PAN PAN ΣΤΟ NEWS 24/7: “ΣΤΗΝ ΑΝΙΣΟΠΕΔΗ ΝΤΙΣΚΟ ΕΒΓΑΛΑ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΜΟΥ ΟΣΑ ΜΕ ΒΑΡΑΙΝΟΥΝ”
Ο Παναγιώτης Πανταζής μάς “χτυπάει σαν ρεύμα στην πίστα” λίγο πριν από το live του στο Gagarin.
Είναι comic artist, εικονογράφος και μουσικός. Φτιάχνει τις μουσικές του με αγαπημένα συνθεσάιζερ, samplers και κασετόφωνα που έχει συλλέξει ανά τα χρόνια και πλάθει ιστορίες για χαρακτήρες που περπατούν στην πόλη με τα μάτια στραμμένα προς στον ουρανό.
Ο Pan Pan – κατά κόσμον Παναγιώτης Πανταζής – αν ήταν σουπερήρωας θα ήθελε να πετάει. Μία “υπερδύναμη” που σίγουρα διαθέτει είναι να διηγείται ιστορίες, είτε μέσα από τις φιγούρες των κόμικ του είτε μέσα από τα τραγούδια του. Ανάμεσα σε αυτά σίγουρα έχεις ακούσει το “Χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα” και την “Ανισόπεδη ντίσκο” που μας έκαναν να χορέψουμε και να ξεχαστούμε για λίγο από την κλεισούρα της πανδημίας.
Στις 11 Νοεμβρίου ο Pan Pan και το Παιδί Τραύμα θα ανέβουν στη σκηνή του Gagarin 205, στο πιο ενδιαφέρον double bill της χρονιάς. Για πρώτη φορά ο Pan Pan θα παίξει κομμάτια από τα άλμπουμ Φαντασμαγορία ένα, δύο και τρία, με το “Φάντασμα Αγόρι” πιο ώριμο και κατασταλαγμένο από ποτέ.
Συναντήσαμε τον Pan Pan στο Παγκράτι, στην καρδιά της Αθήνας και η συζήτησή μας ξεκίνησε από τις γειτονιές που έπαιξε μπάλα, τις μυρωδιές των καλοκαιρινών διακοπών του και την παράλληλη “αλήτικη” ζωή που θα ήθελε να ζει όταν όλοι οι άλλοι πήγαιναν για ύπνο. Μας μίλησε και για το νέο δίσκο της μπάντας του, Echo Tides, το βιντεοκλίπ του κομματιού “Τούνελ” σε σκηνοθεσία Γιώργου Γούση και ένα κόμικ, που μας εξέπληξε!
Πώς ξεκίνησε το κόλλημα με τη μουσική και τι ρόλο έπαιξαν οι γονείς σου σε αυτό;
Μεγάλωσα στην Αθήνα στο Πολύγωνο, σ’ αυτή τη γειτονιά που κανείς δεν ξέρει ακριβώς που βρίσκεται. Κάπου εκεί ανάμεσα σε Κυψέλη, Αμπελόκηπους, Γκύζη και Γαλάτσι με κάποιο τρόπο ένιωσα το αστικό περιβάλλον να μου ασκεί μία τρομερή γοητεία. Ακόμα και όταν πήγαινα διακοπές στη Μυτιλήνη, από όπου κατάγονται οι γονείς μου, ως παιδί μου άρεσε πάρα πολύ όταν επέστρεφα στην πόλη.
Μεγαλώνοντας και μπαίνοντας στην εφηβεία άρχισα να ακούσω χιπ χοπ – κάτι που κάνω μέχρι και σήμερα. Και τότε κατάλαβα, ρομαντικοποιώντας τα πράγματα σε εκείνη την ηλικία, ότι το αστικό περιβάλλον είναι κάτι σαν σκηνικό μέσα στο οποίο παίζεται η ταινία της ζωής μου. Ακόμα δεν έπαιζα μουσική, αλλά φαντασιωνόμουν ότι κάποτε θα κάνω και εγώ hip-hop. Άκουγα, σκεφτόμουν πολύ και κρατούσα σημειώσεις, πώς θα κόψω λούπες, τι θα σαμπλάρω. Εκτός από hip-hop, διάλεγα από τη δισκοθήκη του μπαμπά μου και άκουγα ελληνική μουσική, αυτά που άκουγαν και οι γονείς μου. Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, κλασικούς Έλληνες συνθέτες εκείνης της εποχής.
Αναφορικά με το πότε διάλεξα κάτι συνειδητά, σαν ανάμνηση θυμάμαι να πέφτει στα χέρια μου ένα best of των Police, στα 9 μου χρόνια κάπου. Άκουγα σε επανάληψη την κασέτα στο walkman ένα ολόκληρο καλοκαίρι. Αυτό που μου άρεσε όμως πιο πολύ, στην προεφηβεία μου, ήταν να βρίσκω στο ραδιόφωνο σταθμούς, που δεν ταίριαζαν καθόλου στο… προφίλ μου. Ήμουν ένα ήσυχο παιδί φρόνιμο, υπάκουο, συνεννοήσιμο. Όμως τα βράδια “έψαχνα” μία δεύτερη, πιο αλήτικη ζωή. Τότε ήταν “στη μόδα” η κουλτούρα της rave και έψαχνα να βρω σταθμούς να παίζουν τρανς, τέτοιες μουσικές.
Δεν είναι ότι μου άρεσε τόσο πολύ αυτό το είδος μουσικής. Μου άρεσε η διαδικασία στην οποία έμπαινα. Ότι ψάχνω να βρω ένα περίεργο σταθμό, που θα με βάλει σε μία διαφορετική κατάσταση από αυτή που ζω. Και αυτό το έχω χρησιμοποιήσει και σε ένα από τα κομμάτια μου στο άλμπουμ “Φαντασμαγορία τρία”, στο “Φωτιά στις κεραίες”: “Το Παιδί-Θαύμα δεν πάει για ύπνο, Ακούει στο ράδιο περίεργους σταθμούς”, υπάρχει αυτός ο στίχος σαν μία αναφορά σε εκείνη τη φάση.
Άρα από νωρίς είχες καταλάβει ότι ήθελες να παίζεις μουσική;
Το οραματιζόμουν από νωρίς, αλλά σαν κάτι που θα έκανα πολύ αργότερα. Τότε με απασχολούσαν τα πιο απλά. Να παίζω μπάλα να κάνω ποδήλατο. Βέβαια είχα επαφή με μουσικά όργανα με έναν… περίεργο τρόπο! Ο μπαμπάς μου, αν και δεν ήταν μουσικός, είχε φροντίσει στο σπίτι μας να υπάρχουν διαθέσιμα πολλά μουσικά όργανα. Αγαπάει πάρα πολύ τη μουσική σαν ακροατής και σκεφτόταν ότι αν εγώ και η αδερφή μου θελήσουμε ποτέ να μάθουμε μουσική, ας έχουμε εύκολη πρόσβαση σε…μουσικά όργανα. Και έτσι στο σπίτι μας υπήρχε πιάνο, κιθάρα, ακορντεόν, φλογέρες, κρουστά, φυσαρμόνικες.
Μέσα από αυτή την ωραία ιδέα μάς εμφύσησε την αγάπη για τη μουσική, αν και σε μένα αυτός ο σπόρος άνθισε πολύ αργότερα. Δεν ασχολήθηκα σε εκείνη την ηλικία με κάποιο όργανο γιατί σκεφτόμουν ότι θα το κάνω αργότερα, με τους δικούς μου όρους. Δεν με ενδιέφερε τότε να μάθω κάτι κλασικό, γεγονός που τώρα το μετανιώνω γιατί το βρίσκω μπροστά μου. Τώρα ας πούμε θα μου άρεσε να μάθω πιάνο και μπορεί να το κάνω. Αλλά τότε είχα στο μυαλό μου άλλα πράγματα. Στη μουσική στράφηκα πιο εντατικά όταν ήμουν φοιτητής στη Αρχιτεκτονική στον Βόλο.
Από τα συμφραζόμενα συμπεραίνω ότι δεν σε απασχόλησε ποτέ, με την τυπική έννοια, το “τι θα γίνω όταν θα μεγαλώσω”. Πώς διάλεξες τις σπουδές Αρχιτεκτονικής;
Πάντα είχα γνώμονα τι μου αρέσει να κάνω. Εγώ ήθελα να ζωγραφίζω και ζωγράφιζα από μωρό. Άκουγα μουσικές, αλλά αυτό που πάντα ήθελα ήταν να σχεδιάζω. Όταν ήμουν μικρός ας πούμε, σχεδίαζα μόνος μου σειρές αθλητικών παπουτσιών. Μου αρέσουν πάρα πολύ τα sneakers, και φανταζόμουν ότι μου είχαν ζητήσει να φτιάξω μια σειρά παπούτσια της Adidas ή της Nike και τα σχεδίαζα. Μετά στα 13 σκεφτόμουν αν μου ανέθεταν να φτιάξω τις ποδοσφαιρικές φανέλες του Παναθηναϊκού, πώς θα τις σχεδίαζα; Τις έφτιαχνα στη φαντασία μου και σχεδίαζα 15 φανέλες ας πούμε.
Πάντα ήθελα να κάνω κάτι τέτοιο, να ζωγραφίζω. Σκέφτηκα να πάω για γραφίστας. Δεν ήθελα να δώσω στην Καλών Τεχνών, γιατί ήθελα κάτι πιο πρακτικό και μου άρεσε το design. Σε μία χαλαρή κουβέντα οι γονείς μου μου είπαν ότι με τους βαθμούς που είχα θα μπορούσα να πάω Αρχιτεκτονική. “Γιατί δεν πας για αρχιτέκτονας;” μου είπαν, “Μα εγώ δεν θέλω να χτίσω σπίτια” τους είπα. Τότε μου έφεραν σαν παραδείγματα καλλιτέχνες και μουσικούς που θαύμαζα και ήταν… αρχιτέκτονες (δεν τους θυμάμαι τώρα πια). Και με έπεισαν. Πέρασα κατά τύχη το 2000 στο Βόλο στην Αρχιτεκτονική και ευτυχώς γιατί η συγκεκριμένη σχολή έχει περισσότερο εικαστική κατεύθυνση και αυτό μου άρεσε πολύ.
Έζησα 6 χρόνια στο Βόλο και εκεί άρχισα να παίζω μουσική. Αγόρασα το πρώτο μου sampler, άρχισα να κόβω λούπες και να κάνω hip-hop. Αυτό δηλαδή που ήθελα πάντα. Ερχόμουν συχνά στην Αθήνα, μαζευόμασταν με τους φίλους μου σε ένα σπίτι και ραπάραμε όλοι μαζί τα Σάββατα. Πολύ ωραίες εποχές. Τις κασέτες που γράφαμε στις πρόβες μας τις έχω ακόμα. Παίζουν – τις έχω τσεκάρει – και είναι πολύ αστείες. Ετσι μετά από κάποια χρόνια ενασχόλησης με τη μουσική ένιωσα την ανάγκη να σταματήσω να σαμπλάρω, και να αρχίσω να γράφω τις δικές μου μελωδίες.
Τότε άρχισα να ψάχνομαι λίγο περισσότερο σε αυτό που έμελλε να με πάει στη φάση που έχει κρατήσει πάρα πολλά χρόνια για να είναι απλά μια… φάση. Στην αγάπη μου για τα συνθεσάιζερ. Στο να παίρνω ένα συνθεσάιζερ στα χέρια μου -και στον υπολογιστή και ως hardware- και να ψάχνω πώς μπορεί να φτιάξει έναν ήχο. Nα φαντασιώνομαι τον ήχο και τον τρόπο που θα τον δημιουργήσω ως μηχανικός του ήχου πια.
Και το ίδιο κάνω αντίστοιχα και με τις μελωδίες, χωρίς να έχω μουσική παιδεία. ‘Εχω μια μελωδία στο μυαλό μου και βρίσκω τον τρόπο που θα την παίξω. Τόσο απλά. Και αυτό πλέον το κάνω και στο πλαίσιο του σόλο project μου ως PanPan, αλλά και στη μπάντα “Echo Tides”, που έχω με τους φίλους μου.
Και κάπως έτσι στην κουβέντα μας έρχεται και ο στίχος. Πότε άρχισε να γράφεις για όλα αυτά που σε φτιάχνουν ή/και σε χαλάνε;
Όταν ήμουν στο Λύκειο, παρότι δεν έγραφα δικιά μου μουσική, έγραφα πάρα πολλούς στίχους, όπως και τα περισσότερα παιδιά που ακούν hip-hop. Είναι η μουσική του “do it yourself” και της αυτοέκφρασης. Άρα νιώθεις ότι δεν είναι ανάγκη να είσαι ποιητής ή να έχεις μία κλίση προς το “τέλειο” γράψιμο. Όλοι δοκιμάζουν κάπως στην τύχη τους στο να γράψουν στιχάκια, να πιάσουν το μικρόφωνο, να πατήσουν στο ρυθμό και να πουν όσα τους χαλάνε, όσα τους φτιάχνουν, τα κοινωνικά φάουλ ή όσα μας κάνουν χαρούμενους.
Τότε, λοιπόν, έγραφα πολλούς στίχους. Μετά άφησα στην άκρη το hip-hop και άρχισα να κάνω πιο ηλεκτρονική μουσική, στην οποία οι στίχοι ήταν δευτερεύουσας σημασίας. Με την έννοια ότι η φωνή δεν έβγαινε μπροστά, ήταν σαν απόηχος. Σαν να κάνεις τη βόλτα σου στο αστικό τοπίο και να ακούς μουσική, urban music, με τις φωνές να σε έρχονται να σε βρουν από μακριά. Ακούς την πόλη εκείνη την ώρα και ό,τι φέρνει μαζί της. Αυτό το έκανα μέχρι το 2013, όπου άρχισα να βαζω λίγο περισσότερους στίχους στη μουσική μου.
Είσαι θα λέγαμε “παιδί της πόλης” και συναντάμε πολλές εικόνες του αστικού τοπίου στα κόμικς και στα τραγούδια σου. Η επιλογή να μετακομίσεις από την Αθήνα έγινε συνειδητά για να αλλάξεις “μοντέλο”;
Ναι, ήμουν ένα άτομο που κυκλοφορούσα πάρα πολύ στην πόλη. Με το φίλο μου τον Γιώργο Γούση, που εκτός από κόμικς πια κάνει και ταινίες, βγαίναμε πολύ. Γνωριστήκαμε πριν από 15 χρόνια. Εγώ εμένα στο κέντρο και εκείνος στο Μενίδι. Αρχίσαμε να κάνουμε παρέα, βγαίναμε τα βράδια και πηγαίναμε σε μαγαζιά του κέντρου. Όπου είχε χώρο, φέρναμε τα εργαλεία μας μαζί, απλώναμε τα κόμικς μας και σχεδιάζαμε. Στο Booze κυρίως βόλευε γιατί είχε αυτό το τεράστιο τραπέζι μέσα στη μέση και τους πάγκους.
Γενικά μέσα από τα κόμικς μου εξερευνούσα την πόλη, τις σχέσεις των ανθρώπων μέσα στην πόλη. Πώς διαμορφώνονται οι δυναμικές, πώς η ίδια η πόλη σε διαμορφώνει. Και όλο αυτό μέσα από μία ρομαντικοποίηση του πράγματος. Το οποίο είναι και λογικό, γιατί όταν είσαι νέος ψάχνεις να βρεις το παραμύθι σου. Και θέλεις να χτίσεις στις συνθήκες που τελικά είναι και η άμυνά σου, ώστε μαζί με τους φίλους σου να νιώσεις ανίκητος. Τώρα έχω προχωρήσει από αυτό, έχω αποκτήσει και έναν γιο, που είναι 6 ετών.
Η μετακόμιση στο Κορωπί προέκυψε από ανάγκη περισσότερο. Δεν έγινε συνειδητά η μετάβαση. Δεν τράβηξα το χανζαπλάστ από την πληγή και είπα τώρα θα κάνω κάτι διαφορετικό. Έπρεπε να φύγουμε από το σπίτι μας στη Αθήνα λόγω ιδιοκατοίκησης και σκεπτόμενοι την άγρια κατάσταση με τα ενοίκια αποφασίσαμε με τη σύντροφό μου να εκμεταλλευτούμε ένα σπίτι που υπήρχε ήδη. Στην πορεία, αν και είναι νωρίς ακόμα γιατί είμαστε μόνο έναν χρόνο εκτός Αθήνας, πιστεύω ότι έχουμε δικαιωθεί. Νιώθω ότι ξεφορτώθηκα ένα άγχος που δεν ήξερα ότι έχω. Και σε αυτή τη φάση της ζωής μου νιώθω ότι μου ταιριάζει καλύτερα. Ειδικά όταν έχεις ένα παιδί!
Και μετά έρχεται ένα παιδί και τα αλλάζει όλα; Σκέφτεσαι π.χ. ότι φτιάχνεις μουσική, την οποία θα ακούσει αργότερα και το παιδί σου και ίσως την… κρίνει αυστηρά κάποια στιγμή;
Φυσικά, μετά τον ερχομό του παιδιού, άλλαξαν οι αναζητήσεις μου. Άλλαξαν και αλλάζουν και τα πράγματα για τα οποία μιλάω μέσα από τα κόμικς μου, τα σχέδιά μου, τη μουσική μου. Κάποιες φορές, βέβαια, θα υποδυθείς έναν χαρακτήρα σε αυτό που κάνεις ή θα δημιουργήσεις ένα χαρακτήρα που δεν είναι ανάγκη να συμβαδίζει με την πραγματικότητά σου. Η καθημερινότητα πάντως σίγουρα έχει αλλάξει. Ως άνθρωπος που δουλεύω στο σπίτι, και πάντα δούλευα από το σπίτι, πλέον το μοιράζομαι και με έναν άνθρωπο 6 χρόνων, τον οποίο φροντίζω.
Γενικά δεν έχω σκεφτεί ποτέ ότι μπορεί να… κριθώ από το παιδί μου στο μέλλον, για κάτι που θα δημιουργήσω σήμερα. Και σε κάθε περίπτωση δεν θα καμουφλάριζα οτιδήποτε, σκεπτόμενος τι μπορεί να πει ο μικρός. Ίσα-ίσα σκέφτομαι ότι θα είναι ωραίο να δει ο γιος μου στο μέλλον τι ακριβώς ήμουνα. Πολλά πράγματα θα τα ξεχάσει λόγω ηλικίας, οπότε μέσα από τη δουλειά μου θα μπορεί να ανατρέξει στο τι έκανα εγώ όταν γεννήθηκε, όταν ήταν τριών χρόνων κλπ. Θα μπορέσει να φτιάξει και αυτός τις δικές του συνδέσεις μέσα στο κεφάλι του για το τι ήταν ο μπαμπάς του, τι τον απασχολούσε, τι ένιωθε πέρα από την καθημερινότητα.
Αυτά που βλέπει και ακούει ο γιος σου σε προβληματίζουν; Από τα κοινωνικά μέχρι την… trap μουσική.
Δεν ανησυχώ. Δεν με απασχολεί το τι θα ακούει, ας ακούει ό,τι θέλει. Η μουσική μπορεί να σου δώσει κάτι και εκεί που δεν το περιμένεις. Το trap καταλαβαίνω ότι το αναφέρεις ως παράδειγμα γιατί μπορεί να έχει σεξιστικούς στίχους. Εγώ θα φροντίσω με τη σύντροφό μου ο μικρός μας να ξέρει να αναγνωρίζει κάποια πράγματα. Σίγουρα δεν θα του πω να μην ακούσει κάτι. Είναι σαν να του λες πώς να νιώσει. Πιστεύω στην ελευθερία και ο καθένας θα βρει το δρόμο του. Κι εγώ άκουγα πολλά περίεργα πράγματα μικρός. Άκουγα και κάποια hip-hop κομμάτια που ήταν σεξιστικά, αλλά αλλά ήξερα πολύ καλά να ξεχωρίσω τι θα κρατήσω στη ζωή μου και τι με εκφράζει.
Από την άλλη, δεν έγινα σεξιστής επειδή άκουσα ένα σεξιστικό τραγούδι. Μεγάλωσα όμως σε μία κοινωνία που ήταν σεξιστική και προσπαθώ καθημερινά και συνειδητά να αποβάλω αυτά τα στοιχεία από μέσα μου. Αλλά δεν έφταιγε πχ το hip-hop. Έφταιγε ότι μεγάλωσα σε αυτή την κοινωνία.
Για την τραπ που ανέφερες, πάντως, όλοι οι στίχοι δεν είναι σεξιστικοί. Υπάρχουν και κομμάτια που μπορεί να λένε κάτι αληθινό και σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να τσουβαλιάσω και να κρίνω ένα ολόκληρο είδος μουσικής.
Φαντασμαγορία ένα, δύο και τρία. Ποια είναι η ιστορία πίσω από τον χαρακτήρα “Φάντασμα Αγόρι”;
Το Φάντασμα Αγόρι – εξού και η λέξη φαντασμαγορία – είναι ο χαρακτήρας που πρωταγωνιστεί στα άλμπουμ και τον βλέπουμε σε τρεις διαφορετικές φάσεις της ζωής του. Στην “Φαντασμαγορία Ένα” βλέπουμε το χαρακτήρα σε real time. Aυτά τα 20 λεπτά που κρατάει το άλμπουμ είναι 20 αληθινά λεπτά στη ζωή ενός ανθρώπου, που ξυπνάει στις 5:00 τα ξημερώματα και δεν ξέρει τι να κάνει με το κορμί του και με την ύπαρξή του. Έχει έναν πόθο που δεν μπορεί να τον κατευθύνει εκεί που θέλει και προσπαθεί να διαχειριστεί τον εαυτό του, είτε ονειροπολώντας είτε βγάζοντας το παράπονο του, ή εκφράζοντας την ελπίδα του.
Στη “Φαντασμαγορία Δύο” το Φάντασμα Αγόρι είναι συνειδητοποιημένο ότι δεν έχει αυτά που θα ήθελε, αλλά τουλάχιστον μπορεί να αγκαλιάσει το “τώρα” και να ζήσει έντονα. Βλέπουμε την καθημερινότητά του από το πρωί μέχρι το βράδυ Μία ημέρα ενός νέου ανθρώπου που προσπαθεί να επιβιώσει σε μία δουλειά που ίσως τον κουράζει, αλλά ταυτόχρονα έχει στήριγμα τους φίλους του, τους έρωτες του, όσα τον εξάπτουν.
Και στο τρίτο μέρος της ιστορίας που διηγούνται οι “Φαντασμαγορίες” μου αυτός ο χαρακτήρας πλέον έχει οικογένεια και παιδί. Επομένως μέσα από τις ευθύνες που νιώθει για το μεγάλωμα του παιδιού του, ξανασυνδέεται ο ίδιος σε κάποιες φάσεις με την παιδική του ηλικία και αντικατοπτρίζει το πώς ήταν όταν μεγάλωνε εκείνος και τι θα ήθελε να κρατήσει ή να αποφύγει στο μεγάλωμα του δικού του παιδιού. Έχοντας πλήρη επίγνωση των δυσκολιών και των ευθυνών συνεχίζει να αντιμετωπίζει αισιόδοξα τη συνέχεια, νιώθοντας ενδυναμωμένος από όσα έχει μαζέψει σε όλη του τη ζωή. Αυτό είναι το στόρι πίσω από τα τραγούδια της τρίτης φαντασμαγορίας και τελευταίας γιατί ο κύκλος έχει κλείσει εδώ. Πάμε για άλλες ιστορίες καινούργιες.
Και η κλισέ ερώτηση: Εσύ είσαι το Φάντασμα Αγόρι;
Ε σε κάποιο βαθμό ναι (γελάει). Αλλά όχι 100%. Γιατί όταν φτιάχνεις μία ιστορία δεν είναι ανάγκη να είναι ακριβώς όπως συνέβησαν κάποια πράγματα. Απλώς παίρνεις έμπνευση από την καθημερινότητά σου και μετά τη διηγείσαι.
Μίλησέ μου λίγο για τις συνεργασίες σου. Πόσο σημαντικό είναι για σένα να δουλεύεις με φίλους;
Γενικά το να φτιάξω τις Φαντασμαγορίες ήταν ένα τεράστιο βήμα για μένα γιατί άρχισα ξαφνικά να γράφω ποπ μουσική. Δηλαδή τραγούδια στα οποία ο στίχος να παίζει σημαντικό ρόλο και στη δομή και στο νόημα. Ωστόσο, δεν ένιωθα πάρα πολύ άνετα με το να τραγουδάω. Έχω τον ενθουσιασμό κάποια πράγματα να τα ερμηνεύσω εγώ, αλλά δεν είμαι… τραγουδιστής. Ψάχνοντας να δω πώς μπορεί να σταθούν αφηγηματικά οι Φαντασμαγορίες – από την πρώτη κιόλας – απευθύνθηκα σε κάποιες φίλες, ή γνωστές μου [Καλλιόπη Μητροπούλου, Φωτεινή Κορρέ (στο ένα), Νalyssa Green, Κatrinpi, Melentini, Nefeli Walking Undercover (στο 2) Λυγερή Μητροπούλου (στο 3)] για να τις εντάξω στην “αφήγηση”. Πώς θα ταίριαζαν στα κομμάτια σαν να είναι οι φωνές που ακούς μέσα στο κεφάλι σου, οι σκέψεις, παροτρύνεις, κάποια όνειρα. Έτσι προέκυψαν οι συνεργασίες μας.
Όλες οι γυναίκες που συνεργάστηκα είναι εξαιρετικές και είμαστε φίλοι, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό. Όταν φτιάχνω μουσική μού είναι πιο εύκολο να συνεργάζομαι με ανθρώπους που θα μπορούσαμε και απλά να καθόμαστε παρέα, να λέμε δυο κουβέντες και όχι να δουλεύουμε. Θεωρώ πολύ σημαντικούς τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζομαι. Ακόμα και στο συγκρότημα που έχουμε η πιο παλιά σχέση είναι 25 χρόνια και η πιο καινούργια είναι 12-13. Όλοι γνωριζόμαστε πολλά χρόνια και είμαστε φίλοι. Νιώθω πιο άνετα έτσι να μοιραστώ όσα αισθάνομαι.
Κάποιους φίλους – μεταφορικά και κυριολεκτικά – αναφέρεις ονομαστικά και στην “Ανισόπεδη Ντίσκο”. Τι έγινε με αυτό το κομμάτι πιστεύεις και αγαπήθηκε τόσο πηγαία;
Το περίεργο για την “Ανισόπεδη Ντίσκο” είναι ότι μου λένε ότι εκφράζει τους 45άρηδες, και την ίδια στιγμή το ίδιο ακούω από κάποιους 20άρηδες. Πώς γράφτηκε; Ήταν απόγευμα στο αμάξι και ακούγαμε Pulp. Και σκεφτόμουν ότι θέλω να γράψω ένα τραγούδι που να “κλείνει μέσα” του το συναίσθημα που μου δημιουργούν οι Pulp. Δηλαδή κάτι μουσικά χαρούμενο, ακόμα και αν έχει ένα ίχνος μελαγχολίας, με στίχους απλούς καθημερινούς κοινωνικούς. Και παράλληλα μέσα από ένα προσωπικό πρίσμα και χωρίς μεγάλη ανάλυση, να πω απλά αυτά που νιώθω. Οι Pulp δεν είναι τυχαία μία από τις καλύτερες ποπ μπάντες που έχουν υπάρξει ποτέ. Είναι φουλ διασκεδαστικοί και με στίχους που κόβουν σαν ξυράφια.
Είπα λοιπόν ότι θέλω να φτιάξω ένα ποπ κομμάτι, για να βγάλω από μέσα μου αυτά που με βαραίνουν. Όταν βγάζεις από μέσα σου αυτά που σε βαραίνουν και είναι “απέναντί σου”, πλέον έχουν μορφή και αντιμετωπίζονται. Όταν κάτι μένει μέσα σου, είναι ασαφές, και σε τρομάζει περισσότερο. Αυτό τουλάχιστον συμβαίνει σε μένα. Στο τέλος του κομματιού ήθελα αναφέρω συγκροτήματα και προσωπικότητες που μου αρέσουν. Μεγάλωσα με το χιπ χοπ, στο οποίο είναι πολύ κοινό να κάνεις ένα shout out ή βέβαια και να κράζεις κάποιον. Εγώ κατέγραψα πρόσωπα και συγκροτήματα που μου αρέσουν και θαυμάζω.
Και το παλαιότερο “Χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα” είχε φοβερό timing όταν κυκλοφόρησε…
Ναι κυκλοφόρησε τέλος Μαΐου του 2021 και έτυχε πάνω στο άνοιγμα από το δεύτερο lockdown. Ο κόσμος είχε μπουχτίσει τελείως, είχε σιχαθεί τη ζωή του και ξαφνικά αγκάλιασε πάρα πολύ αυτό το τραγούδι. Πιστεύω ότι τους έβγαλε αυτή την ηλεκτρική ενέργεια που είχα κι εγώ όταν το έγραψα. Αυτό σκεφτόμουν. Να τινάξουμε από πάνω μας όλο αυτό το μπούχτισμα και την καταπίεση.
Ήταν δύσκολη η πανδημία και για μένα. Γιατί έπρεπε να προσέξουμε τους κοντινούς μας ανθρώπους και απομονωθήκαμε πάρα πολύ. Περισσότερο, όμως, με απασχολεί τι θα αφήσει στα μικρά παιδιά. Μου έλεγε η ξαδέρφη μου ότι ο 2 ετών γιος της όταν ήθελε να της πει να πάνε μία βόλτα, πήγαινε και της έφερνε τη μάσκα. Πώς φέρουν το λουρί τους τα σκυλάκια; Τι θα εισέπραξαν αυτά τα παιδιά από τον φόβο να μην κολλήσουν τους παππούδες και πεθάνουν; Αυτή η πίεση τι μπορεί να φέρει, αυτό σκέφτομαι!
Μέσα στην πανδημία δούλεψες και για το νέο άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει με τα “Echo Tides”. Μίλησέ μας για τη μπάντα και το νέο βιντεοκλίπ..
Ναι θα βγουν συνολικά τρία σιγκλάκια πριν από το άλμπουμ, που θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο, από την United We Fly, και λέγεται “Ανδρομέδα FM”. Το ονειρευόμουν σαν κάποιος άνθρωπος που κάνει ένα road trip κάπου στα Βαλκάνια, χωρίς να αποσαφηνίζεται πού ακριβώς, και κοιτάζει προς τα αστέρια. Χωρίς ηχητικά να έχει καμία σχέση με Βαλκάνια. Το λέω σαν μία αίσθηση οικειότητας και ζεστασιάς, περισσότερο ενστικτωδώς.
Η μπάντα μας λέγεται “Echo Tides” και αποτελείται από εμένα και τους πάρα πολύ καλούς μου φίλους, Γιάννη Αναγνωστόπουλο, Γιώργο Λυκουριώτη και Καλλιόπη Μητροπούλου. Το όνομα είναι κάτι που είχα σημειώσει παλιότερα σε ένα μπλοκάκι, στο οποίο έγραφα ονόματα και ιδέες που μου άρεσαν για… μελλοντική χρήση. Με τα παιδιά ήδη έπαιζα στα live μου και μετά ένιωσα ότι η “ομάδα” μας πρέπει να αποκτήσει μία δικιά της υπόσταση και έτσι να τους παρακινήσω να γράψουμε άλλες μουσικές. Την Καλλιόπη την ξέρει ο κόσμος από τα live που παίζω γιατί είναι η βασική τραγουδίστρια που συνεργάζομαι. Ο Γιάννης με έχει βοηθήσει πάρα πολύ και στα προσωπικά μου project και ο Γιώργος είναι ο ντράμερ στις εμφανίσεις που κάνω και ως Pan Pan.
Γενικά μέσα από τα “Echo Tides” βρίσκω κάτι πολύ διαφορετικό από το προσωπικό μου project. Παίζω με ένα συγκρότημα, με όργανα, είμαστε άνθρωποι που “σπρώχνουμε αέρα μέσα από τα ηχεία”, που λένε. Δηλαδή έχουμε ενισχυτές, τύμπανα, είναι διαφορετική η κατάσταση από το να κάνεις ηλεκτρονική μουσική, να περνάνε όλα μέσα από καλώδια και να βγαίνουν από τα ηχεία σου. Μαζεύεσαι με άλλους ανθρώπους και τίθενται όλα… υπό αμφισβήτηση. Είναι πολύ δημιουργικό.
Η μουσική που παίζουμε είναι η δική μας εκδοχή για την ποπ. Και πλέον ελληνόφωνη, γιατί σε αυτό το άλμπουμ θα αρχίσουμε να “μιλάμε” ελληνικά. Το πρώτο κομμάτι που γράψαμε είναι το “Τούνελ”, και καθόρισε και τη συνολική γλώσσα του άλμπουμ. Ήταν μία ιδέα του Γιάννη και το δουλέψαμε λίγο πριν την πανδημία και κατά τη διάρκεια του πρώτου λοκντάουν. Πού να ξέρουμε ότι θα γινόταν κάτι τέτοιο! Και είναι περίεργο, γιατί οι στίχοι τελικά έμελλε να κολλάνε περισσότερο με την πανδημία παρά με την κατάσταση που ζούσαμε τότε.
Το βίντεο του “Τούνελ” το έχει σκηνοθετήσει ο πολύ καλός φίλος σου, ο Γιώργος Γούσης…
Ναι, είναι μία πολύ ευτυχής συγκυρία γιατί με τον Γιώργο δουλεύουμε πάρα πολλά χρόνια μαζί και είμαστε πολύ φίλοι. Μεταξύ άλλων πρόσφατα κάναμε και το κόμικ “Μέρες Λατρείας” από τις εκδόσεις Polaris, το οποίο γράψαμε μαζί και σχεδίασα εγώ. Επίσης, έχω γράψει τη μουσική για τη βραβευμένη μικρού μήκους ταινία του Γιώργου, “Χειροπαλαιστής”, που αναπτύχθηκε σε μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ. Εκεί γράψαμε τη μουσική μαζί με το Χάρη Νείλα. Το 2019 φτιάξαμε – και μαζί με τη Γεωργία Ζάχαρη- το κόμικ Φεστιβάλ για τα 60 χρόνια του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Και τώρα ο Γιώργος σκηνοθέτησε το βίντεο για το κομμάτι “Τούνελ”. Είναι ένα πολύ ατμοσφαιρικό βίντεο με μια ιδιαίτερη χιουμοριστική υπόσταση, που εκφράζει και στους δυο μας.
Στο Gagarin που θα σε δούμε στις 11 Νοεμβρίου έχεις ξαναπαίξει;
Έχω παίξει στο Gagarin μία φορά ένα τραγούδι το 2012 στο πλαίσιο μιας συλλογής που είχε παρουσιαστεί, και τώρα ανυπομονώ να παίξω ένα φουλ χορταστικό live. Πάμε μαζί με το Παιδί Τραύμα σε double bill και μετά την Αθήνα, παίζουμε Θεσσαλονίκη και Βόλο.
Μου αρέσει πάρα πολύ το Gagarin σαν χώρος. Έχω δει εκεί τα αγαπημένα μου συγκροτήματα και τα αγαπημένα μου live: Κόρε. Ύδρο, Godspeed, ένα φανταστικό live των Mogwai το 2009 κι άλλα πολλά. Είναι η πρώτη φορά που θα παίξω κομμάτια από όλες τις Φαντασμαγορίες, συν κάποια άλλα ελληνόφωνα κυρίως κομμάτια, και ανυπομονώ.
Επόμενο πρότζεκτ στη μουσική ή στα κόμικς; Τι σκέφτεσαι για το μέλλον;
Κόμικ κάνω εδώ και 15 χρόνια και έχω κυκλοφορήσει πολλά βιβλία. Το επόμενο όμως είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Του χρόνου θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Διόπτρα “Ο Καπετάν Μιχάλης” σε κόμικ και θα κάνω εγώ τη διασκευή, με τον Γιώργο Γούση στο editing. Ένα μεγάλο project, το οποίο έχω αρχίσει ήδη να δουλεύω και με έχει ενθουσιάσει.
Γενικότερα, όμως, δεν είμαι ποτέ απόλυτα ικανοποιημένος. Θέλω κι άλλο. Νιώθω πάντα ότι θα μπορούσα κάτι περισσότερο και το ψάχνω πάντα για κάπου παραπέρα. Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα. Και περιμένω με περιέργεια και ενδιαφέρον και το επόμενο βήμα των καλλιτεχνών που μου αρέσουν ή που έχω συνεργαστεί μαζί τους. Πού θα πάει παραπέρα μουσική τους; Ταυτόχρονα και εγώ προσπαθώ να εξελιχθώ, να είμαι ενημερωμένος. Ακούω νέες κυκλοφορίες (Kendrick Lamar, Kae Tempest καλ.], αλλά και παλιές μουσικές όπως ιαπωνική ποπ των 70ς ή ιρανικό progressive των 60ς. Ανακαλύπτω συνεχώς πράγματα και κρατάω σημειώσεις για να μπορώ να ανατρέξω σε αυτές. Η μουσική δεν τελειώνει ποτέ, δεν έχει όρια!
Το γενικότερο όνειρό μου είναι να μπορώ να είμαι χαρούμενος με τα πράγματα που κάνω, ζώντας το “τώρα” αλλά και να μην μου φαίνονται περίεργα κοιτώντας τα προς τα πίσω, όταν θα έχω προχωρήσει. Θέλω σε δέκα χρόνια να κοιτάω τις Φαντασμαγορίες και να είμαι χαρούμενος και ικανοποιημένος με αυτό που έχω δημιουργήσει.