ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΤΟ ΛΟΓΟ: ΣΧΟΛΕΙΟ, ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
Ολοι μίλησαν γι' αυτούς τις τελευταίες 20 ημέρες. Οι ίδιοι, όμως, δεν ακούστηκαν ποτέ. Το "μικρόφωνο" δίνεται σε τρεις Ελληνες μαθητές που εκμυστηρεύονται την πανδημική τους εμπειρία στις σχολικές μονάδες.
Οι στίχοι του “Φοβάμαι” που ερμήνευσε με μοναδικό τρόπο ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου γράφτηκαν πριν 40 χρόνια σε μία εποχή πολύ διαφορετική από αυτήν που ζούμε. Και όμως, το ρεφρέν “φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα” θα μπορούσε να είχε γραφτεί για την κατάσταση που βίωσαν μέσα στις γιορτές οι περίπου 1.000.000 μαθητές της χώρας. Οι πάντες μιλούσαν γι’ αυτούς χωρίς αυτούς. Ο τρόπος με τον οποίο θα άνοιγαν οι σχολικές μονάδες στις 10 Ιανουαρίου ήταν το Νο 1 θέμα συζήτησης τις τελευταίες 20 ημέρες, κανείς όμως δεν σκέφτηκε να δώσει το λόγο στα παιδιά.
Το Υπουργείο Παιδείας, έτσι και αλλιώς, έχει συνηθίσει να λαμβάνει απόφασεις ερήμην της σχολικής κοινότητας. Στο εν λόγω θέμα, φώναξε και τις συνδικαλιστικές ηγεσίες των εκπαιδευτικών ίσα-ίσα για να αποκτήσει ένα άλλοθι διαλόγου για τα μέτρα που είχε ήδη προαποφασίσει και είχε υπαγορεύσει στην επιτροπή των ειδικών (σ’ ένα θέατρο του παραλόγου που διαφεντεύει τις ημέρες μας τους πολλούς τελευταίους μήνες).
Οι μαθητές δεν ρωτήθηκαν ποτέ, ούτε για τα μάτια του κόσμου. Θα πει κανείς “μα θα ρωτήσουμε τα 15χρονα και τα 17χρονα για τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπιστεί η πανδημία στα σχολεία;”. Να δώσουμε μία πρώτη απάντηση: Γιατί όχι; Σε επίπεδο ενημέρωσης τα παιδιά δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τους ενήλικες οι οποίοι μάλιστα προτιμούν πολλές φορές να ενημερώνονται από τα “παραδοσιακά” ΜΜΕ απορρίπτοντας λόγω άγνοιας, εναλλακτικές πηγές πληροφόρησης.
Οι Ελληνες μαθητές και οι Ελληνίδες μαθήτριες, βιώνοντας την πανδημική κατάσταση τους τελευταίους 22 μήνες, γνωρίζουν από το πρώτο χέρι ποια μέτρα αποδεικνύονται πράγματι αποτελεσματικά και ποια αποφασίζονται για το θεαθήναι και την εξυπηρέτηση των επικοινωνιακών αναγκών της εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι σατίρισαν μέχρι… εξαντλήσεως στα ΜΚΔ την ποιότητα των μασκών που δόθηκαν στα σχολεία πέρυσι.
Παρακάτω, ο λόγος δίνεται στους μαθητές. Σε τρεις, για την ακρίβεια που φοιτούν, σε τρία διαφορετικά δημόσια σχολεία της Αθήνας. Η Υ είναι μαθήτρια γυμνασίου, ο Φ πηγαίνει στη Δευτέρα Λυκείου και ο Ν διανύει την τελευταία του χρονιά στο σχολείο μέχρι να φτάσει τον Ιούνιο στην ψυχοφθόρα αλλά απαραίτητη για την εισαγωγή στα ΑΕΙ διαδικασία των πανελληνίων εξετάσεων.
“Δεν έχω καταλάβει τη μετάβαση από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο”
Στο ξεκίνημα της πανδημίας η Υ. πήγαινε στην τελευταία τάξη του Δημοτικού Σχολείου. Τώρα βρίσκεται στη Δευτέρα Γυμνασίου και, όπως μας λέει, “δεν έχω καταλάβει καν πως από το Δημοτικό βρέθηκα στο Γυμνάσιο γιατί τα τελευταία δύο χρόνια δεν έχω συνηθίσει να είμαι στο σχολείο. Ολα έγιναν πολύ γρήγορα”. Ακούγεται σχεδόν σοκαριστικό για ένα παιδί 13-14 ετών.
“Η αλήθεια είναι ότι το άνοιγμα εγώ και η παρέα μου το φοβόμασταν λίγο. Αντιθέτως, οι συμμαθητές μας, που είχαν ήδη κολλήσει τον ιό, ήταν σαφώς πιο άνετοι” μας λέει η Υ. “Οι περισσότεροι δεν φοβούνται, φορούν τη μάσκα τους και νομίζουν ότι προστατεύονται επαρκώς. Ο κολλητός μου και η κολλητή μου τελικά νόσησαν. Η κοπέλα ήταν τελείως ασυμπτωματική, αντιθέτως ο κολλητός είχε συμπτώματα ενώ και ο πατέρας του το πέρασε σχετικά βαριά” συνεχίζει.
“Στο δικό μας σχολείο θα έλεγα ότι τα πράγματα είναι αυστηρά σχετικά με τον ιό. Μάσκες φοράμε τις περισσότερες, τουλάχιστον, ώρες, υπάρχουν αντισηπτικά, οι καθηγητές μας μεριμνούν. Είναι ελάχιστοι οι συμμαθητές μας που δεν φορούν μάσκα. Ο κορονοϊός έρχεται κάποιες φορές στις συζητήσεις μας. Λέμε ότι αφού σιγά-σιγά το πράγμα θεριεύει, ίσως να έρθει και η σειρά μας” υπογραμμίζει με το δομημένο λόγο της και την εμφανή αυτοπεποίθησή της η Υ.
“Οι ρυθμοί στο σχολείο” συμπληρώνει “δεν έχουν αποκατασταθεί ακόμα πλήρως. Και η ιδέα ότι μπορεί τελικά να κολλήσουμε υπάρχει πάντα μέσα στο μυαλό μας. Υπάρχουν παιδιά που φοβούνται περισσότερο διότι ζουν με άτομα ευπαθή και ηλικιωμένα. Μία φίλη μας ζει μόνο με τη γιαγιά της και όπως καταλαβαίνετε δεν βγάζει ποτέ τη μάσκα από το πρόσωπό της, υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις στο σχολείο”.
“Την τηλεκπαίδευση” αναφέρει “δεν την προτιμούμε. Δεν υπάρχει σ’ αυτήν η αλληλεπίδραση με τους καθηγητές και τους συμμαθητές μας, είμαστε μόνο εμείς και το pc χωρίς κανέναν άλλο. Υπήρχαν όμως και άλλου είδους προβλήματα. Καθηγήτριά μας, ας πούμε, δεν ήταν καθόλου εξοικειωμένη με τον ηλεκτρονικό κόσμο, άρα δεν μπορούμε να μας βοηθήσει. Στο σχολείο τα πράγματα είναι αλλιώς. Θα ξεχαστείς κάπου, αλλά θα σε σκουντήξει ο διπλανός σου και θα σε ξυπνήσει, στο σπίτι αυτό το στοιχείο δεν υπήρχε”.
“Νομίζουμε ότι μάς έχουν αφήσει στη μοίρα μας”
Σχεδόν 17 ετών ο Φ., πηγαίνει στη Δευτέρα Λυκείου. Ως μεγαλύτερος, έχει μία πιο ξεκάθαρη άποψη για τα μέτρα που παίρνονται ή δεν παίρνονται για την αποφυγή της διασποράς στα σχολεία. Εκφράζει, με το καλημέρα, μία απογοήτευση για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται αυτός και οι συμμαθητές του.
“Τα σχολεία θα έπρεπε να ανοίξουν υπό διαφορετικές συνθήκες. Προφανώς, νιώθουμε σαν να μας έχουν αφήσει στην μοίρα μας αλλά δεν περίμεναμε κάτι διαφορετικό από αυτό το αποτέλεσμα. Ηταν αναμενόμενο για μας” υπογραμμίζει. Ηταν, με άλλα λόγια, πεισμένος αυτός και οι συμμαθητές του ότι η αντιμετώπιση δεν θα ήταν σοβαρή, δεν θα μπορούσε να παράξει αποτέλεσμα, δεν θα ήταν η ενδεδειγμένη. Είχαν κατανοήσει ότι δεν περίμεναν τίποτα καλύτερο από αυτό που τελικά έγινε.
“Μπορώ να πω ότι έλειπαν ελάχιστοι συμμαθητές μας την πρώτη ημέρα, την περασμένη Δευτέρα. Οι περισσότεροι δεν φοβόμαστε αλλά ξέρουμε ότι πρέπει να προφυλάξουμε τους εαυτούς μας και κυρίως αυτούς που ζουν μαζί μας. Τους γονείς μας, τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας, δεν ζούμε στον κόσμο μας ούτε κοιτάμε μόνο την πάρτη μας” τονίζει ο Φ.
“Συζητάμε για τον ιό στο σχολείο αλλά μην φανταστείς ότι αυτό είναι το καθημερινό μας θέμα συζήτησης. Ασχολούμαστε και με άλλα πράγματα. Στο ελεύθερο χρόνο μας μας ενδιαφέρει το στοίχημα ας πούμε (γελάει και μας μιλά για μία συγκεκριμένη εφαρμογή που την αγνοούσαμε, το χάσμα των γενεών γαρ). Οι πλάκες επίσης είναι καθημερινό φαινόμενο. Και μέσα στο μάθημα, τολμώ να πω. Στο άκυρο βρίσκονται άτομα σε άλλα θρανία από αυτά που κάθονται και γίνεται και ένας σχετικός χαβαλές”. Για όσους βιαστούν να κατακρίνουν, να θυμήσουμε ότι πρόκειται για παιδιά 17 ετών που βιώνουν τα τελευταία χρόνια μία πρωτοφανέρωτη συνθήκη που δεν ταιριάζει σε καμία περίπτωση στην παιδική-εφηβική φύση.
“Στην τηλεκπαίδευση” ολοκληρώνει ο Φ. “μας έσπασαν τα νεύρα. Τα προβλήματα της πλατφόρμας ήταν πολλά, του Internet τα ίδια, άλλος έμπαινε, άλλος δεν έμπαινε, κολλούσαν πολλές φορές τα πάντα, καθόλου ωραία εμπειρία που δεν θα ήθελα να ξαναζήσω ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος φαντάζομαι. Τώρα επιστρέψαμε στο δια ζώσης, αυτό όμως που βλέπω και με ενοχλεί είναι τους ενδιαφέρει να βγει ύλη, να γράψουμε στο τέλος και αν πάει κάτι λάθος σε όλο αυτό, να βρουν δικαιολογία ή να ρίξουν το φταίξιμο σε εμάς ότι τάχα δεν προσέχαμε”.
“Φοβάμαι τη στραβή της τελυταίας στιγμής”
Ο Ν. πηγαίνει στην Τρίτη Λυκείου, διανύει δηλαδή την τελευταία του σχολική σεζόν. Κάπως αλλιώς θα την φανταζόταν βέβαια αυτήν την τελευταία σεζόν αλλά αυτό δεν μπορεί να το καθορίσει ο ίδιος, δυστυχώς. Στο τέλος της διαδρομής υπάρχει γι’ αυτόν (και για χιλιάδες άλλους) η τελική δοκιμασία για το επόμενο στάδιο. Οι πανελλαδικές εξετάσεις.
“Η προσπάθεια που καταβάλλω είναι μεγάλη, πολλές φορές νιώθω πηγμένος, δεν μπορώ να συνδυάσω το διάβασμα με άλλες δραστηριότητες αλλά έχω δώσει προτεραιότητα” μας λέει ο Ν. ο οποίος βρίσκεται λίγους μήνες πριν την ενηλικίωση. “Δεν φοβόμασταν ιδιαίτερα την επιστροφή στο σχολείο. Είμαστε εμβολιασμένοι, εγώ τουλάχιστον και αρκετά παιδιά από όσα ξέρω. Αλλοι, βέβαια, είχαν μεγαλύτερο φόβο αλλά αυτό ήταν και κάτι προσωπικό” σχολιάζει.
“Περισσότερο θα έλεγα μας φοβίζει η από εδώ και πέρα περίοδος. Μην κολλήσουμε και βγούμε εκτός ρυθμού στο διάβασμα ή μην κολλήσουμε μέσα στη διαδικασία των εξετάσεων. Η στραβή της τελευταίας στιγμής που μπορεί να ακυρώσει μία προσπάθεια μεγάλη πάντα θα φοβίζει” εξηγεί και έχει φυσικά πολύ δίκιο. Τα παιδιά που δίνουν εφέτος, όπως και τα παιδιά που έδωσαν το 2020 και το 2021, κουβαλούν και αυτήν την αγωνία που έρχεται να προστεθεί στην προσμονή των εξετάσεων που έτσι και αλλιώς πάντα υπάρχει.
“Δεν ξέρω πραγματικά αν θα μπορούσαμε να διατυπώσουμε πολύ συγκεκριμένες προτάσεις για το θέμα της πανδημίας” συνεχίζει με ειλικρίνεια. “Κάποιοι από εμάς θα πρότειναν σίγουρα την παράταση των διακοπών για πολλούς λόγους, να μην ανοίξουμε δηλαδή στις 10, όπως και έγινε, αλλά κάποια στιγμή αργότερα”.
“Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι τα μέτρα σε γενικές γραμμές τα τηρούμε στο σχολείο. Μάλιστα, μετά την επάνοδο, παρατηρώ και μία πιο αυστηρή επιτήρηση στην είσοδο. Αλλά ο ιός είναι εδώ πρέπει να προσέχουμε” συμπληρώνει.
“Θέλω να βγαίνω” ολοκληρώνει. “Οσο μπορώ. Προτιμώ να βγαίνω στον ελεύθερο χρόνο μου παρά να κάνω κάτι άλλο που έχει σχέση με δραστηριότητα. Εχει λείψει αυτό και σίγουρα το να κάθεσαι συνεχώς μέσα στο σπίτι δεν είναι κάτι που βοηθά”. Μετά από αυτό φυσικά, το δίλημμα “τηλεκπαίδευση ή δια ζώσης εκπαίδευση” μάλλον ήταν περιττό να διατυπωθεί.
Τελικό συμπέρασμα: Το επίπεδο των σημερινών εφήβων εκπλήσσει ευχάριστα. Παιδιά, που από πολύ γρήγορα γίνονται, λόγω της απίστευτης εξοικείωσης με την τεχνολογία, πολίτες του κόσμου, γνωρίζουν πλέον πράγματα που οι προηγούμενες γενιές δεν μπορούσαν καν να εντοπίσουν. Διαθέτουν σε περίσσευμα αυτό που ονομάζουμε ενσυναίσθηση αν και δεν τη διδάσκονται όπως συμβαίνει στα σχολεία της Βόρειας Ευρώπης.
Οι έφηβες και οι έφηβοι αυτοί, το μέλλον αυτής της χώρας, άξιζαν και αξίζουν μεγαλύτερη στήριξη, περισσότερα εφόδια, πιο ώριμη αντιμετώπιση από αυτήν που έχουν τώρα. Και προφανώς αξίζουν να μην φοβούνται για όσα συμβαίνουν γι’ αυτούς, χωρίς αυτούς…