Η ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΟΙ ΥΠΕΡΗΡΩΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΞΑΝΑΓΡΑΨΟΥΝ
Από τη γέννηση του κινηματογραφικού τρομοκράτη και την αμηχανία του Χόλιγουντ, μέχρι την επανάληψη των ‘70s και τους θλιμμένους υπερήρωες, εξερευνούμε τη σχέση της ψυχαγωγίας με το γεγονός που την άλλαξε για πάντα.
“Οι ταινίες συμπληρώνουν την πραγματική ζωή. […] Διεγείρουν την επίγνωσή μας για το άυλο και αντανακλούν τα κρυφά μονοπάτια της ύπαρξής μας. Επισημαίνουν καταστάσεις που είναι συχνά δύσκολο να αντιληφθούμε άμεσα, αλλά δείχνουν, κάτω από την επιφάνεια, τι πιστεύουμε για τον εαυτό μας. Οι ταινίες καθρεφτίζουν την πραγματικότητά μας. Ας κοιταχτούμε στον καθρέφτη”. Αυτά έγραφε το 1948 ο θεωρητικός κινηματογράφου Siegfried Kracauer. Κοιτώντας τον καθρέφτη λοιπόν, κάτω από την επιφάνεια όπως έλεγε, τι μπορούμε να διακρίνουμε για την 11η Σεπτεμβρίου του 2001 και την επιρροή της στο Χόλιγουντ και τη βιομηχανία ψυχαγωγίας των Ηνωμένων Πολιτειών;
Από την ελευθερία στην ασφάλεια και την παράνοια, και από την εκλαμβανόμενη σταθερότητα προς την αβεβαιότητα, η σύγχυση και το τραύμα της Αμερικής επηρέασε όπως ήταν αναμενόμενο και τις τέχνες της. Η πορεία της πολιτιστικής παρακαταθήκης του αμερικανικού σινεμά (σε αρκετές περιπτώσεις και της μουσικής) είναι περίπλοκη και εναλλασσόμενη σχετικά με την 11η Σεπτεμβρίου αλλά, τελικά, αντικατοπτρίζει την ενστικτώδη, θαμμένη συχνά στο ασυνείδητο, ανάγκη του ανθρώπου να βρίσκει το νόημα στις τραγωδίες που τον βρίσκουν.
Το ταξίδι γι’ αυτόν τον προορισμό όμως έχει πολλά σταυροδρόμια και η Αμερική χρησιμοποίησε μία από τις πιο βαριές της βιομηχανίες για να τα εξερευνήσει.
Ο κινηματογραφικός τρομοκράτης πριν την 11η Σεπτεμβρίου
Η μοντέρνα έννοια της τρομοκρατίας ως μορφή βίας πολιτικών κινήτρων έφτασε στο Χόλιγουντ στα ‘70s. Επειδή όμως δεν είχε υπάρξει κάποιο μεγάλο, άμεσο χτύπημα στα εδάφη της ως τότε, η έμπνευση ερχόταν συνήθως απ’ έξω. Και σπανίως από τη Μέση Ανατολή.
Με την εξαίρεση του “Black Sunday” του John Frankenheimer το 1977 που παρουσίαζε έναν Παλαιστίνιο να επιτίθεται στο τελικό του Super Bowl, οι ταινίες αναπαριστούσαν τραγικά γεγονότα όπως τη Σφαγή του Μονάχου (“21 Hours at Munich”, 1975) ή την Επιχείρηση Εντέμπε (“Victory at Entebbe”, 1976), είχαν τρομοκράτες με οικονομικά κίνητρα όπως στο “The Taking of Pelham 1-2-3” (1974) ή ντόπιους ψυχικά νοσούντες όπως το “Airport” (1970) ή το “Skyjacked” (1972), και κρατούσαν τους πολιτικούς λόγους για διαταραγμένους βετεράνους πολέμου όπως στο “Twilight’s Last Gleaming” (1977) που απειλούσαν την κυβέρνηση εάν δεν αποκάλυπτε την αλήθεια για τον Πόλεμο του Βιετνάμ. Ως απάντηση, επίσης, στις εσωτερικές επιθέσεις που έκαναν ομάδες από την ακροαριστερά όπως οι Symbionese Liberation Army ή οι Weathermen, είχαν στείλει τον Dirty Harry του Clint Eastwood να εξοντώσει μία φανταστική τέτοια ομάδα στο “The Enforcer” (1976).
Τη δεκαετία του ‘80 όμως τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Μετά την Κρίση Ομήρων των 444 Ημερών στο Ιράν και την ανάμειξη του αμερικανικού στρατού στον Εμφύλιο του Λιβάνου, η επαφή της Αμερικής με τον εξτρεμισμό μεταφράστηκε σε μία σκληρότερη απόδοση της τρομοκρατίας στο σινεμά. Στο “Nighthawks” του 1981, ο ιθύνων νους πίσω από επιθέσεις στη Νέα Υόρκη με τη βοήθεια ομάδας από Παλαιστίνιους, Γερμανούς και Ιρλανδούς, καυχιόταν ότι η πόλη “δεν προστατεύεται”. Ένας αστυνομικός όμως, ο DaSilva του Sylvester Stallone, είναι έτοιμος να εφαρμόσει το μεγαλύτερο μάθημα του Βρετανού μέντορά του: Ότι η τρομοκρατία αντιμετωπίζεται εκτός νόμου. Στο “Delta Force” του 1986 με τον Chuck Norris (προφανώς) που εμπνεύστηκε από την αεροπειρατεία μίας πτήσης της TWA και την ομηρία των επιβατών της στη Βυρητό την ακριβώς προηγούμενη χρονιά, η ισλαμική τζιχάντ καταλαμβάνει ένα αεροπλάνο και η αντιτρομοκρατική αποστολή έχει την άδεια να σώσει την κατάσταση με κάθε μέσο. Η ιδέα ότι για να προστατευτεί η δημοκρατία θα έπρεπε να ξεχαστούν προσωρινά οι ευγένειες του πολιτεύματος θα επανερχόταν σε αρκετές ακόμα ταινίες. Μία λύση, ίσως, στη σφαίρα της φαντασίας μιας που ο Ronald Reagan στην πραγματική ζωή φαινόταν αναποτελεσματικός.
Η επιθετική στάση του Προέδρου όμως απέναντι στη Σοβιετική Ένωση και τον “Κόκκινο Τρόμο” μάς έδωσε το “Invasion U.S.A.” του 1985, όπου ο Chuck Norris (προφανώς) έπρεπε να επιστρέψει στην ενεργό δράση ως πρώην πράκτορας της C.I.A. για να εξουδετερώσει μία ομάδα Κουβανών, Ανατολικών Γερμανών και Ρώσων που απειλούσαν τη Φλόριντα.
Ακόμη και στο “Back to the Future”, μία ταινία πολύ μακριά από τέτοιες ανησυχίες φαινομενικά, η ζωή του Doc Brown απειλείται αναίτια από Λίβυους τρομοκράτες. Δεν κατασκεύασε μία βόμβα γι’ αυτούς ως αντάλλαγμα για το πλουτώνιο που ενεργοποιεί τη χρονομηχανή του, κι έτσι εκείνοι τον καταδιώκουν και τον πυροβολούν.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου υπήρξε μία περίοδος μετρίασης του φαινομένου. Αντί για ιδεολογικούς ή θρησκευτικούς ζηλωτές, επικρατούσαν οι απολιτικοί τρομοκράτες. Εθνολογικά, όλοι οι κακοί χωρούσαν.
Εγκληματίες που προσποιούνταν τους τρομοκράτες (“Die Hard”, 1988), ακραίοι Ευρωπαίοι (“Passenger 57”, 1992), διεφθαρμένοι Ρώσοι στρατιωτικοί (“The Peacemaker”, 1997), και Λατινοαμερικάνοι ναρκέμποροι (“Clear and Present Danger”, 1994). Πολλοί όμως, οι περισσότεροι, ήταν ντόπιοι, πρώην δυσαρεστημένοι υπάλληλοι του νόμου (“Speed”, 1994) ή αποστάτες στρατιώτες (“Die Hard II”, 1990/”Operation Broken Arrow”, 1996/”The Rock”, 1996).
Μεταξύ των εχθρών στα ‘90s ωστόσο, εμφανίζεται για πρώτη φορά έντονα ο τζιχαντιστής, καθόλου τυχαία μετά την κατά βάση ανεπιτυχή βομβιστική επίθεση στο World Trade Center το 1993. Την πρώτη τέτοια σε αμερικανικό έδαφος. Τα αντανακλαστικά του Χόλιγουντ ήταν άμεσα.
Στο “True Lies” του James Cameron το 1994 με τον Arnold Schwarzenegger, η φανταστική τρομοκρατική ομάδα Crimson Jihad εκβιάζει τις Η.Π.Α. με πυρηνικά όπλα και βομβαρδίζουν ένα ακατοίκητο νησί στα Florida Keys. Στο “Executive Decision” του 1996 με τον Kurt Russell Άραβες καταλαμβάνουν ένα αεροπλάνο και στοχεύουν στη βομβιστική ισοπέδωση ολόκληρης της Ανατολικής Ακτής. Στο “Siege” του 1999 με τον Denzel Washington, τρομοκράτες κάνουν επιθέσεις αυτοκτονίας στη Νέα Υόρκη για να υποχρεώσουν την αμερικανική κυβέρνηση να απελευθερώσει τον ηγέτη τους.
Φανατικός στο μίσος του για τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο κινηματογραφικός τζιχαντιστής δε θα χαριστεί σε καμία αθώα ζωή μπροστά στη θεαματική του βία.
“Τέτοια αγριότητα θα ήταν αδιανόητη αν δεν την είχαν δει στις ταινίες”
Μέρες μόλις μετά την 11η Σεπτεμβρίου, τα στούντιο του Χόλιγουντ είχαν αναφέρει πως το FBI τους είχε κάνει την πιο ανησυχητική ενημέρωση. Μπορεί να ήταν οι επόμενοι. Στις 21 Σεπτεμβρίου μάλιστα, είχε εξαπλωθεί η φήμη στο Λος Άντζελες ότι πράγματι θα ήταν! Η πανηγυρική υπόσχεση ήταν τότε πως οι κινηματογραφικές ταινίες θα ήταν στο εξής μία πιο “ευγενική, ήπια” μορφή ψυχαγωγίας, και η άμεση αντίδραση του Χόλιγουντ αυτή τη φοβισμένη διάθεση έδειχνε.
Πάνω από 45 πρότζεκτ είτε αναβλήθηκαν όπως το “Megalopolis” του Francis Ford Coppola που έχει μπει ξανά στα σκαριά, είτε ακυρώθηκαν τελείως. Σύντομα υπήρξαν σχολιαστές όπως ο συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου Kevin Maher που υποστήριξαν ότι δεν αποκλείεται οι τρομοκράτες να είχαν εμπνευστεί από τον κινηματογράφο. Ο Robert Altman για παράδειγμα, ο αντισυμβατικός σκηνοθέτης του “M.A.S.H.”, είχε αναφέρει πως μία τέτοια αγριότητα θα ήταν αδιανόητη “αν δεν την είχαν δει σε ταινία”.
Το κοινό πάντως δεν ήταν έτοιμο για ειρήνη. Τους πρώτους μήνες μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ταινίες όπως το “Die Hard” και το “True Lies” νοικιάζονταν τρεις φορές περισσότερο από πριν. Το “Rambo”, έγραφε τότε η Washington Post, “πετούσε από τα ράφια”. Μέχρι τον Οκτώβριο, όταν οι δυνάμεις των Η.Π.Α. και της Βρετανίας θα έμπαιναν στο Αφγανιστάν, τα στούντιο ήταν έτοιμα να κυκλοφορήσουν ό,τι στρατιωτική ταινία είχαν στη φαρέτρα τους. Για τους πρώτους έξι μήνες του 2002, το αμερικανικό box office φιλοξενούσε πολεμική ταινία μετά από πολεμική ταινία, συμπεριλαμβανομένων των “The Sum of All Fears”, “We Were Soldiers” και “Black Hawk Down”. Από το κύμα ταινιών για το Βιετνάμ στα μέσα των ‘80s είχε να γίνει τόσο ορατό το combat movie. Η επιτυχία του “Saving Private Ryan” είχε εμπνεύσει απογόνους πάνω στην ώρα.
Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, πλοκές όπως αυτών των ταινιών εκλαμβάνονταν ως υπέρμαχες του αμερικανικού παρεμβατισμού, αντικατοπτρίζοντας τη διακήρυξη του George W. Bush για τον Πόλεμο Ενάντια στην Τρομοκρατία που δε θα τελείωνε “μέχρι κάθε παγκόσμια τρομοκρατική οργάνωση να βρεθεί, να σταματήσει και να νικηθεί”. Στο “Black Hawk Down” συγκεκριμένα, ο Ridley Scott είχε αποφασίσει να προσθέσει ένα υστερόγραφο που ανέφερε ότι η απόφαση της κυβέρνησης να φύγει από τη Σομαλία το 1993 και να μην επέμβει στη Ρουάντα και τη Βοσνία “ήταν μέρος της απροθυμίας να διεξαχθεί πόλεμος, γεγονός που ενθάρρυνε τελικά τους εχθρούς της Αμερικής να επιτεθούν στο Πεντάγωνο και στο World Trade Center”. Ο Scott δεν προχώρησε τελικά με το υστερόγραφο.
Οι πολεμικές ταινίες πάντως μειώνονταν όσο θέριευε η προετοιμασία για την εισβολή των Η.Π.Α. στο Ιράκ το 2003, και αυτές που είχαν κυκλοφορήσει εκείνη την περίοδο (“Windtalkers”, “Tears of the Sun”) τα είχαν πάει πολύ χλιαρά στα ταμεία. Δεν ήταν σαφές εάν το κοινό εισέπραττε (και τελικά απέρριπτε) τις ταινίες που εξυμνούσαν τον αμερικανικό στρατό ως αμφίσημες ηθικά, ή αν απλώς είχαν εξαντληθεί από τις πραγματικές εικόνες πολέμου που έβλεπαν στους δέκτες τους. Όπως είχε γράψει ο θεωρητικός Slavoj Zizek, οι επαναλαμβανόμενες εικόνες από την 11η Σεπτεμβρίου στην τηλεόραση “θύμιζαν εντυπωσιακά πλάνα σε ταινίες καταστροφής”, ή “σπέσιαλ εφέ που υπερτερούσαν όλων των άλλων”. Εκτός από το γεγονός ότι το ψυχικό απόθεμα λιγόστευε πια μπροστά σε παρόμοιες εικόνες ταινιών, προέκυπτε ένα ακόμη πρόβλημα. Πιο πρακτικό αυτή τη φορά. Οι κινηματογραφιστές δε θα μπορούσαν να γυρίσουν σύντομα κάτι σχετικά με ένα γεγονός που θεωρείτο ήδη, όχι μόνο επίπονα σινεματικό, αλλά μία τραυματική τομή μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας.
Μπροστά σε αυτή την αμηχανία, κάπως θαυματουργά και μόλις το 2002, ο Spike Lee φτιάχνει το “25th Hour”. Μία ταινία που γυρίστηκε σχεδόν ολόκληρη το καλοκαίρι του 2001 αλλά δουλεύτηκε εκ νέου για να ενσωματώσει την 11η Σεπτεμβρίου μέσα από καρέ του Ground Zero και του Tribute in Light σε καθοριστικές στιγμές της ταινίας. Η ιστορία του “25th Hour” δεν είναι “για” την καταστροφή των Δίδυμων Πύργων, αλλά είναι και αναπόσπαστη απ’ αυτή. Ο Lee δε σε αφήνει να την ξεχάσεις. Η ταινία ακολουθεί τον Monty (Edward Norton), έναν καταδικασμένο έμπορο ναρκωτικών που θα πρέπει να εκτίσει ποινή επτά ετών στη φυλακή. Η αφήγηση ακολουθεί την τελευταία ημέρα ελευθερίας του σε έναν κόσμο που έχει αλλάξει αμετάκλητα.
Στην πιο χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας, τον “Fuck You” μονόλογο, ο Monty κάνει ένα ρατσιστικό ξέσπασμα κοιτώντας τον εαυτό του στον καθρέφτη και λέγοντας στους πάντες να πάνε να γαμηθούν, από τους Κορεάτες παντοπώλες και τους μουσουλμάνους ταξιτζήδες μέχρι τους μαύρους μεγαλοαστούς και τις παρελάσεις των Πουερτορικανών. Το στιγμιότυπο λαμβάνει το ολοκληρωμένο του νόημα όταν, στο τέλος της σκηνής, ο Monty αποδέχεται επιτέλους τα λάθη του. “Όχι, εσύ να πας να γαμηθείς Montgomery Brogan. Είχες τα πάντα και τα πέταξες”.
Εκφράζοντας απαράμιλλο θυμό, ο Monty γράφει στην πραγματικότητα μία επιστολή αγάπης στην πολυμορφία της Νέας Υόρκης, μία πόλη που αγαπάει όσο ακριβώς λέει ότι τη μισεί και που τώρα θα του λείψει απεριόριστα. Αναγνωρίζοντας στο τέλος της σκηνής τη δική του υπαιτιότητα, η ταινία κεντράρει στο πώς οι δραστηριότητες του παρελθόντος παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση των συνθηκόντων στο παρόν και υπαινίσσεται μία πρόταση – ιδιαίτερα τολμηρή για το 2002 – ότι και η Αμερική θα μπορούσε να αναζητήσει κάποιες απαντήσεις σε δικές της ενέργειες. Το “25th Hour” ασκεί κριτική σε μία κουλτούρα καχυποψίας, προτρέπει σε προβληματισμό και αμφισβητεί τη νοσταλγική στροφή σε εθνικές μυθολογίες. Επίσης, καθαρά ως εξωτερικός παρατηρητής που πιθανώς δε θα μπορέσει ποτέ να κατανοήσει το μέγεθος μίας τέτοιας απώλειας στην πόλη του, μπορώ να καταλάβω γιατί η συγκεκριμένη ταινία αναφέρεται συχνά ως αυθεντικό αποτύπωμα της διαπεραστικής μελαγχολίας που ακολούθησε των γεγονότων. Ως πραγμάτωση του πώς ένιωθε η πόλη εκείνες τις μέρες και όχι του πώς ήταν.
Είναι ένα μοντέλο απόδοσης της πρόσφατης ιστορίας, εντελώς διαφορετική από τις ταινίες για την 11η Σεπτεμβρίου που προέκυψαν αργότερα. Όχι πως εκείνες ήταν εγγενώς ανεπαρκείς. Απλά ήταν τύποι ταινιών που έχουμε την τάση, ενστικτωδώς, να θέλουμε να φτιάχνουμε για τέτοιες κτηνωδίες. Το “25th Hour” δεν ήταν, αναγκάστηκε από την ιστορία να γίνει μία ταινία για την 11η Σεπτεμβρίου, και αντί να αναμετρηθεί απευθείας με αυτήν, αναμετρήθηκε με καθημερινή ζωή μπροστά της.
Την ίδια ακριβώς περίοδο, το World Trade Center ξεριζωνόταν από τις οθόνες μας.
Το World Trade Center, ή αλλιώς ο ελέφαντας στο δωμάτιο
Κοιτώντας πίσω σε μπλοκμπάστερ των ‘90s όπως το “Αρμαγεδδών” ή τη “Μέρα Ανεξαρτησίας”, είναι σχεδόν εξωφρενικό το πόσο συνοπτικές ήταν οι διαδικασίες διαγραφής των μαζικών καταστροφών τέτοιου είδους από το entertainment. Κάποτε μεγάλες πόλεις όπως η Νέα Υόρκη αφανίζονταν στις οθόνες για διασκέδαση. Ξαφνικά οι Αμερικανοί κρίθηκαν πολύ ευαίσθητοι για τέτοιες εικόνες.
Παιδικές σειρές όπως οι “Power Rangers” και τα “Pokémon” ξεφορτώθηκαν επεισόδιά τους όπου κτίρια και αστικά τοπία καταστρέφονταν. Η ταινία της Disney “Lilo and Stitch”, σχεδόν έτοιμη μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2001, άλλαξε μία σκηνή όπου ο Stitch πετούσε ανάμεσα σε κτίρια μέσα σε ένα Boeing 747 μετατρέποντας το 747 σε διαστημόπλοιο και τα κτίρια σε βουνά της Χαβάης. Στο “Monsters Inc.” της Pixar αφαιρέθηκε μία σκηνή έκρηξης σε εστιατόριο. Το “Spy Game” (2001) με τον Brad Pitt έβγαλε ένα στιγμιότυπο όπου φαινόταν καπνός να βγαίνει από έναν ουρανοξύστη.
Το ίδιο το World Trade Center έγινε αίφνης ο ελέφαντας στο δωμάτιο του σινεμά και της τηλεόρασης που εκτυλισσόταν στη Νέα Υόρκη. Σειρές και εκπομπές εμβληματικές για την πόλη και τη σχέση τους με αυτή, συμπεριλαμβανομένων των “Sex and the City”, “The Sopranos”, “Law & Order: Special Victims Unit” και του “The Late Show with David Letterman” που ακόμα μνημονεύεται για τον λεπτό και εύστοργο χειρισμό της τραγωδίας, αφαίρεσαν τους Δίδυμους Πύργους από τους τίτλους αρχής. Το “Men in Black II” που κλιμακωνόταν στο φινάλε του στους Πύργους τούς αντικατέστησε με το Άγαλμα της Ελευθερίας. Παρόμοιες αλλαγές είχαν κάνει επίσης το “Zoolander”, το “Serendipity”, το “Kissing Jessica Stein”, το “The Time Machine” και οι επαναλήψεις του “Αρμαγεδδών” για την τηλεόραση. Ακόμα και από το τρέιλερ του “Spider-Man” εξαφανίστηκαν οι Πύργοι. Ο Peter Parker φαινόταν να παγιδεύει ένα ελικόπτερο με επίδοξους ληστές μέσα σε ένα τεράστιο δίχτυ αράχνης που απλωνόταν μεταξύ των δύο κτιρίων, αλλά ο σκηνοθέτης της ταινίας Sam Raimi δε διανοήθηκε καν να αφήσει τη σκηνή στην ταινία. “Πιστεύαμε ότι δεν είχαμε το δικαίωμα, στα μέσα του καλοκαιριού μετά από αυτή τη φρικτή σφαγή, να δείξουμε μία σκηνή που θα προξενούσε θλίψη σε τόσους ανθρώπους”, είχε δηλώσει.
Η τρομοκρατία δεν προσφερόταν πλέον για αστεία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός επεισοδίου στα “Φιλαράκια”, το “The One Where Rachel Tells Ross”, όπου ο Chandler οδηγείται σε προσωρινή κράτηση επειδή έκανε πλάκα ότι είχε φέρει μία βόμβα σε αεροπλάνο. Η σκηνή αφαιρέθηκε. Στο “The Bourne Identity” (2002) του οποίου η πλοκή αφορούσε την τρομοκρατία και μία διεφθαρμένη CIA, το γυρισμένο υλικό επαναμονταρίστηκε διεξοδικά, όχι μόνο για το στοιχείο της τρομοκρατίας αλλά γιατί δεν ήθελαν να φανεί η ταινία αντι-αμερικανική λόγω του διαβλητού θεσμού της. Ακόμα και από το “Back to the Future” που αναφέρθηκε νωρίτερα αφαιρέθηκαν οι Λίβυοι από τις τηλεοπτικές μεταδόσεις.
