ΚΑΤΙΑ ΓΚΟΥΛΙΩΝΗ ΣΤΟ NEWS 24/7: “Η ΜΠΕΛΛΟΥ ΔΕΝ ΚΡΥΒΟΤΑΝ ΠΟΤΕ. ΕΛΕΓΕ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΜΟΥ”
Η Κάτια Γκουλιώνη μιλά στο Magazine με αφορμή την παράσταση "Σωτηρία με λένε" που παρουσιάζεται στο Μικρό Χορν.
Οι εμφανίσεις της στο θέατρο είναι προσεκτικά επιλεγμένες, γι’ αυτό και δεν είναι πολλές. Μεγάλη της αγάπη το σινεμά, όπου και έχει αποσπάσει πολλές διακρίσεις (βραβείο Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία «Πολυξένη: Μια ιστορία από την Πόλη» και βραβείο Β΄ γυναικείου ρόλου στην ταινία Ευτυχία). Στο ευρύ κοινό συστήθηκε ως Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου στην ομώνυμη ταινία του Άγγελου Φραντζή που σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Τη φετινή σεζόν ενσαρκώνει άλλη μία τεράστια μουσική προσωπικότητα, τη Σωτηρία Μπέλλου υπό τη σκηνοθετική οπτική του Γιώργου Παπαγεωργίου στο θέατρο Μικρό Χορν.
Το ραντεβού μας είχε οριστεί στη γειτονιά της, την Κυψέλη, σ΄ένα καφέ στη Φωκίωνος Νέγρη. Με περίμενε ήδη εκεί. Ξεκινήσαμε να συζητάμε αυθόρμητα, σαν να γνωριζόμαστε από καιρό. Αφορμή η σκληρή πραγματικότητα. Όσο καθόμασταν στο καφέ, πέρασαν τουλάχιστον τρεις καλοντυμένοι άνω των 70 χρόνων άνθρωποι που με ευγενικό τρόπο ζήτησαν βοήθεια…
“Ζούμε έναν διαρκή υποβιβασμό. Μπορεί ο μέσος άνθρωπος για παράδειγμα που έχει παιδιά να πει πως θα τα σπουδάσει με βάση τις δικές τους επιθυμίες; Με τι οικονομικά εχέγγυα; Γιατί η αλυσίδα του προβλήματος ξεκινά από εκεί, από την παιδεία. Όλα αυτά που βλέπουμε γύρω μας είναι το σύμπτωμα. Δεν είναι η ρίζα…”
Πάντως η γενιά του ‘80 υπολείπεται βασικά ανθρωπιστικών σπουδών. Έπρεπε να μπεις στο Πολυτεχνείο ή να σπουδάσεις προγραμματιστής Η/Υ για να βρεις υποτίθεται δουλειά…
Μα προς τα εκεί σε σπρώχνουν όλα και όλοι. Να κάνεις κάτι αποκλειστικά για να βρεις δουλειά. Προσωπικά αποφάσισα πως αφού δε θα μπορούσα να κάνω τίποτα, θα έκανα αυτό που μου αρέσει. Το “θέλω” μου είχε να κάνει πάντα με το θέατρο. Αρχικά, μου άρεσε πολύ και ασχολήθηκα με τη σκηνογραφία και την ενδυματολογία. Αυτό στάθηκε και η αφορμή να ασχοληθώ με το θέατρο και να μπω σε μία δραματική σχολή.
Μικρή ήθελα να γίνω νοσοκόμα. Δεν ξέρω γιατί, ίσως γιατί πάντα παρατηρούσα στα νοσοκομεία πως οι νοσοκόμες ήταν πολύ δοτικές και πως ήταν σε μία κατάσταση επείγοντος. Αυτό αυτό μου διέγειρε το φαντασιακό πως έκαναν κάτι πολύ σημαντικό. Και δεν είχα άδικο. Κάτι πολύ σημαντικό κάνουν.
Αναπολώντας τα παιδικά μου χρόνια, η μοναδική σύνδεση που θα έλεγα πως βρίσκω με αυτό που κάνω τώρα είναι πως στο νηπιαγωγείο δεν κατάφερα να πω ένα ποίημα. Κάπως μπλόκαρα, είχα και τα περισσότερα λόγια από όλους τους συμμαθητές μου, κι αυτή η φοβία υπάρχει πάντα μέσα μου. Μήπως χάσω τα λόγια μου. Νομίζω πως ψυχαναλυτικά, εκεί βρίσκεται η σύνδεση. Κάτι πρέπει να συνεβη με την έκθεση αυτή και οδήγησε στην τωρινή κατάσταση της υποκριτικής.
Κατάσταση που άμεσα συνδέεται με την πραγματική ζωή, γιατί ολοένα και περισσότερο αναπτύσσουμε έναν ηθικό κανόνα για το τι πρέπει να πούμε, ή να μη χάσουμε αυτό που πρέπει να πούμε. Τόσο που και μία μόνο λέξη να αλλάξουμε, μπορεί να γίνει και αιτία τσακωμού και πολέμου. Πλέον σκεφτόμαστε πάρα πολύ αυτά που πρέπει να πούμε και τον τρόπο που πρέπει να τα πούμε.
Πλέον τα γράφουμε στα κινητά …
Προσωπικά, τον τελευταίο καιρό νιώθω πως δεν μπορώ άλλο με τα μηνύματα. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να λεει δεν αντέχω, ας μιλήσουμε στο τηλέφωνο.
Γιατί δε μιλάμε όμως;
Είναι θέμα συνήθειας. Εθιζόμαστε σε ένα πληκτρολόγιο. Υπάρχει επίσης η ψευδαίσθηση πως όταν γράφεις γύρω από κάτι, είσαι ενεργός και δεν απαιτείται να είσαι απόλυτα συγκεντρωμένος. Το να μιλήσεις, απαιτεί συγκέντρωση και επικοινωνία ουσιαστική.
Ας περάσουμε στο έργο αυτό της Σοφίας Αδαμίδου για τη Σωτηρία Μπέλλου.
Δυστυχώς, δεν πρόλαβα να τη γνωρίσω τη Σοφία Αδαμίδου. Τη γνώρισα μέσα από το έργο της και νιώθω πως ήταν μια γυναίκα με απίστευτη ανθρωπιά. Η ευγένεια που έχει στον τρόπο που γράφει, στο πώς προσέγγισε τη Μπέλλου, στο τι έχει επιλέξει να κρατήσει, στο τι κράτησε.
Ήταν πολύ δύσκολο τότε να μιλάς ανοιχτά για τη σεξουαλική σου προτίμηση. Και η Μπέλλου το έκανε. Μιλούσε εντελώς ανοιχτά. Μιλούσε για τη σύντροφό της που έμεναν μαζί. Όχι σαν ιδιαιτερότητα. Αυτό είναι το επίτευγμα της γυναίκας αυτής.
Ήταν σίγουρα μία σπάνια περίπτωση ανθρώπου. Δεν είναι τυχαίο που η Μπέλλου δεν έχει παραχωρήσει σε κανέναν άλλο αυτή τη δικαιοδοσία να γράψει βιβλίο για τη ζωή της. Με αγγίζει τρομερά πολύ και με εμπνέει το πως την έχει αγγίξει. Η Σοφια Αδαμίδου από τη μία τη χαϊδεύει και πιάνει πολύ διαφορετικές πτυχές της προσωπικότητάς της και από την άλλη δε διστάζει να παρουσιάσει και το πιο δύστροπα κομμάτια της. Και έτσι την έκανε και ακόμη πιο γοητευτική.
Τι σε γοητεύει τόσο στη Μπέλλου;
Η ανάγκη της να υπάρχει. Με όποιον τρόπο. Να υπάρχει από τα πέντε της χρόνια που έχουμε καταγραφή γεγονότων για τη ζωή της μέχρι τη στιγμή που πέθαινε. Η ανάγκη της να υπάρχει με έναν τρόπο σύμφωνο με τις αρχές της. Με τεράστιο κόστος. Με συλλήψεις, με πολύ ξύλο, με τα δικαιώματα της επιθυμίας της γύρω από το σεξουαλικό κομμάτι που δεν το έκρυψε ποτέ.
Ήταν πολύ δύσκολο τότε να μιλάς ανοιχτά για τη σεξουαλική σου προτίμηση. Και η Μπέλλου το έκανε. Μιλούσε εντελώς ανοιχτά. Μιλούσε για τη σύντροφό της που έμεναν μαζί. Όχι σαν ιδιαιτερότητα. Αυτό είναι το επίτευγμα της γυναίκας αυτής. Τις προτιμήσεις της δεν τις αντιμετώπιζε ως ιδιαιτερότητα.
Τι ήταν αυτό που την έκανε να έχει αυτήν την εσωτερική δύναμη;
Δεν ξέρω, γιατί η οικογένειά της ήταν πολύ συντηρητική, άνθρωποι μεσοαστοί. Πήρε πολλή αγάπη από τον παππού της που ήταν ψάλτης. Από αυτόν έμαθε μέχρι τα έξι της χρόνια να τραγουδάει στο ψαλτήρι, στην εκκλησία της Χαλκίδας. Αυτό εξηγεί και τη βυζαντινή της φωνή και το ό,τι αυτή έβαλε στο λαϊκό τραγούδι κάτι εντελώς δωρικό και μετρημένο.
Η Σοφία Αδαμίδου ήταν μία σπάνια περίπτωση ανθρώπου. Δεν είναι τυχαίο που η Μπέλλου δεν έχει παραχωρήσει σε κανέναν άλλο αυτή τη δικαιοδοσία να γράψει βιβλίο για τη ζωή της.
Εμείς έχουμε γι αυτήν την εικόνα του θωρηκτού, μίας γυναίκας πολύ δυναμικής. Καμία σχέση. Η ψυχή της ήταν σαν σπουργίτι. Έκλεβε από το μπακάλικο του πατέρα της και έδινε χρήματα στους φτωχούς. Οι γονείς τής απαγόρευαν να μιλά με αριστερούς και με κατώτερα, πολύ φτωχά δηλαδή, παιδιά. Αυτή όμως γεννήθηκε με έναν δέκτη πολύ πιο ευαίσθητο από τον μέσο όρο των ανθρώπων.
Δεν της έμενε ποτέ μία. Τα μοίραζε τα χρήματά της σε ανθρώπους που είχαν δυσκολίες. Έχω βρεθεί με γείτονές της στο Περιστέρι που με βοήθησαν αρκετά στον ρόλο μου. Της νοίκιαζαν ένα δωμάτιο δίπλα τους και μου μιλούσαν για το πόσο πολύ βοηθούσε και πόσο την αγαπούσαν όλοι στη γειτονιά.
Παντρεύτηκε μικρή και χώρισε ρίχνοντας βιτριόλι στον άνδρα της…. Μία ιστορία αντίστοιχη με αυτή που συνέβη πρόσφατα στην Κρήτη.
Η Μπέλλου απέφυγε μία ενδεχόμενη γυναικοκτονία. Την κακοποιούσε ο σύζυγός της, την έδερνε καθημερινά, με αποτέλεσμα ένα βράδυ από το πολύ ξύλο να αποβάλει 5 μηνών έγκυος. Μέσα στα χρόνια, όταν ένιωθε την αδικία, γινόταν θηρίο. Και δε φοβόταν τίποτα. Δε σταμάτησε ποτέ να μιλάει και αυτό την άφησε για πολλά χρόνια και εκτός δισκογραφίας.
Ποιο κομμάτι της ζωής της σε συγκινεί ιδιαίτερα πάνω στη σκηνή;
Στον εμφύλιο, πήγαν ΧΥΤΕΣ στο πρώτο τραπέζι και της ζήτησαν να πει “Του Αετού τον Γιο”. Δεκαπέντε άτομα ορχήστρα και δε σηκώθηκε κανένας να την υπερασπιστεί, όταν αυτή απάντησε πως δε θα το τραγουδήσει. Το αποτέλεσμα; Την έβαλαν μέσα στην κουζίνα του μαγαζιού και τη σακάτεψαν στο ξύλο. Και έμεινε και άνεργη γιατί δεν μπορούσε το μαγαζί να συνεργαστεί μαζί της ξανά.
Μα και σήμερα, δεν έχουμε ακούσει ανθρωπους να χάνουν τη δουλειά τους γιατί δε στρατεύονται με τη γενικότερη νοοτροπία; Και ξέρεις στα θύματα αυτό που μένει, δεν είναι μόνο ο θύτης, αλλά αυτοί που δεν υποστηρίζουν το θύμα. Περισσότερο πληγώνει το δίσημο της σιωπής, παρά ο θύτης. Ο θύτης έχει καθαρό σήμα. Δεν είχε άγνοια κινδύνου η Μπέλλου. Τις συνέπειες τις ήξερε από μικρή. Και παρόλο που τη χτυπούσαν, ξανασηκωνόταν.
Τι θα έλεγες πως είναι αυτό που σε εμπνέει στην ερμηνεία σου;
Οι αναφορές που με εμπνέουν είναι διαφορετικές κάθε φορά. Στη Μπέλλου τώρα με εμπνέει τρομερά η Νίνα Σιμόν. Ψάχνω πολλά στοιχεία για τη ζωή και τις εκφράσεις της, γιατί νιώθω πως έχουν έναν κοινό παρονομαστή.
Και παρατηρώ τα μάτια του Μάντυ Γουότερς του μπλουζίστα, που έχουν κάτι κοινό, την νοσταλγία που νομίζω πως έχουν και τα μάτια της Μπέλλου. Ο Γουότερς εκανε στη δισκογραφική διάφορα μερεμέτια και ταυτόχρονα ηχογραφούσε εκεί. Έτσι, και η Μπέλλου ήταν μικροπωλητής στη ζωή. Πούλαγε παστέλια, τσιγάρα, ή τριγυρνούσε με μια κιθάρα σε ταβέρνες για να βγάλει το μεροκάματο. Έχει συμβεί να πουλήσει ακόμη και κεριά έξω από την εκκλησία. “Τη μεγάλη Παρασκευή ξεπούλησα” έλεγε πάντα.
Είναι μία Ζαν Νταρκ η Μπέλλου για μένα. Μην ξεχνάμε πως έζησε τα πάθη της και πως ήταν και μία πολυ ωραια γυναίκα. Εγώ τη βρίσκω πραγματικά πολύ όμορφη. Απορούν, μα όμορφη η Μπέλλου; Μα δεν έχω δει πολλές γυναίκες να είναι τόσο όμορφες σαν την Μπέλλου, με αυτά τα μάτια, με αυτό το χαμόγελο και την αγέρωχη ματιά; Γιατί δεν είναι όμορφη; Επειδή είχε κοντά μαλλιά;
Πώς η γυναίκα αυτή παρασυρόταν τόσο πολύ από τα πάθη της; Από τον τζόγο; Αυτό το είδαμε και στην Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου που ερμήνευσες κινηματογραφικά…
Υπάρχει η εξήγηση που θα μπορούσε να δώσει ένας ψυχρός παρατηρητής: πως αυτές οι γυναίκες φόρεσαν κάποιες ανδρικές στολές για να μπορέσουν να επιβληθούν σε έναν χώρο και να νιώσουν ισάξιες γιατί ο ρόλος τους περιοριζόταν στο να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά και τίποτα άλλο.
Στα θύματα αυτό που μένει, δεν είναι μόνο ο θύτης, αλλά αυτοί που δεν υποστηρίζουν το θύμα. Περισσότερο πληγώνει το δίσημο της σιωπής, παρά ο θύτης. Ο θύτης έχει καθαρό σήμα.
Ένας συναισθηματικός παρατηρητής θα έλεγε πως δε θα ασχολούταν κανένας με κάποιες προσωπικότητες αν δεν είχαν αυτή την αντίφαση. Γι’ αυτό γίνονται και παραστάσεις. Πέντε φορές έχει γίνει παράσταση το έργο της Αδαμίδου. Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου επίσης. Και στις δύο άρεσε η συναναστροφή και το παιχνίδι. Και οι δύο έλεγαν “δεν πάω για τα λεφτά, πάω για να παίξω”. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη παιδικότητα σε αυτό.
Και για την Ευτυχία και για τη Σωτηρία θα μπορούσε να πει κάποιος πως θα μπορούσαν να είναι ηρωίδες του Αλμοδόβαρ, του Νικολαϊδη, του Παναγιωτόπουλου, αλλά και ηρωίδες της διπλανής πόρτας. Γυναίκες με ιδιαίτερα μυστικά. Τι είναι συνηθισμένο και τι ασυνήθιστο είναι υποκειμενικό.
Και εδώ είναι που μπαίνει η ταμπέλα που ακολουθεί κάποιον…
Ακριβώς, όταν κάποιος ξεφεύγει από ένα manual συμπεριφοράς, οι υπόλοιποι -και είναι φουλ κακοποιητικό αυτό- βάζουν μία μονοδιάστατη ταμπέλα πως είναι τζογαδόρος, τρελός, επιθετικός. Και τη βάζουν γιατί θέλουν να έχουν μια σταθερή αναφορά, μην τυχόν δουν και κάτι άλλο από κάποιον. Αυτό μας φέρνει σε άβολη θέση.
Νιώθω πως γύρω μας υπάρχει ένα σαρκοβόρος καθημερινός φασισμός. Γιατί ναι φασισμός είναι η Χρυσή Αυγή και αυτό που έχουμε βιώσει όλα αυτά τα χρόνια με τους ναζιστές, αλλά φασισμός είναι και μία οικογένεια να μην μπορεί να ζήσει…
Πόσο καθορίζει και εμάς τους ίδιους αυτή η ταμπέλα;
Είναι στο χέρι μας να ελέγξουμε πόσο την υπηρετούμε, πόσο μας καθηλώνει, πόσο συμφιλιωνόμαστε με αυτή ή πόσο θέλουμε να την αποτινάξουμε.
Η δικιά μου ταμπέλα για παράδειγμα είναι πως είμαι γκρινιάρα. Πως γκρινιάζω πάρα, μα πάρα, πολύ. Πλέον προσπαθώ και κάνω και λίγο χιούμορ όταν με κατηγορούν πως γκρινιάζω. Αυτό το χιούμορ με την ταμπέλα μου είναι σωτήριο. Γιατί γελάς και αναιρείς την κατάσταση.
Πάντως οι ταμπέλες γύρω μας είναι θολές. Ας πούμε ζούμε κάτω από την ταμπέλα της δημοκρατίας, αλλά ζούμε σε καιρό δημοκρατίας;
Εκεί είναι η παρεξήγηση. Ας πούμε και ο Μπακογιάννης ήθελε να δώσει μία άλλη αίσθηση στο κέντρο της Αθήνας. Έβαλε και την ταμπέλα: Ο μεγάλος περίπατος. Αυτή ήταν η πρόθεση. Τώρα αν το αποτέλεσμα είναι “Ο εφιάλτης στον δρόμο με τις Λεύκες” είναι κάτι άλλο.
Ποια είναι η Σωτηρία μας σήμερα; Για να κάνουμε κι ένα λογοπαίγνιο με την παράσταση…
Σίγουρα δεν είμαι εγώ που θα πω ποια είναι η σωτηρία. Αλλιώς θα ήμουνα μεσσίας. Νιώθω πάντως πως γύρω μας υπάρχει ένα σαρκοβόρος καθημερινός φασισμός. Γιατί ναι φασισμός είναι η Χρυσή Αυγή και αυτό που έχουμε βιώσει όλα αυτά τα χρόνια με τους ναζιστές, αλλά φασισμός, είναι και μία οικογένεια να μην μπορεί να ζήσει, φασισμός είναι να μην μπορείς να νοικιάσεις ένα σπίτι, ενώ δουλεύεις 10 ώρες τη μέρα, φασισμός είναι να μην έχουμε κανένα ερέθισμα πέρα από αυτά που μας σερβίρουν και όλα με το περιτύλιγμα της Δύσης.
Μπορούμε να ξεφύγουμε από όλο αυτό;
Νιώθω πως είναι τόσο μελετημένος ο αποπροσανατολισμός που δε γίνεται. Εκεί που πας να συγκεντρωθείς και να καταλάβεις τι συμβαίνει, κάτι γίνεται πάλι που δεν μπορεί να αρθρωθεί. Είναι σαν να θέλουμε να τροφοδοτηθούμε συνέχεια από κάτι καινούριο. Έχει φύγει η κριτική ματιά για το τι περιέχει αυτη η τροφοδοσία και έχουμε γίνει λαίμαργοι. Και αυτή η λαιμαργία δεν έχει ούτε ευχαρίστηση ούτε ουσία. Και αυτή είναι μία κατάσταση που μας πάει συνεχώς στην υπερκατανάλωση ειδήσεων, χωρίς έλεγχο.
Ο Μπακογιάννης ήθελε να δώσει μία άλλη αίσθηση στο κέντρο της Αθήνας. Έβαλε και την ταμπέλα: Ο μεγάλος περίπατος. Αυτή ήταν η πρόθεση. Τώρα αν το αποτέλεσμα είναι “Ο εφιάλτης στον δρόμο με τις Λεύκες” είναι κάτι άλλο.
Από την άλλη πλευρά, όλο αυτό που γίνεται στα social media έχει βοηθήσει πάρα πολύ, αλλά υπάρχει και η ψευδής αίσθηση πως η διαμαρτυρία έγινε και τελειωσε. Επειδή ποστάραμε δηλαδή κάτι, κάναμε και τη διαμαρτυρία μας. Κρεμάσαμε 3 πανό με το “Βιαστής Είναι”, αλλά ο Λιγνάδης και ο Φιλιππίδης είναι ακόμη ελεύθεροι.
Γίνονται πράγματα που λες κάτι δεν έχω καταλάβει. Πλέον μοιάζει πολύ φυσιολογικό να παρακολουθούνται άνθρωποι. Και όταν πας να ανοίξεις μία συζήτηση γύρω από αυτό, σου λέει ο άλλος “τι περιμένεις, τα ίδια και τα ίδια”. Μας πώς γίνεται να τα ακούς αυτά και να νομίζεις πως ζεις μία κανονικότητα; Σαν να παίζεις σε ταινία μοιάζει όλο αυτό.
Ταινία με happy end;
Ζούμε σε μία συνεχόμενη επανάληψη. Και υπάρχει ένας καταιγισμός πληροφοριών που δεν αφήνει τίποτα να αναπνεύσει. Και το κακό είναι πως κυριαρχεί και η επιλογή του προσωπικού μας καταιγισμού, του θα δω 15 σειρές και 40 ταινίες και 25 παραστάσεις. Αυτό που λείπει από τις ζωές μας είναι η παύση.
Πιστεύω πάρα πολύ στην παύση. Και αυτό προσπαθώ να το κάνω και στη δουλειά μου. Κάνω ένα πράγμα τη φορά. Δεν μπορώ αλλιώς..
Μπορείς να βιοποριστείς όμως από αυτή;
Πολύ δύσκολα, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι διαφορετικά. Μου είχε συμβεί κάποια στιγμή να κάνω διάφορα πράγματα ταυτόχρονα και δεν ένιωθα καλά με τους συνεργάτες μου, ένιωθα πως είμαι ανεπαρκής. Δεν μπορώ να είμαι σε μία δουλειά και να φοβάται κάποιος να μου ζητήσει να μείνω μισή ώρα παραπάνω.
Είναι πολύ περίεργο πως ακόμη και το coming out διαφέρει σε άνδρες και γυναίκες. Δεν είναι ζήτημα φύλου τώρα αυτό; Περίεργο δεν είναι; Πως η πατριαρχία βρίσκεται ακόμη και εδώ;
Δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό σου να κάνεις ένα καθημερινό σίριαλ για να αγοράσεις ένα σπίτι ας πούμε;
Δε θα πω ψέματα. Έχω μείνει άνεργη αρκετές φορές και σίγουρα αν προέκυπτε κάτι που θα μου άρεσε πραγματικά πολύ, σίγουρα θα το έκανα. Αν όμως υπάρχει δουλειά που μπορώ να βιοποριστω, η επιλογή μου είναι να έχω μόνο αυτή τη δουλειά.
Σε προβλημάτισε καθόλου το ότι πήγες από την Ευτυχία στη Σωτηρία;
Σε κάθε δουλειά με ενδιαφέρει περισσότερο η συνεργασία και η διαδικασία. Αν δε με ενδιέφερε το πλαίσιο που συμβαίνει κάτι, δε θα με ιντρίγκαρε τίποτα από τα δύο. Σίγουρα είναι τιμητικό να μου προτείνουν τις συγκεκριμένες προσωπικότητες, αλλά δε στέκομαι εκεί. Πάντα το πλαίσιο με κάνει να θέλω να είμαι ένα κομμάτι του.
Με τον Γιώργο (Παπαγεωργίου) γνωριστήκαμε στον Αρίστο που με συγκίνησε πάρα πολύ. Τον ήξερα σαν ηθοποιό μέχρι τότε, όχι σαν σκηνοθέτη. Όταν μου πρότεινε το καλοκαίρι τη Σωτηρία, ενθουσιάστηκα γιατί είναι ένας σκηνοθέτης που εκτιμώ πολύ. Αυτό που μου άρεσε από την αρχή της συνεργασίας μας είναι πως δε σκέφτηκε από την αρχή να φτιάξουμε μία περσόνα, αλλά ήθελε σταδιακά να μπούμε μέσα την ψυχή της και να την αγγίξουμε. Να δούμε κάποια μικρά κομμάτια της ηρωίδας. Με ηρέμησε αυτό. Λατρεύω τη Μπέλλου. Την άκουγα από μικρή.
Αγαπημένο σου τραγούδι;
Νομίζω το “Μην κλαις”. Έχει έναν εθιστικό και πολύ χαρακτηριστικό ήχο. Βλέπεις, η μία Σωτηρία η άλλη Ευτυχια, αλλά όλα περνούσαν μέσα από ένα δάκρυ στην ψυχή τους.
Γιατί στην Ελλάδα δεν έχουμε ανοιχτά γυναίκες λεσβίες στον καλλιτεχνικό κόσμο; Αντίθετα άντρες κάνουν συχνά δημόσιο coming out…
Είναι πολύ περίεργο πως ακόμη και το coming out διαφέρει σε άνδρες και γυναίκες. Δεν είναι ζήτημα φύλου τώρα αυτό; Περίεργο δεν είναι; Πως η πατριαρχία βρίσκεται ακόμη και εδώ; Η Μπέλλου δεν κρυβόταν ποτέ. Έλεγε η σύντροφός μου, η κοπέλα μου, η αρραβωνιάρα μου. Και ούτε στη δουλειά κρυβόταν.
Την αποδέχονταν;
Όχι, την έκαναν πέρα πολλοί λόγω της επιλογής της. Ήταν πολύ δύσκολη η κατάσταση, αλλά δεν κρύφτηκε. Ακόμη και στις δυσκολίες και μετά δεν κρύφτηκε. Επίσης, ήταν η πρώτη γυναίκα που έπιασε καρέκλα στο παλκο. Οι τραγουδίστριες ήταν μπροστά όρθιες με το μικρόφωνο στο χέρι. Αυτή είπε “γιατί να κάθονται οι άντρες και εγώ να έιμαι όρθια μπροστά;” Κι έπιασε τη θέση της. Ο αυθορμητισμός της επιλογής αυτής δεν είχε το φίλτρο του statement. Το έλεγε και το έκανε με μία τρομερή απλότητα.
Γιατί δεν το κάνουμε αυτό σήμερα;
Φταίνε τα φίλτρα της ζωής μας. Πώς θα πούμε κάτι; Πώς θα τοποθετηθούμε σε κάτι και δε θα αφήσουμε καμία γωνία ακάλυπτη; Είναι οι καιροί μας αυτοί.
Βλέπεις την κοινωνία μας πιο ανοιχτή ή πιο κλειστή στη διαφορετικότητα;
Μικρές νίκες επιτυγχάνονται. Μιλούν τα θύματα ας πούμε, οι γονείς μιλούν περισσότερο στα παιδια τους πώς να χειριστούν ενδεχόμενες καταστάσεις. Ίσως τους μιλούσαν από πάντα, αλλά τώρα αυτό γίνεται πιο έντονα ακόμη.
Πάντα όμως κάτι επαναστατικό, έχει και απωλειες. Κι όλες οι αναπαράστασεις, ο ακραία ρεαλιστικός βομβαρδισμός με όλη αυτή τη φρίκη, δε βοηθά ιδιαίτερα. Δημιουργεί μια κατάσταση που αντί να σε βάλει απέναντι στο συμβάν, σε αγκυλώνει. Όσο πιο φρικαλέος τιτλος τόσο μεγαλύτερη επισκεψιμότητα στα σάιτ. Στην τηλεόραση επίσης γίνεται χαμός με τις τηλεθεάσεις, ακόμη και στο θέατρο, αν δεν είναι sold out μια παράσταση κάτι τρέχει.
Δεν είναι ένα sold out η ζωή. Ας μη βγει αριστούργημα κάτι, ας μην κανω και την τελεια ερμηνεία. Και τι έγινε;
Αυτό στο θέατρο πώς το αντιμετωπίζετε αλήθεια; Αυτόν τον “φασισμό” του sold out; Αν δεν είσαι sold out, δεν αξίζεις;
Γέλασα πέρσι πολύ με το ποστ του Θάνου Τοκάκη, του υπέροχου αυτού ηθοποιού που είπε “Παιδιά δεν έχουμε κόσμο στην παράσταση, όποιος μπορεί ας έρθει” Ήταν τόσο απελευθερωτικό… Δεν είναι ένα sold out η ζωή. Ας μη βγει αριστούργημα κάτι, ας μην κανω και την τελεια ερμηνεία. Και τι έγινε;
Σε αγχώνει εσένα αυτή η τελειότητα στους ρόλους σου;
Με ενδιαφέρει, έχω το άγχος να είμαι στη διαδικασία που έχω αναλάβει συνεπής. Η συνέπεια της διαδικασίας είναι το άγχος μου, τίποτα άλλο. Πες πως δεν ήταν αριστούργημα. Και τι έγινε; Ας ακυρωθούμε. Ας αρχίσουμε να μπαινουμε σε μία διαδικασία πως κάτι δεν πήγε καλα.
Δε μας δίνουμε το δικαίωμα να αποτύχουμε. Δεν πάτησε κανένας θεατής, δεν έδεσε, δεν άρεσε. Γιατί πρέπει πάντα να αρέσουμε; Γιατί πρέπει κάτι να πάει υπεροχα; Δεν έχουμε δικαίωμα στην αποτυχία και αυτό είναι φασιστικό. Αν κάπου οδηγεί η κουβέντα μας σήμερα, είναι σε αυτόν τον φασισμό. Πως δεν έχουμε δικαίωμα να αποτύχουμε σαν επαγγελματίες, σαν γονείς, οπουδήηποτε. Υπάρχει μόνο το τεράστιο, σαν βουνό, άγχος να είμαστε υπέροχοι, επιτυχημένοι. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε στον φασισμό της τελειότητας.
Ας τελειώσουμε την κουβέντα μας με τη μεγάλη σου αγάπη, το σινεμά…
Ετοιμάζουμε μία ταινία σε σκηνοθεσία του Άγγελου Φραντζή και σε σενάριο του ίδιου, της Κατερίνας Μπέη και του Κώστα Σαμαρά. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί έχει σχέση με τις πολλές εκδοχές μίας γυναίκας. Σαν μητέρα, σαν κόρη, σαν σύντροφο, σαν επαγγελματία και πως αυτή βλέπει τους αντικατοπτρισμούς σε κάθε ρόλο που της δίνεται. Τα γυρίσματα θα ξεκινήσουν τον Μάρτιο του 2023. Είναι 14 χρόνια που δουλεύουμε μαζί με τον Άγγελο και είναι από τις πιο ωραίες διαδικασίες, γιατί όλη η διαδικασία των προβών που ακολουθεί είναι καθαρά θεατρική. Αφηνόμαστε δηλαδή σε αναφορές δικές μας και αυτοσχεδιασμούς όλοι οι ηθοποιοί.