Η ΑΘΗΝΑ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΨΥΧΟΥΛΗ
Μια βόλτα στα αγαπημένα της μέρη στην πρωτεύουσα και μια συζήτηση για τη γαστρονομία σήμερα.
«Η Αθήνα σήμερα μού θυμίζει αυτή των ‘80s. Μικρά μαγαζιά και επιστροφή στις γειτονιές. Παλιά η πόλη ήταν μικρή και ο κόσμος ήθελε να μαζεύεται σε κεντρικά μέρη. Τώρα, τα πράγματα έχουν αλλάξει».
Η Ελένη Ψυχούλη έχει ζήσει χίλιες διαφορετικές ζωές σε μία – από το μποέμ Παρίσι και την ξέφρενη αθηναϊκή σκηνή, μέχρι τον Βόλο και το Πήλιο όπου επιλέγει πλέον να περνάει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου της, δίπλα στη φύση.
«Ο Βόλος είναι τα τσιπουράδικα. Κυρίως τα παλιά, που κρατούν την παράδοση και που σβήνουν καθημερινά καθώς οι ιδιοκτήτες γερνούν και πεθαίνουν. Για μένα το “Φιλαράκι” στα Παληά, είναι η επιτομή του τσιπουράδικου αλλά και το μέρος που αγαπώ για φαγητό περισσότερο από κάθε άλλο στην Ελλάδα. Στην επαρχία τρώμε καλύτερα γιατί η πρώτη ύλη είναι καλύτερη και γιατί επιβιώνει ακόμη το παραδοσιακό φαγητό».
Περπατάμε στις αγαπημένες της γειτονιές στο κέντρο της Αθήνας και η ενέργεια που έχει με τον κόσμο είναι μοναδική. Ο Κώστας, ιδιοκτήτης του θρυλικού σουβλατζίδικου στην οδό Πεντέλης, της κάνει κομπλιμέντα ενώ εκείνη εκθειάζει το καλαμάκι του. Στα υφασματάδικα της Ρόμβης, την ξέρουν με το μικρό της όνομα, αφού προμηθεύεται υλικά για τα κεντήματά της.
Δημοσιογράφος, τηλεοπτική παρουσιάστρια, εκπληκτική οικοδέσποινα και φανταστική μαγείρισσα, η Ελένη είναι ένα άτομο πολυδιάστατο που δεν σταματά να εφευρίσκει εκ νέου τον εαυτό της. Και αυτό είναι ένα στοιχείο μοναδικό. «Kρατάω τη γνώση που απέκτησα πάνω στη γεύση και τη γαστρονομία, κρατάω χιλιάδες συναντήσεις με μαγικούς και λιγότερο μαγικούς ανθρώπους, κρατάω τον κόσμο που χωρίς να με ξέρει με κατάλαβε όπως ακριβώς είμαι μέσα από την οθόνη της τηλεόρασης, κρατάω το ότι, εντέλει, η γεύση είναι μια υπόθεση αγάπης και ταπεινότητας».
Στο ανδροκρατούμενο χώρο της κουζίνας, η Ελένη είχε πάντα λόγο. Η ίδια θα πει ότι δεν έχει ασχοληθεί ποτέ επαγγελματικά με την κουζίνα, παρόλο που έχει δοκιμαστεί με επιτυχία στην εστίαση. «Δεν είμαι σεφ. Επαγγελματικά ασχολήθηκα μόνο με τη δημοσιογραφία, με τη συνταγή, με το ρεπορτάζ, με την άποψη για τη γαστρονομία. Πιστεύω, όμως, πως ναι, η γυναίκα τα τελευταία χρόνια έχει μπει δυναμικά σε ένα επάγγελμα που θεωρείται σκληρό και γι’αυτό, αντρικό. Και περιμένω πολλά από αυτό το γυναικείο άγγιγμα στη μαγειρική».
Τόσο η πανδημία όσο και η κλιματική αλλαγή ορίζουν τον δρόμο όπου πρέπει να κινηθεί η γαστρονομία. Η Ελένη αναζητούσε ανέκαθεν την απλότητα στη γεύση, την εποχικότητα στην πρώτη ύλη και τη νοστιμιά. «Νομίζω ότι ο μεγάλος χαμένος θα είναι η υψηλή γαστρονομία. Η οποία, εξ’άλλου, είχε αρχίσει να ξεφτίζει και πριν την πανδημία. Η εμπειρία του αποκλεισμού άλλαξε και την όρεξή μας: θέλουμε γεύσεις απλές, την πιο αγνή πρώτη ύλη, όχι περίπλοκες συνταγές, θέλουμε street food, θέλουμε φαγητό που να παρηγορεί, να έχει μνήμες, να έχει συναίσθημα. Θα επιστρέψουμε στο φαγητό-αγκαλιά. Από όλο το σύγχρονο γαστρονομικό τοπίο, πιστεύω περισσότερο στα νέα παιδιά που ανοίγουν ένα μικρό εστιατόριο σε μια επαρχία ή σε μια απόμερη γωνιά της πόλης, μαγειρεύοντας με έμπνευση από την παράδοση και τιμώντας τα δικά μας, εξαιρετικά προϊόντα. Πλέον, ο προβληματισμός για τον πλανήτη είναι μονόδρομος και καθένας μας πρέπει να εξετάσει τον τρόπο που ζει και κινείται μέσα σ’αυτό το υπέροχο σύμπαν που κινδυνεύει. Και να αποφασίσει τις δικές του αλλαγές στον τρόπο ζωής. Μπορούμε να κάνουμε χιλιάδες πράγματα που χωρούν μέσα σε κάθε καθημερινότητα.
Η μαγειρική παιδεία είναι μια πολύπλευρη ιστορία, που απαιτεί ισόβια επιμόρφωση, περιέργεια, πολύ χρήμα, κόπο, ταξίδια, συγκριτικό πνεύμα, ευαισθησία, ταπεινότητα, δοκιμές, κυρίως, όμως, μια γενικότερη κουλτούρα πάνω στην Ιστορία και όλες τις μορφές της τέχνης. Το λάθος των νέων μαγείρων είναι ότι έχουν επικεντρωθεί μόνο στην τεχνική. Το φαγητό, όμως, είναι Ψυχή».
Η βόλτα μας στην Αθήνα καταλήγει στην οδό Μιαούλη 6, εκεί όπου κάποτε υπήρχε το φημισμένο BEE από το 1998 έως το 2004. Σε αυτό το εμβληματικό μαγαζί του Ψυρρή, που το όνομά του προέκυψε από τα αρχικά των τριών φίλων και ιδιοκτητών – ανάμεσά τους και η Ελένη. Στη θέση του BEE βρίσκεται πλέον ένα φαρμακείο ενώ απέναντι στη στοά του μετρό Μοναστηράκι η επέλαση του τουριστικού κιτς είναι σαρωτική. «Παντά του γιατρού» λέει η Ελένη αναφερόμενη στο φαρμακείο που αντικατέστησε το μαγαζί όπου διασκέδαζε χωρίς σταματημό όλη η Αθήνα, ενώ ποζάρει μπροστά από κάτι πλαστικά λουλούδια. «Αυτό ήταν πολύ BEE» λέει χαμογελώντας.