ΖΑΚ ΟΝΤΙΑΡ, ΤΙ ΟΝΕΙΡΟ ΕΙΔΕΣ ΚΑΙ ΓΥΡΙΣΕΣ ΕΝΑ ΤΡΑΝΣ ΜΑΦΙΟΖΙΚΟ ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ ΣΤΑ ΙΣΠΑΝΙΚΑ;
Ο βραβευμένος με Χρυσό Φοίνικα σκηνοθέτης Ζακ Οντιάρ (“Ο Προφήτης”, “Dheepan”) μιλάει στο Magazine για το πλήρως αντισυμβατικό φιλμ “Emilia Perez”, που κέρδισε δύο μεγάλα βραβεία στις Κάννες και τώρα εκπροσωπεί τη Γαλλία στα Όσκαρ.
Μια από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες των φετινών Καννών, με δύο μάλιστα βραβεία –Βραβείο της Επιτροπής και ένα συλλογικό βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας–, το Emilia Perez βρίσκει τον σημαντικό γάλλο auteur Ζακ Οντιάρ να δοκιμάζει και πάλι κάτι αναπάντεχο, έξω από τα σύνορά του και τη συνήθειά του.
Ο βραβευμένος με Χρυσό Φοίνικα σκηνοθέτης (για το προσφυγικό δράμα Dheepan – ο Άνθρωπος Χωρίς Πατρίδα) ανέκαθεν αναδείκνυε το ρυθμό σε κάθε του έκφανση, είτε αφηγείται ιστορίες μικρο-εγκληματιών με μουσική κλίση (Ο Χτύπος Που Έχασε η Καρδιά Μου), είτε ένα λαμπερό ποπ κομμάτι δίνει τόνο σε ένα σύγχρονο μελόδραμα (Σώμα με Σώμα), είτε ο ρυθμός της urban ζωής πλέκει έρωτα, μουσική, μοναξιά και σεξ σε μια κομιξική όπερα της καθημερινότητας (Παρίσι, 13ο Διαμέρισμα). Αυτή τη φορά όμως πήγε και το έκανε σε όλη του την κυριολεξία: Ένα μιούζικαλ, και μάλιστα με μερικές από τις πιο ακραίες και εκκωφαντικές ιδέες του πρόσφατου σινεμά.
Στο Emilia Perez, μια ταινία που ο Ζακ Οντιάρ διασκεύασε από μια όπερα που άρχισε να γράφεται αλλά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ(!), ένας μαφιόζος αποφασίζει πως θέλει να αφήσει πίσω του τη ζωή εγκλήματος και παράλληλα πως θέλει να γίνει γυναίκα. Μια δικηγόρος τον βοηθά να κάνει την εγχείρηση κι έπειτα να εξαφανιστεί. Χρόνια μετά, η Εμίλια Περέζ εμφανίζεται ξανά στη ζωή της δικηγόρου γιατί θέλει ξανά αυτό που της έχει λείψει περισσότερο από την προηγούμενή της ζωή: Τα παιδιά της.
Δικηγόρος είναι η Ζόι Σαλντάνα (Avatar) σε μια φοβερή ερμηνεία ενώ ως Εμίλια εντυπωσιάζει η πρακτικά άγνωστη Κάρλα Σοφία Γκασκόν, με τη Σελίνα Γκόμεζ να κρατά το ρόλο της πρώην συζύγου του Μανίτας – δηλαδή του άντρα που άφησε πίσω η Εμίλια Περέζ κατά τη μετάβασή της. Οι τρεις τους οδηγούν με πειθώ ένα (σαπουν)οπερατικό στόρι που θέλει απεριόριστη αφοσίωση για να μπορέσεις να πουλήσεις στο κοινό, τόσο εξωφρενικό που είναι.
Μια κατάσταση που γίνεται ακόμα πιο περίπλοκη λόγω της φόρμας που επιλέγει ο Οντιάρ. Δηλαδή, η ταινία να είναι μιούζικαλ, και μάλιστα από αυτά τα κλασικά τύπου Ομπρέλες του Χερβούργου – αυτή την ταινία μας παρέθεσε ως σημείο αναφοράς ο Οντιάρ στην κουβέντα μας. Χορός, τραγούδι, οργανωμένο έγκλημα, εγχείρηση μετάβασης, όπερα, Narcos, Mrs. Doubtfire, αρχαία τραγωδία: μερικές από τις έννοιες που το Emilia Perez βάζει τη μία δίπλα στην άλλη με απόλυτη φυσικότητα, σα να μη συμβαίνει τίποτα.
Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες και είτε σου αρέσει είτε όχι (και προσωπικά ανήκω στο δεύτερο στρατόπεδο) πρέπει να αναγνωρίσεις το θράσος και την τόλμη της, το πόσο άφοβα και αφοσιωμένα αφηγείται μια ακραία ιστορία μέσα από μια εξίσου ακραία φόρμα. Δημιουργώντας ένα αποτέλεσμα που νιώθεις ότι το βλέπεις σε κάποια παραίσθηση. Είναι, σίγουρα, μια εμπειρία.
Γι’αυτό και όταν το Emilia Perez έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στις Κάννες, δημιουργώντας κατευθείαν ένα σταθερό σημείο συζήτησης και τσακωμών στα πηγαδάκια του φεστιβάλ, εμείς αναζητήσαμε τον αγαπημένο Ζακ Οντιάρ για να μας δώσει, βασικά, εξηγήσεις. Να μας πάει στο παρασκήνιο μιας από τις κατεξοχήν «πώς και γιατί συνέβη αυτό» ταινίες που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Μας μίλησε για την ψυχρή σχέση του με τα μιούζικαλ, για το πώς γνώρισε τη Σελίνα Γκόμεζ και για το πώς, όταν κοιμάται, αποκτά νέες ιδέες για το πώς να σπάσει και να δημιουργήσει ξανά κάτι που είχε προηγουμένως στο μυαλό τους.
Τι σας έκανε να θελήσετε να δοκιμαστείτε σε κάτι όπως το μιούζικαλ;
Δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα τα μιούζικαλ, δεν έχω ιδιαίτερη προτίμηση. Και δεν τα γνωρίζω καλά ως είδος. Δεν έχω καμία κουλτούρα σχετική με αυτά. Αυτό που μου αρέσει είναι τα μιούζικαλ του Μπομπ Φόσι ή του Ζακ Ντεμί, για παράδειγμα. Αλλά δεν μου αρέσουν αυτά των ‘30s ή τα χολιγουντιανά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πόσο μεγάλη πρόκληση ήταν τότε το να ενσωματώσετε στοιχεία κοινωνικού ρεαλισμού σε αυτό το περιβάλλον;
Αυτό ήταν στην πραγματικότητα ο στόχος μου, και το έχω ήδη κάνει σε προηγούμενες ταινίες μου. Αλλά εδώ είχα συγκεκριμένους περιορισμούς που ήταν, φυσικά, η μουσική, τα τραγούδια και η χορογραφία. Μου αρέσει να μετατοπίζομαι στο σινεμά μου κι εδώ δε μπορούσα να το κάνω τόσο εύκολα, λόγω του είδους. Δεν είχα δουλέψει ποτέ πάνω σε τέτοιες, ας πούμε, ράγες.
Είπατε ότι δεν σας αρέσουν τα μιούζικαλ, αλλά είχατε στο μυαλό σας ένα μιούζικαλ εδώ και πολύ καιρό, σωστά;
Ναι, είναι κάτι που είχα ήδη στο μυαλό μου όταν έκανα το Emilia Perez. Το αρχικό πρότζεκτ χρονολογείται στο 2019 και επρόκειτο να είναι μια όπερα, βασικά. Θα ήταν λιμπρέτο σε τέσσερις πράξεις με πολύ αρχετυπικούς χαρακτήρες που θα παρέπεμπαν σε διαφορετικά κομμάτια τέχνης, σαν διαφορετικοί πίνακες.
Αγαπώ την όπερα! Παρόλο που δεν έχω τόσο βαθιά κουλτούρα, ήθελα να κάνω κάτι τέτοιο. Όταν έγραφα τη δεύτερή μου ταινία (Ένας Πολύ Διακριτικός Ήρωας, 1996) ήθελα να κάνω κάτι σαν αυτό που έκανε ο Πίτερ Μπρουκ με την Κάρμεν – μια μίξη σινεμά και στοιχείων όπερας. Είναι αυτός ο συνδυασμός όπερας και της κινούμενης εικόνας του σινεμά, που με έχει επηρεάσει στην πραγματικότητα.
Οι περιορισμοί στα τραγούδια και τη χορογραφία δεν ήταν οι μόνοι που είχατε να αντιμετωπίσετε. Υπήρχε και το γλωσσικό σύνορο. Πώς ήταν η επικοινωνία στα αγγλικά, τα ισπανικά και τα γαλλικά;
Είναι αλήθεια. Έκανα ταινίες στα αγγλικά και τώρα εδώ δεν προφέρω έστω καν μια λέξη στα αγγλικά! [σσ. η συνέντευξη γίνεται με μεταφραστή από τα γαλλικά] Έκανα ταινίες και στα ισπανικά και στα ταμίλ επίσης. Και ίσως η πιο ενδιαφέρουσα ερώτηση είναι – γιατί εγκαταλείπω τη μητρική μου γλώσσα τόσο, τόσο συχνά;
Και ο λόγος είναι ότι είμαι επίσης αναγνώστης. Λατρεύω τη λογοτεχνία, διαβάζω πολύ και όταν όταν είναι στη μητρική μου γλώσσα, την οποία λατρεύω, είμαι πολύ προσεκτικός σε κάθε αλλαγή στην κλίση και στους τόνους και στο ύφος, επειδή την καταλαβαίνω τόσο καλά. Ενώ όταν μια ταινία ή ένα λογοτεχνικό ή κινηματογραφικό έργο δεν είναι στη δική μου γλώσσα, τότε η οπτική μου αλλάζει: Προσέχω περισσότερο τη στάση του σώματος, την κίνηση των ηθοποιών, την έκφραση του προσώπου τους. Έχω μια πιο μουσική σχέση με τη σκηνοθεσία.
Αυτή η αίσθηση της ανακάλυψης επεκτείνεται στα διαφορετικά είδη; Οι τελευταίες ταινίες σας ήταν όλες πολύ διαφορετικές η μία δίπλα στην άλλη. Σα να προσπαθείτε να βρείτε τα όρια του κάθε είδους.
Δεν είμαι από τους σκηνοθέτες που σηκώνονται το πρωί και λένε, εντάξει, θα ασχοληθώ με αυτό το είδος σήμερα. Για μένα, οι ταινίες δεν προέρχονται από συγκεκριμένα θέματα. Είναι ας πούμε ένας προβληματισμός, ένας διαλογισμός που κάνω και μετά προστίθενται πράγματα σε αυτόν. Κι η ταινία προκύπτει επειδή αυτή η διαίσθηση, αυτός ο προβληματισμός αποκρυσταλλώνεται μαζί με άλλα πράγματα. Είναι μια ταινία, δεν προέρχεται από ένα θέμα – προέρχεται από μια φόρμα.
Πόσο σημαντική ήταν για εσάς η εκπροσώπηση στο κάστινγκ; Το να παίζει την κεντρική ηρωίδα μια τρανς ηθοποιός;
Δεν είχα άλλη επιλογή, φυσικά. Ο χαρακτήρας είναι τρανς επομένως έπρεπε να έχω μια τρανς ηθοποιό, εν προκειμένω την Κάρλα Σοφία Γκασκόν. Δε μπορούσα όσο είναι ο Μανίτας να παίζει άντρας ηθοποιός και μετά την Εμίλια μια γυναίκα. Έπρεπε να είναι μια τρανς ηθοποιός. Κι επιπλέον έπρεπε να βρούμε ανθρώπους που να μπορούν να τραγουδήσουν και να χορέψουν. Η ιδέα μου ήταν να βάλω στο ρόλο τη Σοφία που είναι γνωστή για όσα μπορεί να κάνει.
Επίσης όσον αφορά τη μορφή της ταινίας, ήταν πολύ σημαντικό η ιστορία μιας τρανς γυναίκας να αντικατοπτρίζεται στο είδος. Στην ταινία έχουμε σαπουνόπερες, έχουμε μαφιόζικο narcos θρίλερ, έχουμε αστική κωμωδία, και όλα αυτά έπρεπε να αποτυπωθούν με τον κατάλληλο ρυθμό στις διαρκείς εναλλαγές.
Στην επιλογή για τη Ζόι Σαλντάνα και τη Σελίνα Γκόμεζ πώς φτάσατε; Τι σας κίνησε το ενδιαφέρον για το κάστινγκ και των δύο;
Δεν ήξερα καμία από τις δύο! Τη Ζόι μου την πρότεινε ένας ατζέντης από το Λος Άντζελες και μου έλεγαν συνέχεια το όνομά της.
Είχα μια συνάντηση zoom μαζί της και αμέσως τη βρήκα τρομερή κι αυτό μου επέτρεψε να προσθέσω ένα χαρακτηριστικό στη Ρίτα που δεν είχα προηγουμένως – λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι έχει πιο σκούρα επιδερμίδα, η οποία στο Μεξικό είναι ένα πολύ συγκεκριμένο κοινωνικό χαρακτηριστικό. Και είναι μια σπουδαία ηθοποιός που μπορεί να τραγουδήσει και να χορέψει.
Όσον αφορά τη Σελίνα, ισχύει το ίδιο πράγμα. Δεν την γνώριζα, με εξαίρεση την ερμηνεία της στο Spring Breakers και την ταινία του Γούντι Άλεν, A Rainy Day in New York. Και και με μαγνήτισε αμέσως, παρά το γεγονός ότι παρά το όνομά της, δεν προφέρει ούτε μια λέξη ισπανικά. Αυτό ήταν το θέμα. Αλλά όταν συναντηθήκαμε για ένα καφέ στη Νέα Υόρκη, της είπα στα 10 λεπτά ότι προσλαμβάνεται. Δεν με πίστεψε!
Σε ποιο βαθμό η μουσική σας απελευθέρωσε ώστε να μπορέσετε να ασχοληθείτε με κάποια βαριά ζητήματα, όπως η τρανς ταυτότητα αλλά και το οργανωμένο έγκλημα και τα θύματα που μετρά;
Αν ήθελα να μείνω σε θέματα, τότε θα έκανα ένα ντοκιμαντέρ! Αυτό που μου επέτρεψε η μουσική να κάνω, είναι η δυνατότητα ανάμειξης της επικής αίσθησης της αφήγησης με τα δραματικά στοιχεία της πραγματικότητας. Τα τραγούδια ενσωματώνονται πλήρως στην αφήγηση και αποτελούν μέρος της εξέλιξης της ίδιας της ιστορίας. Κάτι σαν το ρόλο που έπαιζαν στον Ζακ Ντεμί, για παράδειγμα στις Ομπρέλες του Χερβούργου. Πρόκειται για μια ταινία που στο φόντο έχει τον πόλεμο της Αλγερίας! Οπότε η μουσική γίνεται δραματικό, συστατικό της ίδιας της αφήγησης. Δεν είναι εκεί απλώς ως αντιπερισπασμός.
Ή το West Side Story;
Έχω ένα πρόβλημα με το West Side Stories στην πρωτότυπη εκδοχή του, θεωρώ ότι διαπράτει ένα μεγάλο κινηματογραφικό ολίσθημα. Δεν υπάρχει ούτε ένας μαύρος χαρακτήρας ή ερμηνευτής. Και μιλάμε για τη δεκαετία του ’60, με τις διεκδικήσεις και τις πορείες για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων.
Κοιτάζοντας πίσω στην καριέρα σας, νιώθετε πως έχετε γίνει πιο τολμηρός, πιο σίγουρος για θέματα που πραγματεύεστε στις ταινίες που γυρίζετε;
Είναι αστείο γιατί μου πήρε τρεις ταινίες –και ήμουν και μοντέρ πριν, ε;– για να καταλάβω πλήρως πώς λειτουργεί η σκηνοθεσία. Και ξεκινώντας από εκεί και μετά, ένας ολόκληρος κόσμος άνοιξε μπροστά μου και ένιωσα εντελώς ελεύθερος.
Συνήθως γράφω πολλές, πολλές εκδοχές των σεναρίων μου, και το κάνω αυτό για να μπορώ να το σπάσω σε κομματάκια. Να το συντρίψω και να αυτοσχεδιάσω και να συνεργαστώ με τους ηθοποιούς. Και κάνω πολλές πρόβες μαζί τους σε αυτό το στάδιο. Και μόνο έτσι φτάνεις στη σωστή δόση αυτοπεποίθησης.
Είναι παράδοξο για μένα. Πρέπει να είμαι όσο το δυνατόν πιο ακριβής στην προετοιμασία του υλικού μου για να μπορώ μετά να το αναποδογυρίσω εντελώς και να το σπάσω. Και αυτό μπορεί να είναι λίγο εξοργιστικό για τους ανθρώπους του συνεργείου, γιατί είναι όντως μια τρέλα κατά καιρούς.
Δεν κοιμάμαι πολύ καλά τα βράδια. Έτσι, αυτό που κάνω είναι ότι χρησιμοποιώ το διάλειμμα για μεσημεριανό γεύμα για να κοιμηθώ, 20 λεπτά. Και σε αυτό το χρονικό διάστημα, μου έρχονται πολλές ιδέες. Οπότε όταν σηκώνομαι και επιστρέφω στο χώρο, λέω:
εντάξει, ας τα αλλάξουμε όλα. [γελάει] Και τώρα το συνεργείο μου πλέον φοβάται όταν με βλέπουν να πηγαίνω για σιέστα.
Το Emilia Perez κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Spentzos Films. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Μάιο στο φεστιβάλ Καννών.