“MRS. BROWN’S BOYS”: ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΣΕΙΡΑ ΠΟΥ, ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΕΦΕΡΕ Ο ΣΕΦΕΡΛΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η κωμική σειρά που παίζεται εδώ και μία δεκαετία έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς για όσα πρόλαβε να "κατηγορηθεί" ο Σεφερλής σε μόλις ένα επεισόδιο.
Ήδη η νέα σειρά του Μάρκου Σεφερλή έχει προκαλέσει αντιδράσεις, αρκούσε μόνο το πρώτο της επεισόδιο για να συμβεί αυτό. Και μάλλον και οι περισσότεροι το περίμεναν -από τα πρώτα πλάνα που κυκλοφόρησαν, φαινόταν τι είδους κωμωδία θα είναι το “Super Mammy”. Οι πιο υποψιασμένοι όμως το φαντάζονταν, και χωρίς να έχουν δει κάποια διαφήμιση, μόνο απ’ το γεγονός ότι έχει βασιστεί πάνω στο “Mrs. Brown’s Boys” του BBC. Η κωμική σειρά που παίζεται με μεγάλη επιτυχία εδώ και σχεδόν μία δεκαετία έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς για όσα πρόλαβε να “κατηγορηθεί” ο Σεφερλής σε μόλις ένα επεισόδιο.
Πίσω στο μακρινό 2013 ακόμα και στην Guardian απορούσαν πώς κατάφερνε το “Mrs Brown’s Boys” να έχει τόσο μεγάλη επιτυχία στη βρετανική τηλεόραση. Ήταν πέρα απ’ την κατανόησή τους πώς το next big thing του BBC ήταν “ένας 57χρονος άνδρας με φόρεμα που κάνει αστεία με θερμόμετρα που μπαίνουν στον κ***”, θα γράψει τότε κι ο συντάκτης της εφημερίδας, Μπράιαν Λόγκαν.
Αρκεί μόνο να σκεφτείς ότι το επεισόδιο που ανέβηκε εκείνη την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς έφτασε τους 11,7 εκατομμύρια τηλεθεατές, εκτοπίζοντας από την κορυφή “παραδοσιακές” αγγλικές τηλεοπτικές απολαύσεις, όπως τον “Doctor Who” ή το “Downton Abbey”. Και γενικά εκείνη την περίοδο το “Mrs Brown’s Boys” είχε τη μεγαλύτερη τηλεθέαση από οποιαδήποτε άλλη κωμωδία του BBC. Γι’ αυτό άλλωστε κέρδισε και τα βραβεία Bafta του Ηνωμένου Βασιλείου και της Σκωτίας καθώς και το “Εθνικό Βραβείο Τηλεόρασης” για την “Καλύτερη Κωμωδία”, το οποίο το δίνουν οι τηλεθεατές.
Κι όμως οι κριτικοί το περιφρονούσαν. “Μια ‘κωμωδία’ φτιαγμένη από τα ίδια σκοτεινά υλικά, με τα οποία φτιάχτηκαν και οι διαβόητα σοβινιστικές σειρές της δεκαετίας του ’70, ‘Love Thy Neighbor’ και ‘Bless This House’, θα γράψει η Metro. “Τεμπέλικη σειρά, ένα σκουπίδι πεταμένο στην άκρη του λιμανιού… το χειρότερο πράγμα που έχω δει ποτέ”, θα γράψει ένας συντάκτης της Daily Record, ενώ ο Independent θα τη χαρακτηρίσει ως “τη χειρότερη κωμωδία που έγινε ποτέ”. Εννοείται πώς η γνώμη των κριτικών και του κοινού δεν ταυτίζονται πάντα, αλλά το να υπάρχει τόσο μεγάλη απόσταση ανάμεσά τους, ε, είναι πολύ σπάνιο.
“Οπότε τι πρέπει να κάνουμε”, αναρωτιόταν ο δημοσιογράφος της Guardian, “να καλωσορίσουμε τη σειρά στο πάνθεον των μεγάλων κωμωδιών ή να αλλάξουμε τις κλειδαριές του πάνθεον και να μην την αφήσουμε να μπει στο σπίτι; Και τι ακριβώς μας λέει η επιτυχία αυτής της σειράς για την κωμωδία του 21ου αιώνα;”.
Ακόμα και ο ίδιος ο Μπρένταν Ο’ Κάρολ, ο Βρετανός Σεφερλής, απορούσε με την επιτυχία του. “Το να μην μπορείς να φτάσεις από το check-in στο αεροπλάνο χωρίς να σταματήσεις για 40 φωτογραφίες είναι πραγματικά παράξενο”, είχε πει. “Δεν νομίζω ότι η μητέρα μου αν ζούσε θα ήθελε μια φωτογραφία μου”. Πάντως, στην ερώτηση πάντως “γιατί είναι τόσο πετυχημένη αυτή η σειρά”, στάθηκε ειλικρινής. “Κάνε μου μια χάρη”, είχε πει στον δημοσιογράφο. “Ανάλυσέ το και πες μου ποιο είναι το μυστικό, γιατί δεν έχω ιδέα”.
Η ιστορία του ίδιου του Ο’Κάρολ –η οποία είναι επίσης η ιστορία των παιδιών της mrs Brown– έχει από μόνη της ένα ενδιαφέρον. Άλλωστε, ένα απ’ τα μυστικά της επιτυχίας της σειράς σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Μπεν Κέλλετ, ήταν το ότι “έφτασε πλήρως διαμορφωμένη”.
“Οι χαρακτήρες γνώριζαν ο ένας τον άλλον, οι ιστορίες ήταν εκεί, τα αστεία ήταν εκεί.
Αυτό συνέβη γιατί ο Ο’ Κάρολ είχε δουλέψει πάνω στον χαρακτήρα για σχεδόν 20 χρόνια”.
Η mrs Brown ξεκίνησε τη ζωή της ως ραδιοφωνική σειρά για τον ιρλανδικό σταθμό RTE. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ο’Κάρολ, δεν είχε σκοπό να υποδυθεί την “Άγκνες”, μέχρι που η ηθοποιός που είχε προσλάβει για να το κάνει δεν εμφανίστηκε στην πρώτη ηχογράφηση.
Στο ραδιόφωνο, αυτή η μητριαρχική φιγούρα της εργατικής τάξης του Δουβλίνου έκανε αμέσως τεράστια επιτυχία -κι ας θεωρούσε ο Ο’Κάρολ ότι η “κανονική” του δουλειά παρέμενε το σταντάπ.
Ποιος είναι ο Μπρένταν Ο’Κάρολ
Ο νεαρός Μπρένταν μεγάλωσε φτωχικά τη δεκαετία του ‘60. Ήταν το 11ο από τα 11 παιδιά της πρωτοπόρου Ιρλανδού βουλευτού Μορίν Ο’Κορολ -εκείνη υποδύεται στην πραγματικότητα-, παράτησε το σχολείο στα 12 και εργάστηκε ως σερβιτόρος προτού κολλήσει το μικρόβιο της υποκριτικής στα 35 του χρόνια.
Tο 1998 ο Ο’ Κάρολ θα δανειστεί μία ολόκληρη περιουσία για να κάνει την ταινία του “Sparrow’s Trap”, η οποία όμως καθώς δεν θα κυκλοφορήσει ποτέ, θα του αφήσει ένα χρέος 2,2 εκατομμυρίων λιρών. Για να το ξεπληρώσει, θα δεχτεί μια πρόταση να φέρει την “Mrs Brown” στη σκηνή, χαρακτήρα που ήδη είχε αρχίσει να κάνει γνωστό μέσα από μία σειρά βιβλίων.
Η πρώτη θεατρική παράσταση της Agnes Brown θα ανέβει για 16 εβδομάδες στο “Gaiety Theatre” του Δουβλίνου και θα αποδειχθεί ένα μεγάλο sold out. Από τότε ο Ο’ Κάρολ θα ξεκινήσει τις περιοδείες στη βρετανική επικράτεια.
Ήταν εκεί, στο θέατρο που ο παραγωγός του BBC, Στίβεν Μακραμ, ανακάλυψε το “Mrs Brown’s Boys”. “Πήγα να δω την παράσταση, λέει, και ήταν πολύ, πολύ αστεία. Δεν πιστεύω στον Θεό, αλλά εκείνο το βράδυ σχεδόν πίστεψα. Το θέατρο ήταν γεμάτο από 200 ηλικιωμένες γυναίκες που γελούσαν, και μαζί τους ξεκαρδίζονταν και οι ταξιθέτριες. Ήταν προφανές: κάτι συνέβαινε εκεί”.
Τη δεκαετία του 2000, ο Μπρένταν θα οργώσει τη βρετανική επικράτεια με τις παραστάσεις του. Οι “περιοδεύοντες Ο’Κάρολς”, όπως τους αποκαλούσε ο Κέλλετ, περιλάμβαναν την αδερφή του Ο’Κάρολ, τον γιο και την κόρη του, τη νύφη του, τον καλύτερο φίλο του γιου του και τρεις ακόμη φίλους άνω των 20 ετών. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι συνέχισαν να παίζουν και στην αντίστοιχη τηλεοπτική σειρά, όπως και η σύζυγος του η Τζένιφερ, που εκεί υποδύεται την κόρη του.
Η ασυνήθιστη συνταγή της επιτυχίας
Οι συνεργάτες του Ο’ Κάρολ στο sitcom έκαναν ιδιαίτερη μνεία σ’ αυτήν τη ζεστή οικογενειακή ατμόσφαιρα, τη θεωρούν αναπόσπαστο κομμάτι της επιτυχίας.
“Πρέπει να είναι ένα από τα λίγα προγράμματα, λέει ο σκηνοθέτης, στο οποίο, κάθε εβδομάδα, τα πρώτα δέκα λεπτά της πρόβας περνάνε με αγκαλιές. Όλο το καστ έρχεται και αγκαλιάζει όλο το συνεργείο. Κάθε άτομο που δουλεύει στην εκπομπή γνωρίζει όλα τα ονόματα του καστ και το αντίστροφο. Και αυτό είναι κάτι πολύ ασυνήθιστο”.
Αυτή η “συντροφικότητα”, ας την αποκαλέσουμε έτσι, είναι εμφανής και στους τηλεθεατές μέσα από πολλά στοιχεία, όπως για παράδειγμα απ’ το γεγονός ότι το “Brown’s Boys” αφήνει πλάνα με τους ηθοποιούς να γελούν μεταξύ τους, πλάνα που οι περισσότερες εκπομπές σίγουρα θα τα έκοβαν.
Πρόκειται για μια σειρά που κρατά τις κομμένες σκηνές. Θα δεις τον πρωταγωνιστή να τρέχει ανάμεσα στα σκηνικά για να βρει ένα αντικείμενο που του έπεσε -όπως έκανε στο πρώτο επεισόδιο-, ή να γυρνάει σε άσχετες στιγμές και να λέει στο κοινό: “βλέπετε απλά έναν άντρα μέσα σε ένα γ@#$ φόρεμα”. Ναι, μπορεί να είναι παλιομοδίτικο αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει και τις κακές του λέξεις.
Οι θαυμαστές του χαρακτηρίζουν αυτήν την παιχνιδιάρικη διάθεση της σειράς ως μια άμυνα απέναντι στις κατηγορίες για οπισθοδρομικότητα. Αυτό που πραγματικά όμως καταρρίπτει κάποιες συμβάσεις είναι η διατήρηση της θεατρικότητας της παράστασης. Το καλύτερο πράγμα στη σειρά είναι η ζωντάνια του –την οποία ο Ο’Κάρολ ήθελε οπωσδήποτε να διατηρήσει όταν το γύρισε στην τηλεόραση.
“Αυτό δεν ήταν εύκολο να γίνει, λέει ο σκηνοθέτης. Η κωμική σειρά που γυρίζεται σε στούντιο είναι συνήθως πολύ αυστηρή: ‘στάσου εδώ, περίμενε μέχρι να πεις αυτό το αστείο, μην πας εκεί’. Αλλά τώρα είμαστε σε θέση να πετύχουμε αυτό που προηγουμένως θα ήταν πολύ δύσκολο τεχνικά, εκμεταλλευόμενοι την ενέργεια αυτού του τύπου παράστασης που είναι γραμμένη σε θεατρικό ύφος”.
Είναι ένα προβλέψιμο, τυποποιημένο σκουπίδι”, θα γράψει κάποιος στο site της Guardian
Αλλά για τον Κέλλετ όπως και για τους περισσότερους στο BBC, το πραγματικό μυστικό της επιτυχίας της σειράς είναι ο ίδιος ο Ο’Κάρολ. “Έχει πολύ καλή γνώση της κωμωδίας”, λέει ο σκηνοθέτης. “Έχει μεγάλη όρεξη, απίστευτη ενέργεια, είναι αυτοκριτικός και είναι φυσικά και πολύ ευφυής -και συναισθηματικά αλλά και κωμικά. Έχει μια μεγάλη γκάμα χαρισμάτων”.
“Το να έχεις αυτόν τον έλεγχο του κοινού, είναι εξαιρετικό”, θα πει με τη σειρά του κι ο Μακράμ.
Ωστόσο, τα σχόλια μίας μερίδας του κοινού δεν θα κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος. “Είναι ένα προβλέψιμο, τυποποιημένο σκουπίδι”, θα γράψει κάποιος στο site της Guardian, με πολλούς ακόμη να το έχουν χαρακτηρίσει κατά καιρούς ρατσιστικό (για την κλισέ απεικόνιση των Ιρλανδών), σεξιστικό (τα αστεία συχνά περιστρέφονται γύρω από τις γυναίκες της σειράς) και ομοφοβικό (εξαιτίας της συμπεριφοράς της “μητέρας” σε έναν από τους “γιους” της). Γενικότερα, τα σχόλια μοιάζουν πολύ με αυτά που κατά καιρούς συγκεντρώνουν και οι παραστάσεις του Μάρκου Σεφερλή.
Ο συντάκτης της Guardian, δεν διαφωνεί ότι όλα αυτά τα σχόλια έχουν κάποια βάση, καταλαβαίνει γιατί γίνονται, αλλά τα θεωρεί κάπως υπερβολικά. “Ναι, είναι χοντροκομμένη κωμωδία, θα πει, αλλά με γενναιόδωρο πνεύμα και μπορεί να ενοχλήσει μόνο τους εξαιρετικά ευαίσθητους ή όσους δεν έχουν καθόλου αίσθηση του χιούμορ. Το πραγματικά δύσκολο στην περίπτωσή της είναι να αντικρουστεί ο ισχυρισμός ότι ο Ο’Κάρολ χρησιμοποιεί πολλά μεταχειρισμένα αστεία. Και ο ίδιος όμως παραδέχεται ότι δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα με την ανακύκλωση παλιών αστείων”.
“Το παλιό είναι καινούριο αν δεν το έχουμε δει για πολύ καιρό”, θα πει ο πρωταγωνιστής. “Κάθε φορά που γεννιέται ένα παιδί, του λέμε τα ίδια παραμύθια που έλεγαν και σε εμάς όταν ήμασταν παιδιά. Και ακούγονται υπέροχα”.
Και ποια είναι η απάντησή του στις κατηγορίες για οπισθοδρομικά αστεία και εμμονή με τα στερεότυπα; “Ποιος νοιάζεται;”, θα πει. “Είναι αυτό που είναι. Υπάρχουν άνθρωποι που θα το λατρέψουν και άνθρωποι που δεν θα το λατρέψουν. Οι άνθρωποι που το αγαπούν είναι το κοινό που η ίδια η κωμωδία το ξέχασε”.
Ο συντάκτης της Guardian θα ισχυριστεί ότι η εναλλακτική κωμωδία οδήγησε το mainstream χιούμορ προς τους φοιτητές, απομακρύνοντάς το από την εργατική τάξη. Και το “Mrs Brown’s Boys” είναι η σειρά που το ξαναφέρνει πίσω.
“Πρέπει κάποιος στην τηλεόραση να διάβασε σε ένα περιοδικό ότι η κωμωδία είναι το νέο ροκ εν ρολ”, λέει σκωπτικά ο πρωταγωνιστής. “Στην τηλεόραση το πίστεψαν όντως και άρχισαν να την “παράγουν” μόνο για τις ηλικίες των 18-25. Και άφησαν εκτός όλους τους άλλους”.
Το σόου εκνευρίζει τον κόσμο, γιατί η επιτυχία της υποδηλώνει ότι οι μάχες που έδωσε η εναλλακτική κωμωδία (αισθητικές, πολιτικές) ίσως και να ήταν μάταιες τελικά. Σε όσους θέλουν η κωμωδία να είναι καινοτόμος, προκλητική και προοδευτική δεν πρόκειται να τους αρέσει το “Mrs Brown’s Boys”. Υπάρχουν όμως εκατομμύρια τηλεθεατών που ανταποκρίνονται στα παλιακά του αστεία, στον συναισθηματισμό του, στη στοιχειώδη “ανατρεπτικότητα” ενός άντρα ντυμένου γυναίκα και στη νοσταλγία για την εποχή που όλες οι μεγάλες οικογένειες ζούσαν μαζί σε ένα σπίτι και οι άνθρωποι μπαινόβγαιναν απ’ το ένα στο άλλο.
“Έχει μια αυτοπεποίθηση και προσφέρει χαρά”, θα πει ο σκηνοθέτης. “Οι άνθρωποι θέλουν ένα καλό γέλιο και μια διαβεβαίωση ότι όλα πάνε καλά. Ο Μπρένταν προσφέρει συγκίνηση, κωμωδία, εξαιρετικές ερμηνείες και ένα ωραίο σύμπαν για να ζήσεις μέσα του ένα βράδυ Δευτέρας που μπορεί να είσαι λίγο κουρασμένος. Μπορείτε να το επικρίνετε όσο θέλετε –και πολλοί το κάνουν, και θα συνεχίσουν να το κάνουν με μανία– αλλά το θέμα είναι ότι λειτουργεί”.