Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΕΗΘ- Η ΕΛΛΗΝΟ-ΝΙΓΗΡΙΑΝΗ ΠΟΥ ΕΜΕΙΝΕ 20 ΜΗΝΕΣ ΑΔΙΚΑ ΣΤΙΣ ΙΤΑΛΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ
Η γυναίκα κατηγορήθηκε ως μέλος διεθνούς δικτύου sex-trafficking, όμως αθωώθηκε. Οι τελετές βουντού και η αστυνομική έρευνα που δεν γίνεται.
Στα τέλη Νοεμβρίου 2019, η Ελληνική Αστυνομία ανακοίνωσε μία ασυνήθιστη σύλληψη. Σε βάρος της Φέηθ Κ., 40 ετών τότε, η οποία ζούσε σε ένα χωριό έξω από τη Θεσσαλονίκη, εκκρεμούσε ευρωπαϊκό ένταλμα, που είχαν ζητήσει οι ιταλικές Αρχές. Στο τυπικό ενημερωτικό δελτίο περιγραφόταν ως ηγετικό μέλος ενός διεθνούς δικτύου sex-trafficking, το οποίο μετέφερε γυναίκες από τη Νιγηρία στην πόλη Πιατσέντζα της Ιταλίας. Η είδηση μεταδόθηκε με δραματικό τόνο στην ελληνική τηλεόραση. Η 40χρονη εκδόθηκε στην Ιταλία και παρέμεινε στη φυλακή για περίπου 20 μήνες, έως τον Ιούλιο του 2021, οπότε κρίθηκε ότι δεν είχε καμία σχέση με την υπόθεση.
Από τον δικαστικό φάκελο προκύπτει ότι η σύλληψη της Φέηθ ήταν στο πλαίσιο μιας έρευνας της Europol που είχε ξεκινήσει από την Πιατσέντζα της Ιταλίας. Στη γειτονική χώρα συνελήφθησαν ακόμη επτά άτομα. Η αρχική πληροφόρηση ήταν ότι παράλληλη ποινική έρευνα βρισκόταν σε εξέλιξη επίσης στην Αυστρία. Η Φέηθ είχε πράγματι βρεθεί εκεί το προηγούμενο διάστημα, για να εργαστεί ως καθαρίστρια σε ένα ξενοδοχείο στο Σάλτσμπουργκ. Μία μέρα μετά τη δουλειά, έμελλε να έχει μια συνάντηση έξω από τον σταθμό του τρένου, που θα ήταν καθοριστική για τη συνέχεια της ιστορίας.
Η «ΜΑΝΤΑΜ»
Η Φέηθ συνάντησε μια νεαρή γυναίκα από τη Νιγηρία, η οποία της είπε ότι είχε καταφέρει να διαφύγει από μία κλειστή δομή προσφύγων στην πόλη Κούνεο και πως αναζητούσε προσωρινό κατάλυμα. Η Φέηθ δέχτηκε να τη φιλοξενήσει στο διαμέρισμα που νοίκιαζε, το οποίο μοιράζονταν και άλλα άτομα της κοινότητας. Η νεαρή γυναίκα έμεινε μαζί της για ένα μικρό διάστημα, όμως ένα πρωί εξαφανίστηκε από το σπίτι. Όταν αρκετά αργότερα οι Ιταλοί αστυνομικοί την ταυτοποίησαν ως θύμα του διεθνούς δικτύου trafficking, εκείνη τους μίλησε για τη Φέηθ, τη γυναίκα που την είχε φιλοξενήσει στην Αυστρία, και είπε επίσης ότι «Φέηθ» ονομαζόταν η δική της «μαντάμ». Έτσι αποκαλούνται τα μέλη του δικτύου – είναι συνήθως επίσης γυναίκες από την Αφρική – που υποδέχονται τα θύματα των δουλεμπόρων.
Η ιταλική αστυνομία έστειλε σήμα στην Αυστρία, όμως η Φέηθ είχε στο μεταξύ επιστρέψει στην Ελλάδα. Η ίδια κλήθηκε για τυπική κατάθεση, δεν εντοπίστηκε στη διεύθυνση κατοικίας που είχε δηλώσει στο Σάλτσμπουργκ και θεωρήθηκε ύποπτη, λόγω αγνώστου διαμονής. Μετά από αυτό, ο Ιταλός ανακριτής ζήτησε την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος. Η Φέηθ συνελήφθη στη Θεσσαλονίκη και από την πρώτη στιγμή δήλωσε ότι δεν είχε καμία σχέση με την υπόθεση. Ωστόσο, παρά τα ανύπαρκτα επιβαρυντικά στοιχεία σε βάρος της, το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης και ο Άρειος Πάγος έδωσαν διαδοχικά το πράσινο φως για την έκδοσή της στην Ιταλία.
Κρατήθηκε στις ιταλικές φυλακές για περίπου 20 μήνες. Τον Ιούλιο του 2021, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Μπολόνια την κήρυξε αθώα. Κανένα από τα θύματα ή τους υπόλοιπους κατηγορούμενους για την ίδια υπόθεση, δεν την αναγνώρισε. «Σε σύνολο 3.000 σελίδων καταγεγραμμένων συνομιλιών από την ιταλική αστυνομία, δεν βρέθηκε ούτε ένα ενοχοποιητικό τηλεφώνημα για την εντολέα μας, η οποία εξάλλου δεν εμφανίζεται σε καμία φωτογραφία ληφθείσα από την ιταλική αστυνομία, στη διάρκεια της μυστικής έρευνας που κράτησε δύο χρόνια, και αντιστοίχως σε κανένα έγγραφο», δήλωσαν στο Magazine οι συνήγοροι υπεράσπισης, Ηλιάνα-Καρολίνα Τραυλού και Μάριος Γ. Χατζηβασιλείου, οι οποίοι παραστάθηκαν στα ελληνικά και ιταλικά δικαστήρια.
«Ο μόνος λόγος για τον οποίο ενεπλάκη το όνομά της είναι κάποιες αόριστες αναφορές των θυμάτων», ανέφεραν οι ίδιοι. Η Φέηθ επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη για να φροντίσει τον ασθενή πατέρα της. «Προφανώς και εν προκειμένω, βρισκόμαστε στη δικαστική διαδικασία διεκδίκησης της προβλεπόμενης αποζημίωσης από το Ιταλικό κράτος για την άδικη στέρηση της ελευθερίας της με την προσωρινή της κράτηση, ενώ η ίδια έχει ήδη επιστρέψει στην Ελλάδα και εργάζεται», σημείωσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης.
ΟΙ ΤΕΛΕΤΕΣ ΒΟΥΝΤΟΥ
Δεν συνέβη το ίδιο με τους υπόλοιπους επτά κατηγορούμενους για την ίδια υπόθεση, οι οποίοι καταδικάστηκαν από το ιταλικό δικαστήριο σε ποινές κάθειρξης 9-10 ετών. Στα δικαστικά έγγραφα περιγράφεται ο τρόπος δράσης του δικτύου, που φέρεται να κράτησε από τις αρχές του 2016 ως τα μέσα του 2017. Νιγηριανοί στρατολογούν νεαρές γυναίκες στην Αφρική, με την υπόσχεση ότι θα τις προσφέρουν δουλειά και στέγη στην Ιταλία. Το τελευταίο και πιο επικίνδυνο κομμάτι του ταξιδιού είναι από τις ακτές της Λιβύης ως τη Σικελία, κατά το οποίο τα θύματα, αν δεν πνιγούν σε κάποιο ναυάγιο, μεταφέρονται «σε συνθήκες φυλάκισης και υπό την εξουσία των διακινητών», όπως σημειώνεται.
Στην περίπτωση του δικτύου που εξαρθρώθηκε στην Πιατσέντζα, αναφέρεται πως όταν τα θύματα trafficking έφταναν σε ιταλικό έδαφος, οι δουλέμποροι απαιτούσαν 40.000 ευρώ για το ταξίδι. Οι ίδιοι έλεγαν στις νεαρές γυναίκες ότι είχαν «δεσμευτεί» με τελετές βουντού (ju-ju) στη Νιγηρία και πως αν δεν αναγκάζονταν να εκδοθούν στην πορνεία, τότε θα πέθαναν οι ίδιες και οι συγγενείς τους πίσω στη χώρα τους. Στην ίδια υπόθεση, περιγράφεται και μία περίπτωση κατά την οποία τα μέλη του δικτύου ουσιαστικά απήγαγαν μία γυναίκα από κέντρο προσφύγων της Ιταλίας για να τη μεταφέρουν στην Αυστρία.
Οι Έλληνες αστυνομικοί που έλαβαν το σήμα των ιταλικών Αρχών, είχαν πολύ καιρό να ακούσουν την ιστορία με το βουντού. Όμως, τα προηγούμενα χρόνια πολλά επιζώσες trafficking με καταγωγή από την Αφρική είχαν αναφερθεί στις ίδιες τελετουργίες, εξαιτίας των οποίων είχαν πειστεί ότι ήταν «παγιδευμένες». Το πρόβλημα είναι ότι κατά το παρελθόν υποθέσεις έχουν τεθεί στο αρχείο, είτε γιατί τα θύματα συνέχισαν να δέχονται απειλές είτε γιατί δεν έγινε ποτέ ουσιαστική έρευνα. Τον Ιανουάριο του 2016 η Ελλάδα καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ), διότι οι διωκτικές Αρχές δεν προστάτευσαν γυναίκα από τη Νιγηρία, επιζώσα δικτύου διακίνησης ανθρώπων, που εξαναγκαζόταν να εκδίδεται για δύο χρόνια στην Αθήνα.
Για την περίπτωση του δικτύου στην Πιατσέντζα, η Europol λέει ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης διατηρούσαν επαφές με τη Νιγηριανή αδελφότητα ΕΙΥΕ, που θεωρείται ότι έχει μεγάλη επιρροή στην αφρικανική χώρα. Ένας από τους κεντρικούς κατηγορούμενους είναι διάσημος dj στη Νιγηρία, ο οποίος συνελήφθη όταν επέστρεψε στην Ισπανία, έχοντας γυρίσει ένα μουσικό βίντεο στην πατρίδα του. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι τα μέλη του δικτύου ξέπλεναν χρήματα μέσω της παρατράπεζας Hawala.