Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΟΥ ΣΚΙΖΕΙ
Από το Ροδοχώρι Ημαθίας και την Υδρούσα Φλώρινας μέχρι τον Βελβεντό Κοζάνης, η νέα γενιά οινοποιών βάζει το δικό της λιθαράκι στους ΠΟΠ οίνους του βορρά.
Μας ενδιαφέρει το κρασί που πίνουμε, είναι γεγονός. Και φαίνεται ότι ενδιαφέρει και τη νέα γενιά οινοποιών που αναλαμβάνει τα ηνία από τους παλιούς και μπαίνει με φόρα στην εγχώρια αγορά και όχι μόνο. Στον μακρινό βορρά, οινοποιοί από τη Μακεδονία, τη Θράκη και την Ήπειρο έχουν ενώσει από καιρό τις δυνάμεις τους για την προώθηση της σύγχρονης εικόνας του επώνυμου ελληνικού ποιοτικού κρασιού μέσα από την Ένωση Οινοποιών Βορείου Ελλάδας.
Γηγενείς αλλά και διεθνείς αμπελοοινικές ποικιλίες συνδυάζονται με την εξέλιξη της αμπελοκαλλιέργειας και της οινοποίησης, δίνοντας στο κοινό τη δυνατότητα να διευρύνει την οινική του κουλτούρα γνωρίζοντας καλύτερα το ελληνικό κρασί και τους χαρακτηρισμούς ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) και ΠΓΕ (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη). Η σκυτάλη έχει δοθεί ήδη στους νεότερους οινοποιούς, οι οποίοι διατηρούν την κληρονομιά τους με σεβασμό αλλά τολμούν να εξελιχθούν.
Η νέα γενιά από το Βελβεντό Κοζάνης
Στο Βελβεντό Κοζάνης, οι Μαργαρίτα Βογιατζή και Θωμάς Καμκούτης δεν έχουν κλείσει τα τριάντα τους χρόνια αλλά αποτελούν ενεργά μέλη στα οινοποιεία της οικογένειάς τους. Και οι δύο μαθαίνουν στο πλευρό της παλιάς γενιάς, υμνούν το μεσοκλίμα της περιοχής και ονειρεύονται να αναδείξουν τον Τσαπουρνάκο, μια δυναμική τοπική ποικιλία.
“Είναι αυτή η ιδιαιτερότητα που βοηθά στη σωστή φαινολική ωρίμανση του καρπού κάνοντας τα κρασιά πολύπλοκα. Ο Τσαπουρνάκος νομίζω πως είναι η ναυαρχίδα της περιοχής μας. Είναι μια ερυθρή ποικιλία η οποία έχει εγκλιματιστεί απόλυτα στην περιοχή του Βελβεντού, δίνει κρασιά με πλούσιο χαρακτήρα. Γι’ αυτό αξίζει να ασχοληθούμε μαζί της και αμπελουργικά και οινολογικά” εξηγεί ο Θωμάς Καμκούτης.
Στα 28 της χρόνια, η κόρη ενός εκ των δύο ιδιοκτητών του Κτήματος Βογιατζή στο Βελβεντό Κοζάνης, έχει ενεργό ρόλο στο οινοποιείο. Η Μαργαρίτα Βογιατζή σπούδασε Οινολογία στο Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας αλλά λόγω της οικογενειακής φύσης της επιχείρησης, απασχολείται σε όλους τους τομείς – από την παραγωγή και τις πωλήσεις μέχρι τον οινοτουρισμό. Ζώντας από μικρή μέσα στα αμπέλια υπήρχε πάντα στο μυαλό της ότι θα μπορούσε να ασχοληθεί με το κρασί. Ο παππούς της ήταν λάτρης του κρασιού και των αμπελιών και η ίδια τον θυμάται από μικρή να λέει ότι μία από τις εγγονές πρέπει να ασχοληθεί με το κρασί. Και τώρα δεν μπορεί παρά να νιώθει χαρά που εκπλήρωσε την επιθυμία του.
