Λονδίνο, Ιούλιος του 1982. Στην βρετανική πρωτεύουσα πνέει ένας αέρας εθνικής υπερηφάνειας και ένα αίσθημα σιγουριάς ότι η αυτοκρατορία είναι ακόμη ισχυρή. Ο πόλεμος στα Φώκλαντς έχει ολοκληρωθεί εδώ και λίγες ημέρες με την Θάτσερ να βγαίνει πιο δυνατή από την απόφαση της να μην αφήσει να χαθεί το μακρινό αυτό κομμάτι της αυτοκρατορίας.
Μπορεί στον νότιο Ατλαντικό ο πόλεμος να διήρκεσε μερικές εβδομάδες στο εσωτερικό όμως της χώρας οι μάχες με τον IRA καλά κρατούσαν. Αν και είχαν να εμφανισθούν για πάνω από ένα χρόνο, όλοι γνώριζαν ότι σύντομα θα επέστρεφαν. Και όντως στις 20 Ιουλίου έκανε μια εντυπωσιακή επανεμφάνιση με διπλό χτύπημα, αφάνταστης αγριότητας, στην καρδιά του Λονδίνου, σε ελάχιστη απόσταση από το Μπάκιγχαμ.
Το πρωί της 20ης Ιουλίου μία 15μελής ίλη της έφιππης φρουράς της βασίλισσας Ελισάβετ διασχίζει το ηλιόλουστο Hyde Park. Στις 10.45 μία πανίσχυρη ωρολογιακή βόμβα (σ.σ. με 11 κιλά εκρηκτικά και 14 κιλά καρφιά), τοποθετημένη σε ένα παρκαρισμένο Morris Marina σε απόσταση μόλις 800 μέτρων από το ανάκτορο, εκρήγνυται τη στιγμή που περνούν πλάι της οι ανυποψίαστοι ιππείς που εκτελούσαν την τυπική αλλαγή φρουράς. Έντρομοι οι διαβάτες αντικρίζουν, ανάμεσα στον κουρνιαχτό που σήκωσε η έκρηξη έναν εφιαλτικό σωρό από ανθρώπους και άλογα, από τον οποίο ξεπηδούν πίδακες αίματος. Δύο στρατιώτες είναι νεκροί, 17 θεατές έχουν τραυματιστεί, ενώ επτά άλογα του στρατού ξεψυχούν σφαδάζοντας από τους πόνους. Κάποια από αυτά οδηγήθηκαν σε ευθανασία ώστε να λυτρωθούν μιας και δεν υπήρχαν ελπίδες να επιζήσουν.
Οι εικόνες της βάρβαρης επίθεσης, οι οποίες θυμίζουν Αποκάλυψη, συγκλονίζουν τους Βρετανούς που φημίζονται για την αγάπη τους προς τα ζώα και πολύ περισσότερο προς τα άλογα. Την ίδια νύχτα, εκατομμύρια Άγγλοι ξενυχτούν καθώς παρακολουθούν με αγωνία την πορεία της ανάρρωσης ενός αλόγου, του Σέφτον, που υποβλήθηκε σε οκτάωρη χειρουργική επέμβαση – την μεγαλύτερη σε χρόνο που είχε πραγματοποιηθεί μέχρι εκείνη την εποχή σε ζώο – για την απομάκρυνση των μεταλλικών θραυσμάτων.
Δύο ώρες αργότερα, σε μικρή απόσταση, στο Regent’s Park, εκρήγνυται μία άλλη βόμβα που είχε τοποθετηθεί κάτω από την εξέδρα που μία στρατιωτική μπάντα παίζει αποσπάσματα από το μιούζικαλ «Όλιβερ». Τα σώματα των μουσικών και τα χάλκινα όργανα τινάζονται στον αέρα, συνθέτοντας ένα απερίγραπτο τοπίο φρίκης. Έξι νεκροί στρατιώτες και 26 τραυματισμένοι θεατές είναι ο απολογισμός της δεύτερης αυτής επίθεσης.
Την ευθύνη και για τις δύο εκρήξεις ανέλαβε ο IRA o οποίος κατηγόρησε την Θάτσερ για την αποστολή Ιρλανδών στα Φώκλαντς, με την βρετανίδα πρωθυπουργό να απαντά ότι πρόκειται για μία απάνθρωπη τρομοκρατική ενέργεια τονίζοντας ότι «δεν θα ησυχάσουμε μέχρι να οδηγηθούν (οι ένοχοι) στην δικαιοσύνη». Η πίεση για να βρεθεί ένοχος καθώς τα χρόνια περνούσαν οδήγησε σε ένα τραγικό λάθος τόσο για την βρετανική αστυνομία όσο και την δικαιοσύνη. Πέντε χρόνια μετά την επίθεση η βρετανική αστυνομία θα εισβάλει στο σπίτι του νεαρού Gilbert “Danny” McNamee στην Βόρεια Ιρλανδία και θα τον μεταφέρει στον Λονδίνο και απέναντι στην δικαιοσύνη έως εμπλεκόμενου στην επίθεση στο Hyde Park καθώς βρέθηκε δακτυλικό του αποτύπωμα σε ένα ηλεκτρονικό κύκλωμα που ανακαλύφθηκε σε κρησφύγετο του IRA που συνδέονταν με την συγκεκριμένη τρομοκρατική επίθεση. Ο ίδιος αρνήθηκε την κατηγορία κάνοντας αναφορά ότι το κύκλωμα που βρέθηκε το δακτυλικό του αποτύπωμα μπορεί να το κατασκεύασε για ένα πελάτη για τον οποίο δεν γνώριζε ότι μπορεί να έχει διασυνδέσεις με την τρομοκρατική οργάνωση. Παράλληλα κατά την διάρκεια της δίκης στο Old Bailey αρνήθηκε ακόμη και την συμπάθεια του προς τον IRA ενώ και η τρομοκρατική οργάνωση με ανακοίνωση της ανέφερε ότι δεν είναι μέλος της και τα μετέπειτα χρόνια δεν τον υποστήριξε ως «αιχμάλωτο πολέμου». Οι δικαστικές αρχές δεν επείσθησαν, τον έκριναν ένοχο για όλες τις κατηγορίες και τον καταδίκασαν σε 25 χρόνια φυλάκιση.
Μεταγενέστερη έρευνα απέδειξε ότι τελικά ο McNamee δεν είχε σχέση με την υπόθεση, όμως το κακό είχε γίνει. Το Σεπτέμβριο του 1994 ήταν ένας από τους έξι κρατούμενους που δραπέτευσαν από την φυλακή Whitemoor αφού πρώτα είχαν πυροβολήσει και τραυματίσει έναν σωφρονιστικό υπάλληλο. Η περιπέτεια θα τελείωνε με την εκ νέου σύλληψη του λίγες αργότερα.
Όμως η ιστορία του McNamee δεν είναι η μόνη μαύρη σελίδα στο συγκεκριμένο γεγονός. Πίσω στο Hyde Park και στην στιγμή της έκρηξης. Ο Shefton, το άλογο που χαρακτηρίσθηκε ήρωας – και έγινε και άγαλμα μετά τον θάνατο του το 1993 – κατάφερε μετά την επούλωση των πληγών του να γυρίσει στην «υπηρεσία» και να κάνει ξανά την ίδια διαδρομή και να περάσει από το σημείο την έκρηξης. Λίγο αργότερα βραβεύτηκε ως άλογο της χρονιάς με τον αναβάτη του την στιγμή της βομβιστικής επίθεσης, Michael Pedersen, να το συνοδεύει στην τελετή. Για τον Michael Pedersen, η ζωή του άλλαξε δραματικά μετά το γεγονός. Με συμπτώματα διαταραχής μετατραυματικού στρες δεν μπόρεσε να επανέλθει ποτέ στην προ της τρομοκρατικής ενέργειας ζωή του. Παντρεύτηκε την Erica με την οποία απέκτησε δύο πανέμορφα παιδιά τον Ben και την Freya. Τα σύννεφα στον γάμο είχαν φανεί από πολύ νωρίς όμως η Erica μετά από δέκα χρόνια πήρε την σκληρή απόφαση να ζητήσει την προστασία της αστυνομίας απαγορεύοντας στον Michael να πλησιάσει αυτή και τα παιδιά της. Είχε προηγηθεί ένας άγριος ξυλοδαρμός που την είχε οδηγήσει στο νοσοκομείο με κατάγματα στο χέρι και τον ώμο.
Μία ημέρα, επιστρέφοντας στο σπίτι από την δουλειά, η Erica το βρήκε άνω κάτω με τα παιδιά να λείπουν όπως και δύο μαχαίρια από την κουζίνα. Ενημέρωσε την αστυνομία για την εξαφάνιση του εφτάχρονου γιου της και της εξάχρονης κόρης της. Τα παιδιά είχαν απαχθεί από τον 51χρόνο πρώην λοχία ο οποίος τα δολοφόνησε μαχαιρώνοντας τα στην καρδιά βάζοντας και ο ίδιος τέλος στην ζωή του χώνοντας το μαχαίρι στην καρδία του. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή από τους τραυματισμούς στα χέρια των παιδιών προκύπτει ότι προσπάθησαν να αμυνθούν ενώ από τις αιματολογικές έρευνες προέκυψε ότι ο Michael δεν βρίσκονταν υπό την επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών κατά την απάνθρωπη πράξη του.
Με πληροφορίες από: BBC