Στιγμιότυπο από επεισόδια (φωτογραφία αρχείου) Eurokinissi

Η ΚΑΝΟΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Το φαινόμενο της πολιτικής βίας στην Ελλάδα λαμβάνει διαστάσεις κανονικοποίησης, γεγονός που πιστοποιεί αποκαλυπτική έρευνα της ΑCLED.

Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα συμπεράσματα της έρευνας της οργάνωσης ACLED για την πολιτική βία στην Ελλάδα την οποία παρουσιάζει το Magazine.

Σύμφωνα μ’ αυτήν, το φαινόμενο παρουσιάζει πια σημάδια κανονικοποίησης στη χώρα με τις αιτίες να είναι, όπως είναι φυσικό, περισσότερες από μία.

Η έρευνα αυτή διεξήχθη πριν από τις εκλογές της 21η Μαϊου και τα κυρίως ευρήματά της καλύπτουν διάστημα μέχρι και τον Μάρτιο του 2023. Ωστόσο, στο σχόλιό τους για το Magazine το οποίο συνοδεύει την έρευνα, οι ερευνήτριες Νίκη Παπαδογιαννάκη και Βίκυ Γιαγκοπούλου συμπεριλαμβάνουν δεδομένα που αφορούν ακόμη και την τελευταία εκλογική αναμέτρηση της 25ης Ιουνίου.

Η έρευνα

Οι εκλογές στην Ελλάδα διεξήχθησαν σε λιγότερο από τρεις μήνες μετά τη φονική μετωπική σύγκρουση τρένων στα Τέμπη στο βόρειο τμήμα της χώρας στην οποία έχασαν τη ζωή τους 57 επιβάτες. Το δυστύχημα της 28ης Φεβρουαρίου πυροδότησε διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, κατηγορώντας τον ότι αρχικά απέδωσε τη σύγκρουση σε «τραγικό ανθρώπινο λάθος». Τα επεισόδια που ακολούθησαν οδήγησαν στην καθυστέρηση της ανακοίνωσης της ημερομηνίας των εκλογών από την κυβέρνηση, οι οποίες αρχικά αναμένονταν τον Απρίλιο.

Το δυστύχημα στα Τέμπη αναζωπύρωσε τις μακροχρόνιες ανησυχίες για πολιτική ατιμωρησία στην Ελλάδα. Ενώ ο υπουργός Μεταφορών Κώστας Καραμανλής παραιτήθηκε στον απόηχο του δυστυχήματος, η αντιπολίτευση και οι οικογένειες των θυμάτων υπογράμμιζαν την ανάγκη λογοδοσίας σε συνεχή βάση. Οι διαδηλωτές εξέφραζαν διαμαρτυρίες δεκαετιών επικαλούμενοι τη μη εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας λόγω της απουσίας πολιτικής βούλησης και ευθύνης σε ένα αναποτελεσματικό σύστημα δικαιοσύνης.

Σε ένα άλλο πρόσφατο παράδειγμα, ο κρατούμενος Ηλίας Κασιδιάρης, ηγετικό στέλεχος και ένας από τους καταδικασθέντες της νεοναζιστικής εγκληματικής ομάδας Χρυσή Αυγή, καλλιέργησε ενεργά διαδικτυακή υποστήριξη για να συμμετάσχει στις εκλογές του 2023 – πριν το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίψει το νέο του κόμμα – παρά τους νόμους που απαγορεύουν την πρόσβασή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από τις φυλακές υψίστης ασφαλείας Δομοκού.

Το θέμα της ατιμωρησίας διατρέχει την ελληνική πολιτική σκηνή, με σαφείς περιπτώσεις κυβερνητικής αμέλειας – όπως το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη – να λαμβάνουν χώρα διαχρονικά κατά τη διάρκεια της θητείας όλων των κυβερνήσεων. Αυτό το αίσθημα ατιμωρησίας σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη πολιτική πόλωση και τις εντάσεις στην ελληνική πολιτική διαδικασία οδηγεί συχνά σε πράξεις πολιτικής βίας, κυρίως μέσω επιθέσεων σε πολιτικούς και σε οπαδούς πολιτικών κομμάτων, καθώς και σε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ αστυνομίας και αντικυβερνητικών διαδηλωτών.

