Ο ΛΑΜΠΡΟΣ ΦΙΣΦΗΣ ΣΙΧΑΙΝΕΤΑΙ ΤΟΥΣ CLICKBAIT ΤΙΤΛΟΥΣ
Μία συζήτηση με τον ταλαντούχο stand up comedian, Λάμπρο Φισφή, με αφορμή το νέο του σεναριακό εγχείρημα που ακούει στον τίτλο “Έχω παιδιά”, στο MEGA.
Κάθε μέρα του Λάμπρου Φισφή αυτό το διάστημα φαντάζει σαν πέντε, όπως μου λέει χαρακτηριστικά στην αρχή της τηλεφωνικής μας κουβέντας, ένα πρωινό Τρίτης που έχει μόλις πάρει τον καφέ του και ξεκινάει να πηγαίνει από δουλειά σε δουλειά.
Η όποια αμηχανία των πρώτων δευτερολέπτων της συζήτησής μας έφυγε γρήγορα. Ίσως γιατί η πρώτη κλήση δεν πέτυχε (αυτοαποκαλέστηκε boomer), και άρα χρειάστηκε να το “πάμε” από την αρχή, χωρίς πληθυντικούς πια και με τα ακουστικά συνδεδεμένα.
Μιλήσαμε με αφορμή τη νέα οικογενειακή, κωμική σειρά του MEGA, “Έχω παιδιά” της οποίας υπογράφει το σενάριο ενώ παράλληλα τον βλέπουμε να υποδύεται τον καλοκάγαθο και ολίγον σπασίκλα Σταύρο, ο οποίος είναι expert σε οτιδήποτε αφορά στην τεχνολογία και εργάζεται ως ΙΤ σε ένα site που λατρεύει τα clickbait άρθρα. Όπως θα φανεί στη συνέχεια της κουβέντας μας, ο ίδιος μάλλον τα απεχθάνεται.
Η τηλεφωνική μας συνέντευξη έγινε λίγες ημέρες αφότου ο Λάμπρος Φισφής ανέβηκε στη σκηνή ενός κατάμεστου Ηρωδείου με την παράστασή του “Πολύ Καλύτερα Τώρα” και έγινε έτσι ο πρώτος Έλληνας κωμικός που παρουσίασε έναν stand up μονόλογο, με φόντο τον ιστορικό αυτό χώρο.
Οπότε δεν θα μπορούσα να μην ξεκινήσω με αυτό.
Τι γεύση σου έχει αφήσει το Ηρώδειο;
Το Ηρώδειο παρότι δεν έχει περάσει ούτε μήνας, μου φαίνεται ένα τρίμηνο μακριά. Αλλά σίγουρα είναι μία εμπειρία, η οποία ξέρεις, κάπως μόνη της πέφτει σε replay στο μυαλό μου, σε άσχετες στιγμές, χωρίς να το ζητήσω.
Να αναρωτιέσαι δηλαδή, ‘το έζησα ή δεν το έζησα’..
Γενικά σε πολλές παραστάσεις και ειδικά σε τόσο μεγάλες παραστάσεις, υπάρχει ένα τεράστιο άγχος, μια πάρα πολύ μεγάλη πίεση. Και ξέρεις, οριακά καταρρέεις. Αλλά επειδή το έχω βιώσει αρκετά τα προηγούμενα δύο χρόνια με πολύ μεγάλα τέτοια πρότζεκτ, στο Ηρώδειο, κάπως, κάτι έγινε και δεν είχα αυτό το άγχος.
Ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία για μένα γιατί το έζησα real time, ήμουν 100% εκεί, κατέγραψα την εμπειρία στο μυαλό μου και παρότι ας πούμε σε προηγούμενες παραστάσεις, όπως το Τάε Κβον Ντο που ήταν 5.000 άτομα, νιώθω ότι δεν ξέρω τι έγινε και ότι δεν ήμουν καν εκεί, τουλάχιστον στο Ηρώδειο ήμουν παρών. Ήμουν με τόσο λίγο άγχος που άνθρωποι γύρω μου άρχισαν να αγχώνονται επειδή δεν είχα άγχος. Άρχισαν να αγχώνονται γιατί λένε για να μην έχει άγχος, μάλλον κάτι έχει πάει πολύ στραβά μέσα του.
Τελικά, πάει όποιος θέλει στο Ηρώδειο;
Ίσως αυτό που δεν ξέρει ο κόσμος και λογικό είναι, είναι ότι είναι μια ακραία δύσκολη διαδικασία το να μπεις στο Ηρώδειο. Δεν είναι τύπου ‘γεια σας, σκεφτόμουνα να κάνω μια παράσταση‘ και σου λένε ‘φυσικά ποια ημερομηνία σας βολεύει‘. Ακόμα και κόσμος μου έχει πει ‘οκ, πληρώνεις το παίρνεις’. Όχι, ούτε καν. Δεν ισχύει αυτό ούτε στο ελάχιστο. Δηλαδή, είναι μία από τις πιο δύσκολες και πιο εξονυχιστικές διαδικασίες, περνάς από μία ειδική επιτροπή, το καστ των αρχαιολόγων που εξετάζει την περίπτωσή σου. Τους μιλάς, τους ξανά μιλάς, μαζεύεις έγγραφα, τους εξηγείς την παράσταση, πώς θα είναι, τα σκηνικά σου.. είναι μία εξονυχιστική διαδικασία.
Άρα, δεν είναι απλά ότι “είδες φως και μπήκες”..
Σε καμία περίπτωση. Θεωρώ ότι το συγκεκριμένο μέρος είναι από τους πιο δύσκολους χώρους να σε δεχτούν να μπεις. Τώρα το κατά πόσο τα δικά τους κριτήρια είναι σωστά, λάθος ή οτιδήποτε δεν το ξέρω ακριβώς γιατί σαν άνθρωπος προσπαθώ όταν έχει δοθεί σε μία ολόκληρη επιτροπή μία ευθύνη τέτοιου τύπου, να κάνω κι εγώ λίγο πίσω και να λέω αυτή είναι η δουλειά τους, αυτό τους ανατέθηκε και ας τους αφήσουμε να το κάνουν. Γιατί αλλιώς, θες να μπούμε στη θέση τους και να διαλέγουμε τι θα μπει στο Ηρώδειο;
Είναι σαν να υπάρχει ένα μέτρο ποιότητας και όποιος είναι κάτω από τη βάση πρέπει να “τρώει πόρτα”.
Δεν ξέρω ποιο είναι το μέτρο, δεν ξέρω τι ψάχνουνε, τι δεν ψάχνουνε, τι βεβηλώνει, τι δεν βεβηλώνει. Αλλά γι’ αυτό φαντάζομαι ότι υπάρχει και μία επιτροπή για να μην χρειάζεται να το συζητάω εγώ κι εσύ αυτό. Το παίρνει πάνω της. Θέλω να πιστεύω πάντως ότι όλοι οι άνθρωποι που μπαίνουν μέσα στο Ηρώδειο, επειδή έχουν περάσει όλο αυτό νιώθουν μία τιμή, μία ευθύνη, θέλουν να τιμήσουν αυτό το μνημείο. Οπότε τουλάχιστον εγώ έτσι αισθάνθηκα. Δεν μπήκα μέσα και τύπου ‘έλα μωρέ, πάμε‘. Έχεις ένα βάρος.
Δεν μπορώ να μην το πω, αλλά είναι πολύ εύκολο: Πώς από το “Κάψε το Σενάριο” πήγες στο “Γράψε το Σενάριο”;
Το σκέφτηκες, το είπες (σ.σ. γελάει). Η αλήθεια είναι πως έγινε ανάποδα. Πήγα από το “Γράψε το Σενάριο” στο “Κάψε το Σενάριο”. Δηλαδή, η πρώτη επαφή μου με την τηλεόραση ήταν τη χρονιά πριν από το “Κάψε το Σενάριο” που είχα γράψει τη “Γενιά των 592 ευρώ”. Η πρώτη μου επαφή ήταν σεναριακή.
Πώς σου γεννήθηκε η ιδέα για μία οικογενειακή κωμωδία;
Για μένα η κωμωδία είναι ένα πράγμα το οποίο έχει πάρα πολλά διαφορετικά κομμάτια με τα οποία μπορεί να καταπιαστείς και εμένα μου αρέσουν όλα. Μου αρέσει και το γράψιμο, μου αρέσει και ο αυτοσχεδιασμός, μου αρέσει και το stand up, μου αρέσει και το να παίζω. Οτιδήποτε έχει παρονομαστή την κωμωδία μου αρέσει. Από podcast μέχρι Κινηματογράφο, όλα τα θέλω και το καθένα σου δίνει κάτι διαφορετικό. Προφανώς, η πρώτη μου αγάπη και παντοτινή είναι το stand up, αλλά το γράψιμο έρχεται πολύ κοντά σε αυτό.
Ξέρεις, λένε πολλές φορές, “γράφε αυτά που ξέρεις” και επειδή βρέθηκα σε μία κατάσταση που τα τελευταία 8 χρόνια είμαι στο σύμπαν των παιδιών με δύο κόρες, να περιβάλλομαι από φίλους που έχουν παιδιά, άλλους γονείς, φίλους των παιδιών μου, να περνάω τον χρόνο μου σε πάρκα, σε παιδικές χαρές και παιδότοπους, σκέφτηκα δεν θα ήταν ωραία να δοθεί και μία τέτοια πλευρά, τι σημαίνει να είσαι γονιός, αλλά στο πιο αληθινό και ρεαλιστικό;
Δηλαδή, του αστείου κομματιού του να είσαι γονιός που βγαίνει μέσα από την ταλαιπωρία, μέσα από τις περιπέτειες, μέσα από τα ευτράπελα, τις αναποδιές. Όχι χρυσόσκονη και όλα είναι τέλεια.
Υπάρχουν περιστατικά της ζωής και της καθημερινότητάς σου με τις κόρες σου που “ξεπατίκωσες”;
Υπήρχε μία ωραία σκηνή στο “Inception” του Κρίστοφερ Νόλαν, που η Αριάδνη ως αρχιτεκτόνισσα, φτιάχνει ένα φανταστικό περιβάλλον για να μπουν όλοι μέσα και της λένε ‘ποτέ μην κλέψεις κάτι ακριβώς συγκεκριμένο, παίρνε κομματάκια από δω κι από εκεί‘ και νομίζω κι εγώ στο σενάριο αυτό κάνω.
Δεν παίρνω ποτέ κάτι 100% δικό μου, προσωπικό. Δηλαδή παίρνω ένα κομματάκι από εδώ, ένα κομματάκι από εκεί, μία ατάκα που μπορεί ίσως να έχει πει η κόρη μου, αλλά σε μία ιστορία που μπορεί να μου έχει πει ένας φίλος που έχει και αυτός παιδιά, με έναν χαρακτήρα ο οποίος μπορεί να μην είναι εγώ, αλλά να είναι ένας κολλητός που έχει παιδιά. Οπότε απλά είσαι μέσα εκεί και το ένα φέρνει το άλλο και συνδέονται. Εννοείται ότι έχει στοιχεία που έχω βιώσει και εγώ, αλλά είναι πολύ περισσότερα τα στοιχεία που έχω μαζέψει από τον περίγυρο και από τη δική μου παιδική ηλικία. Γιατί και εσύ θυμάσαι τον εαυτό σου να είσαι παιδί.
Με τον χαρακτήρα σου τι κοινά θα μπορούσες να πεις ότι έχεις; Πιάνεις τον εαυτό σου να λέει θα μπορούσα να το έχω κάνει υπό άλλες συνθήκες αυτό ας πούμε;
Το βασικό στοιχείο του χαρακτήρα μου είναι ότι είναι ένας ανασφαλής άνθρωπος, ξέρεις, αυτός ο κλασικός χαρακτήρας που εμφανίζεται στα sitcom και είναι ο looser που τον αγαπάς κιόλας. Γιατί με έναν τρόπο κάνει τον κόσμο να νιώθει καλύτερα για τους εαυτούς τους. Δηλαδή ένας άνθρωπος ο οποίος συνεχώς υποβιβάζει τον εαυτό του μέσω του σεναρίου στη σειρά, είναι τόσο αυτοσαρκαστικό όλο αυτό, που κάνει τους υπόλοιπους να νιώθουν λίγο καλύτερα για το ποιοι είναι αυτοί. Σου λέει καλά, τουλάχιστον είμαι καλύτερος από αυτόν.
Να νιώσω λίγο καλύτερα που περνάει ο άλλος πιο άσχημα.
Αυτό! ‘Τουλάχιστον δεν είμαι Σταύρος ρε συ, εντάξει οκ‘. Μου αρέσει αυτό, γιατί και στην κωμωδία που έκανα πάντα είχα πάρα πολύ το στοιχείο του αυτοσαρκασμού. Θεωρώ ότι είναι από τα πράγματα που χαλαρώνει το κοινό πιο πολύ από οτιδήποτε, να νιώσει ότι ο άλλος έρχεται για να κάνει αστεία εις βάρος του με μία έννοια και όχι εις βάρος του κοινού.
Νιώθω ότι ο ‘Σταύρος’ είμαι εγώ, απλά πιο νέος.
Πόσο “Σταύρος” υπάρχει μέσα στον Λάμπρο;
Ο Σταύρος είναι ένας μοναχικός τύπος, έχει μία δόση ότι ‘δεν έχω φίλους, ότι είμαι μοναχικός, ότι δεν θα προχωρήσει η ζωή μου‘, υπάρχουν κάποια τέτοια κοινά στοιχεία και το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι ίσως θα μπορούσε σε ένα παράλληλο σύμπαν η ζωή μου να ήταν αυτή.
Δηλαδή μπορεί να στάθηκα τυχερός και να βρήκα μία πολύ καλή σύντροφο και να έκανα παιδιά, αλλά σε ένα παράλληλο σύμπαν βλέπω πολύ εύκολα τον εαυτό μου να να μην έχω πάει σε αυτή την κατεύθυνση που πήγα, να έχω πάρει το μονοπάτι ενός μοναχικού, καταθλιπτικού τύπου που κανείς δεν τον κάνει παρέα και δεν υπάρχει περίπτωση να βρει κοπέλα ποτέ. Νιώθω ότι ο Σταύρος είμαι εγώ, απλά πιο νέος.
Παρότι ο Σταύρος είναι 40 χρονών σαν κι εμένα, ο τρόπος που τον γράφω είναι σαν να σκέφτομαι τον εαυτό μου όταν ήμουν 15. Δηλαδή αυτή τη λίγο ανασφάλεια, αυτή την απελπισία του τι θα γίνει, θα τα καταφέρω; Θα βρω εγώ την αγάπη ποτέ; Θα έχω φίλους στη ζωή μου;
Όταν έγραφες το σενάριο είχες σκεφτεί τα πρόσωπα που θα ήθελες να υποδυθούν τους ρόλους;
Γενικά δεν το κάνω αυτό. Και είναι και μία από τις πρώτες ερωτήσεις που γίνονται όταν πηγαίνεις να μιλήσεις με ένα κανάλι, σε ρωτάνε ‘ναι ωραία, μας αρέσει αυτό, ποιους σκέφτεστε;‘.
Και πάντα σε αυτή την ερώτηση εγώ δεν έχω απάντηση, αλλά θεωρώ ότι τελικά μέσα από τη διαδικασία του κάστινγκ τα πάντα ανατρέπονται. Εγώ κάπως είχα κολλήσει ότι ίσως ένας τουλάχιστον από τους δύο πρωταγωνιστές θα έπρεπε να είναι γονιός στη ζωή του. Ε, τελικά αποδείχθηκε ότι όχι. Οι δύο πρωταγωνιστές που έχουμε δεν έχουν παιδιά. Εγώ στο μυαλό μου το είχα βάλει ότι καλό θα ήταν να βοηθήσει κάπως τη σειρά. Αυτό ανατράπηκε στην πορεία από τα γυρίσματα και είδαμε ότι δεν χρειαζόταν.
Εσένα σε “είδες” στη σειρά;
Εγώ μπήκα με μέσο γιατί γράφω τη σειρά! Εγώ δεν πέρασα από κάστινγκ, είπα θα παίξω αυτό τον ρόλο, κάποιοι πήγαν να πουν κάτι αλλά τους το ‘κοψα, δεν θα το συζητήσουμε τώρα περαιτέρω. Γιατί αν πηγαίναμε για κάστινγκ και βλέπαμε άλλους ανθρώπους, ξεκάθαρα θα βρίσκαμε κάποιον καλύτερο από εμένα. Οπότε δεν ρισκάρω εγώ έτσι απλά τα πράγματα. Δεν αφήνω τίποτα στην τύχη. Τα έχω προμελετημένα (σ.σ. γελάει).
Ποιον από όλους μέσα σε μία σειρά μπορεί να “νιώσει” περισσότερο ένας stand up comedian;
Θα έλεγα με τον σκηνοθέτη και τους ανθρώπους στο μοντάζ, γιατί κοίτα τι γίνεται: Όπως στο stand up comedy έτσι και στο σενάριο, η δουλειά είναι ”ήρθαμε να σας πούμε αστεία‘ και τα πάντα είναι γύρω από αυτό. Πώς θα διασφαλίσω το αστείο; Πώς θα κάνω καλύτερο το αστείο; Πώς θα πλασάρω καλύτερα το αστείο; Γιατί δε δούλεψε το αστείο; Πώς θα βελτιώσω το αστείο;
Και στη σειρά, δείχνει η κάμερα σωστά τον άνθρωπο που λέει το αστείο; Ο μοντέρ κόβει στη σωστή αντίδραση να δούμε και τον τύπο που το λέει και τον τύπο που αντιδράει πάνω σε αυτό; Γιατί εκεί παίζουμε και με το timing.
Απλά, το stand up comedy είναι ένα απόλυτα μοναχικό ας το πούμε “άθλημα”, ενώ η τηλεόραση είναι το αντίθετο. Είναι το απόλυτα ομαδικό. Δηλαδή στο stand up είσαι μόνος σου και κάνεις τα πάντα, από σενάριο, σκηνοθεσία, κουστούμια, φώτα, μοντάζ, ό,τι θες και στην τηλεόραση μπαίνουν 40- 50 άνθρωποι μίνιμουμ μαζί συντελεστές, μπροστά και πίσω από τις κάμερες, οι οποίοι με έναν τρόπο πρέπει να δουλέψουν ομαδικά για ένα κείμενο. Τελείως αντίθετοι κόσμοι.
Πιστεύεις ότι έχεις προβάδισμα στην κωμωδία ως stand up comedian έναντι άλλων σεναριογράφων που προσπαθούν να γράψουν ένα καλό σενάριο για να γελάσει ο τηλεθεατής;
Έχω κάποια “όπλα στο οπλοστάσιό μου” που ίσως κάποιος άλλος να μην τα έχει. Στο stand up comedy έχεις αυτό: έχεις εφόδια, έχεις τεράστια εμπειρία στο πώς να γραφτεί ένα αστείο, στο τι πρέπει να πει ο άλλος πριν για να δουλέψει το αστείο μετά. Τώρα από κει και πέρα βέβαια, υπάρχει μεγάλη πολυφωνία στην κωμωδία.
Υπάρχουν πολλά πράγματα που κάνουν κάποιον να γελάσει, οπότε με μία έννοια μπορεί και ο τρόπος που έχεις εσύ εκπαιδευτεί ως stand up comedian να είναι διαφορετικός από τον τρόπο που κάποιος άλλος γράφει κωμωδία. Αλλά η κωμωδία είναι ένα πολύ αυστηρό είδος, έχει πάρα πολλή δουλειά από πίσω, που ξέρεις καλά κάνει και δεν φαίνεται, γιατί το stand up πρέπει να φαίνεται αυτοσχεδιαστικό, δεν πρέπει να φαίνεται στημένο, αλλά έχει πάρα πολλή δουλειά από πίσω και εκπαίδευση. Οπότε με μία έννοια ναι, εντάξει, ξέρω να γράφω αστεία.
Πολλοί νομίζω συγχέουν την κωμωδία με τη σάτιρα και κάπως όλο αυτό νιώθω ότι έχει αρχίσει να ξεφεύγει.
Δεν ισχύει αυτό. Η σάτιρα είναι ένα από τα παρακλάδια της κωμωδίας. Με μία έννοια ναι, κωμωδία ίσον σάτιρα, αλλά ως ένα από τα παρακλάδια της. Θα ήταν το ίδιο να λέγαμε κωμωδία ίσον παρωδία. Δεν είναι αυτό. Ή να λέγαμε κωμωδία ίσον παντομίμα για παράδειγμα.
Είναι ένα από τα κομμάτια της κωμωδίας που εν δυνάμει από τον ορισμό του σού λέει κιόλας ότι δεν χρειάζεται να είναι αστείο. Γιατί αν μου πεις κωμωδία ίσον παρωδία, δεν μπορώ να σου πω ότι δεν πρέπει να είναι αστείο. Πρέπει να είναι αστείο. Αν δω μια παρωδία που δεν γελάω, θα σου πω είναι κακή παρωδία. Αν δω μια σάτιρα στην οποία δεν γελάω, θα σου πω είναι οκ.
Τελικά, (πρέπει να) έχει όρια η σάτιρα;
Νιώθω ότι όταν ξεκινάει αυτή η συζήτηση έχει μεγάλο ρίσκο, γιατί θεωρώ ότι κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζεται λίγο μεμονωμένα. Είναι λάθος να μπαίνει γενικολογία σε αυτή τη συζήτηση. Το να γυρίσει δηλαδή κάποιος και να πει ότι η κωμωδία δεν πρέπει να έχει όρια ή η σάτιρα δεν πρέπει ή πρέπει να έχει όρια, είναι μηδενιστικό και απόλυτο.
Γενικά, ως κωμικός βάζεις τα δικά σου όρια, αποφασίζεις τι θα κάνεις πάνω στη σκηνή, έχεις την ευθύνη των πραγμάτων που λες. Αυτό για μένα ισχύει είτε πεις ότι η κωμωδία πρέπει να έχει όρια ή ότι δεν πρέπει. Εσύ έχεις την ευθύνη σου, εσύ αποφασίζεις τι θα πεις. Αν δουλέψει ή δεν δουλέψει ένα αστείο, σε κράξουν, δεν σε κράξουν, εκνευριστούν, γελάσουν, εσύ έχεις την ευθύνη αυτού του πράγματος.
‘Η κωμωδία πρέπει να έχει όρια‘, ‘Δεν υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν μπορούμε να αγγίξουμε‘. Όχι, δεν ισχύει αν με ρωτάς.
Οι άνθρωποι μπορούν να γελάσουν με τα πάντα, αρκεί η εξίσωση να είναι σωστή.
Αρκεί το κοινό να βρεθεί με έναν κωμικό και με ένα υλικό του κωμικού, με τα αστεία του και όλα αυτά να είναι σε αρμονία. Αν αυτό συμβεί, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Μπορείς να κάνεις κωμωδία με οτιδήποτε. Έχω δει κόσμο να γελάει με τα πάντα και κανείς να μην λέει ‘ώπα, μα αυτό δεν…‘. Μπορείς να το πεις, δικαίωμά σου να το πεις, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν θα γίνει.
Και έρχεται κερασάκι στην τούρτα και η πολιτική ορθότητα μέσα σε όλα.
Προφανώς μπλέκεται η πολιτική ορθότητα και πολύ καλό είναι που την έχουμε και ταυτόχρονα πολύ κακό. Από τη μία είναι ωραίο, που κάποια πράγματα έχουν αλλάξει, που κάποια πράγματα δεν είναι ότι δεν μπορείς να τα πεις, αλλά κάπως μην τα πεις ρε φίλε δηλαδή. Καλό είναι να προχωράμε λίγο, να καταλαβαίνουμε, να αλλάζουμε τον τρόπο με τον οποίο λέμε πράγματα. Κι από την άλλη, δεν πρέπει η πολιτική ορθότητα να γίνει αυτό που δεν μπορείς να μιλήσεις ή να φτάνει στα άκρα.
Απλά θεωρώ ότι είναι πολύ μεγαλύτερη η συζήτηση που κάνουμε από την ουσία του πράγματος. Είναι σαν να δίνουμε πολύ, πολύ μεγαλύτερη σημασία στη συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα, από ό,τι πραγματικά συμβαίνει.
Και δύο πράγματα θα πω: ότι πρώτον ο κόσμος θεωρώ ότι είναι αρκετά έως πολύ έξυπνος και καταλαβαίνει τι γίνεται. Βρίσκεται σε ένα comedy κλαμπ, σε ένα θέατρο, βλέπει μια σειρά. Δεν είναι χαζός ο κόσμος. Πιο πολλοί άνθρωποι ξέρουν τι λες, ξέρουν πώς το λες, αντιλαμβάνονται. Δεν είναι μία πλειοψηφία ανθρώπων που είναι από πάνω έτοιμοι να παρεξηγηθούν με οτιδήποτε. Εγώ πιστεύω στους ανθρώπους. Το βλέπω στο κοινό, τους θεωρώ έξυπνους ανθρώπους οι οποίοι ξέρουν να αποκωδικοποιούν αυτό που βλέπουν, να καταλαβαίνουν τι θες να πεις μέσα από αυτό και να γελάσουν αντίστοιχα.
Μην τρελαινόμαστε ότι στην Ελλάδα είμαστε οι διασφαλιστές της πολιτικής ορθότητας στον πλανήτη.
Και δεύτερον, είμαστε στην Ελλάδα. Το πόσο συζήτηση έχουμε κάνει για την πολιτική ορθότητα και για τα όρια της σάτιρας, συγκριτικά με το τι γίνεται πραγματικά στην Ελλάδα, είναι αστείο. Δεν υπάρχει πολιτική ορθότητα σε τέτοιο επίπεδο στην Ελλάδα που να δικαιολογεί τόση συζήτηση. Είμαστε η χώρα στην οποία έχω δει επανειλημμένως ξένους κωμικούς να έρχονται και να λένε ‘δεν το πιστεύω ότι έφτασα τα αστεία μου σε αυτό το επίπεδο, σε καμία άλλη χώρα δεν μου έχει επιτραπεί’ ή ότι ‘έχω κάνει tour σε 50 χώρες, κανένας λαός δεν με έχει αφήσει να το πάω τόσο κάφρικα‘. Άρα, μην τρελαινόμαστε ότι είμαστε οι διασφαλιστές της πολιτικής ορθότητας στον πλανήτη. Είμαστε μια χώρα που έχει βουτήξει λίγο το δάχτυλό της στην πολιτική ορθότητα και στα όρια της κωμωδίας.
Μπορεί η σειρά να προσελκύσει κοινό που ενδεχομένως δεν θα ερχόταν σε κάποια παράστασή σου;
Πιο πολύ το στοίχημα είναι αν θα καταφέρουμε να κερδίσουμε ομάδες ανθρώπων σε ένα διαφορετικό είδος κωμωδίας. Όχι πιο αιχμηρό, αλλά πιο γρήγορο, πιο σουρεαλιστικό, με ένα παίξιμο που θα είναι λιγότερο ‘φωναχτό’. Εννοείται, ότι το εκθέτεις σε μία τεράστια μάζα, άρα οι πιθανότητες κάποιος πχ να παρεξηγηθεί, να βρει κάτι να σχολιάσει είναι περισσότερες. Γιατί άλλο να παίζεις σε ένα θέατρο 400 ανθρώπων και άλλο να το δείχνεις αυτό σε 1.000.000; Συγγνώμη, 10 εκατομμύρια ήθελα να πω (σ.σ. γελάει).
Μετά από 15 χρόνια που κάνω stand up comedy ο κόσμος που έρχεται κάπως παρακολουθεί μία πορεία, μαθαίνει εμένα και είναι σαν να ξέρει τι λέω και πώς το λέω. Στην τηλεόραση δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα, διότι δεν έχουμε αυτή την ιστορία με το κοινό. Εγώ και εκείνο ας πούμε ή ο εκάστοτε ηθοποιός που λέει τα δικά μου λόγια. Αλλά το στοίχημα τώρα εδώ είναι αυτό. Να να του δώσεις μία άλλη κωμωδία που ίσως δεν έχει συνηθίσει.
Και που σπάει και λίγο “κατεστημένα”.
Για αρχή τα επεισόδια είναι 30λεπτα, σε μία τηλεόραση που προστάζει μίνιμουμ 1 ώρα οτιδήποτε και να παίξει. Το ότι καταφέραμε μαζί με το κανάλι να υποστηρίξουμε μια κωμωδία 30 λεπτών ανά επεισόδιο είναι τεράστιο. Έχουμε μεγαλώσει σε μία χώρα που οι κωμωδίες είχαν ελάχιστη διάρκεια 42 λεπτά, ενώ η ξένη κωμωδία 21. Καταλαβαίνεις άρα τι σημαίνει το 30.
Είναι μία τεράστια διαφορά για την κωμωδία, για τον ρυθμό της. Για την πυκνότητα των αστείων, για το πώς μπορεί να μην ξεχειλώνει σε ιστορίες. Είναι τεράστιο αυτό. Επηρεάζει τα πάντα. Αυτό είναι μία νέα πρόταση ας πούμε.
Νιώθεις ότι η κωμωδία γίνεται συχνά ο εύκολος στόχος;
Η κωμωδία είναι τόσο υποκειμενικό θέμα. Έχει να κάνει τόσο πολύ με το γούστο σου, που θεωρώ ότι είναι κακό να χρησιμοποιούμε όρους, καλύτερο, χειρότερο. Είναι τι σου ταιριάζει. Μπορεί κάποιος να δει αυτή την κωμωδία και να πει αυτό μου ταιριάζει, με αυτό ταυτίζομαι, με αυτό γελάω. Μπορεί κάποιος άλλος να τη δει και να πει όχι. Αυτό το είδος χιούμορ εμένα δεν μου ταιριάζει. Θα πάω σε κάτι άλλο. Το κακό είναι να λέμε ‘αυτό τώρα είναι κωμωδία; Υπάρχει κάποιος που γελάει με αυτό’; Δεκτό, μη γελάς, δεν υπάρχει πρόβλημα. Μακάρι όμως να γελάσουν κάποιοι άλλοι για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε αυτή τη δουλειά.
Και πώς θέλεις να συνεχίσεις να έχεις δουλειά;
Αυτή τη στιγμή και για αρκετό καιρό ακόμα και αρκετό καιρό πριν, γιατί εμείς έχουμε ξεκινήσει από τον Απρίλη, είμαστε είτε κλεισμένοι σε ένα στούντιο, είτε κλεισμένοι σε ένα δωμάτιο γραψίματος. Αυτή είναι η ζωή γιατί έχω σειρά, που λέγεται ‘Έχω παιδιά’ και δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο (σ.σ. γελάει).
Ωστόσο, από την Κυριακή 10 Νοεμβρίου και κάθε Κυριακή μέχρι τις γιορτές θα είμαι στο θέατρο “Τζένη Καρέζη” με την παράσταση “Πολύ Καλύτερα Τώρα”, που παίχτηκε και στο Ηρώδειο. Έτσι, για να φεύγω λίγο από αυτό τον κόσμο και να μπαίνω λίγο στον άλλο.
Η κωμική σειρά του MEGA “Έχω παιδιά” την ερχόμενη εβδομάδα θα έχει επεισόδια τη Δευτέρα 4 και την Τρίτη 5 Νοεμβρίου στις 21:00.