“ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ”: ΠΩΣ ΟΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ ΤΟΥ “LOVING VINCENT” ΖΩΓΡΑΦΙΣΑΝ ΕΝΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΠΟΣ, ΚΑΘΕ ΚΑΡΕ ΚΙ ΕΝΑΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
Ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης animation Χιου Γουέλτσμαν μιλάει στο Magazine για το πώς ξεπερνάς ένα καλλιτεχνικό επίτευγμα σαν το Loving Vincent.
Αν νομίζαμε πως το Loving Vincent θα ήταν αρκετά δύσκολο από μόνο του αν επιτευχθεί, το ζευγάρι σκηνοθετών Ντ.Κ. και Χιου Γουέλτσμαν έβαλαν στους εαυτούς τους ένα ακόμα πιο δύσκολο στοίχημα.
Δηλαδή, ένα ιστορικό έπος βασισμένο στο βιβλίο του βραβευμένου με Νόμπελ Βλάντισλαβ Ρέιμοντ, το οποίο ακολουθεί τη Γιάγκνα, μια νεαρή γυναίκα αποφασισμένη να χαράξει τη δική της διαδρομή σε ένα πολωνικό χωριό στο σβήσιμο του 19ου αιώνα. Εκεί όμως, στο κλειστό αυτό περιβάλλον, το οποίο κυριαρχείται από έριδες και φήμες, η νεαρή γυναίκα θα πρέπει να υπακούσει στις δύστροπες παραδόσεις και να αντιμετωπίσει τη βαθιά ριζωμένη πατριαρχία.
Το βιβλίο στο οποίο βασίζεται η ταινία είναι πασίγνωστο στην Πολωνία, κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η Ντ.Κ. (Ντορότα Κομπιέλα) είναι πολωνή, ο Χιου είναι άγγλος, αλλά μαζί ως ζευγάρι στη ζωή και στο σινεμά, προσέγγισαν το βιβλίο με ένα καλλιτεχνικό, αισθητικό βλέμμα. Οι εικόνες που σχεδιάζονται με τις λέξεις, αλλά και το εύρος της ιστορίας, τους έδωσαν την ιδέα πως μπορεί να γίνει το επόμενο εικαστικά φιλόδοξο πρότζεκτ του.
Έτσι, μετά την παγκόσμια επιτυχία του Loving Vincent και τις υποψηφιότητες για Όσκαρ, BAFTA και Χρυσή Σφαίρα, το δίδυμο επιστρέφει. Όμως αυτή τη φορά η περίπλοκη και εντυπωσιακή τεχνική τους δεν εφαρμόζεται σε ένα ντοκιμαντέρ, αναπαριστώντας εν πολλοίς ομιλώντα κεφάλια – όχι, αυτή τη φορά υπάρχει μια ολόκληρη επική περιπέτεια που ζωντανεύει με ζωγραφιές στην οθόνη. Και επιπλέον, αυτή τη φορά δεν υπήρχε η ανάγκη για να ακολουθηθεί ένα συγκεκριμένο στυλ ενός ζωγράφου, ανοίγοντας διάπλατα τις δυνατότητες και το εύρος του πρότζεκτ.
Καθώς η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες, εμείς μιλήσαμε μέσω zoom με τον συν-σκηνοθέτη Χιου Γουέλτσμαν για να μας εξηγήσει τις διαφορές από το Loving Vincent, την εντυπωσιακή τεχνική πίσω από το τέτοιο φιλμ που εμπλέκει αληθινά γυρίσματα αλλά και αληθινή ζωγραφική, αλλά και το πώς μια φορά παραλίγο να εφαρμόσει αυτή την τεχνική σε ένα ντοκιμαντέρ φύσης του BBC για μεγάλες γάτες.
Το βιβλίο που είναι η πηγή για την ταινία, είναι κάτι που διδάσκεται στα σχολεία στην Πολωνία; Δηλαδή κάτι φοβερά γνωστό;
Ναι, είναι σε όλα τα εκπαιδευτικά προγράμματα. Όλοι οι Πολωνοί το έχουν διαβάσει όταν είναι 15-16 χρονών. Είναι δύσκολο βιβλίο για τέτοια ηλικία οπότε στην Πολωνία ο κόσμος είναι διχασμένος απέναντί του. Θα έλεγα πως 1 στα 10 άτομα το θεωρούν αριστούργημα αλλά οι περισσότεροι το έβλεπαν σαν αγγαρεία. Η Ντι έτσι ένιωθε πάντως!
Αλλά το άκουσε ξανά στα 20 της. Και όσο κάναμε το Loving Vincent άκουγε το audiobook. Η γλώσσα του Ρέιμοντ είναι σαν ζωγραφιές με λόγια. Κι όταν συνειδητοποιήσαμε πως υπήρχε ενθουσιασμός για το Loving Vincent και πώς θα μας άφηναν να κάνουμε κι άλλο τέτοιο, αρχίσαμε να συζητάμε τι θέλουμε να κάνουμε μετά. Σκεφτόμασταν ταινίες τρόμου, επιστημονική φαντασία – πραγματικά θέλαμε να κάνουμε μια ταινία τρόμου ζωγραφίζοντας με λάδια το animation.
Όταν μετά το Loving Vincent ένιωθα σαν ένα ανθρώπινο ναυάγιο από την κούραση, έκανα ψηφιακό detox και σκέφτηκα να διαβάσω αυτό το βιβλίο, που μου το είχε δώσει η Ντι. Σπάνια ευκαιρία, να μην έχεις απολύτως τίποτα να σε αποσπά. Το διάβασα από την αρχή ως το τέλος. Είχε αυτές τις εκπληκτικές περιγραφές της φύσης, κι αυτούς τους larger than life χαρακτήρες. Κι έναν θρησκευτικό μυστικισμό. Απλά δε γινόταν να κάνεις live action αυτή την ταινία.
Με ενδιέφερε και το πόσο παγκόσμιο είναι η ιστορία. Οι πάντες υπήρξαν χωρικοί, ο κόσμος μας χτίστηκε από χωρικούς, εδώ και χιλιάδες χρόνια. Και παρόλαυτά είναι ένα αντικείμενο που συνήθως αγνοείται από τις αφηγήσεις μας. Πόσα σπουδαία λογοτεχνικά έργα είναι για την αριστοκρατία ή για την εργατική τάξη ή για την ανερχόμενη μεσαία τάξη. Κι όμως, οι άνθρωποι που είναι ο σκελετός των κοινωνιών μας από πάντα, τους αγνοούμε. Πολλά βιβλία, δε, τους κοιτούν πατροναριστικά.
Επίσης πολλά από τα ζητήματα παραμένουν επίκαιρα. Νεαρές γυναίκες ακόμα αντιμετωπίζουν διπλά στάνταρ. Αν φερθούν όπως ακριβώς οι άντρες, συχνά καταδικάζονται για αυτό. Ακόμα κι αν δεν υπάρχει το ίδιο επίπεδο καθημερινής βίας όπως υπάρχει σε αυτό το βιβλίο, ψυχολογικά και κοινωνικά πολλά πράγματα ισχύουν ακόμα.
Σε ποιο σημείο αρχίσατε να κοιτάτε τις ιστορίες μέσα από τον συγκεκριμένο στιλιστικό φακό, της ζωγραφικής με λάδια; Τι υπάρχει σε αυτό το στυλ που σας τραβάει; Θα κάνατε ποτέ ένα κανονικό live action φιλμ;
Ξέραμε πως το επόμενο φιλμ μας δεν θα ήταν live action, ψάχναμε ιστορίες που μπορούσαν να γυριστούν με αυτό το συγκεκριμένο στυλ. Κοιτάγαμε ας πούμε τα έργα του Γκόγια και αναρωτιόμασταν αν θα μπορούσαμε να κάνουμε μια ταινία τρόμου στον Ισπανικό Εμφύλιο, βασισμένη σε αυτούς τους πίνακες. Αρά παρά την αγάπη μας για τον τρόμο, τον ψυχολογικό κυρίως, όχι τα slasher, το μυαλό μας επέστρεφε συνέχεια στην ιστορία της Γιάγκνα. Και το βιβλίο ενθαρρύνει το animation, έχεις ας πούμε τρεις σελίδες περιγραφή της μετάβασης από το φθινόπωρο στον χειμώνα. Ή έχεις δύο κεφάλαια αφιερωμένο σε έναν γάμο τριών ημερών που είναι πολύ ωμά, πολύ ιμπρεσιονιστικά.
Αλλά δεν καταλαβαίναμε τι πρόκληση αναλαμβάναμε. 900 σελίδες σε μια ταινία δύο ωρών; Κάποια στιγμή λένε «θεέ μου, τι έχουμε κάνει;;». Γιατί πήγαμε από το Loving Vincent, που ζωγραφίζαμε ομιλώντα κεφάλια, σε κάτι που έχει μάχες και χορούς και σκηνές σεξ και λιντσαρίσματα – γενικά δεν είχαμε καταλάβει το μέγεθος όταν συμφωνήσαμε να το κάνουμε.
Πώς ήταν η μετάβαση από το Loving Vincent σε αυτό το φιλμ; Τι σας βοήθησε από εκείνη την εμπειρία;
Το ρεαλιστικό στυλ στους Χωρικούς πήρε διπλάσιο χρόνο να ζωγραφιστεί. Το μέσο καρέ του Loving Vincent ήθελε 2μιση ώρες, ενώ στους Χωρικού ήθελε 5 λόγω της λεπτομέρειας, της υφής, του ρεαλισμού. Πολλοί από τους ζωγράφους μας στο Loving Vincent δε μπορούσαν να δουλέψουν αυτό το στυλ. Από τους 125 που είχαμε, νομίζω οι 30 έμειναν και για αυτό το πρότζεκτ. Κάναμε οντισιόν για να βρούμε άλλους από την αρχή.
Η άλλη μεγάλη διαφορά ήταν ότι στο Loving Vincent κάναμε 12 καρέ το δευτερόλεπτο, κι αν το κάναμε και τώρα η ταινία θα έβγαινε το 2025. Που δεν γινόταν. Οπότε χρησιμοποιήσαμε ένα σύστημα παρόμοιο με αυτό που έκανε παλιά η Disney στα δισδιάστατα animation της, όπου ζωγραφίζαμε καρέ και μια ψηφιακή ομάδα αναλάμβανε τα ενδιάμεσα, όπου καλλιτέχνες του digital χρησιμοποιούσαν τις ζωγραφιές για να παράξουν ψηφιακά τα ενδιάμεσα καρέ. Ήταν μια πρωτοπορία που γεννήθηκε από την ανάγκη μας.
Στο Loving Vincent είχατε ένα συγκεκριμένο στυλ που κυνηγούσατε, συγκεκριμένους πίνακες. Αλλά εδώ υπήρχε μεγαλύτερη ελευθερία να διαλέξετε τα στυλ σας, τους πίνακες, τις αναφορές.
Ναι, απολύτως. Το γράψιμο του Loving Vincent ήταν σαν παζλ βέβαια γιατί έπρεπε να ενώσουμε πίνακες με τη βιογραφία του και να καταφέρουμε να πούμε μια δραματική ιστορία. Κι η κάμερα ήταν κατά βάση ακίνητη. Η Ντι μου είπε εξαρχής, ότι θέλει να μπορούμε να την κάμερα αυτή τη φορά, δε μπορούσε να κάνει κι άλλη ταινία έτσι.
Οπότε τώρα, ως προς τους πίνακες, ήταν σαφές πως η ιστορία ερχόταν πρώτη, και τα πάντα την υπηρετούν. Η κάμερα υπηρετεί την ιστορία, και οι ζωγραφιές υπηρετούν την ιστορία. Έχουμε λοιπόν 36 ευθείες αναφορές στην ταινία, 34 εκ των οποίων προέρχονται από Πολωνούς ζωγράφους. O Χεουμόνσκι κατέληξε η βασική μας αναφορά παρότι δεν το σκοπεύαμε – τα 12 από τα έργα είναι δικά του. Και κοιτάξαμε όλο τον 19ο αιώνα και την ευρύτερη ευρωπαϊκή παράδοση των ρεαλιστών. Αλλά βασιστήκαμε σε κάποιον πίνακα μόνο αν ταίριαζε ακριβώς στο συναίσθημα και την ιστορία.
Για παράδειγμα στην αρχή βλέπουμε δύο χαρακτήρες να κοιτάνε τους πελαργούς να πετάνε μακριά, που είναι ένας διάσημος πίνακας του Χεουμόνσκι, κι ήταν τέλειος για την αρχή του φθινοπώρου, όταν τα πουλιά αποδημούν. Άρα μας ταίριαξε ιδανικά στην αρχή. Όμως ποτέ δεν παρεκκλίναμε από την ιστορία για να ταιριάξουμε έναν πίνακα.
Όμως έγιναν κανονικά γυρίσματα με ηθοποιούς και μετά ζωγραφίσατε και δημιουργήσατε τα background. Πώς μοιάζει το υλικό από αυτά τα γυρίσματα;
Ω, είναι πολύ ενδιαφέρον. Αν ο κόσμος ενδιαφέρεται για αυτή την ταινία στη 10η επέτειο θα κυκλοφορήσουμε το φιλμ αζωγράφιστο. Και τότε θα μπορεί κανείς να δεις πώς μοιάζει η μηχανή κάτω από το καπό, ας πούμε.
Θα έλεγα πως μόνο το 10% ήταν εξωτερικά γυρίσματα. Η σκηνή της μάχης ήταν αδύνατο να γίνει εσωτερικά γιατί είχαμε 60 ανθρώπους, 12 άλογα, 6 κάμερες και θέλαμε και χιόνι. Οπότε το γυρίσαμε κάπου με λευκή άμμο, την οποία μετά μπορούσαμε να ζωγραφίσουμε ως χιόνι.
Όμως το 90% ήταν μέσα σε στούντιο. Τα εσωτερικά σκηνικά ήταν φτιαγμένα από χαρτόνι με τυπωμένες επιφάνειες. Ήταν πολύ φτηνότερο φυσικά έτσι, και πολύ πιο γρήγορο να στηθούν όλα και πολύ μικρότερη ενεργειακή σπατάλη γιατί δεν πετάμε εκατοντάδες κιλά ξύλου, απλά τα ανακυκλώναμε όλα στο τέλος.
Είχαμε λοιπόν εκτυπωμένα σκηνικά, τρισδιάστατο περιβάλλον, συνδυάζαμε animation στο χέρι και 3D για τα ζώα, κι όλα αυτά τα ενώναμε στο τέλος. Και στα εργαστήρια των καλλιτεχνών, έχουν από πάνω μια μεγάλη οθόνη καθένας τους. Κάτω από την κάθε οθόνη είναι ο καμβάς. Και κυριολεκτικά ζωγραφίζουν αυτό που βλέπουν, αλλά στο εκάστοτε στυλ που θέλουμε. Οπότε δεν είναι ροτοσκοπικό animation. Δεν ξεπατικώνουμε γραμμές. Είναι όλα με το μάτι. Αλλά είναι όλοι φοβεροί ζωγράφοι και είναι πιο γρήγορο για αυτούς να ζωγραφίσουν κάτι παρά να το ξεπατικώσουν.
Έχει τύχει ποτέ να βλέπεις μια ταινία και να σκεφτείς ότι αυτό θα μπορούσε να έχει γίνει καλύτερα με το στυλ σας;
Ποτέ, ποτέ. Τα φανταζόμαστε όλα από την αρχή. Αν και μια φορά πήγα σε ένα συνέδριο και επειδή είμαι τεράστιος φαν των ντοκιμαντέρ του BBC για τη φύση, άραζα σε ένα μπαρ με τους ανθρώπους που κάνουν την σειρά Big Cats. Και τους έλεγε πόσο τέλειο θα ήταν αν κάναμε ζωγραφική με λάδια ένα από τα προγράμματά τους. Πίναμε μπύρες και τους άρεσε, λένε ναι, φανταστικό. Θα σου στείλουμε υλικό και θα κάνουμε ένα τέτοιο ντοκιμαντέρ φύσης ζωγραφισμένο.
Δεν συνέβη ποτέ τελικά, ήταν απλώς μια σκέψη. Ήταν μερικές κουβέντες σε ένα μπαρ αλλά είναι η μόνη φορά που έχει συμβεί τέτοια συζήτηση. Αλλά θα ήταν τέλειο, θα ήθελα πολύ να μπορώ να δω ένα τσιτάχ να τρέχει και να είναι animation από ζωγραφιές με λάδια. Θα ήταν απίστευτο αυτό.
Οι Χωρικοί (The Peasants / Chlopi) κυκλοφορούν στις αίθουσες από το Cinobo.