Jose Gonzalez Peter Toggeth

O JOSE GONZALEZ ΗΤΑΝ ΤΥΧΕΡΟΣ ΠΟΥ ΔΕ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ ΤΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ

Ο σουηδός folk τραγουδοποιός μιλάει στο Magazine: για τους γονείς του που γλίτωσαν από τον Βιντέλα, τα συγχαρητήρια της Kylie Minogue και πώς είναι να ακούγεται η μουσική σου στο Last Dance του Μάικλ Τζόρνταν.

«Σε πειράζει να ξεκινήσω με μια ερώτηση που είναι προσωπική και δεν έχει να κάνει καθόλου με τη μουσική;».

O Jose Gonzalez έχει συνδεθεί στην τηλεδιάσκεψη, κάθεται αναπαυτικά στην πολυθρόνα του, νομίζεις ότι υπομειδιά όση ώρα σου μιλάει (ή μήπως το κάνει;) και είναι τόσο άνετος που απαντά χωρίς καν να το σκεφτεί: «Ναι, βέβαια, είμαι εδώ για να μιλήσουμε για οτιδήποτε θες».

Έχω ερωτήσεις για την καριέρα του, για την επικείμενη εμφάνιση του στην Αθήνα, για την πανδημία, φυσικά για τις περίφημες διασκευές του, αλλά θέλω να ξεκινήσω από το ονοματεπώνυμό του. Λατινογενές, παρότι το διαβατήριο αναγράφει τη χώρα που γεννήθηκε, τη Σουηδία. Η οικογενειακή ιστορία όμως αυτού του τόσο δημοφιλούς folk τραγουδοποιού που έχει βρει τον τρόπο να καθησυχάζει με τα κομμάτια του εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο είναι συναρπαστική. Οι γονείς του αναγκάστηκαν να δραπετεύσουν από την πατρίδα τους Αργεντινή, λίγες μέρες (ίσως και ώρες) αφότου επιβλήθηκε το 1976 η στρατιωτική δικτατορία του Βιντέλα. Μαζί τους η μόλις 2 ετών αδερφή του. Πήγαν πρώτα στην Παραγουάη, από εκεί πέρασαν στη Βραζιλία και με τη βοήθεια της σουηδικής κυβέρνησης κατέληξαν στο Γκέτεμποργκ. (Εκεί που γεννήθηκε κι ο Jose, περίπου δύο χρόνια μετά.) Κι όλο αυτό γιατί ήξεραν ότι θα τους κυνηγούσαν – ειδικά τον πατέρα του, φοιτητή ψυχολογίας και γνωστό για τις αριστερές πολιτικές του πεποιθήσεις. Έτσι γλίτωσαν από τον «Βρώμικα Πόλεμο» ενός σκληρού στρατιωτικού καθεστώτος που βασάνισε και δολοφόνησε χιλιάδες ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους απλά εξαφανίστηκαν, χωρίς να βρεθούν ποτέ ούτε τα πτώματα τους.

«Μεγάλωσα ακούγοντας τις ιστορίες των γονιών μου, φαίνονταν τόσο ενδιαφέρουσες όσο και παράξενες. Ήταν κάτι πολύ μακρινό από όσα ζούσα εγώ μεγαλώνοντας στη Σουηδία. Στο παιδικό μου μυαλό ήταν πιο κατανοητό τι σημαίνει να είσαι φτωχός από το να είσαι πολιτικός πρόσφυγας. Γιι’ αυτό μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση όταν συνειδητοποίησα πώς είχαν έρθει στη Σουηδία χωρίς τίποτα. Τον πρώτο καιρό ζητούσαν χρήματα στον δρόμο για να φάνε και να έχουν κάπου να κοιμηθούν. Αυτό που μου έμεινε είναι ότι έχει σημασία να παλεύεις για κάτι μεγαλύτερο από π.χ. να είσαι καλός στην κιθάρα ή το ποδόσφαιρο. Για την ιδέα του να κάνεις τον κόσμο λίγο καλύτερο από ότι σου δόθηκε».

Mikel Cee Karlsson


Η χούντα έπεσε το 1983, περίπου τότε ο Gonzalez επισκέφτηκε για πρώτη φορά την πατρίδα των γονιών του κι από τότε επιστρέφει συχνά. Μιλά άπταιστα ισπανικά, στη διάλεκτο που ακούει κανείς στα δυτικά της χώρας, αλλά πάντα νιώθει περισσότερο επισκέπτης παρά στο σπίτι του. Αυτό είναι το Γκέτεμποργκ, από το οποίο δεν έχει φύγει ποτέ. Μιλάμε λίγο ακόμα για τις διαφορές των δύο λαών. «Είναι εύκολο να καταλάβεις τι δεν πιάνουν οι Αργεντίνοι, και γενικά οι λαοί του Νότου, σχετικά με τους Σουηδούς. Θέλουν τον χώρο και τον χρόνο τους. Είναι πολύ καλοί μαζί σου, αλλά δε χρειάζεται να πλησιάσεις και πάρα πολύ κοντά. Επίσης, μετά τις 10 το βράδυ θέλουν την ησυχία τους, εκτός αν είναι Παρασκευή ή Σάββατο οπότε είναι έξω για να μεθύσουν. Ως προς το αντίθετο; Παρότι οι Σουηδοί είναι λίγο σαν τους κωμικούς, δηλαδή προσαρμόζονται καλά όπου και να τους βάλεις, μάλλον είναι δύσκολο να καταλάβουν αυτές τις γιορτές των Αργεντινών που ψήνουν και τραγουδάνε όλο το βράδυ: οι Σουηδοί αυτό το κάνουν μια φορά τον χρόνο, στην Αργεντινή γίνεται κάθε εβδομάδα».

Ο Gonzalez ακολούθησε τον δρόμο της μητέρας του. Ξεκίνησε διδακτορικό στην Βιοχημεία. Χωρίς να πάψει να ασχολείται με τη μουσική. Είχε μάθει κλασική ισπανική κιθάρα πάνω στους αργεντίνους καλλιτέχνες που ακούγονταν στο σπίτι (Silvio Rodriguez, Mercedes Sosa), μυήθηκε στο στα indie 90s από την Cat Power και τους Low, εμβάθυνε σε ιερά τέρατα όπως οι Beatles και ο Paul Simon, συναντήθηκε στο folk μονοπάτι με τραγουδοποιούς όπως ο Nick Drake, σήμερα εντάσσει συνθετικά ακόμα και world στοιχεία από τη μουσική της δυτικής Αφρικής η το raga της Ινδίας. «Δεν σταμάτησα να γράφω και να παίζω μουσική καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών μου. Είχα κάνει και μια δυο μικρές περιοδείες. Μετά κόλλησα σε κάποιο σημείο της έρευνας για το διδακτορικό, ενώ ταυτόχρονα κυκλοφόρησα ένα demo (“Deadweight on Velveteen”) σε επτάιντσο και γνώρισε αρκετή επιτυχία. Ήταν περίπου 2000-01, τότε έβγαλα και το πρώτο μου EP με τους Junip (σ.σ. μπάντα που διατηρεί από το 1998 με τον Tobias Winterkorn). Ξαφνικά άνοιξε ο δρόμος, η απόφαση ήταν εύκολη. Η μουσική μου πλήρωνε πια το νοίκι. Επιπλέον δε χρειαζόταν να ξυπνάω νωρίς το πρωί, κι έτσι επιστήμη και φιλοσοφία έγιναν τα χόμπι και όχι η κύρια ασχολία μου. Η βιοχημεία με βοήθησε να αντιληφθώ την ανάγκη να πειραματίζεσαι. Άρα, μου δίδαξε την υπομονή. Κάτι που με έχει βοηθήσει πολύ στη μουσική μου καριέρα αφού, όπως έχω πει πολλές φορές, θεωρώ ότι δεν είμαι τόσο ταλαντούχος όσο άλλοι. Όμως δουλεύω σκληρά».

Ένα μπαμ συνέβη το 2003 όταν το σουηδικό ραδιόφωνο άρχισε να παίζει πολύ το “Crosses”, το ίδιο και το σουηδικό MTV. Έγινε διαδοχικά γνωστός σε Νορβηγία, Δανία, πήγε να παίξει στο Λονδίνο, δεν τον ήξερε κανένας. Μέχρι που ήρθε η διασκευή στο “Heartbeats” και το κλασικό διαφημιστικό σποτ της SONY. Ήταν πια 2005-06 και είχε γίνει παντού γνωστός από τη Μεγάλη Βρετανία ως την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.

Το κεφάλαιο «διασκευές» είναι κομβικό στο βιβλίο του Jose Gonzalez. «Ναι, έχω κάνει μερικές επιτυχημένες (γέλια). Καταρχάς, είναι σημαντικό ότι ξεκινάς με κάτι που είναι ήδη πολύ καλό. Αυτό συνέβη με μένα και το “Heartbeats” που ήταν ήδη επιτυχία από τους Κnife στη Σουηδία. Προφανώς, πασίγνωστα και σπουδαία τραγούδια ήταν και το “Love Will Tear Us Apart” των Joy Division ή το “Teardrop”των Massive Attack. Αυτό που ψάχνω πάντα είναι να βρω έναν στίχο που μπορώ να τραγουδήσω διαφορετικά, ούτως ώστε το κοινό να βρει ένα διαφορετικό φως στο κομμάτι. Δε με ενδιαφέρει να φτιάξω ένα τραγούδι καλύτερο από το αυθεντικό. Να το πω διαφορετικά, προσπαθώ.

Ήταν πολύ ευχάριστη έκπληξη όταν η Kylie Minogue με πήρε τηλέφωνο για να μου πει πόσο της άρεσε η διασκευή μου στο “Hand on Your Heart”. Ήταν πολύ συγκινητικό για μένα ότι το άκουγε αρκετά την περίοδο που ήταν άρρωστη. Γνωριστήκαμε κιόλας αργότερα στο Λονδίνο. Αρνητικό σχόλιο δεν έχω πάρει από κανέναν, αλλά δεν έχω ακούσει π.χ. τίποτα από τους Massive Attack – όποτε φαντάζομαι ότι είτε δεν τους άρεσε ή ότι δεν τους νοιάζει (γέλια)».

Δεν είναι όμως μόνο οι διασκευές. Ένα μεγάλο κομμάτι της φήμης του Jose Gonzalez ή, αν θέλετε, ένα όχημα που διεύρυνε κατά πολύ το κοινό του είναι το εξαιρετικό licencing που έχει τοποθετήσει τα τραγούδια του σε πολλά διαφημιστικά, video games και τηλεοπτικές σειρές. Πολλές τηλεοπτικές σειρές (The O.C., Friday Night Lights, Numb3rs, House, Bones, Brothers and Sisters) με αποκορύφωμα το docuseries για τον Μάικλ Τζόρνταν, The Last Dance. «Να πω την αλήθεια, δεν το έχω παρακολουθήσει. Ίσως αγαπημένη μου συνεργασία ήταν ότι είχε μπει η μουσική μου στο μεγάλη διάρκειας τρέιλερ για το Inception. Ήταν πραγματικά μεγάλη υπόθεση για μένα. Απ’ ότι φαίνεται, με προτιμούν (γέλια), ταιριάζει η μουσική μου με σκηνές που έχουν στο κεφάλι τους οι σκηνοθέτες. Πάντως, αν κάτι δείχνει αυτό είναι ότι έχει σημασία να δημιουργείς κάτι που αντέχει στον χρόνο από το να προσπαθείς να κερδίσεις την εφήμερη προσοχή των σόσιαλ μίντια».

Ο Gonzalez κυκλοφορεί προσεκτικά, 4 σόλο άλμπουμ (συν 2 με τους Junip) σε 20 χρόνια. «Πιστεύω ακόμα στο άλμπουμ. Ειδικά στο LP, στο βινύλιο με 4-5 τραγούδια σε κάθε πλευρά (δεν είμαι και πολύ φαν να στριμώχνεις 60-70 λεπτά μουσικής σε ένα CD). Αν κι έχω μια δεκαετία να παίξω δίσκους στο σπίτι, το κόνσεπτ με εμπνέει κι αυτό έχω στο μυαλό μου κάθε φορά που γράφω ένα άλμπουμ. Όμως, μ’ αρέσει επίσης ότι στην ψηφιακή εποχή έχουμε πολλούς τρόπους να προσεγγίσουμε το κοινό. Ακόμα κι αν το σύνδρομο διάσπασης προσοχής στην εποχή του TikTok είναι σαν να μας διατάσσει να βγάζουμε 2λεπτα singles. Το σκέφτομαι, αλλά σκέφτομαι επίσης ότι εφόσον υπάρχει χώρος για 3ωρα πόντκαστ τότε μπορούμε ακόμα να κυκλοφορούμε και τριπλά LPs

Δε με επηρεάζει δημιουργικά αυτή η συνθήκη. Πιστεύω, ή θέλω να πιστεύω, ότι αφού οι άνθρωποι έχουν έρθει στον κόσμο μου, είναι διατεθειμένοι και να μείνουν. Προφανώς, για τους πρωτοεμφανιζόμενους καλλιτέχνες είναι δύσκολο να κερδίσουν την προσοχή σε αυτήν την κατακερματισμένη εποχή, Αλλά, αν κερδίσεις λίγο χώρο στο μυαλό του κοινού, μπορείς να τους πεις “ορίστε η καινούρια δουλειά μου”. Κι αυτοί θα το πουν στους φίλους τους, και πάει λέγοντας. Βέβαια, αν μεγαλώσεις πολύ και γίνεις παγκόσμιος σταρ, το πρόβλημα εμφανίζεται ξανά. Γιατί θα πρέπει να κερδίσεις πια την προσοχή ίσως και δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Αλλά, αυτό δεν είναι κάτι που με αφορά, ούτε θεωρώ ότι είμαι ικανός να το κάνω».

