπρο μαχαιρωμένη και την γραμμή του Αττίλα σαν μία ροή πηγμένου αίματος που σιγόσταζε. Όταν έφτασα στο γραφείο μου (τότε είχα την διαφημιστική εταιρία) κάλεσα τον διευθυντή του σχεδιαστηρίου, τον Διονύση Γεωργιόπουλο, του έδωσα ένα χάρτη της Κύπρου, την ιδέα και το κείμενο. Τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία.
Τυπώσαμε χιλιάδες αυτοκόλλητα, τα στείλαμε στις εφημερίδες και κατακλυσθήκαμε από αιτήσεις. Τυπώσαμε όσα μπορούσαμε, κάναμε αντίγραφα της μακέτας και τα δίναμε σε όποιον ήθελε να τυπώσει για λογαριασμό του, μεταφράσαμε το σύνθημα σε πολλές γλώσσες (μας το ζητούσαν, μαζί με μακέτες, Έλληνες φοιτητές από όλο τον κόσμο). Πήραμε εκατοντάδες γράμματα – το σημαντικότερο από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο.
Τώρα το σήμα-σύμβολο έχει γίνει κοινό κτήμα – ελάχιστοι άνθρωποι γνωρίζουν την προέλευσή του. Αλλά για μένα είναι κάτι πολύ προσωπικό: ένας φόρος τιμής και αγάπης στα μέρη εκείνα της Κύπρου – Κυρήνεια, Μπελλαπάις, Σαλαμίνα, Αμμόχωστο – που είχα επισκεφθεί και αγαπήσει τρία χρόνια πριν την εισβολή”.
Ολόκληρο το ποίημα-τραγούδι της σειράς “Famagusta”
Δεν Ξεχνώ
(Ο Αγνοούμενος)
Κι όταν ξυπνώ, θυμάμαι
Κι όταν στον ύπνο κρυφτώ, αχ, θυμάμαι
Κι όταν διψώ, θυμάμαι
Κι όταν χορταίνω νερό, αχ, θυμάμαι
Κι αν σε πήραν, είσ’ εδώ
Σ’ έχουν αυτοί, μα σ’ έχω εγώ
Κι αν, μισή, ακόμα ζω
Είναι που δεν ξεχνώ
Κι αν μου πήραν την ψυχή
Δεν μου ‘χουν πάρει το κλειδί
Το ‘κανα χρυσό
Για να στο χαρίσω όταν σε βρω
Κι όλα πια δικά σου θα ΄ναι
Δεν ξεχνώ. Σε θυμάμαι.
Κι όταν γελώ, λυπάμαι
Κι όταν για ελπίδα μιλώ, αχ, φοβάμαι
Χρόνια, καρφιά, περνάνε
Κι όσο περνάν, πιο βαθιά, αχ, τρυπάνε.