“ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΛΕΤΗ” ΟΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΝΟΙΑΖΕΙ Η ΜΕΛΕΤΗ ΤΣΙΟΔΡΑ-ΛΥΤΡΑ
Ζούμε την αμήχανη στιγμή που οι επιστήμονες έπαψαν να είναι βολικοί για την κυβέρνηση. Όχι ότι κι εκείνοι υπερασπίστηκαν τον εαυτό τους 21 μήνες τώρα.
Το χειρότερο με τον θόρυβο που ξέσπασε την εεβδομάδα που πέρασε γύρω από την έρευνα Τσιόδρα-Λύτρα είναι ότι θα μπορούσε να είχε περάσει έως κι απαρατήρητη. Ίσως (κακώς) να μην ασχολιόμασταν και τόσο μαζί της αν δεν είχε εκείνη την, από όπου και να το δεις, επιεικώς άστοχη έμπνευση ο πρωθυπουργός να ρωτήσει ενοχλημένος στη Βουλή την 1η Δεκεμβρίου: «Έχετε εσείς [έρευνα]; Φέρτε τη». (Αναφερόταν, στη δήθεν ανυπαρξία ενδείξεων ότι το ποσοστό θνητότητας αυξάνεται στους διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ.)
Ο πρωθυπουργός όμως σήκωσε τους τόνους, έδωσε ένα πολιτικό στιγμιότυπο που «έγραψε» και η μελέτη ήρθε να του το γυρίσει μπούμερανγκ. Κάθως όχι μόνο επιβεβαιώνει ότι το ποσοστό θνητότητας μεγαλώνει όσο μεγαλώνει και η πληρότητα των ΜΕΘ (φτάνοντας έως και σε 87% για τους διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ) αλλά συμπεραίνει ξεκάθαρα ότι το αν θα ζήσει ή θα πεθάνει κανείς στην Ελλάδα της πανδημίας εξαρτάται κατα πολύ από τον ταχυδρομικό του κώδικα (35-40% μεγαλύτερη πιθανότητα θανάτου για τους διασωληνωμένους στα νοσοκομεία εκτός Αττικής).
Αν δεν υπήρχε πρόσφατα διαθέσιμη προς αντιπαραβολή η εικόνα του ωρυόμενου Μητσοτάκη στο βήμα της Βουλής, η διαχείριση κρίσης από πλευράς κυβέρνησης θα ήταν ευκολότερη. Θα ακούγαμε ότι «πάντα έτσι ήταν», αφού φταίνε οι «παθογένειες δεκαετιών», έτσι κι αλλιώς «το ΕΣΥ δε φτιάχνεται σε μια μέρα», άσε που οι διασωληνωμένοι είναι και «ψευδοπρόβλημα». Όλα αυτά έχουν βγει δεν έχουν βγει από το μυαλό κάποιου, αλλά κατά καιρούς από τα στόματα υπουργών και βουλευτών της ΝΔ, μέσα στο απόλυτα προστατευτικό μιντιακό περιβάλλον που φιλοξενούνται.
Όμως, μισό λεπτό, εδώ δε μιλάμε για «μια μέρα».
Όσο εκτός πραγματικότητας ήταν εκείνοι που απαιτούσαν ριζική αναδιάρθρωση κι ενίσχυση του ΕΣΥ μέσα σε λίγους μήνες ήδη από το καλοκαίρι του 2020, άλλο τόσο εξωφρενικό είναι η κυβέρνηση να μην έχει κάνει αυτά που πρέπει 21 μήνες μετά με σχεδόν 20.000 νεκρούς. Αντίθετα, όπως σημείωσε με πρόσφατη ανακοίνωσή της η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ), καταθέτει προϋπολογισμό για το 2022 με μειωμένες κατά τουλάχιστον 572 εκατομμύρια ευρώ της δημόσιες δαπάνες για την υγεία. «Η χώρα μας έχει Δημόσιες Δαπάνες Υγείας 5% του ΑΕΠ το χαμηλότερο ποσοστό από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης», διαβάζουμε σε άλλο σημείο της ανακοίνωσης.
Είτε με υπουργό τον Βασίλη Κικίλια, είτε με τον διάδοχό του Θάνο Πλεύρη η κυβέρνηση παίζει ένα κρυφτό αριθμητικής για να καλύψει την ιδεολογική (ή ιδεοληπτική) απροθυμία της να προχωρήσει σε ουσιαστική ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Με περισσότερες δαπάνες και, ναι, με περισσότερες προσλήψεις αφού guess what έχουμε πανδημία. Αυτό που βλέπουμε, αντίθετα, είναι μια επίδειξη ελαφρότητας που αντιμετωπίζει και προσθέτει τις ΜΕΘ σαν καραμέλες, ο υπουργός Πλεύρης τις μέτρησε 1300 στο τέλος Νοεμβρίου. Ισχυρισμός που καταρρίπτεται κάθε φορά που ανοίγουν το στόμα τους εκπρόσωποι του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού. Όπως έκανε η διευθύντρια ΜΕΘ του «Σωτηρία», Αντωνία Κουτσούκου, στο πρόσφατο βίντεο-ρεπορτάζ του NEWS 24/7 λέγοντας είναι ότι «αν θέλουμε οι άρρωστοι να βρίσκονται σε ένα δωμάτιο εντατικής θεραπείας για να μη λέμε ότι βρίσκονται απ’ έξω, είναι διαφορετική ιστορία».
Όμως κι αυτό είναι ένα σταθερό μοτίβο. Η κυβέρνηση μπορεί να κατηγορεί όλους τους άλλους για «εργαλειοποίηση», αλλά κανένας δεν έχει εργαλειοποιήσει περισσότερο τον επιστημονικό λόγο από την ίδια. Κανένας δεν έχει κακοποιήσει περισσότερο τον επιστημονικό λόγο από την ίδια, για να είμαστε ακριβείς.
Στην αρχή, όσο τα νούμερα ήταν υπέρ της, υπήρχε ένας Τσιόδρας διά πάσα νόσο. Ο καθηγητής ήταν εκείνη η λυτρωτικά ανακουφιστική φιγούρα, ένας «εθνικός επιδημιολόγος» που έγινε «εθνικός ψυχολόγος» μας στο πρώτο κύμα κι έδωσε πρόσωπο στην επικοινωνιακή διαχείριση. Σταδιακά εξαφανισμένος από το δεύτερο κύμα και μετά (μπορούμε μόνο να υποθέσουμε ότι δε συμφωνούσε απόλυτα με τους χειρισμούς), διαβάζουμε το όνομά του τις τελευταίες μέρες σε τίτλους όπως «κανένα θέμα στην κυβέρνηση με Τσιόδρα» λες κι ο άνθρωπος εγκλημάτισε που δημοσίευσε τη μελέτη (το ίδιο ισχύει και για μέρος της αντιπολίτευσης που τον ξαναθυμήθηκε ενώ συστηματικά τον αποδομούσε στο παρελθόν).
Στη συνέχεια, η περίφημη «επιτροπή εμπειρογνωμόνων» έγινε επιστημονικό άλλοθι. Με αποκορύφωμα το περσινό λοκντάουν-μαμούθ ποτέ δε μας έπεισε ότι εκείνη εισηγείτο τα μέτρα στην κυβέρνηση κι όχι το αντίθετο (επικύρωνε δηλαδή τις κυβερνητικές αποφάσεις), ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που τα κυβερνητικά στελέχη την άδειαζαν ή την απαξίωναν με δηλώσεις τους, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Άδωνι Γεωργιάδη.
Οι επιδημιολόγοι, όχι μόνο δεν έπεισαν για την ανεξαρτησία της επιτροπής τους σε σχέση με τον κυβερνητικό λόγο, αλλά έκαναν και κάτι χειρότερο. Δεν υπερασπίστηκαν την επιστημοσύνη κι έπεσαν ταυτόχρονα στην παγίδα της δημοσιότητας, πιάνοντας στασίδι αλληλοαναιρούμενοι στα τηλεοπτικά πάνελ.
Τι να πρωτοθυμηθούμε;
Την Ελένη Γιαμαρέλλου να μας λέει ότι «η Θεία Κοινωνία προφυλάσσει και δε μεταδίδει τον ιό» (και να παραμένει μέλος της επιτροπής), την Αθηνά Λινού (που ήταν και πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για υπουργός Υγείας κοινής αποδοχής) να εγκαινιάζει τη σειρά «δεν υπάρχει μελέτη» αναφερόμενη στο ίδιο θέμα με τη μη ύπαρξη αποδείξεων μετάδοσης «δια της καταπόσεως», το επεισόδιο του κυρίου Βασιλακόπουλου στην ταβέρνα (πριν αρχίσει τις δηλώσεις «οι ΜΕΘ δεν στελεχώθηκαν σωστά») ή τις ανεκδιήγητες εμφανίσεις της κυρίας Παγώνη στα μεσημεριανάδικα;
Η μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα είναι κάτι διαφορετικό. Από τον πρώτο δεν έχουμε ακούσει κάτι, αλλά ο δεύτερος την υπερασπίζεται σθεναρά κόντρα σε όσους έσπευσαν να την αμφισβητήσουν ενώ αρνείται παράλληλα να παίξει το πολιτικό παιχνίδι της μιας ή της άλλης πλευράς. Η μόνιμη επωδός του, αυτές τις μέρες, είναι «ενίσχυση του ΕΣΥ», ενώ ο τρόπος και ο χρόνος που ενημερώθηκε η κυβέρνηση έχει αποκτήσει διαστάσεις τόσο μυστηριώδεις που φτάνουν σε κλίμακα τα στικάκια που περιείχαν τη λίστα Λαγκάρντ: ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου υποστηρίζει ότι «δεν ήταν σε γνώση του Πρωθυπουργού» αλλά και χάνει τα λόγια του on air σε τηλεοπτικές εκπομπές κι ο υπουργός Επικρατείας Άρης Σκέρτσος μας λέει ότι είναι «αδιάφορο και ήσσονος σημασίας αν γνώριζε ή δεν γνώριζε ο Πρωθυπουργός» (επιβεβαιώνοντας όλο και περισσότερο ότι ο ρόλος του στην κυβέρνηση μοιάζει όλο και περισσότερο με εκείνου του Χάρβεϊ Καϊτέλ στο Pulp Fiction).. Την ίδια στιγμή αναζητούνται «αυτοφωράκηδες» να αναλάβουν την ευθύνη αλλά οι πρόθυμοι δεν περισσεύουν ,ενώ ο Πρωθυπουργός χθες στη Βουλή δεν σήκωσε το γάντι των εκλογών αλλά δεν έπεισε και κανέναν σε μια -από κάθε πλευρά- θλιβερή συνεδρίαση.
Ζούμε την αμήχανη στιγμή που οι επιστήμονες έπαψαν να είναι βολικοί για το κυβερνητικό αφήγημα του success story. Η μία επιλογή είναι η κυβέρνηση να «χαμηλώσει» και να παραδεχθεί τα αυταπόδεικτα λάθη της (θέτοντας και την αντιπολίτευση προ των συναινετικών ευθυνών της, αντί να τσακώνεται για τον Κουρουμπλή). Η άλλη είναι να το στρίψει σε full on Τραμπ…