Οι απεικονίσεις των Δίδυμων Πύργων ήταν πλέον μία οδυνηρή ανάμνηση που θα αντιμετωπιζόταν πιο εύκολα με την αποφυγή.
Η απόδραση στη φαντασία και η εισβολή των εξωγήινων
Μνημειώδεις αγώνες μεταξύ των δυνάμεων του φωτός και του σκότους κυριεύουν το box office. Η τριλογία του “Άρχοντα των Δαχτυλιδιών”, το franchise του “Harry Potter”, το “Chronicles of Narnia”, τα “Pirates of the Caribbean”, έγιναν χαραμάδες απ’ όπου το κοινό μπορούσε να αποδράσει σε κόσμους μαγείας και δέους. Ακόμα και οι υπερηρωικές ταινίες, οι πιο κοντινές στην 11η Σεπτεμβρίου τότε όπως ο Spider-Man, έντυναν καρτουνίστικα τον αληθινό τους κόσμο, τουλάχιστον σε σχέση με τα trends που θα ακολουθούσαν στο είδος αργότερα.
Η εξερεύνηση της 11ης Σεπτεμβρίου ξεκίνησε στην πραγματικότητα από το “War of the Worlds” του Steven Spielberg το 2005, μία σύγχρονη μεταφορά του μυθιστορήματος του H. G. Wells για την εισβολή εξωγήινων στη Γη. Ήταν το πρώτο μπλοκμπάστερ που ανασύρθηκε από τα συντρίμμια των Πύργων και ο Spielberg δεν το αρνήθηκε. Το αντίθετο. “Νομίζω ότι η 11η Σεπτεμβρίου ενημέρωσε ξανά όλα όσα έβαλα στο War of the Worlds”, είχε πει στους LA Times. “Πώς ακριβώς ερχόμαστε κοντά, πώς αυτό το έθνος ενώνεται με κάθε τρόπο για να επιβιώσει από έναν ξένο εισβολέα και μία μετωπική επίθεση. Τώρα ξέρουμε πώς είναι να τρομοκρατείσαι”.
Ο σκηνοθέτης κωδικοποίησε εντυπωσιακά τους συμβολισμούς της ταινίας. Δανείστηκε επίσης – και αντέστρεψε – μία από τις πιο ακλόνητες εικόνες της επίθεσης: τους 200 ή περισσότερους υπαλλήλους των Πύργων που έπεσαν στον θάνατό τους. Σε μία σκηνή οι εξωγήινοι τυλίγονται στα πόδια των επιζώντων και τα τραβάνε προς τα πάνω, με το σώμα τους να ανατρέπεται στο διάστημα στην ίδια τοξωτή στάση με τους άλτες του World Trade Center.
Όπως είχε συμβεί και στην ψυχροπολεμική περίοδο, οι ταινίες εισβολέων από το διάστημα πλήθυναν: “Cloverfield” (2008), “Skyline” (2010), “Cowboys and Aliens” (2010), “Super 8” (2011). Σύμφωνα με τον Paul Haggis, τον σκηνοθέτη του “In the Valley of Elah” που περιστρεφόταν γύρω από τον μυστηριώδη θάνατο ενός Αμερικανού βετεράνου στον Πόλεμο του Ιράκ, ταινίες όπως τα “Transformers” προσέφεραν “μία φαντασίωση όπου το μήνυμα είναι πως αν δε μπορούμε να τους νικήσουμε εκεί, μπορούμε να τους νικήσουμε στο σπίτι από τις οθόνες μας”. Υπήρχαν παράλληλα και αντι-ιμπεριλιαστικά τέτοια μπλοκμπάστερ βέβαια, όπως το “Avatar” του James Cameron ή το “Star Trek: Into Darkness” όπου ο Captain Kirk είχε επιλέξει να συλλάβει τον τρομοκράτη Khan αντί να τον σκοτώσει με τορπίλη.
Μία ακόμη προσέγγιση για τους κινηματογραφιστές ήταν οι επισκέψεις στο παρελθόν. Απεικονίζοντας τις σταυροφορίες (“Kingdom of Heaven”), κοιτώντας στους αρχαίους μύθους και την ιστορία (“Troy”, “Alexander”, “300”, “Immortals”), ή φτιάχνοντας ξανά αμερικανικούς θρύλους (“Gangs of New York”, “Alamo”, “The New World”, “Good Night, and Good Luck”, “Flags of our Fathers”, “There will be Blood”, “Lincoln”), όπου οι σημερινές συνθήκες μπορούσαν έμμεσα να αντικατοπτριστούν. Το “300” ειδικά είναι μία βαθιά προβληματική ταινία που παρουσιάζει τον ξένο ως την ενσάρκωση του κακού και της προδοσίας.
“Αυτός είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε την 11η Σεπτεμβρίου και το πώς νιώθουμε γι’ αυτούς τους ξένους, και αυτούς τους τρομοκράτες, που προσπαθούμε πολύ σκληρά ορίσουμε”, έλεγε στους NY Times η Linda Voorhees, σεναριογράφος και βοηθός καθηγητή στη Σχολή Θεάτρου, Κινηματογράφου και Τηλεόρασης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. “Έχουμε την ανάγκη να κακολογούμε και αυτές οι μεγάλες ταινίες βοηθούν το κοινό να εντοπίσει τον κακό. Η ηθική αυτού του τύπου ταινιών τείνει να είναι πολύ ασπρόμαυρη. Αυτό εξυπηρετεί τον σκοπό μας, να πούμε εμείς είμαστε οι καλοί και αυτοί οι κακοί”.
Ο κυνισμός των ‘70s και ο τρόμος
Υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες των 1970s με τα 2000s. Και οι δύο ήταν δεκαετίες πολιτικής και κοινωνικής κρίσης, παράγοντας μεταξύ άλλων μία απαισιόδοξη πολιτιστική προοπτική. Για παράδειγμα, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, το Χόλιγουντ οραματίστηκε τον σκοτεινό, αμοραλιστικό κόσμο της ανεξέλεγκτης και καταστροφικής εταιρικής εξουσίας με παρόμοιο τρόπο με τη δεκαετία του 1970: The Manchurian Candidate (2004), Syriana (2005), Blood Diamond (2006), Shooter (2007), Michael Clayton (2007), War Inc. (2008), Nothing But the Truth (2008), State of Play (2009), και Fair Game (2010). Ταινίες γεμάτες με ισχυρούς δολοπλόκους που χρησιμοποιούν κάθε απαραίτητο μέσο για να ενισχύσουν την εξουσία, τα κέρδη και το προσωπικό τους όφελος.
Το Χόλιγουντ είχε επιστρέψει σε ένα παρανοϊκό “τέλος αυτοκρατορίας” όπως είχε κάνει και στα ‘70s, και μαζί του είχε φέρει έναν γνώριμο χαρακτήρα – τον εκδικητή. Man on Fire (2004), The Punisher (2004), Hitman (2007), The Brave One (2007), και Jack Reacher (2012). Και φυσικά, ο Batman του Christopher Nolan από το 2005.
Με τους εκδικητές ήρθε και το boom του τρόμου, ξανά όπως είχε συμβεί στα ‘70s. Από το 2001 αρχίσαμε να βλέπουμε remakes κλασικών ιστοριών, συχνά κιόλας από τους βετεράνους σκηνοθέτες τους. Ο George A. Romero της θρυλικής “Νύχτας των Ζωντανών Νεκρών”, της ταινίας που καθόρισε το ζόμπι όσο καμία επόμενη, γύρισε με τα “Land of the Dead” (2005), “Diary of the Dead” (2008), και “Survival of the Dead” (2009). “Προσπάθησα να κάνω την ιδέα του να ζεις με την τρομοκρατία πιο ταιριαστή στις ανησυχίες που περνούν οι Αμερικανοί τώρα”, δήλωνε. Το κακό καραδοκούσε σε απομακρυσμένα μέρη και συχνά έπαιρνε τη μορφή αγροίκων με ακόρεστη δίψα για αίμα νεαρών ανθρώπων. Ταινίες όπως τα “Hostel” και τα “Saw” ονομάστηκαν torture porn από μερίδα κριτικών, αλλά ο σκηνοθέτης των “Hostel”, Eli Roth, υποστήριζε πως οι ταινίες του είχαν απλώς φτιαχτεί μέσα από τον φακό της 11ης Σεπτεμβρίου και του Πολέμου Ενάντια στην Τρομοκρατία.
Όπως και στα ‘70s, υπήρξε επίσης ζήτηση για ταινίες φυσικής καταστροφής, μόνο που αυτή τη φορά δεν συνοδεύονταν με ενωτικά μηνύματα. Στο “The Day After Tomorrow” του 2004 η αμερικανική κυβέρνηση αργεί να απαντήσει έγκαιρα στην κλιματική αλλαγή και στο “2012” του 2009 η ελίτ ασχολείται αποκλειστικά με τη δική της επιβίωση εγκαταλείποντας την υπόλοιπη ανθρωπότητα.
Η 11η Σεπτεμβρίου φτάνει στην οθόνη
Πήρε πάνω από πέντε χρόνια στο Χόλιγουντ να απεικονίσει ευθέως την 11η Σεπτεμβρίου.
Στο “United 93” ο βραβευμένος Paul Greengrass γυρίζει ένα στιβαρό δράμα χωρίς συναισθηματισμούς γύρω από την ιστορία της πτήσης 93 της United Flight. Του τέταρτου δηλαδή αεροπλάνου όπου είχε γίνει αεροπειρατεία αλλά δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό του επειδή οι επιβαίνοντες επιτέθηκαν στους αεροπειρατές. Είναι ένα επιτακτικό φιλμ στο ρεπορταζιακό στιλ του Greengrass για μία από τις πιο ηλεκτρισμένες πολιτικά περιόδους της σύγχρονης ιστορίας, που εγγυάται σεβασμό και αυτονομία σε όλους τους εμπλεκόμενους. Αυτή την περίοδο είναι διαθέσιμο στο ελληνικό Netflix μαζί με το “World Trade Center” του Oliver Stone με τον Nicolas Cage, την έτερη ταινία του 2006 που ασχολήθηκε με την κρίσιμη ημέρα.
Είχε προηγηθεί το βραβευμένο στις Κάννες ντοκιμαντέρ “Fahrenheit 9/11” του Michael Moore, σχετικά με την εκμετάλλευση της τραγωδίας από την κυβέρνησης Bush για να εισέλθει σε πόλεμο στο Αφγανιστάν και αργότερα στο Ιράκ. Εκείνο το φιλμ λειτουργεί εξαιρετικά ως υπενθύμιση για το γεγονός ότι οι ταινίες γι’ αυτούς τους πολέμους είναι εγγενώς, έστω και έμμεσα, ταινίες για την 11η Σεπτεμβρίου. Είχαμε το “Valley of Elah” που ήδη αναφέρθηκε, το “Dear John” που βασίστηκε σε βιβλίο του Nicholas Sparks για έναν στρατιώτη που ερωτεύεται αλλά αποφασίζει να επανεγγραφεί ξανά στον στρατό μετά την 11η Σεπτεμβρίου, το “American Sniper” του Clint Eastwood και, φυσικά, τα οσκαρικά “Hurt Locker” και “Zero Dark Thirty” της Kathryn Bigelow.
Εκείνες οι ταινίες βέβαια ήρθαν αρκετά αργότερα. Σε πρώτη φάση οι Αμερικανοί αναζητούσαν πατριωτική επιβεβαίωση, αλλά όχι εικόνες των πιθανών συνεπειών τους. Αυτή η τάση ξεκίνησε στ’ αλήθεια με τη σειρά “24” (2001 – 2010) που άρχισε να καθιερώνει ένα πρότυπο απεικόνισης των βασανιστηρίων ως ένα εργαλείο ατυχές, αλλά απαραίτητο.
