ΜΑΡΙΝΑ ΣΑΤΤΙ: “ΝΤΕΚΑΝΤΑΝΣ Η ΠΛΑΣΤΙΚΗ ΚΑΡΕΚΛΑ; ΣΥΓΓΝΩΜΗ, ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΜΕΓΑΛΩΣΑΤΕ;”
Η Μαρίνα Σάττι μάς μιλάει για τον πρώτο της δίσκο τη “YENNA” και όλη τη διαδικασία ανακάλυψης του εαυτού της και της ταυτότητάς της.
Η Μαρίνα Σάττι είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση για τα ελληνικά μουσικά δεδομένα. Για να μην πούμε και μοναδική. Σπούδασε μουσική, θέατρο και αρχιτεκτονική, παιδί της πόλης, της υπαίθρου και των ανοικτών οριζόντων.
Πριν από έξι χρόνια τραγουδήσαμε μαζί της “Θα σπάσω κούπες για τα λόγια που πες” και έναν χρόνο μετά μάς παρέσυρε ολοκληρωτικά στους ρυθμούς της “Μάντισσας”.
Από τότε η διαδρομή της είχε πολλή μουσική, μπόλικη απενοχοποίηση και αρκετό ψάξιμο πάνω στις διαφορετικές πτυχές του εαυτού της. Μέσα από τις διαφορετικές εμπειρίες που είχε μεγαλώνοντας με καταγωγή από το Σουδάν και από την Κρήτη, πιέζοντας με πόνο τον εαυτό της για να γίνεται όλο και καλύτερη. Να λύσει τους κόμπους της έμπνευσης και να πιάσει το κουβάρι από την αρχή.
Μέσα από τον πόνο, όπως λέει, γεννήθηκαν τα 11 κομμάτια της πρώτης ολοκληρωμένης δουλειάς της που με όχημα την παράδοση, κομίζει μία ολόφρεσκη δική της μουσική οπτική. Το “YENNA”, είναι ένα κράμα pop, urban και δημοτικής παράδοσης, από το οποίο δεν λείπουν τα trap στοιχεία.
Από το ζουρνά και το νταούλι του Βορρά, το πολυφωνικό τραγούδι της Ηπείρου, μέχρι τα γλέντια και τους χορούς της Κρήτης αποτυπώνει τις πρωτόγονες δονήσεις της ελληνικής υπαίθρου, εμπνευσμένες από τα άγρια βουνά και την απέραντη θάλασσα της Μεσογείου.
Πέρα από ταμπέλες και καλούπια, η Μαρίνα συνθέτει το δικό της μουσικό αλφάβητο και βάζει τον (σημερινό) φωτεινό εαυτό της μέσα στα vibes του πρώτου της άλμπουμ.
Η Μαρίνα Σάττι μάς μίλησε διαδικτυακά από το εξωτερικό, λίγες ώρες πριν από την κυκλοφορία του βιντεοκλίπ της για το κομμάτι “Σπίρτο και Βενζίνη”, το οποίο ήδη ξεχώρισε και έγινε viral μέσα σε μερικές ώρες από τη δημοσίευσή του. Χαλαρή στον καναπέ της με τα γυαλιά μυωπίας, μοιάζει με ένα κορίτσι που ξέρει τι θέλει και κυρίως είναι διατεθειμένη να ρίξει πολλή δουλειά για να το αποκτήσει.
Η δημιουργία του πρώτου δίσκου ήταν ένα προσωπικό στοίχημα. Πώς είναι αυτή η φάση που έχουν ολοκληρωθεί όλα και λαμβάνεις πλέον την ανταπόκριση του κόσμου;
Η αλήθεια είναι πως είχα ξεχάσει πώς είναι αυτή η φάση, όταν έχεις ολοκληρώσει μια δουλειά και τη μοιράζεσαι. Ήταν πολύ μοναχική η διαδικασία του να φτιάξω αυτό το άλμπουμ, και κράτησε καιρό. Όπου υπήρχε φασαρία, έφευγα και εξαφανιζόμουν. Έψαχνα χώρο και ησυχία για να μπορέσω να ακούσω τη δική μου “φωνή”. Ο δίσκος YENNA ήταν ενός τύπου “γέννα”, όντως. Δυσκολεύτηκα. Αλλά η δυσκολία φαίνεται να μην ήταν τελικά στο τι τραγούδια θα γράψω, αλλά στο να αναγνωρίσω ποια είμαι, τι θέλω να εκφράσω, και τι θα αφηγείται αυτή η πρώτη μου ολοκληρωμένη δουλειά. Οπότε τώρα που τελείωσαν και ο δίσκος είναι πια εκεί έξω, έχω θυμηθεί πόσο ωραία είναι αυτή η επικοινωνία και η επαφή με τον κόσμο.
Πώς δημιουργήθηκε η ανάγκη για έναν ολοκληρωμένο δίσκο και πώς φτάσαμε στη “YENNA”;
Πάντα μου άρεσε να κάνω πολλά πράγματα μαζί. Μου έλεγαν οι δάσκαλοί μου, “Για να γίνεις καλή πρέπει να συγκεντρωθείς σε ένα πράγμα. Δεν μπορείς να κάνεις και κλασικό τραγούδι και τζαζ. Δεν μπορείς να κάνεις και θέατρο και μουσική και αρχιτεκτονική” – σπούδασα και αρχιτεκτονική εντωμεταξύ. Όμως είμαι λίγο από όλα αυτά.
Ασχολούμαι με τη μουσική από πέντε ετών. Όλη μου τη ζωή. Όμως πρόσφατα, με αφορμή το ταξίδι μου στην Αμερική για σπουδές, ήταν που ένιωσα για πρώτη φορά ότι θέλω να συστηθώ στον κόσμο και να φτιάξω κάτι ολοκληρωμένο – κάτι δικό μου. Κι από αυτή την προσωπική μου ανάγκη να ορίσω την ταυτότητά μου ξεκίνησε αυτή η αναζήτηση, κι έτσι φτάσαμε σε αυτόν τον δίσκο.
Η διασκευή του “Θα σπάσω κούπες” ήταν το πρώτο δικό μου δημιούργημα. Και από εκεί και μετά τα πράγματα έγιναν κάπως γρήγορα. Είχε τέτοια ανταπόκριση που δεν την περίμενα ποτέ. Δεν ξέρω καν πώς έγινε όλο αυτό.
Όλα συνέβησαν κάπως ανορθόδοξα, γιατί δεν είχα αποφασίσει να γίνω τραγουδίστρια, ούτε ήμουν σε κάποια δισκογραφική εταιρία. Το πήγαινα μόνη μου. Θυμάμαι κάποια στιγμή λίγο μετά τις “Κούπες” και την επιτυχία που έκανε το τραγούδι μου πρότειναν από την ΕΡΤ να παίξω στον προαύλιο χώρο τους μία συναυλία. Δεν είχα ούτε μουσικούς που παίζαμε μαζί, δεν είχα καν δικά μου τραγούδια να παίξω. Το μόνο που είχα, ήταν ένα πολυφωνικό σχήμα που είχαμε φτιάξει με κάτι φίλες και βρισκόμασταν στο σπίτι μου και τραγουδούσαμε, έτσι ως χόμπι. Δεν είχαμε κάνει ποτέ κανένα live, ούτε είχαμε βρει όνομα πώς θα μας λένε. Μέσα σε δύο μήνες δουλέψαμε το πρώτο μας ρεπερτόριο και παίξαμε εκεί. Και κάπως έτσι γεννήθηκαν οι fonέs.
Με κάλεσαν για συναυλία και δεν ήξερα καθόλου πώς … γίνεται μία συναυλία. Έμαθα κάνοντάς το στην πράξη, και σιγά σιγά άρχισε να μου αρέσει.
Η “Μάντισσα”, αργότερα, προέκυψε από μια ανάγκη να εκφράσω μια πιο εξωστρεφή μου πλευρά. Όταν βγήκε, δεν είχα κάποιο άλλο σχέδιο για επόμενα τραγούδια. Συνειδητοποίησα, όμως, ότι στα singles χωράει να δείξεις μόνο ένα κομμάτι του εαυτού σου. Είχα όμως και πολλά άλλα κομμάτια δικά μου που ήθελα να εκφράσω. Είχα ορκιστεί στον εαυτό μου, λοιπόν, ότι αν ξαναβγάλω μουσική θα είναι σε έναν ολοκληρωμένο δίσκο. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο: για να βάλω όλα τα κομμάτια του “ποια είμαι” μαζί, το ένα δίπλα στο άλλο.
Γεννήθηκες στην Αθήνα και μεγάλωσες στο Ηράκλειο της Κρήτης, από πατέρα Σουδανό και μητέρα Ελληνίδα. Ο δίσκος “κλείνει” μέσα του επιρροές από τις δύο αυτές “πατρίδες;”
Ο δίσκος αυτός είναι κομμάτι του εαυτού μου. Έχω γράψει μουσική στα εννιά από τα έντεκα τραγούδια, ήμουν μέσα σε όλη τη διαδικασία της ενορχήστρωσης και της παραγωγής. Εκφράζω αυτό που είμαι, τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα, κι αυτό σαφώς συμπεριλάβει και τις εμπειρίες και τα βιώματά μου από μικρή.
Μεγαλώνοντας ο μπαμπάς μου ήθελε να μάθω αραβικά κι έτσι ξεκίνησα να πηγαίνω σε ένα international σχολείο μέχρι την Α’ δημοτικού. Την ίδια ύλη τη μελετούσα και στα ελληνικά στο σαλόνι του σπιτιού με τη μαμά μου. Τα καλοκαίρια πηγαίναμε στο Σουδάν, από όπου έχω πολλές εικόνες και εμπειρίες μοναδικές, ανάμεσα σε τόσους διαφορετικούς ανθρώπους. Έχω ανακαλύψει πρόσφατα φωτογραφίες από τα τρίτα γενέθλιά μου που τα γιορτάσαμε στο Χαρτούμ, όπου η μαμά μου η μόνη λευκή και γύρω μας οι Άραβες συγγενείς, ξαδέρφια, παιδάκια, οι θείοι, η γιαγιά μου, κόσμος πολύς…
Όταν μετά πήγα να σπουδάσω στην Αμερική, σε ένα παρόμοιο πολυπολιτισμικό περιβάλλον, ήταν γνώριμη η αίσθηση κι ένιωσα άνετα από την πρώτη ημέρα. Υπήρχε μία κινητικότητα και μία “ανοιχτότητα” στις ιδέες – και όχι μόνο στις μουσικές ιδέες. Συναναστράφηκα με ανθρώπους από όλα τα μέρη του κόσμου. Είχα φίλους Άραβες, από τη Βουλγαρία, από την Παλαιστίνη, από το Ισραήλ από τη Λατινική Αμερική από τη Μαλαισία. Άλλαζα και εγώ η ίδια και μόνο που ζούσα εκεί. Ήταν τρομερό να βρίσκεσαι σε μια τέτοια μουσική κοινότητα.
Εκεί, για πρώτη φορά προσπαθώντας κι εγώ να βρω το χώρο μου, να συστηθώ, και να φέρω κάτι προσωπικό μέσα σε αυτό το περιβάλλον, άρχισα να να ψάχνω πράγματα για τον εαυτό μου. Το οξύμωρο είναι ότι πήγα στη Βοστόνη για να σπουδάσω τζαζ μουσική, αλλά όσο ήμουν εκεί ανακάλυψα και πλησίασα την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Εκεί πρωτοτραγούδησα βουλγάρικα πολυφωνικά, μετά αραβικά, σιγά σιγά ελληνικά. Εκεί άρχισα να αναλογίζομαι ποιος είναι ο πυρήνας μου, σε αντιδιαστολή με τον wannabe δυτικό τρόπο ζωής, σκέψης, και lifestyle που είχα ως τότε.
Είχα ορκιστεί στον εαυτό μου ότι αν ξαναβγάλω μουσική θα είναι σε έναν ολοκληρωμένο δίσκο. Για να βάλω όλα τα κομμάτια τού “ποια είμαι” μαζί, το ένα δίπλα στο άλλο.
Αυτή ήταν η μεγαλύτερη “κληρονομία” που κέρδισα από τα χρόνια στην Αμερική και αυτό που προσπάθησα να διατηρήσω κι επιστρέφοντας. Μιλώντας με τη μητέρα μου, έμαθα πολλές ιστορίες που δεν τις ήξερα ή δεν τις θυμόμουν κι ανακάλυψα πράγματα για τον εαυτό μου και για την οικογένειά μου.
Μέσα από τη «ΥΕΝΝΑ» προσπάθησα να “επιστρέψω” σ’ όλους αυτούς τους διαφορετικούς ανθρώπους που γνώρισα μεγαλώνοντας, στο πώς υπάρχουν και πώς ζουν.
Στον δίσκο YENNA υπάρχουν 11 κομμάτια που “αγκαλιάζουν την παράδοση”. Τι είναι “παράδοση” και ποια η σημασία της;
Όλη αυτή η πληθώρα εικόνων κι ακουσμάτων που είχα από μικρή “έγραψαν” μέσα μου.
Στην Κρήτη που μεγάλωσα ακούγαμε κρητικά, λαούτο, λύρα και μαντινάδες. Νταούλι και ζουρνά είδα πολύ αργότερα είδα στη ζωή μου. Το κλαρίνο και τα ηπειρώτικα δεν τα ήξερα. Τώρα τα ακούω, τα μελετάω και προσπαθώ να μάθω. Αγγίζουν κάτι μέσα μου, με συγκινούν.
Η παράδοση – κατά τη γνώμη μου – προκύπτει από τους ανθρώπους. Για εμένα “παράδοση” είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται μεταξύ τους, που γιορτάζουν, και τραγουδούν, και χορεύουν, και τρώνε και πίνουνε, και αγαπιούνται, και παλεύουν και συνδιαλέγονται κι επικοινωνούν. Και είναι κάτι ζωντανό που εξελίσσεται – ακόμα και για εμάς που έχουμε μεγαλώσει στην πόλη. Δεν είναι κάτι που γινόταν παλιά στα χωριά. Δεν είναι κάτι “μουσειακό”.
Σ’ αυτά τα τραγούδια νιώθεις την επαφή με τον πυρήνα των ανθρώπων και των αναγκών τους – κάτι το primitive, το πρωτογενές… Και για μένα δεν υπάρχει άλλη μουσική εκτός από την παραδοσιακή που να το εκφράζει με αυτόν τον τρόπο. Εκτός ίσως από τη χιπ χοπ και τη ραπ, που ξυπνάει μέσα μου τα ίδια συναισθήματα. “Μιλούν” με τρόπο άμεσο για τη ζωή μας τη σημερινή, στο αστικό περιβάλλον.
Οι εικόνες που περιγράφεις είναι σαν ένα από τα … βιντεοκλίπ σου
Όντως! Και εγώ κάπου εκεί στη μέση.
Με αφορμή αυτό το πρότζεκτ ταξίδεψα πάρα πολύ. Πήγα και στις Σέρρες και στην Κρήτη, στην Πελοπόννησο στην Αργολίδα και είδα πολλές εικόνες. Ηχογράφησα με μουσικούς, έμεινα μαζί τους, γνωριστήκαμε ανταλλάξαμε ιδέες. Δεν είναι όλοι άνθρωποι που ζουν στο χωριό «πίσω», ούτε περνούν την καθημερινότητά τους κάτω από ένα δέντρο, να παίζουν τον αυλό δίπλα στα πρόβατα.
Καλώς ή κακώς όπου φτάνει το internet οι άνθρωποι αποκτούν τις ίδιες αναφορές, τις αναφορές του urban lifestyle – ακόμα κι αν ζουν στο χωριό. Απλώς, έχουν την τύχη αντί να βγαίνουν έξω και να βλέπουν λεωφόρους, να βλέπουν δέντρα. Μακάρι να μπορούσα και εγώ να το κάνω αυτό.
Η νέα γενιά έχει επαφή με την παράδοση;
Δεν ξέρω, το ελπίζω. Οι ζωές μας αλλάζουν και μαζί μας εξελίσσεται και η παράδοσή μας.
Στα βίντεο κλιπ σου χρησιμοποιείς visuals που βασίζονται σε εικόνες από την ελληνική επαρχία. Θεωρείς ότι οι κοινωνίες της επαρχίας παραμένουν “κλειστές” σε θέματα διαφορετικότητας;
Όταν μεγάλωνα στην Κρήτη, που ήταν υποτίθεται μια κλειστή κοινωνία, όταν έβγαινε μία κοπέλα βόλτα με ένα αγόρι, την επόμενη μέρα το συζητούσε όλη η γειτονιά. Δυστυχώς και στην Αθήνα του σήμερα βλέπουμε περιστατικά που ένα αρσενικό θα βγει έξω φορώντας ένα κοντό σορτσάκι και σκουλαρίκια, ή ότι άλλο του αρέσει τέλος πάντων, κι ο κόσμος γύρω του θα “ασχοληθεί”. Το ότι είμαστε στην πόλη, δεν συνεπάγεται ότι είμαστε “ανοικτή” κοινωνία. Είμαστε εντελώς «κλειστή».
Μου αρέσει να θίγω τέτοια ζητήματα στα project μου. Στο βίντεο κλιπ του “Πάλι” σχολιάσαμε με έναν τρόπο τους ρόλους του “άνδρα” και της “γυναίκας” – όπως τους βλέπει η κοινωνία.
Όταν μου λένε “ντεκαντάνς η πλαστική καρέκλα και το πλαστικό τραπεζομάντηλο”, τους απαντάω “συγγνώμη να ρωτήσω κάτι εσείς πού μεγαλώσατε;” Εγώ αυτή τη ζωή έχω ζήσει στην επαρχία, ή έξω από το κέντρο της Αθήνας, στις αληθινές γειτονιές. Αυτές είναι οι εικόνες που βλέπαμε από μικροί. Όχι;
Πόσο επίπονη ήταν αυτή η συμβολική YENNA… και το τάμα;
Ο τίτλος, ΥΕΝΝΑ είναι συμβολικός και μιλάει για όλα τα αυτά τα πρωτόγνωρα συναισθήματα μέσα στη δημιουργική διαδικασία – ενθουσιασμό, φόβο, χαρά, ανασφάλεια. Αποφάσισα να φτιάξω έναν δίσκο για το πώς είναι να φτιάχνεις έναν δίσκο. Ήταν σαν το ημερολόγιό μου, και κάθε τραγούδι είναι ένα “κεφάλαιο” μέσα στην αφήγηση αυτή.
Κομβικό ρόλο στην εξερεύνηση της θεματικής του δίσκου έπαιξε ο Odyicon που βοήθησε στην έρευνα και τη δραματουργία. Περάσαμε σχεδόν δύο χρόνια διαβάζοντας για τη γέννα, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Άλλοτε, δεν ήταν μία διαδικασία όπως σήμερα. Η γυναίκα πήγαινε να γεννήσει και δεν ήξερε αν θα βγει ζωντανή ή αν το μωρό θα βγει ζωντανό. Δεν ήξερα κι εγώ αν θα βγω “ζωντανή” μέσα από αυτό το πρότζεκτ, ή αν θα καταφέρω να το ολοκληρώσω.
Γενικά εμπλέκομαι ψυχή και σώμα σε ένα πρότζεκτ. Το ίδιο και τώρα που έγραψα μουσική. Ξυπνάω και κοιμάμαι με αυτή τη σκέψη. Απογοητεύομαι όταν δεν έχω καλές ιδέες, μετά τρελαίνομαι αν γράψω κάτι που μ’αρέσει, ενθουσιάζομαι. Είναι μία σχέση πάθους, εντελώς.
Πολύ συχνά στις αναζητήσεις μας πέφταμε επάνω σε αναφορές θρησκευτικές. Με γοητεύει η βυζαντινή τέχνη και – άσχετα από το πλαίσιο της θρησκείας – θεωρώ ότι φέρει κάτι μεταφυσικό, πολύ μεγαλύτερο από την ανθρώπινη υπόσταση. Τα τελευταία τρία χρόνια μπαίνω σε εκκλησίες, κάθομαι και κοιτάζω με δέος. Λέω καμιά φορά, “καλά εγώ σε άλλη χώρα μεγάλωσα; Σε αυτές τις εκκλησίες δεν έμπαινα από μικρή; Πώς και δεν τις είχα δει πραγματικά;”. Για το εξώφυλλο φτιάξαμε ένα τάμα…Πώς κάνουν οι μανούλες το μωρό τους τάμα; Κι εμένα ο δίσκος αυτός είναι το μωράκι μου και το έκανα κι εγώ τάμα!
Μάταιο να ρωτήσουμε ποιο από τα τραγούδια η ίδια ξεχωρίζεις; Όλα έχουν τη δική τους αφηγηματική τοποθέτηση στον δίσκο…
Δεν ξεχωρίζω κανένα από τα κομμάτια, τα αγαπάω όλα και το καθένα περιγράφει και μια διαφορετική μουσική μου αναφορά, και μια διαφορετική πτυχή του χαρακτήρα μου και της προσωπικότητάς μου.
Ξεκινάει με το “ΓΙΑΤΙ ΠΟΥΛΙ Μ’”: Γιατί, πουλί μ’, δεν κελαηδείς ‘πως κελαηδούσες πρώτα; Αχ, πώς μπορώ να κελαηδώ; Πώς μπορώ να κελαηδώ ‘πως κελαηδούσα πρώτα; Μου κόψαν τα φτερούδια μου”. Είναι μια διασκευή ενός παραδοσιακού θρακιώτικου τραγούδιου για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, που περιγράφει την αδυναμία να ζήσει και να δημιουργήσει κανείς έχοντας χάσει τις ρίζες του.
[Το βίντεο κλιπ του “ΓΙΑΤΙ ΠΟΥΛΙ Μ’” γυρίστηκε στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης. Εκεί η Μαρίνα Σάττι, με τη βοήθεια του Μεξικανού σκηνοθέτη Alexis Gómez, καταφέρνει να μετατρέψει ένα παραδοσιακό τραγούδι σε ένα σύγχρονο ύμνο για την επιστροφή στις ρίζες και στον εαυτό μας].
Μετά ξεκινάει όλη η αφήγηση που καταλήγει στο “ΠΟΝΟΣ ΚΡΥΦΟΣ” που περιγράφει την αλλαγή: “Σου μιλώ μα είναι σαν να μιλάει κάποιος άλλος. Σε κοιτώ μα είναι σαν να κοιτάει κάποιος άλλος. Τι έχει πάθει το σώμα μου; Πέφτω βουλιάζω στο στρώμα μου. Πόνος κρυφός είναι πόνος μεγάλος“.
Συνεχίζει με το «ΝΑΝΙ», αλλά τελειώνει με το “ΜΟΙΡΟΛΟΙ”. Έτσι κι αλλιώς όταν κάτι γεννιέται, πεθαίνει κάτι άλλο και είναι στον ίδιο κύκλο.
Έγιναν υπερβάσεις;
“Πόνεσε” πολύ αυτός ο δίσκος και σε προσωπικό επίπεδο και σε μουσικό. Οι προκλήσεις ήταν πολλές. Να καταλάβω πώς νιώθω. Να το καταγράψω. Να γράψω τραγούδια, να κάνω υπερβάσεις και να ξεπεράσω και τα κλισέ. Αυτούς τους κοινωνικούς ρόλους της επαρχίας που λέγαμε πριν – που εμένα με δυσκόλευαν. Γιατί εγώ έχω μεγαλώσει στα ωδεία, με τις σπουδές. Και μία κοπέλα σοβαρή … να χορεύει τσιφτετέλια; Ναι! Τσιφτετέλια. Είναι και μια προσωπική απελευθέρωση για εμένα. Οι “κοινωνικοί” ρόλοι λειτουργούν πολλές φορές σαν φίμωτρο. Αυτή την απελευθέρωση αναζητούσα και μέσω της δημιουργίας αυτού του δίσκου, ΥΕΝΝΑ.
Συγγνώμη, για να θεωρείται ότι κάτι έχει μία καλλιτεχνική αξία πρέπει να έχει μέσα βιολιά και να είναι λυρικό; Δηλαδή, όταν πάμε στο πανηγύρι, χορεύουμε και πίνουμε ακούγοντας κουαρτέτο; Για εμένα η τέχνη είναι η αληθινή ζωή.
Θα παραμείνεις εκτός social media;
Τα έχω πει 100 φορές και νομίζω θα με βαφτίσουν “σταυροφόρο αρνητή των social”, χαχα! Υπάρχει πολλή πληροφορία εκεί έξω και δεν ξέρεις πια τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέματα. Repost, repost, repost και μετά γίνεται είδηση και πραγματικότητα κάτι που δεν είναι.
Είμαι πολύ προσεκτική σε σχέση με τον χώρο που δίνω μέσα μου, σε σχέση με την αξιοπιστία και με τη δύναμη αυτής της επιρροής. Με ρωτάνε στις συνεντεύξεις αν δεχόμουν μπούλινγκ όταν ήμουν μικρή, αλλά γιατί δεν μιλάμε για το μπούλινγκ που δεχόμαστε όλοι αυτή τη στιγμή από τους “μαχητές του πληκτρολογίου”;
Είναι σκληρό το ίντερνετ, συχνά πιο σκληρό και από την αληθινή ζωή. Αλλά είμαστε άνθρωποι με αληθινές ζωές, συναισθήματα και καρδιές. Μην το ξεχνάμε αυτό! Κι όποιος άνθρωπος παλεύει να χτίσει κάτι δικό του, μπράβο θα του πω, γιατί είδα πόσο δύσκολο είναι να φτιάξεις κάτι από το μηδέν.
Τι θα ακούσουμε την 1η Ιουλίου στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής;
Στη συναυλία αυτή θα παρουσιάσουμε για πρώτη φορά ζωντανά όλα τα τραγούδια του νέου δίσκου και κάποια αγαπημένα τραγούδια από την Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Μαζί με τη μπάντα μου και με τα κορίτσια που τραγουδάμε μαζί, την Έλενα Λεωνή και την Ερασμία Μακρίδη. Χαίρομαι που μετά από τόσο καιρό εσωστρέφειας θα βγούμε έξω να επικοινωνήσουμε και να γιορτάσουμε τον κόσμο.
Τι εύχεσαι για το μέλλον;
Θέλω να είμαι καλά, να μαθαίνω, να εξελίσσομαι και να έχω ανθρώπους γύρω μου που να είμαστε αγαπημένοι και να ταξιδεύουμε τον κόσμο. Να έχω έμπνευση και να μπορέσω να φτιάξω κι άλλα τραγούδια τώρα που… λίγο ξέρω πώς γίνεται. Αν και νομίζω ότι κάθε φορά θα είναι μια καινούργια “γέννα”. Σίγουρα μετά από αυτό το δίσκο είμαι ένας άλλος άνθρωπος. Θα χρειαστεί να ξαναδώ ποια είμαι και να το πιάσω πάλι από την αρχή…