ΘΕΟΔΩΡΑ ΚΡΙΝΗ / 24 MEDIA LAB

ΓΕΝΝΙΟΜΑΣΤΕ Η ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΑΠΙΣΤΟΙ;

Τα περισσότερα ευρήματα ‘δείχνουν’ πράγματα όπως είναι τα συναισθήματα και οι ιδιοσυγκρασίες, να έχουν γενετικές συνιστώσες. Φταίνε τα γονίδια, δηλαδή.

Ένα ποσοστό από 20% έως 60% των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας μας κληρονομείται από τους ανθρώπους που μας φέρνουν σε αυτόν τον κόσμο.

Για την ακρίβεια, μελέτη του 2004 είχε αναφέρει ως ποσοστό κληρονομικότητας το 20% που αυξήθηκε μεταγενέστερα, μέσω άλλων ερευνών που συνηθέστερα τόνιζαν πως ό,τι είμαστε είναι συνδυασμός γενετικής και του περιβάλλοντος, στο οποίο μεγαλώνουμε.

Έκτοτε δεν έχει διευκρινιστεί τι ακριβώς κληρονομούμε και τι αποκτάμε από το περιβάλλον και τις εμπειρίες ζωής που προστίθενται στη ‘σούμα’, όπως μεγαλώνουμε.

Τα περισσότερα ευρήματα ‘δείχνουν’ πράγματα όπως είναι τα συναισθήματα και οι ιδιοσυγκρασίες, να έχουν γενετικές συνιστώσες.

Μελέτη του 2018 αποπειράθηκε να αποκωδικοποιήσει την περιπλοκότητα των γονιδίων στον ανθρώπινο χαρακτήρα.

Διαπίστωσε ότι οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ περισσότερων από 700 γονιδίων έχουν μεγαλύτερη επιρροή σε ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας από τις πολιτισμικές και περιβαλλοντικές επιρροές.

Σε ποια κατηγορία ανήκει η απιστία;

Η εξελικτική θεωρία -δεν φταίμε εμείς, αλλά οι αρχαίοι ημών πρόγονοι

Τι λέει η επιστήμη για τους χωρισμούς. Getty Images/iStockphoto

Κατά την εξελικτική ψυχολογία (ασχολείται με τις ρίζες της ανθρώπινης συμπεριφοράς, στο παλαιολιθικό παρελθόν), οι εγκέφαλοι των ανδρών είναι ‘καλωδιωμένοι’ να γίνονται πιο αναστατωμένοι από τη σεξουαλική απιστία. Αυτοί των γυναικών αναστατώνονται περισσότερο από τη συναισθηματική απιστία.

Εξηγείται πως αυτή η διαφορά είναι αποτέλεσμα του “DNA του ανθρώπου των σπηλαίων”, το οποίο έχουμε όσοι ζούμε σήμερα από τους προγόνους μας στη Λίθινη Εποχή -πριν 100.000 χρόνια.

Ο εξελικτικός λόγος για το χωρισμό ανδρών και γυναικών, είναι ότι η σεξουαλική απιστία ενός συντρόφου είναι πιο επιζήμια για έναν άνδρα και η συναισθηματική για μια γυναίκα. Και γενικά, οι άνθρωποι νοιαζόμαστε περισσότερο για ό,τι είναι επιβλαβές για εμάς.

Τα παραπάνω ευρήματα αναφέρθηκαν στη μελέτη που έκανε ο David Buss, εκ των ιδρυτών της εξελικτικής ψυχολογίας και καθηγητής στο University of Texas.

Ο επί δεκαετίες ερευνητής των στρατηγικών ζευγαρώματος ανδρών, των συγκρούσεων μεταξύ των φύλων, της κοινωνικής φήμης, του πρεστίζ, του αισθήματος της ζήλιας και του stalking, είχε κάνει διαπολιτισμική έρευνα με τη συμμετοχή 10.047 ατόμων από 37 πολιτισμούς. Τα ευρήματα τον βοήθησαν να υποθέσει τις εξελικτικές αιτίες στις διαφορές των προτιμήσεων μεταξύ των δυο βιολογικών φύλων.

Επιπροσθέτως, μεταξύ πολλών άλλων, έχει αναφερθεί ότι κατά τους αρχαίους χρόνους υπήρχε ένας ‘ανταγωνισμός σπέρματος’, καθώς οι πολυγαμικοί πρόγονοι μας προσπαθούσαν να αποκτήσουν περισσότερα παιδιά από τους άλλους.

Παρεμπιπτόντως, αυτός είναι ο λόγος που τα αρσενικά εξέλιξαν μεγαλύτερα και πιο ειδικά διαμορφωμένα πέη συγκριτικά με άλλα θηλαστικά-ώστε να διασφαλιστεί πως το σπέρμα θα κάνει τη δουλειά του- και κατά συνέπεια, μεγαλύτερους όρχεις. Πράγμα που σημαίνει περισσότερα σπερματοζωάρια και μεγαλύτερο ενδιαφέρον του εγκεφάλου να τα ‘παραδώσει’.

Μετά την ‘καθιέρωση’ ωστόσο, της μονογαμίας ως status quo υπήρχε συρρίκνωση -και κέρδισαν τη μάχη οι πίθηκοι.

Σε ό,τι αφορά τις γυναίκες, έκαναν τη μετάβαση τους από τον σχεδόν παγκόσμιο στο ζωικό βασίλειο “οιστρικό κύκλο” στον “έμμηνο κύκλο”. Η ‘διαδρομή’ που κάνουν οι ορμόνες κατά τη διάρκεια αυτού, κάνει τις γυναίκες πιο ανοιχτές στο συχνό σεξ -συγκριτικά με τον οιστρικό κύκλο. Χωρίς φυσικά, να είναι προφανές στον άνδρα πότε η γυναίκα είναι γόνιμη.

Εικάζεται πως η αρχαία γυναίκα παρείχε συχνότερο σεξ στον άνδρα σύντροφό της, για να αυξηθούν οι πιθανότητες εγκυμοσύνης.

Ορισμένοι επιστήμονες πιστεύουν ότι η έμμηνος ρύση συνέπεσε με τη γέννηση της μονογαμίας και τη συνεργασία στην ανατροφή των παιδιών (ή τουλάχιστον με τη διατροφή).

Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι εξελίχθηκαν για να περπατούν με δύο πόδια προκειμένου τα αρσενικά να μεταφέρουν τροφή στα ελεύθερα χέρια τους σε θηλάζουσες γυναίκες.

Οι θεωρίες αυτές παραμένουν μέχρι σήμερα αμφιλεγόμενες.

Πολλοί τώρα, συμφωνούν πως η ‘εφεύρεση’ της μονογαμίας μπορεί να οδήγησε σε μια ‘εξελικτική παραφωνία’: οι άνδρες είχαν εξελιχθεί για εκατομμύρια χρόνια για να αναζητούν πολύ σεξ με πολλούς συντρόφους, ενώ οι γυναίκες τώρα περίμεναν έναν σύντροφο για όλη τους τη ζωή.

Η εισαγωγή πολιτιστικών και κοινωνικών κανόνων έθεσε ακόμη περισσότερους περιορισμούς στο σεξ, με τους άνδρες να εμπλέκονται σε απιστία “για να ικανοποιήσουν τις βασικές τους επιθυμίες”.

Η θεωρία της συναισθηματικής προσκόλλησης -δεν φταίμε εμείς, αλλά οι γονείς μας

Η θεωρία του Dr. Buss αμφισβητήθηκε από τους ψυχολόγους Kenneth Levy και Kristen Kelly, του Pennsylvania State University. Η δική τους δουλειά βρήκε πως οι άνδρες βρίσκουν τη συναισθηματική απιστία πιο ενοχλητική από τη σεξουαλική, στο βαθμό που ισχύει και για τις γυναίκες (50 με 70%).