Η βία κατά πολιτών – ιδιαίτερα κατά την προεκλογική περίοδο – και ταυτόχρονα η πολιτική ατιμωρησία αντικατοπτρίζει μια κανονικοποίηση της βίας στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Ορισμένα κομβικά ζητήματα, όπως η αστυνομική βαναυσότητα και η κυβερνητική αμέλεια, συχνά αναζωπυρώνουν εντάσεις στους δρόμους. Πριν διεξαχθούν οι εκλογές του 2023, αυτή η έκθεση εξέτασε αυτά τα ξεσπάσματα βίας ως ενδείξεις μιας διαρκούς κανονικοποίησης της πολιτικής βίας ως μέρος της πολιτικής διαδικασίας στην Ελλάδα.

Διαχρονική βία κατά μελών και εκπροσώπων πολιτικών κομμάτων

Η ACLED έχει καταγράψει σχεδόν 200 περιστατικά βίας με στόχο πολίτες μόνο τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Περισσότερα από 65 τέτοια περιστατικά συνέβησαν κατά την περίοδο των προηγούμενων εθνικών κοινοβουλευτικών εκλογών που διεξήχθησαν τον Ιούλιο του 2019 (βλ. παρακάτω γράφημα), με μια άνοδο τον Μάιο – τον μήνα που διεξήχθησαν οι δημοτικές εκλογές και οι ευρωεκλογές και δύο μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές του Ιουλίου. Και ενώ τα υψηλά επίπεδα βίας κατά πολιτών του 2019 δεν έχουν προκύψει έκτοτε, παρατηρούνται αυξήσεις τόσο το 2021 όσο και το 2022, έπειτα από τα χαμηλά επίπεδα του 2020.

ACLED

Πιο συγκεκριμένα, μέλη κομμάτων από όλο το πολιτικό φάσμα στοχοποιήθηκαν σε τουλάχιστον 20 περιστατικά μεταξύ Ιανουαρίου 2019 και Μαρτίου 2023 (βλ. παρακάτω γράφημα). Είναι αξιοσημείωτο ότι 10 από αυτά τα περιστατικά παρατηρούνται το 2019 κυρίως κατά τις δημοτικές εκλογές και τις ευρωεκλογές τον Μάιο και κατά τις εθνικές εκλογές τον Ιούλιο. Τα περιστατικά του 2019 αποτελούν το ήμισυ των περιστατικών στόχευσης μελών και υποψηφίων πολιτικών κομμάτων τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Τουλάχιστον οκτώ περιστατικά καταγράφηκαν μόλις στους τρεις μήνες πριν από τις εκλογές του Ιουλίου 2019. Η πλειονότητα των επιθέσεων – συμπεριλαμβανομένων όλων των περιστατικών βίας το 2021 και το 2022 – έχουν στοχεύσει αριστερά κόμματα, όπως το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ), το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ) και τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς – Προοδευτική Συμμαχία (ΣΥΡΙΖΑ). Ωστόσο, η Νέα Δημοκρατία ήταν επίσης στόχος δύο επιθέσεων το 2019 και ενός περιστατικού το 2020, όταν αντιεξουσιαστές επιτέθηκαν στον δήμαρχο Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη.

Οι περισσότερες επιθέσεις σημειώθηκαν στο πλαίσιο ταραχών, όπου οι δράστες στοχοποίησαν υποψήφιους και μέλη πολιτικών κομμάτων στο δρόμο ή τους επιτέθηκαν στα γραφεία του κόμματός τους (δείτε το ACLED Codebook για πληροφορίες σχετικά με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται στη συλλογή δεδομένων). Ενώ η ταυτότητα ορισμένων δραστών παραμένει άγνωστη, έξι επιθέσεις έχουν αποδοθεί σε ακροδεξιές ομάδες και δύο υποθέσεις συνδέονταν ρητά με τη Χρυσή Αυγή.


