https://pavlos-sidiropoulos.gr pavlos-sidiropoulos.gr

Η ΑΔΕΛΦΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ NEWS 24/7- ΕΙΧΕ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΤΟΝ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΛΗΤΗ

Η Μελίνα Σιδηροπούλου μιλά στο NEWS 24/7 για τον αδελφό της Παύλο Σιδηρόπουλο, τον Πρίγκιπα της Ροκ και την παράσταση-αφιέρωμα στη ζωή και τα τραγούδια του.

Η σκηνή σκοτεινή και το κοινό κρατάει την ανάσα του. Ένας ψιλόλιγνος “εύθραυστος” νεαρός άνδρας, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, αναδύεται από το σκοτάδι, κρατώντας την κιθάρα του σαν να είναι ο πιο πολύτιμος συνοδοιπόρος σε μια ζωή σύντομη και μοναχική. “Μια μέρα στην Αθήνα, μπούχτισα απ’ τη ρουτίνα, φιλάω τη γριά μου, κι απλώνω τα φτερά μου, κι όπου γουστάρω πάω, και  τρέχει ο άνεμος μπροστά, τον ήλιο ακολουθάω, κι ο μήνας έχει εννιά”.

Αυτό είναι το πρώτο μου τραγούδι” λέει και τα μάτια του φωτίζονται. “Κάποιοι από εσάς ίσως να έχετε ακούσει. Πολλές φορές όταν γνωρίζουμε ένα τραγούδι νομίζουμε πως ξέρουμε και αυτόν που το έχει γράψει. Κι όμως, είμαι ένας άγνωστος. Κυκλοφορώ ανάμεσα στους ήχους σας. Κρατάω αυτή την κιθάρα και το μόνο που θέλω είναι να κάνω τις χορδές της κομμάτι από τις αρτηρίες μου. Και ίσως και από τις δικές σας.”

Στη θεατρική σκηνή βλέπουμε τον Πρίγκιπα της ροκ “Παύλο Σιδηρόπουλο” – στην πραγματικότητα τον ηθοποιό και μουσικό Ανδρέα Παπακωνσταντίνου – και για μιάμιση ώρα ακολουθούμε σε αυτή την αφιερωματική παράσταση, βήμα βήμα τη ζωή και τα τραγούδια της πιο επιδραστικής προσωπικότητας της ελληνικής ροκ. 

Πρόκειται για την παράσταση «Ο Άγνωστος Πρίγκιπας: Παύλος Σιδηρόπουλος» του Ανδρέα Ζαφείρη, που επιστρέφει δυναμικά για τρίτη χρονιά στο ΘΕΑΤΡΟ 2510 και μας επιφυλάσσει μια ευχάριστη έκπληξη. Η αδερφή του Παύλου, Μελίνα Σιδηροπούλου ανεβαίνει στη σκηνή και μοιράζεται με το κοινό μερικές από τις δικές της αναμνήσεις.

Στο πλαίσιο αυτής της παράστασης, συναντήσαμε την Μελίνα Σιδηροπούλου, σε ένα τραπέζι γεμάτο φίλους δίπλα στο θέατρο ΘΕΑΤΡΟ 2510 και είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε για τον Παύλο και τη σχέση τους.

Ο Άγνωστος Πρίγκιπας: Παύλος Σιδηρόπουλος

Ο Ανδρέας Ζαφείρης ερεύνησε και “έσκυψε” με ενσυναίσθηση πάνω από τη ζωή του ροκ θρύλου, ολοκληρώνοντας έτσι μια ενδιαφέρουσα τριλογία βιογραφικών παραστάσεων για τους “Αγίους των Εξαρχείων” – που ξεδίπλωσε στο ίδιο σανίδι και τις ζωές της Κατερίνας Γώγου και του Νικόλα Άσιμου.

Η παράσταση για τον Σιδηρόπουλο έχει μια ευθύγραμμη χρονική ακολουθία. Ξεκινάει από την στιγμή που ο Παύλος μαθαίνει κιθάρα και φτάνει μέχρι το τέλος του, μεταφορικό και κυριολεκτικό, όταν πλέον δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το χέρι του. Παρακολουθούμε τις σκέψεις του μέσα από τους στίχους του, μέσα από τα γραπτά του.

Η επιλογή του ηθοποιού για αυτή την τρίτη σεζόν έγινε μετά από ανοικτό κάλεσμα, όπως πολύ συχνά κάνει ο Ανδρέας Ζαφείρης για τις βιογραφικές παραστάσεις που ανεβάζει. Δύσκολη η αναζήτηση όταν πρόκειται κάποιος να υποδυθεί ένα υπαρκτό πρόσωπο, τόσο αγαπητό και γνωστό στο κοινό. Να βρεθεί ένας ηθοποιός, που θα είναι και μουσικός, θα μπορεί να παίξει κιθάρα και να τραγουδήσει, θα μοιάζει λίγο στο Παύλο φυσιογνωμικά και θα ταιριάξει και η χημεία με τη Μελίνα. Δύσκολη όμως αποδείχθηκε και η έρευνα για την παράσταση.

Στη διάρκεια της μελέτης διαπιστώνεις ότι ενώ ο Παύλος είναι από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες από τη μεταπολίτευση και μετά στη χώρα μας, δεν έχει γίνει δουλειά στο κομμάτι της έρευνας, σε καθαρά πανεπιστημιακό επίπεδο. Βρίσκεις αποσπασματικό υλικό μόνο μέσα από συνεντεύξεις, λίγο στην τηλεόραση, λίγο σε κάποιες εφημερίδες και κυρίως μέσα από την τέχνη του, προσπαθώντας να κάνεις δραματουργική ανάλυση. Σε άλλες χώρες τέτοιοι καλλιτέχνες θα είχαν γίνει φύλλο και φτερό.

Ποιος ήταν λοιπόν πραγματικά ο Παύλος Σιδηρόπουλος;  ο “Ασυμβίβαστος”, ο “Δαίμονας Εαυτώ”;  Ο γεμάτος ταλέντο και αυτοκαταστροφικός “αιώνιος έφηβος”, που ακόμη και σήμερα τα τραγούδια του συντροφεύουν τις νύχτες μας;

Μελίνα Σιδηροπούλου: “Ο Παύλος ήταν πολύ κοινωνικός, αλλά μου έβαζε δύσκολα για να ζορίζομαι”

Η Μελίνα είναι ένας ζεστός άνθρωπος, με πολλή ενέργεια. Κάθεται απέναντί μας γεμάτη όρεξη να ανέβει στη σκηνή, αν και το εγχείρημα κάθε Κυριακή δεν είναι καθόλου εύκολο. Όπως παραδέχεται η ίδια την προηγούμενη χρονιά ένιωθε πιο άνετα, ενώ φέτος ένας κόμπος συχνά ανεβαίνει στο λαιμό της.

Σπούδασε στο Χημικό, και μετά το διδακτορικό της εργάστηκε ως εκπαιδευτικός. Όσοι από τους μαθητές της θαύμαζαν τον ροκστάρ αδερφό της, Παύλο τη ρωτούσαν συχνά πώς ήταν σαν χαρακτήρας και κάποιοι την κοιτούσαν με δέος. Κάθε Κυριακή στην παράσταση κάθεται σκεπτική σε μια καρέκλα στο πλάι του κοινού και περιμένει υπομονετικά τη στιγμή που θα μοιραστεί μερικές από τις σκέψεις της. Υπάρχουν φορές που σιγοτραγουδάει τα λόγια των τραγουδιών και χαμογελάει.

Πώς προέκυψε αυτή η συμμετοχή σε μια αφιερωματική παράσταση για τον Παύλο;
«Ήρθε μέσω του Τόλη Μαστρόκαλου, ο οποίος δυστυχώς έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. Ο Τόλης ήταν παιδικός μου φίλος και ο πρώτος μου έρωτας, όταν ήμασταν ακόμα πιτσιρικάκια. Μέσω εμού, ο Τόλης γνώρισε τον Παύλο. Χώρισα εγώ με τον Μαστρόκαλο, αλλά εκείνος είχε κολλήσει με τον Παύλο. Στην πορεία που ο Παύλος γνώρισε τους “Σπυριδούλα” για να κάνει το Φλου, του λέει “Εσύ θα παίξεις μπάσο”. Ο Τόλης ήταν σκεπτικός, και ο Παύλος του λέει “Σώπα μωρέ, θα παίξεις μπάσο εσύ”. Και πράγματι, στο άλμπουμ Φλου παίζει ο Τόλης μπάσο.

Πριν από τρία χρόνια, ο Μαστρόκαλος με παίρνει τηλέφωνο -ή κάπου το είχα μάθει δεν θυμάμαι – για ένα θεατρικό έργο για τον Παύλο. Μου εξήγησε ότι συμμετέχει και εκείνος, και ότι σε ένα θεατρικό χώρο που λέγεται 2510 παίζουν για τον Παύλο. Με διαβεβαίωσε ότι είναι πολύ ωραία η παράσταση, μου μίλησε με ενθουσιασμό. Όλοι πιτσιρικάδες, μου λέει, να έρχονται να τη δουν, και το θέατρο γεμίζει. Ξέρουν τα τραγούδια του και τραγουδάνε. Μου είπε ότι ήθελε κι εκείνος να παίξει, το είπε στον Ανδρέα (Ζαφείρη) που έχει κάνει το έργο και απάντησε ‘μετά χαράς’.

“Πού να στα λέω;” μου λέει ο Μαστρόκαλος, “ο αδερφός σου εκτός από μουσικό με έκανε και ηθοποιό”. Θα έρθω, του λέω, να σας δω. Πέμπτη μιλούσαμε, την Κυριακή πάω στο θέατρο, βλέπω την παράσταση και με πιάνουν τα κλάματα. Συγκινήθηκα πάρα πολύ. Λάβε υπόψη σου ότι έβγαλα ολόκληρο βιβλίο με τα ποιήματά του [Έχω μια θλίψη για τα μακρινά αριστουργήματα“: Ποιητική συλλογή με εκατόν είκοσι τρία ανέκδοτα ποιήματα από το αρχείο του Παύλου Σιδηρόπουλου] είχα μιλήσει με πολλούς ανθρώπους, με δημοσιογράφους, δεν είχα κλάψει ποτέ. Δεν είχα συγκινηθεί ποτέ. Στην παράσταση να μη μπορώ να σταματήσω τα δάκρυά μου. Με ανέβασαν στη σκηνή, δεν ξέρω τι έλεγα, δεν έβγαιναν λόγια, δεν έβγαινε τίποτα από τη συγκίνηση. Μιλούσα, έκλαιγα, ο Μαστρόκαλος δίπλα μου. Μπράβο είπα, πολύ ωραία παράσταση. Και μετά… χάνουμε τον Μαστρόκαλο, άδικα το καλοκαίρι του 2023.

Τότε μου κάνει την πρόταση ο Ανδρέας να παίξω. Μου άρεσε η ιδέα. Βρεθήκαμε και του είπα ιστορίες με τον αδερφό μου τον Παύλο, από αυτά που θυμόμουν. Πράγματα που δεν τα είχα ξαναπεί ή δεν θυμάμαι και να τα είχα ξαναπεί. Και από αυτά έβγαλε πέντε πράγματα ο Ανδρέας και τα μεταφέραμε στη σκηνή.»

Άρα ουσιαστικά εσείς την παράσταση λέτε πραγματικά πράγματα που σας έχουν συμβεί και τα έχετε εσείς εισάγει μέσα στη διήγηση.
«Λέω γεγονότα υπαρκτά, τα λέω όπως ήταν. Με ρωτούν οι φίλοι πώς το κάνω αυτό. Δεν είναι ψυχολογικά βαρύ; Κοίτα να σου πω. Τον πρώτο καιρό που το έκανα ήταν λυτρωτικό. Έβλεπα ο κόσμος με τι αγάπη με πλησίαζε. Έλεγε τα καλά του λόγια. Τι ωραίο αυτό, με γέμιζε. Τώρα φέτος μου είναι λίγο πιο ζόρικο. Δεν ξέρω γιατί. Συναισθηματικά φέτος δυσκολεύομαι πιο πολύ από πέρυσι, χωρίς να μπορώ να το εξηγήσω. Είναι που μεγαλώνω; Δεν ξέρω.»

Η παράσταση ακολουθεί κατά γράμμα τη ζωή του; Πώς ήταν ο Παύλος ως παιδί;
«Είναι όλη η ζωή του. Από την ώρα που πιάνει την κιθάρα, αφού μπήκε στο πανεπιστήμιο και ήταν στη Θεσσαλονίκη, μέχρι το τέλος που έχει πρόβλημα με το χέρι του. Στην παράσταση ο ηθοποιός το διατυπώνει, αν και ο Παύλος στην πραγματική ζωή δεν είχε προλάβει να το πει. Ότι το χέρι του δεν θα γίνει καλά. Αλλά το είχε νιώσει. Άργησε να το καταλάβει, αλλά το κατάλαβε.

Ο Παύλος ξεκίνησε να λέει το πρώτο του κομμάτι χωρίς ο ίδιος να παίζει κιθάρα. Μετά έμαθε την κιθάρα, δεν την ήξερε από πριν. Όταν βρήκε δηλαδή τον Παντελή Δεληγιαννίδη (πρώην κιθαρίστα των Olympians) το ‘69 στην Θεσσαλονίκη και έκαναν τον Δάμων και Φιντία, ο Παύλος δεν ήξερε να παίζει κιθάρα. Οπότε η παράσταση ξεκινάει από εκεί. Ξεκινάει στην ουσία με το πρώτο του τραγούδι, το Ξέσπασμα (Φλου, 1978).

Ήταν πάρα πολύ κοινωνικός, πολύ ζωηρός, ευχάριστος, άτακτος, όχι πάντα συνειδητά, έτσι του έβγαινε από μέσα του. Ήταν ριψοκίνδυνος πολλές φορές χωρίς να το κάνει για να πειράξει ή να βλάψει κάποιον. Έτσι ήταν ο χαρακτήρας του. Καβάλαγε τα κάγκελα στο μπαλκόνι, και τότε στη Θεσσαλονίκη μέναμε πολύ ψηλά. Ράβανε στα κάγκελα λινάτσες να μην ξανανέβει. Μια φορά είχε ανέβει επάνω στα κεραμίδια να κάνει τον καουμπόι. Άκουσε η μητέρα μας φωνές από κάτω, κα Σιδηροπούλου κα Σιδηροπούλου. “Πέφτω ξερή”, λέει η γυναίκα, γιατί αμέσως ήξερε ότι κάτι έχει συμβεί με τον Παύλο. Ευτυχώς είχαμε τη θεία μας – δεύτερη μαμά μας – που έτρεχε. Όλοι κοιτούσαν επάνω, να δουν πού ήταν ο Παύλος. Και ανεβαίνει η θειά μου στα κεραμίδια σιγά σιγά πίσω του – τους κάνει νόημα να μη μιλήσει κανένας, γιατί αν γυρνούσε θα έπεφτε, δεν είχε περιθώριο. Τον φτάνει και τον αρπάζει από τις μπλούζες με τέτοια μανία να τις πιάσει όλες, ώστε τον γρατζουνάει στην πλάτη. Και βέβαια όταν κατέβηκε ο Παύλος της είπε: “Ξέρεις κάτι θεία; Αν έπιανες μόνο τη μια μπλούζα, θα σου ‘φευγα”. Δεν είχε συναίσθηση του κινδύνου.

Άλλο παράδειγμα, απέναντι από το σπίτι μας ήταν το τμήμα μεταγωγών της αστυνομίας. Ο Παύλος ήταν φίλος με όλους. Εξωστρεφής, μιλούσε με όλους, έπαιζε μαζί τους κτλ. Και μια μέρα χώθηκε μέσα στο αυτοκίνητο, εκεί που έβαζαν τους φυλακισμένους. Μέσα και ο Παύλος, και χωρίς να το ξέρουν τον παίρνουν μαζί τους. Δεν ξέρω πού είχαν φτάσει, μακριά, και ο Παύλος ξαφνικά χτύπησε το τζαμάκι. Έπαθαν σοκ, “τι θες εσύ εδώ”; Και πώς να ειδοποιήσουν κιόλας; Η μάνα μου τρελαμένη. Πού είναι ο Παύλος; Πού είναι ο Παύλος;

Περιπετειώδης χαρακτήρας. Έφτασε τη μαμά μας να πει “Έξι χρόνια έκανα να πιάσω παιδί, μην τυχόν και σου μοιάζει”. Εγώ βγήκα τελείως άλλο πράγμα… αμνός του Θεού, παντελώς υπάκουη, η απόλυτη αντίθεση. Μου έλεγε η μητέρα μου ότι γυρνούσαμε από το παιχνίδι στην παιδική χαρά και μας έλεγε να πλύνουμε τα χέρια μας. Σε εμένα το έλεγε μία φορά, ερχόμουν άφηνα το κουβαδάκι τα έπλενα. Στον Παύλο το έλεγε 15.000 φορές και ποτέ δεν το έκανε. Τον έβαζαν συχνά τιμωρία. Και πάλι τίποτα.»

Ο Παύλος έγραφε από πολύ νωρίς;
«Ναι, βέβαια εγώ δεν έχω αναμνήσεις για το ποιες στιγμές έγραφε κτλ κτλ. Ήταν δικά του αυτά. Εξάλλου είμαι αρκετά μικρότερη. Δηλαδή να σκεφτείτε ότι πήγα στο Γυμνάσιο και ο Παύλος έφυγε για Θεσσαλονίκη. Δηλαδή θέλω να πω ότι η απόσταση μεταξύ μας ήταν μεγάλη χρονικά. Ήμουν η μικρή αδερφή του και πάντα με πείραζε, με έκανε να τρομάζω. Μου έβαζε δύσκολα για να ζορίζομαι. Αυτό που θυμάμαι από παιδάκι ήταν ότι σαν αγόρι, με ζόριζε. Κατά τα άλλα ο ίδιος σαν παιδί ήταν πάρα πολύ ανοιχτός, όμορφος, ήπιος, ευγενικός, γελαστός άνθρωπος. Ήταν αγαπητός σε όλους και ζωηρός.»

Στην παράσταση ξαναθυμόμαστε ότι ο Παύλος και η Μελίνα έχουν συγγενείς που ήταν εμβληματικές προσωπικότητες. Ο πατέρας τους Κωνσταντίνος Σιδηρόπουλος, προερχόταν από τον Ρώσικο Ελληνισμό της διασποράς, με ξεχωριστή κοινωνική θέση στο Σοχούμ του Ρώσικου Πόντου. Από την πλευρά της μητέρας τους, Τζένης, ήταν δισέγγονα του Γιώργου Ζορμπά, που μετέπειτα έγινε Αλέξης Ζορμπάς από τον Καζαντζάκη και ανίψια της σπουδαίας πεζογράφου Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη.

Και όπως ακούμε στην παράσταση: “Έτσι έχω μέσα μου και τον διανοούμενο και τον αλήτη. Από τη σύγκρουση αυτών των δυο προκύπτει πότε καταστροφή και πότε δημιουργία. […] Από την μητέρα μου κατάγομαι από τον Ψηλορείτη. Από τον πατέρα μου, από τον Καύκασο. Ρωτώ και ξαναρωτώ χτυπώντας το χάος. Ποιος μας φυτεύει στη γης ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια; Ποιος μας ξεριζώνει από τη γης ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια; […]

Και η Μελίνα συνεχίζει:
«Ο μπαμπάς μας ήταν αρκετά αυστηρός με τον Παύλο. Κάτι που εγώ δεν βίωσα, γιατί η μητέρα μου πήρε το πάνω χέρι μετά τον αδερφό μου για να μην περάσω κι εγώ τη δική του καταπίεση. Με στήριξε τόσο που ο μπαμπάς μου παραιτήθηκε. Όποτε τον ρωτούσα κάτι, μου έλεγε ‘τη μαμά σου ρώτα’. Κι έτσι δεν βίωσα τον αυταρχισμό του μπαμπά. Αν και ήταν πολύ ανοιχτό μυαλό και προοδευτικός άνθρωπος με αριστερές πεποιθήσεις, στο θέμα της οικογένειας ήταν πιο σκληρός, υποθέτω ως Πόντιος. Ήθελε να εφαρμόσει πειθαρχία στον Παύλο, στη μελέτη, στις ώρες που κυκλοφορούσε. Πράγματα που εγώ δεν πέρασα, γιατί στη δική μου εφηβεία ο Παύλος ήταν ήδη στο πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη κι εγώ είχα όλο το ελεύθερο με την υποστήριξη της μαμάς.

Μετά που τελείωσε ο Παύλος το σχολείο, ξεκίνησε να ξενυχτάει. Άρχισε άλλες συμπεριφορές, να πίνει λίγο ή πολύ. Και εγώ μικρούλα θυμάμαι την πρώτη φορά που άκουσα τους γονείς μου να μαλώνουν για τον Παύλο. Γιατί είχε αργήσει, και ο μπαμπάς έλεγε να βρει κλειστή την πόρτα, να μην έρθει μέσα. Θυμάμαι τη μαμά μου και τη θεία μου σε αντίθεση με αυτά που είχε πει ο μπαμπάς μου – να βγαίνουν να τον ψάχνουν.

Υπάρχουν παρεξηγήσεις για τον Παύλο, που θα θέλατε να λυθούν;
«Δεν τις έχω βιώσει. Και αυτό είναι κάτι που με έχει κάνει να χαρώ σε αυτή την παράσταση. Γιατί θα μπορούσε για παράδειγμα το θέμα της ηρωίνης να βαρύνει τη ζυγαριά. [“Η ηρωίνη δεν μπορεί να σου δώσει κανένα όραμα, καμία ψευδαίσθηση. Η ηρωίνη εκμηδενίζει. Είναι απλά ένας μύθος…” ακούμε στην παράσταση] Γιατί στην πορεία του Παύλου αυτό ήταν το βασικό μελανό σημείο, δεν υπήρχε άλλο κανένα. Διαπίστωσα ότι το έργο του είναι τόσο δυνατό που δεν άφησε αυτό το περιθώριο. Βλέπεις ότι έχει μειωθεί πάρα πάρα πολύ η ενασχόληση με αυτό το πρόβλημα και κυρίως ασχολούνται με το έργο του. Και για μένα αυτό δείχνει τη βαρύτητα όσων άφησε παρακαταθήκη. Και επίσης όσοι μιλούν για τον Παύλο σήμερα, μόνο αγάπη και θαυμασμό βγάζουν. Ακούω για την ευγένειά του, για το ήθος του με την καλή έννοια του όρου, όχι ήθος, όπως το λέει η Εκκλησία, εντός εισαγωγικών.»

“Το διαχρονικό του μήνυμα… να ακολουθείς τον εαυτό σου”

Ένα σημείο στο οποίο η Μελίνα συμμετέχει στην παράσταση έχει να κάνει με την παράλυση του αριστερού του χεριού και τη συνειδητοποίηση ότι δεν πρόκειται να επανέλθει…
«Το θέμα με το χέρι, αν και ο Παυλάκης δεν το διατύπωσε ποτέ, ήταν σαφές ότι αποτελούσε ένα τεράστιο πρόβλημα γι αυτόν. Γιατί με το που βγήκε από το νοσοκομείο πίστεψε ότι με φυσικοθεραπεία και με αυτές τις ασκήσεις μυών και ό,τι του είπαν οι γιατροί, ότι θα επανερχόταν το χέρι. Έβλεπε όμως ότι έκανε αυτές τις ασκήσεις στο νοσοκομείο και το χέρι δεν απαντούσε. Έτσι συνειδητοποίησε ότι όντως το έχει “χάσει”. Αυτό ήταν από μόνο του τεράστιο. Εγώ προσπαθούσα με κάποιο τρόπο να το χαλαρώσω περισσότερο, να απαλύνω αυτή τη σκέψη, αλλά δεν γινόταν. Νομίζω ότι σωστά το τελειώνει το έργο. Ο Ανδρέας πολύ ωραία και βάζει και το ποίημα του Παύλου. Τελειώνει με τα ποιήματά του δηλαδή. Αντί να βάζει απλά λόγια που θα έλεγε ο Παύλος, βάζει αποσπάσματα από τα ποιήματά του, τα οποία συγκέντρωσα και κυκλοφόρησα σε βιβλίο. Μιλάει το έργο του λοιπόν για τον χαρακτήρα του.»

Ένα διαχρονικό μήνυμα που είναι μέσα στην παράσταση και περνάει μέσα από τα λόγια του Παύλου για όλους μας;
«Το να ακολουθείς τον εαυτό σου. Λέω τώρα εγώ δεν ξέρω. Το να είσαι αυθεντικός, να παλεύεις γι αυτό που αγαπάς, να παλεύεις να το κάνεις πράξη, παρ’ όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια, όπως έκανε εκείνος με τον ελληνικό στίχο στη ροκ μουσική, ας πούμε. Ήταν επιμονή για την οποία πάλεψε. Δεν ήταν εύκολο. Το έλεγε και ο ίδιος στην αρχή δυσκολεύτηκε πάρα πολύ. Νομίζω το διαχρονικό μήνυμα που μας αφορά όλους είναι η ειλικρίνεια. Η πάλη για αυτό που θες και αγαπάς, για να το κάνεις πράξη.»

Και δεν σκεφτόταν την εμπορική πλευρά των πραγμάτων…
«Ήταν πιστός σε αυτό που έκανε. Όταν βγήκε ο Φλου προέκυψαν διάφορα οικονομικά θέματα από την ΕΜΙ. Στην επιθυμία του να βγει ο δίσκος εκείνος είπε “εγώ δεν θέλω τίποτα” αποποιούμαι της αμοιβής. Το λέω και στην παράσταση ότι τον θαύμαζα πολύ όταν ήμουν μικρή. Εγώ άκουγα τους γονείς μου που μιλούσαν γι αυτόν και ένιωθαν υπερήφανοι γιατί – πέρα από όμορφος και κοινωνικός – ήταν ένας πολύ καλός μαθητής, κι ας μην διάβαζε πολύ. Ήταν έξυπνος και τον θαύμαζα και γι αυτό κι εγώ έλεγα όταν θα μεγαλώσω θα διαβάζω πολύ. Θα διαβάζω, θα διαβάζω. Και μου απαντάει “και γι αυτό έγινες στέλεχος στο κόμμα” (γελάει). Μη με μαλώνεις, του λέω στο έργο, “μη με μαλώνεις”. Όμως, του λέω, για να αλλάξουμε τον κόσμο πρέπει να παλέψουμε.»

Ήθελε να αλλάξει τον κόσμο;
«Αυτό δείχνουν τα ποιήματά του και η μουσική του. Αυτό εκπέμπει το έργο του. Και το έργο του μένει και εξελίσσεται και το ξαναδιαβάζουμε. Βλέπεις, ας πούμε, και την εκτέλεση του Χαρμάνη που έκανε ο Στέλιος Τσουκιάς με τον Αλέξανδρο Παπατριανταφύλλου, που έβαλαν μέσα ραπ – και σε αυτό το στιλ το τραγουδάει και ο Ανδρέας (Παπακωνσταντίνου) στην παράσταση. Είναι καταπληκτικό. Ή οι Βηταπείς που έκαναν το “Αν ήσουν φίλος”. Ο Παύλος είναι ένα όνομα που το σέβονται όλοι. Όταν ξεκινάς να ψάχνεσαι στη ροκ, ξεκινάς με Παύλο.»

Ο Παύλος συζητούσε για τα πολιτικά;
«Ήταν πολιτικό ον, φαίνεται και από το έργο του. Μιλούσαμε πολύ, ήμασταν όλοι πολιτικοποιημένοι τότε. Ιδιαίτερα εγώ, η θεία μου η Λιλίκα (έτσι προσφωνούσε η οικογένεια την ποιήτρια Έλλη Αλεξίου), ο Μάρκος Αυγέρης καλ., όλοι που συναντιόμασταν είχαμε σχέση με την πολιτική. Και ο πατέρας μου. Μίλαγε κι ο Παύλος, αλλά όχι επίμονα. Πάντα ήξερε τι γινόταν, πάντα παρακολουθούσε. Αυτόν τον στίχο, τον τόσο ευαίσθητο κοινωνικά στο “Εν κατακλείδι” θα μπορούσε να το είχε γράψει αλλιώς;

Στα χειρόγραφά του αναφέρει ο Παύλος: “…Μιλάω για τον Σιδηρόπουλο που σέβεται το κοινό του, όποιο κι αν είναι. Για το Σιδηρόπουλο που δηλώνει ανένταχτος της Αριστεράς, που ψηφίζει ΚΚΕ και που στην ασφάλεια έχει φάκελο Αναρχικού και θεωρήθηκε ύποπτος ότι ανήκει στη 17 Νοέμβρη. Για τον Σιδηρόπουλο που επί Χούντας σπούδασε 3 χρόνια Μαθηματικός στο Αριστ. Παν. Θεσ/νίκης, γνώστη της Αγγλικής γλώσσας, έχοντας σπουδάσει 1 χρόνο σολφέζ και 1 χρόνο αρμονία κι αντίστοιξη από το γνωστό στους μουσικούς κύκλους Αινιάν.»

Άντε και καλή τύχη μάγκες…

«Είναι και κάτι άλλο που λέω σκεπτόμενη πάντα το “άντε και καλή τύχη μάγκες”. Ο Παύλος δεν είχε κακίες. Στην ποίησή του δεν έβγαζε ποτέ επιθετικότητα. Για μένα αυτό είναι μεγαλείο ψυχής. Σε σχέση με άλλους που βγάζουν θυμό και επιθετικότητα, μια ενέργεια που εμένα δεν με αγγίζει, δεν μου αρέσει. Τελειώνει στο… άντε και καλή τύχη μάγκες. Με γλύκα τον μπάτσο; Ναι. Τη γυναίκα αυτουνού που έχασε τον άντρα της με τρεις και εξήντα πώς θα βγάλει πέρα τα παιδιά της; Και γιατί; Και για ποιο λόγο έγινε όλο αυτό; Μιλάει ανθρώπινα. Για μένα αυτό είναι μεγαλείο. Τη δική μου ψυχή δηλαδή την αγγίζει, ενώ η επιθετικότητα με πετάει απέναντι.

Επίσης, ο Παύλος έφυγε χωρίς να αναλωθεί. Παίζει και αυτό έναν ρόλο. Δεν έφυγε κάτι άλλο από αυτό που ήταν. Δηλαδή όποιο τραγούδι του και να ακούσεις αμέσως λες “ναι, αυτός είναι ο Παύλος”. Δεν μπορείς να πεις ότι τραγούδησε ένα κομμάτι τότε, αλλά σήμερα έχει αλλάξει, μένει στην Κηφισιά και κοιτάει τη βολή του. Και μου αρέσει που η παράσταση τελειώνει με ένα αγαπημένο ποίημα του Παύλου.

Μα αν σκοντάψω, αν καώ
το χώμα π’ αγαπώ δεν θα με θάψει…
ανάερα θα σκορπιστώ…
και θα στοιχειώσω μαζί μ’ έργα και λόγια 
ανώφελα…
τον ύπνο τους να κάνω αφόρητο.

Το τραγούδησε και η Βιτάλη καταπληκτικά στο άλμπουμ “Εξακρίβωση” (που βασίστηκε σε ποιήματα του Σιδηρόπουλου, από τον συνθέτη Δημήτρη Καρρά). Και λέει αυτό ακριβώς που ήθελε να πει και ο Παύλος. Τον ύπνο τους, να κάνω αφόρητο – των αστών εννοεί. Θα είμαι εκεί… αέρας.»

 

Ταυτότητα Παράστασης:
«Ο Άγνωστος Πρίγκιπας: Παύλος Σιδηρόπουλος»
Κείμενο -Σκηνοθεσία: Ανδρέας Ζαφείρης
B.Σκηνοθέτη: Κων/να Μυλωνάκη
Ερμηνεύουν: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου, Μελίνα Σιδηροπούλου
Φωτογραφίες: Νίκος Παγωνάκης
Σκηνικά: Ναταλία Κιτσούλη
Κάθε Κυριακή: 20.45 – Διάρκεια: 80 λεπτά/ ΘΕΑΤΡΟ 2510: Θεμιστοκλέους 52, Εξάρχεια (μετρό Ομόνοια). Τηλ. Κρατήσεων: 6955445130.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα