ΒROKEBACK MOUNTAIN: Ο ΤΟΠΟΣ ΟΠΟΥ Ο ΕΡΩΤΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΘΙΣΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΑ, ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΒΛΕΜΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
Συναντήσαμε στο ανακαινισμένο Θέατρο Κνωσός τους συντελεστές της παράστασης Brokeback Mountain που σκηνοθετεί ο Κωνσταντίνος Ρήγος – Τι μας είπαν ο ίδιος, ο Δημήτρης Καπουράνης, ο Μιχαήλ Ταμπακάκης, η Δωροθέα Μερκούρη και η Κορίνα-Άννα Γκουγκουλή.
Το ανακαινισμένο Θέατρο Κνωσός στην Κυψέλη, μετά από μια περίοδο σιωπής, ανοίγει και πάλι τις πόρτες του και επανέρχεται δυναμικά στο θεατρικό προσκήνιο, δίνοντας νέα πνοή στη γειτονιά και στο σύνολο του θεατρικού τοπίου της πόλης της Αθήνας.
Το Θέατρο του Νέου Κόσμου ανέλαβε τη λειτουργία του Κνωσός για τα επόμενα 12 χρόνια, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Λάμπρο Τσάγκα, ο οποίος μαζί με τον αδελφό του, τον ηθοποιό Χρήστο Τσάγκα, διαχειρίστηκαν το θέατρο με αγάπη και αφοσίωση από το 1985, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους στα θεατρικά δρώμενα της πόλης
Το Θέατρο του Νέου Κόσμου προχώρησε σε μια ριζική ανακαίνιση του θεάτρου, διατηρώντας και σεβόμενος την ιστορική του ταυτότητα, ενώ παράλληλα προσέφερε τις απαραίτητες παρεμβάσεις για να αναδείξει την αισθητική του και να ενισχύσει τον ευρωπαϊκό αέρα της σκηνής. Ταυτόχρονα, εξόπλισε το θέατρο με σύγχρονα τεχνικά μέσα που επιτρέπουν την παρουσίαση μεγάλων θεαμάτων, ενώ παράλληλα εξασφαλίζει την πλήρη προσβασιμότητά του για όλους.
Ιδιαίτερα σημαντικό που το ιστορικό αυτό θέατρο επανασυστήνεται στο κοινό με την παράσταση Brokeback Mountain που σκηνοθετεί ο Κωνσταντίνος Ρήγος, όχι μόνο ως χώρος καλλιτεχνικής δημιουργίας, αλλά και ως ένα σημείο αναφοράς για κοινωνικούς προβληματισμούς και συναισθηματικές εξερευνήσεις.
Συναντήσαμε τους συντελεστές του έργου – Κωνσταντίνο Ρήγο, Δημήτρη Καπουράνη, Μιχαήλ Ταμπακάκη, Δωροθέα Μερκούρη και Κορίνα-Άννα Γκουγκουλή. στο λαμπερό φουαγιέ του θεάτρου και είχαμε μαζί τους μία πολύ ωραία και εποικοδομητική συζήτηση για το έργο αυτό που αποδίδει την ακατέργαστη και προσωπική ουσία της ιστορίας, μεταφέροντας αυθεντικά την εμπειρία των δύο νεαρών ανδρών που ζουν έναν απαγορευμένο έρωτα, αντιμέτωποι με τους κοινωνικούς περιορισμούς στα ορεινά τοπία του Γουαϊόμινγκ.
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος ξεκινά τη συζήτηση μιλώντας για την επιλογή του έργου αυτού: “Πιστεύω ότι αυτό το έργο ως ένα gay έργο είναι ένα δυνατό ερωτικό δράμα που δεν έχει χάσει την επικαιρότητά του. Το βασικό πλαίσιο στο οποίο κινείται –η σχέση των ηρώων και οι κοινωνικές συνθήκες γύρω τους– μοιάζει σήμερα ακόμα πιο τρομακτικό από την εποχή στην οποία διαδραματίζεται.
Παρότι ζούμε σε μια κοινωνία που υποτίθεται ότι προάγει την ισότητα, με συνταγματικά κατοχυρωμένους νόμους, συχνά φαίνεται ότι οι άνθρωποι δεν ακολουθούν με τον ίδιο ρυθμό. Η αντίδραση απέναντι στη λεγόμενη “woke” ατζέντα γίνεται ολοένα και πιο έντονη, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως. Αντί να προχωράμε μπροστά, παρατηρούμε στροφή προς μια πιο αντιδραστική και σκληρή στάση απέναντι σε ζητήματα ισότητας και διαφορετικότητας.
Δηλαδή επιστρέφουμε σε μια εποχή σκοταδισμού και φόβου, κάτι που κάνει το έργο τρομακτικά επίκαιρο. Αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που ήθελα να το ανεβάσω.
Αναφέρεται σε μια περίοδο που, ακόμα και στην Αμερική – μια χώρα που θεωρητικά πρεσβεύει την ελευθερία – παρατηρούνται σκληροπυρηνικές τάσεις. Πάντα, βέβαια, πρέπει να εξετάζουμε τα πράγματα μέσα στο πλαίσιο τους. Μπορεί να αισθανόμαστε ότι ζούμε υπό πίεση, αλλά την ίδια στιγμή βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον που, συγκριτικά, προσφέρει τεράστια ελευθερία. Για πόσο ακόμη όμως;”
Τι φόβιζε αρχικά και τι γοητεύει τώρα τους πρωταγωνιστές στο Brokeback Mountain;
Τον λόγο παίρνει ο Δημήτρης Καπουράνης που ερμηνεύει τον Τζακ: “Πλέον δεν μπορώ καν να θυμηθώ τι με φόβιζε. Τώρα, ωστόσο, έχουμε βουτήξει τόσο βαθιά μέσα στο έργο που μοιάζει να λειτουργεί από μόνο του. Κάθε βράδυ, η παράσταση μας «οδηγεί» από μόνη της. Είναι σαν να κλείνω τα μάτια μου και να αφήνομαι σε αυτό το ταξίδι. Έχουμε δημιουργήσει έναν καλοκουρδισμένο μηχανισμό, που κάθε φορά μας βάζει πιο βαθιά στην ιστορία και στον πυρήνα του θέματος. Αυτό που νιώθω κάθε βράδυ είναι ότι αυτό που κάνουμε βρίσκει τον στόχο του, επικοινωνείται και αγγίζει τους θεατές”.
Ο Μιχαήλ Ταμπακάκης που ερμηνεύει τον Ένις, λέει από τη δική του πλευρά: “Σε σύγκριση με άλλες παραστάσεις στις οποίες έχω δουλέψει, αυτό που ξεχωρίζει εδώ είναι πως όσο καιρό κάναμε πρόβες, νιώθω πως δουλεύαμε πάνω σε όλα τα περιφερειακά στοιχεία. Στην ίδια την παράσταση αναδείχθηκε η ουσία και η δυναμική της σχέσης ανάμεσα στους δύο ανθρώπους. Ο πυρήνας του έργου, δηλαδή, παίρνει σάρκα και οστά κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή”.
Πάντως αυτό είναι κάτι που εγώ τουλάχιστον ένιωσα, πως παρασύρετε ο ένας τον άλλον. Είναι και θέμα χημείας, αναφέρω εγώ και ο Μιχαήλ Ταμπακάκης συνεχίζει “πιστεύω πως η χημεία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εμπιστοσύνη. Στο πόσο διατεθειμένος είσαι να ανοιχτείς, να εμπιστευτείς τον άλλον και να αφήσεις λίγο τον εαυτό σου στην άκρη, παραδιδόμενος σε αυτό που σου προτείνει. Όσον αφορά εμάς, η χημεία μας στηρίχθηκε ακριβώς σε αυτό, καθώς και οι δύο ήμασταν από την αρχή πολύ δεκτικοί στο να πειραματιστούμε, χωρίς προκαθορισμένες ιδέες για το πώς “πρέπει” να παίξουμε κάτι”.
Η Κορίνα-Άννα Γκουγκουλή που υποδύεται τον δύσκολο ρόλο της Άλμα σημειώνει “εγω νιώθω πως μου δίνεται η ευκαιρία να πειραματιστώ και να εξερευνήσω πολλά πράγματα. Υπάρχουν και γυναικείοι χαρακτήρες στην ιστορία, καθώς παράλληλα με τον έρωτα που βιώνουν οι δύο πρωταγωνιστές, έχουν και συντρόφους στη ζωή τους.
Σκεφτόμουν πως, αν ό,τι συνέβαινε μεταξύ τους δεν ήταν ταμπού, ο πόνος που θα βίωναν δε θα ήταν τόσο έντονος και δε θα επηρέαζε σε τέτοιο βαθμό ούτε τους ίδιους ούτε τους γύρω τους. Αυτό το στοιχείο είναι το τραγικό για μένα, και κάθε βράδυ προσπαθώ να το διερευνήσω. Μια ιστορία αγάπης, ένα love story, που όμως, επειδή εκτυλίσσεται σε μια εποχή όπου κυριαρχούν τεράστια ζητήματα και βαθιά ταμπού, εγκλωβίζει όλους τους χαρακτήρες.
Και οι γυναίκες, ειδικά η Άλμα που βλέπουμε περισσότερο, είναι και αυτές μέρος αυτού του εγκλωβισμού. Αυτό το πλαίσιο κάνει την ιστορία πιο σύνθετη, πιο πολυδιάστατη, και προσθέτει ακόμα μεγαλύτερη ένταση στις ζωές όλων των προσώπων”.
Ο Δημήτρης Καπουράνης προσθέτει “κατά κάποιο τρόπο είναι το ίδιο εγκλωβισμένοι σε αυτόν τον γάμο” και ο Μιχαήλ Ταμπακάκης αναφέρει “και σήμερα το μόνο πράγμα που ίσως να άλλαζε είναι η αντίδραση αυτής της γυναίκας στο σήμερα. Δηλαδή μάλλον δεν θα το κατάπινε…”
Η Δωροθέα Μερκούρη μπαίνει στη συζήτηση λέγοντας “σχετικό είναι και αυτό. Έχω ακούσει γυναίκες να λένε πως προτιμούν ο σύντροφός τους να πάει με άντρα, παρά να τους απατήσει με άλλη γυναίκα. Αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο· το έλεγαν παλιότερα, αλλά το ακούς ακόμα και σήμερα”.
Και συνεχίζει “και εγώ είχα τις δικές μου ανησυχίες αρχικά, κυρίως γιατί ξαφνικά έπρεπε να τραγουδήσω 12 τραγούδια. Δεν είχα, όμως, καμία αμφιβολία για το ίδιο το έργο. Εμπιστεύομαι απόλυτα τον σκηνοθέτη. Όταν νιώθω αυτή την εμπιστοσύνη, μπορώ να αφεθώ και να συμμετέχω σε οποιαδήποτε δουλειά με κλειστά μάτια”.
Πόσο “προκλητική” είναι η παράσταση αυτή;
Ο Μιχαήλ Ταμπακάκης απαντά “μου κάνει εντύπωση γιατί συχνά ακούμε το σχόλιο ότι η παράσταση δεν είναι καθόλου χυδαία. Και πραγματικά, γιατί θα έπρεπε να είναι χυδαία; Με ποια λογική; Επειδή περιλαμβάνει γυμνό;” και η Δωροθέα Μερκούρη συνεχίζει “έχουμε δει πολύ πιο ακραία πράγματα στη σκηνή, κάποια από τα οποία με είχαν πραγματικά σοκάρει με το περιεχόμενό τους. Πιστεύω πως η Αθήνα μπορεί να αγκαλιάσει τέτοιου είδους έργα, ίσως περισσότερο από άλλες χώρες. Η Κυψέλη είναι μία πολύ ζωντανή και παράλληλα μια πολύ ήσυχη περιοχή με οικογένειες, παιδικές χαρές και πάρκα. Η περιοχή, γύρω από την πλατεία όπου κινείται ο κόσμος που έρχεται στο θέατρο, έχει μια ιδιαίτερη ομορφιά και ζωντάνια. Φυσικά, όπως σε κάθε μεγαλούπολη, μερικά στενά πιο κάτω το σκηνικό αλλάζει και μπορείς να δεις κάτι εντελώς διαφορετικό. Η απόφαση του Θεάτρου του Νέου Κόσμου να ανακαινίσει το θέατρο Κνωσσός είναι εξαιρετικά σημαντική. Λειτουργεί σχεδόν σαν μια κοινωνική παρέμβαση, δίνοντας ένα φως και μια νέα πνοή σε αυτόν τον τόπο”.
Η Κορίνα-Άννα Γκουγκουλή αναφέρει “δεν είναι τυχαίο που το θέατρο επαναλειτουργεί σε αυτή τη γειτονιά και με αυτή την παράσταση και τα μηνύματα που περνάει και προσφέρει μια νέα οπτική για τον έρωτα, μια διαφορετική πρόταση. Παράλληλα, το ίδιο το θέατρο λειτουργεί ως μια φρέσκια πρόταση για το πώς οι άνθρωποι της περιοχής μπορούν να επανασυνδεθούν με τη γειτονιά τους, να την αγαπήσουν ξανά και να τη δουν με νέα ματιά”.
Ο Δημήτρης Καπουράνης λέει από τη δική του πλευρά “η αλήθεια είναι ότι από την πρώτη μεγάλη σεκάνς του έργου, που διαδραματίζεται στο βουνό, προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια σύνδεση τόσο μεταξύ των χαρακτήρων, του Ένις και του Τζακ, όσο και με το κοινό, ώστε να χαλαρώσει και να μπει στην ατμόσφαιρα. Ουσιαστικά, βλέπουμε δύο 18χρονα παιδιά που ζουν μια ανέμελη στιγμή: πίνουν, βαριούνται να δουλέψουν, δουλεύουν λίγο, μιλάνε μεταξύ τους, μοιράζονται στιγμές, ερωτεύονται, κάνουν έρωτα, γελάνε, κάνουν χαζομάρες.
Συχνά νιώθω ότι το κοινό θέλει να γελάσει με αυτές τις στιγμές, αλλά κρατιέται. Υπάρχει αυτή η αμηχανία που συναντάς συχνά στα αστικά θέατρα, ένας είδος καθωσπρεπισμού. Κι όμως, πάνω στη σκηνή δεν υπάρχει τίποτα καθωσπρέπει – όλα είναι αληθινά, αυθόρμητα, και απόλυτα ανθρώπινα. Θα ήθελα το κοινό να γελάει περισσότερο. Όσο περισσότερο γελάνε, τόσο πιο πολύ χαλαρώνει η ατμόσφαιρα, δημιουργείται σύνδεση, γίνονται όλοι ένα. Έτσι, παρακολουθούν πιο ουσιαστικά, νιώθουν μέρος του συνόλου και επικοινωνούν πραγματικά με αυτό που συμβαίνει στη σκηνή”.
Και ο Μιχαήλ Ταμπακάκης συμφωνεί λέγοντας: “Νιώθω ότι το κοινό ακολουθεί τη δική μου ψυχολογία κατά τη διάρκεια της παράστασης. Στην αρχή είναι αρκετά σφιγμένο, αλλά σταδιακά αρχίζει να χαλαρώνει. Στη συνέχεια, μπαίνει κι αυτό μέσα στη συναισθηματική πάλη που βιώνω εγώ στη σκηνή, και στο τέλος, φτάνει σε ένα σημείο εξάντλησης, και γίνεται κουρέλι, όπως ακριβώς κι εγώ. Σκεφτόμουν πως κάποιοι μπορεί να είναι προκατειλημμένοι επειδή η ταινία δεν περιέχει καθόλου χιούμορ. Όμως, η παράσταση, έτσι όπως έχει στηθεί εδώ, έχει αρκετές χιουμοριστικές στιγμές, που λειτουργούν απελευθερωτικά και, σε σχέση με το τέλος, ακόμα και λυτρωτικά. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει αυτή η ιδιαιτερότητα του ελληνικού κοινού, που μοιάζει να χρειάζεται τη “σφραγίδα” της κωμωδίας για να νιώσει ότι επιτρέπεται να γελάσει. Αν δεν είναι κωμωδία, το γέλιο μοιάζει σχεδόν “απαγορευμένο.”
Το Brokeback Mountain και η σχέση του με τη “Μόσχα” των Τριών Αδελφών
Οι ήρωες έχουν το Brokeback Mountain, ποια η σχέση του με τη “Μόσχα” που ονειρεύονται οι “Τρεις Αδελφές;
Ο Μιχαήλ Ταμπακάκης αναφέρει πως “οι Τρεις Αδελφές ονειρεύονται να πάνε στη Μόσχα, αλλά πιστεύω ότι ακόμα κι αν τα κατάφερναν, ίσως να μην άλλαζε τίποτα ουσιαστικά. Ίσως μετά να ήθελαν να πάνε κάπου αλλού, να κυνηγήσουν έναν νέο στόχο. Το ίδιο ισχύει και για αυτούς τους δύο. Αν ζούσαν αυτόν τον έρωτα, μπορεί τελικά, μετά από έναν μήνα, να είχαν χωρίσει”.
Και ο Δημήτρης Καπουράνης συνεχίζει “υπάρχουν άνθρωποι που είναι ιδεαλιστές και άλλοι που δεν είναι. Όπως μας έλεγε και ο Κωνσταντίνος Ρήγος στις πρόβες, ο Τζακ μπορεί να παρομοιαστεί με έναν καλλιτέχνη. Είναι ο άνθρωπος που έχει την ικανότητα να οραματίζεται, να βλέπει μπροστά, να φαντάζεται κάτι που δεν υπάρχει και να δημιουργεί στο μυαλό του μια νέα πραγματικότητα. Αντίθετα, ο Ένις, λόγω του φόβου, της αυτοτιμωρίας και των τραυμάτων που κουβαλάει, δεν μπορεί να κάνει το ίδιο.
Έτσι, δεν είμαι σίγουρος αν αυτοί οι χαρακτήρες θα φτάσουν ποτέ στη “Μόσχα” ή αν θα επιστρέψουν ποτέ πραγματικά στο Brokeback. Και το πρόβλημά τους δεν είναι πως δεν επέστρεψαν στο Brokeback. Είναι πως συναντιούνται δύο φορές τον χρόνο για πέντε μέρες. Είναι η αδυναμία τους να ξεπεράσουν τις εσωτερικές και εξωτερικές τους συγκρούσεις, να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα και να ζήσουν ελεύθερα”.
“Εδώ δε λένε σ’αγαπώ, το απαγορεύουν στον εαυτό τους” σημειώνει ο Μιχαήλ Ταμπακάκης και ο Δημήτρης Καπουράνης προσθέτει “Μόνο ένα “αγάπη μου” λένε”.
Η Δωροθέα Μερκούρη αναφέρει “οι σχέσεις των δύο είναι καθαρά σωματικές. Το συναίσθημα δεν εκφράζεται ξεκάθαρα, δεν γίνεται αντιληπτό με λόγια. Είναι η φυσική έλξη, η σωματική τριβή ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Δεν μιλάμε για αγάπη με τη συμβατική έννοια, αλλά για κάτι πιο πρωτόγονο και ενστικτώδες – δύο σώματα που θέλουν να είναι μαζί.
Δεν υπάρχουν δηλώσεις όπως “σ’ αγαπώ”, ούτε πολλά λόγια μεταξύ τους, γιατί πρόκειται για δύο σκληρούς άντρες, διαμορφωμένους από τη ζωή στα βουνά. Αυτοί οι άντρες δεν εκφράζονται λεκτικά, δεν είναι στη φύση τους να μιλούν για τα συναισθήματά τους. Το εκφράζουν μέσα από το σώμα τους, γιατί εκεί βρίσκεται η δύναμή τους. Και αυτό είναι αυθεντικό, είναι σωστό, είναι η αλήθεια τους. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικό”.
“Πάντως για μένα αυτό το “Αγάπη μου” ήταν ξεκάθαρα μια στιγμή αδυναμίας του Ένις” λέει ο Δημήτρης Καπουράνης.
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος δράττει την ευκαιρία και λέει “μα το θέμα του έργου είναι η καταπίεση που βιώνουν αυτοί οι δύο χαρακτήρες, η οποία με τη σειρά της επεκτείνεται και επηρεάζει όλους τους άλλους ήρωες. Μιλά για τη δυσκολία αποδοχής της ανθρώπινης ύπαρξης στη δική της μοναδική ταυτότητα.
Στην ουσία, αυτό είναι το κεντρικό ζήτημα. Αυτοί οι άνθρωποι μοιάζουν να είναι “καταραμένοι” εσωτερικά, σαν να μην τους επιτρέπεται να υπάρξουν πλήρως ως πρόσωπα. Και αυτό το εσωτερικό αδιέξοδο, σαν ωστικό κύμα, διαλύει και τον κόσμο γύρω τους. Αν αυτοί ήταν ελεύθεροι να ζήσουν τον έρωτά τους, τότε η Άλμα θα είχε τη δική της ευτυχία, μια διαφορετική ζωή, με έναν άλλον άνθρωπο. Όλα θα ήταν πιο αρμονικά. Το ίδιο ισχύει και για τη Λορίν, η οποία, με έναν τρόπο, απελευθερώνεται από τον Τζακ. Στην πραγματικότητα, η Λορίν είναι μια επαναστάτρια. Καθορίζει τη ζωή της και, παράλληλα, καθορίζει και τον Τζακ, παίρνοντας την κατάσταση στα χέρια της και ορίζοντας τη δική της πορεία”.
Και η Κορίνα-Άννα Γκουγκουλή προσθέτει “προς τιμήν του Κωνσταντίνου Ρήγου, η γυναικεία ματιά είναι λίγο πιο υπογραμμισμένη. Υπάρχει ένα σύστημα καταπίεσης που επηρεάζει όλους τους χαρακτήρες σε κάθε επίπεδο – και αυτό είναι που κάνει το έργο τόσο τραγικό. Στην προκειμένη περίπτωση, βλέπουμε ξεκάθαρα αυτή την καταπίεση στη μία γυναίκα που εμφανίζεται, αλλά και στους γυναικείους χαρακτήρες γενικότερα, οι οποίοι, αν και δεν έχουν τόσο μεγάλη παρουσία στη σκηνή, παίζουν καθοριστικό ρόλο στο πλαίσιο της αφήγησης και του love story των δύο ανδρών”.
Τι συμβολίζει το Brokeback Mountain;
Ο Δημήτρης Καπουράνης απαντά πιο βιωματικά: “Πολλές φορές στη ζωή μου ανατρέχω στα δικά μου “Brokeback Mountain”. Εκείνες τις κορυφαίες στιγμές έρωτα που έχουμε συνδέσει με κάτι συγκεκριμένο – ένα βράδυ, ένα άρωμα, ή ένα ιδιαίτερο γεγονός. Για αυτούς τους δύο, η στιγμή τους ήταν ακριβώς αυτή. Το βουνό έγινε το σύμβολο της δικής τους μοναδικής εμπειρίας”.
Ο Μιχαήλ Ταμπακάκης λέει “νομίζω πως συμβολίζει τη στιγμή της απόλυτης ελευθερίας. Αν το σκεφτείς, όταν είσαι πραγματικά ερωτευμένος και δεν σε νοιάζει τίποτα άλλο, ζεις μόνο στο παρόν. Δεν σκέφτεσαι ούτε το πριν, ούτε το μετά – απλώς βιώνεις το τώρα. Αυτές οι στιγμές είναι που σε κάνουν να νιώθεις απόλυτα ελεύθερος. Και ίσως αυτό είναι το πιο όμορφο κομμάτι αυτής της σχέσης. Μετά από εκεί, ξεκινά η κατρακύλα.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ιστορία τοποθετείται στη φύση, αυτό λειτουργεί συμβολικά. Εκεί, μέσα στη φύση, κάνουν κάτι απόλυτα φυσικό, κάτι που μοιάζει αληθινό και αγνό. Είναι φανταστικό το πώς το περιγράφει το διήγημα. Στο βουνό δεν υπάρχουν άλλοι άνθρωποι. Υπάρχουν μόνο τα ζώα, τα καιρικά φαινόμενα, η ίδια η φύση, και αυτοί οι δύο. Είναι ένας κόσμος απογυμνωμένος από κοινωνικούς περιορισμούς, και αυτό τους προσφέρει αυτή την αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας.
Αυτό που με συγκινεί περισσότερο είναι η προσπάθειά τους, όλα τα επόμενα χρόνια, να ανασύρουν εκείνη τη στιγμή, να ξαναζήσουν αυτό το αίσθημα. Και στις σχέσεις συμβαίνει αυτό. Προσπαθείς με κάθε τρόπο να επαναφέρεις τις στιγμές εκείνες που σε έκαναν να νιώθεις τόσο ζωντανός. Κάνεις σπασμωδικές κινήσεις, πιέζεις καταστάσεις, αλλά συχνά δε γίνεται. Αυτή η πάλη αυτών των δύο – το να προσπαθούν να ξαναβιώσουν εκείνη την απόλυτη στιγμή ελευθερίας και ευτυχίας, αλλά να μην μπορούν – είναι για μένα το πιο συγκινητικό στοιχείο της ιστορίας”.
Και ο Κωνσταντίνος Ρήγος καταλήγει: “Αυτό είναι, κατά κάποιο τρόπο, το αμερικανικό όνειρο της απόλυτης ελευθερίας. Από τις αρχές του περασμένου αιώνα, όποιος πήγαινε στην Αμερική το έκανε με την πεποίθηση ότι θα βρει τη γη της επαγγελίας. Τα βουνά στο έργο συμβολίζουν αυτό ακριβώς: τον τόπο όπου ο έρωτας μπορεί να ανθίσει ελεύθερα, μακριά από τα βλέμματα των άλλων, χωρίς περιορισμούς.
Έτσι θα έπρεπε να ζούμε: ο καθένας στο δικό του “βουνό,” σε έναν προσωπικό χώρο ελευθερίας, όπου θα μπορούσε να είναι αληθινά ο εαυτός του. Και αυτά τα “βουνά” θα μπορούσαν να συνυπάρχουν, σαν μια οροσειρά, χωρίς να επηρεάζουν ή να περιορίζουν το ένα το άλλο, δημιουργώντας έναν κόσμο όπου η ατομικότητα και η συνύπαρξη βρίσκουν την τέλεια ισορροπία”.
Ταυτότητα της παράστασης Brokeback Mountain
Μετάφραση: Έρι Κύργια
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Ρήγος
Σκηνογράφος: Κωνσταντίνος Ρήγος
Συνεργάτις σκηνογράφος: Σοφία Θεοδωράκη
Ενδυματολόγος: Ιωάννα Τσάμη
Σχεδιασμός φωτισμών: Χρήστος Τζιόγκας
Ενορχήστρωση−Μουσική: Δημήτρης Αρώνης/ Moa Bones
Σχεδιασμός βίντεο: Βασίλης Κεχαγιάς
Βοηθός σκηνοθέτη: Άγγελος Παναγόπουλος
Παίζουν: Δημήτρης Καπουράνης, Μιχαήλ Ταμπακάκης, Κορίνα-Άννα Γκουγκουλή, Δημήτρης Καπετανάκος, Δωροθέα Μερκούρη
Μουσικοί επί σκηνής Κώστας Σιδηροκαστρίτης ακουστική κιθάρα−κρουστά, Γιάννης Πανηγυράκης ηλεκτρική κιθάρα, Γιώργος Κωστόπουλος κοντραμπάσο.
Ιnfo
Θέατρο Κνωσός (Κνωσού 11, Κυψέλη)
Παραστάσεις από 23 Οκτωβρίου 2024, Τετάρτη 20:00, Πέμπτη & Παρασκευή 21.00, Σάββατο 18.30 & 21:15, Κυριακή 20.00
Εισιτήρια: https://nkt.gr/plays/brokeback-mountain/ & https://www.more.com/theater/brokeback-mountain/