AP Photo/Chris Martinez

ΦΡΑΝΣΙΣ ΦΟΡΝΤ ΚΟΠΟΛΑ ΣΤΟ NEWS 24/7: “ΤΟ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ ΜΕ ΕΦΤΙΑΞΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΜΕ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ”

Με το Megalopolis του Φράνσις Φορντ Κόπολα να φτάνει στις ελληνικές αίθουσες, το NEWS 24/7 συνομίλησε με τον θρυλικό σκηνοθέτη για το ξεκίνημα της καριέρας του, για το πώς έφτιαξε το έργο ζωής του, και για το πώς αποκτά κανείς έλεγχο του ίδιου του χρόνου.

«Όταν πήγα στο Χόλιγουντ, ήμουν πολύ φτωχός. Δεν είχα αρκετά χρήματα. Δεν είχα αυτοκίνητο και δεν είχα κοπέλα», λέει ο Φράνσις Φορντ Κόπολα πριν αρχίσει να γελάει. «Δεν μπορούσα! Χρειαζόμουν αυτοκίνητο για να έχω κοπέλα εκείνη την εποχή, κι αυτό δεν το είχα».

«Είχα χρήματα ίσα-ίσα για να να μπορώ να τρώω ένα πολύ μέτριο πρωινό. Και για βραδινό έτρωγα πάντα μακαρόνια με τυρί, που κόστιζαν 25 σεντς. Πάχυνα πάρα πολύ!», θυμάται ο θρυλικός σκηνοθέτης καθώς συνεχίζει μαζί μας αυτό το ταξίδι στις διαδρομές του παρελθόντος του.

«Η νοοτροπία μου λοιπόν ήταν ότι ήθελα να γίνω σκηνοθέτης, οπότε για να το καταφέρω αυτό ήθελα να γίνω μέρος του κατεστημένου του Χόλιγουντ. Τελικά με καλή τύχη και κερδίζοντας ένα βραβείο που κέρδισα, έγινα όντως μέρος του χολιγουντιανού κατεστημένου», ομολογεί.

«Οπότε αισθάνομαι πως το Χόλιγουντ με δημιούργησε, υπό μία έννοια. Αλλά αργότερα, όταν πήγα ενάντια σε πολλές από τις επιταγές του Χόλιγουντ, νιώθω πως τότε ήθελαν πια να καταστρέψουν αυτό που δημιούργησαν».

Αυτό, λέει, νιώθει πως συμβαίνει και σήμερα: «Γιατί κάποιος να ποντάρει σε αποτυχία ενός έργου που ένας σκηνοθέτης έφτιαξε με όλη του την καρδιά και με όλα του τα χρήματα; Γιατί να πεις “αυτό θα είναι μια αποτυχία”; Γιατί δεν εύχεσαι να πετύχει;», λέει αναφερόμενος στην τεράστια δυσκολία που αντιμετώπισε προσπαθώντας επί δεκαετίες να φέρει στη μεγάλη οθόνη το Megalopolis, αυτό που για τον ίδιο ξεκάθαρα είναι το έργο της ζωής του.

ΦΡΑΝΣΙΣ ΦΟΡΝΤ ΚΟΠΟΛΑ: ΜΙΑ ΘΡΥΛΙΚΗ ΚΑΡΙΕΡΑ, ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΝΟ ΩΣ ΤΟ MEGALOPOLIS

Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα κι ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο στα γυρίσματα του Νονού ΙΙ. Photo 12/AFP

Ήταν πίσω στα ‘60s, τότε που κατά τη διάρκεια της δεκαετίας ο Κόπολα εξελίχθηκε από ακαδημαϊκό φοιτητή, σε πειραματιστή στα χέρια του Ρότζερ Κόρμαν (όταν σκηνοθέτησε την καλτ ταινία τρόμου Dementia 13 μέσα σε 9 μέρες με ένα μπάτζετ 40.000 δολαρίων), και τελικά σε μια αντι-συστημική φωνή μέσα στο ίδιο το χολιγουντιανό σύστημα, ιδρύοντας την American Zoetrope μαζί με τον Τζορτζ Λούκας τον Δεκέμβριο του ‘69, τον τελευταίο μήνα της δεκαετίας.

Στόχος ήταν φυσικά ο απόλυτος δημιουργικός έλεγχος, μια άφοβη προσέγγιση στην κινηματογραφική δημιουργία που για τον Κόπολα, με έναν θαυμαστό τρόπο, δεν έσβησε ποτέ.

Γιατί, αν κάτι κάτι συνδέει όλες τις περιόδους ενός σκηνοθέτη ενεργού για περισσότερα πια από 60 χρόνια, είναι αυτό ακριβώς το άφοβο, αντισυμβατικό δημιουργικό πνεύμα. Πολλοί θα το πουν ύβρη ή θα το πουν θράσος ή μεγαλομανία, όμως στην τέχνη αυτή η μεγαλομανία είναι ζωτικής σημασίας κάποιες φορές: Η πεποίθηση πως αυτό που δημιουργείς οφείλει να είναι αγνό, πηγαίο, αμόλυντο. Να τολμά, να εξερευνά, να πηγαίνει κόντρα. Να μην θυμίζει κάτι άλλο. Ακόμα κι αν μοιάζει ακατανόητο.

Εκεί είναι που συναντάς τον άνθρωπο πίσω από το Megalopolis, μια ταινία που ο Κόπολα οραματίζεται εδώ και μισό αιώνα και που τελικά έγινε πραγματικότητα χρηματοδοτημένη από τον ίδιο, στην απόλυτη, πλέον ακραία εφαρμογή του δόγματος «δημιουργώ αυτό ακριβώς που έχω μέσα μου».

Που μάλλον τελικά δε διαφέρει και πολύ από τον άνθρωπο πίσω από τον Νονό, τη Συνομιλία και το Αποκάλυψη Τώρα!, μια διαδοχή ταινιών που επανακαθόρισαν το αμερικάνικο σινεμά και την ιδέα των στούντιο στην υπηρεσία του δημιουργού, κερδίζοντας Όσκαρ και Χρυσούς Φοίνικες τη στιγμή που γίνονταν mainstream επιτυχίες.

Ή τον άνθρωπο πίσω από πανέμορφο και φιλόδοξο μιούζικαλ One from the Heart που εισήγαγε καινοτόμες τεχνικές μοντάζ και αναζήτησε την συναισθηματική έκσταση μέσα σε ένα εντυπωσιακά τεχνητό περιβάλλον, το οποίο απέτυχε οικτρά στην εποχή του αλλά έχει επανεκτιμηθεί ως σημείο αναφορές στις δεκαετίες που ακολούθησαν.

Ο Φρέντερικ Φόρεστ, η Ναστάζια Κίνσκι και τα χρώματα, σε σκηνή της ταινίας One from the Heart του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Photo12/Alamy/Visualhellas.gr

Ή τον άνθρωπο που στις ακόλουθες δεκαετίες μπόρεσε να δουλέψει τόσο ακολουθώντας τις επιταγές ακαδημαϊκών αφηγήσεων (όπως η αξέχαστη μεταφορά του Δράκουλα, με την επιτυχία και τα βραβεία Όσκαρ), όσο και αγνοώντας τις πλήρως, με τα late style πειράματά του όπως το Twixt και το Tetro.

Σε μια σκηνή του Megalopolis, της μάλλον πιο ακραίας έκφρασης αντισυμβατικής δημιουργικότητας όλης της καριέρας του Κόπολα, ακούμε έναν χαρακτήρα να λέει πως «το να ρίχνεις τον εαυτό σου στο άγνωστο είναι η απόδειξη πως είσαι πραγματικά ελεύθερος» κι αυτό είναι ένα μότο που μοιάζει να εκπροσωπεί απολύτως τον 85χρονο σκηνοθέτη.

«Νομίζω ότι πάντα ήμουν έτσι», μας λέει κεφάτος. «Νιώθω ότι όταν πηδάς στο άγνωστο, αποδεικνύεις ότι είσαι ελεύθερος. Και αυτό είναι που το ανθρώπινο είδος φοβάται να κάνει. Είμαστε μια λαμπρή, σπουδαία οικογένεια ανθρώπινων όντων. Αλλά μας έχουν μάθει να φοβόμαστε, νομίζω, ως έναν τρόπο να μας ελέγχουν. Γι’αυτό οι καλλιτέχνες πρέπει να είναι ελεύθεροι. Πρέπει να πηγαίνουν στο άγνωστο, αλλιώς δεν θα ανακαλύψουν τίποτα χρήσιμο».

«Οπότε ναι, νομίζω ότι έκανα μια ταινία στην οποία λέω ότι όλοι οι άνθρωποι είναι μια οικογένεια. Και φαινόμαστε διαφορετικοί – διαφορετικοί επειδή βρισκόμαστε σε διαφορετικά μέρη και είναι άλλες οι συνθήκες – αλλά είμαστε μια οικογένεια και είμαστε ιδιοφυίες. Θέλω να πω, το ανθρώπινο ον είναι μια ιδιοφυΐα! Σκεφτείτε τι κάνουμε που κανένα πλάσμα δεν μπορεί να κάνει. Μπορούμε να αποκρυπτογραφήσουμε το γονιδίωμα. Μπορούμε να διασπάσουμε και να ξαναφτιάξουμε το DNA. Μπορούμε να στείλουμε το διαστημόπλοιο να φωτογραφίσει τον Άρη. Ποιο πλάσμα μπορεί να το κάνει αυτό; Μόνο εμείς», λέει με ενθουσιασμό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μας έχουν μάθει να είμαστε σεμνοί και να φοβόμαστε.

«Γιατί λοιπόν δεν είμαστε γεμάτοι χαρά και προσμονή για τον κόσμο; Αφού δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα στον κόσμο που να μην μπορούμε να λύσουμε αν εφαρμόσουμε το ταλέντο μας σε αυτό. Αλλά μας έχουν μάθει δημαγωγοί επί χρόνια να φοβόμαστε, γιατί θέλουν να αποκτήσουν εξουσία πάνω μας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μας έχουν μάθει να είμαστε σεμνοί και να φοβόμαστε. Προσπαθούν να μας κάνουν πρόβατα, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να είμαστε πρόβατα».

Στο Megalopolis, παρακολουθούμε την προσπάθεια ενός ιδιοφυούς αρχιτέκτονα, του Σίζαρ Κατιλίνα (Άνταμ Ντράιβερ) να χτίσει ένα ουτοπικό μέλλον στην πόλη της Νέας Ρώμης χρησιμοποιώντας ένα επαναστατικό νέο υλικό αλλά και την κρυφή του ικανότητα να ελέγχει τον χρόνο. Απέναντί του, ο άπληστος και γραφειοκρατικός δήμαρχος Φράνκλιν Σίσερο (Τζιανκάρλο Εσπόζιτο) θέλει να κρατήσει την πόλη παγωμένη σε συντηρητικό, οπισθοδρομικό σκεπτικό, την ώρα που η κόρη του δημάρχου, Τζούλια, διατηρεί δεσμό με τον Κατιλίνα.

Μισό λεπτό… «να ελέγχει τον χρόνο»;!

«Η αλήθεια είναι ότι όλοι οι καλλιτέχνες έχουν πάντα τον έλεγχο του χρόνου. Την πρώτη φορά που έκαναν μια σπηλαιογραφία ενός ζώου στον τοίχο, εκείνη τη στιγμή σταμάτησαν τον χρόνο. Όλοι οι καλλιτέχνες χειρίζονται τον χρόνο. Κι ο Γκαίτε ήταν που είπε ότι η αρχιτεκτονική είναι παγωμένη μουσική», εξηγεί, συνδέοντας τα μοτίβα της ταινίας του με μια ευρύτερη φιλοσοφική θεώρηση του κόσμου, και της τέχνης.

«Έτσι, αν θες να ζεις ελεύθερα από τον έλεγχο του χρόνου, να είσαι καλλιτέχνης – που όλοι οι άνθρωποι είναι, και πρέπει να είναι. Αν θες να σε ελέγχει ο χρόνος, γίνε δικηγόρος. Εγώ δεν θέλω να με εξουσιάζει ο χρόνος, γι’ αυτό επιλέγω να είμαι καλλιτέχνης».

«Ο ΑΛ ΠΑΤΣΙΝΟ ΜΕ ΜΙΜΟΥΝΤΑΝ ΟΤΑΝ ΕΠΑΙΖΕ ΤΟΝ ΜΑΪΚΛ ΚΟΡΛΕΟΝΕ»

Ο Αλ Πατσίνο ως Μάικλ Κορλεόνε στον Νονό ΙΙ. Photo 12/AFP

«Ti kanis, ti kanis, χαιρετάει ο Φράνσις Φορντ Κόπολα με ένα μεγάλο χαμόγελο όταν πληροφορείται πως μιλάει με Ελλάδα. Όταν κάνουμε το λάθος να απαντήσουμε στα αγγλικά, εκείνος μας σταματάει: «No, no!», μας λέει. «You have to say: kala, kala».

Φαίνεται πάρα πολύ ορεξάτος στην άλλη άκρη της σύνδεσης, με τεράστια διάθεση για συζήτηση και περισσότερο για να το φιλοσοφήσουμε το πράγμα παρά να μιλάει τεχνικά. Είναι κάπως συνεπές και με την ίδια την ταινία κιόλας. Η οποία, πιστή στο αντι-ακαδημαϊκό late style του σκηνοθέτη, αλλά και στην αγάπη του για κατασκευές και για αληθινά συναισθήματα μέσα σε τεχνητά περιβάλλοντα, τοποθετεί ιδέες μπροστά από οτιδήποτε άλλο.

Σχεδόν οτιδήποτε κι αν τεθεί σε συζήτηση όσο μιλάμε, ανάγεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, στον τρόπο που βλέπει τον κόσμο, και την εξέλιξη, και πάνω απ’όλα – την τέχνη. Το Megalopolis διατρέχει εξάλλου μια ουτοπικά ανοιχτόκαρδη επίκληση στο συναίσθημα και την ανθρωπιά, για να πιστέψουν πάλι οι άνθρωποι πως αξίζουμε έναν καλύτερο κόσμο από αυτό, πως δικαιούμαστε το μέλλον που κάποτε φανταστήκαμε. Το είπε πριν και το πιστεύει εξάλλου: πως ο άνθρωπος είναι ένα ιδιοφυές είδος. Και πως ο κάθε άνθρωπος είναι (και οφείλει να είναι) καλλιτέχνης.

Αυτό το ουτοπικό ρετρο-μέλλον της ταινίας οφείλεται αναμφίβολα σε μεγάλο βαθμό και στην χρονική τοποθέτησης της πρώτης ιδέας του Κόπολα, πίσω στα μέσα των ‘70s, ανάμεσα στους δύο διαδοχικούς(!) Χρυσούς Φοίνικες που κέρδισε, για την Συνομιλία και για το Αποκάλυψη Τώρα. Η πρώτη ιδέα του ήρθε όταν διάβασε, μας λέει, το βιβλίο Twelve Against the Gods του Γουίλιαμ Μπολίθο.

«Είχε 12 κεφάλαια με διαφορετικά ανθρώπινα όντα που αψήφησαν τους καιρούς», μας περιγράφει. «Ήταν η Ισιδώρα Ντάνκαν, και ο Προφήτης Μωάμεθ και όλοι αυτοί οι διαφορετικοί άνθρωποι που πήγαν κόντρα στον κόσμο. Και ένας από αυτούς ήταν ο Κατιλίνας. Κι αφηγούνταν την ιστορία της συνωμοσίας του Κατιλίνα εναντίον του Κικέρωνα. Σε αυτό το σημείο, έλεγε ότι το μόνο μέρος που θα μπορούσε να συμβεί αυτό τώρα είναι η σύγχρονη Αμερική. Κι αυτό με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι θα είχε πλάκα να φτιάξω ένα έπος με Ρωμαίους αυτοκράτορες, αλλά μετά σκέφτηκα ότι θα ήθελα να κάνω αυτό το ρωμαϊκό έπος να διαδραματίζεται στη σύγχρονη Αμερική. Αυτό ήταν το Megalopolis».

Κι αυτό συνέχισε να είναι, μέσα στο μυαλό του, για δεκαετίες. Επί σχεδόν μισό αιώνα τώρα, προσπαθεί να το φέρει στη μεγάλη οθόνη. Εμπνεύστηκε από τον Γκαίτε («ένας μεγάλος επιστήμονας, ένας μεγάλος ποιητής, ένας μεγάλος δραματουργός… Είναι ένα φως που με οδηγεί.») και από τον Έσσε («έγραψε πολλά βιβλία τα οποία αγαπώ, υπάρχουν αρκετές αναφορές στην ταινία μου σε κάποια από αυτά… Ο Βροχοποιός και θεωρώ ότι είναι η καλύτερη απεικόνιση για το πώς ήταν μια μητριαρχία»).

Adam Driver as Cesar Catilina in Megalopolis. Photo Credit: Courtesy of Lionsgate

Κοίταξε πίσω στο σινεμά και τη λογοτεχνία των αρχών του 20ου αιώνα για να μιλήσει για το μέλλον, αποτύπωσε χαρακτηριστικά της αμερικάνικης αυτοκρατορίας πάνω στη ρωμαϊκή, φαντάστηκε ένα δίπολο τέχνης (ο αρχιτέκτονας που ελέγχει τον χρόνο και θέλει να δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον) και μικρο-πολιτικής (ο αντιδραστικός δήμαρχος που θέλει το παρηκμασμένο status quo) να μάχονται για την ψυχή της ανθρωπότητας: «Η τέχνη πρέπει να είναι πάνω από την πολιτική», μας λέει. «Οι πολιτικοί είναι πολύ στενόμυαλοι, εγωιστές άνθρωποι και οι καλλιτέχνες είναι άνθρωποι που θέλουν να βοηθήσουν να φωτιστεί η ζωή των ανθρώπων».

Μάλλον σε αυτό το σημείο δε θα εξέπληττε κανέναν απολύτως αν υπογραμμίζαμε την όχι και τόσο διακριτική συγγένεια του Κατιλίνα της ταινίας με τον ίδιο τον Φράνσις. Αν δεν ήταν ήδη εμφανές, ο Κόπολα βλέπει τον εαυτό του ως άνθρωπο που κοιτάζει πάντα στο μέλλον – του κόσμου, όχι τόσο του δικού του. Όπως λέει χαρακτηριστικά κι ο Σίζαρ Κατιλίνα στην ταινία, «δεν με απασχολεί η θέση μου στην Ιστορία καθώς περνά ο χρόνος. Με απασχολεί ο χρόνος».

«Όταν δούλευα με τον Άνταμ Ντράιβερ, ο οποίος ήταν ένας υπέροχος ηθοποιός, πολύ έξυπνος, πολύ δημιουργικός, μου έκανε συνεχώς ερωτήσεις», μας αποκαλύπτει ο Κόπολα. «Μου έλεγε, λοιπόν, τι πιστεύεις γι’ αυτό; Τι πιστεύεις για εκείνο; Και άρχισα να συνειδητοποιώ ότι με χρησιμοποιούσε ως παράδειγμα και ότι… δεν με μιμούνταν μεν, αλλά χρησιμοποιούσε την εντύπωσή του για το ποιος ήμουν. Οπότε υποθέτω ότι ένα μέρος του Σίζαρ προέρχεται από μένα», παραδέχεται.

Δεν είναι όμως η μόνη σειρά που έχει συμβεί αυτό. Μας ταξιδεύει μερικές δεκαετίες πίσω, όταν γύριζε την πρώτη σημαδιακή ταινία της καριέρας του. «Όταν ήμουν νέος και γύριζα τον Νονό, ήμουν πολύ φτωχός. Είχα μια γυναίκα με τρία παιδιά… ή μάλλον είχα δύο παιδιά και ήταν έγκυος σε άλλο ένα», θυμάται. «Δεν είχα καμία ισχύ τότε στον χώρο. Και έτσι έγινα πολύ μακιαβελικός στο πώς θα έπαιρνα αυτό που ήθελα. Και ο Αλ Πατσίνο με μιμούνταν όταν έπαιζε τον Μάικλ Κορλεόνε!»

«Νομίζω ότι είμαι πάντα το πρότυπο για τους ηθοποιούς μου σε όλες αυτές τις διαφορετικές ταινίες».

«ΔΕΝ ΗΘΕΛΑ ΤΟ MEGALOPOLIS ΝΑ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ MARVEL, ΑΛΛΑ ΝΑ ΜΟΙΑΖΕΙ ΠΙΟ ΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΗ»

Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα στις Κάννες, τον Μάιο του '24, για την παγκόσμια πρεμιέρα του Megalopolis. Scott A Garfitt/Invision/AP

Τελικά το Megalopolis έγινε πραγματικότητα, με τον Κόπολα να το δημιουργεί 100% εκτός χολιγουντιανού συστήματος, με το μπάτζετ των $120 και πλέον εκατομμυρίων να προέρχεται από τον ίδιο (και τα κρασιά του).

Στις Κάννες, όταν η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της σε ένα κλίμα γενικευμένου σοκ και δέους, διχάζοντας ακραία το industry, ο Κόπολα εμφανίστηκε αργότερα στη συνέντευξη τύπου με την ίδια διάθεση που είχε και στη δική μας συνέντευξη: φαινόταν γεμάτος, από το γεγονός και μόνο ότι το έργο ζωής του έγινε πραγματικότητα και είναι πια εκεί έξω – και είχε την ίδια υπαρξιακή διάθεση.

«Δεν έχω κανένα πρόβλημα με το οικονομικό κομμάτι», είπε στους δημοσιογράφους τον Μάιο. «Τα παιδιά μου έχουν υπέροχες καριέρες. Δεν χρειάζονται μια περιουσία. Έχω ακόμα το Inglenook [σσ. μια οινοποιία του στη Νάπα], θα είμαστε μια χαρά. Τα λεφτά δεν έχουν σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι οι φίλοι. Τα λεφτά εξαϋλώνονται».

Δεν ήθελα η ταινία να μοιάζει με ταινία της Marvel. Δεν ήθελα τα ειδικά εφέ να είναι ψηφιακά. Ήθελα η ταινία να μοιάζει πιο χειροποίητη.

Έχοντας χάσει την επί σειρά δεκαετιών σύζυγό του, Έλεανορ, λίγο πριν το Megalopolis προβληθεί για πρώτη φορά, ήταν λογικό που ο Κόπολα ένιωθε τόσο έντονα αυτή τη σύζευξη ζωής και δημιουργίας ως πιθανά το μόνο πράγμα που τελικά έχει σημασία: «Όταν πεθάνω, θα έχω κάνει αυτό», είπε στις Κάννες, αρνούμενος την ιδέα πως το Megalopolis ίσως αποδειχθεί αυτό το μεγάλο ρίσκο που θα του κοστίσει τα πάντα. «Είδα την κόρη μου να κερδίζει ένα Όσκαρ, έφτιαξα κρασί, και μπόρεσα να κάνω όλες τις ταινίες που έκανα», είπε. Και πραγματικά, τι μπορείς να πεις σε αυτό;

Το Megalopolis, για όλο το ανορθόδοξο της ύπαρξής του, είναι τελικά κάτι τόσο μοναδικό και προσωπικό και ειλικρινές και –αυτό κι αν φαίνεται– ασυμβίβαστο. Όπως έκανε ξανά και ξανά στην καριέρα του, έτσι και τώρα. Λέει μάλιστα, στην κουβέντα μας μαζί του πως κάποιες διαδικασίες κατά τη διάρκεια της παραγωγής ήταν δυσλειτουργικές ακριβώς λόγω των όσων αυτή η ταινία δεν ήταν.

«Επειδή επρόκειτο για μια μεγάλη παραγωγή, όλοι πίστευαν ότι αυτό σήμαινε ότι θα ήταν σαν μια ταινία της Marvel», λέει ψιλο-έξαλλος. Τα γυρίσματα μάλιστα έγιναν στη Τζόρτζια, όπου γυρίζει κι η Marvel τα μπλοκμπάστερ της, οπότε πολλά από τα μέλη του συνεργείου δούλευαν και σε εκείνες τις ταινίες. «Υπήρχαν διαφωνίες – εγώ δεν ήθελα η ταινία να μοιάζει με ταινία της Marvel. Δεν ήθελα τα ειδικά εφέ να είναι ψηφιακά. Ήθελα η ταινία να μοιάζει πιο χειροποίητη», εξηγεί.

