ΜΑΡΙΑ ΑΛΙΦΕΡΗ – ΣΠΥΡΟΣ ΧΑΤΖΗΑΓΓΕΛΑΚΗΣ: “ΤΟ BLUE TRAIN ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΕΣΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΑΣ”
Η Μαρία Αλιφέρη και ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης μιλούν στο NEWS 24/7 με αφορμή το Blue Train που έγραψε ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος και σκηνοθετεί ο Γιώργος Σουλεϊμάν στο θέατρο Άλμα.
Το “Blue Train”, το νέο έργο του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σουλεϊμάν, συνεχίζει τις sold-out παραστάσεις του στο Θέατρο ΑΛΜΑ, κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Με χιούμορ, συγκίνηση και τρυφερότητα, το έργο αποτυπώνει την υπαρξιακή και ηλικιακή κρίση μιας γενιάς που παλεύει να συμβιβάσει την αθωότητά της με την αμείλικτη ροή του χρόνου.
Πρόκειται για ένα σύγχρονο θεατρικό έργο που, με αφορμή την ιστορία ενός γκέι άνδρα που αναζητά αποδοχή – ακόμα και από τον ίδιο του τον εαυτό – ξετυλίγει μια αφήγηση που τελικά αγγίζει τους πάντες. Μέσα από χιούμορ, συγκίνηση και τρυφερότητα, το έργο σκιαγραφεί την υπαρξιακή και ηλικιακή κρίση μιας χαμένης γενιάς. Μιας γενιάς που αγωνίζεται να διατηρήσει την αθωότητά της, ενώ παράλληλα προσπαθεί να συμβαδίσει με τον αμείλικτο ρυθμό του χρόνου.
Συνάντησαμε δύο εκ των πρωταγωνιστών του, τη Μαρία Αλιφέρη και τον Σπύρο Χατζηαγγελάκη, στο Φουαγιέ του Θεάτρου Άλμα και κάναμε μαζί τους μία πολύ ωραία συζήτηση για τις προκλήσεις των ρόλων τους, τις στιγμές που τους καθήλωσαν και τα μηνύματα του έργου που αναδεικνύουν την ανθρώπινη ανάγκη για αποδοχή και αλλαγή.
Το Blue Train, η μετάβαση στην ωριμότητα και η ανάληψη ευθύνης
“Το Blue Train είναι ένα έργο που νιώθω ότι αγγίζει βαθιά τον καθένα, ανεξαρτήτως φύλου ή σεξουαλικότητας. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από το τραύμα της μη αποδοχής ενός γκέι άντρα και την κρίση ηλικίας του. Όμως, σταδιακά συνειδητοποιείς ότι μιλάει για όλους μας εστιάζοντας στο τι συμβαίνει μέσα σε μια οικογένεια.
Στους ήρωες του έργου μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τα τραύματά του, και να εξετάσει πώς να τα διαχειριστεί σε σχέση με τους ανθρώπους που τα πυροδότησαν – είτε αυτοί είναι η μητέρα, ο γιος, η φίλη ή ο σύντροφος. Ο κάθε χαρακτήρας φέρει κάτι διαφορετικό και λειτουργεί σαν καθρέφτης για τους γύρω του.
Αυτό που βρίσκω συγκινητικό είναι ότι όλοι έχουν δίκιο. Όπως και στη ζωή, όταν συγκρουόμαστε με κάποιον, ο καθένας μας διεκδικεί και πιστεύει κάτι συγκεκριμένο, το οποίο έχει νόημα και αξία για τον ίδιο. Το έργο, λοιπόν, μας οδηγεί σε έναν βαθύτερο προβληματισμό για τις ανθρώπινες σχέσεις και την πολυπλοκότητά τους” αναφέρει ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης για το έργο.
Και η Μαρία Αλιφέρη συνεχίζει λέγοντας πως “το έργο θίγει παράλληλα τη δύσκολη μετάβαση από την παιδικότητα στην ωριμότητα που είναι ένα κεντρικό ζήτημα. Πρόκειται για μία εξαιρετικά “επώδυνη” φάση, καθώς ο άνθρωπος καλείται να αποφασίσει αν θα ωριμάσει και θα προχωρήσει στη ζωή του ή αν θα παραμείνει “καθηλωμένος” στη νεανική ηλικία. Αυτή η μετάβαση θεωρείται από τις πιο δύσκολες στη ζωή μας και επιστημονικά.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η αντιπαράθεση διαφορετικών κόσμων. Παλαιότερες και νεότερες γενιές, διαφορετικές αντιλήψεις ζωής και νοοτροπίας συγκρούονται, δημιουργώντας έναν καθρέφτη για τους θεατές. Ο καθένας μπορεί να βρει κομμάτια του εαυτού του σε κάποιον από τους χαρακτήρες, και αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, εξαιρετικό.
Η μετάβαση αυτή δεν αφορά μόνο το παιδί, αλλά και τη μητέρα..
“Βέβαια, η αλλαγή αυτή αφορά τους πάντες” συμφωνεί η Μαρία Αλιφέρη και προσθέτει “και βέβαια επηρεάζει και τη μητέρα, που πολλές φορές προσκολλάται στο παιδί και αρνείται να κάνει τη δική της μετάβαση. Είναι δύσκολο να αποδεχθεί ότι πρέπει να ωριμάσει και να αποκολληθεί, επιτρέποντας στο παιδί να χαράξει τη δική του πορεία.
Δεν είναι τυχαίο που συχνά βλέπουμε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας να παραμένουν “καθηλωμένοι” σε αντιλήψεις και νοοτροπίες του παρελθόντος. Το έργο αποτυπώνει αυτές τις συγκρούσεις, φέρνοντας στο φως τη δυσκολία της αποδοχής και της εξέλιξης για όλους τους εμπλεκόμενους”.
Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης προσυπογράφει λέγοντας: “είναι πολύ σημαντικό αυτό που λέει η Μαρία. Και τώρα που το σκέφτομαι, παρατηρώ κάτι: Εγώ μίλησα για τα τραύματα που μας προκαλεί η ζωή και πώς αυτά συχνά συνδέονται με άλλους ανθρώπους. Όμως, αυτό που παρέλειψα –και που έχει τεράστια σημασία– είναι ότι η ενηλικίωση είναι πάνω απ’ όλα ζήτημα προσωπικής ευθύνης. Είναι στο χέρι μας να πάρουμε την απόφαση να μεγαλώσουμε, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να προχωρήσουμε. Κάτι που μια άλλη γενιά μπορεί να το βλέπει διαφορετικά, αλλά για εμάς είναι θεμελιώδες.”
Λένε πάντως ότι ενηλικιώνεσαι όταν σταματάς να ρίχνεις ευθύνες στους γονείς σου…
“Στην ψυχανάλυση, αυτό περιγράφεται ως η περίφημη προβολή. Ο άνθρωπος, αντί να στραφεί μέσα του και να δουλέψει τον εαυτό του, προβάλλει στον άλλον τα δικά του θέματα. Η πραγματική ωρίμαση ξεκινά τη στιγμή που σταματάς να λες “φταίει ο άλλος” και αρχίζεις να αναρωτιέσαι “φταίω εγώ; Τι θα μπορούσα να κάνω καλύτερα;”. Όταν ο άνθρωπος αναλαμβάνει τις ευθύνες του, τότε πραγματικά εξελίσσεται και ωριμάζει” τονίζει η Μαρία Αλιφέρη.
Ο Μιχάλης ο ήρωας του έργου είναι μόνος. Είναι πολύ πιο ισχυρή η μοναξιά της δικής του γενιάς. Πώς το αισθάνεστε μία εποχή που όλοι επικοινωνούμε με όλους τους τρόπους και ανά πάσα στιγμή;
Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης παίρνει τον λόγο λέγοντας: “Η ζωή μας έχει γίνει τόσο γρήγορη, που οι σχέσεις έχουν αποκτήσει παροδικό και επιφανειακό χαρακτήρα. Έτσι μεγαλώσαμε, έτσι μάθαμε. Η μονιμότητα και η σταθερότητα δεν μας εκφράζουν πλέον. Κυνηγάμε διαρκώς νέες δουλειές, νέες προκλήσεις, νέες σχέσεις, νέα χόμπι – τρέχουμε πίσω από την κοινωνία της υπερκατανάλωσης και του καπιταλισμού, προσπαθώντας να κάνουμε πραγματικότητα όνειρα που συχνά δεν είναι καν δικά μας, αλλά επιβαλλόμενα από το κοινωνικοοικονομικό σύστημα.
Ο Μιχάλης βιώνει αυτή τη μοναξιά, και η μοναξιά του συνδέεται βαθιά με την έλλειψη αποδοχής – πρωτίστως από τον ίδιο τον εαυτό του σε σχέση με τη σεξουαλικότητά του. Αυτό είναι το βασικό βήμα που πρέπει να κάνει για να προχωρήσει. Στο έργο, μιλάει για τον πατέρα του ως “ο άντρας σου” – ο άντρας της μητέρας του, αποφεύγοντας να τον αποκαλέσει πατέρα. Αυτή η σχέση είναι το μεγαλύτερο αγκάθι στη ζωή του.
Δεν έχει ουσιαστικό θέμα με τη μητέρα του, από τον πατέρα του επιζητά αγάπη, θαλπωρή, αποδοχή και φροντίδα. Αυτές οι ανάγκες είναι θεμελιώδεις για εκείνον και συνδέονται άμεσα με τη μοναξιά που βιώνει. Για τον Μιχάλη, η αποδοχή από τον πατέρα του λειτουργεί ως επιβεβαίωση και επιβράβευση. Αν δεν μπορέσει να τη λάβει, θα χρειαστεί να πάρει τη δύσκολη απόφαση να συνεχίσει τη ζωή του μόνος, χωρίς αυτήν την αποδοχή – κάτι που απαιτεί τεράστια δύναμη”.
Και η Μαρία Αλιφέρη αναφέρει “η εποχή μας χαρακτηρίζεται, λίγο ή πολύ, από έναν αυτιστικό και ναρκισσιστικό χαρακτήρα. Αν σκεφτούμε σε βάθος αυτά που είπε ο Σπύρος μέσα σε όλα βρίσκεται ένας βαθύς ναρκισσισμός. Η ισορροπία του ανθρώπου, όμως, έρχεται όταν καταφέρει να σπάσει αυτόν τον μικρό, εγωκεντρικό κύκλο και να στραφεί προς τα έξω, να επικοινωνήσει ουσιαστικά.”
Στην ερώτησή μου τι έχει φταίξει όμως και έχουμε φτάσει σε αυτό απαντά με σιγουριά “Το εγώ. Το παντοδύναμο εγώ”.
Το παντοδύναμο “εγώ”
Στην πανδημία “ταρακουνηθήκαμε” πολύ ως “εγώ” έτσι;
“Κάποιοι λίγοι ξύπνησαν, οι περισσότεροι παρέμειναν καθηλωμένοι. Πολλοί είδαν μόνο τη δυσκολία και έμειναν στάσιμοι. Για τους λίγους, όμως, ήταν ένα ερέθισμα, μια ευκαιρία να συνειδητοποιήσουν πράγματα και να εξελιχθούν. Αυτό φέρνει στο φως ένα άλλο μυστικό της ζωής: να μπορούμε να βλέπουμε την αθέατη πλευρά της. Συχνά, μένουμε καθηλωμένοι σε αυτό που φαίνεται, στην επιφάνεια, και χάνουμε την ουσία” λέει η Μ. Αλιφέρη.
Και η ειρωνεία είναι ότι όλοι κάνουμε ψυχανάλυση…
Και προσθέτει “«Η ψυχοθεραπεία έχει γίνει μόδα. Σε μεγάλο βαθμό, πολλοί την αντιμετωπίζουν επιφανειακά, σαν “ψυχανάλυση του ποδαριού”. Οι άνθρωποι συχνά αναζητούν απλώς ένα ακόμα δεκανίκι, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι το πραγματικό ζητούμενο είναι να μάθουν να περπατούν μόνοι τους, στα δικά τους πόδια.
Ας με συγχωρήσουν οι ειδικοί, αλλά όταν η ψυχανάλυση γίνεται πρόχειρα, γενικευμένα ή επιφανειακά, ο άνθρωπος καταλήγει να λειτουργεί σαν δεκανίκι και παραμένει “κουτσός”. Το ουσιαστικό είναι ο ψυχαναλυτής, ο πνευματικός ή οποιοσδήποτε δάσκαλος να σε βοηθήσει να σταθείς στα πόδια σου, να περπατήσεις μόνος σου και να μην τον χρησιμοποιείς ως υποστήριγμα”.
Πρέπει να είμαστε και εμείς πάντως έτοιμοι να περπατήσουμε. Οι περισσότεροι κάνουν ψυχοθεραπεία σαν άλλοθι πως αυτοί δουλεύουν με τον εαυτό τους..
Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης συμφωνεί λέγοντας “ναι, και αυτό ενισχύει πολύ τη ναρκισσιστική πλευρά. Βλέπεις ανθρώπους που κάνουν ψυχανάλυση και λένε: “Εγώ είμαι πολύ καλά με τον εαυτό μου, κάνω ψυχανάλυση πέντε χρόνια, και να σου πω κάτι; Αυτός είμαι. Και αν σου αρέσει, καλώς. Εγώ αυτό είμαι”. Λείπει η ουσιαστική αποδοχή του εαυτού μας, που περιλαμβάνει και τα λάθη μας”.
Και η Μαρία Αλιφέρη αναφέρει πως “η πραγματική ωρίμαση, το να μεγαλώσεις, δεν έχει σχέση με τον χρόνο. Είναι ζήτημα εσωτερικής αντιμετώπισης και αυτογνωσίας”.
Οι δύο γενιές πώς επικοινωνούν στο έργο;
Η Μαρία Αλιφέρη πιστεύει πως “Όλοι οι χαρακτήρες έχουν καθηλωθεί κάπου, σε διαφορετικά στάδια της ζωής τους. Κανείς δεν έχει ολοκληρώσει τη μετάβαση που απαιτεί η ωρίμανση, και αυτό είναι που δυσκολεύει την επικοινωνία μεταξύ των γενεών. Παραμένουν εγκλωβισμένοι στις δικές τους αντιλήψεις και βιώματα. Ο άνθρωπος δεν θέλει να πάρει τις ευθύνες του, δεν θέλει να μεγαλώσει. Ο υπαρξιακός φόβος του τέλους κρύβεται πίσω από κάθε προσπάθεια να αποφύγουμε την ενηλικίωση
Από τη στιγμή που είσαι παιδί, ζεις μέσα στην ψευδαίσθηση ότι θα παραμείνεις παιδί για πάντα. Όμως, το να μεγαλώσεις σημαίνει να αποδεχτείς και την αναπόφευκτη πραγματικότητα του θανάτου”.
Και η ανάληψη ευθυνών είναι η λέξη κλειδί σήμερα…
Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης αναφέρει “το σφάλμα της νέας γενιάς, όπως βλέπουμε και στον χαρακτήρα του Μιχάλη, είναι ότι μεγαλώνει με την επιθυμία να γίνει αποδεκτός από τους γονείς του. Από την άλλη, το λάθος της νεότερης γενιάς είναι και η αδυναμία αποδοχής ότι οι γονείς τους είναι αυτοί που είναι. Έχουν επιλέξει πώς θέλουν να είναι, δεν είναι δουλειά της νέας γενιάς να τους αλλάξει.
Μαρία Αλιφέρη: Και συχνά αυτό το βάρος φορτώνεται ενοχικά. Η νέα γενιά πρέπει να αποδεχτεί ότι η μεγαλύτερη γενιά έχει κάνει τις δικές της επιλογές. Το ίδιο ισχύει και αντίστροφα: η μεγαλύτερη γενιά οφείλει να αποδεχτεί τον δρόμο που επιλέγει το παιδί, με βάση τις δικές του προσλαμβάνουσες και αξίες”.
Η υπέρβαση της αγάπης
Η αγάπη πού βρίσκεται σε όλο αυτό;
“Ξέρουμε τι σημαίνει αγάπη;” αναρωτιέται η Μαρία Αλιφέρη και συνεχίζει “Λένε πως ο έρωτας σκοτώνει και για αυτό βλέπουμε και μεγάλους έρωτες. Η αγάπη θυσιάζεται. Η αγάπη δεν είναι ούτε λόγια ούτε “Σ αγαπώ, μ αγαπάς”. Αν φτάσει κανείς στο βάθος της αγάπης, τότε υπερβαίνει τον εαυτό του και αποδέχεται τον άλλον”.
Είναι υπέρβαση η αγάπη… Στις μέρες μας κυκλοφορεί σαν τσόφλι. Όλοι μιλάμε εύκολα για αγάπη, αλλά συχνά στην πραγματικότητα αγαπάμε τον εαυτό μας, όχι τον άλλον.
Ως μητέρα στο έργο, προσπαθώ να δείξω δύο πλευρές: πως αγαπάει το παιδί της, αλλά το αγαπάει με λάθος τρόπο. Η φύση μάς διδάσκει τους νόμους της ζωής. Την κλώσσα, όταν μεγαλώνει τα μικρά της δεν την πλησιάζει κανείς. Τα προστατεύει με κάθε τρόπο. Όσο μεγαλώνουν, όμως, τα αφήνει σιγά σιγά και στο τέλος, τα σπρώχνει να φύγουν. Αυτή είναι η φυσική πορεία της αγάπης. Ο γονιός πρέπει να αφήσει το παιδί να προχωρήσει, αλλά αυτό απαιτεί θάρρος και βαθιά κατανόηση της αγάπης”.
Ποια σκηνή Σπύρο είναι αυτή που σε “αρπάζει”;
“Ξέρεις ταυτίζομαι σε πολλά σημεία με τον ρόλο του Μιχάλη. Στο πώς έχει επιλέξει να ζει, στο πώς κρατά τους ανθρώπους σε απόσταση, στις εφήμερες σχέσεις. Μου βγαίνει αυθόρμητα η συγκίνηση, χωρίς καμία πίεση. Μια από τις πιο δυνατές στιγμές για μένα είναι όταν ο πρώην σύντροφός μου λέει ότι έχει προχωρήσει στη ζωή του και με προειδοποιεί: “Αν συνεχίσεις έτσι, θα μείνεις μόνος σου. Δεν έχεις μάθει ποτέ να αγαπάς και να αγαπιέσαι. Αυτό είσαι, αυτό έχεις επιλέξει να είσαι.”
Αυτό με διαλύει εσωτερικά, γιατί έχω πολλά κοινά με αυτή τη φράση. Με κάνει να αναμετρηθώ με κομμάτια του εαυτού μου που δεν είναι εύκολα να αποδεχτώ” απαντά.
Πάντως η παράσταση δεν έχει να κάνει με το τραύμα της αποδοχής της ομοφυλοφιλίας του Μιχάλη…
Η Μαρία Αλιφέρη αναφέρει πως “ακριβώς. Αυτό είναι απλώς η αφορμή. Στο τέλος, καταλαβαίνεις ότι όλοι οι θεατές, με διαφορετικό τρόπο, συναντιούνται με κάποιον από τους χαρακτήρες. Το έργο είναι πολύ πιο ευρύ από το σημείο απ’ όπου ξεκινάει ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος. Και ίσως εδώ να βρίσκεται η πραγματική επιτυχία του έργου: στο ότι καταφέρνει να μιλήσει σε όλους, πέρα από το προφανές”.
Και ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης σημειώνει πως “στην ανάλυση που κάναμε στην αρχή όλοι μαζί, λέγαμε ότι δεν υπάρχει “τραυματομέτρο” σε μια οικογένεια ή σε έναν άνθρωπο. Ο καθένας βιώνει το δικό του τραύμα, και κανείς δεν μπορεί να καθορίσει αν είναι μικρό ή μεγάλο.
Δεν μπορεί κάποιος να πει: “Το τραύμα μου είναι ότι οι γονείς μου δεν αποδέχονται τη σεξουαλικότητά μου” και αυτόματα να θεωρηθεί “μεγαλύτερο” από το τραύμα κάποιου άλλου που λέει: “Οι γονείς μου έχουν χωρίσει και δεν ένιωσα ποτέ αγάπη.” Ή από κάτι που μπορεί να φαίνεται πιο απλό, αλλά για το άτομο που το βιώνει δεν είναι καθόλου απλό.
Το πώς βιώνει ο καθένας το τραύμα του είναι απολύτως μοναδικό. Αν υπάρχει τραύμα, τότε δεν υπάρχει χώρος για συγκρίσεις.”
Τι συμβολίζει το Blue Train;
Ο Σπύρος Χατζηαγγελάκη λέει πως: «Αρχικά, ήταν ένα παλιό γκέι μπαρ στην Κωνσταντινουπόλεως, που πλέον έχει κλείσει. Ο Γεράσιμος έδωσε αυτό το όνομα στην παράσταση ως αναφορά σε αυτό το μπαρ.
Παράλληλα, όμως, το Blue Train είναι και το τρένο της ζωής. Το “blue” από μόνο του έχει πολλούς συμβολισμούς – είναι το χρώμα της μελαγχολίας, της θλίψης, της μοναξιάς, αλλά και της ελευθερίας. Είναι μια έννοια που μπορεί να ερμηνευθεί με πολλούς τρόπους, ανάλογα με το πώς θα την δεις.
Ένας άλλος, λιγότερο εμφανής συμβολισμός, είναι οι συναντήσεις του Μιχάλη στο έργο που αντικατοπτρίζουν τη φυσική πορεία της ζωής ενός ανθρώπου. Πρώτα έρχεται σε επαφή με τους γονείς σου, μετά με τους φίλους σου – τους οποίους επιλέγεις – και στη συνέχεια με το ερωτικό σου κομμάτι, με τη σχέση. Αυτή η γραμμική πορεία είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, γιατί συνδέει την αφήγηση με την ίδια τη ζωή.
Και Μαρία Αλιφέρη καταλήγει: “Το Blue Train είναι ένα τρένο ζωής, όπου ο καθένας κατεβαίνει σε διαφορετικό σταθμό. Δεν πάνε όλοι στον ίδιο. Για παράδειγμα, η μητέρα έχει μείνει σε έναν συγκεκριμένο σταθμό, σε μια στάση της ζωής της.
Το μπλε σαν χρώμα τώρα. επειδή σαν άνθρωπος είμαι προσανατολισμένη πάντα προς το φως, το βλέπω σαν μια αναζήτηση του προορισμού, της Ιθάκης. Για μένα, το μπλε δεν έχει μέσα του μελαγχολία. Για μένα είναι ουρανός, είναι πέταγμα. Καμία μελαγχολία. Είναι η ελευθερία να ονειρεύεσαι και να προχωράς”.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Κείμενο: Γεράσιμος Ευαγγελάτος
Σκηνοθεσία: Γιώργος Σουλεϊμάν
Σκηνικά – Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη
Σχεδιασμός φωτισμών: Ζωή Μολυβδά Φαμέλη
Επιμέλεια Κίνησης: Χρήστος Ξυραφάκης
ΔΙΑΝΟΜΗ
Μιχάλης: Σπύρος Χατζηαγγελάκης
Γιάννης: Γιώργος Μπένος
Λου: Αναστασία Στυλιανίδη
Πάνος: Γιάννης Τσουμαράκης
Σοφία η Μαρία Αλιφέρη
Θέατρο Άλμα
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ: Κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00
Προπώληση εισιτηρίων: https://www.more.com/theater/blue-train/