Αν και επιθέσεις τέτοιας μορφής ήταν λιγότερες πριν από τις φετινές εθνικές εκλογές σε σύγκριση με το 2019, καταγράφηκαν αρκετές επιθέσεις υψηλού προφίλ το 2023. Τον Μάρτιο, μέλη μιας άγνωστης ομάδας αντιεξουσιαστών επιτέθηκαν στον Χρήστο Ρήγα, πρώην μέλος της Χρυσής Αυγής και υποψήφιο βουλευτή με το Εθνικό Κόμμα – Έλληνες του Ηλία Κασιδιάρη, στην Αθήνα.

Την ίδια εβδομάδα, ο Γιάνης Βαρουφάκης, επικεφαλής του ΜέΡΑ25 (DiEM25) και πρώην υπουργός Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, δέχθηκε επίσης επίθεση στα Εξάρχεια. Ενώ η αστυνομία συνέλαβε δύο υπόπτους που κινούνται στον αντιεξουσιαστικό χώρο, ο Γιάνης Βαρουφάκης ισχυρίστηκε ότι ήταν μισθωμένοι τραμπούκοι·

Ένταση μεταξύ αντικυβερνητικών διαδηλωτών και αστυνομίας στους δρόμους

Η στόχευση μελών πολιτικών κομμάτων και άλλων πολιτών εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κανονικοποίησης της πολιτικής βίας και αστυνομικής ατιμωρησίας στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που εκλέχθηκε το 2019 έχοντας την αύξηση της αστυνόμευσης ψηλά στο προεκλογικό της πρόγραμμα, την παρουσιάζει ως επιτυχία της όσον αφορά στην αποκατάσταση του νόμου και της τάξης.

Παράλληλα, όμως, οι κρατικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν αυξανόμενες κατηγορίες για καταχρηστικές πράξεις βίας. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης επέκριναν την προσέγγιση της κυβέρνησης σε σχέση με την αστυνόμευση και την ατιμωρησία των καταχρήσεων, τοποθετώντας την ως κεντρικό ζήτημα στις επερχόμενες εκλογές. Πράγματι, η τεταμένη σχέση μεταξύ της αριστεράς και της αστυνομίας – ιστορικά συνδεδεμένη με τη δεξιά – οδηγεί συχνά στην κανονικοποίηση των συγκρούσεων μεταξύ αστυνομίας και διαδηλωτών.

Τόσο οι αστυνομικές δυνάμεις όσο και οι διαδηλωτές προσδοκούν τη βία – ιδιαίτερα σε διαδηλώσεις που σχετίζονται με την αστυνομική βία και την ακροδεξιά. Αυτή η σχέση οδήγησε σε αξιοσημείωτα ξεσπάσματα βίας κατά τη διάρκεια τεταμένων στιγμών γύρω από συγκεκριμένα θέματα, όπως οι διαδηλώσεις μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.

Παρόλο που οι διαδηλώσεις για το δυστύχημα στα Τέμπη έληξαν στην πλειοψηφία τους ειρηνικά, τουλάχιστον 14 εξελίχθηκαν βίαια, με την αστυνομία να χρησιμοποιεί δακρυγόνα μεταξύ άλλων τακτικών επέμβασης, ενώ υπήρχαν και αναφορές για αστυνομικά οχήματα που έπεσαν πάνω σε διαδηλωτές.

Από την άλλη πλευρά, οι διαδηλωτές χρησιμοποίησαν βόμβες μολότοφ, πέταξαν πέτρες και έστησαν οδοφράγματα. Αυτό το μοτίβο ήταν παρόμοιο κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων τον Δεκέμβριο του 2022 μετά τη δολοφονία του 16χρονου Ρομά έφηβου, Κώστα Φραγκούλη, από αστυνομικούς στη Θεσσαλονίκη. Ο θάνατος του Κώστα Φραγκούλη στα χέρια της αστυνομίας και οι επακόλουθες συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων υποδεικνύουν μια βίαιη εκδήλωση αυτών των εντάσεων, παρόμοια με άλλα σημεία καμπής από το 2019 (βλ. γράφημα παρακάτω).

ACLED


Τέτοιες εντάσεις έρχονται μέσα σε ένα κλίμα ευρύτερης ανησυχίας και συνεχόμενων δημοσιεύσεων περιστατικών αστυνομικής βίας εναντίον αναρχικών και μειονοτικών ομάδων όπως οι μετανάστες, η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα και οι Ρομά στην Ελλάδα, που συχνά παραμένουν ανεπίλυτα. Αν και δεν είναι σαφές πόσο κομβικό ήταν αυτό το ζήτημα για τους ψηφοφόρους, οι μακροχρόνιες εντάσεις με αφορμή περιστατικά κατάχρησης της εξουσίας από την αστυνομία πιθανότατα θα διαρκέσουν. Επιπλέον, χωρίς ουσιαστικές κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις, το μοτίβο παρόμοιων περιστατικών και επακόλουθων συγκρούσεων με την αστυνομία είναι πιθανό να συνεχιστεί.

Κανονικοποίηση της πολιτικής βίας που ενδέχεται να διαρκέσει

Αυτά τα περιστατικά βίας σπάνια γίνονται πρωτοσέλιδα στην Ελλάδα. Οι εικόνες διαδηλωτών να πετούν πέτρες και να βάζουν φωτιές ενώ βυθίζονται σε ένα σύννεφο δακρυγόνων και χειροβομβίδων κρότου λάμψης, καθώς και ειδησεογραφικές αναφορές στη γρονθοκόπηση ενός πολιτικού στο δρόμο, δεν προκαλούν γενικά πολιτική και κοινωνική αναταραχή.

Αντίθετα, η ατιμωρησία σε περιπτώσεις μεμονωμένης αστυνομικής βίας ή ακροδεξιάς βίας – και ιδιαίτερα σε περιπτώσεις θανατηφόρων περιστατικών – αναζωπυρώνει εντάσεις με την αστυνομία και το κράτος, οδηγώντας σε έναν νέο κύκλο βίας.

Και ενώ διαχρονικά τα κόμματα της αντιπολίτευσης επικαλούνται τα ζητήματα της ατιμωρησίας και της αστυνομικής βίας, αυτός ο κύκλος υποδεικνύει μία συνεχή παρουσία πολιτικής βίας στην Ελλάδα ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα. Επιπλέον, παρά τη συχνότητα στόχευσης πολιτικών προσώπων, δεν φαίνεται να υπάρχουν ανησυχίες για την υπονόμευση της δημοκρατίας σε σχέση με αυτό το ζήτημα. Αυτό δείχνει μια βαθιά ριζωμένη κανονικοποίηση της πολιτικής βίας που είναι απίθανο να εξασθενίσει απλά με μία αλλαγή κυβέρνησης.

Το σχόλιο της ACLED

Σύμφωνα με έρευνα της Armed Conflict Location Event Database (ACLED), στην Ελλάδα τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν καταγραφεί περισσότερα από 200 περιστατικά πολιτικής βίας κατά πολιτών με 25 από αυτά να αφορούν σε μέλη κομμάτων από όλο το πολιτικό φάσμα.

Μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2023, έχουν καταγραφεί 32 περιστατικά πολιτικής βίας κατά πολιτών, και κατά το διάστημα της προεκλογικής περιόδου (1η Απριλίου έως 25 Ιουνίου) πριν από τις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου σημειώθηκαν έξι περιστατικά βίας κατά μέλη πολιτικών κομμάτων. Αυτού του είδους η βία με στόχο πολίτες εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ατιμωρησίας, κανονικοποίησης της πολιτικής βίας και αστυνομικής αυθαιρεσίας στην Ελλάδα.

Τα παραπάνω στοιχεία προέρχονται από τη βάση δεδομένων της ACLED, η οποία καταγράφει σε πραγματικό χρόνο την τοποθεσία, την ημερομηνία, τους εμπλεκόμενους φορείς, τους θανάτους και τα είδη πολιτικής βίας και εκδηλώσεων διαμαρτυρίας σε όλο τον κόσμο. Πέραν της καταγραφής, η ομάδα της ACLED αναλύει τα δεδομένα για να περιγράψει, να διερευνήσει και να δοκιμάσει σενάρια συγκρούσεων. Τόσο τα δεδομένα όσο και η ανάλυση είναι ελεύθερα προσβάσιμα για δωρεάν χρήση από το κοινό.

Έρευνα: Νίκη Παπαδογιαννάκη, Βίκυ Γιαγκοπούλου
Γραφήματα: Άννα Μάρκο

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα