ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΥΛΙΚΑΚΟΣ: ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ Μ@ΛΑΚΙΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ Μ@ΛΑΚΑΣ
Ο Μήτσος ή Γέροντας Παλούκιος ή θείος Νώντας κλείνει τα 80 και συνεχίζει να παίζει ροκ εντ ρολ, να θυμάται ιστορίες και να μοιράζει σοφία γύρω απ' τα μικρά και μεγάλα πράγματα της ζωής.
Στις 13 Ιανουαρίου του νέου έτους, μια βδομάδα πριν κλείσει τα 80(!) του χρόνια, ο Δημήτρης Πουλικάκος θα δώσει ένα μεγάλο λάιβ στο Κύτταρο, παρέα με μερικούς πολύ καλούς -δικούς του αλλά και δικούς μας- φίλους. Δεν θέλαμε και καλύτερη αφορμή για να τον συναντήσουμε με τον Θανάση Κρεκούκια. Ανεβήκαμε στο διαμέρισμά του στα Εξάρχεια και του φορτωθήκαμε για σχεδόν τρεις ώρες.
Αλλά αλήθεια τώρα, κλείνει τα 80;
“‘Φτώχεια και γηρατειά δυσδιαχείριστες ασθένειες’, έλεγε ο Διογένης. Και έτσι είναι κιόλας”, μας λέει. “Με ρωτάνε καμιά φορά τα πιο νέα παιδιά ‘τι να περιμένουμε;’. Λέω κοιτάξτε: από τα 60 μέχρι τα 70 αρχίζεις και υποψιάζεσαι τι περίπου πάει να σου συμβεί. Από τα 70 και ύστερα αυτά που υποψιαζόσουν, αρχίζουν και σου συμβαίνουν. Ε, και από τα 80 και πέρα πας μέρα με την ημέρα, δεν μπορείς να υπολογίζεις. Είναι όπως στην απεξάρτηση”.
Σε μια κουβέντα που κάθε τόσο σταματούσαμε για να ακούσουμε κάποια από τα νέα του τραγούδια ή γιατί μας αποσπούσε την προσοχή κάτι απ’ την ανοιχτή τηλεόραση, δεν προσπαθήσαμε να χωρέσουμε τα πάντα. Θα ήταν αδύνατον. Η ζωή του Μήτσου είναι για σειρά στο HBO. Παλέψαμε απλά πηγαίνοντας απ’ το ένα θέμα στο άλλο να βγάλουμε όποια ιστορία/σοφία είχε μέσα στο κεφάλι του. Και μας τα ‘κανε τα χατίρια, να ‘ναι καλά.
ΚΜ: Να ξεκινήσουμε με μια ερώτηση για το λάιβ που έρχεται. Θα ‘ναι ο Αγγελάκας, ήταν και στο επετειακό του 2014, και ήσουν κι εσύ στην παρουσίαση του βιβλίου του. Προφανώς υπάρχει μια αλληλοεκτίμηση.
Ο Αγγελάκας είναι φίλος, τον αγαπάω. Γνωριζόμαστε πολλά χρόνια. Είναι και σεμνό παιδί, δεν είναι σαν κάποιους άλλους που είναι κραυγαλέοι.
Έχει ποιητική αντίληψη των πραγμάτων.
ΚΜ: Θυμάσαι πώς τον γνώρισες;
Κάπου το ‘80. Νομίζω ήταν σε μια συναυλία που είχαμε κάνει στο Λυκαβηττό με τα Αδέσποτα Σκυλιά. Ίσως να είχε παίξει προηγουμένως με τις Τρύπες αλλά δεν θυμάμαι τώρα κι εγώ, με πιάνεις απροετοίμαστο. Είμαι και 80 χρονών άνθρωπος, δεν θυμάμαι πολλές λεπτομέρειες.
ΚΜ: Έχεις δώσει κάποια μυθικά λάιβ, όπως αυτό στου Ζωγράφου. Αλλά εγώ θέλω να μου πεις για κάποια άλλα που έχεις μέσα στην καρδιά σου και ας μην τα ξέρουμε εμείς.
Όλα τα λάιβ μέσα στην καρδιά μου είναι. Άμα δεν βάζεις την καρδιά σου…
Κοίταξε. Και να σου πω πάλι δεν περιγράφεται. Για παράδειγμα στον Λυκαβηττό είχε πλάκα.
ΘΚ: Στον Λυκαβηττό, καλοκαίρι Ιούλιο νομίζω. Εκεί που αλυχτούν τα σκυλιά.
Μπράβο, τέλη Ιουλίου, γιατί είχε και πανσέληνο.
ΘΚ: Εσύ έκανες τον λύκο εκεί;
Ναι, εγώ και μετά ξεκινήσανε κι άλλοι. Ωραία ήτανε. Έχει πλάκα γιατί έρχεται το παιδί που είχε την καντίνα εκεί “κύριε Πουλικάκο, τελειώσανε οι μπύρες”. Από νωρίς κιόλας, δεν περίμενε τόσο κόσμο.
ΚΜ: Είχα διαβάσει εκεί στο άλλο στο λάιβ στου Ζωγράφου ότι είχε ρίξει ένα μπουκάλι ο Άσιμος.
Έριξε ένα μπουκάλι προς τους ντράμερ, ε και του το πέταξα κι εγώ πίσω. Ντάξει.
Άκουσε να δεις. Ο Άσιμος τσακωνόταν με όλους. Με τον μόνο που δεν είχε τσακωθεί ήταν με εμένα. Όποτε συναντιόμασταν στον δρόμο, κοιταζόμασταν έτσι όπως κοιτάζονται δυο κοκόρια, κάναμε μία μικρή υπόκλιση α λα γιαπωνέζοι (γελάει) για να να χαιρετηθούμε και προχωρούσαμε.
Επειδή δεν μιλάγαμε δεν είχαμε τσακωθεί. Αλλιώς μπορεί να τσακωνόμασταν.
ΚΜ: Επειδή έχω μπερδευτεί λίγο με τις συλλήψεις σου, είχα διαβάσει ότι σε είχαν συλλάβει λίγο πριν κάνεις ένα λάιβ με τον Πιλαλί.
Ναι. Αυτή ήταν η μία και μοναδική φορά που δεν βγήκα σε λάιβ.
ΚΜ: Γιατί όμως είχες συλληφθεί τότε, αυτό δεν ξέρω.
Τι, γιατί; Πρέπει να σου πω δηλαδή; Για πρέζες. Είχαμε πέσει κι εμείς εκείνη την εποχή στα δίχτυα αυτής της αρχικά εύμορφης κυρίας αλλά μετά βλέπεις ότι είναι τα ίδια και τα ίδια ή μάλλον τα ίδια και χειρότερα.
Δεν λέω ποτέ σε κάποιον τι να κάνει. Το να δοκιμάσει ή να μη δοκιμάσει είναι θέμα δικό του -όπως και το θέμα της πίστης είναι προσωπικό. Ούτε “πάρε” ούτε “μην πάρεις”. Απλώς δεν είναι όλα για όλους.
Όπως και οι κωμωδίες για παράδειγμα. Ενώ οι τραγωδίες είναι ίδιες για όλους, γιατί ο θάνατος είναι παντού σε όλα τα σπίτια -όπως είναι και η αρρώστια και το ατύχημα κτλ-, οι κωμωδίες δεν είναι για όλους. Απευθύνονται σε κάποιο μέρος του κοινού.
Υπάρχουν τα σλάπστικ με το χοντροκομμένο χιούμορ όπου ρίχνουμε τούρτες ο ένας στον άλλον και υπάρχουν και οι άλλες σαν αυτές με τον Πίτερ Σέλερς που απευθύνονται σε άλλο κοινό.
Και ο Αριστοφάνης για παράδειγμα δεν είναι για όλους. Κάποιους μπορεί να τους σοκάρει -και τους σοκάρει πράγματι. Απ’ όλα έχει ο μπαχτσές.
“Η πλατεία είναι υπό κατοχή”
ΚΜ: Ένας φίλος μου είπε ότι σε πάει πάρα πολύ γιατί “δεν μας πρόδωσες ποτέ”. Παρότι πάρα πολλοί της γενιάς σου μεγαλώνοντας άλλαξαν απόψεις, είπαν διαφορετικά πράγματα απ’ αυτά που έλεγαν πιο νέοι, εσύ έμεινες σταθερός.
Οι αδύναμοι είναι αυτοί που θέλουν υποστήριξη. Αν έκανα ένα κόμμα θα το ονόμαζα “Οι από κάτω”.
Από εκεί και πέρα όμως είναι δύσκολα τα πράγματα. Για να σου δώσω να καταλάβεις όταν το ‘55-’56 κατεβαίναμε στις διαδηλώσεις για την Κύπρο και πλακωνόμασταν με τους μπάτσους, ε αυτοί ήταν σαν κι εμάς, μόνο ένα γκλοπ είχαν -ήταν σχεδόν επί ίσοις όροις. Γιατί είχε και πολλές οικοδομές τότε οπότε έβρισκες και πιο εύκολα καδρόνια.
Αλλά τώρα δεν έχεις να κάνεις με κάποιον που έχει ένα γκλοπ, τώρα έχεις να κάνεις με Ρόμποκοπ. Άρα χρειάζεσαι νέες μεθόδους διεκδίκησης. Αλλά αν δεν ξέρεις πως να χειριστείς τη γλώσσα σου, δεν μπορείς να διεκδικήσεις. Η πατρίδα σου είναι η γλώσσα σου. Έχουμε μεγάλο πρόβλημα αγραμματοσύνης.
Άσε που τώρα στις μέρες μας δουλεύει πολύ και ο Γκέμπελς, τον έχουν διαβάσει καλά κι έχουμε και ιδεολογικούς εκπροσώπους του σε μεγάλες θέσεις στην κυβέρνηση. Ο Μάκης με το τσεκουράκι, ο Μπουμπούκος, ο Πλεύρης -σκέψου είναι υπουργός Υγείας. Και σιγά σιγά ναζιστικοποιείται και η καθημερινότητά μας.
ΚΜ: Όπως; Παράδειγμα;
Διάφοροι περιορισμοί που δεν φαίνονται καταρχάς. Ακόμα κι αυτό με τις κάμερες. Μέσα σε 30 χρόνια ξαφνικά βγαίνεις από το σπίτι σου και μέχρι να γυρίσεις σε έχουν καταγράψει κάμποσες κάμερες. Και χωρίς να ανοίξει ρουθούνι.
ΚΜ: Να φανταστώ ότι και τα έργα που γίνονται εδώ στην πλατεία για το μελλοντικό μετρό δεν είναι και η καλύτερή σου.
Εδώ η πλατεία είναι υπό κατοχή κανονικά -συρματοπλέγματα γύρω γύρω. Τι είναι αυτό;
Δεν λέει κανένας να μη γίνει το μετρό. Αυτό που λέμε είναι η είσοδος και η έξοδος (δηλαδή αυτές οι σκάλες) να μη γίνουν μέσα στην πλατεία, η οποία ούτως ή άλλως δεν είναι και πολύ μεγάλη. Αν γίνουν εκεί, τελείωσε.
Αυτό όμως το κάνουν για να τη χαλάσουν.
ΚΜ: Κάπως ενοχλούν τα Εξάρχεια;
Ενοχλούν. Και δεν είναι μόνο τα Εξάρχεια, είναι πολλά. Πάρε παράδειγμα τους τσιγγάνους, οι οποίοι είναι εδώ όπως είναι οι μαύροι στην Αμερική κατά κάποιον τρόπο. Ή αν θέλεις όπως ήταν οι εβραίοι στη ναζιστική Γερμανία. Έτσι τους έχουν στο μυαλό τους και έτσι τους μεταχειρίζονται.
ΚΜ: Μιλάς για το περιστατικό με τη δολοφονία του 16χρονου.
Αυτό είναι το πρόσφατο, υπάρχουν πολλά περιστατικά -δήθεν μεμονωμένα όπως πάντα.
“τέτοια αθωότητα στις μέρες μας, κύριε Πρετεντέρη;”
ΚΜ: Πριν που έλεγες για τον Βορίδη, θυμήθηκα αυτήν την μυθική εκπομπή που είχες πάει πριν δέκα χρόνια.
Στον Πρετεντέρη;
ΚΜ: Ναι. Μου ‘χει μείνει αυτή η ατάκα “τέτοια αθωότητα στις μέρες μας, κύριε Πρετεντέρη;”. Από τη στιγμή που σε κάλεσε όμως μήπως ήταν όντως τόσο αθώος;
Τι αθώος; Δεν υπάρχει αθωότητα σε αυτά τα επίπεδα.
Και του ‘χα πει και το άλλο αυτό με τις τράπεζες. “Γιατί δίνετε στους τραπεζίτες το ακαταδίωκτο;”. “Όχι λέει, δεν είναι έτσι…”. Ορίστε τώρα.
Ούτε, βέβαια, απάντησε αν έχει αποκηρύξει μετα βδελυγμίας τις μέρες με το τσεκουράκι…
Απλώς κάποια στιγμή είπε “ο κύριος Πουλικάκος θέτει ένα θέμα εδώ” αλλά μετά τον διέκοψε ο Πρετεντέρης και έριξε την κουβέντα αλλού ως συνήθως. Σε τίποτα δεν απάντησε στην ουσία.
ΚΜ: Φαντάζομαι μετά σε ξανακάλεσαν έτσι;
Όχι (γέλια). Ελπίζω να μην έχασε και τη δουλειά του όποιος είχε την ιδέα να με φωνάξουν.
ΚΜ: Λογικά θα σε κάλεσαν με το σκεπτικό ότι “θα έχουμε και τον Πουλικάκο να ελαφρύνει λίγο την κουβέντα, να πει κάνα αστείο” και νομίζω τους την έφερες κανονικά.
Ναι, “να έχουμε κι έναν καλλιτέχνη”…
Ήταν λέει μια ομαδούλα πρώτα στην Χρυσή Αυγή, ένα τίποτα. Τους λέω “κι άλλες ομάδες υπάρχουν γιατί δεν διάλεξαν και κάποια άλλη να μας συστήσουν και όλο μας συστήνουν αυτήν;”. Τώρα φάτε την.
Και τους πληρώνουμε ακόμα. Οι φορολογούμενοι πληρώνουν τη διατροφή τους στη φυλακή. Και όχι μόνο εδώ, οι φορολογούμενοι πληρώνουν και τον Λαγό που ‘ναι στη φυλακή έξω.
ΚΜ: Τώρα ίσως να τον βρει και η Καϊλή. Θα της έδινες κάποια συμβουλή ως πιο έμπειρος από φυλακές;
Τρώγε το φαΐ σου, αγάπα το κελί σου και διάβαζε πολύ (γέλια). Αυτά έλεγαν οι κομμουνιστές στους δικούς τους για να κρατάνε.
Τώρα ξαφνικά έχει γίνει μια έκρηξη και όλοι λέμε τα ίδια. Μόλις έσκασε η Καιλη ξεχάσαμε και τον πατέρα Αντώνιο και τις ασέλγειες στη φουκαριάρα τη δωδεκάχρονη.
Και είναι και αυτό μία μέθοδος γκεμπελική, η ειδησεογραφία να απευθύνεται κυρίως στο θυμικό. Βάλε και που στολίζουν τις ειδήσεις και με μουσικές.
ΚΜ: Έβλεπα μια συνέντευξη νομίζω ήταν ο Πολύτιμος, που έλεγε ότι όταν πρωτομπήκατε μαζί φυλακή για χασίς το ΄68 ότι είχατε πετύχει μέσα τον Σαββόπουλο.
Όχι, δεν τον έχουμε πέτυχει ποτέ μέσα. Έξω καμιά φορά, ναι.
ΚΜ: Του ‘χα πάρει μια συνέντευξη πριν δύο χρόνια και μου ‘χε πει ότι είχατε κάνει μαζί έναν μπάφο. Το θεώρησα ως μια αθώα ροκ ιστορία αλλά θυμάμαι μετά ότι η Θέκλα έγραψε ένα στάτους ότι εσύ της είπες ότι δεν έχει συμβεί ποτέ αυτό.
Δεν θυμάμαι τέτοιο πράγμα. Αν είχαμε κάνει, κάτι θα θυμόμουν.
ΚΜ: Εγώ πιστεύω πάντως ότι του ‘χεις μια συμπάθεια του Σαββόπουλου, γιατί έχω δει που τον λες “Νιόνιο”.
Ε, ντάξει, έχουμε δουλέψει μαζί.
ΚΜ: Πού;
Στον Σκορπιό, μια σεζόν. Και να σκεφτείς ότι ήμασταν κάμποσοι που πίναμε τότε. Χασίστες και φουντικοί…
Και όσο ήταν πάνω στη σκηνή ο Νιόνιος, μαζευόμασταν στο καμαρίνι του και πίναμε. Και καμιά φορά κάποιοι βάζανε χέρι και στο ουίσκι του -εγώ δεν πίνω πολύ αλκοόλ. Και δεν πήρε ποτέ χαμπάρι. Μέχρι να κατέβει, είχαμε φύγει.
Πηγαίναμε εκεί γιατί όλοι οι υπόλοιποι ήμασταν σε ένα καμαρίνι και δεν χωρούσαμε και επειδή, εντάξει, δεν πίνουν κι όλοι. Ο Σαββόπουλος είχε το δικό του, με γραφείο κανονικά.
Ταινιες, θεατρο και σειρες
ΚΜ: Έχεις παίξει σε πάρα πολλές ταινίες, δεν ξέρω αν είναι 40-50.
Παραπάνω. Καμιά 70αριά μεγάλου μήκους και άλλες τόσες μικρού.
ΚΜ: Ξεχωρίζεις κάποιες; Για παράδειγμα “Το μετέωρο βήμα του πελαργού”;
Κοίταξε, ξεχωρίζω κάποιες για τα γυρίσματα περισσότερο, για τα backstage. Γιατί τα γυρίσματα -κυρίως τα εκτός έδρας- είναι σαν στρατιωτικές ασκήσεις με πραγματικά πυρά. Κάπως έτσι τα λέω συνήθως.
ΚΜ: Δεν μπορούμε να ακούσουμε μια ιστορία με τον Αγγελόπουλο;
Θα σου πω μια (σ.σ. έχει αρχίσει και γελάει). Είναι μια σκηνή που τραβάει κάποιον από μακριά την ώρα που ανεβαίνει στο τρένο. Εκεί που πάει όμως αυτός να ανέβει, ρίχνει μια ματιά προς την κάμερα, κάνει και μια κίνηση έτσι το κεφάλι προς τα πλάγια. “Στοπ”, φωνάζει ο Αγγελόπουλος. “Γιατί γύρισες;”. Λέει “σκέφτηκα…” “ΠΟΙΟΣ ΣΟΥ ΕΙΠΕ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ!!!”.
Έκανε τέτοια αλλά είχε και πλάκα αυτό. Εγώ τον έλεγα πάντα “μαιτρ”, έτσι με λίγο χιούμορ…
ΚΜ: Το δεχόταν;
Ήξερε ότι δεν το λέω με κακία, ότι ήταν έτσι ίσα ίσα για να τον πειράξω αλλά και ως χαλαρωτικό γιατί το συνεργείο ήταν λίγο σε έντρομη κατάσταση.
ΚΜ: Τους τρόμαζε το μέγεθός του ή το ύφος του;
Γενικά ήταν αυστηρός. Είναι περίεργη αυτή η θέση που έχει ο σκηνοθέτης στο σινεμά. Γι’ αυτό και στις μέρες μας που βλέπεις καμιά φορά ακόμα και συλλογικές σκηνοθεσίες, είναι λίγο δύσκολο να πετύχουν, γιατί όσο να ‘ναι, όπου λαλούν πολλοί κοκόροι αργεί να ξημερώσει.
ΚΜ: Θέατρο έχεις παίξει ποτέ;
Κάτι λίγο, ναι. Έχω κάνει στο ραδιόφωνο καμπόσο με τον Γιώργο Χριστοδουλάκη, τον σκηνοθέτη του θεάτρου. Είχαμε κάνει εκπομπές στο δεύτερο και στο τρίτο πρόγραμμα.
ΘΚ: Εκεί που είχες ως Πουαρό τον Καρακατσάνη;
Α, μπράβο ναι. Έχω σκηνοθετήσει και πρωινό σίριαλ, “Το έγκλημα στο Όριαν Εξπρές”, με Πουαρό τον Καρακατσάνη.
Οι “Τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας” ήταν τρομερή ταινία. Και εύκολη κιόλας γιατί ξυπνούσα και πήγαινα και την έπεφτα στο κρεβάτι να πούμε, μέρα νύχτα. (γέλια).
ΚΜ: “Λούφα και Παραλλαγή”;
Όχι τόσο πολύ όσο ο “Βίος και Πολιτεία”. Αλλά και η “Λούφα” με αυτήν τη σκηνή το “this is a pipe”…
ΚΜ: Αυτό πρέπει να σε ακολουθούσε για χρόνια, έτσι;
Ναι αν και αυτό μου συνέβη πιο πολύ με τους “Αυθαίρετους” που ήταν τηλεοπτικό.
ΘΚ: Και πολύ ξεχωριστός ρόλος για την καριέρα του, ένας εκπληκτικός τον οποίο είχε απολαύσει πάρα πολύ ήταν στο “Είμαστε στον αέρα”.
ΚΜ: Γιατί όμως;
Γιατί είχε να κάνει και με τη γλώσσα. Μου τα έφερναν γραμμένα τα λόγια μου αλλά τα άλλαζα εγώ στην αρχαϊζουσα. Υποτίθεται ότι ήταν κάτι παιδιά που ήταν παλιοί μαθητές μου και που είχαν έναν σταθμό.
ΘΚ: Και αυτό με τα θεατρικά στο ραδιόφωνο ήταν τα “Ταχυδράματα”;
Μέσα σ’ αυτά ήταν και τα “Ταχυδράματα” με κείμενα και του Κουτρουμπούση, του οποίου κυκλοφόρησε τώρα και ένα βιβλίο με τα άπαντα του. Τα συστήνω, είναι θησαυρός. Όπου και να ανοίξεις, έχει κάτι πολύ ωραίο. Όπως συνέβαινε και με ένα βιβλιαράκι του Μπουνιουέλ “Η τελευταία πνοή”, το οποίο όπου και να το άνοιγες ήταν ένας ύμνος στη φαντασία και σε άλλους κόσμους.
ΚΜ: Εν τω μεταξύ ήσουν φίλος και με τον Ηλία Πετρόπουλο.
Ναι. Έχουμε μείνει και μαζί. Με τον Πετρόπουλο, τον Γιώργο Μακρή και τον Τάσο Δενέγρη.
ΚΜ: Ένα σπίτι όλοι μαζί; Κοινόβιο;
Ε, κοίταξε, κάποιες περιόδους σερνόμασταν μαζί, ξενυχτάγαμε, πηγαίναμε σε κάνα μαγαζί και καταλήγαμε στου Ηλία.
Τον είχες ακολουθήσει ποτέ στις εξορμήσεις που έκανε για να βρει παλιές φωτογραφίες, παλιούς δίσκους, καρτποστάλ κλπ;
Όχι. Με τον Κουτρουμπούση τα κάναμε αυτά περισσότερο.
ΘΚ: Με τον οποίο είχατε ξεκινήσει με το περιοδικό “Πάλι”, έτσι δεν είναι;
Ναι, το είχαμε ξεκινήσει μαζί με τον Βαλαωρίτη, τον Μακρή, τον Δενέγρη, την Μαντώ Αραβαντινού, τον Κώστα Ταχτσή. Και βέβαια με τη βοήθεια του Ανδρέα Εμπειρίκου και του Εγγονόπουλου.
Δημοσίευα κάνα διήγημα, κάνα ποίημα, είχα μεταφράσει και Γκίνσμπερκ, Χάξλευ, Λωτρεαμόν, κάποιους λατινοαμερικάνους.
Καλά όλα αυτά, τώρα τι γίνεται, αυτό είναι το θέμα, ποιος έχασε το μυαλό του να το βρούμε εμείς…
(Μάλλον τον κουράσαμε με τις αναπολήσεις και μας βάζει να ακούσουμε ένα απ’ τα καινούργια του τραγούδια)
ΚΜ: Ο καλύτερος κιθαρίστας που έχεις παίξει ποιος πιστεύεις ότι είναι;
Δεν υπάρχει καλύτερος και χειρότερος, αλλιώς παίζει ο ένας, αλλιώς παίζει ο άλλος.
ΚΜ: Ο Λαμπίτσι δεν ήταν πολύ σπουδαίος;
Κι αυτός πολύ καλός, μετά το ‘ριξε στο σαξόφωνο, όταν πήγε πίσω στην Ουγγαρία.
Εσείς οι δημοσιογράφοι τα κάνετε αυτά “ποιος είναι ο καλύτερος” (γελάει). Μ’ αρέσει καλύτερα εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή αυτό που ακούω καλύτερα εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή. Μια άλλη στιγμή θα ακούσω κάτι άλλο. Άρα υπάρχουν πολλά που είναι καλύτερα. Μέσα στην ημέρα και στη διάρκεια.
ΘΚ: Και άρα πολλά του είναι αγαπημένα.
Δεν κρίνω με την ικανότητα του πόσο γρήγορα θα ακολουθήσει η μια νότα την άλλη νότα στο χέρι της κιθάρας διότι ξέρεις αυτό μοιάζει και με τη μαλακία (σ.σ. κάνει ότι παίζει σόλο). Δεν μου λέει τίποτα. Θέλω να ακούω φρασούλες ωραίες.
ΘΚ: Η πρώτη μπάντα που έπαιξες ήταν οι MGC; Modern Greek Combo;
ΚΜ: Υπάρχει μια ιστορία για το πως ονομάστηκαν έτσι…
Για τον Ηλιόπουλο, λες, ότι την ονόμασε αυτός έτσι. Μπορεί αλλά δεν ξέρω αν είναι αλήθεια. Το όνομα υπήρχε πριν πάω, ούτε κι ο Πολύτιμος νομίζω δεν ήταν ακόμα. Γιατί εκείνος είχε πάει κάνα δυο χρόνια πριν από μένα.
ΘΚ: Και μετά οι Εξαδάκτυλος…
Ναι και μετά Αχ Βαχ, και μετά Αδέσποτα Σκυλιά… Ήμουνα και μονός μου ένα διάστημα, μετά και με τους Άσσους του Καράτε για κάμποσα χρόνια.
ΘΚ: Μετά με τον αγαπημένο “κύριο συνάδελφο”…
Ειδικά με τον “συνάδελφο”, τον Νίκο Σπυρόπουλο δηλαδή, παίζαμε οι δυο μας τα τελευταία σχεδόν δέκα χρόνια ως “Προστατευόμενοι μάρτυρες”.
ΘΚ: Και με τον Σιδηρόπουλο, τον Λογαρίδη, τον Γκαϊφύλλια…
Καλά με τον Παύλο κάναμε συχνά εμφανίσεις.
ΚΜ: Θανάση, στη δική σου συνέντευξη ήταν που είπε πως όταν ο Σιδηρόπουλος έκανε τον “Zorba the Freak” ερχόταν κάθε μέρα και τον έβλεπε (σ.σ. Ο Θανάσης γνέφει “ναι” και εγώ γυρίζω στον Πουλικάκο) και σου έπαιζε τα τραγούδια και σε ρωτούσε τη γνώμη σου.
Ναι, μαζί τα δουλέψαμε αυτά, και γι’ αυτόν τον λόγο και οι ίδιοι οι Απροσάρμοστοι κρατάνε λίγο κάποιες αποστάσεις απ’ αυτό το δισκάκι, γιατί το θεωρούν ότι είχε πιο πολύ τη δικιά μου την επιρροή και του Παύλου παρά των ιδίων και του Παύλου.
Αλλά ντάξει δεν βαριέσαι, αυτά είναι τώρα λεπτομέρειες, μαλακίες.
ΚΜ: Απλά αυτό που δεν ήξερα και το διάβασα πάλι σε εκείνη τη συνέντευξη είναι ότι αν δεν ήσουν φυλακή εκείνο το διάστημα, μπορεί να είχες παίξει στο “Φλου” του Σιδηρόπουλου.
Α, μπορεί.
ΚΜ: Σου ‘χει μεινει αυτο κάπως ή όχι;
Όχι. Δεν έχω τέτοια… Ο γέγονε, γέγονε. Όπως λένε και οι Εγγλέζοι δεν έχει νόημα to cry over spilled milk.
ΚΜ: Όταν είδες ότι μετά θάνατον γίνεται πιο γνωστός και άρχισαν όλοι να του κάνουν αφιερώματα, και “ο πρίγκιπας” και όλα αυτά, πώς το εξέλαβες; Το θεώρησες μία δικαίωση ή δεν σ’ άρεσε και έλεγες τι δουλειά έχουν αυτοί με τον Σιδηρόπουλο;
Δεν λειτουργεί έτσι το κεφάλι μου. Μου είναι αδιάφορα αυτά τα θέματα κατά κάποιον τρόπο. Καταρχάς πιστεύω ότι άλλο το να κρατάει κανένας στη μνήμη του κάποια πράγματα και άλλο το να βάζεις τον άλλον σε ένα βάθρο. Το να βάζεις κάποιον σε ένα βάθρο κάνεις κακό και σε σένα και σ’ αυτόν. Δεν είμαι υπέρ των φανς -εξ άλλου το “φαν” βγαίνει απ’ το “fanatic” όπως θα ξέρεις.
η ζωη στη διαφήμιση
ΚΜ: Μου κάνει εντύπωση που μετά το “Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος” άργησες πολύ να ξαναβγάλεις νέο υλικό. Για ποιο λόγο;
Δεν έτυχε. Ούτε καριέρες πάω να κάνω, ούτε τίποτα. Μετά δούλευα κιόλας και είχα και όλα αυτά της καθημερινότητας.
ΚΜ: Όταν δούλευες στη διαφημιστική, είχες γράψει και τζιγκλάκια;
Αμέ ναι.
ΚΜ: Υπάρχει κάποιο γνωστό;
Έχω γράψει το “πιο φτηνά πιο φτηνά” κάπου τέλη ‘70 αρχές ‘80. Κοίταξε από εκεί προέκυψαν και οι ταινίες που συμμετείχα γιατί αυτή η διαφημιστική απαρτιζόταν από μία ομάδα που ήταν μέσα ο Νίκος Περάκης, ο Αντρέας Θωμόπουλος, ο Γιώργος Πανουσόπουλος, ο Νίκος Νικολαΐδης… Αρκεί έτσι;
Εκεί έκανα και για ενάμιση χρόνο διευθυντής δημιουργικού -δεν άντεξα παραπάνω. Ήταν μία εποχή που μπορώ να πω ότι έβγαλα αρκετά καλά λεφτά.
ΚΜ: Κάποια διαφήμιση που ήταν δικιά σου ιδέα και να είναι γνωστή;
(σ.σ. Σκέφτεται λίγο) Διάφορα. Είχαμε ρίξει πολύ γέλιο μια φορά με τον Νικολαΐδη κάνοντας μία διαφήμιση για την ΗΒΗ, αυτό το “ξέρεις τι πίνεις”. Ήταν και καλά η Εύα στον Παράδεισο και πάει με ένα μήλο στον Αδάμ που είναι ένας πρώην μίστερ Ελλάς, ο οποίος θα έπρεπε να σηκωθεί απ’ τη θέση του αλλά να μη σηκώσει και το χέρι του. Αλλά επειδή το παιδί δεν ήταν ηθοποιός και ήταν λίγο σε κατάσταση σοκ, δεν μπορούσε και το σήκωνε. Μέχρι και κάποιον να του κρατάει το χέρι βάλαμε αλλά ούτε αυτός τα κατάφερε, γιατί ήταν και δυνατός.
Καθόμασταν σε δυο καφάσια με τον Νικολαΐδη και μας έχει πιάσει νευρικό γέλιο.
ΚΜ: Γιατί δεν άντεξες παραπάνω;
Πολλές ώρες τη μέρα και όσο να ‘ναι όταν δουλεύεις για άλλους και έχεις και δικά σου πράγματα που θέλεις να κάνεις, δεν βρίσκεις τον χρόνο.
Άλλο τα τζιγκλάκια όμως, αυτά τα συνέχισα. Από διευθυντής έφυγα.
“Ελάτε στου Χυτήρογλου” έχω κάνει, για τη “Μυρτώ” την κολόνια έχω κάνει, και έχω παίξει και σε διάφορα διαφημιστικά όπως αυτά τότε με τις κατσαριδούλες…
ΚΜ: Οι εναλλακτικοί εδώ στα Εξάρχεια δεν σου τη λέγανε; Ότι “τι κάνεις στη διαφήμιση, αυτά δεν είναι για μας, εμείς είμαστε καλλιτέχνες, παίζουμε ροκ”.
Όχι. Εξάλλου εγώ δεν είμαι από τους “αγίους των Εξαρχείων” ακριβώς, έχω και από Κολωνάκι μεριά (γελάει). Από το παλιό Κολωνάκι, από το παλιό “Βυζάντιο” ας πούμε, εκεί ήταν η πηγή.
ΘΚ: Όπου στο “Βυζάντιο” μπορούσες να δεις τον οποιονδήποτε εκεί, έτσι;
Εκεί έβλεπες να κάθεται σε ένα τραπέζι ένας υπουργός με την παρέα του και στο διπλανό τραπέζι να κάθεται ένας σφάχτης, ένας μεγαλονταβατζής της Ομόνοιας. Ήταν σαν ουδετέρα ζώνη αυτό το καφενείο.
Απέναντι κάθονταν για παράδειγμα ο Χατζηδάκις με τον Κόκκα τον εκδότη της “Ελευθερίας” και έπιναν ναργιλέ. Και ήταν και ο Μπάμπης το γκαρσόνι που είχε για όλα κάποιο όνομα, όταν ας πούμε κάποιος ήθελε κονιάκ φώναζε να του ετοιμάσουν “μία σφαίρα”. Είχε πολλή πλάκα, ήταν σαν ανοιχτό πανεπιστήμιο.
Όπως για άλλους ήταν το πατάρι του Λουμίδη ή το καφέ Μπραζίλιαν.
ΚΜ: Στο Φίλιον πήγαινες;
Όχι πολύ συχνά. Πολλοί το έλεγαν το “Φίδιον”, γιατί υποτίθεται ότι εκεί σύχναζαν και αρκετοί κουτσομπόληδες.
ΚΜ: Δεν θέλω να ακουστεί άσχημο αλλά μιας και λέμε τώρα για το Κολωνάκι, σκεφτόμουν ότι απ’ τη μία είσαι εσύ που είχες αστική καταγωγή (σ.σ. οι γονείς του ήταν γιατροί), απ’ την άλλη ο Σιδηρόπουλος που ο πατέρας του είχε βιοτεχνία και αναρωτιόμουν μήπως το ροκ εντ ρολ για εκείνη την εποχή δεν ήταν και τόσο λαϊκή μουσική; Μήπως ήταν δηλαδή για πιο ευκατάστατους;
Όχι. Υπήρχαν και λαϊκοί ήρωες στο ροκ εντ ρολ εδώ στην Ελλάδα. Κανονικά λαϊκά παιδιά που ήταν μεγάλοι χορευτές στα κλαμπάκια.
Αυτή η μουσική ήταν της νεολαίας, από όπου κι αν ερχόταν. Απλώς τα αστόπαιδα είχαν πιο εύκολη αν θέλεις κάπως την πρόσβαση σε δισκάκια, σε πικάπ σε τέτοια.
ΘΚ: Υπήρχε τότε κάποιο πολύ γνωστό δισκάδικο το οποίο να ήταν σημείο αναφοράς, όπου να συγκεντρωνόσασταν, να βρισκόσασταν…
Στη Σταδίου, νομίζω, στου Λαμπρόπουλου, αυτό ήταν έτσι ένα μεγάλο δισκάδικο όπου τότε είχε καμπίνες, έβαζες ακουστικά και άκουγες τους δίσκους. Κανονικά, ανθρώπινα πράγματα ακόμα.
Σου μιλάω για το ‘50.
Το ροκ εντ ρολ ξεκινάει στην Ελλάδα -επίσημα αν θέλεις- από τη στιγμή που παίζει ροκ εντ ρολ η μπάντα του 6ου Στόλου στο Ζάππειο, κάπου το ‘55 πρέπει να ήταν. Ωστόσο, υπήρχαν ήδη τέτοιοι δίσκοι εδώ.
Zappa, Clapton και οι φίλοι που φευγουν
ΘΚ: Ένας μεγάλος σου έρωτας ήταν -και φαντάζομαι παραμένει- ο Frank Zappa.
Ναι και ο Beefheart. Aλλά τον Zappa τον έχω σε ξεχωριστή θέση γιατί λέει κι άλλα πράγματα, υπονοεί διάφορα -και με τη μουσική του και χωρίς.
ΘΚ: Και τον τίμησες τον Zappa με τον “Ανεπρόκοπο”.
“Road Ladies”. Απ’ τα πρώτα τραγούδια που έκανα μεταφορά στα ελληνικά, με άσχετα λόγια βέβαια αλλά δεν έχει σημασία.
Έχω φτιάξει κι ένα άλλο τώρα, θυμάσαι την ταινία “O Brother, Where Art Thou?”. Θυμάσαι αυτό το κομματάκι το “O Death”;
(Σταματάμε για να το ακούσουμε στη δική του εκτέλεση. Ακολουθεί και μια ακόμη διασκευή του σε ένα μπλουζ κομμάτι του Robert Johnson)
ΚΜ: Μου ήρθε ένας συνειρμός τώρα.
Κάν’ τον.
ΚΜ: Οι Cream είχαν κάνει διασκευή Robert Johnson, το Crossroads, κι εσύ τους είχες γνωρίσει τότε στην Αγγλία, είχες πάει εκεί που μένανε, κάπου.
Τους είχα γνωρίσει αλλά όχι στο σπίτι τους, εκεί που έκαναν πρόβες, στο σπίτι ενός ζευγαριού Ολλανδών, του Σάιμον και της Μαράικα. Ήταν στα μέσα των 60s. Μάλιστα για ένα διάστημα ο Clapton φλέρταρε και την πρώην γυναίκα μου την Αγγλίδα, που ήταν έτσι ψηλή, σε στυλ μοντέλο.
ΚΜ: Κι εσύ λίγο μετά ήθελες να πας προς Ινδία;
Ναι αλλά έκλεισαν τα σύνορα τότε λόγω χούντας και έμεινα εδώ.
ΚΜ: Γιατί ήθελες να πας; Για πνευματικούς λόγους;
(γελάει) Ναι, ντάξει, “για πνευματικούς λόγους… Ασφαλώς”.
ΘΚ: Αλλά πήγες στα Μάταλα τελικά;
Πήγα εκεί ναι. Το ίδιο ήταν. Θυμάμαι ότι εκείνη τη χρονιά είχε πάρα πολύ κόσμο, όχι μόνο χίπηδες, αλλά σχεδόν καθόλου Έλληνες. Οι μόνοι Έλληνες ήμουν εγώ και κάνα δυο φίλοι που ήρθαν για να με δουν και κάτσανε λίγο.
ΚΜ: Δηλαδή το πρώτο καλοκαίρι της χούντας το έβγαλες εκεί;
Ναι, και μετά έπιασα δουλειά ως μπασίστας στους MGC. Ρώτησα τον Πολύτιμο αν υπάρχει καμιά δουλειά γιατί δεν είχα μία και μου λέει “φεύγει ο μπασίστας, έλα να παίξεις σε μας”. Και έβαλαν τον κιθαρίστα τον Δημήτρη τον Μπεληγιάννη να μου δείξει τα κομμάτια.
ΚΜ: Μπάσο που είχες μάθει;
Δεν είχα μάθει… Στου Κασίδη το κεφάλι. Αλλά είχα ρυθμό. Αν ρωτούσες τον Πολύτιμο θα σου ‘λεγε “ήταν καλός μπασιστας”.
ΘΚ: Μεγάλη μορφή ο Δημήτρης.
Μεγάλη. Και απώλεια μεγάλη, και αυτός και ο Νίκος Σπυρόπουλος, γάμησέ τα. Είναι πολύς κόσμος που φεύγει τα τελευταία χρόνια. Σκάνε οι νάρκες από δω και από εκεί.
ΘΚ: Πάντως εκείνη την εποχή ήταν πολύ χαρακτηριστικό το πως έφευγαν απ’ το ένα συγκρότημα και πήγαιναν στο άλλο και μετα στο άλλο κτλ. Για παράδειγμα ο Δαπέρης φεύγει από τους Εξαδάκτυλος και πάει και φτιάχνει τους Πελόμα Μποκιού, μετά εσείς έχετε τον Ανδρούτσο, ο οποίος επίσης μετά θα πάει στους Πελόμα Μποκιού…
Ξέρεις, η μουσική δεν είναι και απ’ τα ασφαλέστερα επαγγέλματα.
ΚΜ: Παρεΐστικο ακούγεται.
Ε, ναι ήταν.
ΚΜ: Σκέφτομαι το χιπ χοπ σήμερα που πάλι είναι μία σκηνή αλλά εκεί βρίζει ο ένας τον άλλον, μαλώνουν… Πόσο διαφορετικό είναι με αυτό.
Ε, ποιος έχασε το μυαλό του να το βρούμε εμείς. Γενικά είναι τα πράγματα πιο τεταμένα, πιο περίεργα ακόμα και στη μουσική.
Εκεί νομίζω είχε δίκιο σ’ αυτό που έλεγε ο Αριστοτέλης, ότι όταν αλλάζουν οι μουσικές φόρμες κτλ, αλλάζει και η κοινωνία ολόκληρη. Το ‘χουμε δει αυτό, και με την τζαζ και με το ροκ εντ ρολ.
Το ψάρι, βέβαια, βρωμάει απ’ το κεφάλι. Εκφυλιστικά φαινόμενα. Όχι παρακμιακά, η παρακμή έχει και ενδιαφέροντα πράγματα…
Κλαίμε αλλά κανονικά αν ζούσαμε κάπως σαν άνθρωποι θα γελάγαμε με τα σημερινά καμώματα.
ΚΜ: Δεν μιλάς για τη μουσική τώρα.
Όχι. Κυρίως για την πολιτική. Καταρχάς βλέπεις ότι η εξουσία έχει αλλάξει χέρια. Η πολιτική είναι το διασκεδαστικό τμήμα του συστήματος, τα λεφτά είναι στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ακόμα πιο πίσω στην πολεμική βιομηχανία. Αυτοί ελέγχουν.
Ο Zappa έλεγε ότι οι πολεμική βιομηχανία είναι το ψυχαγωγικό μέρος, τώρα όμως έχουν αλλάξει λίγο τα πράγματα. Η πολιτική είναι το ψυχαγωγικό.
ΘΚ: Πάντως κάτι που δεν θα περίμενε κάποιος από σένα είναι το πόσο ενεργός είσαι στα social media και ειδικά στο Facebook.
Αναγκαστικά προσέχοντας αυτά τα τρία χρόνια του lockdown άρχισα να ασχολούμαι περισσότερο. Είμαστε και γέροι άνθρωποι, δεν είναι να πηγαίνουμε τώρα από κόβιντ, ας πάμε από τίποτα άλλο, πιο ευχάριστο.
Είχα και δουλειά να κάνω γιατί έπρεπε να προετοιμάσω κάποια κομμάτια -έχω πολύ υλικό. Και θέλω πριν αποδημήσω -ποιος ξέρει για πού (σ.σ. χαμογελάει)- τουλάχιστον να προλάβω να ακούσω μερικά κομμάτια φτιαγμένα καλά. Ε, αυτό είναι όλο.
Κατά τ’ άλλα δεν με ενδιέφερε ποτέ ούτε καριέρα να κάνω. Δεν έχω ιδέα απ’ αυτά και μη μας λέτε “καλλιτέχνες”. Καλλιτέχνες είναι όλοι οι άνθρωποι, δεν μ’ αρέσει αυτός ο διαχωρισμός.
ΚΜ: Και πώς να σε λέμε;
Μήτσο.
ΘΚ: Πολυκαρπόφ.
Και Πολυκαρπόφ και Γέροντα Παλούκιο…
ΘΚ: Υπάρχουν διάφορα. Το Πολυκαρπόφ ποιος σου το έβγαλε;
Δεν θυμάμαι, μπορεί και μόνος μου. Το “θείος Νώντας” είναι το πιο παλιό, το πιο κλασικό, γιατί και στο ραδιόφωνο έκανα εκπομπές που στην αρχή λέγονταν “Έλα στον θείο”.
ΘΚ: Το “θείος” του το είχε βγάλει ο Παύλος. Εγώ με αυτές τις εκπομπές μεγάλωσα.
“Έλα στον θείο” και μετά “Ο θείος Νώντας στα μικρά παιδιά”. Είχε μια χιουμοριστική διάθεση ο τίτλος, μην παρεξηγηθούμε κιόλας. Υπήρχε απ’ τον παλιό κινηματογράφο, μ’ αρέσει κι ο Φωτόπουλος κι έτσι τα συνδύασα τότε, ως λίγο αιρετικά για να λέμε και διάφορα που δεν λέγονται συνήθως όπως άχρηστες πληροφορίες ή διάφορες μπηχτές από δω από εκεί. Να ‘χουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας ανοιχτά ρε παιδί μου, κατά κάποιον τρόπο.
Ξέρεις ότι δεν μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο και να τον κάνεις όπως θα ‘θελες, παρόλα αυτά μπορείς να παρηγορήσεις κάποιους ανθρώπους. Κι αυτό σε κρατάει.
ΚΜ: Και το έχεις παλέψει αυτό με τις μουσικές σου, με τις εκπομπές σου, με ό, τι κάνεις;
Με την εκπομπή, ναι, και με τον τρόπο που τα λέω… Φαίνεται ότι υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που βρίσκουν παρηγορητική αυτήν την παρουσία μου και μαζί μ’ αυτούς, παρηγοριέμαι κι εγώ.
ΘΚ: Να ρωτήσω κάτι αιρετικό. Θα αποποινικοποιηθεί ποτέ το χασίς στην Ελλάδα;
Ήταν αποποινικοποιημένο.
ΘΚ: Θα αποποινικοποιηθεί ξανά τότε;
Κάναμε και εξαγωγή κάποτε… Και τώρα που σιγά σιγά νομιμοποιείται θα μπορούσες να ‘χεις μια δυο γλάστρες στη βεράντα σου, δεν βλάπτει κανέναν. Δεν έχει πεθάνει κανένας απ’ το χασίσι. Απ’ το ποτό πάρα πολλοί και όχι μόνο οι ίδιοι αλλά έχουν πάρει και κόσμο μαζί τους.
Και αυτά που λένε ότι το χασίσι είναι προθάλαμος της πρέζας είναι μαλακίες. Καταρχάς δεν πάει το ένα με το άλλο.
Είναι όπως το ούζο που δεν πάει άμα πίνεις φούντα ας πούμε. Είναι απ’ τα αλκοόλ που καλύτερα μην το αγγίξεις, θα σε χαλάσει σίγουρα.
Η αυστηροποίηση και η ποινικοποίηση των πάντων, πράγμα που το ζούμε κιόλας σήμερα, δεν οδηγεί σε καλά αποτελέσματα. Δηλαδή τώρα αυτοί τι κάνουν; Δημιούργησαν μια βίαια επιβεβλημένη φτώχεια, η οποία τι δημιουργεί αναγκαστικά; Εγκληματικότητα αλλά κυρίως μικροεγκληματικότητα.
Επίσης βοηθάει και την ακροδεξιά, εξ ου και όλα αυτά τα νεοναζιστικά μορφώματα -και όχι μόνο εδώ αλλά βλέπεις τώρα και χώρες όπως η Σουηδία να έχουν κυβέρνηση υποστηριζόμενη από ακροδεξιά κόμματα. Τρομάζεις.
Αυτοί ουσιαστικά θέλουν τον κόσμο να είναι κάπως σαν κι αυτούς που βλέπουμε στα πρωινάδικα, στα μεσημεριανάδικα, τραλαλά και “αχ τι ωραία, τι καλά, καλημέρα παιδιά, ου Χριστούγεννα”. Και να μην ασχολούνται. Πάρτε κι ένα ξεροκόμματο να πούμε και εντάξει τώρα σιωπή. Οι υπόλοιποι, θες; Κάνε κουπί. Δεν θες; Ψόφα και μη βγάζεις άχνα. Αυτό είναι το κυρίως ζήτημα.
(Πέντε έξι σκόρπια μικρά αυτοκινητάκια που έχει στο δωμάτιο, μου θυμίζουν την ιστορία που τον ήθελε στα 60s να πηγαίνει σε κάτι δρόμους πίσω απ’ το Χαλάνδρι για να κάνει χειρόφρενα και μπαντιλίκια. Του την υπενθυμίζω)
Κοίταξε, όποιος δεν έχει κάνει μαλακίες στη ζωή του, πρέπει να είναι πολύ μαλάκας. Να το πω κι αλλιώς. Όποιος δεν έχει κάνει μαλακίες στη ζωή του, τη μαλακία του την υφίστανται οι άλλοι. Και θα ‘χει απωθημένα. Βλέπε και διάφορους πολιτικούς μας, ένα παράδειγμα είναι αυτοί οι οποίοι αλλαξοπίστησαν, δηλαδή από την ΚΝΕ και το ΚΚΕ έχουν περάσει στο αντίθετο -ακόμα και στην ακροδεξιά.
ΚΜ: Πιστεύεις ότι επειδή ήταν στο ΚΚΕ και στην ΚΝΕ ήταν κάπως μαζεμένοι και τους έμειναν απωθημένα;
Ε, κοίταξε να δεις η πειθαρχία είναι και στα δυο αυτά στρατόπεδα αναγκαία ας πούμε ή αν θέλεις είναι “αναγκαστικό στοιχείο” όπως λέει και ο Βορίδης για το ξύλο.
Έχουμε κάτι διαμαντάκια εδώ από δαύτους. Άμα σκεφτείς δηλαδή ποιοι μας κυβερνάνε και ποιοι είναι αυτοί. Ο Μηταράκης ας πούμε. Η Σοφία η Βούλτεψη. Η Πιπιλή…
Σου λέω αυτοί θα θέλανε ο κόσμος να είναι σαν τα πάνελ τα μεσημεριανάδικα. “Μεσημέρι με την Ελένη”… Ποια Ελένη; Απάντησε μόνος σου (σ.σ. γέλια).
Δεν έχω τίποτα με την Ελένη, καλά κάνει. Μ’ αυτούς έχω και με αυτού του είδους τον γκεμπελισμό και την κυριολεκτικά ναζιστικοποίηση της κοινωνίας.
ΚΜ: Βλέπεις να κρατάει μερικές γενιές αυτό ή…
Θα κρατήσει δυστυχώς. Ε, εκτός αν γίνει κάτι το εντελώς αναπάντεχο που αλλάξει τους πόλους. Απλά ζούμε αυτό που έλεγε ο Ηράκλειτος ότι το σύμπαν όπως και οι κοινωνίες διέπονται από αντίρροπες δυνάμεις. Πώς έχει η δικαιοσύνη αυτήν τη ζυγαριά που υποτίθεται ότι είναι τυφλή – και κουφή και μουγκή, ποιος ξέρει. Πότε γέρνει προς τα δω, πότε γέρνει προς τα κει. Και ανάλογα.
ΚΜ: Για να κρατάει μία ισορροπία δηλαδή.
Επικίνδυνη ισορροπία, ισορροπία γενοκτονιών ας την πούμε έτσι, γιατί είναι το σύστημα τέτοιο που είναι καθαρά καπιταλιστικό και καπιταλισμός χωρίς οικονομικές κρίσεις δεν υπάρχει.
Πως υπάρχει κόλαση και παράδεισος στο άλλο πεδίο της μεγάλης απάτης των αιώνων; Έτσι και στον καπιταλισμό.
ΚΜ: Η άλλη μεγάλη απάτη ποια είναι δηλαδή;
Η πρώτη και καλύτερη είναι τα ιερατεία -όλων των δογμάτων, δεν βγάζω κανένα απ’ έξω. Όχι όμως και η πίστη. Υπάρχουν ιερωμένοι που είναι ευσυνείδητοι άνθρωποι, δεν λέω όχι, παντού υπάρχουν καλοί άνθρωποι. Στη συνολική όμως έκφανση των πραγμάτων υπερισχύει η απύθμενη βλακεία του ανθρώπινου είδους.
Ατομική σωτηρία υπάρχει κατά κάποιον τρόπο. Δύσκολη αλλά όχι ακατόρθωτη. Αλλά συλλογική δεν υπάρχει.