KID MOXIE, ΠΩΣ ΠΡΟΕΚΥΨΕ ΤΟ ΝΤΟΥΕΤΟ ΜΕ ΤΟΥΣ DEPECHE MODE;
Η “Kid Moxie” μιλά στο NEWS 24/7 από το Λος Άντζελες για την cinematic pop και το ντουέτο με τους Depeche Mode.
Η είδηση έσκασε πριν από μερικές μέρες και ενώ όλα θα έπρεπε να τα περιμένουμε από την Kid Moxie, ένα ντουέτο με τον Dave Gahan και τους Depeche Mode δεν ήταν κάτι που φανταζόμασταν ότι θα συμβεί. Στον απόηχο της μεγάλης απήχησης που είχε η διασκευή της στο “Creep” των Radiohead για το “Maestro” του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, η κατά κόσμον Έλενα Χαρμπίλα που ζει και εργάζεται στο Λος Άντζελες φαίνεται ότι κρύβει πολλούς άσσους στο μανίκι της.
Όταν το όνομα της Kid Moxie πέφτει στο τραπέζι μιας παρέας, όλοι έχουν από κάτι κολακευτικό να πουν κι ας μην μιλάμε για μια καλλιτέχνιδα που έχει ακουστεί πάρα πολύ στη χώρα μας. Στην πραγματικότητα είναι ένα πλάσμα λυρικό και “σκοτεινό” ταυτόχρονα. Με στοχοπροσήλωση, αλλά και όνειρα που δεν πατούν στη Γη.
Βήμα πρώτο, το όνομα. Γιατί ως γνωστόν “τα ψευδώνυμα χαρίζουν ελευθερία”. Πώς προέκυψε το Kid Moxie; Ένα παραπεταμένο κουτάκι παλιού αναψυκτικού “Moxie Cola” στα σκουπίδια έδωσε το μισό. “Moxie” στο slang λεξικό σημαίνει ‘κάποιος που έχει τσαγανό και όρεξη να πάει μπροστά’. Παρέα με τη λέξη “kid” που δίνει μια παιδικότητα, και το απρόβλεπτο στοιχείο του χαρακτήρα της, δημιουργήθηκε η καλλιτεχνική περσόνα που η ίδια πάντα οραματιζόταν.
Την πετύχαμε στο σπίτι της στο LA και μας μίλησε για τους Depeche, την κινηματογραφική ποπ, τη ζωή στο Λος Άντζελες και τα επόμενα σχέδιά της που περιλαμβάνουν ένα ελληνικό cover με πασίγνωστο Έλληνα καλλιτέχνη.
Η φωνή της στο τηλέφωνο έχει κάτι αδιόρατο από τη νοσταλγία των 80s που τόσο λατρεύει.
Θα ξεκινήσω από το τέλος, δηλαδή από τους Depeche Mode και τη συνεργασία σας που έσκασε σαν “δυναμίτης”. Πώς προέκυψε; Είχες άγχος μπροστά σε μία μπάντα που άλλαξε το ρου της ηλεκτρονικής μουσικής;
«Η αλήθεια είναι ότι και για μένα ήταν λίγο ουρανοκατέβατο. Καταρχάς σκέψου ότι μιλάς με μια hard core fun των Depeche Mode, τους άκουγα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Ενώ είμαι άνθρωπος που ονειρεύεται – και γενικά κάνω πολλά όνειρα – δεν είχα ούτε καν διανοηθεί μια τέτοια συνεργασία. Ξαφνικά, πριν από περίπου τρεις μήνες, οι Depeche έστειλαν ένα email στον μάνατζέρ μου εδώ στην Αμερική, λέγοντας ότι είχαν ακούσει τον προηγούμενο δίσκο μου, το “Better Than Electric” και τη διασκευή που είχα κάνει στο “Creep”. Τους άρεσαν πολύ και θα ήθελαν να συνεργαστούμε σε ένα δικό τους κομμάτι, το “Wagging Tongue”.
Μου είπαν ότι ήθελαν να το κάνω με τη δική μου αισθητική – αυτό το στιλ της κινηματογραφικής ποπ το οποίο κάνω – και αν συμφωνώ ο Dave Gahan θα ήθελε να το κάνουμε και ντουέτο. Στην αρχή δεν πολυπίστεψα ότι θα συνέβαινε όντως, μέχρι που αναμίχθηκε η δισκογραφική και άρχισαν τα πράγματα να γίνονται λίγο πιο επίσημα.
Μας έστειλαν τη μουσική, τα tracks, και άρχισα να το δουλεύω εδώ, σε στούντιο στο Λος Άντζελες. Έφερα και δύο φίλους μου να παίξουν σαξόφωνο. Μετά από ένα μήνα τους το έστειλα και τους άρεσε πάρα πολύ. Δεν υπήρχε καμία σημείωση ή αλλαγή!
Δεν το κρύβω ότι είχα πολύ άγχος. Παρόλο που έχω αρκετά μεγάλη αυτοπεποίθηση στο συγκεκριμένο είδος μουσικής που δημιουργώ, το γεγονός πως ένα είδωλό μου θέλησε να συνεργαστούμε, είναι απίστευτο. Γι΄αυτό θέλω και να μην τους απογητεύσω. Μου έδειξαν μεγάλη εμπιστοσύνη, μου έδωσαν ένα κομμάτι τους χωρίς να υπάρχει κάποια προηγούμενη επαφή μεταξύ μας. Κάτι άκουσαν, κάτι τους άρεσε προφανώς πάρα πολύ στη δουλειά μου και με εμπιστεύτηκαν.»
Τη ρωτάμε αν είδε τον Dave από κοντά και πώς της φάνηκε ο νέος δίσκος “Memento Mori” από τον οποίο προέρχεται το τραγούδι…
«Δεν έχω γνωρίσει κάποιον από τη μπάντα… ακόμη, αλλά είναι στα σχέδιά μου και ελπίζω να συμβεί σύντομα. Το “Wagging Tongue” ήταν μία ήρεμη δύναμη, δεν ήταν δηλαδή το προφανές hit, όπως το “Ghosts Again”. Άκουγα πολύ αυτά τα δύο και το “My Cosmos Is Mine”. Ξέρεις, είναι μερικά τραγούδια σε ένα άλμπουμ που σε αγκαλιάζουν κατευθείαν – “ξεπηδούν” αμέσως μέσα από το σύνολο – και άλλα κομμάτια που πρέπει να τα φλερτάρεις λίγο περισσότερο. Το “Wagging Tongue” ήθελε αρκετό φλερτ για να μπεις μέσα του, αλλά αισθάνομαι ότι πλέον το έχω μάθει τόσο καλά και από τόσες πολλές πλευρές, που έχει ανέβει στην κορυφή των προτιμήσεών μου. Το έχω αισθανθεί ίσως πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο σε αυτό το δίσκο. Και το βίντεο κλιπ του είναι φανταστικό.»
Άρα το Creep ήταν σαν να λέμε το “διαβατήριο” για να φτάσεις στους Depeche. Φανταζόσουν ότι το κομμάτι αυτό θα “πάει τόσο μακριά”, όταν σε προσέγγισε ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης για το “Maestro” (που ήδη προβάλλεται στο Netflix σε διεθνή ακροατήρια).
«Δεν περίμενα καθόλου όλα αυτά που έγιναν, αλλά ήξερα σε ένα πρώτο επίπεδο πως ό,τι συνδεθεί με το όνομα του Χριστόφορου, θα συζητηθεί. Δεν μπορούσα να φανταστώ όμως ότι θα έχει τόσο μεγάλη εμβέλεια. Όπως και δεν φανταζόμουν ότι θα είμαι εδώ στην Αμερική, πριν από τρεις μήνες περίπου, πως θα κάνει πρεμιέρα το “Maestro” στο LA – μάλιστα ήταν και ο Χριστόφορος εδώ- και πλέον θα βλέπουμε κάτι το οποίο φτιάχτηκε με τόση αγάπη στην Ελλάδα να χτυπάει το top 10 Αμερικής Netflix. Και φυσικά το “Creep” όντας μέρος μιας τόσο επιτυχημένης σειράς ταξίδεψε πιο μακριά από ό,τι περίμενα. Όμως από την αρχή είχα πολύ εμπιστοσύνη στο συγκεκριμένο κομμάτι. Αισθανόμουν ότι εγώ από τη μεριά μου έκανα το καλύτερο. Και πάντα αυτό φροντίζω να κάνω»
Από τη βραβευμένη ταινία “Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό”, σε σκηνοθεσία Γιώργου Γεωργόπουλου, στην οποία υποδύεται έναν μικρό ρόλο και υπογράφει τη μουσική, ξεπήδησε η διασκευή της στο “Big in Japan“. Μπήκε στο τοπ 10 των αμερικανικών charts και των διεθνών επιτυχιών της Apple Music, ενώ έχει κυκλοφορήσει από τον τιτάνα των δικσογραφικών, Lakeshore Records, ως η πρώτη ελληνική του παραγωγή σε soundtrack. Το “Big In Japan” της γερμανική synth-pop μπάντας Alphaville από τον δίσκο τους “Forever Young” (1984) είναι ένας από τους αξεπέραστους “ύμνους” των 80ς και 90ς. Τη ρωτάμε αν παρατηρεί ότι υπάρχει μία αναβίωση, μια επιστροφή, στις μουσικές εκείνων των δεκαετιών ακόμα και για την Gen Z;
«Κοίτα, για μένα δεν υπάρχει “επιστροφή στα 80s και στα 90ς” γιατί εγώ δεν έφυγα ποτέ από αυτό το ηχοτοπίο. Προσωπικά, οι ήχοι των δεκαετιών αυτών ήταν από πάντα πόλος έλξης και καθόρισαν την οπτική μου. Τα σάουντρακς που με έχουν αλλάξει και έχουν διαμορφώσει τον τρόπο που γράφω μουσική είναι εκείνα των 80ς και 90ς. Το “Blade Runner”, το “Εξπρές του Μεσονυχτίου”. Φυσικά ακολουθούν και τα “Drive” και το “Stranger Things” που πάλι γυρνάνε με τον τρόπο τους προς τα “πίσω”. Ισχύει αυτό που λες και βλέπω ότι γενικά η μουσική των 80ς και 90ς έχει αρχίσει και αφομοιώνεται όλο και πιο πολύ στη mainstream κουλτούρα. Το οποίο εννοείται μου αρέσει και με συμφέρει με πολλούς τρόπους, γιατί με αυτές τις μουσικές ασχολούμαι.»
Superstars “όπως Αμερική”
Αγαπημένοι καλλιτέχνες και συγκροτήματα που την επηρέασαν πολύ και “τρυπώνουν” υποσυνείδητα στις δουλειές της Kid Moxie;
«Τώρα αυτόματα σκέφτηκα τον Prince. Ξέρεις, είναι συγκροτήματα που τα ακούς και δε φαίνεται ότι σε επηρεάζουν στον ήχο σου, αλλά συμβαίνει. Γενικά έχω μια αγάπη για το “ποπ μεγαλείο”. Δεν είμαι άνθρωπος που θέλω να κάνω κάτι αντεργκράουντ. Μου αρέσει να κάνω πράγματα με το δικό μου στιλ, τα οποία θα ακουστούν και θα μπορούν να αφομοιωθούν πιο μαζικά. Πάντα με τη δική μου σφραγίδα. Σαν όνειρο ζωής με εκφράζει πολύ η μοναδική πορεία που χάραξε ο Prince, που με τη δική του τελείως σφραγίδα έγινε ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια που έχει δει ποτέ ο πλανήτης.
Όσον αφορά τους συνθέτες θα έλεγα ότι ο Βαγγέλης Παπαθανασίου ήταν είναι και θα είναι είναι τοπ στις επιρροές μου και επίσης θαυμάζω πολύ τον Τζόρτζιο Μορόντερ. Σαν καλλιτέχνης θα έλεγα ότι είμαι πολύ της αγγλικής σκηνής και έχω αδυναμία στους Kraftwerk, στους Joy Division, στους New Order. Από τους τωρινούς ο The Weeknd είναι στην κορυφή. Διαχρονική μεγάλη μου αγάπη, βέβαια, είναι ο Michael Jackson. Μου αρέσουν οι σουπερστάρς!»
Ισχύει ότι ντυνόταν Michael Jackson σε παιδικά πάρτι;
«Φυσικά ισχύει! Και όχι μόνο αυτό έκοβα και είσοδο στο σπίτι μας στην Πεντέλη για να με δουν. Έλεγα δηλαδή ότι για να με δείτε να ντύνομαι Μάικλ και να χορεύω το “Smooth Criminal” που είναι το αγαπημένο μου, θα έχει είσοδο το θέαμα».
Κόρη δικαστίνας και πολιτικού μηχανικού έφυγε για να σπουδάσει Κινηματογράφο και ΜΜΕ στο London Guildhall και μετά αποφάσισε να κάνει Master σε Θεατρικές Σπουδές στο πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο. Ο κόσμος της Αθήνας δεν ήταν αρκετά “πολύπλοκος” για να τη χωρέσει. Όταν είπε στους γονείς της ότι θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με τα καλλιτεχνικά, δεν τους άρεσε αρχικά η ιδέα, αλλά στήριξαν τα όνειρά της.
Στο ξεκίνημά της ήταν “το κορίτσι με το πιάνο, το μπαλέτο και τα γαλλικά”; Πώς έγινε η μετάβαση σε μία πιο “dark” πλευρά και πώς έφτασε στο Los Angeles;
«Όταν ήμουν πολύ μικρή -δε θυμάμαι πότε ακριβώς – άρχισα το μπαλέτο, το πιάνο και τα γαλλικά. Πιάνο είχα ακούσει κάπου και ζήτησα επι τούτου από τη μητέρα μου να με πάει να μάθω. Το αναζήτησα η ίδια και έτσι ξεκίνησα. Αλλά από κάποιο σημείο και μετά υπήρχε μια αυστηρότητα, ένα “καλούπι” στο οποίο άρχισα να μπαίνω με όλες αυτές τις ενασχολήσεις και ο “περιορισμός” ήταν κάτι που δε με εξέφραζε καθόλου. Ο αδερφός μου ταυτόχρονα ήταν πιο πολύ του ροκ, έπαιζε ντραμς. Τότε αισθάνθηκα ότι θέλω να ξεφύγω από εκεί που είχα τοποθετηθεί. Έφυγα νωρίς για το εξωτερικό στα 18 μου, και άρχισα να παίζω ντραμς και μπάσο σε μπάντες άλλων, μέχρι σιγά σιγά να βρω τη δική μου ταυτότητα και να αποφασίσω να “σταθώ” σαν σόλο καλλιτέχνης. Γενικά δεν είμαι και καλή σαν μέλος μίας μπάντας. Προτιμώ να είμαι μόνη μου, γιατί είμαι συγκεντρωτική και θέλω να τα κάνω όλα εγώ. Η μετάβαση ήταν αργή, όλα έγιναν βήμα βήμα, σαν δέρματα φιδιού, που έφευγαν το ένα μετά το άλλο από πάνω μου.
Και τώρα που έχουν περάσει πάνω από 10 χρόνια, ποια είναι τα καλά και τα καλά της Αμερικής μέσα από τα δικά της μάτια;
«Πλέον βρίσκομαι στο LA αρκετά χρόνια και ο λόγος που το επέλεξα συνειδητά είναι γιατί πρόκειται για μια πόλη που σου δίνει την αίσθηση, και ταυτόχρονα και την ψευδαίσθηση, ότι μπορείς να γίνεις ό,τι έχεις ονειρευτεί. Αυτό είναι μια νοοτροπία ζωής, που με εκφράζει γενικά πάρα πολύ. Αισθανόμουν – όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και οπουδήποτε αλλού εκτός από το LA – ότι δεν θα μπορούσα να κάνω μεγάλα όνειρα. Αυτά τα όνειρα που έκανα στο σαλόνι του πατρικού μου όταν ήμουν 15 χρόνων και αισθανόμουν ότι αν τα έλεγα θα με κορόιδευαν. Όπως και γινόταν.
Η Αμερική για μένα είναι το LA, γιατί εδώ έχω ζήσει. Μια πόλη που σου δίνει την άδεια να κάνεις όνειρα υπερβατικά. Και επιπλέον σε τροφοδοτεί, δηλαδή σε “ταΐζει” στο να πιστεύεις ότι μπορείς να τα υλοποιήσεις. Μπορείς να γίνεις η version που έχεις σκεφτεί ότι θέλεις για τον εαυτό σου. Βέβαια η πόλη έχει και πολλά αρνητικά ταυτόχρονα, δηλαδή πολιτικές που με βρίσκουν αντίθετη. Είναι μια κοινωνία φοβερών αντιθέσεων, που προσωπικά την αποκαλώ “ρωμαϊκή αυτοκρατορία” της εποχής μας. Καλώς ή κακώς, όμως, εδώ είναι η δράση. Και υπάρχει πολύ καλή δράση και πολύ κακή δράση. Είναι σαν την αρχαία Ρώμη, με τα θετικά και τα αρνητικά της.»
Σε προσωπικό επίπεδο, αυτό που λέμε συχνά ότι πίσω από μία επιτυχία υπάρχουν εκατό αποτυχίες, ισχύει στη δική της περίπτωση;
«100%. Δεν δίνουμε ποτέ συνεντευξεις ούτε μας μνημονεύει κάποιος, ή κάποιο περιοδικό, για τις “σφαλιάρες” που τρώμε. Είναι πολύ πιο πολλές οι αποτυχίες που έχω βιώσει από τις επιτυχίες, αλλά έχω πλέον ωριμάσει. Έχω μάθει ότι έτσι λειτουργούν τα πράγματα. Εξάλλου, κάνω αυτή τη δουλειά πλέον αρκετά χρόνια και καταλαβαίνω ότι ανάμεσα στις επιτυχίες θα υπάρχουν και πολλά “όχι”, δε γίνεται διαφορετικά. Δε γίνεται να πορεύεσαι αλλιώς στο συγκεκριμένο πράγμα που κάνω, γιατί η εξέλιξή του είναι σαν “καρδιογράφημα”, έχει απότομες διακυμάνσεις. Το καλό είναι ότι όταν αρχίζεις και συνειδητοποιείς ότι μέσα σε αυτό το “καρδιογράφημα” έχεις ανοδική πορεία, παίρνεις την ώθηση να συνεχίσεις να ακολουθείς αυτό που έχεις ονειρευτεί. Έχω βιώσει πάρα πολλές απορρίψεις, και παλιότερα με πλήγωναν πιο πολύ από όσο τώρα. Πλέον έχω μάθει πώς παίζεται το παιχνίδι και απλώς το παίζω χωρίς να το σκέφτομαι τόσο πολύ. Και η αποτυχία είναι μέσα στο παιχνίδι.»
Το κεφάλαιο David Lynch και οι εμπειρίες που γίνονται μία φορά και λες “δεν το πιστεύω”
Η Kid Moxie έχει να διηγηθεί πολλές εμπειρίες που κάποτε ήταν μακρινά όνειρα. Μεγαλώνοντας έβλεπε με δέος τις ταινίες του David Lynch μέχρι που τον γνώρισε, στο πλαίσιο μια συνέντευξης. Ήταν όλα όσα περίμενε. Προσιτός, εστιασμένος, αλλά και αινιγματικός. Τον συνάντησε τρεις φορές και έγινε μέλος του David Lynch Foundation. Κατόπιν συνεργάστηκε με τον επίσης θρυλικό Angelo Badalamenti, αλλά και με τον Al Pacino, που της φάνηκε υπερενεργητικός, εξωστρεφής και χαοτικός. Είχε παίξει μαζί του σε ένα θεατρικό που σκηνοθετούσε ο ίδιος, ενώ είχε και έναν πολύ μικρό ρόλο στην ταινία “Wilde Salome” βασισμένη στο κείμενο του Όσκαρ Ουάιλντ (στην οποία επίσης έπαιζε και σκηνοθετούσε ο Pacino).
Σε εμάς όλα αυτά τα … χολιγουντιανά, φαντάζουν εξωπραγματικά. Εκείνη τα γιορτάζει σαν επιτυχίες ή σκέφτεται αυτόματα ποιο θα είναι το επόμενό της βήμα;
«Κοίταξε, υπάρχει η προσωπική επιτυχία, όταν πχ αναφέρεις τον Lynch και τον Badalamenti ή τους Depeche Mode. Για τον έξω κόσμο, αυτά είναι σοβαρά highlights μιας καριέρας και φυσικά ισχύει αυτό. Όμως, για μένα είναι κάτι πολύ πιο προσωπικό από τα streams ή από το τι θα γράψει ο Τύπος. Γιατί σκέφτομαι τον εαυτό μου πριν γίνουν όλα αυτά, πώς ήμουν όταν άκουγα τους Depeche Mode, πώς έβλεπα τις ταινίες του Lynch. Το μυαλό μου γυρνά σε αναμνήσεις εφηβικές που έβλεπα αυτά τα ονόματα, άκουγα αυτά τα τραγούδια και αισθανόμουνα τόσο μακριά από όλα αυτά. Και να που τώρα έχουν έρθει πολύ κοντά μου. Αυτή η σκέψη με συγκινεί πολύ.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, όμως, είμαι αρκετά φιλόδοξη ώστε με το που τελειώνει κάτι κατευθείαν να λέω “και τώρα τι”. Οπότε προσπαθώ να δίνω στον εαυτό μου λίγο χρόνο, να μείνει εκεί που είναι, και να μην σκεφτεί παρορμητικά το επόμενο βήμα. Γιατί αν δεν τα χαιρόμαστε αυτά που κάνουμε, τότε γιατί τα κάνουμε; Και τώρα με τους Depeche Mode λέω στον εαυτό μου “‘έγινε κάτι ωραίο εδώ, κοίτα να χαρείς πριν πας στο επόμενο”.»
Αγάπη για τα soundtracks και το νέο σήμα της ιστορικής Orion Pictures
Τη ρωτάμε αν ο κινηματογράφος τη θέλγει με έναν διαφορετικό τρόπο; Θέλει να κάνει περισσότερα πράγματα που έχουν σχέση με το σινεμά;
«Είναι λίγο διπολικό το συναίσθημα. Υπάρχουν δύο πόλοι έλξης στη μουσική για μένα. Το ένα είναι τα σάουντρακ και το άλλο είναι η υπόλοιπη μουσική που κάνω. Αλλά και τα δύο είναι κάτω από μια συγκεκριμένη ομπρέλα ήχου, είναι δηλαδή αυτό που ονομάζω “κινηματογραφική ποπ”. Ναι μου αρέσουν πολύ τα σάουντρακ. Αυτό το διάστημα ας πούμε γράφω μουσική για μία ταινία θρίλερ -και δυστυχώς δεν μπορώ να πω πολλά πράγματα σε αυτή τη φάση. Ταυτόχρονα κάνω μουσική για το σάουντρακ της σειράς “Milky Way” του Βασίλη Κεκάτου για την οποία κάνει μουσική και ο Κωστής Μαραβέγιας. Οπότε συνδυάζω τα σάουντρακ με την ποπ μουσική, αλλά πάντα με τη δική μου ηχητική ταυτότητα. Δεν θα ακούσεις “Braveheart”, θα ακούσεις τη δική μου ποπ οπτική.»
Και τα βιντεοκλίπ των τραγουδιών της έχουν μία κινηματογραφική αισθητική.
«Ναι τα βίντεο κλιπ έχουν έναν πολύ υποστηρικτικό ρόλο, επειδή ακριβώς κάνω σάουντρακς. Όλα τα βίντεο είναι δικής μου παραγωγής, δηλαδή έχουν περάσει από μένα όλα τα κόνσεπτ. Είμαι κάπως control freak. Θέλω να ελέγχω την αισθητική των βίντεο, ώστε να είναι αλληλένδετη με το κάθε κομμάτι. Η εικόνα για μένα πάει χέρι-χέρι με τον ήχο. Έτσι κι αλλιώς πολλά από τα κομμάτια που γράφω ξεκινούν από μια σκηνή που παίζει στο μυαλό μου.»
Μιλώντας για τον κινηματογράφο, μία πρόσφατη συνεργασία την οποία θεωρεί πολύ σημαντική είναι το γεγονός ότι έγραψε μουσική για το νέο logo της Orion Pictures [μια ιστορική εταιρία παραγωγής του Χόλιγουντ που ιδρύθηκε το 1978 και μας έχει χαρίσει πληθώρα οσκαρικών ταινιών όπως τα “Amadeus” (1984), “Platoon” (1986), “Dances with Wolves” (1990) και “Η Σιωπή των Αμνών” και έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως οι: James Cameron, Jonathan Demme, Oliver Stone και Woody Allen. Σήμερα βρίσκεται υπό την ιδιοκτησία της MGM με νέα εταιρική ταυτότητα].
Το νέο intro της Orion που θα παίζει πριν από κάθε ταινία της, τόσο στις αίθουσες όσο και τις streaming υπηρεσίες, έχει γραφτεί από την δική μας Kid Moxie.
«Πώς να νιώσεις όταν σε πλησιάζει ένα εμβληματικό αμερικανικό στούντιο και σου λέει ότι θέλει να γράψεις 15 δευτερόλεπτα ορίτζιναλ μουσικής για το καινούργιο του σήμα, το οποίο θα προβάλλεται πριν από κάθε ταινία του; Πώς ήταν ας πούμε, το λιοντάρι της MGM, το παλιό σήμα της ORION ή της Universal. Αυτό το logo θα ζήσει ίσως και παραπάνω από εμένα, όπως ζουν γενικά τα σήματα των στούντιο. Επίσης, υπάρχει μια συγκεκριμένη νοσταλγία που αποδίδουμε σε αυτά τα logos. Δηλαδή, αν το σκεφτείς, όταν ξεκινάει μία ταινία και ακούς το σήμα του στούντιο, σου δημιουργείται μια ανάταση, μια νοσταλγία, μια προσμονή. Το γεγονός ότι έγραψα ένα κομμάτι που θα μείνει στην κινηματογραφική ιστορία του Χόλιγουντ είναι πολύ δυνατή εμπειρία. Παίζεται ήδη στην ταινία “Till”, στο “Women Talking” και στο “Bottoms” που αναμένεται να κυκλοφορήσει.»
Εκτός από τη μουσική για ένα αμερικανικό θρίλερ, τι ετοιμάζει για την Ελλάδα;
«Αυτό το διάστημα τελειώνω τον δίσκο μου με τη Minos EMI/Universal που έχει μέσα όλα τα covers για τα οποία μιλήσαμε, συν κάποια καινούργια, τα οποία θα αρχίσουμε να κυκλοφορούμε από το φθινόπωρο. Οπότε θα είναι Kid Moxie – The Covers και η είδηση είναι ότι θα κάνω και τα πρώτα μου ελληνικά. Συγκεκριμένα τον Σεπτέμβρη θα βγει το πρώτο ελληνικό cover με πάρα πολύ γνωστό Έλληνα καλλιτέχνη (που δεν μπορεί να αποκαλύψει). Επίσης, δουλεύω κάποια τραγούδια για τη δεύτερη σεζόν του “Maestro”.
Θέλω να ηρεμήσω λίγο από τα covers, γιατί τελευταία έχω κάνει πολλά, και το τελευταίο που θέλω να κάνω, το οποίο λογικά θα συμπεριληφθεί στον επόμενο δίσκο μου, είναι το “Flesh For Fantasy” του Billy Idol. Ένα κομμάτι που λατρεύω από τα 80ς. Αυτό νομίζω θα κλείσει τον κύκλο των covers για αρκετό καιρό για μένα.
Επίλογος με καύσωνα στην Αθήνα και ερώτηση για διακοπές και Ελλάδα! Ποιο νησί της έρχεται στο μυαλό;
«Πηγαίνουμε πολλά χρόνια στην Πάρο, όπου έχουμε σπίτι και είμαστε εκεί πιο οικογενειακά. Την Πάρο την ξέρω πολύ καλά, και μένουμε σε συγκεκριμένο σημείο που είναι ήσυχο και απομονωμένο, οπότε δεν αισθάνομαι καν ότι είμαι σε ένα πολύ popular νησί της Ελλάδας. Αισθάνομαι ότι είμαι αλλού για αλλού. Θα έρθω σε δυο εβδομάδες Ελλάδα και θα κάτσω ένα τρίμηνο το λιγότερο, οπότε σίγουρα θα περάσω τις διακοπές μου στο νησί, αλλά χωρίς να κάνω την τρελή ζωή που μπορεί να έχει η Πάρος. Ταυτόχρονα, βέβαια, μπορεί να με πετύχεις και στη Μύκονο γιατί είμαι άνθρωπος των αντιθέσεων. Πάντα όμως θα θέλω να γυρίσω για να γεμίσω τις μπαταρίες μου στην ηρεμία.»