ΕΙΔΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ LIVE ΤΟΝ ΜΠΡΟΥΣ ΣΠΡΙΝΓΚΣΤΙΝ. ΗΤΑΝ Η ΠΙΟ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ
Ογδόντα χιλιάδες θεατές. Είκοσι οχτώ τραγούδια. Τρεις ώρες. Ένα «Αφεντικό». Το μόνο που μετράει. Από τη Ρώμη ως την αιωνιότητα.
Είναι ότι πρόσφατα πούλησε τις περισσότερες ηχογραφήσεις του και τα δικαιώματα δημοσίευσης του καλλιτεχνικού του έργου με αντίτιμο που σύμφωνα με τα ρεπορτάζ ξεπερνά τα 500 εκατομμύρια δολάρια.
Είναι ότι υιοθέτησε τη λεγόμενη δυναμική τιμολόγηση της Ticketmaster που οδήγησε τις τιμές κάποιων εισιτηρίων στις ΗΠΑ ακόμη και σε τετραψήφια ύψη – και τα χρήματα στη δική του τσέπη αντί για των μαυραγοριτών.
Είναι ότι μεσολάβησε μια πανδημία που δεν του επέτρεψε να βγει στο δρόμο το 2020.
Είναι ότι η E Street Band έχει κλείσει τα 50.
Πάνω απ’ όλα όμως είναι τα 73 (74 τον ερχόμενο Σεπτέμβριο) δικά του χρόνια ζωής που δίνουν στην τρέχουσα περιοδεία του Μπρους Σπρίνγκστιν μία «οριστική» διάσταση. Ακόμη κι αν, σύμφωνα με τις φήμες, συνεχιστεί το 2024, ακόμη κι αν ο στόχος του είναι να συνεχίσει και στην επόμενη δεκαετία του, εύλογα κανείς δεν μπορεί σήμερα να βάλει το χέρι σου στη φωτιά ότι θα υπάρξει άλλη μία τόσο μεγάλη περιοδεία του στο μέλλον. Γι’ αυτό φέτος όλοι, από σταρ σαν τον Στινγκ, τον Νικ Κέιβ, τον Τομ Χανκς, τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και τον Μπαράκ Ομπάμα μέχρι θνητούς που επί δεκαετίες -λόγω ελιτισμού ή σιγουριάς ότι το «Αφεντικό» θα είναι πάντα εκεί- τρέχουν να τον δουν ζωντανά.
Ανάμεσά τους κι εγώ που επέλεξα τη Ρώμη, όπου ο Μπρους Σπρίνγκστιν έπαιξε στο Τσίρκο Μάσιμο -έναν αχανή ιππόδρομο όπου κάποτε ψυχαγωγούνταν με αρματοδρομίες οι Ρωμαίοι- μπροστά σε περισσότερους από 60.000 θεατές. Κάποιοι μιλάνε ακόμη και για 80.000.
Με αυτό το δισκογραφικό corpus, με αυτή την πολυδεκαετή συναυλιακή εμπειρία και με τον αέρα του κατά πολλούς καλύτερου live act της κατηγορίας του, είναι προφανώς αστείο να συζητάμε αν εν έτει 2023 είναι καλή μία ζωντανή εμφάνιση του δεύτερου, μετά τον Μπομπ Ντίλαν, πιο σημαντικού εν ζωή, και πάλι όσον αφορά την κατηγορία του, Αμερικανού ρόκερ.
Έχει όμως θεωρώ την αξία της η επιβεβαίωση από έναν όψιμο φαν όσων επί δεκαετίες διατείνονται οι ορκισμένοι του, όλοι αυτοί που όχι απλώς δεν χάνουν περιοδεία του, αλλά τον ακολουθούν σε πολλούς σταθμούς (ανάμεσά τους και Έλληνες, όπως θα διαβάσετε στο σχετικό ρεπορτάζ του OneMan: Οι τρεις ώρες, λοιπόν, της ζωής μου που πέρασα βλέποντας ζωντανά τον Μπρους Σπρίνγκστιν και την E Street Band συνιστούν κάτι παραπάνω από μία συγκλονιστική συναυλιακή εμπειρία. Δεν μπορεί, δηλαδή, να θεωρείται απλώς «συναυλία» μία τρίωρη, άνευ προηγουμένου έκσταση, με δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να καταναλώνουν μια μικρή φέτα της ζωής τους όντας σε απόλυτο ψυχοσωματικό συντονισμό, χορεύοντας, γελώντας, κλαίγοντας και πάλι από την αρχή.
Ο Σκορσέζε, στα 80 του πια, είπε πρόσφατα ότι θα ήθελε να κάνει πολλές ταινίες ακόμη αλλά στενοχωριέται γιατί ξέρει ότι του τελειώνει ο χρόνος. Εγώ, 30 χρόνια νεότερος από το «Αφεντικό», ξαφνικά λυπάμαι γιατί ξέρω ότι εκ των πραγμάτων δεν θα αργήσει να τελειώσει ο χρόνος του και μαζί οι ευκαιρίες να βιώσω ξανά και ξανά το προ ημερών εξαιτίας του ντελίριο στην «Αιώνια Πόλη».
Αυτά είναι τα 21 πράγματα που θα θυμάμαι για πάντα από τις 21 Μαΐου 2023. Ποιες εκλογές…
Κανείς ποτέ δεν φώναξε πιο δυνατά το όνομα του αγαπημένου του καλλιτέχνη απ’ ότι οι fans του “Bruuuuuuuuuuce!” το δικό του
Η ιαχή σχεδόν 80 χιλιάδων ανθρώπων κάθε ηλικίας (αν και κυρίως από τη μέση και πάνω) τη στιγμή που ο Σπρίνγκστιν πατάει τελευταίος από την πολυμελή μπάντα του το πόδι του πάνω στη σκηνή, κραδαίνοντας μια Telecaster με το δεξί χέρι, αφήνοντάς τη μετά για λίγο να κρέμεται στην πλάτη του σαν τουφέκι για να χαιρετήσει το ποίμνιο, είναι σχεδόν τρομακτική.
Τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά όταν μια συναυλία ξεκινάει με το “My Love Will Not Let You Down”
Ας πέσει το βίντεο.
Η μίνι ορχήστρα πνευστών επί σκηνής δεν συμπληρώνει απλώς την E Street Band.
Αποτελεί ανεκτίμητο κομμάτι της, σε ορισμένα σημεία ακόμη και το πιο σημαντικό της.
Ο Τζέικ Κλέμονς είναι σχεδόν εξίσου μεγάλος με τον μακαρίτη θείο του.
Σε όγκο, όντας και ο ίδιος θηριώδης, αλλά και σε ταλέντο. Ναι, κανείς ποτέ δεν θα μπορέσει να παίξει σαξόφωνο σαν τον Κλάρενς -Big Man- Κλέμονς, συνοδοιπόρο του Μπρους από το 1972 μέχρι και τον θάνατό του το 2011. Ο ανιψιός του όμως έχει γεμίσει το δυσαναπλήρωτο κενό φτάνοντας σήμερα να είναι μάλλον -αν κρίνω δηλαδή από τα ουρλιαχτά του κοινού μόλις εμφανίστηκε στη σκηνή- το τρίτο πιο δημοφιλές μέλος της E Street Band.
Ναι, πιο δημοφιλής και από τον Νιλς Λόφγκρεν.
Αυτόν τον απίστευτο κιθαρίστα και βιρτουόζο της τεχνικής hand-picking.
Ναι, πιο δημοφιλής και από τον Γκάρι Τάλεντ.
Αυτόν τον απίστευτο μπασίστα και σήμερα μοναδικό -πέρα από το Αφεντικό- εν ζωή μέλος της γενεσιουργού σύνθεσης της E Street Band που πήρε μπρος το μακρινό 1972.
Ναι, πιο δημοφιλής και από τον Ρόι Μπίταν.
Αυτόν τον απίστευτο πιανίστα που φέτος κλείνει τα 50 του ως «E Streeter» και δεν τον αποκαλούν τυχαία «Καθηγητή».
Προφανώς το δεύτερο πιο δημοφιλές μέλος της E Street Band είναι ο Στίβεν βαν Ζαντ.
Κάποιοι θα πουν ότι αυτό οφείλεται στον μεγάλο του ρόλο του στο Sopranos. Εγώ θα πω γιατί είναι ο επί σκηνής wingman του Μπρους, ο «μαν» του «Αφεντικού», με την εύθυμη μεταξύ τους χημεία να βγάζει μάτι όχι μόνο στο πώς τα ακόρντα του ενός συμπληρώνουν του άλλου, όχι μόνο στο πώς «σημαδεύουν» και «πυροβολούν» με τις κιθάρες τους το κοινό σαν αδερφοί εν όπλοις στα χαρακώματα, αλλά και στις γκριμάτσες που κάνουν μαζί κολλώντας τις μούρες τους στις κάμερες που είναι διάσπαρτες σε στατικά σημεία στη σκηνή. Επίσης βοηθάει πολύ το κάτι ανάμεσα σε Ρου Πολ και Τζακ Σπάροου ντύσιμό του.
Παρεμπιπτόντως, ο Σπρίνγκστιν είναι τόσο μα τόσο υποτιμημένος ως κιθαρίστας.
Με τον ίδιο τρόπο που θα ήταν υποτιμημένος ο Τζο Στράμερ αν με τους Clash δεν έπαιζε πανκ.
Η φωνή του έχει ακόμα τα ίδια ψεγάδια.
Για καλό το λέω αυτό.
Καμία άλλη μπάντα δεν παίζει τόσο καλά όσο η E Street Band.
Δηλαδή καμία άλλη της συγκεκριμένης λίγκας. Όλοι τους βιρτουόζοι και οι περισσότεροι πάνω από 70 όμως επί τρεις ώρες παίζουν με τον ενθουσιασμό και την όρεξη μιας μπάντας που φτιάχθηκε χθες -με φρούδες ελπίδες να κατακτήσει τον κόσμο- κουβαλώντας όμως στο DNA της μια πενηντακονταετή εμπειρία «στο μέτωπο» μιας προηγούμενης ζωής. Ξέρει τι λέει ο ηγέτης τους: the greatest bar band in the land.
Αν δεν θέλει ο ντράμερ της E Street Band να πάμε σπίτι, δεν θα πάμε σπίτι.
Όχι beat δε χάνει ο Μαξ Γουάινμπεργκ, ούτε καν τσαλακώνει το πουκάμισό του αν και στα 71 του ιδρώνει περισσότερο απ’ όλους πάνω στη σκηνή.
Ο Μπρους ανεβαίνει τελευταίος στη σκηνή. Και φεύγει τελευταίος.
Κάπως σαν τον επικεφαλής μιας μπριγάδας που και θέλει και ξέρει ότι πρέπει να ευχαριστήσει ένα ένα τα μέλη της μετά το τέλος μιας μάχης που επί τρεις ώρες έδωσαν με αυταπάρνηση, σαν να μην ξέρουν ότι θα τη δώσουν ξανά και ξανά μέχρι να πέσει η αυλαία της τουρνέ.
Οι τρεις ώρες που διαρκούν οι συναυλίες της φετινής του περιοδείας είναι λίγες.
Ναι, λίγες. Πολύ λίγες. Και αν είναι η πρώτη σου φορά που γίνεσαι κοινωνός μιας σχεδόν εξωσωματικής συλλογικής μέθεξης από το εναρκτήριο μέχρι το εικοστό όγδοο και τελευταίο τραγούδι. Και αν είναι η εξηκοστή, που σημαίνει ότι τον είδες και πριν έξι χρόνια που έπαιζε 37 τραγούδια και οι συναυλίες κόντευαν το τετράωρο.
Ο Μπρους ξέρει ότι δεν θα αργήσει πολύ να πεθάνει…
Όσο υγιής, γυμνασμένος, καλοδιατηρημένος, φορτσάτος, ορεξάτος, γκαζωμένος, πωρωμένος κι αν είσαι όταν κοντεύεις να κλείσεις τα 74, η διαδρομή που σου απομένει είναι κατά πολύ μικρότερη από αυτή που έχεις ήδη διανύσει. Η αναπόφευκτη θνητότητα είναι η ανείπωτη μεν βασική δε θεματική των φετινών του συναυλιών, και ακριβώς γι’ αυτό το καλά μελετημένο setlist (αλλά και της εμβόλιμης πρόζας) μένει στατικό σε μεγάλο βαθμό από συναυλία σε συναυλία.
…Και φαίνεται λίγο πριν το (ακουστικό) “Last Man Standing”…
Είναι η πρώτη φορά που πλησιάζει στο μικρόφωνο για να πει μια ιστορία για το πώς στα 15 του έμπλεξε με το rock ’n’ roll. «Έπαιζα κιθάρα για 6 μήνες. Ξαφνικά ένα απόγευμα κάποιος χτύπησε την πόρτα του σπιτιού μου. Ήταν ο Τζορτζ Θέις, ένας φίλος από το σχολείο που τότε έβγαινε με την αδερφή μου, η οποία του είχε πει ότι παίζω κιθάρα, οπότε με κάλεσε σε οντισιόν. Έτσι ξεκίνησε η μεγαλύτερη περιπέτεια της νεαρής ζωής μου. Έγινα για πρώτη φορά μέλος μιας αληθινής rock ’n’ roll μπάντας. Ήταν το 1965, το ’66 και το ’67. Κρατήσαμε τρία ολόκληρα χρόνια – μια ολόκληρη ζωή για έναν έφηβο. Ήταν μια εκρηκτική περίοδος της αμερικανικής ιστορίας. Και μια απίστευτη εποχή να είσαι μέλος μιας ροκ μπάντας. Πενήντα χρόνια μετά από εκείνο το ηλιόλουστο απόγευμα, μία άλλη καλοκαιρινή μέρα, βρέθηκα να στέκομαι δίπλα στο νεκροκρέβατο του Τζορτζ. Πάλεψε με τον καρκίνο του πνεύμονα τα τελευταία χρόνια της ζωής και του απέμεναν μόνο λίγες μέρες ζωής. Συνειδητοποίησα ότι μετά τον θάνατο του θα ήμουν το τελευταίο επιζών μέλος της πρώτης μου μπάντας. Θα σας αφήσω μια στιγμή να το σκεφτείτε αυτό» είπε και συνέχισε. «Όταν στέκεσαι στις ράγες και βλέπεις ένα τρένο να έρχεται καταπάνω σου, ξαφνικά αποκτάς μια καθαρότητα στη σκέψη σου που ίσως να μην είχες νωρίτερα. Το δώρο του θανάτου στους ζωντανούς είναι μια επαυξημένη επίγνωση της ίδιας της ζωής. Ο George πέθανε λίγο αργότερα και έγραψα αυτό το τραγούδι. Έχει να κάνει με τα πάθη που ακολουθούμε όταν είμαστε παιδιά χωρίς να ξέρουμε που θα μας οδηγήσουν. Και με το πώς στα 15 τα πάντα είναι “αύριο” και “γεια” ενώ αργότερα τα “χθες” και τα “αντίο” είναι περισσότερα. Αυτό με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο σημαντικό είναι να ζεις την κάθε στιγμή. Οπότε να είστε καλοί με τον εαυτό σας, να είστε καλοί με αυτούς που σας αγαπάνε, να είστε καλοί με τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Αυτό είναι το “Last Man Standing”»
…Αλλά και λίγο πριν το τέλος του “Backstreets”…
Αμέσως μετά. «Κρυμμένοι στα σοκάκια / Ορκιστήκαμε ότι θα είμαστε φίλοι για πάντα / στα σοκάκια μέχρι το τέλος» τραγουδάει. «Μέχρι το τέλος» επαναλαμβάνει τρεις φορές και συνεχίζει την ιστορία που ξεκίνησε νωρίτερα. «Ακόμη έχω το κουτί με τα σαρανταπεντάρια που μου άφησες. Έχω τα παλιά σου βιβλία. Έχω εκείνη την παλιά κιθάρα που μου είχες δώσει. Έχω και εκείνη τη φωτογραφία από τη μέρα του γάμου σου. Καθόμαστε οι δυο μας στη βεράντα σου. Δεν ξέρω για τι πράγμα μιλούσαμε. Δεν ήμασταν ούτε καν 19. Τα έχω όλα αυτά. Τα υπόλοιπα θα τα κουβαλάω για πάντα εδώ», λέει και με τη γροθιά του δεξιού του χεριού χτυπάει τρεις φορές την καρδιά του.
…Αλλά και στη μέση του “Tenth Avenue Freeze-out”.
«Αυτό είναι το σημαντικό σημείο» φωνάζει στο κοινό και στρέφει την προσοχή μας στο φόντο της σκηνής όπου προβάλλεται το βίντεο-φόρος τιμής στους μακαρίτες της E Street Band, Κλάρενς Κλέμονς και Ντάνι Φεντερίτσι.
Και κλάμα οι πάντες.
Οι φανατικοί του μου το έλεγαν ότι θα βάλω τα κλάματα βλέποντάς τον. Τους χλεύαζα. Ώσπου μου συνέβη πριν καν τελειώσει το δεύτερο τραγούδι. Όπως αργά ή γρήγορα συνέβη σε όλους μέχρι ο Μπρους να μας αποχαιρετήσει. Πώς όμως να μη βάλεις τα κλάματα όταν βλέπεις την“heart-stopping, pants-dropping, hard-rocking, booty-shaking, earth-quaking, love-making, Viagra-taking, death-defying, testifying, justifying, history making, legendary” E Street Band!
Να παίζει αυτά τα τραγούδια!
My Love Will Not Let You Down / Death to My Hometown / No Surrender / Ghosts / Prove It All Night / Darkness on the Edge of Town / Letter to You / The Promised Land / Out in the Street / Kitty’s Back / Nightshift / Mary’s Place / The E Street Shuffle / Last Man Standing / Backstreets / Because the Night / She’s the One / Wrecking Ball / The Rising / Badlands / Thunder Road
Και στο encore αυτά!
Born in the U.S.A. / Born to Run / Bobby Jean / Glory Days / Dancing in the Dark / Tenth Avenue Freeze-Out / I’ll See You in My Dreams