ΜΑΡΤΑ ΜΠΑΡΟΝΕ: Η ΚΟΡΗ ΕΝΟΣ “ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗ” ΓΡΑΦΕΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΥΣ
Η Μάρτα Μπαρόνε μιλάει στο Magazine για ένα βιβλίο που ανασυνθέτει την ιστορία του πατέρα της αλλά και μιας ολόκληρης, ταραγμένης εποχής.
Μια γυναίκα κοντά στα 30 χρόνια της αποφασίζει να αναζητήσει τον πατέρα της. Η ανασύνθεση του παρελθόντος του νεκρού πλέον πατέρα της, συμβαδίζει με τις ταραγμένες δεκαετίες μιας ολόκληρης κοινωνίας. Της ιταλικής.
Στη “Βυθισμένη Πολιτεία” η Μάρτα Μπαρόνε στήνει ένα κράμα μυθιστορήματος, απομνημονευμάτων και ιστορίας που περνάει μέσα από τις κοινωνικοπολιτικές ζυμώσεις της Ιταλίας, από το φοιτητικό κίνημα του ’67-’68, μέχρι τις εργατικές διεκδικήσεις, τον αντιφασισμό αλλά και τον ένοπλο αγώνα, με γεγονότα που στιγματίστηκαν από ακροδεξιές προβοκάτσιες, βίαιη καταστολή, ελεγχόμενο Τύπο. Φυσικά, και οι σελίδες διαπνέονται από τα λεγόμενα “anni di piombo”, τα “χρόνια του μολύβδου”, τα χρόνια της σφαίρας και του αίματος.
Κεντρικό αντικείμενο του βιβλίου, είναι η ζωή του ίδιου του ακτιβιστή Λεονάρντο Μπαρόνε. Στο βιβλίο, η πρωταγωνίστρια ανακαλύπτει πως ο νεκρός πλέον πατέρας της, δεν είναι αυτός που νόμιζε πως ήταν. Όσο ήταν εν ζωή είχε εμπλακεί, ως γιατρός, με μια μεγάλη τρομοκρατική οργάνωση της άκρας αριστεράς (τη Prima Linea). Συγκεκριμένα, ο ακτιβιστής γιατρός Λεονάρντο Μπαρόνε καταδικάστηκε το 1982 για “συμμετοχή σε ένοπλη συμμορία” καθώς περιέθαλψε μέλος της Prima Linea που είχε τραυματιστεί σε τρομοκρατική επίθεση. Ο ίδιος είχε περιθάλψει αφιλοκερδώς φτωχούς στο Μιλάνο και στη Βόρεια Ιταλία, και ήταν μαχητής για τα δικαιώματα των εργαζομένων στο Τορίνο.
Ο Λ.Β. αθωώθηκε τελικά με αναίρεση έξι χρόνια μετά, ωστόσο παρέμεινε κατά βάση μακριά από τη Μάρτα. Την εκπροσώπησή του είχε αναλάβει η διάσημη δικηγόρος Bianca Guidetti Serra, που αποτελεί σήμερα μια σχεδόν μυθική φιγούρα για τους αριστερούς κύκλους στο Τορίνο.
Η Μάρτα μεγάλωσε με τη μητέρα της, με τον Λεονάρντο να πεθαίνει από καρκίνο το 2011, όταν η συγγραφέας ήταν 24 ετών. Από τότε άρχισε και την ανασυγκρότηση ενός θολού παρελθόντος. Τα ερωτήματα είναι μεταξύ άλλων:
Ήταν ένοχος ο Λ.Β.;”. Και ποια ήταν τα κίνητρά του; Ήταν ένας ακτιβιστής που δεν έκανε διακρίσεις; Και τι σκέφτονταν όσοι στήριζαν ή γοητεύονταν από τους τρομοκράτες της εποχής εκείνης;
Η συγγραφέας προσπαθεί μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της να κατανοήσει τις συνθήκες της εποχής και να διερευνήσει τα αίτια που οδήγησαν τόσους πολλούς να πάρουν τα όπλα και να βρουν λαϊκό έρεισμα, σε ουκ ολίγες περιπτώσεις.
Η συγγραφέας μίλησε στο Magazine για την πολιτική στην Ιταλία του χθες και του σήμερα, αλλά και για την ίδια τη ζωή της, την οποία σκιαγράφησε προσπαθώντας να ολοκληρώσει ένα έργο που έκανε αίσθηση και κυκλοφορεί τώρα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κέλευθος, σε μετάφραση της Κωνσταντίνας Γερ. Ευαγγέλου.
Σχετικά με το αν το κείμενό της είναι μια τρόπον τινά, αυτοβιογραφία, η συγγραφέας απαντάει καταφατικά. “Ασφαλώς και είναι. Το κύριο πρόσωπο, εκτός από τον πατέρα μου, είμαι εγώ: ή καλύτερα, μια προηγούμενη εκδοχή μου”.
Γιατί όμως επέλεξε τη φόρμα της μυθοπλασίας και όχι της βιογραφίας; “Γιατί με ενδιέφερε να βρω μια ιδιαίτερη φόρμα που δεν θα καθιστούσε το βιβλίο μια απλή συσσώρευση χρονολογικών γεγονότων ή μια ανάκληση, αλλά και μια αφηγηματική έρευνα μέσα στον χρόνο, στη μνήμη, στα κενά της μνήμης, στα πράγματα που με ενδιέφεραν περισσότερο από λογοτεχνικής πλευράς”, αναφέρει η Μάρτα Μπαρόνε στο Magazine.
Όταν δηλαδή η ιδεολογία μετατρεπόταν σε πράξη
Σχετικά με το Μαρξιστικό-Λενινιστικό κόμμα της Ιταλίας, Servire il popolo, με το οποίο είχε σχέσεις ο πατέρας της, η συγγραφέας μας αναφέρει πως η προσφορά του ως προς την επιτόπια αλληλεγγύη δεν έχει εμφανιστεί ξανά στη μετέπειτα ιστορία του τόπου της σε τέτοιο κομματικό επίπεδο. Κάτι που βρήκε όχι μόνο ελκυστικό, αλλά την έκανε να ψάξει βαθύτερα για τη δράση αυτών των οργανώσεων.
“Tο «Servire il popolo» ήταν ένα μικρό κόμμα, με πολύ λίγα μέλη, μαρξιστικό-λενινιστικό, δεν ήταν το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCI), που αντίθετα είχε τεράστια απήχηση. Πιο πολύ και από έλξη, αισθάνθηκα ενδιαφέρον γι’ αυτά που έκαναν στις πόλεις στηρίζοντας τους φτωχούς και τους κοινωνικά αδύναμους, όπως έκαναν και άλλες μικρές κομμουνιστικές οργανώσεις. Όταν δηλαδή η ιδεολογία μετατρεπόταν σε πράξη και είχε πραγματικά μια άμεση χρησιμότητα. Στην Ιταλία δεν υπήρξε από τότε κάτι παρόμοιο, παρά μόνο σε επίπεδο θρησκευτικού εθελοντισμού”.
Ως προς τις πολιτικές ιδέες του πατέρα της, και σχετικά με το πώς επηρέασαν τις δικές της πολιτικές απόψεις, η συγγραφέας μας λέει: “Είχαμε παρόμοιες ιδέες, αλλά συχνά διαφωνούσαμε. Τώρα που γνωρίζω καλύτερα τα βιώματά του πριν τη γέννησή μου, μπορώ να πω ότι καταλαβαίνω περισσότερο, μέσω του πατέρα μου, εκείνους τους καιρούς αν και, δυστυχώς μόνο μέσα από τις αφηγήσεις άλλων”.
“Πριν κάνω τις ανακαλύψεις που αφηγούμαι στο βιβλίο μου «Βυθισμένη Πολιτεία» δεν ήξερα επί της ουσίας τίποτα για το παρελθόν του, επομένως δεν μεγάλωσα αισθανόμενη το βάρος του. Τώρα, που έχει περάσει τόσος χρόνος, πιστεύω ότι ήταν πολύ σημαντικό που προσπάθησα να αφηγηθώ την ιστορία του, για να παραμείνουν τα ίχνη του ζωντανά”, προσθέτει η Μπαρόνε.
Με ενδιέφερε περισσότερο να διερωτηθώ γιατί το έκαναν και τι πίστευαν, παρά να κρίνω
Η όλη έρευνά της, την έφερε όπως μας λέει μπροστά σε προσωπικές ανατροπές, αλλά και γνωσιακές κατακτήσεις για την εποχή εκείνη που έδρασε ο πατέρας της.
“Πίστευα ότι ήταν σημαντικό να μελετήσω και να γνωρίσω καλύτερα αυτά που συνέβησαν πριν την τραγική τροπή της ιστορίας, που είναι το μόνο πράγμα που απέμεινε, λίγο πολύ, στη συλλογική μνήμη και την ιταλική πολιτική. Κάποιοι ιστορικοί το κάνουν εδώ και χρόνια, αλλά μερικές φορές μοιάζει, τουλάχιστον σε γενικές γραμμές, ότι έχει περάσει πολύ λίγος χρόνος για να δούμε υπό τη σωστή προοπτική κάποια γεγονότα και να επιχειρήσουμε να κατανοήσουμε όλες τις πλευρές τους.
Εγώ περιορίστηκα στην προσπάθεια να αφηγηθώ ένα μέρος, να επιχειρήσω να αποκαταστήσω με αφηγηματικό τρόπο, φιλτραρισμένο και μέσα από τον φακό της προσωπικής ανακάλυψης και της νοητικής μου απόστασης από εκείνον τον κόσμο. Συχνά βέβαια, διέπραττα σφάλματα και άλλαζα γνώμη για πολλά πράγματα καθώς τα γνώριζα, και καθώς αντιλαμβανόμουν τον τρόπο με τον οποίο, αυτά τα άτομα ζούσαν ωθούμενα από ένα ιδανικό δικαιοσύνης και κοινωνικής ισότητας που διέτρεχε όλη τους την ύπαρξη. Με ενδιέφερε περισσότερο να διερωτηθώ γιατί το έκαναν και τι πίστευαν, παρά να κρίνω”.
Έχετε δηλώσει ότι η Άκρα Αριστερά έχει δημιουργήσει θετικές πτυχές που απολαμβάνουμε στις δημοκρατίες μας σήμερα. Ποια είναι τα τωρινά διακυβεύματα;
“Πιστεύω σε κατακτήσεις όπως οι νόμοι για το διαζύγιο και άλλα πράγματα που άλλαξαν με θετικό τρόπο τον κοινωνικό ιστό κάποιων χωρών. Τα κινήματα, παρόλα τα προβλήματα και τις διαφορές τους, επέφεραν κάποιες σημαντικές αλλαγές (πχ. στην εκπαίδευση, τις ψυχιατρικές δομές, τα πανεπιστήμια και τη ζωή των γυναικών).
Σε άλλες περιπτώσεις, όπως π.χ. στον αγώνα για το δικαίωμα στην κατοικία, είχαν αντιθέτως, θλιβερή κατάληξη. Η αστικοποίηση των μεγάλων κέντρων και τα διαρκώς αυξανόμενα ενοίκια, (σε μεγάλο βαθμό δυσβάσταχτα με τους υπάρχοντες μισθούς), φαίνεται ότι πλέον δεν ενδιαφέρουν κανέναν, από πολιτικής σκοπιάς. Αντίθετα, τα πράγματα συνεχώς χειροτερεύουν”.
Στην ερώτηση, “πόσο αριστερή είναι η Ιταλία σήμερα”, η Μπαρόνε δεν απαντά θετικά.
“Πoλύ λίγο. Όπως και σε άλλες χώρες, ο λαϊκισμός αποτελεί αποτέλεσμα πολλαπλών παραγόντων. Το πρόβλημα είναι ότι για να αντιμετωπιστεί ο λαϊκισμός πρέπει να υπάρξει αντ’ αυτού μια πιο πειστική αντιπρόταση. Είναι μια πολύ θλιβερή κατάσταση και χωρίς ορατή διέξοδο”.
Κατά την άποψή σας, τι πρέπει να αλλάξει η Ευρώπη εάν θέλει να γίνει επιτέλους ένας οργανισμός δικαιοσύνης και ισότητας;
“Είναι πολύ δύσκολο να απαντήσω αυτή τη χρονική στιγμή. Τα πράγματα αλλάζουν κυριολεκτικά από βδομάδα σε βδομάδα. Περιορίζομαι στο να διαβάζω τα άρθρα των εφημερίδων και να προσπαθώ να καταλάβω τι γίνεται, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος. Προς το παρόν δεν μπορώ να εκφέρω άποψη: Eξάλλου δεν είμαι ειδική επί των γεωπολιτικών θεμάτων, ιστορίες αφηγούμαι”.
Υπάρχει κάποιο βιβλίο που άλλαξε την πορεία της ζωής σας; Και αν ναι, γιατί;
“Ναι, πολλά από αυτά τα βιβλία που έχω διαβάσει έχουν επηρεάσει τη «Βυθισμένη Πολιτεία» με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Τα βιβλία του Ναμπόκοφ είναι ίσως τα πιο σημαντικά, για τη ζωντανή ομορφιά της γλώσσας και για τη θεματολογία τους (τη νοσταλγία, τη μνήμη, το πέρασμα του χρόνου)”.
Η υπόθεση του βιβλίου
Το αγόρι τρέχει στη χειμωνιάτικη νύχτα, στη βροχή, ξυπόλητο, γεμάτο αίματα, όχι δικά του. Θα το ονομάσουμε Λ. Μπ. για να έρθουμε πιο κοντά στα χρόνια και τα γεγονότα που οδήγησαν σε εκείνη τη νύχτα.
Βρισκόμαστε στο Τορίνο τη δεκαετία του 70. Μας καθοδηγεί η φωνή μιας νεαρής γυναίκας, παθιασμένης με τη λογοτεχνία και αυτό το μυθιστόρημα είναι η ανάμνηση και το χρονικό της αναμέτρησής της με την εξαφάνιση του πατέρα της, με ό,τι απέμεινε από την ευτυχισμένη παιδική της ηλικία, με την καθυστερημένη ανακάλυψη της δικαστικής υπόθεσης που τον είχε ως πρωταγωνιστή.
Ποιος ήταν αυτός ο άγνωστος, ο Λ. Μπ., ο νεαρός πάντα στο πλευρό των ηττημένων, ο ακούραστος γιατρός που πάλευε πάντα για να σώσει κάποιον, που καταδικάστηκε σε φυλάκιση για συμμετοχή σε εξτρεμιστική αριστερή οργάνωση; Και γιατί δεν ήθελε ποτέ να μιλήσει για εκείνη την εποχή; Μαρτυρίες, αρχεία και φάκελοι, μνήμες, αποκαλύψεις συνθέτουν σιγά σιγά το πορτρέτο ενός περίπλοκου και αντιφατικού ανθρώπου που έζησε σε μια περίπλοκη και αντιφατική εποχή.
Η συγγραφέας
Η Μάρτα Μπαρόνε γεννήθηκε στο Τορίνο το 1987. Σπούδασε Συγκριτική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο. Με το βιβλίο Βυθισμένη Πολιτεία ήταν φιναλίστ στο Premio Strega, ενώ τιμήθηκε με το βραβείο Premio Letterario razionale di Elio Vittorini.
Η “Βυθισμένη Πολιτεία” ήταν φιναλίστ στη λίστα για το βραβείο Premio Strega 2020 που απονέμεται στο καλύτερο μυθιστόρημα της χρονιάς στην Ιταλία.