Οι υπερήρωες προσπαθούν εδώ και χρόνια να ξαναγράψουν την 11η Σεπτεμβρίου
Τα 2000s μπορεί να ξεκίνησαν με τον φωτεινό Spider-Man του Raimi, συνέχισαν όμως με τον συνοφρυωμένο Batman του Nolan. Η τριλογία εκείνου του Batman πρωτοστάτησε στη μετατροπή ενός ανάλαφρου είδους σε μία σκοτεινότερο, πεσιμιστική, ψευδο-ρεαλιστική μορφή.
Στο “Batman Begins” (2005), το σύστημα ύδρευσης και δημόσιων συγκοινωνιών της Gotham δέχεται επίθεση με σκοπό να εξαπλώσει μία τοξίνη στην πόλη. Και μπορεί η Gotham να είναι φανταστική, όμως υπήρξε πάντα “New York by night”. Το “Dark Knight” (2008) είχε τον πολύκροτο Joker του Heath Ledger, ένα νιχιλιστικό πνεύμα αναρχίας και χάους (“κάποιοι άντρες θέλουν απλώς να βλέπουν τον κόσμο να καίγεται”), ο οποίος τρομοκρατεί τόσο αποτελεσματικά τη Gotham που ο Batman δεν έχει άλλη επιλογή παρά να πολεμήσει τη φωτιά με τη φωτιά. Η ταινία αναγνωρίζει επίσης τους τρόπους που χρησιμοποίησε ο Bush για να δημιουργήσει το κράτος επιτήρησης. Στο “The Dark Knight Rises” (2012), ο Batman πρέπει να αντιμετωπίσει τον μασκοφόρο μισθοφόρο Bane που σκοπεύει να καταστρέψει τη Gotham City σε πυρηνική έκρηξη, διακηρύσσοντας πως δεν έχει σημασία ποιος είναι αυτός και η ομάδα του αλλά αυτό που πρεσβεύουν.
Οι πιο ειρωνικές ταινίες του “Iron Man” πάλι έβαλαν εξαρχής τον Tony Stark να μάχεται εναντίον της τρομοκρατικής οργάνωσης των Ten Rings, παρουσιάζοντας μάλιστα τον αρχηγό τους στο “Iron Man 3”. Ο άνδρας αυτός αποδείχτηκε τελικά πως ήταν ένας ηθοποιός που προσελήφθη για να αποσπάσει την προσοχή του κόσμου και των αρχών από ένα επικίνδυνο επιστημονικό πρόγραμμα. Αυτού του είδους η επίλυση όμως είναι χαρακτηριστική της αντιφατικής φύσης της προσέγγισης των στούντιο για την 11η Σεπτεμβρίου. Θέλουν να αξιοποιήσουν τις ισχυρές αντιδράσεις που προκάλεσαν αυτά τα γεγονότα, αποφεύγοντας ωστόσο παράλληλα τα πολύπλοκα πολιτικά ζητήματα και ειδικά τα πολιτικά επιχειρήματα που μπορεί να στρέψουν το κοινό μακριά από τα ταμεία. Μεταξύ 2009 και 2012 άλλωστε οι ευθύτερες μεταφορές θεματικών σχετικών με την τρομοκρατία είχαν μειωθεί λόγω προηγούμενων φτωχών αποτελεσμάτων στο box office.
Ακόμα κι έτσι όμως, πιο απαισιόδοξοι ή πιο κοντά σε ταπεινωτικές ήττες σε σχέση με το παρελθόν τους, οι υπερήρωες έχουν περάσει περίπου την τελευταία 15ετία προσπαθώντας να ξαναγράψουν την 11η Σεπτεμβρίου. Μιλώντας με την Patty Jenkins το 2017 με αφορμή την κυκλοφορία του “Wonder Woman”, η σκηνοθέτης είχε αναφερθεί τους υπερήρωες ως μυθολογία των Αμερικανών. Και πώς μπορούμε να ξαναγράψουμε την ιστορία αν όχι στα παραμύθια μας; Διαχρονικά άλλωστε έχουν βοηθήσει την ανθρωπότητα να διαχειριστεί το πένθος της.
Πριν το “Avengers” του 2012 και την κλιμάκωσή του σε μία μάχη μεταξύ ηρώων και εξωγήινων που έπεφταν από τον ουρανό, έναν κοσμικό στην πραγματικότητα πόλεμο που όμως ο Joss Whedon απαθανάτισε σα τρομοκρατική επίθεση, είχε προηγηθεί το “Superman Returns” του 2006. Σε αυτό ο σκηνοθέτης Bryan Singer επεσήμαινε ότι ο Superman αγνοείται εδώ και πέντε χρόνια. Πέταξε στο διάστημα για να επισκεφτεί τα ερείπια του Krypton, τη διαλυμένη του γενέτειρα, και στη συνέχεια επέστρεψε. Το υπονοούμενο είναι πως ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να συμβεί η 11η Σεπτεμβρίου σε έναν κόσμο όπου υπάρχει ο Superman, θα ήταν μόνο αν για κάποιο λόγο έλειπε.
Σε μία σκηνή ο Clark μάλιστα, σπεύδοντας σώσει τα κτίρια της εφημερίδας του Daily Planet και προλαβαίνει στο τσακ έναν άνδρα που πέφτει από μεγάλο ύψος πριν χτυπήσει στο τσιμέντο.
Ο άνδρας παίρνει εδώ τη θέση του Falling Man στην πιο διάσημη φωτογραφία από την 11η Σεπτεμβρίου αλλά ο Singer αντιστρέφει την οπτική του κοινού έτσι ώστε να περιμένουμε ένα διαφορετικό αποτέλεσμα.
Και συμβαίνει. Αυτή τη φορά ο Superman ήταν εκεί. Αυτή τη φορά ο Falling Man έζησε.
Οι ήρωες υποτίθεται ότι πρέπει να σώζουν τους πάντες έτσι ώστε τα κτίρια που καταρρέουν στις ταινίες να γίνονται απλώς κούφια παιχνίδια. Γι’ αυτό και ταινίες όπως το “Man of Steel” του Zack Snyder όπου το κόστος της ανθρώπινης ζωής μοιάζει ανυπολόγιστο μπορούν να προκαλέσουν τόση αγνή οργή. Ρε γαμώτο, αν πρόκειται να μετρήσουμε ξανά χιλιάδες νεκρούς ας μη συμβεί στην πόλη του πιο δυνατού πλάσματος στο ηλιακό σύστημα!
Πιο πρόσφατα πάντως, το υπερηρωικό Χόλιγουντ φάνηκε έτοιμο να σχολιάσει, επιδερμικά έστω, τον παρεμβατισμό των Ηνωμένων Πολιτειών. Στο φετινό “The Suicide Squad” του James Gunn, ο απώτερος στόχος της κυβερνητικής αποστολής είναι να καταστραφούν οι αποδείξεις της ανάμειξης της Αμερικής σε δολοφονικά πειράματα εις βάρος ενός ξένου λαού. Αυτή είναι σίγουρα μία εξέλιξη που δε θα βλέπαμε σε mainstream ταινία επί κυβέρνησης Bush.
Τότε τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά.
Η συλλογική απώλεια μνήμης της Αμερικής
Τότε ο Michael Moore εκφραζόταν κατά του Bush (“ντροπή σου, Bush!”) στα Όσκαρ και έριχναν μουσική για να του κλείσουν το στόμα. Τότε το μεγαλύτερο γυναικείο συγκρότημα στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Dixie Chicks (πλέον The Chicks), είδαν την καριέρα τους να εκτροχιάζεται όταν η frontwoman Natalie Maines είπε σε live τους στο Λονδίνο ανήμερα της έναρξης του πολέμου στπ Ιράκ ότι ντρέπεται που ο Πρόεδρός τους είναι κι αυτός από το Τέξας. Τότε η Whoopi Goldberg κορόιδευε τον Bush στο stand-up νούμερό της και δεν έβρισκε δουλειά για πέντε χρόνια μέχρι που της προτάθηκε η συμμετοχή της στην εκπομπή “The View” από τη Barbara Walters. Τότε οι Strokes είχαν αφαιρέσει το κομμάτι “New York City Cops” από το άλμπουμ τους γιατί φοβόντουσαν ότι θα προσβάλλουν την αστυνομία. Τότε το ραπ δίδυμο Dead Prez έλεγε στο track “Know Your Enemy”, “να γνωρίζεις τον εχθρό σου, να γνωρίζεις τον εαυτό σου/αυτό είναι το σοφό/ο George Bush είναι πολύ χειρότερος από τον Bin Laden”. Ο M-1 και ο stic.man συνέχιζαν στο κομμάτι περιγράφοντας το FBI και τη CIA ως αληθινούς τρομοκράτες που αποκαλούσαν “κακοποιούς στα κόκκινα, λευκά και μπλε”.
Τότε ο τραγουδιστής της country Toby Keith ήταν ο Θυμωμένος Αμερικάνος που τραγουδούσε πως “τινάξαμε τον κόσμο σας σα να είναι 4η Ιουλίου” και προειδοποιούσε ότι αν είσαι εναντίον της χώρας του θα σου χώσει μία μπότα στον κώλο γιατί “αυτός είναι ο αμερικανικός τρόπος”. Με ορισμένες εξαιρέσεις όπως ο Jay Z που είχε εκφράσει εκείνη την πρώτη περίοδο την αλληλεγγύη του για τα θύματα με το “9/11 Freestyle”, οι εκπρόσωποι των περισσότερων ειδών της μουσικής είχαν σωπάσει. Από τα τέλη του 2003 και του 2004 με τους System of a Down, τους Radiohead, τους Green Day και τη Nellie McKay αρχίσαμε να ακούμε επικριτική μουσική για την εξωτερική πολιτική των Η.Π.Α. Αργότερα κομμάτια όπως το “Empire State of Mind” και το “Run This Town”, και τα δύο του Jay-Z το 2009, θα έμπαιναν στο πάνθεον των τραγουδιών που προτρέπουν κάθε φορά τη νέα γενιά να διεκδικήσει τη θέση της στη Νέα Υόρκη, συνοψίζοντας σε λίγους στίχους την υπόσχεση που δίνει ο ορίζοντας της πόλης όταν τον αντικρίζεις από μακριά. Η μουσική ήταν πια σε θέση να γιορτάσει την επουλωμένη μητρόπολη.
Κάποια στιγμή όμως – ίσως στα τελευταία χρόνια της κυβέρνησης του Obama αν κρίνω από τη συλλογική αμνησία που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 2016 – πολλοί Αμερικανοί ξέχασαν, ή ήθελαν να ξεχάσουν, πως κάποτε δεν ήταν απλώς υπέρ του πολέμου στο Ιράκ αλλά προσβάλλονταν και μόνο στην απλή ιδέα ότι μπορεί να μην στήριζες τον Πρόεδρο. Το έχει αποδείξει και έρευνα.
Ενδεχομένως σε αυτή την εξέλιξη να έχει συμβάλλει, ή να έχει βολέψει έστω, η αμηχανία του Χόλιγουντ ως προς την αναπαράσταση των πραγματικών γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου. Η θεωρία λέει πως το τραυματικό γεγονός εξακολουθεί να είναι πολύ ωμό, πολύ δύσκολο να κατανοηθεί στο σύνολό του, και ως εκ τούτου είναι ακατάλληλο θέμα για απλή ψυχαγωγία. Οι “συγγενείς” ταινίες και σειρές του περιστατικού πάλι, κατά βάση σχετικές με τον πόλεμο στο Ιράκ, αυξάνονται (Vice, The Report, The Looming Tower).
Είναι ένας πλάγιος τρόπος να αντιμετωπιστεί ένα μαζικό τραύμα. Να δοθεί επιτέλους νόημα σε μία ανείπωτη τραγωδία. Κάτι που μία κουλτούρα πολύ δύσκολα θα μάθει να κάνει, αλλά δε σημαίνει ότι δε θα συνεχίζει να το προσπαθεί.