“ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΝΕΚΡΟΤΟΜΕΙΟ. ΕΙΝΑΙ ΕΞΩ, ΟΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ” – ΟΙ ΙΑΤΡΟΔΙΚΑΣΤΕΣ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ ΣΤΟ NEWS 24/7
Συγκλονιστικές μαρτυρίες στο Magazine από δύο ιατροδικαστές που βρέθηκαν στον τόπο του δυστυχήματος. Πώς περιγράφουν την εμπειρία τους και τι λέει η διεθνής πρακτική για τα "σφραγισμένα φέρετρα".
Είχε ξημερώσει πρωτομηνιά του Μάρτη και ο ιατροδικαστής Κώστας Κούβαρης έκανε τις πρωινές ρουτίνες του για να πάει στην υπηρεσία του. Ξυρίστηκε και έφτιαχνε τον πρώτο καφέ της ημέρας όταν η γυναίκα του τον ενημέρωσε ότι το βράδυ έγινε ένα σοβαρό δυστύχημα με σύγκρουση τραίνων.
“Έφτασα στην Ιατροδικαστικαστική Υπηρεσία, έφτιαξα έναν καφέ και στην πρώτη γουλιά χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν 9 παρά 20.”
“Φεύγουμε επειγόντως για Λάρισα” μου είπε ο προιστάμενός μου, Νίκος Καρακούκης.
Τα τηλέφωνα στη διαδρομή είχαν πάρει φωτιά. Υπουργείο, Γενική Γραμματεία, δημοσιογράφοι…
Λίγο νωρίτερα είχε ξεκινήσει από την Αθήνα και η Ομάδα Αναγνώρισης Θυμάτων Καταστροφής της Ελληνικής Αστυνομίας. Η Ο.Α.ΘΥ.Κ. συστάθηκε το 2011 και ενεργοποιήθηκε για πρώτη φορά στην ολέθρια φωτιά στο Μάτι. Οι ιατροδικαστές συνεργάζονται έκτοτε μαζί της για την ταυτοποίηση θυμάτων σε μαζικές καταστροφές.
Η συγκεκριμένη ομάδα δρα στο πλαίσιο του κατεπείγοντος. Απαρτίζεται από πολλαπλές ειδικότητες όπως ψυχολόγους που υποδέχονται και υποστηρίζουν τους συγγενείς κατά τη διαδικασία αναζήτησης των οικείων τους, ερευνητές εξειδικευμένους στην επεξεργασία της σκηνής ενός εγκλήματος, φωτογράφους καθώς και βιολόγους της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών για τη λήψη DNA και την ταυτοποίηση των νεκρών.
Λόγω της κατά τόπον αρμοδιότητας, την ευθύνη της ιατροδικαστικής διαχείρισης των Τεμπών ανέλαβε η Υπηρεσία της Λάρισας και συγκεκριμένα οι Ρουμπίνη Λεονταρή, Χρήστος Κραββαρίτης και Χρυσαυγή Κούση. Προκειμένου να τους συνδράμουν, παράλληλα με την αποστολή από την Αθήνα, στη Λάρισα μετέβησαν και δύο ιατροδικαστίνες από τη Θεσσαλονίκη, η Ελένη Ζαγγελίδου και η Ελένη Καλύβα, μαζί με δύο έμπειρους νεκροτόμους, και οι ιατροδικαστές της Λαμίας, Χριστόφορος Τσαλικίδης και Διονύσης Καρράς.
Στο ίδιο αυτοκίνητο με τον Κώστα Κούβαρη, από την Αθήνα προς τη Λάρισα, συνταξίδευε και ο ιατροδικαστής Νίκος Καλόγρηας. Ο Καλόγρηας είναι ένας από τους πιο παλιούς ιατροδικαστές αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, έχοντας νεκροτομήσει, μεταξύ άλλων, τα θύματα της πυρκαγιάς στο Μάτι, του σεισμού του ‘99 και τους νεκρούς από την πτώση του αεροπλάνου Helios.
Μέσα από την ανθρώπινη ανατομία, οι ιατροδικαστές ψηλαφίζουν μία από τις πιο αποτρόπαιες και βάναυσες πτυχές της κοινωνίας μας: των εγκλημάτων κρατικής και πολιτικής ολιγωρίας, των καταστροφών δηλαδή που οι λύσεις ήταν μπροστά μας, που μπορούσαν να αποφευχθούν εφόσον θα υπήρχε σωστός σχεδιασμός, υπευθυνότητα και φροντίδα του κράτους για τους πολίτες του.
“Φτάσαμε στη Λάρισα γύρω στη μία το μεσημέρι. Παραλάβαμε αμέσως αρκετούς σάκους με πτώματα (body bags), κάποια σε ανεκτή κατάσταση, κάποια σε χειρότερη. Όσο πιο μπροστά κάθονταν στο τραίνο τόσο χειρότερα τα πράγματα δυστυχώς” λέει στο Magazine o Κώστας Κούβαρης, ιατροδικαστής με πολυετή εμπειρία σε φυσικές και μαζικές καταστροφές λόγω της προϋπηρεσίας του και στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό.
Η βασική αιτία θανάτου στην περίπτωση των Τεμπών είναι οι βαριές κακώσεις και δευτερευόντως η φωτιά. Μάλιστα, οι ιατροδικαστές διευκρινίζουν ότι μετά την πτώση αεροπλάνου, το χειρότερο δυνατό ατύχημα είναι η σύγκρουση τραίνων εξαιτίας της τεράστιας κινητικής ενέργειας που αναπτύσσουν τα ογκώδη σιδηροδρομικά οχήματα.
Παρά τα χρόνια που μετράνε πάνω από τα τραπέζια του νεκροτομείου και παρά την ίσως παράδοξη εξοικείωση τους με τον θάνατο, αυτό που είδαν οι ιατροδικαστές μετά το δυστύχημα στα Τέμπη είναι “ό,τι χειρότερο και πιο δύσκολο” έχουν αντικρύσει ποτέ.
Η βασική αιτία θανάτου στην περίπτωση των Τεμπών είναι οι βαριές κακώσεις και δευτερευόντως η φωτιά.
“Καμία καταστροφή δεν συγκρίνεται με άλλη όταν μετράμε ανθρώπινες ζωές. Όλες οι ανθρώπινες ζωές έχουν αξία. Είναι αλήθεια όμως ότι οτιδήποτε συμβαίνει στο τώρα, το βιώνουμε πάντα πιο δύσκολα. Η αξία της ανθρώπινης ζωής δεν μετριέται με την ηλικία αλλά στα Τέμπη η συντριπτική πλειοψηφία ήταν νέοι άνθρωποι και ο καθένας μας βλέπει στη θέση τους και τα δικά του παιδιά του και η συναισθηματική εμπλοκή αυξάνεται” λέει ο Καλόγρηας.
“Οι πιο δύσκολες στιγμές δεν είναι μέσα στο νεκροτομείο. Είναι έξω, είναι οι συγγενείς. Μια μάνα που ούρλιαζε και ο πατέρας που ακολουθούσε κλαίγοντας βουβά. Ο παθολογικός θάνατος δίνει χρόνο στους ανθρώπους. Τους δίνει τη δυνατότητα να πουν πράγματα που δεν είχαν πει. Ο βίαιος θάνατος είναι η πιο ακραία συνθήκη για την ανθρώπινη ύπαρξη. Ένα τηλέφωνο που χτυπάει και μια αναγγελία θανάτου”.
Και μόνο οι λεκτικές περιγραφές δημιουργούν εικόνες δυσβάσταχτες για τον ανθρώπινο νου που δεν θα’πρεπε ποτέ να βιωθούν.
“Μόλις φτάσαμε, μας έδωσαν 15 σακούλες που έγραφαν ‘ανθρώπινα μέλη’. Η μία είχε μέσα ένα πόδι με ένα παπούτσι. Η άλλη είχε μία καρδιά. Για να το αντιμετωπίσεις όλο αυτό, πρέπει να βάλεις μπροστά το επιστημονικό κομμάτι της δουλειάς σου. Αν αρχίσεις να σκέφτεσαι ότι αυτά άνηκαν σε ανθρώπους, σε ένα κορίτσι, σε ένα αγόρι, τελείωσες. Δεν αντέχεται αυτό” παραδέχεται ο Κούβαρης.
ΤΑ ΣΦΡΑΓΙΣΜΕΝΑ ΦΕΡΕΤΡΑ ΚΑΙ Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΟΠΤΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗΣ
Στις 2 Μαρτίου 2023, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα, ανακοίνωσε ότι η ταυτοποίηση των νεκρών από τα τραίνα θα γίνει αποκλειστικά μέσω DNA και ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση απαγορεύεται η οπτική αναγνώριση στο νεκροτομείο.
«Η απόφαση είναι να μην έρθουν οι συγγενείς σε επαφή με τους ανθρώπους που δεν ζουν πια, να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο ψυχοφθόρο για εκείνους. […] Εάν έχουμε κάποιο νεκρό, καλό είναι να τον θυμόμαστε γερό και καλά» δήλωσε σε συνέντευξή της.
Ο παθολογικός θάνατος δίνει χρόνο στους ανθρώπους. Τους δίνει τη δυνατότητα να πουν πράγματα που δεν είχαν πει. Ο βίαιος θάνατος είναι η πιο ακραία συνθήκη για την ανθρώπινη ύπαρξη.- Νίκος Καλόγρηας
Αρκετοί συγγενείς που έχασαν τους αγαπημένους του στα Τέμπη θύμωσαν με αυτή την απόφαση. Ένιωσαν ότι παραβιάζεται το δικαίωμα στην επαφή με τον νεκρό τους και επιδεινώνει τον ήδη αδιανόητο πόνο τους, όπως μεταφέρουν στο Magazine οι ιατροδικαστές που ήρθαν σε επαφή με συγγενείς.
Ας εξηγήσουμε όμως αρχικά τη διεθνή διαδικασία πίσω από τη συγκεκριμένη απόφαση και το πρωτόκολλο που ενεργοποιήθηκε.
Το διεθνές πρωτόκολλο της Interpol, Disaster Victim Identification-DVI (“Αναγνώριση Θυμάτων Καταστροφών”), δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1984. Πηγάζει από την εμπειρία δεκάδων μαζικών καταστροφών, ανανεώνεται κάθε πέντε χρόνια και αποτελεί το μοναδικό διεθνώς αναγνωρισμένο πρωτόκολλο αντιμετώπισης μαζικών καταστροφών.
Στη μέθοδο DVI, λοιπόν, που τίθεται σε εφαρμογή σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών αλλά και καταστροφών που οφείλονται σε ανθρώπινη παρέμβαση, διατυπώνεται ρητά ότι η οπτική αναγνώριση αντενδύκνειται ως μη αξιόπιστη. Ο λόγος που εγκαθιδρύθηκε, άλλωστε, αυτό το πρωτόκολλο είναι για να αποφευχθούν τα λάθη στην ταυτοποίηση και να προστατεύονται έτσι και οι συγγενείς από οδυνηρές διαδικασίες, όπως μια τυχόν εκταφή.
Ο Κώστας Κούβαρης εξηγεί στο Magazine: “Έχουμε δει ανθρώπους που μέσα σε δέκα λεπτά έχουν αλλάξει πολλές φορές γνώμη. Ναι είναι ο άνθρωπός μου, όχι δεν είναι, δεν είμαι σίγουρος… Αυτό δικαιολογείται απόλυτα λόγω της συναισθηματικής φόρτισης. Γι’ αυτό, όσο δύσκολο κι αν το βρίσκουν κάποιοι, δεν πρέπει να γίνεται οπτική αναγνώριση σε μαζικές καταστροφές. Ελλοχεύει ο κίνδυνος να γίνουν σοβαρά λάθη. Κατανοώ απόλυτα ότι για τους συγγενείς είναι βουνό όλο αυτό. Η βιασύνη πρέπει να υπάρχει για τους τραυματίες, και είμαι σίγουρος ότι τα νοσοκομεία κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό.
Η βιασύνη για τον νεκρό όμως δεν πρέπει να υπάρχει ώστε να γίνει σωστά και με σεβασμό η διαδικασία. Όταν το σώμα είναι αλώβητο, είναι κατανοητό, αλλά όταν έχει υπάρξει φωτιά ή μαζική καταστροφή, δεν πρέπει να γίνεται έτσι. Φανταστείτε, για παράδειγμα, να χρειαστεί να γίνει εκταφή. Το έχουμε δει να συμβαίνει και είναι ό,τι χειρότερο. Θάβονται άνθρωποι και ξεθάβονται λόγω λάθους στην οπτική ταυτοποίηση.”
Με ευθύνη της Ο.Α.ΘΥ.Κ., δείγματα βιολογικού υλικού έφευγαν συνέχεια, κάθε δυο-τρεις ώρες, οδικώς για ταυτοποίηση στην Αθήνα.
Η Interpol δεν επιβάλει αποκλειστικά ως μέθοδο αναγνώρισης το DNA αλλά ορίζει τρεις αξιόπιστους τρόπους ταυτοποίησης: τα δακτυλικά αποτυπώματα, τα δόντια και το DNA.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν (ούτε και στις περιπτώσεις που δεν είχαν αλλοιωθεί από τη φωτιά) καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι καταχωρημένοι στη βάση δεδομένων της αστυνομίας.
Όσον αφορά την ταυτοποίηση μέσω οδοντοστοιχίας – παρ’ όλο που η οδοντοστοιχία είναι μοναδική στον καθένα μας και έχει τη μεγαλύτερη αντοχή στη φωτιά συγκριτικά με τα υπόλοιπα ανθρώπινα μέλη – αυτή καθίσταται ανέφικτη γιατί στην Ελλάδα δεν είναι καθόλου καλλιεργημένη η συγκεκριμένη κουλτούρα. Αλλάζουμε συχνά οδοντιάτρους, η οικογένειά μας σπάνια γνωρίζει ποιος είναι ο οδοντίατρός μας αλλά και οι ίδιοι οι οδοντίατροι δεν διατηρούν πάντα επαρκή αρχεία των ασθενών τους.
Έτσι, η πιο ασφαλής λύση ήταν πράγματι η ταυτοποίηση με DNA.
Η κυβέρνηση, όμως, προέβη και σε μία ακόμα απόφαση, πιο διφορούμενη αυτή τη φορά. Aνακοίνωσε ότι τα φέρετρα με τις σορούς θα παραδίδονται σφραγισμένα στους συγγενείς. Απέκλεισε έτσι τη δυνατότητα των οικείων να επιλέξουν αν θα δουν τους αγαπημένους τους για μια τελευταία φορά, ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, παρεμβαίνοντας στην ιδιωτικότητα και την ιερότητα του πένθους.
Η ιδιωτική διαχείριση του πένθους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή.- Θωμάς Ψήμμας
Ο Θωμάς Ψήμμας είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ και εξηγεί στο Magazine γιατί η απόφαση των σφραγισμένων φερέτρων είναι ασύμβατη με μια δημοκρατία που σέβεται τους πολίτες της.
“Όσον αφορά την ταυτοποίηση των νεκρών, πράγματι, βάσει και του εγχειριδίου διαχείρισης νεκρών σωμάτων σε μαζικές καταστροφές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, του Παναμερικανικού Οργανισμού Υγείας και του Ερυθρού Σταυρού, προτεραιότητα δίνεται στις δημόσιες αρχές, στην αξιοπιστία της ταυτοποίησης και τη μείωση της συναισθηματικής αναστάτωσης των συγγενών. Από εκεί και πέρα όμως, αρχίζει η ιδιωτική διαχείριση του πένθους που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή. Το δικαίωμα αυτό προστατεύεται τόσο από το Σύνταγμα όσο και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η ανάγκη των συγγενών να δουν τα σώματα των αγαπημένων τους αποτελεί μέρος της διαδικασίας του πένθους που πρέπει να γίνεται σεβαστή. Εδώ, δηλαδή, προτεραιότητα θα ‘πρεπε να δίνεται στην επιλογή των οικείων. Σίγουρα, δεν είναι ένα εύκολο ζήτημα αλλά η κυβέρνηση, με το σφράγισμα των φερέτρων, λειτουργεί πατερναλιστικά, σαν εκείνη μόνο να γνωρίζει το καλό των υπηκόων της. Αυτό γεννά σοβαρά ζητήματα ασυμβατότητας με το φιλελεύθερο και δημοκρατικό κράτος δικαίου”.
Την ώρα που γράφεται αυτό το ρεπορτάζ, ήδη κάποιες οικογένειες θυμάτων θέτουν υπό αμφισβήτηση το αν μέσα στα σφραγισμένα φέρετρα βρίσκονται πράγματι μέλη των δικών τους προσώπων και ζητούν να ανοιχθούν τα φέρετρα προκειμένου να γίνει νέα εξέταση DNA από δικό τους πραγματογνώμονα.
“ΠΩΣ ΘΑ ΞΑΝΑΚΟΙΜΗΘΩ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ;”
Η δουλειά των ιατροδικαστών δεν τελειώνει με τη λήψη βιολογικού υλικού για την αναγνώριση του νεκρού. Οφείλουν να απαντήσουν και στην αδιαμφισβήτητη ανάγκη των γονέων και των συγγενών, που είχαν παραπάνω από ένα δικά τους πρόσωπα μέσα στο τραίνο, να γνωρίζουν ποιος είναι ποιος για την ταφή, για τη μνήμη και την ψυχή τους.
“Το DNA θα μας πει ότι αυτά τα δύο παιδιά είναι αδέρφια, ότι είναι παιδιά της ίδιας μητέρας και του ίδιου πατέρα. Όταν όμως τα σώματά τους δεν είναι σε αναγνωρίσιμη κατάσταση, είναι δική μας δουλειά να διευκρινίσουμε ποιο παιδί είναι ποιο. Χρησιμοποιούμε φωτογραφίες από τα ρούχα τους, αναζητάμε ένα τατουάζ, μια ανατομική ιδιαιτερότητα ή μια λεπτομέρεια στα δόντια. Ο κάθε γονιός θέλει φυσικά να γνωρίζει ποιο είναι το κάθε παιδί του” εξηγεί ο Κούβαρης.
“Καταλαβαίνουμε την αυξημένη συναισθηματική ανάγκη των συγγενών να παραλάβουν γρήγορα τον αγαπημένο τους γιατί δεν αντέχουν να είναι αφημένος κάπου αλλού. Προσπαθήσαμε να αποδώσουμε τις σορούς όσο πιο γρήγορα γινόταν, αν και αμφιβάλλω αν κι αυτό τελικά απαλύνει τον πόνο και τον θρήνο” συμπληρώνει ο Καλόγρηας.
Ενόσω η ταυτοποίηση των νεκρών ολοκληρώνεται, οι ιατροδικαστές έχουν επιστρέψει πια στη βάση τους. Και κανένας δεν μπορεί να σταματήσει να σκέφτεται ξανά και ξανά το δράμα που εκτυλίχθηκε τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου στις 23:21.
Καταλαβαίνουμε την αυξημένη συναισθηματική ανάγκη των συγγενών να παραλάβουν γρήγορα τον αγαπημένο τους γιατί δεν αντέχουν να είναι αφημένος κάπου αλλού.- Νίκος Καλόγρηας
“Στο αυτοκίνητο, πηγαίνοντας στη Λάρισα, είχαμε την αγωνία του τι θα βρούμε, τι έκτασης ήταν αυτό που είχε συμβεί. Στην επιστροφή δεν βγάλαμε άχνα. Δεν σταματήσαμε πουθενά, δεν είχαμε κουράγιο να ανταλλάξουμε ούτε μια κουβέντα.”
Η συνέντευξη φτάνει στο τέλος της. Ο Κώστας Κούβαρης φοράει βιαστικά το παλτό του και τρέχει να προλάβει το λεωφορείο.
Στο διπλανό τραπέζι στην καφετέρια, ένα ζευγάρι 50άρηδων κουβεντιάζει με αγωνία για την τραγωδία στα Τέμπη.
“Όλοι τα ίδια συζητάμε από το πρωί μέχρι το βράδυ” ξεφεύγει δυνατά η σκέψη μου.
“Ο γιος μας είναι 29 χρονών, μηχανοδηγός στα τραίνα” απαντάει η γυναίκα.
“Αυτό το δρομολόγιο το έκανε δυο μέρες πριν.”
“Ήταν φίλοι του τα παιδιά, ο Σπυράκος, ο Μασσαλής… Πώς θα πάει τώρα το παιδί μου πίσω στα τραίνα; Το χωράει ο νους σου να ξυπνάς με “συλλυπητήρια”; Πώς θα ξανακοιμηθώ τα βράδια;”