ΕΙΔΑΜΕ ΤΟ MEMORANDUM – ΕΝΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΞΕΣΚΕΠΑΖΕΙ ΜΕ ΧΙΟΥΜΟΡ ΤΗ ΣΑΘΡΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Είδαμε το “Memorandum” του Βάτσλαβ Χάβελ που σκηνοθετεί η Αικατερίνη Παπαγεωργίου στο θέατρο Μπέλλος και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.
Το “Memorandum” του Βάτσλαβ Χάβελ, γραμμένο το 1965, είναι ένα έργο που συνδυάζει την αλληγορία με την κοινωνική κριτική και την προσωπική αναζήτηση για ελευθερία και ουσιαστική επικοινωνία.
Διαδραματίζεται σε έναν καφκικό δημόσιο οργανισμό, όπου οι εργαζόμενοι βιώνουν την αδηφαγία, την αισχροκέρδεια και την αδιαφορία ως κυρίαρχες αξίες. Όταν μια νέα, τεχνοκρατική γλώσσα απαλλαγμένη από κάθε είδους συναισθηματισμό επιβάλλεται προκειμένου να απλοποιήσει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, ένας νέος φαύλος κύκλος ανοίγει και όλα καταλήγουν εκ νέου σε αδιέξοδο. Μέσα από την κωμική και αλληγορική του διάσταση, το έργο θέτει καίρια ερωτήματα για τη σχέση του ανθρώπου με το κράτος, τη δημόσια διοίκηση και τις καθεστωτικές αρχές, παραμένοντας εξαιρετικά επίκαιρο.
Η Αικατερίνη Παπαγεωργίου μετά το εξαιρετικό «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» του Ρουμάνου συγγραφέα Ματέι Βίζνιεκ, επιβεβαιώνει τη συνειδητή στροφή της ομάδας Young Quill προς το πολιτικό και υπαρξιακό θέατρο και την ανάγκη της να σχολιάσει την ανθρώπινη εμπειρία μέσα από το πρίσμα της κοινωνικής κριτικής.
Ο Χάβελ που επέλεξε δεν είναι κάποιος τυχαίος συγγραφέας. Γεννημένος το 1936 στην Πράγα, ήταν θεατρικός συγγραφέας και πολιτικός. Αντιστάθηκε στο κομμουνιστικό καθεστώς της Τσεχοσλοβακίας, με αποτέλεσμα να περάσει σχεδόν πέντε χρόνια στις φυλακές κατηγορούμενος για την προσπάθεια ανατροπής του καθεστώτος. Τα έργα του παρέμεναν απαγορευμένα για μεγάλο διάστημα. Με την αποχώρηση των Σοβιετικών από τη χώρα, ανέλαβε την προεδρία της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και αργότερα την Προεδρία της Τσεχικής Δημοκρατίας. Υποστήριζε την αρχή της «μη βίας» και το πρώτο του μήνυμα προς τον λαό ήταν ότι «η αλήθεια και η αγάπη θα νικούν πάντα το ψέμα και το μίσος».
Το Memorandum εκφράζει με απόλυτη σαφήνεια την ανάγκη για πραγματική ανθρώπινη επικοινωνία και καταγγέλει τα παράλογα και αντιφατικά συστήματα που οι άνθρωποι δημιουργούν για να εξυπηρετούν τις ανάγκες τους και τελικά καταλήγουν να γίνονται θύματα αυτών των συστημάτων.
Η σκηνοθετική ματιά
Η σκηνοθετική προσέγγιση της Αικατερίνης Παπαγεωργίου αναδεικνύει με εξαιρετικό τρόπο την επίκαιρη διάσταση του έργου του Χάβελ. Παρά το γεγονός πως το έργο ότι γράφτηκε ως σχόλιο σε μια καθεστωτική κατάσταση, η αλληγορία του παραμένει διαχρονική, καθώς η γραφειοκρατία και -κυρίως- η παραμόρφωση της ανθρώπινης επικοινωνίας συνεχίζουν να απασχολούν τη σύγχρονη κοινωνία.
Οι χαρακτήρες του έργου φορούν σύγχρονα κοστούμια με φωσφοριζέ λεπτομέρειες (έξοχη η δουλειά της Ειρήνη Γεωργακίλα σε αυτά) και δουλεύουν σε έναν χώρο που μοιάζει με πολυεθνική εταιρεία. Αρμονικά κουρδισμένοι, ζουν σε έναν κόσμο όπου η έννοια της ιδεολογίας και της πίστης έχει καταρρεύσει. Δεν υπάρχει κοινή σύνδεση μεταξύ τους, ο καθένας προσπαθεί να επιβιώσει με τον δικό του τρόπο σε ένα σαθρό και αποδιοργανωμένο σύστημα, είτε το κατανοεί είτε όχι. Άλλοι συνειδητά και άλλοι ασυνείδητα επιλέγουν να φορέσουν ένα προσωπείο, κατανοώντας ότι αυτή η συμπεριφορά είναι το μόνο μέσο επιβίωσης. Και φυσικά, υπάρχει πάντα το εξιλαστήριο θύμα, το οποίο δεν φταίει σε τίποτα, αλλά τελικά πληρώνει το τίμημα.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του έργου είναι η επέλαση μιας νέας γλώσσας, της φεδεμικής, που δημιουργήθηκε για να εξασφαλίσει την απόλυτη ακρίβεια στη γραφειοκρατική επικοινωνία με στόχο τα γραπτά να αποδίδουν ακριβώς αυτό που εννοείται, χωρίς καμία δυνατότητα για ερμηνείες ή παρερμηνείες. Είναι όμως κάτι τέτοιο εφικτό; Μπορεί μία γλώσσα να αποφορτιστεί από συναισθήματα;
Η οξύνοια της σκηνοθεσίας της Αικατερίνης Παπαγεωργίου είναι εμφανής στη προσπάθειά της να φέρει το έργο στο σήμερα ως μία ανατριχιαστική υπενθύμιση για την αναγκαιότητα της ελευθερίας, της επικοινωνίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Οι ήρωες και οι ερμηνείες
Ο Θανάσης Βλαβιανός, ως γενικός διευθυντής του οργανισμού ονόματι Γκρόσκας, αποτελεί έναν από τους πιο ενδιαφέροντες χαρακτήρες του έργου. Όταν πληροφορείται την επιβολή της νέας, γλώσσας, προσπαθεί να κατανοήσει τι συμβαίνει και να προσαρμοστεί στον παραλογισμό του νέου συστήματος. Η ερμηνεία του εκπλήσσει ευχάριστα, καθώς καταφέρνει να διατηρήσει τις εύθραυστες ισορροπίες του ρόλου του και αλλάζει στρατόπεδα με περίσσια υποκριτική άνεση.
Η ανάγκη του για επιβίωση είναι ξεκάθαρη: θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να παραμείνει στην εξουσία. Είναι έτοιμος να μάθει τη νέα γλώσσα, να συνεργαστεί με ανθρώπους που κανονικά θα απέφευγε και να ακολουθήσει τις εντολές του συστήματος, ακόμα κι αν αυτό απαιτεί να θυσιάσει κάθε ηθική του αξία. Η φιγούρα του παραπέμπει σε πάτερ φαμίλια, διευθυντή, κυβερνήτη, ακόμα και πρωθυπουργό, έτοιμο να «πατήσει επί πτωμάτων» και να αλλάξει ακόμη και το «δέρμα» του για να παραμείνει στην κορυφή. Το χιούμορ που συχνά ενσωματώνει η ερμηνεία του προσφέρει μια γελοιογραφική, αλλά και τρομακτική διάσταση στον χαρακτήρα του.
Ο Αλέξανδρος Βάρθης ως Στρολίδης μάς χαρίζει μία απολαυστική καρικατούρα υπαλλήλου – αλλά και ανθρώπου ρομπότ. Εγκλωβισμένος σε μία επίπλαστη ευγένεια και με ένα “φορετό” χαμόγελο προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του χωρίς να δημιουργήσει κανένα απολύτως πρόβλημα, έστω και αν αυτό σημαίνει την απόλυτη απανθρωποποίησή του. Οι εκφράσεις και οι αυτοσχεδιασμοί του προκαλούν αυθόρμητα το γέλιο μας και ταυτόχρονα έρχονται σε απευθείας επικοινωνία με το σήμερα, καθώς καθρεφτίζει έναν χαρακτήρας που περνάει απαρατήρητος στο “βάθος” του γραφειοκρατικού μηχανισμού.
Ο Τάσος Λέκκας στον ρόλο του υποδιευθυντή Μπάλα και ο Φάνης Μιλεούνης ως βοηθός του Κολώνας φέρνουν στο μυαλό μας μπεκετικό δίδυμο που άγεται και φέρεται εκεί που “φυσάει” ο άνεμος. Μόνο που αυτό το κάνουν απόλυτα συνειδητα, γιατί έχουν καταλάβει πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν. Υπέροχοι και οι δύο αντικατοπτρίζουν χαρακτήρες και δυναμικές του σήμερα.
Ο Μπάλας που υποδύεται ο Τάσος Λέκκας είναι το πρότυπο του ανθρώπου που προσπαθεί να επιβιώσει μέσα από την πλήρη αφομοίωση της νέας γραφειοκρατικής γλώσσας και της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας. Είναι έτοιμος να προσαρμοστεί και να χρησιμοποιήσει το σύστημα, αλλά δεν είναι πάντα συνειδητοποιημένος για τις συνέπειες της συμμετοχής του.
Αντίστοιχα, ο Κολώνας του Φάνη Μιλεούνη συμβολίζει την υπακοή στον καθιερωμένο καθεστώς και τη συνεχιζόμενη αδράνεια που διαπερνά τη γραφειοκρατική κουλτούρα. Δεν είναι ο μόνος, αλλά είναι από τους πιο χαρακτηριστικούς τύπους ανθρώπων, καθώς ακολουθεί τις νόρμες και τις διαδικασίες χωρίς να αμφισβητεί την ουσία τους, καταλήγοντας να γίνεται μέρος του συστήματος χωρίς να το συνειδητοποιεί πλήρως.
Εξαιρετική στον διπλό ρόλο της Μαρίας και της “υπαλλήλου” η Αλεξάνδρα Μαρτίνη. Ως Μαρία αντιπροσωπεύει την αναπομείνασα ανθρώπινη φωνή σε έναν κόσμο που καταστρέφει κάθε ίχνος αληθινής επικοινωνίας και συναισθηματικής σύνδεσης, ενώ ως “υπάλληλος” του συστήματος αγοράζει με μανία κρουασανάκια και παντός είδους λιχουδιές αντικατοπτρίζοντας μια περσόνα που υπηρετεί ένα σύστημα που προσφέρει μόνο την προσωρινή απόλαυση των μικρών πραγμάτων, αδιαφορώντας για την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα γύρω της.
Ο Ορέστης Χαλκιάς με μία “επίμονη” ερμηνεία υψηλής ενεργητικότητας υποδύεται τον αυτάρεσκο Σαββάδα, το πρόσωπο της γραφειοκρατίας που εξυπηρετεί την επικράτηση του συστήματος χωρίς καμία αμφισβήτηση ή αντίσταση. Ζει και αναπνέει μέσα από την αδιαφορία και την ανυπαρξία προσωπικών σχέσεων και ουσιαστικά είναι ένας ήρωας- νάρκισσος που αποτυγχάνει να βρει οποιαδήποτε αληθινή ανθρώπινη σύνδεση ή να κατανοήσει την ουσία της πραγματικής ελευθερίας και επικοινωνίας.
Η ερμηνεία της Ελίζας Σκολίδη στον ρόλο της Ελένης – μίας ηρωίδας που ενσαρκώνει τη διάσταση της προσωπικής υποταγής σε ένα σύστημα που αποφεύγει την ατομική σκέψη και την προσωπική δράση- είναι εμποτισμένη με ένα υπερκινητικό και μονοδιάστατο “γελοίο” στοιχείο, γεγονός που -σε στιγμές- διαταράσσει τον ρυθμό της παράστασης και αφαιμάζει τον χαρακτήρα που από την υφέρπουσα τραγικότητά του.
Τελικά αξίζει να δει κάποιος το Memorandum;
Σε μία εποχή που -δυστυχώς- το πολιτικό πρόσημο σπανίζει ως επιλογή στις θεατρικές παραστάσες, το έργο αυτό του Χάβελ “ευτυχεί” στα χέρια της Αικατερίνης Παπαγεωργίου και της ομάδας The Young Quill. Το Memorandum αγγίζει επίκαιρα ζητήματα, ταρακουνά και αποτελεί τροφή για σκέψη καθώς “λάμπει” σαν μια ωμή σάτιρα της ανθρώπινης ματαιοδοξίας και του παραλογισμού που επικρατεί σε μια κοινωνία που εξαρτάται από τις τεχνητές δομές εξουσίας. Μην το χάσετε.