Θυμάται χαρακτηριστικά πως είχε επτά καλλιτεχνικούς διευθυντές, «εκ των οποίων μόνο ένα άτομο έκανε αυτό που πραγματικά χρειαζόμουν. Πήγα, κάθισα, και είπα ας πούμε “θέλω τα αυτοκίνητα να είναι μικροσκοπικά στο σκηνικό”. Και μου είπε ότι δε μπορεί να προσπεράσει κανέναν και ότι πρέπει να μιλήσω πρώτα με τον επικεφαλής – αλλά εγώ δεν δουλεύω έτσι».

Η εικόνα του 85χρονου Φράνσις Φορντ Κόπολα να μπλέκεται στα γραφειοκρατικά γρανάζια της ιεραρχίας του καλλιτεχνικού τμήματος της ταινίας που ο ίδιος σκηνοθετεί και που ο ίδιος χρηματοδότησε, είναι λίγο αστεία. Αλλά αν το καλοσκεφτούμε και σαν μια μικρογραφία της μεγάλης ιδέας που αναπτύσσει μέσα κι από το Megalopolis.

Τελικά, είναι κι η μεγάλη, διαρκής σύγκρουση ολόκληρης της καριέρας του – γεμάτης με στιγμές που έχτισε νέες οδούς για να δημιουργεί πράγματα όπως ακριβώς τα ονειρεύτηκε, με ταινίες που δεν αναγνωρίστηκαν παρά δεκαετίες μετά, με έργα τα οποία δε σταμάτησε να επισκέπεται ξανά και να ξαναμοντάρει, να ανακατασκευάζει, να τα φαντάζεται ξανά ως κάτι διαφορετικό.

Σημαίνουν όλα αυτά, αυτόματη δικαίωση για οτιδήποτε γυρίζει; Φυσικά και όχι, αλλά αυτό που καταλαβαίνουμε τελικά είναι πως η δικαίωση για τον Κόπολα δεν είναι η αναγνώριση που έρχεται (για άλλες ταινίες άμεσα, για άλλες μελλοντικά, για άλλες ίσως και ποτέ), αλλά είναι το γεγονός ότι επιχείρησε ό,τι επιχείρησε και δημιούργησε ό,τι δημιούργησε. Αρνούμενος να μείνει στάσιμος σε ίδιες ιδέες και τεχνικές, σε ένα κόσμο που πάντα κινείται.

«Είχα βοηθούς από όλο τον κόσμο στην ταινία», λέει κάποια στιγμή στη διάρκεια της συζήτησής μας. «Είχα έναν από τη Σουηδία, έναν από τη Γαλλία, έναν από την Κίνα, έναν από την Ινδία. Ήταν σπουδαίοι. Οι νέοι άνθρωποι είναι γεμάτοι ταλέντο. Με άλλα λόγια, οι κινηματογραφιστές του μέλλοντος ήταν οι μαθητευόμενοι μου», λέει γεμάτος περηφάνια.

«Αλλά ξέρεις, ο καλύτερος δάσκαλος είναι ο μαθητής, οπότε δεν ενεργώ ως δάσκαλος. Ο κόσμος πάντα μου ζητά να κάνω κάποιο masterclass. Κι εγώ λέω ότι δεν είμαι δάσκαλος. Είμαι μαθητής. Στον κινηματογράφο, είμαστε όλοι μαθητές».

Μετά την παγκόσμια πρεμιέρα του Αποκάλυψη Τώρα στις Κάννες του 1979, ο Φράνσις Φορντ Κόπολα διασχίζει το πλήθος έχοντας στους ώμους του την 8χρονη κόρη του, Σοφία Κόπολα. AP Photo/Jean-Jacques Levy
Info:

Το Megalopolis του Φράνσις Φορντ Κόπολα κυκλοφορεί στις αίθουσες την Πέμπτη 28 Νοεμβρίου από την Feelgood Entertainment.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα