Ο ΤΖΟΝ ΚΕΙΛ ΣΤΟ NEWS 24/7: “ΚΑΠΟΤΕ ΗΜΑΣΤΑΝ ΟΙ ΔΥΟ ΜΑΣ, Ο ΛΟΥ ΡΙΝΤ ΚΙ ΕΓΩ, ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΟΛΩΝ”
Ένας ζωντανός θρύλος μιλάει στο Magazine με αφορμή την εμφάνισή του στο Ηρώδειο, όπου θα διανύσει επί σκηνής τη διαδρομή από τους Velvet Underground μέχρι σήμερα, στην ίσως πιο σημαντική συναυλία αυτού του καλοκαιριού στην Αθήνα.
Είναι οι δίσκοι που διαμόρφωσε ως παραγωγός, μεταξύ άλλων, των Stooges, Nico, Patti Smith, Modern Lovers, Happy Mondays και Siouxsie & the Banshees.
Είναι οι δίσκοι που έγραψε μόνος του, δηλαδή με τους μουσικούς που κατά καιρούς τον πλαισιώνουν – προεξαρχόντων των Vintage Violence, Paris 1919, Helen of Troy, Music for a New Society, HoboSapiens
Είναι οι δίσκοι που συνυπέγραψε με τον Μπράιαν Ίνο (Wrong Way Up) και τον Λου Ριντ (Songs for Drella).
Φυσικά είναι και οι δύο ασύγκριτοι πρώτοι δίσκοι των Velvet Underground – πριν την επεισοδιακή απομάκρυνσή του από τη μπάντα.
Είναι δηλαδή το ανεκτίμητο σώμα της δουλειάς του επί έξι δεκαετίες που καθιστά δικαιωματικά τον (γεννημένο στην επαρχία της Ουαλίας και πλέον μόνιμο κάτοικο Λος Άντζελες) 81χρονο σήμερα Τζον Κέιλ τον σημαντικότερο εν ζωή μουσικό της γενιάς του που «βγήκε από τα έγκατα» της Νέας Υόρκης.
Σχεδόν οχτώ χιλιάδες χιλιόμετρα ανατολικά από την πάλαι ποτέ «αρκετά επικίνδυνη για να είναι ενδιαφέρουσα» μητρόπολη όπου ξεκίνησαν όλα για εκείνον μαθαίνοντας τι εστί drone δίπλα στον La Monte Young, μιλάει στο Magazine με αφορμή την επικείμενη ζωντανή του εμφάνιση τη Δευτέρα 19 Ιουνίου συνοδεία της Athens Philharmonia Orchestra στο Ηρώδειο, όπου θα διανύσει επί σκηνής τη διαδρομή από τους Velvet Underground μέχρι το Mercy, το φετινό, δέκατο έβδομο άλμπουμ του που καθορίστηκε από την πανδημία και «έχει να κάνει με το πόσο μα πόσο χαμηλά μπορεί να φτάσει η ανθρωπότητα. Έστω κι αν υπάρχει πάντα στο τέλος μιας μορφής λύτρωση».
«Από την αρχή ξέραμε ότι έπρεπε να παλέψουμε με νύχια και με δόντια για να βρούμε ένα άνοιγμα στο βαρύ πέπλο του κατεστημένου που σκέπαζε τότε τη μουσική. Κάποτε ήμασταν οι δυο μας, ο Λου κι εγώ, εναντίον όλων» λέει στο Magazine ανατρέχοντας στα πρώτα του βήματα, μόνο όμως για λίγο. Δεν ξοδεύει, όπως τονίζει, πολύ από το χρόνο του για να ασχοληθεί με τα επιτεύγματά του. «Αντί να χάνω χρόνο νιώθοντας ικανοποιημένος με κάτι που σκαρφίστηκα νωρίς το πρωί μιλώντας ξανά και ξανά γι’ αυτό, προτιμώ να αφήνομαι στην περιέργειά μου για όσα μπορεί να ανακαλύψω στις 4 το απόγευμα. Νομίζω ότι αυτό τελικά σημαίνει “cutting edge”. Να πορεύεσαι γνωρίζοντας ότι η αιχμή θα είναι πάντα πιο μπροστά από το σημείο που βρίσκεσαι τώρα» λέει και, ντυμένος στα μαύρα, ξεκινάει μόνος του μια νυχτερινή βόλτα στα Εξάρχεια, απομακρύνεται ξαφνικά από όσους τον ακολουθούν, ώσπου φτάνει στην επόμενη γωνία, στέκεται και τους περιμένει να τον φτάσουν.
Στο New Yorker δηλώσατε πρόσφατα ότι η πανδημία ουσιαστικά σας υπαγόρευσε το τελευταίο σας άλμπουμ, Mercy. Σας έχει συμβεί κάτι ανάλογο στο παρελθόν; Να καθοριστεί δηλαδή η δημιουργική διαδικασία από μία πολύ συγκεκριμένη προσωπική ή συλλογική συνθήκη;
Νομίζω πως ναι, αρκετές φορές. Δεν μπορώ να πω ότι το απολαμβάνω όταν το βλέπω να συμβαίνει αλλά την ίδια στιγμή πρόκειται για κάτι που κάνει ξεκάθαρο σε μένα ότι είμαι παρών ως δημιουργός και για να αφουγκράζομαι, να ανταποκρίνομαι σε ερεθίσματα χωρίς όμως να προσπαθώ να τα καταχραστώ. Αν έχω μια έντονη, βαθιά αντίληψη ενός συγκεκριμένου συναισθήματος, οφείλω να είμαι πιστός και ειλικρινής απέναντί του. Άρα και απέναντι στον εαυτό μου. Μερικές φορές καμουφλάρω τα πράγματα στους δίσκους μου, αλλά στο Mercy τα άφησα ξεκάθαρα για να τα νιώσουν όλοι όπως ακριβώς είναι.
Το έργο σας ανέκαθεν υπήρξε φορέας μιας αίσθησης μοναδικότητας σχετικά με το τι σημαίνει να είναι κανείς τραγουδοποιός. Σε αυτό το σημείο της τόσο γόνιμης καριέρας σας, υπάρχουν για εσάς κάποιες πτυχές της διαρκούς προσμονής από το κοινό να παραμείνετε cutting edge που τελικά να βρίσκετε ότι κάθε άλλο παρά εξυπηρετεί την ίδια την έννοια της πρωτοπορίας;
Όχι, γιατί το να είμαι cutting edge είναι κάτι που με χαρακτηρίζει όλη μου τη ζωή. Από μικρό παιδί αυτή η σκέψη με καθοδηγούσε. Δεν την απέφυγα ποτέ, ούτε υπέκυψα σε ευκολίες. Είναι αυτό που με κάνει να πιέζω τον εαυτό μου συνέχεια, να πηγαίνω πέρα από τα όρια μου, να μην μένω για πολλή ώρα στο ίδιο μέρος, αλλά να βρίσκω νέους τρόπους να ξεχωρίσω από οτιδήποτε θεωρείται mainstream. Έχω, ξέρεις, συμφιλιωθεί με το ότι πάντα θα υπάρχουν απορίες από τον κόσμο γύρω από το πώς μου έρχονται οι ιδέες και πώς καταφέρνω να τις περάσω στα τραγούδια μου. Κι εγώ απορώ μερικές φορές. Δεν έχει νόημα όμως να ξοδεύω χρόνο προσπαθώντας να τα εξηγήσω αυτά τα πράγματα. Ξέρεις γιατί; Αντί να χάνω χρόνο νιώθοντας ικανοποιημένος με κάτι που σκαρφίστηκα νωρίς το πρωί μιλώντας ξανά και ξανά γι’ αυτό, προτιμώ να αφήνομαι στην περιέργειά μου για όσα μπορεί να ανακαλύψω στις 4 το απόγευμα. Νομίζω ότι αυτό τελικά σημαίνει “cutting edge”. Να πορεύεσαι γνωρίζοντας ότι η αιχμή θα είναι πάντα πιο μπροστά από το σημείο που βρίσκεσαι τώρα.
Νομίζω ότι αυτό τελικά σημαίνει “cutting edge”. Να πορεύεσαι γνωρίζοντας ότι η αιχμή θα είναι πάντα πιο μπροστά από το σημείο που βρίσκεσαι τώρα.
Δεν πιάνετε δηλαδή ποτέ τον εαυτό σας να λέει απλά: Αυτό έχω στο μυαλό μου τη συγκεκριμένη στιγμή, ας γράψω ένα τραγούδι κι όπως βγει;
Μα φυσικά, πάντα θες να πεις αυτό που έχεις στο μυαλό σου. Στην περίπτωση του Music for a New Society ήταν κάτι ωμό, απογυμνωμένο και επώδυνο σε όλες του τις διαστάσεις. Το HoboSapiens πραγματεύεται την έννοια της προόδου και τις διάφορες νέες ιδέες που κυρίευσαν τότε την ψυχή μου. Το Mercy έχει να κάνει με το πόσο μα πόσο χαμηλά μπορεί να φτάσει η ανθρωπότητα. Έστω κι αν υπάρχει πάντα στο τέλος μιας μορφής λύτρωση. Κάτι που ίσως δεν μπορούμε να διακρίνουμε αμέσως, αλλά μπορούμε σιγά σιγά να βρούμε τα πατήματα μας για να φτάσουμε εκεί. Έρχεται δηλαδή μια στιγμή που ακόμη κι αν δεν μπορείς να δεις τον προορισμό σου, ξέρεις ότι δεν είναι πολύ μακριά. Αν έχεις υπομονή, θα έρθουν οι απαντήσεις.
Υπήρξαν περίοδοι της ζωής σας που η γνώμη σας για τον ίδιο σας τον εαυτό να καθορίστηκε σε κάποιο βαθμό από την ανταπόκριση του κόσμου στο έργο σας;
Χωρίς να θέλω να κακολογήσω τη γνώμη του οποιουδήποτε για τη δουλειά μου, δεν θα μπορούσα ποτέ να θεωρήσω ότι η αξία ενός καλλιτεχνικού έργο υπολογίζεται με βάση τις πωλήσεις ή τις καλές κριτικές – όλα αυτά συχνά είναι αποπροσανατολιστικά. Για μένα είναι πολύ σημαντικό, ένα πολύτιμο δώρο, όταν οι fans εκφράζουν μία αληθινή σύνδεση με τη δουλειά μου. Ναι, θα έλεγα ψέματα αν υποστήριζα ότι δεν αναγνωρίζω καν την αρνητική ανταπόκριση. Υπάρχει φυσικά και αυτή. Και φυσικά πονάει, αλλά μόνο λίγο. Δεν είμαι ποπ σταρ. Και ποτέ δεν θα θεωρούσα ότι η μαζικότητα έχει νόημα σε αυτό που εγώ έχω στο μυαλό μου ως τέχνη.
Για την ποπ μουσική σήμερα ποια είναι η γνώμη σας σήμερα; Υπάρχουν τάσεις που σας αρέσουν και άλλες που απεχθάνεστε; Ως ακροατής πιάνετε τον εαυτό σας να γοητεύεται κατά κανόνα από καλλιτέχνες με ίδια και απαράλλαχτα κάποια δομικά στοιχεία στο σώμα της δουλειάς τους; Ή προτιμάτε όσους αλλάζουν άρδην, ή έστω προσπαθούν, από δίσκο σε δίσκο;
Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση, γιατί βασικά καταπιάνεται με τον πυρήνα του τι σημαίνει να δημιουργείς μουσική. Δεν υπάρχει όμως μόνο ένας τύπος σωστού καλλιτέχνη, οπότε δεν υπάρχει μόνο μία σωστή απάντηση στην ερώτηση σου. Μερικοί από τους πιο αγαπημένους μου καλλιτέχνες είναι άνθρωποι που με δυσκολεύουν και με προβληματίζουν με τη δουλειά τους. Μου αρέσει να ακούω τα τραγούδια κάποιου και να αναρωτιέμαι ακόμη και για το αν αυτό που παίζει είναι σωστό και ακριβές ή αν έγινε ένα ατύχημα κάτι και δεν το πρόσεξε. Μου αρέσει όταν ένας καλλιτέχνης σε παρασύρει σε ένα ταξίδι που δεν έχει κατ’ ανάγκη ξεκάθαρο προορισμό από την αρχή. Είναι η αίσθηση της περιπέτειας που συχνά με ιντριγκάρει αρκετά ώστε να συνεχίσω να ψάχνομαι κι εγώ στο πλευρό ενός τέτοιου καλλιτέχνη. Από την άλλη, κάποιες φορές προτιμώ κάτι πιο ευθύ. Υπάρχουν τραγούδια με ένα αγνό, απλό ρυθμό με τα οποία κολλάω για ώρες ολόκληρες.
Πρόσφατα ο Νικ Κέιβ απάντησε σε ένα fan που του έστειλε ένα τραγούδι γραμμένο από το ChatGPT στο δικό του στιλ χαρακτηρίζοντάς το κακή αντιγραφή και παρωδία. Ανησυχείτε βλέποντας την τεχνητή νοημοσύνη να χρησιμοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο; Ή πιστεύετε ότι η αποτυχία, τουλάχιστον μέχρι τώρα, να γραφτεί έτσι ένα τραγούδι της προκοπής θα μπορούσε να μας κάνει να εκτιμήσουμε ακόμη περισσότερο την αξία της καλλιτεχνικής δημιουργίας από ανθρώπινα χέρια;
Για την ώρα, όπως λες, αυτό θα έπρεπε να συμβεί. Επειδή όμως δεν ξέρεις αν και πότε θα έχεις ή όχι μια καλή ιδέα, δεν πρέπει να έχεις παρωπίδες, αλλά να χρησιμοποιείς δημιουργικά όσα εργαλεία έχεις στη διάθεση σου για να εκφραστείς. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν η τέχνη που παράγεται μέσω AI θα ξεπεράσει την ανθρώπινη. Δεν το νομίζω, αλλά μένει να φανεί. Ως κάποιος όμως που πάντα χρησιμοποιούσε περίεργους ήχους που ελάχιστα έχουν να κάνουν με τις παραδοσιακές μουσικές κλίμακες, οφείλω να πω ότι ένας καλλιτέχνης πρέπει διαρκώς να επαγρυπνεί. Αλλά δε χρειάζεται να μας πιάνει πανικός. Όχι ακόμα τουλάχιστον.
Έχετε περιγράψει τη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’70 ως μια πόλη με την τέχνη στο επίκεντρο της, αρκετά επικίνδυνη για να είναι ενδιαφέρουσα. Πώς σας φαίνεται η πόλη σήμερα; Συμφωνείτε με τον Ρίτσαρντ Χελ που αν και την αποκάλεσε εφιαλτική Disneyland για βαθύπλουτους, δεν ανησυχεί γιατί πιστεύει ότι αναπόφευκτα ο κύκλος θα επιστρέψει εκεί που ήταν κάποτε;
Δεν νομίζω ότι θα συμβεί τόσο άμεσα όσο θα ήθελε, αλλά ναι, συμφωνώ ότι τα πράγματα θα επιστρέψουν εκεί που ήταν, χωρίς όμως να γίνουν ολόιδια. Αυτό ξέχνα το. Η Νέα Υόρκη είναι σαν ένα πολύ νόστιμο γεύμα που σε ανταμείβει διαρκώς. Όταν περνάς χρόνο μακριά, επιστρέφοντας εκεί νιώθεις αμέσως αυτή τη «φωτιά» στον πυρήνα της. Είναι ακόμα εκεί, έστω και αν για την ώρα είναι θαμμένη και σιγοκαίει κάτω από μια Disneyland.
«Είμαι μεγάλος. Διαβάζω πράγματα. Βλέπω πράγματα. Θέλω να πω ιστορίες και δεν υπάρχει άλλος χρόνος» είπε στα 80 του ο Μάρτιν Σκορσέζε με αφορμή την τελευταία του ταινία, Killers of the Flower Moon. Η δική σας τελευταία δουλειά κυκλοφόρησε λίγο πριν κλείσετε τα 81. Εσείς πόσο συχνά αναλογίσεστε το τέλος σας;
Η θνητότητα είναι ένα ρολόι με τους δείκτες του να κυλάνε εις βάρος σου. Στο τέλος θα βρεθείς κάτω από το χώμα. Όλοι το ξέρουμε αυτό. Τι νόημα έχει να το σκέφτεσαι; Όσο λιγότερο το σκέφτεσαι, τόσο το καλύτερο.
Περνάει από το μυαλό σας τι θα έλεγαν η Nico και ο David Bowie αν είχαν την ευκαιρία να ακούσουν τα δύο τραγούδια που συμπεριλάβατε για εκείνους στο Mercy;
Ελπίζω ότι θα καταλάβαιναν ότι πηγάζουν από τα περίεργα βάθη της μνήμης μου. Είμαι σίγουρος ότι η Nico θα ήταν τουλάχιστον ευχαριστημένη που το δικό της τραγούδι είναι πιο σκοτεινό. Για την ιστορία, θέλω να τονίσω ότι αυτά τα δύο τραγούδια δεν πρέπει να παρερμηνευτούν ως φόρος τιμής στη Nico και στον Bowie αλλά περισσότερο ως ένα ανοιχτό παράθυρο για να ρίξεις ακούγοντάς τα μια ματιά σε μια συγκεκριμένη χωροχρονική συγκυρία.
Πρόσφατα δώρισα το “White Light/White Heat” σε μία εικοσάχρονη ανιψιά μου και στην κάρτα έγραψα τα εξής: “Στην αρχή θα δυσκολευτείς ακούγοντάς το αλλά εν καιρώ θα καταλάβεις και με ευχαριστήσεις”. Για μια μπάντα σαν τους Velvet Underground που, όπως συνηθίζουμε να λέμε, πούλησε πολύ λίγους δίσκους μέχρι να διαλυθεί αλλά όσοι τους άκουσαν έφτιαξαν δικές τους μπάντες, δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ, για το τέλος, αν θυμάστε μια-δυο ξεχωριστές στιγμές που να νιώσατε με τον Lou Reed ότι είστε στο σωστό δρόμο.
Ναι, το νιώθαμε από πολύ νωρίς, και από την αρχή ξέραμε ότι έπρεπε να παλέψουμε με νύχια και με δόντια για να βρούμε ένα άνοιγμα στο βαρύ πέπλο του κατεστημένου που σκέπαζε τότε τη μουσική. Κάποτε ήμασταν οι δυο μας, ο Lou κι εγώ, εναντίον όλων. Κι όμως βρίσκαμε τη δύναμη και την ικανοποίηση μεταξύ μας ότι κάναμε κάτι τόσο διαφορετικό από οτιδήποτε ήταν δημοφιλές τότε, χωρίς εκπτώσεις. Ξέραμε ακριβώς τι θέλαμε να κάνουμε. Και το κάναμε όπως ακριβώς το είχαμε στο μυαλό μας. Φαίνεται τελικά ότι μάλλον δεν κάναμε λάθος. Γιατί αυτό που δημιουργήσαμε τότε είναι ακόμη εδώ, ακούγεται δυνατά και προκαλεί συζητήσεις.
Τη Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023 ο John Cale θα εμφανιστεί στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2023. Μαζί του στη σκηνή η Athens Philharmonia Orchestra και η μπάντα του.