ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΑΝΕΣ ΟΛΩΝ ΜΑΣ
Μάνες που είδαν τα παιδιά τους να χάνονται. Βίαια και μαρτυρικά. Αυτές οι μάνες είναι πολλές. Πάρα πολλές.
Οι μάνες σύμβολα. Οι μάνες όλων μας. Τίποτα από όλα αυτά δεν θέλησαν. Η καρδιά και η αγκαλιά τους γέμιζε μέχρι τη μέρα που όλα χάθηκαν. Δεν ήθελαν να τις μάθεις κανείς από εμάς. Κάθε τους πνοή για τα παιδιά τους. Οι μάνες όλων μας. Η μάνα του Παύλου. Η μάνα της Ελένης. Η μάνα της Γαρυφαλλιάς. Η μάνα του Ζακ. Η μάνα της Ερατώς. Η μάνα του Βαγγέλη. Η μάνα του Άλκη. Και είναι κι άλλες πολλές. Μάνες που είδαν τα παιδιά τους να χάνονται. Βίαια και μαρτυρικά. Αυτές οι μάνες είναι πολλές. Πάρα πολλές.
Έζησαν και ζουν στον πόνο κι όμως η μοίρα των γυναικών αυτών φαίνεται πως τις προόρισε να γίνουν κομμάτι μας. Να γίνουν η λέξη μάνα στα χείλη μας. Τα δάκρυα στα μάτια μας. Όχι από λύπηση παρά από ευγνωμοσύνη και δέος απέναντι στο σθένος και το ήθος τους. Κι είναι αυτό τελικά που χαράζει τη μοίρα για τη Μάγδα, την Κούλα, την Ελένη, την Αλέκα, τη Μαρία, τη Μελίνα.
Χέρια γερά κρατημένα. Πρόσωπα ιδωμένα μέσα από καλειδοσκόπια. Φιγούρες που κινούνται κυκλικά σε μια ξέφρενη πορεία. Συγκλίνουν. Ενώνονται. Και δεν μπορείς να τις ξεχωρίσεις, να τις αναγνωρίσεις. Και δεν σε νοιάζει. Αυτό κι εκείνες θέλησαν όταν η μία έπεσε στην αγκαλιά της άλλης έξω από το Εφετείο. Να τις δούμε ως ένα. Ως ένα πανίσχυρο όλο που γίνεται ασπίδα για ολόκληρη την κοινωνία.
«Αισθάνθηκα την ανάγκη να την αγκαλιάσω και να σταθώ δίπλα της. Ήξερα πολύ καλά τον πόνο αυτής της γυναίκας. Να έχεις τους φονιάδες του παιδιού σου δίπλα και να πρέπει να παραμείνεις όρθια. Ανθρώπινο το ενδιαφέρον μου, μια πράξη έμπρακτης αλληλεγγύης, γι’ αυτό δεν κατάλαβα γιατί έδωσαν τόση έκταση τα μέσα ενημέρωσης. Την ίδια φρίκη ένιωσα όταν είδα και τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου», θα πει η Μάγδα Φύσσα για την Κούλα Αρμουτίδου. Η μία για την άλλη κι όλες μαζί για όλους εμάς. Οι μάνες όλων μας.
«Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου», έχει πει σε συνέντευξή της η Χρύσα Παπαδοπούλου, μία εκ των δύο συνηγόρων υπεράσπισης στην υπόθεση Φύσσα. «Άλλωστε, το έχει πει και η ίδια, ο λόγος που το παλεύει μέχρι τέλους είναι για να μην ξανασυμβεί σε κανέναν άλλον αυτό που συνέβη στο παιδί της».
«Δεν υπάρχει κάτι χειρότερο, δεν μπορείς να το διανοηθείς, νεκρώνεις, δεν ζεις, απλά αναπνέεις. Εσείς θεωρείτε ότι εγώ κάνω κάτι πολύ δυνατό. Εγώ κάνω ό,τι μπορώ να κάνω και για τον Παύλο και για όλα τα παιδιά εκεί έξω που θέλουν να είναι ελεύθερα. Ελπίζω τα παιδιά εκεί έξω να πάρουν λίγο από το φως του. Εγώ τον Παύλο μου δεν θα τον φέρω πίσω, εγώ παλεύω να καταδικαστούν οι δολοφόνοι και με αυτό τον τρόπο να σωθούν άλλα παιδιά. Να σωθούν αθώα παιδιά», θα πει η Μάγδα Φύσσα σε συνέντευξής της στο Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και στην εκπομπή «Με τα πόδια μέχρι την αλήθεια».
«Έχασα τον Παύλο κι απέκτησα τόσα παιδιά κι όταν περπατάω στον δρόμο κι ακούω να με φωνάζουν “μάνα” και να με πιάνουν από τον ώμο, αυτό είναι για εμένα συγκλονιστικό», θα δηλώσει στην Εφημερίδα των Συντακτών.
«Σήμερα έγινε ένα πρώτο βήμα για την απονομή δικαιοσύνης για τη δολοφονία του Ζακ. Δεν θα σας εκφράσω τι αισθάνομαι αλλά θα σας περιγράψω τι σκέφτομαι.
Σκέφτομαι τον κοσμηματοπώλη, τον Δημόπουλο. Τον σκέφτομαι στο σπίτι του εγκλωβισμένο, όπως το παιδί μου στο κατάστημα του, να προσπαθεί να εξηγήσει στα εγγόνια του γιατί ο παππούς δεν μπορεί να πάει βόλτα μαζί τους.
Σκέφτομαι τον μεσίτη, τον Χορταριά, να προσπαθεί να εξηγήσει στους συγκρατούμενους του στη φυλακή πως κλωτσούσε ανήλεα έναν άνθρωπο “για να προστατέψει το πλήθος” που κατέγραφε τις εγκληματικές του πράξεις, για να τις πουλήσουν μετά και να βγάλουν κανένα φράγκο. Σκέφτομαι τους “αθώους” αστυνομικούς να προσπαθούν να εξηγήσουν στις οικογένειές τους πως η δουλειά τους είναι να συλλαμβάνουν παραβάτες του νόμου, αλλά και να χτυπούν, να κλωτσούν και να σέρνουν στο πεζοδρόμιο έναν τραυματισμό άνθρωπο και να τον αφήνουν να πεθαίνει μπροστά τους ρίχνοντας τις ευθύνες ο ένας στο άλλον.
Σκέφτομαι τον Ζακ ψηλά στον ουρανό να σκορπάει τόνους γκλίτερ παντού και αυτό να κολλάει και να μην ξεπλένεται με τίποτα.
Θα παραμείνει σε όσους τον άγγιξαν, του μίλησαν, τον κοίταξαν, τον διάβασαν, τον υπερασπίστηκαν και τον σκέφτονται for ever and ever». Ένα κείμενο 198 λέξεων από την Ελένη Κωστοπούλου, λίγες ώρες μετά απόφαση του δικαστηρίου για τη δολοφονία του Ζακ.
Η μητέρα της Γαρυφαλλιάς μιλώντας στους «Πρωταγωνιστές», λίγους μήνες μετά τη γυναικοκτονία της κόρης στη Φολέγανδρο είχε πει: «Δεν θα ήθελα να είμαι μητέρα ενός δολοφόνου. Προτιμώ το παιδί μου να είναι άγγελος, να έχει αφήσει πίσω αυτή την αγάπη και αυτό το φως, παρά να είχα ένα δολοφόνο. Αυτές οι γυναίκες πρέπει να βγουν μπροστά και να πουν που έχουν κάνει λάθος. Δεν ξέρω γιατί δεν βγαίνουν. Μέσα από αυτή την απώλεια βλέπεις τα πράγματα, τα ρούχα που φορούσε, που είναι άψυχα αλλά για εσένα έχουν πάρα πολύ μεγάλη σημασία, γιατί εκεί μέσα υπήρχε το σώμα του παιδιού σου. Η ψυχή για εμένα δεν φεύγει ποτέ από κοντά μου, συγγνώμη αν σας φαίνεται κάπως αυτό. Μπορώ και τη νιώθω συνεχώς κοντά μου, χαμογελαστή και όμορφη, όπως την είχα πάντα στο μυαλό μου. Δεν θα αλλάξει ποτέ αυτό, δεν μπορεί να μου το πάρει κανείς. Είναι φυλαχτό. Πίσω από την κόρη μου είναι όλες οι κόρες, γιατί για εμένα όλες αυτές οι αδικοχαμένες κοπέλες και τα αγόρια, γιατί είναι πάρα πολλά. Και το συνειδητοποίησα όταν είδα κάποια ματωμένα πορτρέτα, ήταν και πολλά αγόρια. Ο Φύσσας, ο Ζακ, ο Γιακουμάκης. Όλα αυτά τα μάτια ήταν ζωντανά και με κοιτούσαν, έχοντας ένα ”γιατί”. Και πρώτα από όλα της κόρης μου. Θα ήθελα να περάσω, αν μου επιτρέπετε, ένα μήνυμα και προς τους άντρες.
Πρέπει και οι άντρες να προσέξουν πάρα πολύ και όταν έχουν μια σχέση, μια κοπέλα, μια σύντροφο που δεν τους αρέσει, που δεν τους κάνει, που τους προσβάλλει, που τους υποτιμά, που τους χάλασε τη φάση, ας την πάρουν αυτή την κοπέλα, ας την πάνε στο σπίτι της και να την αφήσουν έξω από την πόρτα της, να μην την ξανασυναντήσουν ποτέ, να γυρίσουν στη μάνα τους, γιατί και αυτούς μάνα τους περιμένει και αυτό το κορίτσι το περιμένω εγώ και η οικογένειά της».
Οι φωνές έξω από το Εφετείο ενώνονται, δυστυχώς, όλο και πιο συχνά. Εκείνη τη μέρα το μόνο που ακουγόταν ήταν ένα σύνθημα. Ένα σύνθημα αγανάκτησης. «Ποτέ μην ξεχαστεί τι κάναν στην Ελένη καμία άλλη δολοφονημένη». Την Κούλα Αρμουτίδου δεν μπορεί να την συγκρατήσει κανείς. Κανένα ανθρώπινο χέρι δεν μπορεί να τη σταματήσει. Η Κούλα ουρλιάζει. «Καταστράφηκε η ζωή μου, είστε όλοι υποκριτές. Άνδρες με μπέσα, μην γίνεστε βιαστές».
«Στον δικό μου τον ύπνο και στα όνειρά μου δεν έχει έρθει ποτέ, γιατί ξέρει ότι πονάω. Ποτέ δεν έχει εμφανιστεί και αυτό είναι παράπονό μου. Κάθε φορά που κλείνω τα μάτια μου, λέω “Ελένη, έλα σήμερα, σε περιμένω να μου πεις πού είσαι, πώς είσαι, τί έγινε”»
Και είναι και η Μελίνα Καμπάνου. Η μάνα του Άλκη. Μιλώντας στην ΕΡΤ έδωσε νέο ορισμό στη λέξη αξιοπρέπεια. «Δεν κρατάμε κακία σε κανέναν. Εγώ αυτή τη στιγμή δεν έχω καθόλου συναισθήματα. Καμία μανούλα να μην βρεθεί στη θέση μου. Μου τηλεφώνησε να δω τι κάνω. Την επόμενη μέρα θα έδινε μάθημα στο πανεπιστήμιο. Μου είπε θα έβγαινε μία βόλτα να φάει και μετά θα επέστρεφε σπίτι. Του ευχήθηκα καλή επιτυχία και κλείσαμε το τηλέφωνο. Στις 3 τα ξημερώματα μας ειδοποίησε ο κουνιάδος μας. Είχα την ελπίδα ότι δεν είναι αλήθεια. Αυτά τα παιδιά μεγάλωσαν χωρίς αγάπη και ίσως να ένιωσαν απόρριψη από την οικογένειά τους. Αυτό που μας έλεγε ο Άλκης είναι να αγαπάμε τον κόσμο».
Η Μάγδα, η Κούλα, η Ελένη, η Αλέκα, η Μαρία, η Μελίνα. Μάνες που έμελλε να γίνουν για πάντα οι μάνες όλων μας.