ΜΕ ΤΟΥΣ NIGHTSTALKER ΚΑΙ ΤΟΥΣ FUNDRACAR ΛΙΓΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ
Οι frontmen των δύο συγκροτημάτων, Αργύρης Γαλιατσάτος και Μάριος Νταβέλης, μίλησαν στο Magazine για την πορεία τους μέχρι σήμερα και για την προβοκατόρικη σύμπραξή τους. Όλα αυτά εν όψει της μεγάλης τους συναυλίας στην Τεχνόπολη την Παρασκευή 16 Ιουνίου.
Περίπου μια δεκαετία μετά τη γνωριμία τους και τρεις εβδομάδες μετά την κυκλοφορία του “Ήρθε Η Ώρα / Say Your Prayer”, του προβοκατόρικου, από κοινού single τους, που όλως περιέργως δένει το βαρύ ροκ των Nightstalker και τη ρέγκε των Fundracar, οι δύο μπάντες ανυπομονούν να δουν από κοντά πώς θα αντιδράσει ο κόσμος στην επί σκηνής σύμπραξή τους.
Εν όψει της μεγάλης τους συναυλίας στην Τεχνόπολη την Παρασκευή 16 Ιουνίου, Αργύρης Γαλιατσάτος και Μάριος Νταβέλης μίλησαν στο Magazine για το πώς είναι να ζεις όχι από αλλά με τη μουσική στην Ελλάδα, φτιάχνοντας μαζί με τις χιλιάδες κόσμου που ακούνε τα τραγούδια σου και δίνουν το παρών στα live σου, ένα δικό σας αυτάρκες οικοσύστημα.
Πότε ακούσατε πρώτη φορά ο ένας τη μουσική του άλλου και τι σας έκανε κλικ;
Αργύρης Γαλιατσάτος: Πρώτη φορά τους ακούσαμε live σε ένα φεστιβάλ Legalize πριν χρόνια. Και μετά παίξαμε μαζί στην Έδεσσα, οπότε γνωριστήκαμε σιγά σιγά.
Μάριος Νταβέλης: Εμείς από την άλλη προφανώς γνωρίζουμε τι εστί Nightstalker περισσότερα χρόνια, είναι παλιότερη μπάντα.
ΑΓ: Γέρους μας λες τώρα, ε;
ΜΝ: Έτυχε λοιπόν να βρεθούμε σε διάφορα live. Πιστεύω ότι εξαρχής σεβόμασταν ο ένας τη μουσική του άλλου. Πέρα όμως από το ότι σπάγαμε πλάκα μαζί backstage, μέχρι τώρα δεν είχε προκύψει κάτι τόσο χειροπιαστό και ουσιαστικό.
Ποιος έριξε στο τραπέζι την ιδέα για το από κοινού single; Ή, για να το πούμε καλύτερα, το δύο σε ένα single “Ήρθε Η Ώρα / Say Your Prayer”;
ΜΝ: Είχε γίνει ένα πρώτο βήμα στο Alpha Frequency, ένα άλμπουμ που βγάλαμε εμείς λίγο πριν την πρώτη καραντίνα. Εκεί συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά σε ένα κομμάτι, το “I took too much”. Τότε ήρθαμε πιο κοντά. Όλο αυτό που γίνεται τώρα με αφορμή το single αλλά και το live στην Τεχνόπολη προέκυψε πέρυσι μέσα από ένα χαλαρό brainstorming. Μουσικά ξέρω ότι δεν έχουμε πολλά κοινά σημεία. Αλλά σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα, κολλάμε.
ΑΓ: Οπότε είπαμε γιατί όχι;
Κι ας είναι τόσο διακριτές οι διαφορές των ήχων σας.
ΑΓ: Ναι, είναι διακριτές. Ξεκινώντας από το ότι ο ένας τραγουδάει στα αγγλικά και ο άλλος στα ελληνικά.
ΜΝ: Μας ήρθε όμως η ιδέα και αυτή μας έδωσε το κίνητρο να το δούμε πιο σοβαρά το «έργο».
Στις 16 Ιουνίου θα δούμε λοιπόν τις μπάντες ξεχωριστά πάνω στη σκηνή αλλά και ταυτόχρονα;
ΜΝ: Σίγουρα αυτό που πάμε να κάνουμε δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα, ξεκινώντας από το κομμάτι της ηχοληψίας. Θα χρειαστούμε σαράντα κανάλια, που σημαίνει δυο κονσόλες, που σημαίνει τρελή οργάνωση. Γι’ αυτό το κάνουμε όμως. Για να είμαστε σε εγρήγορση και να δείξουμε κάτι καινούριο στον κόσμο. Εγώ έτσι το βλέπω.
Πόσο κοινό πιστεύετε ότι είναι το κοινό των Fundracar με των Nighstalker;
ΜΝ: Στο τελευταίο live πάντως των Fundracar στο Κύτταρο είδα μπροστά μπροστά άτομο με μπλουζάκι Nightstalker.
ΑΓ: Εγώ από την άλλη σε live Nightstalker δεν έχω δει άτομο με μπλουζάκι Fundracar.
ΜΝ: Σε ένα live φορούσες εσύ!
ΑΓ: Πάντως εμείς οι ίδιοι στην τελευταία περιοδεία πολλές μέρες βάζαμε να ακούσουμε Fundracar. Δεν έχει ξαναγίνει αυτό, να είμαστε στο δρόμο και να ακούμε ελληνικό στίχο. Και συνέχεια φωνάζαμε μεταξύ μας: «Τι λέει! Μα τι λέει!».
ΜΝ: Τελικά μέσα από αυτή τη σύμπραξη Nighstalker και Fundracar καταλήγεις στο ότι ως άνθρωπος και ως μουσικός μπορείς να γουστάρεις περισσότερα από ένα είδη μουσικής.
ΑΓ: Μα δε γίνεται, ειδικά αν παίζεις σαράντα χρόνια όπως εμείς, να γουστάρεις μόνο ένα πράγμα. Και κλασική μουσική να παίζεις, θα θελήσεις να δοκιμάσεις κάτι άλλο, να ψαχτείς. Για να έρθει η έμπνευση. Άσε που δε μπορείς να πεις ότι τις τάδε ώρες ή μέρες θα έχεις έμπνευση. Δεν μπορείς να το ελέγξεις. Απλώς ψάχνεσαι.
ΜΝ: Το θέμα είναι να αφιερώνεις χρόνο. Κάποιες μέρες θα σου βγουν όλα με τη μία. Άλλες δεν θα σου βγει τίποτα.
Αν και παίζετε διαφορετική μουσική, έχετε την ίδια λογική ως προς το πώς γράφετε τα τραγούδια σας;
ΜΝ: Οι δυο μπάντες λειτουργούν διαφορετικά. Εμείς, ας πούμε, ως Fundracar δεν έχουμε ένα κοινό χώρο να βρισκόμαστε συνέχεια όπως οι Nighstalker. Είμαστε ο καθένας μόνος του, στέλνει ο ένας στον άλλο ιδέες και σε δεύτερο επίπεδο τις πειράζουμε. Είναι μια κλασική συνθήκη σε πολυμελείς μπάντες σαν εμάς.
ΑΓ: Για εμάς ναι, ίσως να είναι πιο εύκολο να είμαστε όλοι μαζί εδώ, στο δικό μας στούντιο, και να δοκιμάζουμε πράγματα.
Οι Nighstalker υπάρχουν περίπου 35 χρόνια και οι Fundracar 15. Πόσες φορές έχετε μετανιώσει που είστε μουσικοί και δεν ζείτε μια κανονική ζωή;
ΑΓ: Ούτε μία. Κανονική ζωή; Υπάρχει τέτοιο πράγμα; Αυτό που ζούμε τώρα επιδιώκαμε πάντα να ζήσουμε. Ναι, έχουμε φάει πακέτα. Συμβαίνουν αυτά στις ροκ μπάντες ειδικά όταν είσαι πιτσιρικάς. Πολλές φορές μας φώναζαν να παίξουμε και αντί για λεφτά μας πλήρωναν με δυο μπύρες. Τα λεφτά όμως, όσο κι αν είναι το λάδι που χρειάζεται η μηχανή, δεν ήταν ποτέ ο στόχος μας.
ΜΝ: Έτσι κι εμείς. Είναι δικό μας όλο αυτό που κάνουμε. Αργά και σταθερά. Δεν εκτεθήκαμε δηλαδή σε κάποιο λάθος, πχ να υπογράψουμε ένα συμβόλαιο και μετά να μας λένε πώς να γράψουμε τραγούδια. Ναι, κάποιες φορές κουράζεσαι, ίσως κάνεις λίγο πίσω, αλλά δεν μετανιώνεις.
ΑΓ: Όλο αυτό που κάνουμε είναι σαν πείραμα. Στην πραγματικότητα όταν οι επιστήμονες κάνουν πειράματα, δεν ξέρουν τι κάνουν. Αλλά το κάνουν. Έτσι είναι και με τη μουσική. Δεν ξέρουμε τι κάνουμε. Αλλά αν δεν ξέρεις τι κάνεις, δεν κάνεις ποτέ λάθος. Δεν λέει κανείς ότι δεν είναι δύσκολο να είσαι μουσικός στην Ελλάδα. Μπορεί εμείς να έχουμε καταφέρει να βγάζουμε κάποια χρήματα, αλλά δεν ζούμε από αυτό. Ζούμε με αυτό.
ΜΝ: Φτιάχνεις ένα δικό σου οικοσύστημα, μια φούσκα, μαζί με τον κόσμο που αγοράζει τους δίσκους κι έρχεται στις συναυλίες. Και όταν βλέπεις να μπαίνουν στη φούσκα διαρκώς νέα παιδιά, είναι μια αποκάλυψη. Παιδιά 16 χρονών που καλά καλά δεν είχαν γεννηθεί όταν ξεκινήσαμε.
ΑΓ: Σε συναυλίες μας έχουν έρθει παλιότεροι fans όχι μόνο με τα παιδιά τους αλλά και με τα εγγόνια τους!
ΜΝ: Και όλο αυτό συμβαίνει χωρίς την παραμικρή προώθηση από τα κλασικά δίκτυα. Σκέψου να παίζανε κιόλας τα ραδιόφωνα τραγούδια των Fundracar ή των Nightstalker. Αυτά τα μικρά οικοσυστήματα είναι αυτάρκη. Γι’ αυτό πιστεύω ότι θα δημιουργηθεί μια ιδιαίτερη κατάσταση στην Τεχνόπολη με αυτό που πάμε να κάνουμε. Το οποίο ίσως και να είναι προβοκατόρικο. Θέλουμε να δούμε πώς θα αντιδράσει ο κόσμος. Αν και ήδη το feedback είναι εξαιρετικό. Γιατί σε πρώτη φάση πιάνουν όλοι το vibe.
Υπάρχει κάποιο στερεότυπο γύρω από τους Nighstalker και τους Fundracar που θέλετε να σπάσει επιτέλους;
ΑΓ: Όταν τα έχεις ακούσει όλα, δεν σε πολυνοιάζει. Και τι δε μ’ έχουν πει όλα αυτά τα χρόνια. Όταν εκτίθεσαι θα σε πουν ό,τι να ‘ναι. Δεν μπορείς συνέχεια να ασχολείσαι με αυτό. Βασικά όχι συνέχεια, δεν μπορείς να ασχολείσαι καθόλου. Δεν τρέχει μία, ας πει ο καθένας ό,τι θέλει. Δηλαδή πες ότι σε λέει κάποιος μαλάκα. Αν είσαι, γιατί να παρεξηγηθείς; Επειδή το βρήκε; Κι αν δεν είσαι, γιατί να παρεξηγηθείς; Αφού δεν είσαι. Όσο μεγαλώνω, με ενδιαφέρει λιγότερο. Ίσως να μην αντιδρώ γιατί με φρενάρει η λογική.
Οι περιπέτειες με την υγεία σου δεν σε έχουν φρενάρει καθόλου;
ΑΓ: Σαν άνθρωπο όχι. Απλά τώρα τελευταία άλλαξα λίγο τρόπο ζωής. Δηλαδή η ηλικία με φρενάρει σιγά σιγά. Αλλά το ’11 που έπαθα το πρώτο έμφραγμα δεν άλλαξε κάτι. Ούτε το ’17.
ΜΝ: Σε εμάς έχει τύχει πολλά χρόνια αφότου είχαμε γράψει ένα κομμάτι, λέγοντας τότε τα πράγματα όπως τα νιώθαμε, να πρέπει να εξηγήσουμε τι εννοούσαμε. Μας έλεγαν πχ ότι με το «Εγώ δεν πίνω όμως», που λέμε στο «Obi-Wan Kenobi», προάγουμε τη ναρκοκουλτούρα. Μαλακίες. Τώρα τα 12χρονα λένε και ακούνε χειρότερα μέσω της trap με έναν εντελώς ξεφτιλέ τρόπο. Και βλέπεις να είναι κομμάτι του mainstream συστήματος αυτοί που στην τελική το σύστημα θα έπρεπε να θεωρεί εχθρούς του εφόσον λένε «δεν πληρώνω φόρους, πουλάω ντραγκς και γυναίκες». Εμείς λοιπόν ευτυχώς θεωρούμαστε, και είμαστε, αυτοπεριθωριοποιημένοι απ’ όλο αυτό. Τελικά όμως τι σημαίνει mainstream; Και πρέπει να είναι ντε και καλά κάτι κακό; Γιατί κάποτε θυμάμαι να βλέπω στην κρατική τηλεόραση εκπομπές για Τρύπες, Λένα Πλάτωνος, Παύλο Σιδηρόπουλο, τέτοια πράγματα. Και σήμερα τα ίδια κανάλια κόβουν τους Fundracar. Σοβαρά μιλάω. Δυο φορές ζήτησαν να μας βγάλουν και μόλις κατάλαβαν τι λέμε στα τραγούδια, μας έκοψαν.
Το ζήτημα της πολιτικής ορθότητας επηρεάζει σήμερα τον τρόπο με τον οποίο γράφετε;
ΑΓ: Εμείς λέμε ό,τι λέγαμε και κάνουμε ό,τι κάναμε.
ΜΝ: Για εμάς έπαιξε ένα ρόλο. Κάποτε βγάλαμε ένα κομμάτι, από τα πιο γνωστά των Fundracar μέχρι σήμερα, που λέγεται «Γκόμενες funky». Μια μερίδα του κόσμου ενοχλήθηκε από τη λέξη «γκόμενες». Αυτό που έκανα ήταν να βγάλω ένα άλλο κομμάτι μετά, «To Λέσι», που λέει: «Επειδή έχω φίλους όλα τα λέσια, πούστηδες και αδερφές, με τραβέλια τρώω ψαράκι κάτω στις Τζιτζιφιές / μα τις νύχτες με το σπαθί μου ψάχνω φασιστές και παιδεραστές / βλάκα με λένε οι συγγενείς, ηλίθιο οι φίλοι». Το είχαμε μάλιστα βγάλει λίγο πριν σκοτώσουν τον Ζακ. Ήταν αποτέλεσμα βαθιάς αντίδρασης από μέσα μου, δεν μπορούσα να δεχτώ να με λένε σεξιστή. Από πού κι ως πού; Μεγαλώνω, ξέρεις, και δύο κόρες. Τα βλέπω κάπως διαφορετικά τα πράγματα. Εντάξει, δε λέω να μη γίνεται συζήτηση για την πολιτική ορθότητα. Σε κάποιο επίπεδο μας πάει μπροστά. Αλλά να μην είμαστε και φρίκουλες. Μην ξεχνάς ότι εμείς είμαστε και η γενιά που μεγαλώσαμε με Στάθη Ψάλτη και Χάρυ Κλυν.
Σας αρέσει να ακούτε τα ίδια σας τα τραγούδια; Κάθεστε δηλαδή στο σπίτι και βάζετε τους δίσκους σας να παίζουν;
ΜΝ: Μερικές φορές, ναι. Θεωρώ ότι είναι δίσκοι που στέκονται καλά. Δεν γράφτηκαν απλώς για να γραφτούν. Φαίνεται δηλαδή και από τον κόσμο που συνεχίζει να τους ακούει.
ΑΓ: Είναι εποχές που δεν ακούω τίποτα. Και εποχές που τα βάζω και τα ακούω όλα μαζί με τη σειρά, από την αρχή μέχρι τώρα.
Πριν λέγατε ότι δεν έχετε μετανιώσει ούτε μία φορά που είστε μουσικοί και έχετε τις μπάντες που έχετε. Πόσες φορές όμως έχουν κοντέψει να διαλυθούν οι Nightstalker και οι Fundracar;
ΑΓ: Ε, όχι και να διαλυθούμε. Ούτε καν έχουμε πλακωθεί. Μόνο βρισίδια ρίχνουμε καμιά φορά και κρατάμε μούτρα.
ΜΝ: Δεν γίνεται αλλιώς. Ξεπερνιούνται αυτά. Με αγκαλιές την επομένη.
Μέχρι πότε λοιπόν θα τραβήξει όλη αυτή η ιστορία;
ΜΝ: Όσο αντέξουμε.
ΑΓ: Εγώ χθες πήγα στο γιατρό. Ξέρεις τι μου είπε; Εκτός του ότι κανονικά θα έπρεπε να είχα ήδη πεθάνει, ότι ζω από τύχη κλπ, μου είπε ότι αυτό που κάνω είναι που μου δίνει δύναμη. Αφού αυτό θες, μου λέει, συνέχισε να το κάνεις. Πέρα από την πλάκα όμως, δεν το σκεφτόμαστε αυτό που λες. Δεν σκέφτεσαι δηλαδή ως μουσικός ότι θα πάρεις σύνταξη.
Ποιο ένζυμο έχουν όμως οι Nighstalker, που δεν το έχουν άλλες μπάντες και διαλύονται;
ΑΓ: Οι μπάντες διαλύονται γιατί δεν τα βρίσκουν καλλιτεχνικά ή οικονομικά. Εμείς δεν έχουμε τέτοια θέματα. Όχι ότι είναι εύκολο.
Για το τέλος πάμε στην αρχή. Ποια είναι η πρώτη, πραγματικά έντονη μουσική σας ανάμνηση;
ΜΝ: Θα γελάσεις. Η γιαγιά μου στο Περιστέρι, γύρω στο ’89-’90, με πήγαινε σε ένα σπίτι απέναντι από το δικό της για να κάτσω όση ώρα θα έπινε καφέ με μια φίλη της. Η οποία ήταν η μαμά του Μιχάλη Δέλτα. Ήμουν εγώ 12-13 ετών και καθόμουν με τους Στέρεο Νόβα. Είχα πάθει πλάκα με αυτά που έκαναν. Και με τα ρούχα τους.
ΑΓ: Κι εγώ πιτσιρικάς, το ’81-’82, είχα δει τον Αλέξη (Καλοφωλιά) από τους Last Drive, που ακόμη τότε φορούσε δερμάτινα, ροκαμπιλάς κι έτσι, σε ένα παιδικό πάρτι. Αλήθεια, ήταν φίλος της αδερφής του παιδιού που έκανε το πάρτι. Αργότερα τον είδα και live και λέω: αυτό είναι!
ΜΝ: Αυτά τα πράγματα σε τόσο μικρή ηλικία δεν τα ξεχνάς ποτέ. Θυμάμαι τότε να βλέπω live τους Στέρεο Νόβα και τι έκαναν οι τύποι; Είχαν στη σκηνή ένα γκαζάκι αναμμένο και πάνω ένα μπρίκι με αυγά. Σε κάποια φάση αρχίζει να βράζει το νερό, να κοπανιούνται τα αυγά, και το σάμπλαραν εκείνη τη στιγμή! Όλα αυτά το 1993. Πώς να μη θες μετά να κάνεις τη δική σου μπάντα;