Ανέπτυξαν τη θεωρία της συναισθηματικής προσκόλλησης. Βάσει αυτής, ο τρόπος που μεγαλώνουμε και όσα βλέπουμε στο άμεσο περιβάλλον μας, διαμορφώνουν το πόσο εμπιστευόμαστε τους άλλους στις πιο προσωπικές σχέσεις.

Δηλαδή, αν οι γονείς μας είναι αγαπημένοι, μας προσφέρουν συναισθηματική υποστήριξη και φροντίδα (μας κάνουν να αισθανόμαστε ασφαλείς), όταν μεγαλώνουμε δεν έχουμε ιδιαίτερη σχέση με τη ζήλια. Αυτό συμβαίνει όταν οι γονείς μας είναι απόμακροι, ψυχροί και απορριπτικοί ως προς την έννοια του συναισθηματικού δεσμού -προτιμούν την αυτονομία από τη δέσμευση.

Το ζευγάρι (στη ζωή και στη δουλειά) των επιστημόνων κατέληξε στο ότι η συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων (που απορρίπτουν τις σχέσεις) στενοχωριούνται περισσότερο από τη σεξουαλική απιστία, παρά από τη συναισθηματική.

Στην περίπτωση των αγοριών, η συναισθηματική προσκόλληση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη, καθώς μεγαλώνουν ακούγοντας πως οι άνδρες δεν κλαίνε (και άλλα συναφή που τους απομακρύνουν από το συναίσθημα, πριν καν το γνωρίσουν).

Συμπερασματικά, το πόσο διατεθειμένοι είμαστε να δεσμευθούμε με κάποιον ουσιαστικά, δεν αφορά τους προγόνους μας, αλλά το επίπεδο δέσμευσης των γονιών μας, των αδελφών μας και της οικογενείας μας γενικότερα.

Η κοινωνική θεωρία -δεν φταίμε εμείς, αλλά τα ‘πρέπει’

Θέση του σώματος που υποδηλώνει ότι είναι δύσκολα τα πράγματα. Getty Images

Σε ό,τι αφορά τα βιολογικά φύλα, και οι γυναίκες και οι άνδρες είμαστε εξίσου προγραμματισμένοι να τεκνοποιούμε και για να απολαμβάνουμε το σεξ. Για αυτό και αμφότεροι έχουμε κέντρα ευχαρίστησης -που ενεργοποιούνται ως φυσικό μέσο ύπαρξης και απελευθέρωσης ενδορφινών (βλ. ορμόνες της ευτυχίας).

Όταν έγιναν πολύπλοκες οι κοινωνίες, προέκυψαν θέματα που αποτυπώθηκαν ως αποτέλεσμα της πολυγαμίας. Για παράδειγμα, η ζήλια. Παρεμπιπτόντως, συνδέθηκε περισσότερο με το ότι μια γυναίκα ήταν κτήμα ενός άνδρα.

Οι κοινωνίες που είχαν δεσμούς οι οποίοι είχαν αναπτυχθεί με φυσικούς τρόπους, χωρίς δεσμεύσεις θεωρούνταν ασταθείς, συγκριτικά με εκείνες που είχαν νόμιμα δεσμευμένα μέλη. Και αν σήμερα ξέρουμε καλύτερα, κουβαλάμε τη σημασία της οικογένειας στα κοινωνικά ‘πρέπει’. Όπως και αυτήν της πίστης στο γάμο και τη μονογαμία.

Ο ελεύθερος έρωτας θεωρήθηκε ως καταστροφή του οικογενειακού πυρήνα.

Μετά εξετάστηκε η υπόθεση αν η πολιτιστική μας κληρονομιά ήταν αυτή που μας έμαθε να βλέπουμε την πολυγαμία ως εγγενώς κακή. Έπειτα μπήκε και η πατριαρχεία στη μέση και τελικά, επιστρέψαμε στην αρχική θεωρία της εξέλιξης.

Η γενετική θεωρία -δεν φταίμε εμείς, αλλά το DRD4

Το Binghamton University της Νέας Υόρκης εξέτασε το 2010 τη θεωρία πιθανής σχέσης μεταξύ συγκεκριμένου γονιδίου, με την τάση για απιστία.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι η επιθυμία για απάτη μπορεί να συνδέεται με τον πολυμορφισμό του υποδοχέα ντοπαμίνης DRD4 -γνωστό και ως το γονίδιο αναζήτησης συγκίνησης που ευθύνεται για τον αλκοολισμό και τον εθισμό στα τυχερά παιχνίδια.

Επισημάνθηκε και ότι από τη φύση μας οι άνθρωποι νιώθουμε μια έλξη για ό,τι μας κάνει να νιώθουμε ευχαρίστηση. Αυτοί που διαθέτουν το συγκεκριμένο γονίδιο DRD4 απαιτούν περισσότερα από τον μέσο άνθρωπο. Χρειάζονται περισσότερα ερεθίσματα για να αισθανθούν κορεσμό.

Διευκρινίστηκε ωστόσο, και ότι η ύπαρξη του DRD4 δεν σημαίνει απαραίτητα πως θα παραδοθεί κάποιος στην παρόρμηση. Χαρακτηριστικά, ειπώθηκε πως πολλοί άνθρωποι έχουν γενετική προδιάθεση για αλκοολισμό, αλλά μόνο ένα μικρό ποσοστό γίνεται αλκοολικοί, καθώς παίζουν ρόλο και πολλοί άλλοι παράγοντες (περιβάλλον, αυτοδιάθεση, εμπειρία ζωής, ανθεκτικότητα στην αναστάτωση κ.λπ.)

To 2015, σε μια πρώτη στο είδος της μελέτη με τη συμμετοχή 1600 διδύμων γυναικών έδειξε πως η απιστία είναι κληρονομική κατά 41% (το υπόλοιπο ποσοστό αφορά περιβαλλοντικούς παράγοντες). Ωστόσο, οι συγγραφείς της έρευνας δεν κατάφεραν να εντοπίσουν συγκεκριμένα γονίδια που συνδέονται με αυτήν τη συμπεριφορά.

Η θεωρία boys will be boys -αυτή η μάστιγα

Το ‘οι άνδρες δεν μεγαλώνουν ποτέ’ είναι ένα από τα κλισέ που συνοδεύει την πορεία του φύλου μέσα στα χρόνια. Και προφανώς συνδέεται με το πώς αναπτύχθηκαν οι κοινωνίες που τώρα αγωνιζόμαστε να αλλάξουμε, καθώς πολλά πήγαν πολύ λάθος.

Μελέτες δείχνουν (και ξαναδείχνουν) πως οι άνδρες έχουν μεγαλύτερη έφεση στην απιστία. Δείχνουν και ότι οι γυναίκες έχουν διπλάσιες πιθανότητες να βιώσουν κάποια μορφή σεξουαλικής βίας κατά τη διάρκεια της ζωής τους.

“Τέτοιες κατακριτέες συμπεριφορές μπορεί να είναι προϊόντα της εξελικτικής ιστορίας που αφορούν την ανδρική σεξουαλική ορμή”, όπως έγραψε το Forbes.

Έχει διαπιστωθεί πως η περιοχή του εγκεφάλου για τη σεξουαλική διεκδίκηση είναι 2.5 φορές μεγαλύτερη στους άνδρες, από ό,τι στις γυναίκες.

Επίσης, οι άνδρες δηλώνουν πως αυνανίζονται δυο φορές πιο συχνά ό,τι οι γυναίκες και αναφέρουν ως λόγο το ανεπαρκές σεξ.

Εν τω μεταξύ, όταν φτάσουν στην εφηβεία, οι άνδρες αρχίζουν να παράγουν 25 φορές περισσότερη τεστοστερόνη -που είναι η ανδρική ορμόνη του φύλου.

Όλα αυτά ισχύουν κατά μέσο όρο. Όχι απαρέγκλιτα για όλους.

Σημαίνουν πως εξελικτικά, ο εγκέφαλος ενός άνδρα προσανατολίζεται μεν, περισσότερο προς τη σεξουαλική κατάληξη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάθει κάτι η υγεία τους, αν δεν απιστήσουν.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα