ΛΕΞΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ 2024; «ΑΠΑΙΣΙΟΣΔΟΚΙΑ»
Η δική μας πρόταση γι’ αυτό που συμφώνησαν λεξικά, media κι έρευνες σε Ελλάδα, Ευρώπη και υπόλοιπο κόσμο: ό,τι δεν πάει καλά μπορεί να πάει και χειρότερα.
Το παίξαμε και φέτος αυτό το παιχνίδι: «η Λέξη της Χρονιάς». Προσπαθώντας να στύψουμε σε λίγους μόνο χαρακτήρες τον χυμό ενός ακόμα έτους, παρότι είναι τέτοια πια η ακολουθία των γεγονότων που σου φαίνεται ότι από τον Ιανουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο μιας χρονιάς έχει περάσει μια δεκαετία, κι όχι απλά δώδεκα μήνες.
Πρώτο έσυρε τον χορό το dictionary.com, επιλέγοντας τη λέξη “demure” («ταπεινός»), στηρίζοντας την επιλογή στην αύξηση κατά 1200% της εμφάνισής της στο ίντερνετ. Demure «δε σημαίνει μόνο ότι κάποιος είναι χαμηλών τόνων, αλλά στη γλώσσα του Tik Tok συμβολίζει τους ραφιναρισμένους τρόπους, το γούστο σε αμφίεση και συμπεριφορά, ειδικά σε μια περίοδο που συνέβη η μαζική επιστροφή στους χώρους εργασίας μετά την υβριδική περίοδο της πανδημίας». Κλειδί εδώ είναι το TikTok, καθώς η λέξη ξεπήδησε και meme-οποιήθηκε τον περασμένο Αύγουστο μέσα από τα βίντεο της Τζουλς Λεμπρόν (μη με ρωτήσετε τι δουλειά κάνει) κι έγινε παγκόσμιο τρεντ για μερικές μέρες, προκαλώντας ως και δημόσιο νευρικό κλονισμό στην «κηδεμόνα» της. Κι έπειτα την ξεχάσαμε όπως όλα τα ιντερνετικά εφήμερα.
Στην πραγματικότητα, το “demure” ήρθε ως απάντηση στη λέξη που ανέδειξε ως αντιπροσωπευτικότερη της χρονιάς το λεξικό Collins. “Βrat”, τη χρησιμοποιούμε «για να περιγράψουμε μια ανεξάρτητη και ηδονιστική (γυναικεία) συμπεριφορά, γεμάτη αυτοπεποίθηση». Εδώ σημείο αναφοράς ήταν φυσικά το ποπ άλμπουμ της Charli XCX, ένα πολιτισμικό φαινόμενο λαχανί απόχρωσης που υιοθέτησε προεκλογικά μέχρι και η Κάμαλα Χάρις, και φαίνεται να αντέχει στην αργκό της εποχής.
Τα πράγματα σοβάρεψαν όταν μπήκε στο παιχνίδι το λεξικό της Οξφόρδης που απεφάνθη “brain rot”. «Εγκεφαλική σήψη», βαρύ. Δηλαδή; «Η επιδείνωση της ψυχικής ή πνευματικής κατάστασης ενός ατόμου που έρχεται ως αποτέλεσμα υπερκατανάλωσης διαδικτυακού περιεχομένου που θεωρείται τετριμμένο ή ασήμαντο». Δύσκολο να πει κανείς ότι το κακό μας βρήκε το 2024, αλλά όλοι καταλάβαμε ότι επρόκειτο για το ατέλειωτο scrolling με το οποίο (νομίζουμε ότι) ξεπλένουμε το μυαλό μας καθημερινά.
Ήρθε η σειρά του λεξικού Merriam-Webster που είπε “polarization”. Δηλαδή, ναι ΟΚ, η «πόλωση» είναι πια ο κανόνας, είχαμε και πολλές εκλογές φέτος σε όλον τον πλανήτη, η μετριοπάθεια του κέντρου μοιάζει με μια ευχάριστη ανάμνηση τόσο γραφική όσο τα τηλέφωνα με καντράν. Αλλά κάπως έτσι δεν είναι ο κόσμος μας από την εποχή που η οικονομική κρίση συνέπεσε με την έκρηξη των κοινωνικών δικτύων; Πριν τον Τραμπ, that is.
Ο Economist, με κύρος, επισημότητα και σηκωμένο φρύδι είπε «κρατήστε μου το malt, παρακαλώ». Ανατρέχοντας στον πλούτο της ελληνικής γλώσσας και προτείνοντας για λέξη του 2024 την «κακιστοκρατία». Τι σημαίνει; «Η τυραννία των χείριστων». Θα την πρότεινε άραγε αν δεν είχε επιστρέψει στον Λευκό Οίκο ο Ντόναλντ Τραμπ; Τι σημασία έχει; Ο Τραμπ επέστρεψε και μάλιστα με εντυπωσιακή νίκη, απόλυτο έλεγχο και σαφή πρόθεση (που γίνεται πράξη) να σχηματίσει κυβέρνηση «πιστών», ακόμα κι αν το βιογραφικό τους είναι τουλάχιστον συζητήσιμο είτε σε τυπικά προσόντα είτε σε λευκό μητρώο ακεραιότητας..
Κάπου εδώ, τελευταίοι απ’ όλους, ας κάνουμε κι εμείς την ταπεινή πρότασή μας. Η λέξη της χρονιάς για το 2024 είναι η «απαισιοσδοκία». Μην ψάχνετε ετυμολογική ρίζα, δεν στέκει, είναι μια σύντμηση: «απαισιοδοξία» + «χαμηλές προσδοκίες». Γιατί, η χρονιά που τελειώνει, αφήνει μια τέτοια αίσθηση σε όλο τον πλανήτη. Λίγο μεγαλύτερη από τη συνήθη τάση να εστιάζουμε στα αρνητικά όταν κάνουμε ανασκοπήσεις. Η αίσθηση αυτή, μπαίνοντας στο 2025, είναι πιο βαθιά. Ότι κάπως αλλιώς τα είχαμε υπολογίσει, ότι τόσα και τέτοια τεχνολογικά άλματα έχουμε κάνει, ότι τόσες πολλές δυνατότητες μας περιμένουν για να τις εξερευνήσουμε ώστε να ζήσουμε πιο ειρηνικά, βιώσιμα και δίκαια. Κι όμως αντί γι’ αυτό: πόλεμοι, γενοκτονίες, παγκόσμιο κύμα ακρίβειας, εκτόξευση ανισοτήτων, άνοδος ακροδεξιάς και μισαλλοδοξίας, οπισθοχώρηση.
Αν το εξειδικεύσουμε κιόλας, τη μεγαλύτερη απογοήτευση (ίσως περισσότερο περισσότερο από ποτέ στην πρόσφατη ιστορία) από εκείνους που επέλεξαν να τους εκπροσωπήσουν, νιώθουν όσοι ασπάζονται τις προοδευτικές ιδέες. Παντού. Τα προοδευτικά κόμματα έχουν χάσει την επαφή τους με τα κοινωνικά στρώματα που θεωρητικά απηχούν, έχουν παραχωρήσει τη ρητορική τους στην ακροδεξιά, αδυνατούν να σπάσουν αβγά με μια διαφορετική πρόταση. Συνέβη στη ΗΠΑ που οι Δημοκρατικοί μπορούσαν αλλά δεν σταμάτησαν την φρίκη στη Γάζα. Συμβαίνει στη Μεγάλη Βρετανία, παρά την επιστροφή των Εργατικών με τον Στάρμερ. Συνέβη στη Γαλλία που ο Μακρόν τέντωσε το Σύνταγμα στα όριά του και δεν άφησε το Νέο Λαϊκό Μέτωπο να σχηματίσει κυβέρνηση, παρότι κέρδισε τη λαϊκή ψήφο μπροστά στην απειλή της Λεπέν.
Και στην Ελλάδα; Αν ανατρέξει κανείς σε τρεις μεγάλες έρευνες που έγιναν μέσα στο 2024 (η καθιερωμένη «Τι Πιστεύουν οι Έλληνες;» της διαΝΕΟσις από τη Metron Analysis // η έρευνα της aboutpeople για το ΕΤΕΡΟΝ και τα 50 χρόνια Δημοκρατίας // η πιο πρόσφατη της PRORATA με αφορμή το συνέδριο του ENA Institute για την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία), βλέπει ως κοινό τόπο στα επιμέρους συμπεράσματα έκδηλη «απαισιοσδοκία».
Περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες πιστεύουν ότι η σημερινή γενιά ζει χειρότερα από την προηγούμενη, ενώ το ποσοστό γίνεται σχεδόν 3 στους 4 όσον αφορά την πεποίθηση ότι οι σημερινοί έφηβοι και προέφηβοι θα ζήσουν ακόμα χειρότερα. Η εμπιστοσύνη είναι μια αξία σε κρίση στην ελληνική κοινωνία και η εμπιστοσύνη στους θεσμούς δοκιμάζεται έντονα: οικογένεια κι ένοπλες δυνάμεις προηγούνται της επιστήμης/τεχνοκρατίας, ενώ ΜΜΕ, συνδικάτα και ΜΚΟ σκοράρουν πολύ χαμηλά – σχεδόν αποδοκιμαζονται πλήρως
Υπάρχει μια, μάλλον αναπόφευκτη, νοσταλγία για κυβερνήσεις που ανάγονται στο πολύ μακρινό πια παρελθόν όπως του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1974-80) και, κυρίως, του Ανδρέα Παπανδρέου (1981-89). Η ικανοποίηση από τη λειτουργία της Δημοκρατίας είναι πολύ χαμηλή, ειδικά στις ηλικίες 17-34 και σε όσους δουλεύουν στον ιδιωτικό τομέα ή κάνουν χειρωνακτική εργασία. Ως βασικά προβλήματα που την υπονομευουν ξεχωρίζουν τα επιχειρηματικά συμφέροντα και η διαφθορά. Θεμελιώδεις αξίες όπως το κράτος δικαίου, η διαφάνεια και η κοινωνική δικαιοσύνη είναι τα ζητούμενα του μέλλοντος γιατί ο κόσμος θεωρεί ότι σήμερα έχουν πιάσει πάτο, ενώ στη μεγάλη εικόνα οι σημαντικότερες προκλήσεις είναι το δημογραφικό, η φτώχεια και η περιβαλλοντική κρίση.
Κι έπειτα είναι και μια τέταρτη έρευνα, πάλι της PRORATA, που δημοσιεύθηκε πριν λίγες μέρες με ακριβώς αυτό το αντικείμενο: «Οι λέξεις που σημάδεψαν τους Έλληνες το 2024». Διαβάζουμε στη σύνοψη της έρευνας: «Στην κορυφή της λίστας αποτίμησης των πολιτικών εξελίξεων του 2024 βρίσκονται οι λέξεις “αναξιοπιστία”, “κρίση”, “αστάθεια” και “οπισθοδρόμηση”». Κι επίσης: «Άλλες λέξεις που ξεχώρισαν ήταν η “ματαίωση”, η “απώλεια” αλλά και η “ανθεκτικότητα”. Την ίδια στιγμή, ο στόχος της “επιβίωσης” μοιάζει ότι παραμένει κυρίαρχος και για το 2025». Όχι ακριβώς αισιοδοξία, έτσι δεν είναι; (Την ίδια στιγμή έχουν ενδιαφέρον και τα slang ευρήματα της έρευνας, με λέξεις όπως “ντελούλου”, “μπιφ” και “φασαίος” να κερδίζουν έδαφος, ενώ αντίθετα τα “slay”, “μπροκολόκο” και “τσότσο” φαίνεται ότι θέλουν ακόμα δουλειά για να περάσουν σε ευρύτερα ακροατήρια.)
Η τεχνολογία καλπάζει, ας πούμε το AI μπορεί να προκαλεί ανασφάλεια κι αγωνία, αλλά θα φέρει κι επανάσταση σε μια σειρά από πεδία όπως η ιατρική. Όμως, το ηθικό είναι χαμηλά. Συνοψίζεται σε μια μοντέρνα παγκόσμια παραλλαγή του νόμου του Μέρφι: ό,τι δεν πάει καλά μπορεί να πάει και χειρότερα. Παμε πίσω στη μεγάλη εικόνα, στην πιο κεντρική πολιτική σκηνή, αυτή των ΗΠΑ. Εκεί που ο κόσμος βλέπει την αλλαγή σκυτάλης στην εξουσία να διανθίζεται από την ιδιοτέλεια του ενός (Μπάιντεν) να αποδίδει χάρη στον γιο του παρότι αρνείτο κατηγορηματικά ότι θα το κάνει και του άλλου (Τραμπ) να λύνει τα οικογενειακά του διορίζοντας πρόσωπα σε θέσεις αξιωματούχων. Να έχεις ανάγκη να πιστέψεις ότι «δεν είναι όλοι ίδιοι», αντιληψη άλλωστε που ανοίγει την πόρτα στον μικρο/μακρο φασισμό, και να μη σε βοηθά κανείς…