ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΧΩΡΙΣ ΔΟΥΛΕΙΑ. ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΧΩΡΙΣ ΖΩΗ.
Οι 378 ημέρες που έχουν περάσει από τις 23 Μαρτίου του 2020, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωνε το πρώτο lockdown στη χώρα, άλλαξαν ολοκληρωτικά τη ζωή τους. Τέσσερις άνθρωποι που από τότε ζουν με 534 ευρώ ή και χωρίς αυτά, περιγράφουν στο Sunday Edition τη νέα τους καθημερινότητα.
Επιβίωση με δανεικά, μήνες χωρίς ούτε ένα ευρώ έσοδα, μετακομίσεις, lockdown εν μέσω κορονοϊού. Περίπου 810.000 εργαζόμενοι, σε διάφορους τομείς της οικονομίας, μπήκαν σε καθεστώς αναστολής από το πρώτο κύμα της πανδημίας με την πλειοψηφία τους να παραμένουν στο ίδιο καθεστώς μέχρι σήμερα. Επιπλέον, περίπου 16.000 εργαζόμενοι που έχουν ενταχθεί στο μητρώο καλλιτεχνών αδυνατούν να δουλέψουν. Αρκετοί από αυτούς, μέχρι και σήμερα με μοναδικό εισόδημα την μηνιαία αποζημίωση ειδικού σκοπού των 534 ευρώ, προσπαθούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
“Πoσα εξοδα να καλυψει μια οικογενεια με 534;”
Στον κινηματογράφο Ideal, στην οδό Πανεπιστημίου, ο Κώστας Σπανός βρίσκεται συνήθως μέσα στην καμπίνα προβολής. Είναι ο μηχανικός, υπεύθυνος για την προβολή των ταινιών και την συντήρηση του εξοπλισμού του κινηματογράφου τα τελευταία επτά χρόνια. Η πανδημία του κορονοϊού, τον ανάγκασε να επιστρέψει στο σπίτι του, όπου μέχρι σήμερα παραμένει, σε καθεστώς αναστολής, προσπαθώντας να συντηρήσει την οικογένειά του με τα 534 ευρώ που λαμβάνει μηνιαίως.
“Είμαστε μια οικογένεια με ένα παιδί και προφανώς τα χρήματα δεν φτάνουν για να καλύψουν ούτε τα βασικά. Ζούμε στο ενοίκιο, ενώ η σύζυγός μου δεν εργάζεται. Πόσα έξοδα να καλύψει μια οικογένεια με 534 ευρώ; Άντε ένα ενοίκιο, που μειώθηκε και έναν λογαριασμό; Τι παραπάνω; Έχουμε περιορίσει τα ψώνια από το σούπερ μάρκετ, τις ανάγκες του παιδιού που είναι στην εφηβεία. Ξέρετε το παιδί μπορεί να βρίσκεται στο σπίτι αλλά οι ανάγκες δεν παύουν. Αγγλικά, γαλλικά, γρήγορο ίντερνετ για να παρακολουθεί τα μαθήματά του. Είναι μια κατάσταση που και να μην μπορείς να την υποστηρίξεις, πρέπει να βρεις τρόπο να το κάνεις”, εξηγεί ο ίδιος.
Αφού πέρασε από διάφορες δουλειές στο παρελθόν, κατέληξε στο σινεμά. “Με κέρδισε, αγάπησα τον κινηματογράφο και αν μη τι άλλο, γι’ αυτόν που αγαπάει τις ταινίες είναι κάτι μαγικό”, λέει. Σήμερα ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιος για το μέλλον. Για τους κλειστούς κινηματογράφους άλλωστε, η χρονιά έχει ήδη χαθεί αφού στην καλύτερη περίπτωση φαίνεται πως θα επαναλειτουργήσουν μετά το καλοκαίρι, χωρίς αυτό να είναι σίγουρο: “Αν δεν γίνει αυτό, πλέον φοβάμαι πως αρκετοί κινηματογράφοι δεν θα ξανανοίξουν. Ήδη γνωρίζουμε πως κάποιοι έχουν αποφασίσει να κλείσουν οριστικά. Είναι ένας κόσμος από πίσω, όπως εγώ, που περιμένει να δει τι θα γίνει. Θα υπάρχει μέλλον αύριο; Δεν υπάρχει ένας ορίζοντας. Δεν θέλω να είμαι τόσο απαισιόδοξος αλλά δεν βλέπουμε από την αρχή ένα πλάνο, να πούμε θα κάνουμε υπομονή αυτόν τον χρόνο αλλά μετά θα γυρίσουμε που; Σε ποια κανονικότητα; Με ποιόν τρόπο; Πόσος κόσμος θα μπαίνει; Θα έρχεται ο πελάτης ή θα φοβάται; Και βέβαια παίζει ρόλο και η οικονομική κρίση που έχει υποστεί ο κόσμος και το κατά πόσο θα έχει τη δυνατότητα να πληρώσει το εισιτήριο”.
Ψυχολογικά η πίεση είναι μεγάλη. Προσπαθείς να ανταπεξέλθεις στις ανάγκες και ταυτόχρονα δεν κάνεις αυτό που έχεις συνηθίσει, αυτό που αγαπάς.- Κώστας Σπανός, τεχνικός κινηματογράφου.
Το γεγονός πως επωμίστηκε ο ίδιος το βάρος της συντήρησης της οικογένειάς του με τα 534 ευρώ της αναστολής, του δημιούργησε αφόρητη πίεση στην ψυχολογία του. “Στην αρχή, για ένα μικρό χρονικό διάστημα, το αντιμετώπισα ευχάριστα. Βρέθηκα με την οικογένειά μου, που είχαμε καιρό να κάτσουμε μαζί. Όμως μετά το γεγονός πως δεν μπορούμε να κάνουμε έναν προγραμματισμό έκανε τα πράγματα πολύ δύσκολα. Ψυχολογικά η πίεση είναι μεγάλη. Προσπαθείς να ανταπεξέλθεις στις ανάγκες και ταυτόχρονα δεν κάνεις αυτό που έχεις συνηθίσει, αυτό που αγαπάς. Όταν έχεις μάθει να δουλεύεις κάπου, πέρα από την οικονομική ανάγκη να δουλέψεις, σου λείπει πολύ αυτό που αγαπάς».
“Αποφασισα να μοιραστω το ενοικιο μου”
Αυτό που αγαπάει κατάφερε να κάνει επάγγελμα και ο Θανάσης Τσιρονίκος. Αφού σπούδασε, τα τελευταία 15 χρόνια εργάζεται ως μάγειρας σε καταστήματα εστίασης της Αθήνας αλλά και των νησιών του Αιγαίου, έχοντας αναλάβει τις κουζίνες αρκετών από αυτά.
Λίγο καιρό μετά την ανακοίνωση των πρώτων περιοριστικών μέτρων, ο 35χρονος μάγειρας που, όπως και περίπου 400.000 ακόμη εργαζόμενοι στην εστίαση, βρέθηκε χωρίς δουλειά, συμφωνούσε με έναν φίλο του να συγκατοικήσουν, αφού ήταν αδύνατο να ανταπεξέλθει μόνος του στις υποχρεώσεις του σπιτιού. “Η αλήθεια είναι πως εδώ που έχουμε φτάσει προσπαθείς να βρεις συνέχεια τρόπους. Τρόπους να είσαι αξιοπρεπής και να πεις ότι ίσως να τη βγάλω και αυτό το μήνα αλώβητος. Αποφάσισα αρχικά να μοιραστώ το ενοίκιό μου και τα έξοδα των λογαριασμών, γιατί δεν μπορούσα να ανταπεξέλθω σε αυτή την κατάσταση. Δεν στράφηκα στην οικογένειά μου. Δεν μπορείς να ποντάρεις στο να σε συντηρούν”, λέει ο ίδιος.
Μέχρι την ημέρα που κατέβασε ρολά η εστίαση, εργαζόταν σε εστιατόριο του κέντρου της Αθήνας. Μετά την ανακοίνωση του κλεισίματος, προσπαθούσε να καταλάβει τι θα ακολουθήσει. “Μας ανακοίνωσε ο ιδιοκτήτης πως κλείνουμε, χωρίς να ξέρει και ο ίδιος να μας πει ποιος είναι ο χρονικός ορίζοντας. Ακούς πως: ‘Δεν υπάρχει κάτι παραπάνω να σου πω, δεν υπάρχει κάτι παραπάνω να σου δώσω. Τίποτα’. Το χειρότερο είναι ότι εκείνη την ώρα ξέρεις πως διαχειρίζεσαι μόνος σου αυτή την κατάσταση. Στον κλάδο μας εδώ και χρόνια δεν υπάρχει μια συλλογική σύμβαση, θεσπισμένοι κανόνες. Ο καθένας είναι μόνος του”.
“Το χειροτερο σεναριο για την αξιοπρεπεια σου”
Έχοντας μάθει να δουλεύει αδιάλειπτα για χρόνια, ο Τσιρονίκος προσπαθεί πλέον να περιορίσει οτιδήποτε δεν εντάσσεται στα απολύτως αναγκαία, αφού τα 534 ευρώ δεν επαρκούν για κάτι παραπάνω. “Έκοψα οποιαδήποτε αγορά, στο σούπερ μάρκετ πλέον παίρνω μόνο τα απαραίτητα, έκοψα το κάπνισμα για να αφαιρέσω ένα ακόμη έξοδο, περιόρισα τις διατροφικές μου συνήθειες στις απολύτως αναγκαίες. Πολλοί κάναμε και το λάθος να αφήσουμε αρχικά κάποιους λογαριασμούς απλήρωτους, με την ελπίδα πως θα υπάρξει μια επιπλέον στήριξη. Τελικά βρέθηκα να έχω ένα βουνό να πληρώσω. Χρειάστηκε να ζητήσω δανεικά αλλά δεν το έκανα. Ντράπηκα. Και νομίζω πως το χειρότερο σενάριο για την αξιοπρέπειά σου, είναι να φτάνεις εκεί. Να έχεις μηνιαίο εισόδημα 534 ευρώ και να ντρέπεσαι να ζητήσεις δανεικά. Μια κυβέρνηση αποφασίζει πως αποτελεί επαρκή στήριξη να ζεις με αυτά τα χρήματα. Από κει και πέρα, νομίζω πως δεν νοιάζεται για το τι κάνεις για να τα βγάλεις πέρα”.
Εκτός από τους μαθηματικούς υπολογισμούς και την οικονομική προσαρμογή, εξίσου επίπονη είναι και η ψυχολογική διαχείριση των νέων συνθηκών. “Αρχικά έχεις την ανάγκη να νιώσεις ασφαλής, να κλειστείς στο σπίτι. Όσο περνάει ο καιρός όμως, νιώθεις άχρηστος. Από τη μια σταματάς να εξελίσσεσαι σαν άνθρωπος και σαν επαγγελματίας, σταματάς να σκέφτεσαι δημιουργικά, να σε απασχολεί το επόμενο βήμα σου και από την άλλη χάνεις το κοινωνικό σου κομμάτι. Αυτό που πίστευες ότι δεν θα χαθεί ποτέ. Ακόμα και στη δουλειά, η οποία δεν είναι τυπική. Το καλοκαίρι που δουλέψαμε για ένα μικρό χρονικό διάστημα, δεν μπορούσαμε να αλληλεπιδράσουμε με τους πελάτες. Όμως το σημαντικότερο είναι οι φίλοι από τον χώρο που έχουν εξαφανιστεί. Άλλοι έχω μάθει πως έφυγαν από τα σπίτια τους χωρίς να πληρώσουν ενοίκια γιατί δεν μπορούσαν. Άλλοι δεν σηκώνουν τηλέφωνα γιατί ντρέπονται. Υπήρξαν και εκείνοι που στράφηκαν σε άλλες δουλειές”.
Όσο περνάει ο καιρός όμως, νιώθεις άχρηστος. Από τη μια σταματάς να εξελίσσεσαι σαν άνθρωπος και σαν επαγγελματίας, σταματάς να σκέφτεσαι δημιουργικά, να σε απασχολεί το επόμενο βήμα σου και από την άλλη χάνεις το κοινωνικό σου κομμάτι.- Θανάσης Τσιρονίκος, σεφ.
Μέσα στον χρόνο που πέρασε αναζήτησε μια προσωρινή δουλειά αλλά: “Ήμασταν πολλοί αυτοί που μείναμε απέξω. Ευτυχώς για κάποιους κατάφεραν να εργάζονται περιστασιακά, έστω μαύρα, για να συμπληρώνουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα”. Ωστόσο, δεν σκέφτεται να αλλάξει επαγγελματικό προσανατολισμό. Έχοντας σπουδάσει και επενδύσει στην εξέλιξή του σαν μάγειρας, αρνείται, όπως λέει, να πετάξει όλη αυτή την προσπάθειά. “Γιατί να αλλάξω αυτό που έχω μάθει και να ρισκάρω για άλλη μια φορά στα 35 μου; Επειδή έχω απέναντί μου ένα κράτος ανεύθυνο, που αδυνατεί να μου παρέχει την απαραίτητη προστασία; Και γιατί θα πρέπει να αποδείξω ότι δεν είμαι τεμπέλης επειδή δεν μπορώ να πετάξω αυτό στο οποίο έχω επενδύσει; Δηλαδή τι να κάνω μετά από 15 χρόνια δουλειάς σε αυτόν τον χώρο; Να γίνω υδραυλικός μέσα σε έξι μήνες;”
Στην ψυχολογική πίεση που έχει υποστεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ο ίδιος προσθέτει και την ασυνεννοησία μεταξύ των αρμοδίων αλλά και τις τηλεοπτικές εμφανίσεις των μελών της κυβέρνησης. “Αυτό που τσακίζει τη σκέψη μου, είναι πως βλέπω όλο αυτό που παίζεται καθημερινά στην τηλεόραση και δεν έχει καμία συνοχή. Θα μπορούσα να σκεφτώ πως η κατάσταση είναι παροδική, πως θα περάσει. Δεν βλέπεις σωστή ιχνηλάτιση, βλέπεις τους γιατρούς να λένε πως δεν έχει στελεχωθεί το ΕΣΥ, τα ΜΜΜ να είναι γεμάτα. Τους μέλη της επιτροπής Επιδημιολόγων να μην μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, τους υπουργούς να λένε άλλα ο ένας και άλλα ο άλλος. Πώς νιώθει ένας άνθρωπος που ζει σε υπόγεια και ημιυπόγεια στο κέντρο της Αθήνας και φοβάται; Έχουν σκεφτεί;”
“Δεν πηρα ουτε ενα ευρω μεχρι το τελος του Νοεμβρη”
Βορειότερα, στη Θεσσαλονίκη, ο Μίμης Κωνσταντινίδης, τεχνικός ήχου σε συναυλίες και μαγαζιά έχει περάσει ένα χρόνο χωρίς δουλειά, μένοντας στο πατρικό του, με τη μητέρα του και την αδερφή του. Για εκείνον, τα 534 ευρώ, που στο άκουσμα φάνταζαν ελάχιστα, μετατράπηκαν σχεδόν σε …όνειρο καθώς για μήνες το εισόδημά του ήταν στο απόλυτο μηδέν. Σε έναν κλάδο όπου η μόνιμη απασχόληση δεν είναι κανόνας, χιλιάδες τεχνικοί ήχου αλλά και παρεμφερείς ειδικότητες όπως οι φωτιστές, πέρασαν κάτω από τα ραντάρ της κρατικής στήριξης μέχρι τελικά, μετά από τις συνεχείς πιέσεις των σωματείων εργαζομένων, στις 25 Νοεμβρίου να πάρουν τα πρώτα τους χρήματα.
“Αρχικά βγήκε μια οδηγία πως όποιος έχει 50 ένσημα ως χειριστής φωτογραφικού και ηχογραφικού εξοπλισμού, θα μπορούσε να ενταχθεί στη λίστα εκείνων που δικαιούνται το επίδομα των 534 ευρώ. Εγώ είχα τον αριθμό, αλλά δεν ήταν στη σωστή ειδικότητα. Είχα μόλις 15 ένσημα με αυτόν τον κωδικό, ο οποίος ήταν “δανεικός” για εμάς. Στον κλάδο μας είναι σύνηθες οι εργοδότες να κολλάνε ένσημα διαφόρων ειδικοτήτων, γιατί μέχρι και τον περασμένο μήνα δεν υπήρχαν οι κωδικοί ασφάλισης για το επάγγελμά μας. Αν δεν υπήρχε η πίεση της Σ.Τ.Α.Ζ.Ο.Ε. (Σωματείο Τεχνικών Απασχολούμενων σε Ζωντανές Οπτικοακουστικές Εκδηλώσεις) εκτιμώ πως μέχρι σήμερα θα υπήρχαν άνθρωποι που δεν θα είχαν ενταχθεί στους δικαιούχους του επιδόματος”. Πράγματι, μόλις τον Μάρτιο του 2021 και μετά από πιέσεις χρόνων, δημιουργήθηκαν οι κωδικοί ασφάλισης για ηχολήπτες ζωντανού θεάματος, φωτιστές και τεχνικούς. “Προσωπικά στα διάφορα μαγαζιά που έχω δουλέψει για συναυλίες και μουσικές εκδηλώσεις, μου έχουν κολλήσει ένσημα ακόμα και χειριστή αεροσκάφους, stripper ή και εργάτη γης”, λέει ο Κωνσταντινίδης.
Τελικά, κατέληξα να μου αγοράζουν φίλοι τα τσιγάρα μου. Κυριολεκτικά. Αυτή τη στιγμή μένω στο πατρικό μου με τη μητέρα μου και την αδερφή μου και συντηρούμαι με δανεικά που ζητάω από φίλους- Μίμης Κωνστανίδης, τεχνικούς ήχου.
Το επάγγελμα των τεχνικών που εργάζονται στα ζωντανά θεάματα, έχει συχνά τις ιδιορρυθμίες του εποχικού επαγγέλματος. Κατά βάση τους καλοκαιρινούς μήνες η δουλειά είναι αυξημένη και οι εργαζόμενοι κρατούν χρήματα για να περάσουν τον χειμώνα, καθώς όσοι δεν εργαστούν σε χειμερινά μαγαζιά, έχουν πολύ λιγότερα μεροκάματα μέχρι την επόμενη χρονιά. Μετά από το 2019 κατά το οποίο είχε δουλέψει αρκετά, το 2020 ήταν πολλά υποσχόμενο για τον Μίμη Κωνσταντινίδη, αφού είχε ήδη συμφωνήσει για καλοκαιρινές συναυλίες με τρεις διαφορετικούς καλλιτέχνες. Τον χειμώνα θα εργαζόταν, όπως συνήθως, σε χώρους ζωντανών θεαμάτων. “Τελικά, κατέληξα να μου αγοράζουν φίλοι τα τσιγάρα μου. Κυριολεκτικά. Αυτή τη στιγμή μένω στο πατρικό μου με τη μητέρα μου και την αδερφή μου και συντηρούμαι με δανεικά που ζητάω από φίλους”. Τα τρια μεροκάματα που έκανε τελικά σε ισάριθμες συναυλίες, το καλοκαίρι του 2020, ήταν και οι μόνες ώρες δουλειάς που κατέγραψε τον τελευταίο χρόνο. “Δεν μου έχει ξανατύχει ποτέ και ελπίζω να μην μου ξανασυμβεί. Το αίσθημα ότι δεν μπορώ να βοηθήσω στο σπίτι μου, αν για παράδειγμα χαλάσει ένα ψυγείο, αν συμβεί κάτι, με κάνει να νιώθω πολύ περίεργα, σε σημείο αχρηστίας”.
Τα πρώτα χρήματα τα πήρε τον Νοέμβριο του 2020 και τα διοχέτευσε κατά το ήμισυ στην αποπληρωμή δανεικών. “Πήρα αναδρομικά τα χρήματα για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο και τα χρήματα για Σεπτέμβρη και Οκτώβρη. Ωστόσο δεν ήξερα αν θα ξαναπάρω, με όσα είχαν γίνει. Κάθε φορά που πληρωνόμασταν, μιλούσαμε με συναδέλφους και λέγαμε, αποκλείεται να μας ξαναδώσουν. Συνεπώς, λόγω της αβεβαιότητας που μας έχει δημιουργηθεί, δεν τα δίνω όλα για να ξεπληρώσω δανεικά. Σε κάθε πληρωμή, δίνω τα μισά και κρατάω τα υπόλοιπα για μια ανάγκη. Στο τέλος βέβαια, πάλι δεν φτάνουν οπότε ξαναδανείζομαι. Ζω με αυτό. Είναι σαν να παίρνω όλη την ώρα άτυπα μικρά δάνεια συντήρησης πάντα από φίλους και αυτό θα συνεχιστεί μέχρι να ανοίξει η δουλειά”.
Προσπαθώντας να αποκτήσει εισόδημα, ο ίδιος επιχείρησε να αλλάξει επαγγελματικό κλάδο και να γίνει προγραμματιστής. “Έκατσα και διάβασα, δεν άφησα δευτερόλεπτο να πάει χαμένο. Όταν έφτασα σε ένα επίπεδο, έφτιαξα ένα δείγμα δουλειάς και το ανήρτησα, περιμένοντας να επικοινωνήσει κάποιος μαζί μου. Πράγματι με βρήκαν από μια εταιρεία κατασκευής ιστοσελίδων. Έγινε πρόσληψη και μετά από λίγο ο επιχειρηματίας μου ζήτησε να σπάσουμε την σύμβαση για να με προσλάβει μέσω προγράμματος του ΟΑΕΔ για ανέργους. Για να γίνει αυτό έπρεπε να φαίνομαι άνεργος για μια περίοδο. Τελικά δεν με προσέλαβε ποτέ ξανά». Ωστόσο, αρκετοί από τους συναδέλφους του, βρήκαν δουλειά ως διανομείς. “Άλλοι πήγαν σε χωράφια να μαζέψουν κεράσια, φρούτα. Όλοι έχουν προσπαθήσει να κάνουν κάτι άλλο. Συνάδελφος σε μεγαλύτερη ηλικία που δεν μπόρεσε να βρει δουλειά, μου είπε στο τηλέφωνο ότι τον χαρτζιλικώνει ο γιός του που είναι 22 χρονών και δουλεύει delivery”.
Όσον αφορά το μέλλον, ο Μίμης Κωνσταντινίδης δεν είναι αισιόδοξος: “Δεν βλέπω φως όσον αφορά τις συναυλίες, ειδικά όταν διαβάζω τους αριθμούς των κρουσμάτων. Βέβαια σε εμάς είναι και λίγο ντόμινο. Θεωρώ ότι περνάμε μια πάρα πολύ δύσκολη εποχή -που την περνάει όλος ο πλανήτης- με την χειρότερη κυβέρνηση που θα μπορούσαμε να έχουμε. Αυτή είναι η άποψή μου. Οι εργοδότες από την άλλη, μας λένε πως αν υπάρχει περιορισμός στην προσέλευση κόσμου, θα είναι χαμηλότερο το μεροκάματο. Αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά, δεν βλέπω κανονικότητα ούτε για το 2021”.
“Περασα το 2020 με 1.864 ευρω”
Κανονικότητα, δεν μπορεί να δει αυτή τη στιγμή στον ορίζοντα, ούτε η Βασιλική Χατζοπούλου. Διπλωματούχος ξεναγός, τον περασμένο Μάιο, στα 39 της χρόνια, άφησε την Αθήνα και επέστρεψε στη Νάξο απ’ όπου κατάγεται, μένοντας με την μητέρα της και τον αδερφό της, προκειμένου να μειώσει τα έξοδά της για όσο διαρκεί η πανδημία.
Γιατί εγώ πρέπει να δικαιολογώ αυτή τη χώρα στους τουρίστες όταν υπάρχει ένα πρόβλημα και στο τέλος αυτή η κυβέρνηση να με αφήνει μόνη μου;- Βασιλική Χατζοπούλου, ξεναγός.
Από το γυμνάσιο ήθελε να κάνει αυτή τη δουλειά και αφού σπούδασε στην κρατική σχολή, αριθμεί 20 χρόνια στο επάγγελμα, έχοντας επιλέξει να ζει στην Αθήνα όπου η σεζόν διαρκεί εννέα μήνες. Παραλαμβάνει γκρουπ από το αεροδρόμιο και τα ξεναγεί σε διάφορα μέρη της χώρας για αρκετές ημέρες. “Συχνά μας αποκαλούν “βιτρίνα της χώρας”. Εμάς βλέπουν οι τουρίστες, εμείς προσπαθούμε να μακιγιάρουμε τα κακώς κείμενα για να μην δυσφημείται η χώρα. Αν δω πως σε έναν αρχαιολογικό χώρο δεν υπάρχει πρόσβαση σε ανάπηρα άτομα, προσπαθώ να αποφύγω να πάμε ώστε να μην γίνει αντιληπτό. Τα τουριστικά γραφεία μας λένε ότι τους ενδιαφέρει πολύ ο ξεναγός γιατί ξέρουν πως από εμάς εξαρτάται αν θα περάσει καλά στην Ελλάδα ακόμη και ο πιο δύστροπος. Γιατί εγώ πρέπει να δικαιολογώ αυτή τη χώρα στους τουρίστες όταν υπάρχει ένα πρόβλημα και στο τέλος αυτή η κυβέρνηση να με αφήνει μόνη μου;” αναρωτιέται.
Τελευταία φορά που δούλεψε πριν το πρώτο lockdown ήταν τον Μάρτιο του 2020. Είχε αναλάβει την 4ήμερη ξενάγηση ενός γκρουπ από πανεπιστήμιο των ΗΠΑ. “Τους ξεναγούσα για τέσσερις ημέρες, ωστόσο εκείνοι είχαν έρθει Ελλάδα μέσω Ιταλίας. Αυτό μας προκάλεσε ανησυχία, τελικά έκανα και κάποια δέκατα μετά το τέλος της δουλειάς και έτσι μπήκα σε καραντίνα 14 ημερών. Στο μεταξύ έκλεισαν όλα”.
Από τον Μάρτιο μέχρι το τέλος του 2020, η Βασιλική Χατζοπούλου, όπως και εκατοντάδες ξεναγοί, βρέθηκαν να πρέπει να ανταποκριθούν στις ανάγκες τους με 1.864 ευρώ συνολική ενίσχυση από το κράτος. “Μας έδωσαν ένα επίδομα 800 ευρώ για Μάρτιο, Απρίλιο. Τον Μάιο και ενώ όλα ήταν κλειστά δεν μας δόθηκε ούτε ένα ευρώ. Μετά, πήραμε άλλα δύο επιδόματα των 534 ευρώ τον χειμώνα”, λέει. “Πριν το καλοκαίρι, ήρθα στη Νάξο για να μπορώ να μοιράζομαι τα έξοδα με τη μητέρα και τον αδερφό μου που είναι ήδη εδώ και με την ελπίδα να προκύψει ευκολότερα δουλειά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες στο νησί. Κάτι που δεν έγινε. Στην τουριστική σεζόν, έκανα όλα κι όλα τρια μονοήμερα μεροκάματα, εκ των οποίων το ένα ήταν τον Οκτώβριο στην Ακρόπολη”. Η ίδια θεωρεί πως έχει χάσει την αξιοπρέπειά της, όπως και οι συνάδελφοί της. “Έχω επιστρέψει σε μια φάση φοιτήτριας και δεν μου αρέσει καθόλου. Για μένα είναι αναξιοπρεπές. Δουλεύω από τα 19 μου και ζω πλέον στο σπίτι της μητέρας μου με τη σύνταξή της να μας συντηρεί. Άλλοι συνάδελφοι μου δεν έχουν καν αυτή τη δυνατότητα και πληρώνουν ενοίκια τα οποία μάλιστα δεν είναι μειωμένα γιατί δεν μας έχουν εντάξει στους πληττόμενους κλάδους από την πανδημία”.
“Είναι διαφορετικο να προσπαθεις για τα αυτονοητα”
Βλέποντας τους συναδέλφους της στο εξωτερικό να έχουν καλύτερη μεταχείριση από τις εκεί κυβερνήσεις, η ξεναγός σκέφτηκε προσωρινά ακόμη και να φύγει από τη χώρα. Επιπλέον το γεγονός πως δεν δουλεύει για όλο αυτό το διάστημα, σε συνδυασμό με την οικονομική της κατάσταση την έχει κλονίσει ψυχολογικά. “Το χειρότερο όλων είναι η τεράστια ανασφάλεια του αν θα πάρουμε το επίδομα. Μόλις προχθές ανακοίνωσε ο υπουργός ότι θα το λάβουμε και για τον Μάρτιο. Κάθε μήνα περιμένουμε. Είναι πολύ διαφορετικό να ξέρεις ότι το κράτος σε αναγνωρίζει και άλλο να πρέπει να βγαίνει με το τσιγκέλι, να πρέπει να γίνονται διαμαρτυρίες όπως αυτή που έκανε η ένωσή μας. Εμείς εδώ Είναι διαφορετικό να πρέπει να προσπαθείς για τα αυτονόητα. Πήρα τηλέφωνο ψυχολόγο και προσπαθούσα να υποστηριχθώ τηλεφωνικά για να πατήσω στα πόδια μου. Άκουγα κάποιες δηλώσεις του πρωθυπουργού πως δεν θα αφήσει μόνους τους ανθρώπους του τουρισμού και σκέφτηκα κόντεψα να πάθω κρίση πανικού. Δεν έχουμε λεφτά να πάμε στο σούπερ μάρκετ και ακούμε ότι στηριζόμαστε. Θες να σπάσεις την τηλεόραση”.
Όλη αυτή την περίοδο, περπατάει καθημερινά και παρακολουθεί δωρεάν επιμορφωτικά σεμινάρια που πραγματοποιούν τα Σωματεία ξεναγών από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. “Υπάρχουν άνθρωποι που συμμετέχουν αφιλοκερδώς, όπως η ιστορικός η κ. Ευθυμίου και μας κάνουν να νιώθουμε πάλι ενεργοί και επαγγελματίες”. Επιπλέον, η Βασιλική Χατζοπούλου, σχεδιάζει νέα προγράμματα ξενάγησης για την επερχόμενη τουριστική περίοδο, ωστόσο θεωρεί πως ούτε σε αυτό, το κράτος έχει φανεί αντάξιο των περιστάσεων: “Έχουμε ζητήσει από το υπουργείο Τουρισμού να δημοσιευτούν τα υγειονομικά πρωτόκολλα για το καλοκαίρι. Με παίρνουν γραφεία που ξέρουν ότι είμαι στη Νάξο και θέλουν να πουλήσουν πακέτα εδώ. Τους είναι αδύνατον όμως να βγάλουν κοστολόγιο γιατί δεν υπάρχουν πρωτόκολλα. Πόσα άτομα επιτρέπονται, σε πόσα λεωφορεία, με πόσους ξεναγούς; Είναι πράγματα που δείχνουν μια τεράστια προχειρότητα. Εμείς καθόμαστε, προετοιμαζόμαστε, πουλάμε νέους προορισμούς για να προσελκύσουμε τουρίστες, χωρίς να μας πληρώνει κάποιος. Κάνουμε τη δουλειά μας. Το κράτος γιατί δεν την κάνει;”.