ΟΙ PARANOID LONDON ΞΕΡΟΥΝ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ “ΜΠΑΣΤΑΡΔΟ ΜΩΡΟ” ΤΩΝ FALL ΜΕ ΤΟ CHICAGO HOUSE

Το «αναρχικό» ντουέτο που έκανε ξανά «βρώμικη» την dance μουσική μιλάει στο NEWS 24/7, λίγο πριν την πρώτη του φορά στην Αθήνα την Κυριακή 25/2.

Οι Paranoid London έσκασαν περίπου από το πουθενά το 2012, σε μια χορευτική σκηνή που για άλλη μια φορά στρεφόταν στο underground για να σώσει την ψυχή της μετά την επέλαση του EDM. Ο Quinn Whalley (ψηλός, φαλακρός, γενάκι καθοδηγητή της Οκτωβριανής Επανάστασης, έχει πάντα έτοιμο ένα αστείο) κι ο Gerardo Delgado (μικροκαμωμένος, με μεσογειακό αίμα να κυλάει στις φλέβες του, έχει πάντα έτοιμο ένα ξέσπασμα) δεν ήταν κάποιοι πιτσιρικάδες νοσταλγοί της έκρηξης του acid house που δεν έζησαν. 

Ήταν εκεί από τα late 80s-early 90s έχοντας υπηρετήσει την σκηνή από διάφορα πόστα: DJs, παραγωγοί, A&R σε δισκογραφικές, υπάλληλοι σε θρυλικά δισκάδικα όπως το λονδρέζικο FatCat. H προειδοποιητική τους βολή (και μαζί η καλύτερη κάρτα γνωριμίας) ήταν όταν ως One Last Riot διασκεύασαν το “Immortality” των Fall με τον θρύλο του Chicago house, Paris Brightledge, στα φωνητικά. Αυτά ήταν τα δύο συστατικά της πρότασής τους: αναλογικά acid bleeps κι ένα -πότε ειρωνικό, πότε μισανθρωπικό, πότε σέξι-  ανελέητο γρύλλισμα να τα συνοδεύει. 

Στην πορεία, βρήκαν το όνομά τους κι άρχισαν να κυκλοφορούν το ένα killer 12” μετά το άλλο. Έκαναν ξανά τη χορευτική μουσική υπόγεια, βρώμικη, kinky, επικίνδυνη – το ίδιο ελκυστική σε γκοθάδες, χορευτές που εξασκούν τις ρομποτικές κινήσεις τους στην πίστα, θαμώνες dark rooms. Οι ίδιοι παρέμεναν μυστηριώδεις, οι δίσκοι τους εξαντλούνταν πριν καν κυκλοφορήσουν, στα δύο τους άλμπουμ συνεργάστηκαν με ιερά τέρατα όπως ο Alan Vega, ο Arthur Baker κι ο Simon Topping των A Certain Ratio. 

Το μυστικό, φυσικά, δεν θα μπορούσε να μείνει για πολύ καιρό κρυφό. Το κοινό μεγάλωσε, το ίδιο και οι απαιτήσεις, όχι όμως και η αουτσάιντερ λογική με την οποία λειτουργούν ο Quinn κι ο Del (κυκλοφορούν πολλές ανάλογες ιστορίες, με πιο χαρακτηριστική εκείνη που πληρώθηκαν για να ΜΗΝ παίξουν σε ένα γιοτ στην Ιμπίθα μπροστά σε ένα super reach κοινό που μάλλον δε θα του καταλάβαινε, όπςω διαπίστωσε κάπως αργά εκείνος που τους είχε κλείσει).

Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησαν το τρίτο τους άλμπουμ Arseholes, Liars, and Electronic Pioneers, ίσως το πιο προσιτό τους μέχρι τώρα, σίγουρα εκείνο που τους βρίσκει στην πιο εξωστρεφή φάση. Φωτογραφίζονται, δίνουν πολλές συνεντεύξεις, το ευχαριστιούνται. Αφού, έτσι κι αλλιώς έχουν πολλά στιγμιότυπα να μοιραστούν έχοντας εξελιχθεί σε κάτι σαν late bloomers/άτυποι αρχηγοί της λονδρέζικης συμμορίας που έχουν σχηματίσει με σχήματα όπως οι Fat White Family, Decius, Warmduscher.

Το ραντεβού μας στο Zoom τους βρίσκει στο στούντιο τους στο Λονδίνο με το λαχανί χρώμα στον τοίχο (φοβερό color blocking με το ροζ hoodie που φοράει ο Quinn), έτοιμους να με ξεναγήσουν στον χώρο και να μου εξηγήσουν πως δουλεύουν όλα αυτά τα αναλογικά «μπλιμπλίκια» με τα οποία υποστηρίζουν το hybrid set που θα παρουσιάσουν την πρώτη τους φορά στην Αθήνα την Κυριακή 25.2 στο πλαίσιο των Eden Nights του Plissken, προετοιμάζοντας το έδαφος για τους 2manydjs που εμφανίζονται αμέσως μετά…

 

Η ιστορία του τίτλου του νέου άλμπουμ είναι πώς…δεν είχαμε τίτλο. Το Arseholes, Liars, and Electronic Pioneers προέκυψε από κάτι που είπε ο Ντελ και πια έχει βγει εκτός ελέγχου (γέλια). Δεν είναι πάντως κριτική για την σκηνή ή τη μουσική βιομηχανία, εμείς τους περισσότερους μουσικούς ως πρωτοπόρους τους βλέπουμε. Από την άλλη, οι δύο πρώτες λέξεις ταιριάζουν στους πολιτικούς και τους σελέμπριτι. 

Όταν πρωτοσυναντηθήκαμε, κάναμε τα κομμάτια μας να ακούγονται σαν να έχουν φτιαχτεί σε ένα τεράστιο στούντιο. Πολύ γρήγορα,, αλλάξαμε τελείως λογική και τα κάναμε να ακούγονται σαν να έχουν φτιαχτεί σε κάποιο ετοιμόρροπο υπόγειο, έτσι βέβαια μας έμαθε ο κόσμος. Για το καινούριο άλμπουμ, αποφασίσαμε να πάμε big ξανά. Από την άλλη είναι κι αναπόφευκτο: οι δύο πρώτοι δίσκοι είναι φτιαγμένοι για να παίζονται σε κλαμπ, μπροστά σε 5 ως 600 ανθρώπους στις 4 το πρωί. Αλλά, όσο μεγάλωνε το πρότζεκτ, οι 600 άνθρωποι έγιναν μέχρι και 10.000. Δεν μπορείς να παίζεις lo-fi acid house σε ένα ανοιχτό φεστιβάλ, απλά δε λειτουργεί…

Όντως έχουμε πει πώς το επόμενό μας άλμπουμ θα ήταν progressive house, αλλά δεν εννοούσαμε τη μουσική της εποχής Sasha – Digweed που εξελίχθηκε σε κάτι απόλυτα εμπορικό και βαρετό. Αυτό που είχαμε στο μυαλό μας ήταν οι δίσκοι των Sabres of Paradise ή labels σαν την Guerilla Records, τέτοια πράγματα – λίγο πιο dubby. 

Ε, εντάξει, ο Bobby έχει πάντα τις καλύτερες ιστορίες (σ.σ. o Bobby Gillespie των Primal Scream από τους συνεργάτες τους στο νέο δίσκο) . Μπορεί να τον ρωτήσεις αν θέλει μια κούπα τσάι και να σου απαντήσει για εκείνη τη φορά που έπινε τσάι με τον Bowie και του έπεσε το παντελόνι, κι έσκασαν στα γέλια ή κάτι παρόμοιο. Τους ξέρει όλους, έχει κάνει κάτι με όλους. Ας πούμε κι εμείς συνεργαστήκαμε με τον Alan Vega (των Suicide), αλλά αυτός έχει κάνει παρέα μαζί του, με πιάνεις; ΚΙ όμως διατηρεί την περιέργειά του για νέα μουσική και νέες μπάντες. Του λες κάτι και σου απαντά κάνοντας αναφορά σε Harold Melvin and the Blue Notes. Είναι απολαυστικό να περνάς χρόνο μαζί του. 

Όταν γνωριστήκαμε,  ήμουν ίσως ο μοναδικός άνθρωπος στο Λονδίνο που είχα στούντιο και καθόλου δουλειά (γέλια), O Del ερχόταν μόνο 3-4 φορές τον χρόνο στην Αγγλία, ήταν πολύ απασχολημένος και δεν είχε καθόλου χρόνο. Μας σύστησε ένας κοινός γνωστός και τελικά ο Del ξεκίνησε να δουλεύει μαζί μου, μάλλον επειδή δεν το έκανε κανένας άλλος. Πρέπει να ήταν γύρω στο 2001. (Quinn)

Ναι, το κάναμε. Στην αρχή κόβαμε λιγότερους δίσκους απ’ όσους ξέραμε ότι μπορούσαμε να πουλήσουμε. Γιατί θέλαμε να πατήσουμε πάνω σε αυτό το συναίσθημα, που όλοι γνωρίζουμε από μικρά παιδιά, ότι θέλεις περισσότερο αυτό που δεν μπορείς να έχεις. (Del)

Το μόνο debate που μετράει είναι το εξής: καλός δίσκος vs κακός δίσκος. Είναι πολύ βαρετη και σούπερ ξεπερασμένη η κουβέντα για το format, βινύλια vs usb sticks κτλ. Απορώ πώς τσακώνονται ακόμα γι’ αυτό on line, όποτε το βλέπω αισθάνομαι ότι γυρίζω 20 χρόνια πίσω. 

ΟΚ δε θα σου πω ότι καλός DJ είναι αυτός που σε πάει ένα ταξίδι, σε πάει διακοπές ή ο,τιδήποτε άλλο. Για να είμαι ειλικρινής ένα καλό κριτήριο είναι αν ένας DJ μπορεί με τον τρόπο που θα τον παίξει να σε κάνει να γουστάρεις έναν δίσκο που νόμιζες ότι μισούσες. (Quinn)

Εμένα οι περισσότεροι DJs που μου αρέσουν είναι warm up DJs. Αλλά, πάντα με συναρπάζει να βλέπω, ας πούμε, τα άσημα ονόματα να βάζουν τόσο ωραία τους δίσκους στη σειρά και να χτίζουν το γκρουβ, ακόμα κι αν είναι δεν είναι οι καλύτεροι τεχνικά. Κι επίσης, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να παίξουν τους “μεγάλους” δίσκους, γιατί αυτό θα το κάνει ο headliner. (Del) 

Πάντα είναι συναρπαστικό να παίζεις σε καινούρια μέρη, να γνωρίζεις καινούριος ανθρώπους, να πηγαίνεις για φαγητό μαζί τους. Το βαρετό είναι να ξυπνάς 5 το πρωί για να προλάβεις την πτήση που θα σε πάει στο επόμενο gig. (Quinn)

Κι από την άλλη είναι φοβερό να βλέπεις την φλόγα στα μάτια παιδιών που είναι 21,22,25 χρόνων και τα δίνουν όλα ως DJs, promoters κτλ. Λες, πώπο, έτσι ήμουν πριν 30 χρόνια, θα φτάσετε κι εσείς τα 50 και θα είστε κατακοποι. Όμως, στ’ αλήθεια, τίποτα δεν είναι σημαντικότερο στη φάση μας από τους δίσκους. Αυτοί είναι που μετράνε. Σιχαίνομαι τα κλαμπ που νομίζουν ότι είναι μεγαλύτερα από τη μουσική, που σου υπαγορεύουν τι θα παίξεις κι όλες αυτές τις μαλακίες. Φίλε, για τη μουσική είμαστε όλοι εδώ. Κανείς δεν πρέπει να παίρνει τον εαυτό του πολύ σοβαρά. (Del) 

Έχουμε δουλέψει από διάφορα πόστα με σούπερσταρ DJs και ξέρουμε πόσο εύθραυστοι είναι. Μπροστά συμβαίνει όλο αυτό το μεγάλο σόου και πίσω κλαίνε κάτω από το μαξιλάρι τους. Κάπως καταλάβαμε ότι δεν είναι και πολύ ωραία τελικά να βρίσκεσαι στην κορυφή, γιατί γίνεσαι πολύ απασχολημένος με το να προσπαθείς να μείνεις εκεί. Είναι καλύτερα στον πάτο, εκεί που βρισκόμαστε εμείς (γέλια). (Quinn)

Ναι, επιβεβαιώνω ότι προσπαθήσαμε σοβαρά να σαμποτάρουμε τους εαυτούς μας. Κι έτσι το σταριλίκι δε συνέβη. Είναι το χειρότερο πράγμα στον κόσμο να είσαι νούμερο 1, και να χάνεις τον ύπνο σου μήπως πέσεις καμιά θέση. (Del) 

Δεν σημαίνει ότι επειδή βγαίνεις έξω και χορεύεις, δεν είσαι θυμωμένος για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Αναρχία δεν είναι η μεταβίβαση της εξουσίας μικρές ομάδες ανθρώπων; Ναι, το ξέρω οτι χρησιμοποιούν τον όρο “αναρχικοί” για να μας περιγράψουν, ίσως δεν είμαστε καν αυτό που φαντάζονται αν κι ο όρος ίσως στέκει όσον αφορά τις δικές μου πολιτικές απόψεις. (Quinn)

Μη με κουρδίζεις τώρα. Δεν εμπιστεύομαι κανέναν. Στ’ αλήθεια κανέναν, από όποιο κόμμα κι αν προέρχεται. Γιατί όποιον κι αν εκπροσωπείς στην πολιτική, στο τέλος δουλεύεις για τον εαυτό σου. Για το συμφέρον σου, οπότε άντε και γαμήσου. Το λέω έχοντας επίγνωση δύο πολιτικών συστημάτων, τόσο του ισπανικού όσο και του αγγλικού. Ας πούμε, η διαφθορά που υπάρχει σε τοπικό επίπεδο στην Τενερίφη όπου ζω εδώ και 20 χρόνια, είναι αδιανόητη. Κυριολεκτικά, φτάνει στο επιπεδο να αποφασίζει ποιος θα κάνει πάρτι και ποιος όχι. Αν δεν λαδώσεις τα κατάλληλα πολιτικά χέρια, δεν μπορεί να κάνεις τίποτα. (Del) 

Νομίζω, η χειρότερη περίοδος για τη βρετανική μουσική ήταν τότε γύρω στο 2000 που κυριαρχούσε αυτό το progresive house της σχολής Sasha-Digweed. Άθλιο δεν ήταν; Αν και να ξέρεις, δεν είμαι αθώος, έχω φτιάξει πολλά τέτοια κομμάτια εκείνη την εποχή, αλλά μη με ρωτήσεις να σου πω με ποια ονόματα τα υπέγραφα…Καμια φορά τα σκέφτομαι και λέω “Θεέ μου τι έκανα;” (Quinn)

Α, όχι εμένα τα χειρότερά μου, ήταν εκείνα τα “μεγάλα” electro house κομμάτια, πάλι στις αρχές των 00s. Να στο πω αλλιώς: Σταμάτησα να ακούω και να αγοράζω μουσική για 5 χρόνια. Γύρισα ξανά στη disco και το post punk που ηξερα πολύ καλά… Δεν έχω αγαπημένες περιόδους, έχω αγαπημένους δίσκους. 1,2,5,10 δίσκοι που ξεχωρίζουν κάθε χρόνο. Γιατί κάθε είδος είναι φοβερό στην αρχη, δες acid house-Italian house-progressive house, και στο τέλος βγαίνουν πολλά σκουπίδια επειδή όλοι καταλήγουν να κάνουν το ίδιο πράγμα.  (Del) 

Αν είμαστε περισσότερο επηρεασμένοι από τους Fall ή το Chicago house; Οοο, καλή ερώτηση. Είναι εντελώς 50-50. Είμαστε το άτακτο μπάσταρδό μωρό τους. Έχουμε κλεψει πάρα πολλά πράγματα κι από τις δύο πλευρές. Όχι μόνο μουσικά, αλλά σε θέματα συμπεριφοράς. Γιατί μεταξύ τους, είχαν πολλά κοινά ως φιλοσοφία, όσο διαφορετική κι αν ακούγεται η μουσική. 

Αυτό που θα παρουσιάσουμε στην Αθήνα είναι κάτι υβριδικό όπου επί της ουσίας εγώ (σ.σ. Quinn) κάνω DJ set με ειδικά edits σε δικά μας κομμάτια αλλά και κομμάτια άλλων. Και πάνω σε αυτή τη βάση, έρχεται ο Del με ένα αναλογικό sequencer και πετάει loops, μπασογραμμές από Roland 303 ή drum patterns από Roland 202. Στην πραγματικότητα, είναι κάτι που φτιάχνεται επί τόπου και γι’ αυτό είναι τόσο συναρπαστικό για εμάς, έχει αυτήν την αίσθηση του “live”. Χωρίς όμως να υποχρεώνουμε τον κόσμο να κοιτάζει εμάς, θέλουμε να κοιτάζουν ο ένας τον άλλον και να χορεύουν. Τίποτα δεν είναι προσχεδιασμένο, έχει την αυθορμητικότητα ενός dj set. Κάτι άλλο πολύ συναρπαστικό είναι πώς όλα γίνονται χωρίς sync, άρα ανά πάσα στιγμή μπορεί ο αυτοσχεδιασμός να βγει εκτός χρόνου και να συμβεί η απόλυτη καταστροφή. Αυτός ο φόβος μας κρατάει σε εγρήγορση. 

Τους αδερφούς Ντιβέλ (2manydjs) γνωρίσαμε πριν λίγα χρόνια. Είναι πολύ ωραίοι τύποι.. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα είδα το live show με το οποίο επέστρεψαν ως Soulwax και είναι καταπληκτικό. Με τη διώροφη σκηνή, τους τρεις ντράμερ και τα χειροποίητα synths τους. 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα