ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΙ ΣΩΚΡΑΤΗΣ- ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ ΣΕΡΙ ΣΤΟ ΚΑΤΡΑΚΕΙΟ
Μια βροχή που δεν έπεσε, έφερε την αναβολή της τρίτης (!) συνεχόμενης συναυλίας του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο Θέατρο Βράχων και τη μεταφορά της στο Κατράκειο για την πρώτη μέρα του Οκτώβρη. Αυτό δημιούργησε μια όχι και τόσο παράλογη σύμπτωση: να παίξουν back to back στον ίδιο χώρο Παπακωνσταντίνου και Μάλαμας.
Η σύμπτωση δεν είναι παράλογη γιατί αφενός και οι δύο έκαναν μια γιγάντια περιοδεία στην Ελλάδα, άρα, αν βάλεις στην εξίσωση και τις αναβολές που προκαλούσαν πυρκαγιές και κακοκαιρία, είναι πολύ πιθανό πώς κάπως θα συναντιόντουσαν. Η μπίλια έκατσε στο Κατράκειο της Νίκαιας και στην τελευταία συναυλία αμφότερων για το καλοκαίρι, 1 και 2 Οκτωβρίου.
Είναι άσκοπο νομίζω μετά από τόσα χρόνια πορείας αυτών των δύο ανθρώπων στο καλλιτεχνικό τους μετερίζι να προχωρήσω σε κάποια κριτική των ζωντανών εμφανίσεων τους. Πλέον είναι σαν τα αναψυκτικά, αν δεν σου αρέσουν δε τ΄ αγοράζεις αν τα αγαπάς όμως ξέρεις ότι δεν θα σε προδώσουν ποτέ.
Επίσης, δεν έχει και πολύ νόημα μια λάιφσταιλ αντιμετώπιση το ν’ αναζητήσεις πια την ανθρωπογεωγραφία των ανθρώπων που τους παρακολουθούν.
Μετρήστε τα sold out που είχαν φέτος από το Φεστιβάλ του Χελμού στις αρχές του Ιούνη μέχρι σήμερα. Μέσα σε αυτές αξίζει να θυμηθούμε τη γεμάτη Ριζούπολη του Παπακωνσταντίνου και τις τέσσερις φορές που γέμισε το Κατράκειο ο Μάλαμας. Στην ερώτηση ποιοι πάνε τέλος πάντων στις συναυλίες τους και γίνεται το αδιαχώρητο, η απάντηση είναι απλή: όλες και όλοι. Το δεδομένο ότι ο πυρήνας είναι νέος κόσμος, “φοιτηταριό”, δείχνει πώς το προϊόν μοιάζει να μην έχει ημερομηνία λήξεως.
Μάλιστα, διοργανωτής συναυλιών στην επαρχία, μου τόνισε πώς θα είχε ενδιαφέρον να κάτσουμε να μετρήσουμε τα εισιτήρια που κάνουν οι δυο τους κάθε σεζόν. Ο αριθμός στο τέλος θα ήταν τέτοιος που μάλλον θα έπρεπε να τους αντιμετωπίζουμε ως κομμάτι του εθνικού ακαθάριστου προϊόντος.
Πολλές φορές φέτος σε συζητήσεις για τα πολιτιστικά του τόπου φτάναμε στο ερώτημα “πώς γίνεται οι «θανασωκράτηδες» να ‘ναι συνέχεια γεμάτοι;” Το 2023 έχω πάει τρεις φορές στον Μάλαμα και μία στον Θανάση και την απάντηση δεν την έχω ολοκληρωμένη. Ειδικά στο back to back που ήμασταν και ίδιες φάτσες, μου έκανε τρομερή εντύπωση, ότι πήγαμε να ακούσουμε τα ίδια τραγούδια σ’ ένα ποσοστό 70%. Ο Παπακωνσταντίνου πειραματίζεται πιο πολύ αφού είναι περισσότερο ο “δημιουργός” παρά ο “ερμηνευτής” και πια είναι πολύ πιο διαδραστικός με το κοινό αφού συχνά πυκνά οι τοποθετήσεις του είναι καίριες πάνω σε δύσκολα θέματα της επικαιρότητας.
Ο Μάλαμας από την άλλη, δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, αλλά πρώτη φορά βλέπεις “περφόρμερ” να κάνει τόσες λίγες κινήσεις και να προκαλεί τόσες πολλές εκρήξεις συναισθημάτων. Είμαι μεγάλος θαυμαστής, η κρίση μου δεν είναι καθαρή, αλλά έχουμε να κάνουμε μ’ έναν αυθεντικό λαϊκό σούπερ σταρ. Ακόμα και στον τρόπο που εκσφενδονίζεται από το χώρο αμέσως μετά το τέλος της συναυλίας. Μας έκαναν διακριτικά στην άκρη, επιβιβάστηκε σε δευτερόλεπτα σε ένα γκρι αυτοκίνητο και έφυγε σφαίρα. Όταν τον πρόλαβα να τον χαιρετήσω, μου έσφιξε το χέρι γρήγορα λέγοντας μου “γεια σου παλικαράκι μου”. Μια φίλη, που μιλά με τσιτάτα από τα τραγούδιά του, μου είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου: “μην τολμήσεις να πλύνεις το χέρι σου”.
Με το “άπλυτο χέρι” λοιπόν προσπαθώ να ολοκληρώσω ένα κείμενο χωρίς να χρησιμοποιήσω στίχους από τα τραγούδια τους. Τραγούδια, όμως, που βρίσκονται στις setlist σχεδόν κάθε καλλιτέχνη που βγαίνει για περιοδεία το καλοκαίρι.
Το “Μιλώ για σένα” μόνο οι ξένες μπάντες πρέπει να έχουν μείνει που να μη το λένε. Από μικρές μπάντες μέχρι την Ιουλία Καραπατάκη και τον Γιάννη Χαρούλη, το ρεπερτόριο των περιοδειών τους περιλαμβάνει πάντα Παπακωνσταντίνου-Μάλαμα. Για ένα κοινό τα τραγούδια τους είναι συνυφασμένα με τον ήχο του καλοκαιριού τους. Πανηγύρι στην ανοιχτωσιά. Εκεί βρίσκεται, μάλλον, και η απάντηση γιατί πάνε και ξαναπάνε.