Συγκομιδή αλατιού σε νησί της Μάλτας. Hemis via AFP

ΜΗΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΜΥΘΟΣ ΟΤΙ ΤΟ ΑΛΑΤΙ ΚΑΝΕΙ ΤΟΣΟ ΚΑΚΟ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ;

Το "κόψε το αλάτι" στους καρδιοπαθείς και δη όσους έχουν καρδιακή ανεπάρκεια δεν στηριζόταν σε επιστημονικά δεδομένα. Μετά 2.656 έρευνες και μια αναθεώρηση των 9 πιο αυστηρών, αποδείχθηκε ένας μύθος.

Εδώ και έναν αιώνα, άνθρωποι που έχουν θέματα με την καρδιά τους (και δη καρδιακή ανεπάρκεια -πάθηση κατά την οποία η καρδιά αδυνατεί να τροφοδοτήσει τους ιστούς με την επαρκή ποσότητα αίματος, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες των οργάνων), ακούν από τους γιατρούς τους πως είναι χρήσιμο να μειώσουν την πρόσληψη αλατιού. Ιδανικά να το ‘κόψουν’. Σου έχω νέα: δεν υπήρχε επιστημονική απόδειξη πίσω από τη σύσταση.

Τι εννοώ;

Χωρίς αλάτι, το όποιο φαγητό είναι άνοστο -έως και αδιάφορο. Το αλάτι είναι και ο λόγος που μετά μια βουτιά στη θάλασσα, νιώθουμε να ‘καίγονται’ τα μάτια μας. Αν το αφήσουμε για ώρα στο δέρμα μας, νιώθουμε να καίγεται και αυτό. Παρεμπιπτόντως, το διατροφικό νάτριο βρίσκεται στην συντριπτική πλειοψηφία των επεξεργασμένων τροφίμων και των εστιατορικών γευμάτων. Ο γενικός κανόνας είναι πως ό,τι αγοράζουμε σε σακούλα ή κουτί έχει περισσότερο αλάτι, από ό,τι φανταζόμαστε.

Θα σκέφτεσαι ‘άσχετο’. Περίμενε λίγο.

‘Ταιριάζει’ με την τάση της σύγχρονης ιατρικής να έχει αρνητική αίσθηση για το νάτριο, το στοιχείο που βρίσκεται στο αλάτι και θεωρείται ‘προβληματικό’. Γιατί; Η υπερβολική πρόσληψη συνδέεται με την κατακράτηση νερού και αποτελεί παράγοντα κινδύνου για υψηλή αρτηριακή πίεση.

Η υπερβολική πρόσληψη νατρίου και η υψηλή αρτηριακή πίεση είναι σημαντικοί παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας και για την πρόκληση επιπλοκών, σε άτομα με υπάρχουσα καρδιακή ανεπάρκεια. Άρα θα έλεγες πως ο περιορισμός της πρόσληψης αλατιού, μπορεί να μειώσει αυτόν τον κίνδυνο.

Η Ιατρική Σχολή του Harvard δημοσίευσε το Δεκέμβριο του 2018 μια αναθεώρηση των 9 ερευνών που είχαν γίνει, για να μελετηθεί αν η σύσταση για διατροφή που είναι χαμηλής περιεκτικότητας σε αλάτι βοηθά σε ό,τι διάβασες παραπάνω. Μελέτησε “σε τι βασίζουμε αυτήν τη σύσταση; Μήπως είναι απλά ατεκμηρίωτη; Ή έχουμε στοιχεία;”.

Σημείωση: οι σχετικές έρευνες ήταν 2.655, εν τούτοις μόνο οι 9 ήταν αρκετά αυστηρές, ώστε να συμπεριληφθούν στην ανασκόπηση.

Έβαλε κάτω όλα τα δεδομένα και βρήκε πως “μόνο περιορισμένα και ασυνεπή στοιχεία, που αποδεικνύουν οποιοδήποτε όφελος από τις δίαιτες, με περιορισμό αλατιού για μη νοσηλευόμενα άτομα, με καρδιακή ανεπάρκεια.

  • Τα στοιχεία για τον περιορισμό του αλατιού ήταν ασαφή και σε ασθενείς που εισήχθησαν στο νοσοκομείο για καρδιακή ανεπάρκεια.
  • Η ανασκόπηση δείχνει ότι ανεξάρτητα από το συμπέρασμα, δεν υπάρχουν διαθέσιμα αυστηρά, τεκμηριωμένα δεδομένα, σχετικά με τον περιορισμό του νατρίου στην καρδιακή ανεπάρκεια”.
Μπερδεμένα τα μηνύματα από τους ειδικούς. BSIP via AFP

Οι επιστήμονες του Harvard δεν σταμάτησαν εκεί

Προς χάριν της ευρύτητας του πνεύματος, οι καρδιολόγοι του Harvard συνέχισαν το debate, εξηγώντας ότι “η πρόσληψη νατρίου σχετίζεται με την κατακράτηση υγρών, εξ ου και το πρήξιμο, όπως και το φούσκωμα που βιώνουμε, έπειτα από ένα πολύ αλμυρό γεύμα. Η υπερβολική πρόσληψη νατρίου μπορεί να επιδεινώσει την υψηλή αρτηριακή πίεση ή την υπέρταση.

Η υψηλή αρτηριακή πίεση αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας και μπορεί να επιδεινώσει την υπάρχουσα καρδιακή ανεπάρκεια.

Η υπέρταση μπορεί επίσης, να οδηγήσει σε άλλους τύπους καρδιακών παθήσεων, εγκεφαλικού επεισοδίου ή νεφρικής ανεπάρκειας.

Μια δίαιτα που είναι χαμηλή σε νάτριο, μπορεί να βοηθήσει στη μείωση ή στην πρόληψη της υψηλής αρτηριακής πίεσης και μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο τέτοιων ασθενειών”.

Μολονότι οι καρδιολόγοι τείνουμε να ασκούμε την επιστήμη μας βάσει στοιχείων, πολλές από τις συστάσεις μας σχετικά με την πρόληψη νατρίου σε άτομα με καρδιακή ανεπάρκεια, βασίζονται σε υποθέσεις.

Παραδόξως, είναι δύσκολο να πούμε ότι υπάρχουν αρκετά στοιχεία που να δηλώνουν -πέρα από κάθε αμφιβολία- ότι οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια θα πρέπει να περιορίζονται στα 2.000 mg αλατιού την ημέρα -κάτι που συνιστούν οι περισσότεροι γιατροί. Μιλώντας ρεαλιστικά, παραμένει ασαφές πόσοι ασθενείς τηρούν αυτόν τον περιορισμό, επειδή το νάτριο υπάρχει σχεδόν σε ό,τι καταναλώνουμε.

Οι ζωές των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια είναι αρκετά περίπλοκες. Είναι επιτακτική η ανάγκη να μην επιδεινώνεται περαιτέρω η ποιότητα της ήδη δύσκολης ζωής τους, με ό,τι τους προτείνουμε. Δεδομένου ότι οι ασθενείς συχνά αγωνίζονται να διατηρήσουν την τήρηση των θεραπειών, ως γιατροί θα έπρεπε να εστιάζουμε στο να τονίζουμε πράγματα που βασίζονται σε στοιχεία.

Κάτι που περιλαμβάνει τη συμμόρφωση με τις κατευθυντήριες οδηγίες των ιατρικών θεραπειών θεραπείες και τις ευνοϊκές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής -όπως περισσότερη άσκηση- και τη φροντίδα άλλων σχετικών ιατρικών καταστάσεων -όπως ο διαβήτης”.

Ποια ήταν η ετυμηγορία

Μέχρι να έχουμε περισσότερα στοιχεία, το αποτέλεσμα είναι ισοπαλία. Δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά στοιχεία, ώστε να κερδίσει κάποια πλευρά. Η συζήτησή μας δεν πρέπει να οδηγεί τους ασθενείς στην υπερβολική κατανάλωση αλατιού, μέχρι να καταλήξουμε κάπου.

Πράγματι, ελλείψει καλών κλινικών δεδομένων, πρέπει όλοι (όχι μόνο όσοι έχουν καρδιακή ανεπάρκεια) να αποδεχθούμε την ανάγκη για αποφυγή υπερβολικών ποσοτήτων νατρίου, ως υγιή κίνηση.

Είναι επίσης, πολύ πιθανό ορισμένοι ασθενείς να είναι πιο ευαίσθητοι στο αλάτι από άλλους. Έτσι, ο περιορισμός του αλατιού στους πιο ευάλωτους μπορεί να είναι καλύτερος, από μια προσέγγιση που ταιριάζει σε όλους.

Οι μελέτες σε αυτόν τον τομέα είναι πολύ απαραίτητες. Ευτυχώς, οι κλινικές δοκιμές για την αντιμετώπιση αυτού του ερωτήματος βρίσκονται σε εξέλιξη, οπότε μείνετε συντονισμένοι!”. Μείναμε και έτσι βρήκαμε την πιο πρόσφατη έρευνα.

“Δεν μπορούμε πλέον, να κάνουμε γενική σύσταση σε όλους τους ασθενείς, υποστηρίζοντας πως ο περιορισμός στην πρόσληψη νατρίου θα μειώσει τις πιθανότητες θανάτου ή νοσηλείας. Μπορούμε να λέμε άνετα πως θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής” BSIP via AFP

Το τέλος του γενικευμένου μύθου

Φτάσαμε έτσι στον Απρίλιο του 2022 και την τελευταία σχετική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο The Lancet. Τη χρηματοδότησαν ινστιτούτα για την έρευνα στην υγεία του Καναδά, το University Hospital Foundation και Health Research Council της Νέας Ζηλανδίας.

Επιστήμονες παρακολούθησαν 806 ασθενείς, σε 26 ιατρικά κέντρα του Καναδά, των ΗΠΑ, της Κολομβίας, της Χιλής, του Μεξικού και της Νέας Ζηλανδίας. Όλοι είχαν καρδιακή ανεπάρκεια.

Οι μισοί έλαβαν τη συνήθη φροντίδα και οι άλλοι μισοί διατροφικές συμβουλές, για το πώς να μειώσουν την πρόσληψη αλατιού (τους προτάθηκαν μενού που έφτιαξε διαιτολόγος, με τροφές από την περιοχή τους και ενθαρρύνθηκαν να μαγειρεύουν στο σπίτι, χωρίς να βάζουν αλάτι, όπως και να αποφεύγουν συστατικά με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι).

Ο στόχος της δεύτερης ομάδας ήταν κάθε μέλος της να λαμβάνει 1.658 χιλιοστόγραμμα νατρίου την ημέρα -3/4 ενός κουταλιού για το γλυκό. Αυτό συνιστάται από τις υγειονομικές αρχές του Καναδά, για όλους τους πολίτες του έθνους. Η πρώτη ομάδα λάμβανε κατά μέσο όρο 2.072 mg νατρίου κάθε μέρα. Το πείραμα κράτησε ένα χρόνο.

Ποιο ήταν το συμπέρασμα;

Στη σύγκριση που έγινε, σε ποσοστά θανάτου από την όποια αιτία, τη νοσηλεία για καρδιαγγειακά και τις εμφανίσεις στα επείγοντα -στο καρδιαγγειακό τμήμα- δεν βρέθηκαν ουσιαστικές διαφορές. Αυτό που βρέθηκε ήταν σταθερές βελτιώσεις σε συμπτώματα, όπως το πρήξιμο, η κόπωση και ο βήχας και τελικά, καλύτερη -συνολικά- ποιότητα ζωής.

Δεν μπορούμε πλέον, να κάνουμε γενική σύσταση σε όλους τους ασθενείς, υποστηρίζοντας πως ο περιορισμός στην πρόσληψη νατρίου θα μειώσει τις πιθανότητες θανάτου ή νοσηλείας. Μπορούμε να λέμε άνετα πως θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής” δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, καθηγητής στην Ιατρική Και Οδοντιατρική Σχολή του University of Alberta, Justin Ezekowitz.

Πρόσθεσε ότι θα συνεχίσει να συμβουλεύει τους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, να περιορίζουν το αλάτι “τώρα όμως, θα μπορώ να είμαι πιο ξεκάθαρος ως προς τα οφέλη”.

Η ομάδα θα κάνει περαιτέρω έρευνα, απομονώνοντας έναν δείκτη στο αίμα των ασθενών που ωφελήθηκαν περισσότερο, με στόχο να προσφερθούν πιο στοχευμένες ατομικές συνταγές.

Οι ερευνητές θα παρακολουθήσουν επίσης, τους ασθενείς της δοκιμής στους 24 μήνες και στην πενταετία, ώστε να καθορίσουν εάν θα έχουν επιτευχθεί περαιτέρω οφέλη.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα