ΠΗΓΑΜΕ ΣΤΟ ΞΑΚΟΥΣΤΟ PRIMAVERA SOUND. ΑΥΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΜΑΣ
Αποστολή στη Βαρκελώνη: Το NEWS 24/7 βρέθηκε για τρεις μέρες σε ένα από τα πιο σημαντικά μουσικά φεστιβάλ στον κόσμο. Ειδικά φέτος ήταν πιο μεγάλο, συμπεριληπτικό και καλοκουρδισμένο από ποτέ.
Spoiler Alert: Η χειρότερη, κατά τη γνώμη μου, από τις συνολικά εκατοντάδες συναυλίες του φετινού Primavera Sound ήταν αυτή που συγκέντρωσε τους πιο πολλούς θεατές, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων -κρίνοντας από τις αντιδράσεις τους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος της- είμαι σίγουρος ότι διαφωνούν με μένα, που ναι, αναπολογητικά ομολογώ ότι έδωσα το παρών στη σκηνή Estrella Damm (μία από τις δύο μεγαλύτερες του φεστιβάλ) μάλλον απλώς από περιέργεια.
Προς υπεράσπισή μου πάντως υπήρξε τουλάχιστον μία fan που έβλεπε τη συγκεκριμένη headliner, ένα από τα 250 συνολικά acts του φεστιβάλ, για τρίτη φορά και στο τέλος αναφώνησε «νισάφι πια, άλλη ευκαιρία δεν της δίνω».
Τα λέω όλα αυτά όχι για να το παίξω ιστορία, αφ’ υψηλού και καβάλα στο άρμα των συμπλεγμάτων της γενιάς μου (Χ) που παρακολουθεί ελαφρώς αμήχανα την επόμενη να ορίζει πια σε μεγάλο βαθμό (και) το φεστιβαλικό παιχνίδι τουλάχιστον της Ά Κατηγορίας. Προφανώς, για να παραφράσω τον «ποιητή», αυτός είναι πια ο κόσμος της Gen Z. Aλλά δεν θα ήταν τίποτα χωρίς τον προσφάτως και ξαφνικώς εκλιπόντα Στιβ Αλμπίνι. Τον μόνο καλλιτέχνη που μέχρι πέρυσι είχε εμφανιστεί με τους ευφυείς θορυβοποιούς Shellac σε όλα τα Primavera Sound ενώ φέτος για να τιμήσουν τη μνήμη του οι διοργανωτές μετονόμασαν μια σκηνή σε Steve Albini Stage κι επίσης το μόνο official merchandise του φεστιβάλ ήταν ένα τισέρτ που έγραφε: SHELLAC + 249 more.
Τα λέω λοιπόν όλα αυτά για να τονίσω ότι τελικά η αντικειμενικότητα όσον αφορά την αποτίμηση ενός μουσικού φεστιβάλ, εν προκειμένω του μεγαλύτερου μουσικού φεστιβάλ της Μεσογείου και ίσως του πιο διορατικού, αναπτυσσόμενου και επιδραστικού τα τελευταία πολλά χρόνια στα δυτικά του πλανήτη, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και να παραμείνουμε μονιασμένοι οφείλουμε να συμφωνήσουμε ότι δεν μπορεί παρά να ξεκινά και να ολοκληρώνεται στα πάσης φύσεως «τεχνικά» -ή τέλος πάντων μη «lineup-ικά»- ζητήματα της διεξαγωγής του.
Στο φετινό Primavera Sound, με το οποίο ολοκληρώθηκε η διετής γιορτή για τα εικοστά του γενέθλια που ξεκίνησε το 2022 οπότε και ο θεσμός χρίστηκε Εκδήλωση Ιδιαίτερου Ενδιαφέροντος από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ισπανίας, εκτιμάται ότι παρευρέθησαν συνολικά περίπου 193.000 άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο. Κι όμως το φεστιβάλ δεν έγινε sold-out παρά τη λογική, όπως επισημαίνει το Rolling Stone, τιμή του φουλ κομπλέ εισιτηρίου (τελευταία στιγμή το έβρισκες στερούμενος περίπου 350 ευρώ, σχεδόν 600 αν ήθελες VIP πρόσβαση και περιποίηση, ενώ η χαμηλότερη τιμή για τους μόνιμους κατοίκους της Βαρκελώνης έφτανε τα 300 ευρώ).
Λογική δηλαδή δεδομένου ότι στα μάτια πολλών έχει αποκτήσει πια ένα χαρακτήρα «ευρωπαϊκού Coachella» (όπου τα εισητήρια κυμαίνονται από σχεδόν 500 ευρώ μέχρι 1200) αν και στην πραγματικότητα το αντίστροφο έγινε μια προσπάθεια να δρομολογηθεί αλλά δεν οδήγησε πουθενά.
Δεν βάζω το χέρι μου στη φωτιά για το πώς μπορεί να ένιωσε ένα άτομο πηγαίνοντας φέτος για πρώτη φορά στο φεστιβάλ -αν και το να παιανίζει γι’ αυτό στους αιώνες των αιώνων είναι μια ασφαλής εκτίμηση- όμως έχοντας κατά τύχη και Erasmus βρεθεί εκεί πρώτη φορά το 2002 (μόλις τη δεύτερή του χρονιά δηλαδή, όταν ακόμη γινόταν στο πανέμορφο θεματικό πάρκο Poble Espanyol), έχοντας προλάβει τη μετακόμισή του δίπλα στη θάλασσα στο θεόρατο και ίσως μοναδικό στο είδος του στον πλανήτη Parc del Forum, έχοντας δώσει το παρών εκεί για 6-7 συναπτά έτη με τελευταίο το 2011, άρα δηλαδή έχοντας χάσει την περαιτέρω χωροταξική διεύρυνσή του που τρομάζει μόνο τους άνω των 40, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι το Primavera Sound όπου το NEWS 24/7 βρέθηκε με μια παγωμένη Estrella Damm στο χέρι, σήμερα είναι πιο μεγάλο από ποτέ προφανώς, σίγουρα όμως και πιο καλοκουρδισμένο, όπως και κάτι ακόμη πάρα πολύ σημαντικό: πιο συμπεριληπτικό από ποτέ.
Το πρώτο έχει να κάνει με την έκταση του χώρου διεξαγωγής του (15 σκηνές απλωμένες σε 200.000 τ.μ.). Το δεύτερο με τις χιλιάδες ενός προσωπικού (ασφάλεια, μπαρ της Estrella Damm, κλπ) μονίμως στις επάλξεις και τις δεκάδες χιλιάδες ενός κοινού αβίαστα συνεργάσιμου – εδώ είμαστε για να περάσουμε καλά αποδεχόμενοι, για να το πω απλά, ότι για παράδειγμα από σκηνή σε σκηνή θα πάμε μέσω συγκεκριμένων διόδων και δεν θα μανουριάσουμε όταν μας καθοδηγούν οι εθελοντές ή οι σεκιουριτάδες, ακόμη κι αν πρέπει να κάνουμε ένα δεκάλεπτο κύκλο.
Και το τρίτο με μια στρατηγική απόφαση που πάρθηκε το 2018 -τη χρονιά που μειοψηφικό ποσοστό της επιχείρησης πουλήθηκε σε αμερικανικό fund- από πολλά φεστιβάλ ώστε να επιτευχθεί μέχρι το 2022 μία 50/50 ισορροπία αντρών και γυναικών στο lineup, με το Primavera Sound όμως να τα καταφέρνει μέσα σε ένα μόλις χρόνο, ενώ φέτος το lineup απαρτιζόταν κατά 42.36% από γυναίκες, άλλο τόσο από άντρες και κατά 15.28% από non binary άτομα. Πάνω κάτω κάπως έτσι ήταν τα πράγματα και στο κοινό. Και ως λευκός στρέιτ μεσήλικος άντρας μπορώ να πω ότι η αβίαστη και διασκεδαστική πραγμάτωση της ζητούμενης ορατότητας ήταν…το κάτι άλλο. Άλλωστε το μόνο φυσιολογικό σε αυτή τη ζωή είναι ότι κανένα άτομο δεν είναι φυσιολογικό, όπως περίπου λέει και το μοτο του PS. Υπέροχα!
Δύο πράγματα ακόμη που ορθώς επισημαίνονται από το Rolling Stone και αξίζει να τονιστούν και στο NEWS 24/7: Ουσιαστικά δεν υπάρχει κακή θέση σε αυτό το φεστιβάλ. Όσο μακριά κι αν είσαι από την όποια σκηνή (και κατά πάσα πιθανότητα θα είσαι αρκετά), όσο μπόι κι αν σου λείπει, είναι με τέτοιο τρόπο στημένες οι σκηνές ώστε να μην παρακολουθείς τα τεκταινόμενα μόνο από τις γιγαντοοθόνες, αλλά να βλέπεις έστω και λίγο, στο βάθος, ολόκληρη τη σκηνή και όσα συμβαίνουν πάνω της. Ενώ πραγματικά είναι να απορεί κανείς γιατί δεν ξεκινάνε να παίζουν οι μπάντες τόσο αργά το απόγευμα και δεν τελειώνουν τόσο νωρίς το επόμενο πρωί όσο στο Primavera (5-6μμ και 5-6πμ αντίστοιχα) και στα υπόλοιπα μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ, πόσο μάλλον αυτά που γίνονται σε λιβάδια και λαγκάδια, αλλά βάζουν μερικούς δόλιους να παίζουν την ώρα του πρώτου κύματος του πρωινού hangover.
Όλα αυτά είναι, που λέτε, καταστάσεις που δεν θα δούμε ποτέ στην Ελλάδα, αλλά δεν τα βλέπουν και σε πολλές ακόμη χώρες της Ευρώπης, δεν πρέπει δηλαδή να νιώθουμε άσχημα, τουλάχιστον από αυτόν τον καημό δεν χρειάζεται να πάμε. Ακριβώς όμως επειδή δεν θα τα ζήσουμε ποτέ στην Ελλάδα, όλα αυτά είναι που καθιστούν την επίσκεψη στο Primavera Sound μια 360° εμπειρία ζωής, που αξίζει τον κόπο και το χρήμα κάθε μουσικόφιλου ατόμου, ασχέτως αισθητικών καταβολών, τάσεων και εντάσεων.
Ξεκίνησα όμως γράφοντας ότι η χειρότερη, κατά τη γνώμη μου, από τις εκατοντάδες συναυλίες του φετινού Primavera Sound, ήταν αυτή που συγκέντρωσε τους πιο πολλούς θεατές. Για την ακρίβεια ήταν η χειρότερη από τις 24 που πρόλαβα να δω συνολικά σε 3 μέρες. Και ήταν της Lana del Rey που μου φάνηκε άνευρη και μπανάλ ενώ όχι απλώς μου φάνηκε αλλά ήταν και άφωνη, γεγονός που αναδείχτηκε ακόμη περισσότερο όταν για λίγα δεύτερα έκανε πρώτα φωνητικά μία από τις μαύρες backing vocalists του ανσάμπλ της οπότε καταλάβαμε ότι η αλαφροΐσκιωτη headliner δεν ακουγόταν όχι γιατί η ένταση ήταν παράλογα χαμηλά αλλά γιατί δεν υπήρχε τίποτα σοβαρό για να ακουστεί δυνατά.
Spoiler alert (άλλο ένα): Γυναίκας ήταν και η καλύτερη, κατά τη γνώμη μου, από τις εκατοντάδες συναυλίες του φετινού Primavera Sound. Αλλά πριν φτάσω εκεί, κατά τη γνώμη μου πάντα, να ξέρετε ότι:
Οι Vampire Weekend ήταν τόσο βαρετοί στο Estrella Damm stage που κάνουν τους ύστερους Strokes να φαντάζουν πιο ενδιαφέροντες ακόμη και από τους Velvet Underground – με ή χωρίς τη Nico.
Οι Amyl and the Sniffers, αντιθέτως, στην ίδια σκηνή ήταν τόσο ζόρικοι και η Amy Taylor τόσο καυτή πάνκισσα που οφείλω να συστήσω ανεπιφύλακτα την επερχόμενη (Παρασκευή 29 Νοεμβρίου) συναυλία τους στο Floyd.
Οι The National στην εφαπτόμενη Santander stage ήταν ελαφρώς κουραστικοί αν και έχουν τις καλύτερες προθέσεις, μερικά καταπληκτικά τραγούδια, και παραμένουν αψεγάδιαστοι στα επί σκηνής πόστα τους. Η φάση είναι πια κάπως cringy με το sad dad rock τους, κάτι πρέπει να κάνουν.
Η Peggy Gou ήταν άξια θαυμασμού για τα κάλλη της, για την τοποθέτηση hi-end χορηγικών προϊόντων (πανάκριβη τσάντα και σαμπάνια δίπλα στα decks και σνίκερ στα πόδια) έτσι ώστε να πλανάρουν σωστά οι οπερατέρ, κόβω όμως τον λαιμό μου (και δεν είμαι ο μόνος) ότι η μουσική από τα ηχεία της σκηνής της άρχισε να ακούγεται ελάχιστα πριν ακουμπήσει τα δάχτυλά της στα decks. Κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε, και συνέχισε, καλή ώρα, να χορεύει γιατί στο PS είσαι, δεν χάλασε κι ο κόσμος.
Το Boiler Room ήταν προφανώς σκηνή, όχι γκρουπ, και όσες φορές πήγα εκεί δεν πρόσεξα ποιος έπαιζε, απολάμβανα μόνο τον ανελέητο χορό (από ρεγκετόν μέχρι σκληρό τέκνο), συνέβαιναν απίστευτα πράγματα στον αγωνιστικό χώρο, κυρίες και κύριοι.
Οι Lemon Twigs ήταν τόσο πειστικοί όταν έπαιξαν το “Good vibrations” που κλείνοντας τα μάτια για τρία λεπτά νόμιζες ότι ήσουν σε συναυλία των Beach Boys.
Οι BADBADNOTGOOD αν και παιχτούρες και δημιουργοί τρομερών δίσκων, όλως παραδόξως ζωντανά η jazz-not-jazz τους (η « BADBADNOTGOOD εμπειρία» όπως έλεγαν οι ίδιοι από μικροφώνου) αποδείχτηκε πολύ μικρή για τη μεγάλη Cupra stage.
Οι Blonde Redhead, αντιθέτως, στην ίδια σκηνή (τη γνωστή και ως «αυτή με τα σκαλάκια») ήταν όπως πάντα υπέροχοι, ειδικά όταν έπαιξαν τα hits των άλμπουμ 23 και Misery is a Butterfly.
Οι Justice στη σκηνή Estrella Damm ήταν…οι Justice. Ελλάς, Γαλλία, French Electro φαντασμαγορία!
Ο Barry Can’t Swim και οι φίλοι του ήταν μια ευφρόσυνη house αποκάλυψη – εννοώ αποκάλυψη επί σκηνής, γιατί τα τραγούδια του τα μπουμπουνάμε συχνά πυκνά στον Best 92,6.
Η Sofia Kourtesis, επίσης στο Cupra Stage, επίσης «μπεστική», ήταν καταπληκτική και μακάρι να τη φέρει κάποιος σύντομα στην Ελλάδα και να τσιμπήσει ο κόσμος έστω και μόνο λόγω του επωνύμου της.
Οι Disclosure ήταν χειρότεροι απ’ ότι στο Sonar το 2019 αλλά αποτελεσματικότεροι ως dance γητευτές του μεγάλου πλήθους. Ποιος τους πιάνει…
Οι Yo La Tengo, οι οποίοι φέτος σβήνουν τα 40 τους κεράκια ως μπάντα-τοτέμ του θορυβώδους και ισόποσα μελωδικού, σίγουρα δε πρωτοποριακού και αξεπέραστου rock, στην πέμπτη τους παρουσία στα 22 χρόνια του Primavera Sound παίζει και να ήταν καλύτεροι από ποτέ.
Ο Troye Sivan, youtuber, ηθοποιός (έχει παίξει τον νεαρό Λόγκαν στο X-Men Origins: Wolverine) και τραγουδοποιός ήταν (για εμάς τους μεγαλύτερους μόνο σημειολογικά) ακαταμάχητος με την οργιαστική, υψηλής ενέργειας χορευτική ποπ και τον επί σκηνής πανσεξουαλικό ηδονισμό του (και ποι@ δεν γλωσσοφίλησε ο μπαγάσας από όσους έπαιζαν, τραγουδούσαν και χόρευαν πλάι του).
Οι Mount Kimble ήταν σαν indie Primavera από τα παλιά, μπερεκέτι για όσους θεωρούν ότι οι Stereolab είναι ό,τι πιο ρηξικέλευθο συνέβη ποτέ στη μουσική (και ό,τι καλύτερο στο σάουντρακ του High Fidelity). Θα το διαπιστώσετε πηγαίνοντας από νωρίς στο Release Athens την Τετάρτη 17 Ιουλίου για να τους δείτε πριν από τους Beak> και τους Massive Attack.
Οι Lankum, με μια απλωμένη παλαιστινιακή σημαία στα τύμπανα (καταχειροκροτήθηκαν όταν μίλησαν υπέρ της κατάπαυσης του πυρός – «δεν αντέδρασε έτσι το κοινό όταν τα είπαμε αυτά στη Γερμανία»), ζωντανά στο Auditori, αυτόν τον ασύλληπτο κλειστό χώρο του φεστιβάλ με την από άλλο πλανήτη ακουστική, ήταν καθηλωτικοί παίζοντας μια βαριά κι ασήκωτη φολκ μουσική που δικαίως έχει χαρακτηριστεί «κέλτικη εκδοχή των Swans».
Η Ethel Cain που φώναζε συνέχεια “Free Palestine!” ήταν κάτι σαν φρέσκια, ζόρικη και αξιομνημόνευτη Florence. Και μπράβο της.
Η SZA ήταν…ήταν…ήταν όντως -όπως περίπου τη χαρακτήρισαν οι ιθύνοντες του φεστιβάλ- κάτι σαν τη μέινστριμ, R&B εκδοχή της Hope Sandoval των Mazzy Star για τη γενιά του TikTok; Έλα μου ντε.
Οι Bikini Kill ήταν punk-rock βάλσαμο και λίγα πράγματα μπορούν να συγκριθούν ως προς τη δημιουργία έστω φρούδων ελπίδων για το μέλλον όσο το να βλέπεις την μπροστάρισσα τους, Κάθλιν Χάνα, να κηρύσσει το riot grrrl ευαγγέλιο σε χιλιάδες κορίτσια λίγο πριν ή λίγο μετά την ενηλικίωση σε μια χώρα τόσο μακριά από τη δική της.
Οι Dogstar ήταν επί σκηνής όπως τους περίμενα: μια τίμια alternative-rock μπάντα των 90s που δεν είχε κάτι ιδιαίτερο για να γκελάρει τότε, επανενώθηκε όμως πέρυσι φορτσάτη, έβγαλε ένα συμπαθητικό δίσκο, τον έπαιξε όλο ζωντανά ενώ το live εμπλουτίστηκε με μια πολύ καλή διασκευή στο “Just like heaven”. Α ναι, ο μπασίστας τους που βλέπαμε σε απόσταση αναπνοής στα δεξιά της σκηνής είναι κάποιος Κιάνου Ριβς, γνωστός και ως Αθάνατος.
Η Μπεθ Γκίμπονς των Portishead ήταν συγκλονιστική παίζοντας οχτώ από τα δέκα τραγούδια του εξαιρετικού νέου άλμπουμ της Lives Outgrown, δύο από το προ εικοσαετίας αμίμητο Out of Season με τον Rustin Man και το εξής ένα της μπάντας-τοτέμ του trip hop: “Roads”! Κάποια στιγμή χαμογέλασε κιόλας.
Οι Pulp ήταν…δεν έχω λόγια, ας μιλήσει το best-of setlist: “I Spy”, “Disco 2000”, “Mis-Shapes”, “Something Changed” (το οποίο ο Τζάρβις Κόκερ αφιέρωσε στους δύο μακαρίτες Στιβ: τον μπασίστα των Pulp, Στιβ ΜακΚέι, και τον Στιβ Αλμπίνι), “Pink Glove”, “Weeds”, “F.E.E.L.I.N.G.C.A.L.L.E.D.L.O.V.E.” (το ένα από τα δύο προσωπικά μου highlights της συναυλίας), “Sorted for E’s & Wizz”, “This Is Hardcore” (το δεύτερο), “Do You Remember the First Time?”, “Babies”, “Sunrise”, “Like a Friend”, “Underwear”, “Common People”. Την Πέμπτη 20 Ιουνίου στο Release Athens ετοιμαστείτε για το γλέντι της ζωής σας!
Ε ναι, τώρα ας φτάσω: Η καλύτερη συναυλία του φετινού Primavera Sound κατά τη γνώμη μου ήταν της PJ Harvey. Παρεμπιπτόντως οι PJ Harvey, Pulp, Yo La Tengo, Μπεθ Γκίμπονς, Bikini Kill και Charli XCX, όλοι τους συχνοί επισκέπτες, φέτος έλαβαν από το φεστιβάλ το ειδικό βραβείο “Can’t Do Without U” – κάτι σαν αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Primavera.
Έχοντας η PJ επί σκηνής στο πλευρό της τον James Johnston των Gallon Drunk και τον επί σειρά πολλών ετών στενό της συνεργάτη John Parish, έπαιξε υπό καταρρακτώδη βροχή με το μυαλό μας: ξεκίνησε σε χαμηλούς τόνους με την ύστερη δισκογραφία της μέχρι το “Send His Love to Me” και η Stratocaster ανά χείρας να σηματοδοτήσουν τον πηγαιμό εκεί όπου θέλαμε να πάμε όλοι βρεγμένοι ως το κόκαλο, καθιστώντας -και με το πιο συγκινητικό φόρο τιμής στον Στιβ Αλμπίνι (“Θα ήθελα να αφιερώσω το επόμενο τραγούδι στον Στιβ Αλμπίνι. Ο Στιβ θα έπρεπε να είναι εδώ στο φεστιβάλ και θα ήταν ωραία να τον σκεφτούμε όλοι μαζί” είπε και έπαιξε το “The Desperate Kingdom of Love”) αναπόφευκτη μια συλλογική ανανέωση όρκων αιώνιας πίστης στο πρόσωπό της.
Και -γιατί όχι;- εν συνόλω σε αυτό τον αξεπέραστο φεστιβαλικό θεσμό.