Η βάση του αθηναϊκού του σετ στην Αίθουσα «Σταυρός Νιάρχος» θα είναι το τελευταίο του άλμπουμ Local Valley. «Θα ‘ναι ένα λάιβ γύρω στα 90 λεπτά που μου φαίνεται μεγάλη διάρκεια. Επομένως για να μην εξαγριώσω το κοινό (γέλια), θα παίξω τραγούδια απ’ όλη την καριέρα μου. Μάλλον, θα παίξω δηλαδή κι όλα τα αγαπημένα σας. Θα είμαι μόνος με την κιθάρα μου στην σκηνή, αλλά έχω δύο μηχανικούς ήχου κι έναν φωτιστή να με συνοδεύουν με εφέ, λούπες και light show».

Θα δοκιμάσει μέσα στην καρδιά του χειμώνα (άσχετα αν οι θερμοκρασίες είναι ανοιξιάτικες) να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα από τους περισσότερους. Να δημιουργεί comfort. Όχι τυχαία θεωρήθηκε από τους «καλλιτέχνες της καραντίνας», από αυτούς στους οποίους κατέφυγε ο κόσμος για να βρει γαλήνη – είδε τα streams του στις πλατφόρμες να αυξάνονται κατακόρυφα στις δύσκολες περιόδους των λόκνταουν. «Νομίζω ότι ο τρόπος που παίζω και τραγουδώ δημιουργεί ζεστασιά. Μερικά τραγούδια μου έχουν κιόλας αυτό το θέμα, τη συναισθηματική θαλπωρή. Άρα νομίζω ότι εξηγείται απλά το γιατί με άκουσε ο κόσμος κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Κλείνοντας, αναρωτιέμαι πώς πέρασε εκείνος αυτήν τη δύσκολη περίοδο. «Ήταν αρκετά δημιουργική για μένα. Το άλμπουμ μου ήταν σχεδόν έτοιμο από πριν, αλλά το ολοκλήρωσα, βάζοντας τελευταίες πινελιές. Πέρασα περισσότερο χρόνο με την οικογένεια μου ανέμελος και σταμάτησα να θεωρώ ότι όλα γυρίζουν γύρω από μένα. Ήταν μάλλον πιο εύκολη η δική μου πανδημία σε σχέση με άλλων. Σε αυτό έπαιξε ρόλο ότι γενικότερα η ζωή στη Σουηδία ήταν αρκετά ανοιχτή». Αυτή ακριβώς η στρατηγική της Σουηδίας αποτέλεσε παγκόσμιο debate, εκείνος τι λέει; «Νομίζω τα στατιστικά την δικαιώνουν. Αν και μάλλον πρέπει να περάσουν ίσως και 1-2 δεκαετίες για να δούμε τι επιδράσεις έχει αυτή η περίοδος στην ψυχολογία των ανθρώπων. Ήταν καλό πάντως που ήταν π.χ. ανοιχτοί οι παιδικοί σταθμοί. Από την άλλη, υπήρξε πρόβλημα στα γηροκομεία. Δεν μπορώ να πω αν ήταν στρατηγική επιλογή να δοθεί το βάρος στους νέους. Αυτό που ξέρω είναι ότι οι πολιτικοί έδωσαν χώρο στους επιστήμονες να καθορίσουν την στρατηγική βάσει των προβλέψεων που προέκυπταν από τα μαθηματικά μοντέλα. Και γι’ αυτό ίσως αποφύγαμε τα πιο αυστηρά μέτρα που επιβλήθηκαν σε άλλες χώρες. Σίγουρα παίζει ρόλο η εμπιστοσύνη που υπάρχει στο κράτος, όμως μη νομίζεις ότι δεν υπήρχαν κι εδώ αντιδράσεις από αντιεμβολιαστές κτλ.»

Η κατακλείδα του; «Η πανδημία πάντως λειτούργησε ως αφορμή να σκεφτώ μεγαλύτερα ζητήματα. Όπως άλλωστε έκανε πολύς κόσμος. Αφού δεν είχε να πάει στη δουλειά, άρχισε να σκέφτεται το νόημα πίσω από τα πράγματα. Εκεί είναι που πιστεύω ότι οι θρησκείες βάζουν όρια και γι’ αυτό έχω υιοθετήσει μια πιο κοσμική ανθρωπιστική προσέγγιση. Κάτι που προτείνω στα τελευταία μου άλμπουμ. Αισθάνομαι σαν να μιλάω σε κάποιον που είναι έτοιμος να εγκαταλείψει την ιδέα του Θεού. Κι έτσι θέλω η φωνή μου να βοηθά αυτή τη μετάβαση. Προς έναν άλλον τρόπο σκέψης και ζωής».

O José González εμφανίζεται τη Δευτέρα 23 Ιανουαρίου στις 20.30, στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» του ΚΠΙΣΝ, στο πλαίσιο της σειράς συναυλιών Cosmos. Εισιτήρια: €15-20-25 (μειωμένο €10)

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα