Η ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΤΡΟΥ ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΑΝΑΣΤΗΣΕΙ ΕΝΑΝ ΝΕΚΡΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟ ΠΡΟΕΔΡΟ
Υπήρξε ένας άνθρωπος -σοβαρός- που πίστευε ότι μπορεί να φέρει πίσω στη ζωή τον Τζορτζ Ουάσιγκτον. Και αυτή είναι η ιστορία του.
Όταν ο δρ Γουίλιαμ Θόρντον έμαθε ότι ο φίλος και ευεργέτης του, Τζορτζ Ουάσιγκτον, ήταν άρρωστος έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε με το άλογό του για να φτάσει κοντά του. Όμως, όσο και αν διέσχισε σχεδόν πετώντας την πολιτεία της Βιρτζίνια, το πρωί της 15ης Δεκεμβρίου 1799 που έφτασε κοντά στον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ, ήταν ήδη πολύ αργά. Η οικογένεια του Ουάσιγκτον ήδη θρηνούσε τον θάνατό του πρώτου Προέδρου των ΗΠΑ, λέγοντας στον σοκαρισμένο Θόρντον ότι ο φίλος του ήταν ήδη νεκρός από το προηγούμενο βράδυ.
Ο Θόρντον όμως σκέφτηκε ότι όχι, δεν είχε φτάσει πολύ αργά. Πίστευε μέσα στο θράσος του κάτι αδιανόητο, το οποίο το μοιράστηκε και με όσους πενθούσαν εκείνη την ώρα στο σπίτι του Ουάσιγκτον: ότι μπορούσε να επαναφέρει τον Ουάσιγκτον στη ζωή.
ΕΝΑΣ ΕΥΡΥΜΑΘΗΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Χωρίς να είναι κάποιος κομπογιαννίτης ή κάποιου είδους επίδοξος Φρανκεστάιν (μιλάμε για τον γιατρό Φρανκενστάιν, που έφερε στη ζωή το “τέρας” του), ο Θόρντον θεωρούνταν ιδιοφυΐα στην εποχή του, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Τζόναθαν Χορν, συγγραφέα του βιβλίου “Washington’s End: The Final Years and Forgotten Struggle”.
“Ήταν μια προσωπικότητα του Διαφωτισμού, ένας χαρακτήρας τύπου Τόμας Τζέφερσον που πίστευε ότι η επιστήμη και η λογική μπορούσαν να λύσουν σχεδόν κάθε πρόβλημα”, γράφει χαρακτηριστικά.
Γεννημένος στις βρετανικές Δυτικές Ινδίες το 1759, ο Θόρντον θήτευσε στην ιατρική σχολή της Σκωτίας προτού μετακομίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1787 και αποκτήσει την αμερικανική υπηκοότητα. Αν και ο Θόρντον δεν είχε καμία εκπαίδευση πάνω στην αρχιτεκτονική, ο Ουάσιγκτον το 1793 επέλεξε το δικό του σχέδιο για το νέο Καπιτώλιο των ΗΠΑ και τον επόμενο χρόνο τον διόρισε ως έναν από τους τρεις επιτρόπους που επέβλεπαν την κατασκευή της πόλης της Ουάσιγκτον.
Την ίδια στιγμή, όντας κάποιος που έκανε μελέτες πάνω στην “επιστήμη του ύπνου”, ο Θόρντον κατέγραψε δεκάδες περιπτώσεις ζώων και ανθρώπων που επανήλθαν από καταστάσεις ανασταλτικής λειτουργίας, από καταστάσεις δηλαδή που εξωτερικά έδειχναν για νεκροί. Παράλληλα, ήταν ενταγμένος στη Βασιλική Ανθρωπιστική Εταιρεία, η οποία είχε ιδρυθεί στο Λονδίνο το 1774 για να προωθήσει την καινοτόμο ιατρική τεχνική της τεχνητής αναπνοής στόμα με στόμα, που περιεγράφηκε για πρώτη φορά το 1744 από τον χειρουργό Ουίλιαμ Τόσακ, για την επανεκκίνηση της αναπνοής και των καρδιακών παλμών σε θύματα πνιγμού.
Ο ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ ΦΟΒΟΤΑΝ ΟΤΙ ΘΑ ΘΑΦΤΕΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ
Σε μια εποχή που οι γιατροί πολύ συχνά μπέρδευαν τους πραγματικά νεκρούς με εκείνους που απλώς είχαν πέσει σε κώμα, ο φόβος των ανθρώπων να μη θαφτούν ζωντανοί ήταν πολύ μεγάλος.
Ήταν τόσο διαδεδομένος που οδήγησε στην εφεύρεση φέρετρων ασφαλείας, όπως ένα μοντέλο που περιλάμβανε ένα σπάγκο που ο “ένοικος” του φέρετρου του μπορούσε να τραβήξει για να χτυπήσει ένα επίγειο κουδούνι ως σήμα ότι είχε κατά λάθος θαφτεί ζωντανός.
Έτσι και ο Ουάσιγκτον, όσο βρισκόταν στο νεκροκρέβατό του το βράδυ της 14ης Δεκεμβρίου φοβήθηκε ότι μπορεί να θαφτεί ζωντανός και έτσι έδωσε μία πολύ συγκεκριμένη εντολή στον γραμματέα του, Τομπάις Λέαρ: πρώτα να περάσουν δυο μέρες από τον θάνατό του και μετά να θάψουν τη σορό του.
Ο Ουάσιγκτον είχε υπομείνει ένα βασανιστικό 48ωρο μετά από μια ιογενή λοίμωξη του λαιμού του, που πιστεύεται ότι ήταν οξεία επιγλωττίδα, η οποία δυσκόλευε την κατάποση και την αναπνοή. Καθώς ο Ουάσιγκτον πνιγόταν σιγά σιγά μέχρι θανάτου, οι γιατροί και ένας επόπτης του Μάουντ Βέρνον αφαίρεσαν το 40% του αίματός του (περισσότερα από δύο λίτρα) πιστεύοντας ότι οι τέσσερις αιμοληψίες θα διόρθωναν την ανισορροπία των τεσσάρων κύριων χυμών (αίμα, φλέγμα, κίτρινη χολή και μαύρη χολή) που θεωρούσαν τότε ότι προκαλούσαν τη μόλυνση.
Οι γιατροί που είχαν πέσει από πάνω του δοκίμασαν ένα σωρό από ιατρικές μεθόδους που σήμερα μας φαίνονται ακατανόητες, χωρίς αποτέλεσμα βεβαιώς. Σταμάτησαν τις προσπάθειές τους, όταν τους το ζήτησε ευγενικά ο ίδιος ο πρώην Πρόεδρος.
Όταν, λοιπόν, η είδηση της ασθένειας του 67χρονου Ουάσιγκτον έφτασε στην ομώνυμη πόλη, ο Θόρντον ξεκίνησε αμέσως για να κάνει το γνωστό για εκείνον ταξίδι στο Μάουντ Βέρνον, ένα μέρος όπου διανυκτέρευε συχνά. Παρόλο που δεν ήταν ο προσωπικός γιατρός του Ουάσιγκτον και δεν άσκησε ποτέ την ιατρική μετά την άφιξή του στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Θόρντον διέθετε την “απόλυτη εμπιστοσύνη ότι θα μπορούσε να τον ανακουφίσει” εκτελώντας μια καινοτόμο, αλλά εξαιρετικά σπάνια χειρουργική τεχνική -την τραχειοστομία.
Όπως είπαμε όμως και προηγουμένως δεν τον πρόλαβε ποτέ ζωντανό. Κατά τη “συνάντησή” του με το πτώμα του Ουάσιγκτον, ο Θόρντον θυμήθηκε τις περιπτώσεις που είχε διαβάσει για ψάρια που επανήλθαν στη ζωή μετά από κατάψυξη και κάπως έτσι άρχισε να σχεδιάζει κάτι εντελώς ανήκουστο: την ανάσταση του εκλιπόντος προέδρου.
Πρότεινε, λοιπόν, να ξεπαγώσουν το πτώμα του σε κρύο νερό πριν το ζεστάνουν με κουβέρτες. Στη συνέχεια τους είπε ότι θα άνοιγε μια δίοδο προς τους πνεύμονές του με μια τραχειοτομή και, όπως θυμόταν ο ίδιος στη δεκαετία του 1820, “θα τους φούσκωνε με αέρα, για να παράγει τεχνητή αναπνοή”. Προκειμένου να αντισταθμίσει το αίμα που είχε αφαιρεθεί από τον Ουάσιγκτον, το τελευταίο βήμα του Θόρντον θα ήταν να μεταγγίσει τον ασθενή με αίμα αρνιού.
“Ο Θόρντον έβλεπε όλη αυτήν την προσπάθεια, όχι από θρησκευτική αλλά από επιστημονική σκοπιά. Εξέταζε τις διαδικασίες που σκότωσαν τον Ουάσιγκτον και πίστευε ότι μπορούσε να τις αντιστρέψει”, λέει ο Χορν.
Ο Θόρντον εξήγησε το σκεπτικό του πίσω από αυτήν την ανορθόδοξη συνταγή. “Πέθανε από την απώλεια του αίματος και από την έλλειψη αέρα. Αν τα αποκαταστήσει κάποιος αυτά με τη θερμότητα που είχε αφαιρεθεί, και καθώς ο οργανισμός ήταν από κάθε άποψη τέλειος, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία στο μυαλό μου ότι η αποκατάστασή του είναι δυνατή”.
Ωστόσο, κανείς άλλος στο σπίτι του εκλιπόντος Προέδρου Μάουντ Βέρνον δεν συμμεριζόταν την πίστη του γιατρού. “Δεν βρήκα υποστήριξη σε αυτή την πρόταση, διότι κρίθηκε ατελέσφορη”, θα έγραφε κάποια χρόνια αργότερα ο ίδιος. “Κάποιοι αμφέβαλλαν αν θα ήταν σωστό ή αν θα ήταν δυνατόν, να επιχειρήσουμε να επαναφέρουμε στη ζωή κάποιον που είχε φύγει γεμάτος τιμή και φήμη”.
Πρέπει εδώ να πούμε ότι ειδικά μετά το βασανιστικό τέλος που είχε υποστεί ο Ουάσιγκτον, η οικογένειά του επιθυμούσε να τιμήσει τις οδηγίες που είχε δώσει στους γιατρούς του την προηγούμενη ημέρα: “Σας παρακαλώ να μην ασχοληθείτε άλλο μαζί μου, αφήστε με να φύγω ήσυχα”. Και κάπως έτσι το όνειρο του Θόρντον να παλέψει για να τον αναστήσει, έπεσε στο κενό.
ΤΟ ΠΤΩΜΑ ΤΟΥ ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ
Παρά το γεγονός ότι τον είχαν σταματήσει απ’ τις προσπάθειές του να αναστήσει τον πρώην Πρόεδρο, ο Θόρντον εξακολουθούσε να μην αρκείται στο να αφήσει τον φίλο του να αναπαυθεί εν ειρήνη στο Μάουντ Βέρνον. Παρόλο που ο τελευταίος άφησε σαφείς οδηγίες στη διαθήκη του ότι επιθυμούσε να ταφεί στην έπαυλή του, ο Θόρντον ήλπιζε ότι θα ενταφιαζόταν σε έναν ειδικό θάλαμο ταφής που είχε σχεδιάσει κάτω από τη ροτόντα του Καπιτωλίου των ΗΠΑ.
Λίγες ημέρες μετά τον θάνατο του Ουάσιγκτον, ο πρόεδρος Τζον Άνταμς ρώτησε τη σύζυγό του, Μάρθα Ουάσιγκτον, η οποία ήταν η εκτελέστρια της διαθήκης του, αν θα ήθελε να μεταφέρει τη σορό του στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Η Μάρθα, που τόσο συχνά αποχωριζόταν τον σύζυγό της κατά τη διάρκεια της ζωής του, είχε προγραμματίσει να περάσει την αιωνιότητα θαμμένη στο πλευρό του. Ωστόσο, δέχτηκε για άλλη μια φορά να θυσιάσει τις επιθυμίες της για το καλό της χώρας.
Όταν το Κογκρέσο έμαθε την επιθυμία της Μάρθας να ταφεί δίπλα στον σύζυγό της, συμφώνησε να κάνει χώρο στην κρύπτη του Καπιτωλίου και γι’ αυτήν. Λόγω έλλειψης χρημάτων και υλικών -και μιας πυρκαγιάς που έβαλαν τα βρετανικά στρατεύματα κατά τη διάρκεια του Πολέμου του 1812- η κατασκευή του Καπιτωλίου καθυστέρησε τις επόμενες δεκαετίες.
Καθώς πλησίαζε η εκατονταετηρίδα των γενεθλίων του Ουάσιγκτον το 1832, οι αντιδράσεις για τη μετακίνηση της σορού του μεγάλωσαν. “Η ιδέα συναντούσε αντίσταση σε αυτό το σημείο από τους συντοπίτες του που πίστευαν ότι το σώμα του ανήκε σε αυτούς και ότι θα έπρεπε να παραμείνει στη Βιρτζίνια”, λέει ο Χορν.
Τελικά, αφού τα λείψανα του Ουάσιγκτον τοποθετήθηκαν σε έναν νεόδμητο τάφο στο Μάουντ Βέρνον, η ιδέα της μεταφοράς τους θα πέθαινε οριστικά -για να μην αναστηθεί ποτέ ξανά.
Ο τάφος στο Μάουντ Βέρνον στεγάζει μέχρι και σήμερα τα λείψανα του Ουάσινγκτον, της συζύγου του, καθώς και άλλων 25 μελών της οικογένειας.