“Πάντα νιώθεις υπερηφάνεια όταν οι κόποι σου ανταμείβονται. Νομίζω όμως πως δεν έχει έρθει ακόμα αυτή η στιγμή για μένα. Κάθε μέρα προσπαθώ για το κάτι παραπάνω. Από την παλιά γενιά κρατάω το μεράκι, το πάθος και την αγάπη για το κρασί και την αμπελοκαλλιέργεια. Δεν αλλάζω κάτι απλά το εξελίσσω με νέες και πιο εξελιγμένες τεχνικές αμπελοκαλλιέργειας και οινοποίησης”, λέει η Μαργαρίτα Βογιατζή.
Ο αμπελώνας βρίσκεται ανάμεσα στους πρόποδες των Πιερίων και στη λίμνη του Πολυφύτου, με αποτέλεσμα, όπως τονίζει, να δημιουργείται ένα ιδιαίτερο περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από ένα ηπιότερο κλίμα που φέρνει η μάζα του νερού που έχει η λίμνη. “Υπάρχει ένα σταθερό αεράκι στην περιοχή το οποίο ευνοεί τη βιολογική καλλιέργεια και δεν υπάρχουν πολλές ασθένειες λόγω του ότι δεν αφήνει την υγρασία να παραμείνει. Επίσης, το καλοκαίρι είναι ηπιότερη η ζέστη και τον χειμώνα οι ψυχρές μάζες δεν παραμένουν για να δημιουργήσουν παγετό. Η διάρκεια της φωτοσύνθεσης είναι μεγαλύτερη και έτσι ο τόπος αυτός είναι πολύ ευνοϊκός και δημιουργεί την ιδιαιτερότητα που έχουν τα κρασιά μας”.
Εκτός από τον Τσαπουρνάκο, η Μαργαρίτα Βογιατζή θέλει να ασχοληθεί και με το Μοσχόμαυρο, μια ποικιλία όχι και τόσο γνωστή, από την ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης. Όραμά της άλλωστε είναι η ανάδειξη των τοπικών ποικιλιών και η δημιουργία κρασιών υψηλής ποιότητας.
Οι τρεις εμφιαλώσεις του κτήματος που ξεχωρίζει είναι ο Νεαρός Τσαπουρνάκος, μια φρέσκια εκδοχή της τοπικής ποικιλίας, ο Λευκοτσικνιάς, που αποτελείται από 100% Ασύρτικο της περιοχής καθώς και το νέο απόκτημα, το Λάφιστα, ένα χαρμάνι από Ξινόμαυρο Βελβεντού και Μοσχόμαυρο.
Τέταρτη γενιά στον Αμπελώνα Καμκούτη που βρίσκεται στο Βελβεντό Κοζάνης είναι ο επίσης 28χρονος γεωπόνος Θωμάς Καμκούτης. Σε αυτό το μικρό boutique οινοποιείο, η ενασχόλησή του περιλαμβάνει όλα τα αντικείμενα, αλλά η μεγάλη του αγάπη είναι το αμπέλι.
“Ως η τέταρτη γενιά αμπελουργός και η δεύτερη οινοποιός, δε γινόταν να ξεφύγω από τον όμορφο χώρο του κρασιού. Αλλά πως μπορείς να ξεφύγεις από τη γοητεία του τρύγου, για παράδειγμα, με την κούραση, τις συγκρούσεις αλλά και την ευχαρίστηση και τα χαμόγελα όταν πρωτογεύεσαι το φρέσκο κρασί; Και υπάρχουν πολλές τέτοιες στιγμές στον χώρο του κρασιού”, λέει με ποιητική χροιά, που σίγουρα έρχεται να επισφραγίσει το λαϊκό πλέον ρητό “οίνος ευφραίνει καρδίαν”.
Η στιγμή της Ημαθίας και του Ξινόμαυρου
Το να μπαίνει το κρασί σου στη wine list ενός εστιατορίου με δύο αστέρια Michelin στη Γερμανία, δεν μπορεί παρά να σε κάνει υπερήφανο. Η στιγμή που ξεχωρίσε το Blanc de noir Chronos από 100% Ξινόμαυρο θα μείνει χαραγμένη στη μνήμη του Κωνσταντίνου Αργυράκη, καθώς το να δείξει τις δυνατότητες ενός λευκού Ξινόμαυρου ήταν ένα προσωπικό στοίχημα. Ο 30χρονος οινοποιός είναι και συνιδιοκτήτης του Argyrakis Wines, ένα από τα πρώτα Βιοκλιματικά Οινοποιεία της Ελλάδας στον Τριπόταμο Ημαθίας, το οποίο τρέχει μαζί με τον αδερφό του.
Η παρουσία του κρασιού ήταν πολύ έντονη στο σπίτι, καθώς ο πατέρας του, Γιώργος Αργυράκης, εργάζεται ως οινολόγος για περισσότερα από 35 χρόνια. Και το ταξίδι της οινοποίησης, αρκετά γοητευτικό. Γι΄αυτό το αντιμετώπισε με τον δικό του τρόπο. “Δε θα ακούσετε από εμένα μια ιστορία που να λέει ότι από μικρός είχα το ταλέντο να μυρίζω και να αναγνωρίζω μυρωδιές στο φαγητό και στα ποτά. Πιστεύω περισσότερο πως τα πράγματα τα οριοθετείς εσύ, προκειμένου να χώρας μέσα σε αυτά. Από την παλιά γενιά κρατάω το πάθος τους ως προς τη διατήρηση της παράδοσης και την προστασία του αμπελιού. Αυτό που θα άλλαζα αυτήν την στιγμή είναι η εικόνα του κρασιού. Πιστεύω στην πιο δημιουργική και ελεύθερη προσέγγιση του προϊόντος καθώς και στη σύνδεση του με κοινωνικά θέματα. Για παράδειγμα, τον περασμένο Ιούνιο κάναμε μια ολοσέλιδη καταχώρηση για τη στήριξη μας στην LGBTQ+ κοινότητα, κάτι που θεωρώ πολύ σημαντικό, καθώς το κρασί αποτελούσε και αποτελεί έναν τρόπο έκφρασης του ανθρώπου στην ιστορία του κόσμου. Οπότε θα ήθελα το κρασί να γίνει ένας κόσμος ακόμα πιο ανοιχτός προς όλους, ώστε να αυξηθεί και άλλο η δημιουργικότητα και η φαντασία στον χώρο. Όπως λέμε και μεταξύ μας, καλό είναι σε κάθε τραπέζι να έχουμε ανοιχτές φιάλες και ανοιχτά μυαλά”.
Ο 38χρονος Χρήστος Ταραλάς, MSc Γεωπόνος, οινοποιός στο Οινοποιείο Ταραλά στη Φυτειά Ημαθίας και ιδιοκτήτης του Κτήματος συνεχίζει ως τρίτη γενιά την ιστορία και την παράδοση της οικογένειάς του που ξεκίνησε την ενασχόληση της με το κρασί τη δεκαετία του 1920. Τα κρασιά Ταραλά έχουν βρει τον δρόμο τους στη διεθνή αγορά και μάλιστα έχουν κάνει χαρούμενους αρκετούς οινόφιλους. Το Ξινόμαυρο Νάουσα Ταραλάς του 2007, η πρώτη εμφιάλωση του οινοποιείου, ζητήθηκε από τον Χρήστο Ταραλά στις ΗΠΑ, στην Ουάσινγκτον, και μάλιστα με υπογραφή σε μία φιάλη. “Το ζευγάρι ιδιοκτήτες κάβας, που μου το ζήτησε την ίδια χρονιά παντρεύτηκε και απόκτησαν το πρώτο τους παιδί, και το χαρακτήρισαν ως ένα από τα καλύτερα κρασιά που έχουν δοκιμάσει στη ζωή τους”.
Το Ξινόμαυρο Νάουσα Ταραλάς του 2018, το οποίο ήταν το πρώτο κρασί για το οποίο ανέλαβε ο ίδιος την ευθύνη της οινοποίησης μετά την αλλαγή σκυτάλης από τους γονείς του, διακρίθηκε ως πρώτο στην Φινλανδία σε τυφλή γευστική δοκιμή ανάμεσα σε άλλα ξινόμαυρα και πλέον διατίθεται στην συγκεκριμένη χώρα μέσω του κρατικού μονοπωλίου.
Για τον Κωνσταντίνο Αργυράκη, το μικροκλίμα της περιοχής είναι ιδανικό για την ποικιλία του Ξινόμαυρου. Ο στόχος τους ως οινοποιείο είναι να εξερευνήσουν όλες τις δυνατότητες του. “Οι διάφορες θερμοκρασίας, μεταξύ μέρας και νύχτας, βοηθάει την ποικιλία να αναπτύξει το χρώμα της αλλά όχι μόνο. Το μικροκλίμα της περιοχής μάς βοηθάει στο να δημιουργούνται πολύπλοκα Ξινόμαυρα με τεράστιες δυνατότητες εξέλιξης και παλαίωσης. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια, λόγω κλιματικής αλλαγής έχει αυξηθεί η θερμοκρασία, κάτι που σιγά σιγά διαφοροποιεί και τις ιδανικές συνθήκες για αυτήν την ποικιλία. Αυτό το θέμα είναι ακόμα προς παρακολούθηση” καταλήγει.
Ο αμπελώνας του Κτήματος Ταραλά προστατεύεται με τη σειρά του από το μικροκλίμα της περιοχής, καθώς περιβάλλεται από δάσος και επειδή καλλιεργούν βιολογικά δεν έχουν χημικές επιρροές στο σταφύλι. “Επίσης λόγω της σύστασης του εδάφους προσδίδει χαρακτηριστική οξύτητα στο σταφύλι, που δεν λείπει άλλωστε από το Ξινόμαυρο, η οποία μας επιτρέπει να δημιουργούμε κρασιά με έντονο χαρακτήρα και μεγάλη δυνατότητα παλαίωσης”.
Το Ξινόμαυρο αποτελεί μια πρόκληση για τους οινοποιούς, καθώς πρόκειται για μια ποικιλία που αφήνει το πεδίο ελεύθερο για πειραματισμούς. “Είμαστε οι μόνοι που παράγουμε ερυθρό αφρώδες οίνο στην Ελλάδα και έχουμε σκοπό να βγάλουμε κι άλλες εκδοχές πάντα με Ξινόμαυρο αποκλειστικά” λέει ο Χρήστος Ταραλάς, που έχει ως όραμα να χαρακτηριστεί το οινοποιείο ως το κτήμα του Ξινόμαυρου, όπου θα παράγουν εκτός από κρασιά σε όλες τις εκδοχές, και άλλα προϊόντα σε εμπορικές ποσότητες μόνο από Ξινόμαυρο, όπως αμπελόφυλλα, βαλσαμικό ξύδι, γλυκό κρασί κ.α. Ο ίδιος ξεχωρίζει σίγουρα την εμφιάλωση του Νάουσσα Ταραλάς 2007, την πρώτη εμφιάλωση του ερυθρού αφρώδους ‘Aphrodite’ του 2018 και την εμφιάλωση του λευκού Blanc Xinomavro 2020.
“Προσωπικά δεν νιώθω ότι έχω καταφέρει να “δαμάσω” την ποικιλία του Ξινόμαυρου, στην οποία βρίσκω πολύ δημιουργικό χώρο για να “παίξω”. Πιστεύω επίσης και σε μια άτυπη εξειδίκευση στους οινολόγους, έτσι και εγώ επέλεξα να ειδικευτώ στο Ξινόμαυρο. Άλλωστε είμαστε ένα μικρό και νέο Κτήμα, οπότε έχω αφοσιωθεί στο να είναι μια διαφορετική έκφραση του Ξινόμαυρου. Θυμάστε μου, σας μίλησα για το Ξινόμαυρο;” προσθέτει ο Κωνσταντίνος Αργυράκης.
Στα τριάντα του χρόνια, ο Χριστόφορος Γεωργιάδης, διαχειρίζεται το οικογενειακό οινοποιείο Αργατία στο Ροδοχώρι της Νάουσας. Με σπουδές πάνω στην Οινολογία και Τεχνολογία Ποτών στη Δράμα, αποτελεί τη δεύτερη γενιά του οινοποιείου.
Η περιοχή της Νάουσας είναι γνωστή για τα κρασιά μακράς παλαίωσης από την ποικιλία Ξινόμαυρο. Όπως εξηγεί, είναι το κλίμα της περιοχής – μεσογειακό με τάσεις ηπειρωτικού – σε συνδυασμό με το πλούσιο μωσαϊκό του εδάφους και την επίδραση του επιβλητικού μας βουνού, του Βερμίου, που συμβάλουν στην δημιουργία πολλών ιδιαίτερων terroir στη Νάουσα. Οι δικοί τους αμπελώνες, βρίσκονται στη βορειότερη και πιο δροσερή περιοχή της ζώνης, σε δύο διαφορετικούς αμπελότοπους. Στη Λάκκα, με τα εδάφη να είναι πιο ελαφριά, τα σταφύλια ωριμάζουν το τελευταίο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη. Στην Κράστα όπου τα εδάφη είναι πιο βαριά και η μέση θερμοκρασία μικρότερη σε σχέση με τη Λάκκα, τα σταφύλια ωριμάζουν το πρώτο δεκαήμερο του Οκτώβρη. “Και οι δύο περιοχές δίνουν τυπικά Ξινόμαυρα, με διαφορετικό χαρακτήρα. Πλουσιότερες τανίνες, οξύτητα, πιο στιβαρή δομή στην Κράστα, πιο φρουτένια, με πιο έντονη μύτη, μαλακότερες τανίνες και πιο ‘εύκολα’ κρασιά η Λάκκα” λέει χαρακτηριστικά.
Στη Νάουσα, ωστόσο, υπάρχει μια άγνωστη σχετικά λευκή τοποποικιλία, το πρεκνάδι ή πρεκνιάρικο (πρέκνα = φακίδα) και οι οινοποιοί που ασχολούνται με την καλλιέργεια και οινοποίησή του είναι λίγοι. Ο Χριστόφορος Γεωργιάδης θα ήθελε να πειραματιστεί και ο ίδιος στο μέλλον με τη λευκή αυτή ποικιλία γιατί πιστεύει πως δεν πρέπει να χαθεί από την περιοχή.
“Κάθε φορά που κάποιος πίνει ή δοκιμάζει τα κρασιά μας και του αρέσουν, εγώ νιώθω πολύ περήφανος” καταλήγει. Από την παλιά γενιά κρατάει πολύ σφιχτά τη γνώση και την τεράστια εμπειρία που έχουν οι γονείς του στον χώρο, χωρίς αυτό να στέκεται εμπόδιο στο να αποκτήσει τη δική μου. “Φυσικά και έχω αλλάξει ορισμένα πράγματα και διαρκώς πειραματίζομαι με διάφορες τεχνικές στο κομμάτι της οινοποίησης. Έχω συνδυάσει της εμφιαλώσεις που ξεχωρίζω με τα κυρίαρχα αρώματά τους. Όταν εμφιαλώνουμε, μυρίζω το κρασί με το ποτήρι μου και φτιάχνω μια ανάμνηση. Έτσι θυμάμαι πως το 2021 όταν εμφιαλώσαμε το κρασί ΝΕΥΜΑ 2019, μέχρι και ο χώρος της εμφιάλωσης μύριζε κόκκινα βατόμουρα. Το 2020 στην εμφιάλωση της Νάουσας 2018, ξεχώρισα το άρωμα του κερασιού. Το 2021 εμφιαλώθηκε το πρώτο ροζέ κρασί μας, το οποίο γέμισε με το άρωμα του τριαντάφυλλου το χώρο εμφιάλωσης”.
Στο Κτήμα Φουντή στη Νέα Στράντζα Ημαθίας, η 43χρονη Γεωργία Φουντή δραστηριοποιείται στην οικογενειακή επιχείρηση εδώ και 19 χρόνια αξιοποιώντας τις σπουδές της στη διοίκηση επιχειρήσεων και marketing. Ξεκίνησε να βοηθάει στο οινοποιείο από όταν ήταν δεκατριών χρονών και μέχρι σήμερα έχει να θυμηθεί πολλές όμορφες στιγμές σε αυτή τη δουλειά, που την κάνουν να νιώθει υπερηφάνεια.
“Οι σημαντικότερες είναι όταν ο κόσμος δοκιμάζει τα κρασιά σου και ακούς διθυραμβικά σχόλια γι’ αυτά ή ακόμη και για σένα τον ίδιο. Όπως γνωρίζουμε όλοι το προϊόν που παράγουμε αντικατοπτρίζει ως ένα βαθμό τον χαρακτήρα μας ως άνθρωπο. Τότε πραγματικά νιώθω υπερήφανη. Αισθάνεσαι ότι αναγνωρίζετε η δουλειά που κάνεις” εξηγεί.
Για την ίδια, η προηγούμενη γενιά είναι αυτή που ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο στους νεότερους και έδωσε πάλι πνοή στον αμπελώνα της Νάουσας. “Οι γνώσεις τους, κυρίως σε ό,τι αφορά το αμπέλι αλλά και στην παραγωγή κρασιού είναι πραγματικά ανεκτίμητες, βασίζονται όμως περισσότερο στην εμπειρία και όχι τόσο στην επιστημονική κατάρτιση. Εδώ λοιπόν έρχεται η νέα γενιά με την επιστημονική της πλέον γνώση να εξελίξει και να βελτιώσει την είδη υπάρχουσα σημαντικότατη προσπάθεια. Δεν αλλάζουμε λοιπόν κάτι απλά κρατάμε σαν φυλαχτό ό,τι έχουν να μας πουν, ακούμε, αφουγκραζόμαστε και προσπαθούμε να προχωράμε πάντα έχοντας ως στόχο το καλύτερο”.
Το όραμά της για την περιοχή είναι να δοθούν άδειες για να φυτευτούν περισσότερα αμπέλια με Ξινόμαυρο και φυσικά να γίνουν και άλλα οινοποιεία. “Να καταφέρουμε κάποια στιγμή να ξαναβάλουμε τη ζώνη της Νάουσας στη θέση που της αξίζει και το Ξινόμαυρο να ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Θέλει προσπάθεια, υπομονή, επιμονή αλλά νομίζω ότι έχει τα φόντα για να γίνει”.
Το Μοσχόμαυρο της Φλώρινας
Αμπελουργός και οινοποιός, ο 38χρονος σήμερα Νίκος Πάντος μεγάλωσε μέσα στα αμπέλια, γνωρίζοντας από μικρός όλες τις εργασίες. Η γνώση εξελίχθηκε σε πάθος για το κρασί. Στο ακριτικό Οινοποιείο Πάντου στην Υδρούσα Φλώρινας, ο ίδιος αναλαμβάνει όλα τα καθήκοντα, από τα αμπελοτόπια του κτήματος έως την παραγωγή των κρασιών,
“Περηφάνεια για τη δουλειά μου ένιωσα όταν άρχισαν να βραβεύονται τα κρασιά που παράγω ο ίδιος χωρίς την βοήθεια του πατέρα μου. Από την παλιά γενιά κρατάω την εμπειρία που έχουν πάνω στη δουλειά. Αυτό βοηθάει να μην κάνεις τα ίδια λάθη και ταυτόχρονα να βελτιώνεσαι. Έχω αλλάξει τον τρόπο οινοποίησης, ωρίμανσης και παλαίωσης των κρασιών” εξηγεί.
Το μικροκλίμα τις περιοχής με 740 μέτρα υψόμετρο ευνοεί των αμπελώνα. Τον χειμώνα έχουν χιόνι και πολλές βροχές, γεγονός που εξασφαλίζει στα αμπέλια την απαραίτητη υγρασία, όπως εξηγεί. Το καλοκαίρι, σημειώνονται μεγάλες θερμοκρασιακές διακυμάνσεις μέρας (32) και νύχτας (12) που είναι κατάλληλες για τη σωστή ωρίμανση των σταφυλιών, τα χαρακτηριστικά που προσδίδουν στο κρασί, τη διατήρηση των αρωμάτων με έντονο φρούτο και την υψηλή οξύτητα.
Ασχολούνται με το Μοσχόμαυρο, την ποικιλία που φύτεψε ο παππούς του και που υπάρχει στον οικογενειακό αμπελώνα από το 1982. “Όταν πραγματοποιήσαμε μια αναδιάρθρωση του αμπελώνα κρατήσαμε αυτόν τον κλώνο και έτσι παράγουμε το ροζέ κρασί μας από το Μοσχόμαυρο. Το όραμα που έχω για την περιοχή είναι να φυτευτούν και άλλα αμπέλια και να επεκτείνουμε το Οινοποιείο. Να βάλω και εγώ ένα λιθαράκι για την επόμενη γενιά”.