Η EUROPOL ΖΗΤΑ ΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΟΚΛΟΠΕΣ
Με επιστολή που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το Magazine, η Europol ενημέρωσε την επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου πως ζήτησε να μάθει αν διεξάγεται ποινική έρευνα για τις υποκλοπές.
Να κινητοποιηθεί για την υπόθεση των υποκλοπών στην Ελλάδα και στις υπόλοιπες χώρες που έχουν προκύψει αντίστοιχα ζητήματα, αποφάσισε η ευρωπαϊκή αστυνομική υπηρεσία, Europol.
Αυτό αποδεικνύει η πρόσφατη επιστολή της προς την επιτροπή PEGA του Ευρωκοινοβουλίου, που ερευνά υποθέσεις υποκλοπών με παράνομα λογισμικά. Στην επιστολή, που φέρνει στο φως της δημοσιότητας σήμερα το Magazine, η ευρωπαϊκή αστυνομική υπηρεσία ενημερώνει την PEGA πως ήδη έχει επικοινωνήσει με συγκεκριμένα κράτη μέλη, ζητώντας να μάθει λεπτομερειες για το κατά πόσο διεξάγεται η “προβλεπόμενη ποινική έρευνα”.
Η επιστολή έχει συνταχθεί στις 13 Οκτωβρίου από την επικεφαλής της Europol, Κάθριν ντε Μπόλε και απευθύνεται στον προεδρεύοντα της PEGA, Γερούν Λένερς. Με αυτήν, ανταποκρίνεται στην επιστολή-πρόσκληση που της είχε απευθύνει η PEGA, στις 28 Σεπτεμβρίου, ώστε να ενεργοποιηθεί για τις υποθέσεις υποκλοπών, αφήνοντας τότε αιχμές πως οι εθνικές αρχές τεσσάρων χωρών, μεταξύ αυτών και της Ελλάδας, δεν δείχνουν ιδιαίτερη θέρμη για διεξαγωγή έρευνας σε βάθος.
Το ενδεχόμενο της εμπλοκής της Europol συζητήθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της υπηρεσίας, το οποίο πραγματοποιήθηκε στις 11 και 12 Οκτωβρίου, δηλαδή δύο ημέρες πριν την σύνταξη της επιστολής προς την PEGA. Εκεί τα μέλη του ΔΣ, τόνισαν πως τα ζητήματα εθνικής ασφάλειας εξακολουθούν να παραμένουν στην αποκλειστική ευθύνη του κάθε κράτους μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο η Europol προτίθεται να κάνει πλήρη χρήση της νέας νομοθεσίας που τέθηκε σε εφαρμογή από τον Ιούνιο του 2022. Σύμφωνα με αυτήν, η ευρωπαϊκή αστυνομική υπηρεσία, μπορεί να προτείνει στις αστυνομικές αρχές του κάθε κράτους μέλους ακόμη και να αναλάβει η ίδια την έρευνα για μια εγκληματική δραστηριότητα, αν εκτιμήσει πως πλήττονται τα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην απάντησή της λοιπόν, η Europol, αναφέρει πως πράγματι ενεργοποιήθηκε για το θέμα, επικοινωνώντας “με πέντε κράτη μέλη”. Συγκεκριμένα αναφέρει: “Σε αυτό το πλαίσιο, για την υποστήριξη και την υποκίνηση ποινικών ερευνών σχετικά με την παράνομη χρήση παράνομου λογισμικού παρακολούθησης, η Europol, έχει έρθει σε επαφή με πέντε κράτη μέλη προκειμένου να διαπιστώσει εάν υπάρχουν πληροφορίες διαθέσιμες σε εθνικό επίπεδο για την Europol και εάν υπάρχει εν εξελίξει ή σχεδιαζόμενη ποινική έρευνα (ή κάποια άλλη έρευνα σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας). Εν τω μεταξύ, ένα από τα πέντε κράτη μέλη επιβεβαίωσε στην Europol την έναρξη ποινικών ερευνών υπό την επίβλεψη των αρμόδιων δικαστικών αρχών, και αυτό έχει επαληθευτεί από την Eurojust”.
Τα πέντε κράτη μέλη με τα οποία έχει επικοινωνήσει η ευρωπαϊκή αστυνομική υπηρεσία -χωρίς να τα ονοματίζει στην επιστολή της- είναι σύμφωνα με ασφαλείς πηγές η Ελλάδα, η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Ισπανία και η Βουλγαρία. Μέχρι στιγμής δεν είναι γνωστό, ποιο είναι το κράτος μέλος που έχει ήδη ενημερώσει πως διεξάγει ποινική έρευνα για το θέμα.
Εξηγώντας τους λόγους που αποφάσισε να αναλάβει δράση, η επικεφαλής Κάθριν ντε Μπόλε, γράφει: “Η Europol παρέχει εξατομικευμένη επιχειρησιακή υποστήριξη στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καθώς και σε άλλους εταίρους σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτες χώρες, είτε ανταποκρινόμενη σε αντίστοιχα αιτήματά τους, είτε προσεγγίζοντας τις όταν οι πληροφορίες και η ανάλυση υποδηλώνουν ότι υπάρχουν πιθανές εγκληματικές δραστηριότητες που θα μπορούσαν να εμπίπτουν στους στόχους και τα καθήκοντα της”.
Για την ώρα, η αστυνομική υπηρεσία κάνει λόγο για μια επικοινωνία μέσω της οποίας ζήτησε διευκρινίσεις και απαντήσεις για το αν έχει ξεκινήσει έρευνα. Δεν έχει ζητήσει να αναλάβει η ίδια τις υποθέσεις. Ωστόσο, η επιστολή κάνει σαφές πως η Europol μόλις ξεκίνησε να ασχολείται και δεν προτίθεται να αφήσει το θέμα: “Η Europol παρακολουθεί τις αρμόδιες αρχές προκειμένου να εξασφαλίσει την απαιτούμενη επιχειρησιακή υποστήριξη σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με τον τροποποιημένο κανονισμό της”, τονίζεται.
«Λυπηρή» χαρακτηρίζουν μέλη της PEGA την διαδικασία της Εξεταστικής
Τη στιγμή που στην Ελλάδα επιχειρείται να δοθεί η εντύπωση πως το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων πάει προς αρχειοθέτηση, με την εξεταστική επιτροπή της Βουλής να μην καταλήγει σε τίποτα επί της ουσίας, αφού αποκλείστηκαν πρώτα από την κυβερνητική πλειοψηφία πρόσωπα κλειδιά από τις καταθέσεις, στην Ευρωπαϊκή Ένωση κάποιοι φαίνεται πως έχουν πάρει αρκετά πιο σοβαρά την υπόθεση.
Η επιτροπή PEGA θα βρίσκεται στην Ελλάδα από τις 2 ως τις 4 Νοεμβρίου, οπότε και θα πραγματοποιήσει σειρά συναντήσεων με θύματα του σκανδάλου των υποκλοπών, δημοσιογράφους που ερευνούν την υπόθεση, κυβερνητικούς παράγοντες -ο Πρωθυπουργός έχει δηλώσει πως δεν έχει κάτι να προσθέσει- αλλά και ανθρώπους που μέσα από την δημοσιογραφική έρευνα έχει προκύψει πως εμπλέκονται με το λογισμικό παρακολούθησης Predator.
Το Magazine συνάντησε τις προηγούμενες ημέρες τρεις ευρωβουλευτές-μέλη της PEGA, ζητώντας τη γνώμη τους για το πώς έχουν χειριστεί μέχρι στιγμής οι ελληνικές αρχές την υπόθεση.
«Μπορώ να πω ότι πριν ξεκινήσει τις εργασίες της η Εξεταστική της Βουλής στην Ελλάδα, είχαν τεθεί ερωτήματα σχετικά με την κατάσταση του κράτους δικαίου», λέει ο Αυστριακός Χάνες Χάιντε. «Όλοι οι ειδικοί, οι πολιτικοί, οι νομοθέτες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έλεγαν ότι ήταν πολύ κρίσιμο να φανεί το πώς το ελληνικό κοινοβούλιο και η κυβέρνηση αντιμετωπίζουν αυτή την Επιτροπή. Πώς θα λειτουργήσει, ποιοι άνθρωποι θα κληθούν να καταθέσουν. Και απ’ όσο καταλαβαίνω πια, δεν υπήρχαν πολύ υψηλές προσδοκίες, αλλά το αποτέλεσμα δεν κατάφερε καν να φτάσει ούτε αυτόν τον χαμηλό πήχη». Ο ευρωβουλευτής που ανήκει στην ομάδα των σοσιαλδημοκρατών, καταλήγει: «Στην επίσκεψη της PEGA στην Ελλάδα θα φανεί πόσο σοβαρά αντιμετωπίζει η ελληνική κυβέρνηση την επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου. Είναι μια μοναδική υπόθεση. Μιλάμε για κατασκοπεία δημοσιογράφων αλλά και ενός συναδέλφου ευρωβουλευτή και υποψήφιου -τότε-αρχηγού κόμματος. Δεν συγκρίνεται με καμία άλλη περίπτωση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης από όσο γνωρίζουμε μέχρι τώρα».
Από την πλευρά της, η Ολλανδή Σόφι Ιντβελτ, που είναι και η εισηγήτρια της PEGA, χαρακτηρίζει «εξαιρετικά λυπηρή» τη διαδικασία της Εξεταστικής της ελληνικής Βουλής. «Δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε κοινά συμπεράσματα. Έχω την αίσθηση ότι δεν έσκαψαν όσο βαθιά μπορούσαν και έπρεπε. Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που θα μπορούσαν να τους προσκαλέσουν και δεν το έκαναν, οπότε δεν έφτασαν στην ουσία. Και ειλικρινά, ξέρετε, το κράτος δικαίου δεν είναι κομματικό ζήτημα. Δεν είναι για το ένα ή το άλλο πολιτικό κόμμα. Εάν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε για το τι είναι το κράτος δικαίου, τότε το παιχνίδι έχει χαθεί. Επομένως, θεωρώ ότι αυτή είναι μια πολύ ανησυχητική εξέλιξη».
Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να μιλήσουμε με εκπροσώπους της κυβέρνησης και κατά προτίμηση και με τον Πρωθυπουργό, επειδή είναι επίσης πολύ άμεσα εμπλεκόμενος.
Εκτιμά ακόμη πως η διαφθορά είναι ο κυριότερος λόγος για τον οποίο προέκυψε αυτό το σκάνδαλο. «Ερευνούμε και άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις στην Ευρώπη. Δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό ζήτημα, είναι ένα μεγάλο ευρωπαϊκό σκάνδαλο. Μέχρι τώρα, στη χώρα σας βλέπω πολλές συνδέσεις με τη διαφθορά. Βλέπουμε ότι στην Πολωνία και την Ουγγαρία οι υποθέσεις παρακολουθήσεων είναι μέρος ενός συνολικού σχεδίου για τον έλεγχο και την καταπίεση των πολιτών. Ένα αυταρχικό, αν όχι ολοκληρωτικό σύστημα. Στην Ισπανία υπήρχε ξεκάθαρα πολιτικό κίνητρο, ενάντια στους Καταλανούς αυτονομιστές. Για την Ελλάδα είναι πολύ νωρίς να βγάλουμε συμπεράσματα, αλλά έχω την αίσθηση ότι συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τη διαφθορά, την εγκληματική δραστηριότητα, την απάτη και ξέρετε, ίσως να βοηθάει τους ανθρώπους που βρίσκονται στην εξουσία να κρατήσουν κρυφά ορισμένα σκάνδαλα».
Τέλος, απαντήσεις από τις ελληνικές αρχές προσδοκά να πάρει και ο Ολλανδός Τάις Ρούτεν, μέλος της ευρωομάδας των σοσιαλδημοκρατών. «Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να μιλήσουμε με εκπροσώπους της κυβέρνησης και κατά προτίμηση και με τον Πρωθυπουργό, επειδή είναι επίσης πολύ άμεσα εμπλεκόμενος. Αυτή τη στιγμή έχει ειπωθεί πως δεν θα βρίσκεται στην Ελλάδα, μένει όμως να δούμε πώς θα βγει το τελικό πρόγραμμα. Ερχόμαστε στην Ελλάδα και θέλουμε να βοηθήσουμε να φτάσει η υπόθεση σε βάθος. Επίσης, η ακρόαση που είχαμε στη ευρωκοινοβούλιο με εκπροσώπους των ελληνικών αρχών δεν βοήθησε πολύ γιατί ήταν αρκετά αμυντικοί».