Ο ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΜΕ ΤΟ ΕΞΙΤΗΡΙΟ – ΜΠΗΚΑΜΕ ΣΤΟ POST COVID ΙΑΤΡΕΙΟ ΤΟΥ “ΣΩΤΗΡΙΑ”
Μιλήσαμε με τις γιατρούς που ασχολούνται με την επόμενη ημέρα των ασθενών που πέρασαν covid-19.
Στο ισόγειο του κτιρίου των εξωτερικών ιατρείων του νοσοκομείου «Σωτηρία» η επίκουρη επίκουρη καθηγήτρια Παθολογίας, Γαρυφαλλιά Πουλάκου διαβάζει τη λίστα των ασθενών που έχουν προγραμματισμένο ραντεβού. Την ώρα που η μετάλλαξη Δέλτα προκαλεί ανησυχία για ενδεχόμενο νέο κύμα, η Πουλάκου με τις συναδέλφους της, στο post-covid ιατρείο, παρακολουθούν διαρκώς τους ανθρώπους που προσπαθούν να αφήσουν πίσω τους την περιπέτεια της covid-19.
«Από τα Χριστούγεννα και μετά, όλοι όσοι παίρνουν εξιτήριο, έχουν μαζί τους και το χαρτί με το ραντεβού για την ημέρα της επανεξέτασης» λέει εμφανώς ικανοποιημένη, αφού εκείνη ήταν που είχε διακρίνει από νωρίς την ανάγκη δημιουργίας του post-covid ιατρείου και επέμεινε για αυτό.
Το τέλος της νοσηλείας ενός ασθενή δεν σημαίνει απαραίτητα πως ο κορονοϊός αποτελεί παρελθόν από τη ζωή του. Περίπου ένας στους τρεις, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν συλλέξει οι υγειονομικοί αυτού του ιατρείου στο Σωτηρία, πάσχουν από αυτό που αποκαλείται εμμένων-covid και σημαίνει την εμφάνιση συμπτωμάτων για περισσότερες από 4 εβδομάδες μετά την νοσηλεία. Από εκεί και πέρα, αν τα συμπτώματα επιμένουν περισσότερο από 12 εβδομάδες, οι ασθενείς θεωρείται ότι πάσχουν από long covid.
«Η πρώτη επανεξέταση γίνεται για όλους 4-6 εβδομάδες μετά το εξιτήριο» εξηγεί η Γαρυφαλλιά Πουλάκου. «Γίνεται μια κλινική εξέταση, ενώ δίνεται στους ασθενείς ερωτηματολόγιο βασικών συμπτωμάτων. Mπορεί ο ασθενής να μην καταλαβαίνει τα συμπτώματά του για να στα εκφράσει, οπότε τα ερωτηματολόγια βοηθούν και σε αυτές τις περιπτώσεις. Υπάρχουν λοιπόν κάποια εργαλεία τα οποία αλλάζουν όσο η γνώση μας εμπλουτίζεται. Άλλα ξέραμε τον Μάιο του 2020 που πρωτοξεκίνησε αυτό το ιατρείο. Για παράδειγμα εντάξαμε ερωτηματολόγιο για τις γνωσιακές λειτουργίες και αφήσαμε στην άκρη ένα άλλο για το μετατραυματικό στρες, αφού είδαμε πως μετά το πρώτο κύμα δεν υπήρχαν αρκετά τέτοια ευρήματα στους ασθενείς».
Η επίκουρη καθηγήτρια Παθολογίας, μαζί με την πενυμονολόγο Ουρανία Κολτσίδα, την λοιμωξιολόγο Ελένη Κάκαλου, και την λοιμωξιολόγο Βησσαρία Σακκά υποδέχονται τρεις φορές την εβδομάδα ανθρώπους που ασθένησαν από κορονοϊό, ασχέτως αν πέρασαν την ασθένεια βαριά ή ελαφρύτερα.
«Υπήρχαν ασθενείς που νοσηλεύτηκαν σε πολύ βαριά κατάσταση», λέει η Ουρανία Κολτσίδα. «Άλλοι έφυγαν για το σπίτι τους με οξυγόνο, άλλοι έκαναν λοιμώξεις μετά την έξοδο από τη μονάδα. Δεν γίνεται να μην καλέσεις τον ασθενή να τον επανεξετάσεις. Τον χειμώνα στην πραγματικότητα οι κλινικές μας είχαν μετατραπεί σε ποσοστό μέχρι και 50% σε Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας. Δηλαδή ήταν αρκετά τα βαριά περιστατικά». Από την άλλη πλευρά, η Ελένη Κάκαλου συμπληρώνει: «Είναι πολύ συχνό, να αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τον long covid και νεότεροι ασθενείς που πέρασαν την ασθένεια με ήπια συμπτώματα σπίτι τους, χωρίς καν να νοσηλευτούν. Αυτό πιθανώς συμβαίνει γιατί όσοι μπήκαν στα νοσοκομεία έλαβαν μια φροντίδα που ενδεχομένως αναχαίτισε την πορεία του ιού ταχύτερα. Όμως άνθρωποι που νόσησαν μέτρια και επανήλθαν γρήγορα στις δουλειές τους, εμφανίζουν συχνότερα προβλήματα στις γνωσιακές τους λειτουργίες. Αυτά περιμένουμε να εξηγηθούν σε κάποια από τις μεγάλες μελέτες που επίκεινται να δημοσιευτούν».
Οι γιατροί του post-covid ιατρείου, έχουν εξετάσει μέχρι σήμερα περίπου 400 ασθενείς και προσπαθούν να δημιουργήσουν μια κλινική εικόνα για κάτι που είναι καινούριο και εξελίσσεται συνεχώς. Μέχρι σήμερα, υπάρχει μόνο ο βρετανικός ορισμός για το τι περιλαμβάνει ο όρος long-covid, ενώ ομάδες του αμερικανικού CDC και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας εργάζονται πάνω στις μελέτες τους και αναμένεται σύντομα να δημοσιεύσουν τα αποτελέσματά τους και τους ορισμούς του φαινομένου.
«Μαζί με την αιμοληψία, δημιουργούμε και μια βιοτράπεζα όπου κρατάμε δείγματα αίματος από τους ασθενείς που συναινούν, ώστε να τα χρησιμοποιήσουμε για μελέτες που θα τρέξουμε στο εξής, όπως μια γονιδιοματική μελέτη για να δούμε γιατί κάποιοι νόσησαν βαρύτερα και κάποιοι ελαφρύτερα», λέει η Γαρυφαλλιά Πουλάκου. «Προσπαθούμε να χτίσουμε και μια εμπειρία. Να εκτιμήσουμε την συνολική κατάσταση. Ρωτάμε τους ασθενείς αν μπορούν να μετακινήσουν ένα βαρύ αντικείμενο, να ανέβουν σκάλες. Υπάρχουν ερωτήσεις που αφορούν την ψυχική του κατάσταση. Αν εκνευρίζεται ευκολότερα, αν αισθάνεται αισιόδοξος. Συζητάμε να βάλουμε και κάποια ακόμη εργαλεία, όπως τις ερωτήσεις για την κατάθλιψη. Η συμπτωματολογία μπορεί να επηρεάζεται και από τα διαφορετικά στελέχη του ιού και γι’ αυτό παρακολουθούμε συνεχώς την βιβλιογραφία. Υπάρχουν ευρήματα που μπορεί να είναι πολύ σπάνια» συμπληρώνει η Ελένη Κάκαλου.
Από τον Οκτώβριο του 2020 και ενώ το ιατρείο στο «Σωτηρία» λειτουργούσε ήδη, υπήρξε σύσταση του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας προς τα συστήματα Υγείας, να δημιουργήσουν τέτοιες δομές. Τους πρώτους μήνες λειτουργίας του post-covid ιατρείου, είχε παρατηρηθεί πως αυτοί που επέστρεφαν για επανεξέταση ήταν κυρίως άνθρωποι από τα μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα, κάτι που κατά τους γιατρούς εξηγείται αφού αυτοί οι άνθρωποι είναι πιο εξοικειωμένοι ή έχουν πιο συχνά τη δυνατότητα να παρακολουθούν συνεχώς την πορεία της υγείας τους. Θέλοντας να αλλάξουν αυτό το φαινόμενο, αποφάσισαν από τις αρχές του Γενάρη του 2021, μαζί με το χαρτί του εξιτηρίου να δίνουν σε όλους και ένα κανονισμένο ραντεβού επανεξέτασης.
«Αυτά τα ιατρεία θα μπορούσαν να είναι πεδίο δόξης για την εφαρμογή της τηλεϊατρικής. Στο εξωτερικό έχει γίνει. Το πρώτο ραντεβού να είναι με τηλεδιάσκεψη για να επιλέξεις ποιοι είναι εκείνοι που πρέπει να έρθουν για περαιτέρω εξέταση. Πλέον υπάρχει πολλή βιβλιογραφία και για τη χρήση τεχνικής νοημοσύνης. Ο ασθενής συμπληρώνει στο σπίτι του τα ερωτηματολόγια, ένας αλγόριθμος τα διαβάζει και στέλνει μήνυμα στον γιατρό με ποιόν πρέπει να μιλήσει. Αυτό διευκολύνει στην εξοικονόμηση χρόνου και ταυτόχρονα εξασφαλίζει πως θα δεις όλα τα περιστατικά που χρήζουν παρακολούθησης, χωρίς να χάνεται χρόνος με εκείνους που δεν εμφανίζουν προβλήματα» λέει η επίκουρη καθηγήτρια Παθολογίας.
Πρόσφατα μια γυναίκα που είχε περάσει κορονοϊό με πολύ ελαφρά συμπτώματα έμαθε για την ύπαρξη του ιατρείου στο «Σωτηρία». Στο τηλεφώνημά της απάντησε η Ελένη Κάκαλου: «Μου είπε στο τηλέφωνο πως είχε επιστρέψει στην εργασία της μετά από 15 ημέρες, χωρίς να έχει περάσει βαριά την ασθένεια. Είχε ήδη περάσει ένας μήνας από την νόσηση αλλά μου είπε πως δυσκολευόταν να περπατήσει από το ένα γραφείο στο άλλο και καθημερινά ένιωθε χειρότερα. Της έκλεισα ραντεβού και κατά την εξέταση εντοπίσαμε πως είχε κάνει οξεία μυοκαρδίτιδα και θα μπορούσε μέχρι και να της είχε κοστίσει τη ζωή αν δεν εξεταζόταν. Θέλω να πω πως πρέπει να υπάρχει ένα σύστημα που να εκπαιδεύει και τους ασθενείς πότε να ζητήσουν βοήθεια».
Σήμερα, περισσότερο από ένα χρόνο μετά τη λειτουργία του ιατρείου, έχουν παρατηρήσει πως τα τρια συχνότερα συμπτώματα που έχουν οι ασθενείς με εμμένων covid, είναι η δύσπνοια, δηλαδή το εύκολο λαχάνιασμα, ο βήχας και η αδυναμία συγκέντρωσης και επανόδου στα πνευματικά καθήκοντα, καθώς ο ιός δρα και στο κεντρικό νευρικό σύστημα.
Το ιατρείο που είναι μια συνεργασία της β’ πνευμονολογικής και της γ’ πανεπιστημιακής κλινικής του «Σωτηρία», το τρέχουν οι γιατροί, χωρίς να υπάρχει καν γραμματεία. Κάθε ραντεβού διαρκεί περίπου 40 λεπτά, ώστε να δημιουργηθεί όσο το δυνατόν καλύτερη εικόνα για την υγεία του ασθενή. «Ο κόσμος θέλει να επανεξεταστεί και πρέπει να επανεξεταστεί» τονίζει η Ουρανία Κολτσίδα. «Υπάρχει μεγάλη ανάγκη να παραμείνουν τα ιατρεία και να δημιουργηθούν τέτοια σε κάθε νοσοκομείο αναφοράς».
«Εμείς στα ραντεβού, μπορούμε να καλύψουμε πνευμονολόγο και παθολόγο. Σε ένα μεγάλο ποσοστό μπορούμε να καλύψουμε καρδιολόγο ή ενδοκρινολόγο αλλά οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα δεν μπορούμε. Πρέπει να το παραπέμψουμε με ραντεβού σε άλλο νοσοκομείο» λέει η Ελένη Κάκαλου. «Τα ψυχολογικά θέματα είναι επίσης πολύ συχνά αλλά υπάρχει σημαντικό πρόβλημα γιατί οι ασθενείς αρνούνται να το δεχτούν. Η εμπειρία λέει πως πρέπει ο επιστήμονας της ψυχικής υγείας να είναι εδώ, στο ιατρείο ώστε να εμπεδώνεται η αντίληψη στον ασθενή πως αποτελεί μέρος της συνολικής και απαραίτητης εξέτασης. Ειδάλλως σε μια κοινωνία που δεν είναι εξοικειωμένη με την παροχή φροντίδας στην ψυχική υγεία, δύσκολα αξιολογείται ως προτεραιότητα από τους ασθενείς ακόμη και αν τους το προσφέρεις δωρεάν».
Σήμερα, περισσότερο από ένα χρόνο μετά τη λειτουργία του ιατρείου, έχουν παρατηρήσει πως τα τρια συχνότερα συμπτώματα που έχουν οι ασθενείς με εμμένων covid, είναι η δύσπνοια, δηλαδή το εύκολο λαχάνιασμα, ο βήχας και η αδυναμία συγκέντρωσης και επανόδου στα πνευματικά καθήκοντα, καθώς ο ιός δρα και στο κεντρικό νευρικό σύστημα. «Περίπου το 38% των ασθενών, τα συμπτώματα των οποίων έχουμε αναλύσει, εμφανίζουν αδυναμία να περπατήσουν χωρίς να λαχανιάσουν, ειδικά σε ανηφόρα» λέει η Γαρυφαλλιά Πουλάκου.
Τέτοια συμπτώματα είχε και ο 65χρονος Γιώργος Αποστολόπουλος ο οποίος νοσηλεύτηκε στο «Σωτηρία» από τις 17 Μαρτίου ως τις 6 Απριλίου. Όντας μαραθωνοδρόμος, για πρώτη φορά στη ζωή του μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, ήρθε αντιμέτωπος με δυσκολίες στην αναπνοή. «Ποτέ μου δεν κουραζόμουν εύκολα. Τρέχω χιλιόμετρα. Μετά τη νοσηλεία, παρατήρησα πως είχα δύσπνοια και αστάθεια. Αν περπατάω και κοιτάξω αλλού για 2-3 δευτερόλεπτα, χάνω την ισορροπία μου. Επίσης έχω να οδηγήσω δύο μήνες γιατί τα αντανακλαστικά μου είναι πολύ πεσμένα», εξηγεί. Μετά από ένα πέρασμα από ιδιωτικό κέντρο, όπου δεν ικανοποιήθηκε από τη δουλειά που γινόταν, έμαθε για την λειτουργία του Τμήματος Αποκατάστασης του νοσοκομείου, το οποίο λειτουργεί τον τελευταίο μήνα. «Ήρθα και ξεκίνησα να περπατάω σε διάδρομο, να κάνω ποδήλατο, βάρη και ασκήσεις αναπνοής. Στην αρχή τα έκανε έχοντας οξυγόνο, ωστόσο πλέον μπορώ να ανταποκριθώ την περισσότερη ώρα χωρίς αυτό» λέει ο Αποστολόπουλος.
Με τη βοήθεια των φυσικοθεραπευτριών, Ελένης Ρεκλίτη και Τατιάνας Αδαμάκη, ο 65χρονος για δύο φορές την εβδομάδα, κάθε Τρίτη και Πέμπτη προσπαθεί να επαναφέρει τον οργανισμό του στα επίπεδα που βρισκόταν πριν νοσήσει. «Υπάρχουν ασθενείς που δεν μπορούσαν να ανέβουν καν στον διάδρομο γιατί λαχάνιαζαν στο πρώτο βήμα. Στόχος εδώ δεν είναι να τρέξει κάποιος στον διάδρομο. Διδάσκουμε πώς να αναπνέει όταν λαχανιάζει για να μην αγχώνεται όταν του συμβαίνει στην καθημερινότητα. Να περπατήσει σε μια κλίση πάνω στον διάδρομο γιατί είναι κάτι που θα συναντήσει έξω στον δρόμο. Πώς να σηκώσει ένα βάρος. Τα βασικά πράγματα που αντιμετωπίζει καθημερινά» εξηγεί η φυσικοθεραπεύτρια Ελένη Ρεκλίτη.
Η συντονίστρια του Τμήματος Αποκατάστασης και διευθύντρια της β’ πνευμονολογικής κλινικής, Αγγελική Ράπτη, είχε μέχρι τώρα ανάλογη εμπειρία με ασθενείς που έπασχαν από Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια. « Στο νοσοκομείο η αποκατάσταση λειτουργεί εδώ και 15 χρόνια. Φυσικά μετά την πανδημία το τμήμα αυτό δεν μπορούσε να λειτουργήσει και επομένως αποφασίσαμε να το μετατρέψουμε σε τμήμα για ασθενείς με covid. Έρχονται άνθρωποι που είχαμε νοσηλεύσει και είχαν πιο βαριά νόσηση. Άνθρωποι με ευρήματα στις αξονικές τους και συμπτώματα που τους απασχολούν. Κάνουν φυσικοθεραπεία, υπάρχει διαιτολόγος και ψυχολόγος που τους παρακολουθεί» λέει.
«Για την ώρα, μιλάμε για ασθενείς που έχουν νοσηλευτεί σε κλινική και όχι σε ΜΕΘ. Κυρίως βλέπουμε ανθρώπους με μεγάλη καταβολή και μύες που έχουν ατονήσει γιατί νοσηλεύτηκαν για καιρό στο νοσοκομείο. Το ότι έρχονται σε επαφή μεταξύ τους και κάνουν αυτές τις ασκήσεις, τους βοηθάει και στην ψυχολογία τους. Συνήθως οι ασθενείς που βγαίνουν από τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας είναι πιο δύσκολες περιπτώσεις. Ελπίζουμε πως από τον Σεπτέμβριο θα αρχίσουμε να δεχόμαστε και τέτοιους ασθενείς» εξηγεί η Αγγελική Ράπτη.
Τέτοιο τμήμα, υπάρχει για την ώρα στο Σωτηρία και τον Ευαγγελισμό. «Εμείς εδώ λειτουργούμε περισσότερο από ένα μήνα και σε συνεργασία με το post-covid ιατρείο παραλαμβάνουμε τους ασθενείς για τους οποίους κρίνεται απαραίτητο ένα πρόγραμμα αποκατάστασης. Στόχος μας είναι το πρόγραμμα για τον κάθε ασθενή να διαρκεί περίπου δύο μήνες» συμπληρώνει η γιατρός.
Οι υγειονομικοί του νοσοκομείου Σωτηρία, της ναυαρχίδας του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας, επέμειναν οι ίδιοι για την δημιουργία των δομών που παρακολουθούν την πορεία της υγείας όσων νόσησαν από covid και επιμένουν για την δημιουργία περισσότερων τέτοιων δομών.
«Νομίζω πως πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος σε όλα τα νοσοκομεία αναφοράς έστω και επιλεκτικά να παρακολουθούνται όσοι πήραν εξιτήριο. Και από εκεί και μετά, για τους ελαφρά πάσχοντες πρέπει να δημιουργηθούν αλγόριθμοι από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Να τίθεται μια λίστα ερωτημάτων. Η Αγγλία έχει προχωρήσει πολύ σε αυτό. Το μοντέλο που προτείνει η Αγγλία είναι να υπάρχουν τα one stop shops, δηλαδή μια κλινική στην οποία θα γίνονται τα περισσότερα. Να υπάρχουν μέσα υποειδικότητες όπου θα γίνεται μια συνολική παρακολούθηση» τονίζει η Γαρυφαλλιά Πουλάκου.
«Όλα αυτά λειτούργησαν γιατί υπήρχε και η πρόθεση των προϊσταμένων να μας υποστηρίξουν. Ωστόσο πρέπει να γίνει και αναδιάταξη των πόρων, των γιατρών. Δεν μιλάμε μόνο για προσλήψεις προσωπικού. Αν ένας γιατρός πρέπει να βλέπει ασθενείς εδώ στο ιατρείο μετά την ΜΕΘ και την κλινική covid, δεν βγαίνει. Απορροφά πάρα πολλή ενέργεια. Πρέπει να φτιαχτούν τα προγράμματα, οι εφημερίες», κλείνει η Ελένη Κάκαλου.