ΝΑΤΑΣΑ ΕΞΗΝΤΑΒΕΛΩΝΗ ΣΤΟ NEWS 24/7: “ΠΗΓΑΜΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΜΕ ΤΟ #METOO ΧΩΡΙΣ Ν’ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΟΥΜΕ ΠΩΣ ΦΤΑΣΑΜΕ ΕΚΕΙ”
Μια ηθοποιός σε κίνηση. Παίζει στο "Dodo" αλλά και στον "Παράδεισο των Κυριών". Εμείς τη συναντήσαμε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης.
Από τη συμμετοχή της στην τηλεοπτική σειρά Παράδεισος των Κυριών μέχρι τις παραστάσεις στο θέατρο και με μια κινηματογραφική παραγωγή να έρχεται κατευθείαν από τις Κάννες στη Θεσσαλονίκη, η Νατάσα Εξηνταβελώνη μοιάζει αυτή τη στιγμή με ηθοποιός σε διαρκή κίνηση. Ήρθε εν μέσω προβών για μια παράσταση, το ανέβασμα μιας άλλης, και τη συμμετοχή σε μια καθημερινή σειρά(!) στο 63ο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ελληνική πρεμιέρα του Dodo, της νέας ταινίας του Πάνου Κούτρα (Στρέλλα, Xenia), που πλέον προβάλλεται στα σινεμά.
Γιατί ναι, μέσα σε όλα αυτά, η φετινή χρονιά επιφύλασσε για την ίδια κι ένα ταξίδι στις Κάννες, όπου παίχτηκε σε παγκόσμια πρώτη η ταινία.
Είναι ένα ensemble κομμάτι, σε βαθμό ακραίο: Πάνω από μια ντουζίνα χαρακτήρες, όλοι κεντρικοί επί ίσοις όροις, καθένας και κάθε μία έχοντας άλλη προέλευση, άλλη ταξική θέση, άλλες αγωνίες. Μα όλοι καταλήγουν μαζί, ξένοι κάτω από την ίδια σκεπή. («Όλοι ξένοι είμαστε εδώ μέσα», όπως μας είπε κι ο ίδιος ο σκηνοθέτης στις Κάννες.)
Ανάμεσά τους, η Σοφία. Μια απρόθυμη νύφη σε σημαντικό προσωπικό σταυροδρόμι όπου προσπαθεί να καταλάβει πρωτίστως τι είναι αυτό που η ίδια θέλει από τον εαυτό της. Αυτή είναι η δική της ιστορία.
Σε μια μικρή ανάσα λίγο πριν το Dodo παιχτεί στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, καθίσαμε με τη Νατάσα Εξηνταβελώνη και μιλήσαμε για τη συμπεριληπτικότητα, το κατά πόσο στην Ελλάδα πιάνουν τόπο τέτοιες ιστορίες, και το ότι εκτός του να μιλάμε για κάτι έχει πάντα σημασία το πώς μιλάμε για αυτό. Α, και για το κλάμα που έριξε στις Κάννες.
Αρχικά, το Dodo πώς έκατσε; Το κυνήγησες εσύ; Είναι ένα πολύ μεγάλο καστ όπου υπάρχουν–
Οι πάντες! Και ετερόκλητοι άνθρωποι. Το πόσο ετερόκλητη είναι η σύνθεση της ομάδας και πόσο παρόλαυτά έχουμε γίνει ομάδα, αυτό το υπογράφει ο Κούτρας. Είναι κάτι το οποίο εμπνέει αυτός ο άνθρωπος.
Για το ρόλο είχε γίνει ένα μεγάλο κάλεσμα 3 χρόνια πριν. Δεν έμπαινα σε αυτά τα σάιτ, οπότε δεν το είχα μάθει. Μετά τα κορίτσια μου έλεγαν ότι έστειλαν για οντισιόν και σκεφτόμουν πως το έχασα. Αλλά δυόμιση χρόνια μετά έστειλα το βιογραφικό μου, ούσα σίγουρη ότι θα έχει κλείσει εκείνη η αναζήτηση. Αλλά παρόλαυτά, 2 μήνες μετά με πήραν τηκέφωνο για την οντισιόν. Δεν ξέρω καν αν είναι επειδή έστειλα το βιογραφικό δηλαδή. Και μετά έκανα δεύτερη και τρίτη οντισιόν, είχε δηλαδή όλο αυτό μια διάρκεια στο χρόνο γιατί κι ο Κούτρας το ψάχνει αρκετά, δεν γίνεται στιγμιαία.
Ο Κούτρας σου άρεσε από πριν;
Πολύ πολύ. Γενικότερα μου άρεσε από πριν, όλες του οι ταινίες. Κι ο Μουσακάς, και το Xenia, το Στρέλλα είναι… [σταματάει και σκέφτεται] δεν λέω απλά ότι είναι μια ταινία που μου αρέσει πολύ, λέω ότι είναι μια ταινία που έχει αλλάξει το σινεμά για μένα. Τον τρόπο που αφηγείται κανείς μια ιστορία. Όταν την είδα είχε μέσα μου το μέγεθος μιας τραγωδίας, σα να πήγα στην Επίδαυρο και να είδα τον Οιδίποδα ας πούμε.
Είναι τόσο συναισθηματικό, είναι καταπληκτικός σε αυτό. Και φαίνεται ότι από πίσω υπάρχει ένας νους ο οποίος είναι ευαίσθητος. Εμένα αυτό με ιντριγκάρει στον κόσμο του.
Αυτός ο συναισθηματισμός πώς εκφράζεται στο επίπεδο της συνεργασίας;
Το βλέπεις σε όλα τα στάδια της συνεργασίας. Φαίνεται ότι έχει καταναλώσει χρόνο και συναίσθημα για να γραφτεί το σενάριο. Είναι όλα απαντημένα μέσα του, δεν υπάρχει κάτι που είναι φλου. Οι χαρακτήρες που φτιάχνει είναι πραγματικά σα να θέλουν να μιλήσουν για όλους αυτούς τους ανθρώπους, που είμαστε εμείς φυσικά, φτιάχνοντας μια μικρογραφία της κοινωνίας. Κάπως λειτουργεί συμπεριληπτικά, με έναν τρόπο.
Αλλά αυτό πια, στο σήμερα, εγώ τουλάχιστον μπορώ να αναγνωρίσω πότε κάτι που είναι συμπεριληπτικό, είναι επί τούτου συμπεριληπτικό και πότε είναι επειδή αυτή είναι η ανάγκη του ανθρώπου. Ο Κούτρας έχει αποδείξει στην πορεία του χρόνου ότι αυτός είναι. Είναι αυτός ο άνθρωπος.
Έχουμε πάντα τόσους διαφορετικούς τύπους ανθρώπων στις ιστορίες του αλλά πάντα τους φέρνει όλους προς τον δικό του κόσμο.
Ναι, γιατί εν τέλει ένας καλλιτέχνης που είναι συμπεριληπτικός, δε θα πει ποτέ Πάμε να μιλήσουμε για τη συμπεριληπτικότητα. Θα είναι απλώς το έργο του φτιαγμένο για να ανταποκρίνεται σε όλο αυτό που ψάχνουμε στις κοινωνίες, για την ορατότητα όλων των ανθρώπων και όλων των υπάρξεων, των σεξουαλικοτήτων, των φύλων. Ανεξάρτητα από τα χαρακτηριστικά που έχουν οι άνθρωποι.
Αυτό το παρέχει, κι έχει μια ευαισθησία στο πώς το προσεγγίζει. Με την έννοια ότι –κι αυτό είναι κάτι που είδα στη δουλειά που κάναμε μαζί– δεν ήταν καθόλου προσεκτικός, «να μην σπάσουμε αυγά», σε σχέση με την πολιτική ορθότητα δηλαδή. Είναι πραγματικά πηγαίο του. Γι’αυτό και δεν μπορεί να είναι λάθος. Δεν μπορείς να το δεις και να πεις ότι είναι λάθος, γιατί είναι η ιστορία του. Είναι η δική του ιστορία.
Πόσο πολύ εσύ πιστεύεις πως τέτοιες προσπάθειες και τέτοιες ιστορίες, με τέτοια προσέγγιση, μπορούν να κάνουν γκελ στη σημερινή Ελλάδα; Είναι φορές που με πιάνει μια απόγνωση.
Είμαι αρκετά σκεπτική σε σχέση με αυτό γιατί καταρχάς, τέτοια ζητήματα δυσκολεύομαι να τα προσεγγίσω συνολικά. Γιατί κάπως πάντα δημιουργούμε τον μικρόκοσμό μας οι άνθρωποι. Επομένως εγώ ζω σε περιβάλλοντα που είναι ανοιχτά και αγαπητικά. Δεν είναι έτσι η κοινωνία μας σε καμία περίπτωση. Κι αυτό κάθε φορά με επαναφέρει στην πραγματικότητα. Το να συζητήσω με έναν άνθρωπο ο οποίος μπορεί όντως να είναι στο περιθώριο, με έναν τρόπο.
Μέχρι να το συζητήσεις δεν μπορείς να το καταλάβεις. Επειδή εγώ ζω και συναναστρέφομαι ένα περιβάλλον που σε απόλυτο βαθμό μπορώ να πω ότι δεν είναι ομοφοβικό, δεν σημαίνει ότι ακόμα και σήμερα, ύστερα από εκστρατείες, καμπάνιες, ταινίες, σειρές, δεν υπάρχουν άνθρωποι που δέχονται bullying ή εκφοβισμό για τις προτιμήσεις τους.
Εγώ καμιά φορά ξεχνιέμαι. Απλά ξεχνιέμαι! Θεωρώ κάποια πράγματα αυτονόητα ρε παιδί μου.
Ναι, σκεφτόμαστε πως έχουμε πάντα καίρια θέματα, να πάμε λίγο παρακάτω, σκεφτόμαστε ίσως «ακόμα με αυτό θα ασχολούμαστε;» Αλλά τίποτα δεν τελειώνει.
Ναι, ακριβώς αυτό. Τελικά, το πότε τελειώνει κάτι το αποφασίζει ο άνθρωπος που είναι ο πρωταγωνιστής αυτής της κατάστασης, εκείνος που βάλλεται δηλαδή.
Είναι διττό το πράγμα και είμαι και πολύ σκεπτική και λίγο καχύποπτη πια, τώρα που είναι τόσο της μόδας η κατάσταση. Το λέω με την έννοια ότι με απασχολεί η ουσία του πράγματος. Με ενοχλεί πολύ όταν εταιρείες και μεγάλοι παράγοντες χρησιμοποιούν κοινωνικά θέματα για εμπορικούς σκοπούς. Και θεωρώ ότι το νόημα δεν είναι τόσο το πόσο πολύ θα μιλάμε για αυτά, αλλά και το πώς θα μιλάμε γι’αυτά. Και θέλω λίγο να το θυμίζω στον εαυτό μου.
Εν μια νυκτί πιάσαμε τι είναι το #meToo και πήγαμε και παρακάτω, παρά να κάτσουμε να αναλογιστούμε πώς φτάσαμε ως εκεί ως κοινωνίες και τι μερίδιο ευθύνης είχε ο καθένας.
Ναι, το context έχει πάντα σημασία. Γιατί από τη μία υποθέτω είναι καλύτερο ένας κολοσσός να είναι υπέρ της ορατότητας από ό,τι όχι. Αλλά ζορίζομαι πολύ όταν μια εταιρεία θέλει να μου πουλήσει προοδευτισμό ή θέλει να πουλήσει πίσω σε έναν άνθρωπο την ταυτότητά του.
Εκ πρώτης όψεως ναι, είναι καλύτερη η ορατότητα από το τίποτα, από το ολότελα. Αλλά σιγά σιγά καταλαβαίνεις ότι μπορεί να αποπροσανατολίζει, μπορεί να μετατοπίζει το πρόβλημα. Σίγουρα μας αποπροσανατολίζει σε σχέση με τις ταξικές προεκτάσεις που έχουν τα πράγματα.
Και δεν λέω σε καμία περίπτωση ότι όλα αυτά που γίνονται δεν είναι άξια, αλλά ελπίζω ότι πολύ σύντομα θα είμαστε σε θέση να σκεφτούμε λίγο πιο περίπλοκα. Είμαστε πίσω σε αυτή τη χώρα, γι’αυτό –και καλώς– ακόμα τα πράγματα μαίνονται στο πολιτικά ορθό, μένουν εκεί που πρέπει να μείνουν. Ακόμα δεν μπορούμε να σκεφτούμε το ζήτημα συναισθηματικά, δεν επιτρέπεται, κάπως. Πρέπει πρώτα να κάνουμε τα baby steps, να μιλήσουμε την ίδια γλώσσα, να ορίσουμε τα πράγματα, να συνεννοηθούμε σε σχέση με το τι σημαίνει κακοποίηση, τι σημαίνει mansplaining. Το λέω και σε μένα που ήμουν άσχετη στο πρόσφατο παρελθόν.
Να κάνουμε την αυτοκριτική μας, γιατί αυτό νιώθω σαν χαρακτηριστικό της Ελλάδας. Ότι πολύ γρήγορα κάναμε ότι τα καταλάβαμε όλα. Εν μια νυκτί πιάσαμε τι είναι το #meToo και πήγαμε και παρακάτω, παρά να κάτσουμε να αναλογιστούμε πώς φτάσαμε ως εκεί ως κοινωνίες και τι μερίδιο ευθύνης είχε ο καθένας. Είναι απίστευτη αυτή η ταχύτητα… η μίμηση της ταχύτητας σε αυτή την κοινωνία. Είμαι καχύποπτη. Είμαι καχύποπτη σε σχέση με το αν υπάρχει αυτογνωσία και αυτοκριτική.
Συμφωνώ ότι δεν μπορείς να βγάλεις έξω από τη συζήτηση όλες τις άλλες πτυχές, ειδικά όταν μιλάς σε μια κοινωνία που η μεσαία τάξη είναι διαλυμένη, ζούμε μια τρομερή φτωχοποίηση. Κι ένα πράγμα σημαντικό στο Dodo είναι ότι οι χαρακτήρες δεν είναι απλώς διαφορετικοί επιφανειακά–
Να βάλω κι αυτόν, να βάλω κι αυτόν.
Ναι. Είναι διαφορετικές προελεύσεις με πολύ ουσιώδη τρόπο. Και προέλευση, και background, και τάξη, και φυλή… όχι ταυτότητα δηλαδή αποκομμένη από οτιδήποτε άλλο.
Ναι, γιατί νομίζω αν πάει κανείς να μιλήσει για ταυτότητα εν μια νυκτί δε μπορεί να πάει κάπου. Στις ταινίες μας ενδιαφέρει κι η ιστορία πάνω από όλα, κι όλοι οι άνθρωποι μπορούν να αφηγηθούν μια ιστορία. Αυτό λέει λίγο πολύ, αυτός είναι ο κοινός τόπος όλων των χαρακτήρων, ότι καθένας έχει τη δική του ιστορία. Κι ελπίζω αυτό να πέτυχε σε αυτή την ταινία: Ότι κανείς δεν έχει πιο βασική ιστορία.
Το είχα στο μυαλό μου όταν διάβαζα το σενάριο κι είμαι σίγουρη ότι αυτό πέτυχε. Δεν υπάρχει πιο σημαντική ιστορία, δεν υπάρχει πιο σημαντικός χαρακτήρας. Κι αυτό είναι κάτι που έτσι κι αλλιώς με συγκινεί γιατί έτσι κι αλλιώς αυτό που είναι πολύ έντονο και στην Ελλάδα αλλά και γενικά είναι ότι αφομοιώνουμε διαρκώς ταινίες πρωταγωνιστών, θέατρο πρωταγωνιστών. Το Dode δεν είναι, νομίζω, μια ταινία πρωταγωνιστών.
Στον χαρακτήρα σου τι σου άρεσε, από τι πιάστηκες;
Νομίζω είναι η πρώτη φορά που προσεγγίζω ένα ρόλο τόσο διαισθητικά. Δηλαδή ένιωθα τεράστια ηρεμία παίζοντας αυτή την κοπέλα, τη Σοφία. Νιώθω ότι ένας κοινός τόπος που με αφορά πάρα πολύ είναι το πώς αυτό το κορίτσι παγιδεύεται πραγματικά στο πώς η κοινωνία την θέλει. Τι σημαίνει ότι είμαι νέα γυναίκα, παντρεύομαι – δεν παντρεύομαι, ποιοι είναι οι ρόλοι μου. Που αυτό δεν υπάρχει γυναίκα που δεν το έχει βιώσει.
Και φυσικά ένα κομμάτι που σχετίζεται και με την προσωπική μου στιγμή στο εδώ και τώρα είναι ότι αυτή η κοπέλα παλεύει να καταλάβει τι θέλει η ίδια για τον εαυτό της, το οποίο καμιά φορά δεν είναι εύκολο. Πρέπει να βγάλεις όλα τα κοινωνικά πρέπει, να σκάψεις, κάτω από την οικογένεια, κάτω από το έχεις συμφωνήσει και να πας στην ουσία του τι θες. Αυτό είναι το διακύβευμα σε όλη την ταινία. Να καταλάβει τι θέλει για την πάρτη της.
Πες μου για τις Κάννες, πώς σου φάνηκε;
Στην αρχή ήταν όλα πολύ γρήγορα, κάνε αυτό πήγαινε εκεί, είχαμε και διάφορα ευτράπελα. Αλλά για μένα το ζουμί της υπόθεσης ήταν όταν μπήκαμε στην αίθουσα και είδαμε την ταινία εκεί, με όλο αυτό τον κόσμο έπειτα από πολλή πίεση που είχε προκληθεί [σσ. η ολοκλήρωση του post production ήταν μια δύσκολη διαδικασία για τον σκηνοθέτη]. Οπότε ήταν πολύ μεγάλη η απελευθέρωση.
Εγώ έκλαιγα σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Έκλαιγα, έκλαιγα, έκλαιγα. Έτσι κι αλλιώς είναι μια ταινία νομίζω αρκετά συναισθηματική. Θα τη θυμάμαι για πάντα την εμπειρία των Καννών, δεν το συζητώ. Πολύ όμορφο μέρος με ήλιο και με φίλους αγαπημένους, με την ταινία που την είδαμε για πρώτη φορά εκεί, με το φινάλε της ταινίας που εγώ δεν ήξερα ότι θα είναι αυτό. Γιατί υπήρχε μια συζήτηση σε σχέση με το τι θα είναι. Κούτρας είναι αυτός, δεν ξέρεις τι θα μπει! Μένει λοιπόν πάρα πολλή γλύκα από αυτή την εμπειρία.
Και τώρα τι κάνεις; Έχεις τον Παράδεισο των Κυριών…
Ναι, έχω τη σειρά, έχω και μια παράσταση τη Βίλα που πάει πολύ καλά και νομίζω δεν θα κατέβει. Θα έρθουμε ξανά Θεσσαλονίκη. [Σάββατο 19 και Κυριακή 20 Νοεμβρίου.] Κάνω πρόβες για μια άλλη παράσταση, το (R)EVOLUTION του Γιάννη Παναγόπουλου, που ελπίζουμε μέσα στον επόμενο μήνα να κάνει την πρεμιέρα του. Και θα βγουν κι άλλες δύο ταινίες που έκανα γυρίσματα πέρυσι.
Η μία μόλις παρουσιάστηκε στα Works in Progress της Αγοράς, το ΜΕΝΤΙΟΥΜ της Χριστίνας Ιωακειμίδη, που ήταν και βοηθός του Πάνου στη Στρέλλα. Κι η άλλη είναι του Βασίλη Χριστοφιλάκη, που είχε κάνει το Too Much Info Clouding Over My Head. Πεθαίνω για αυτόν τον τύπο, και της Χριστίνας πιστεύω θα είναι ταινιάρα. Τις περιμένω πώς και πώς. Γενικά διψάμε οι ηθοποιοί για καλές ταινίες, καλά σενάρια. Δεν είναι κάτι που σου χτυπάει την πόρτα κάθε μέρα. Μου αρέσει πολύ το σινεμά, κι ελπίζω να συνεχίσω να κάνω.