ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ-ΓΙΑΣΕΡ ΑΡΑΦΑΤ: ΔΥΟ ΦΙΛΟΙ ΠΟΥ ΑΠΟΚΑΛΟΥΝΤΑΝ “ΑΔΕΡΦΙΑ”
Μία αναδρομή στην ιστορική σχέση των δύο ηγετών από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, το ΠΑΚ, τα επεισόδια του 1982 και την τελευταία τους συνάντηση έναν μήνα πριν τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου.
Ανδρέας Παπανδρέου και Γιάσερ Αραφάτ συναντήθηκαν για πρώτη φορά “στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 σε μια βάση Παλαιστινίων ανταρτών κοντά στα σύνορα της κατεχόμενης Παλαιστίνης”. Η πληροφορία αυτή μας έρχεται από τον ίδιο τον Αραφάτ, μέσω της επιστολής που συνέταξε το 1996 για να αποχαιρετήσει τον “φίλο και αδερφό του”, που μόλις είχε φύγει απ’ τη ζωή.
Περισσότερες λεπτομέρειες για εκείνη τη συνάντηση δεν γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε όμως τι ακολούθησε τις επόμενες δεκαετίες και τι ήταν αυτό που έφερε κοντά τους δύο ηγέτες -και κυρίως- τους δύο λαούς.
1968-1974: Η ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ
Το 1968 στη Στοκχόλμη ο Παπανδρέου θα ιδρύσει το ΠΑΚ, την αντιστασιακή οργάνωση που θα εξελισσόταν στο ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με τον Χρύσανθο Τάσση, Επίκουρο Καθηγητή του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του ΔΠΘ αλλά και συγγραφέα του βιβλίου “ΠΑΣΟΚ: Η άνοδος και η πτώση ενός ηγεμονικού κόμματος”, το ΠΑΚ θα περάσει από δύο διαφορετικές φάσεις που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όποιον θέλει να κατανοήσει την προσέγγιση Παπανδρέου-Αραφάτ.
“Από το ‘68 έως το ‘71, ο Παπανδρέου θεωρεί ότι ο αγώνας της Ελλάδας είναι εθνικοαπελευθερωτικός κατά της δικτατορίας και ελπίζει ότι η δυτική Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα ασκήσουν πιέσεις για να ρίξουν τη χούντα”, μας λέει ο κ. Τάσσης. “Όταν όμως αρχίζει τις επαφές και τις επισκέψεις του σε διάφορες χώρες, όπως πχ στις ΗΠΑ, καταλαβαίνει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανό”.
Και έτσι περνάμε στη δεύτερη φάση, της ριζοσπαστικοποίησης, εκεί που δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για να ξανασυναντηθούν οι τροχιές των δύο ηγετών.
“Από το 1971 και μετά, όταν και το SPD του κόβει την χρηματοδότηση, υιοθετεί τη νεομαρξιστική θεωρία της εξάρτησης”, συνεχίζει ο κ. Τάσσης. “Αυτή η θεωρία, χωρίζει τον κόσμο σε δύο μεγάλες κατηγορίες: στις πλούσιες μητροπόλεις και στις υπανάπτυκτες περιφέρειες. Οι πλούσιες χώρες είναι πλούσιες και γίνονται πλουσιότερες γιατί εκμεταλλεύονται τις φτωχότερες χώρες της περιφέρειας. Επομένως, μόνο η αποσύνδεση μεταξύ τους μπορεί να σταματήσει αυτό το σύστημα της εξάρτησης”.
Είναι προφανές ότι το ΠΑΚ κατατάσσει την Ελλάδα στις χώρες της περιφέρειας και προτείνει την αποδέσμευση από οποιανδήποτε στρατιωτική και οικονομική σχέση με τον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό και τις ΗΠΑ.
Έτσι από το ‘71 μέχρι το ‘74, η οργάνωση του Παπανδρέου ριζοσπαστικοποιείται και οι απαρχές της ουσιαστικής σχέσης μεταξύ των δύο αντρών εντοπίζονται στην πραγματικότητα κάπου εκεί. Χρονικά, πρόκειται για την περίοδο που θρυλείται ότι κάποια στελέχη του ΠΑΚ εκπαιδεύτηκαν σε στρατόπεδα μαχητών της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), θεωρώντας ότι η πτώση της δικτατορίας θα ερχόταν με τον ένοπλο αγώνα.
“Στο ΠΑΣΟΚ υπήρχε η συζήτηση της ένοπλης πάλης το ‘70, για να μην πω ότι υπήρχαν ψήγματα καυτής της συζήτησης και τη δεκαετία του ‘80. Αυτό μπορεί να το δει κανείς ακόμα και στο βιβλίο του Κουφοντίνα”, συνεχίζει ο κ. Τάσσης.
1974-1981: Η “ΣΤΕΝΗ ΚΑΙ ΒΑΘΙΑ ΦΙΛΙΑ”
Ποια είναι όμως η σχέση των δύο αντρών με το τέλος της δικτατορίας; Πυκνώνουν οι επαφές τους; Μήπως συγκλίνουν ιδεολογικά ακόμη περισσότερο; Ο ίδιος ο Αραφάτ θα γράψει πολλά χρόνια αργότερα:
“Οι συναντήσεις μας και οι επαφές μας συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια των επόμενων χρόνων και σφυρηλατήθηκε ανάμεσά μας μια στενή και βαθιά φιλία. Η προσωπική μας σχέση οδήγησε και σε μια περαιτέρω εδραίωση της αγωνιστικής σχέσης μεταξύ της υπόλοιπης ηγεσίας των δύο κινημάτων μας και των δύο λαών μας. Στη δεκαετία του ‘70 εδραιώθηκαν οι σχέσεις μεταξύ των εργατικών συνδικάτων, των φοιτητικών οργανώσεων, των δημοσιογραφικών ενώσεων και των συλλόγων των συγγραφέων της Παλαιστίνης και της Ελλάδας”.
Το ΠΑΣΟΚ εκείνη την περίοδο είναι ενάντιο σε οποιαδήποτε μορφή σχέσεων με το Ισραήλ. Το θεωρεί ως την αιχμή του δόρατος του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ στην περιοχή, ως “το κράτος το οποίο το έχουν εκεί επίτηδες για να ελέγχουν τη Μέση Ανατολή. Δεν είναι εναντίον του με την έννοια του αντισημιτισμού”, σε αυτό είναι κάθετος ο κ. Τάσσης. “Είναι εναντίον του γιατί αντιλαμβάνεται την παρουσία αυτού του κράτους ως την επιτομή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Είναι εντελώς διαφορετικό αυτό”.
Πάντως αργότερα, το 1982 σε συνέντευξή του στο CBS, ο Ανδρέας Παπανδρέου θα υποστηρίξει ότι και η Παλαιστίνη αλλά και το Ισραήλ θα πρέπει να έχουν τα δικά τους κράτη στην περιοχή.
1981: Ο ΑΡΑΦΑΤ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΜΕ ΤΙΜΕΣ ΑΡΧΗΓΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Στις 18 Οκτωβρίου του 1981 το ΠΑΣΟΚ θα ανέλθει στην εξουσία. Σύμφωνα με τον Γιάννη Βούλγαρη και το βιβλίο του “Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης 1974-1990”, η χώρα μας τότε θα γίνει “η πρώτη της Ευρώπης που αναβάθμισε σε επίσημη διπλωματική αποστολή το γραφείο της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) στην Ελλάδα. Λίγο αργότερα, ο αρχηγός της ΟΑΠ, Γιάσερ Αραφάτ, γνώρισε τιμές αρχηγού κράτους επισκεπτόμενος την Αθήνα (14 Δεκεμβρίου 1981)”.
Ο ίδιος ο Αραφάτ θα πει για τότε: “Την ίδια νύχτα που ανακοινώθηκε η νίκη του ΠΑΣΟΚ στις βουλευτικές εκλογές, το 1981, ο Ανδρέας Παπανδρέου μου απηύθυνε επίσημη πρόσκληση να επισκεφθώ την Ελλάδα. Εγώ ανταποκρίθηκα στην πρόσκληση του αδελφού μου, του φίλου μου και συναγωνιστή μου, τον Δεκέμβρη του 1981. Και έτσι ήμουν ο πρώτος ξένος ηγέτης που είχα την τιμή να επισκεφθώ την Ελλάδα μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981”.
Γιατί όμως ο Παπανδρέου δεν φοβήθηκε τις αντιδράσεις των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ;
“Ήταν διαφορετικό το πλαίσιο τη δεκαετία του ‘80, αφενός γιατί υπήρχε το κομμουνιστικό στρατόπεδο και αφετέρου γιατί η χώρα δεν ήταν τόσο δεμένη με την ΕΟΚ, και έτσι μπορούσε να κάνει ελιγμούς μέσα στους κόλπους της. Ο Παπανδρέου το είχε κάνει και με την άρνησή του να καταδικάσει την κατάρριψη ενός νοτιοκορεατικού Jumbo από τους Σοβιετικούς όπως και με την άρνηση του να εναντιωθεί στον Πολωνό στρατηγό Βόιτσεχ Γιαρουσέλσκι που κήρυξε στρατιωτικό νόμο στη χώρα του.
Ο Παπανδρέου πίστευε ότι όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, θα πρέπει να κρατάς διαπραγματευτικά χαρτιά στα χέρια σου”.
Η προσέγγισή του Παπανδρέου όμως με τον αραβικό κόσμο εν γένει στηριζόταν και σε κάτι ακόμα: στις προσδοκίες του για επενδύσεις. Γνωρίζοντας ο ίδιος καλά το διεθνές περιβάλλον και βλέποντας πόσο περιοριστικό ήταν για τις επενδύσεις, μετά και τις δύο πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του ‘70, προχώρησε σε μια σειρά από επαφές με χώρες όπως τη Συρία, τη Σαουδική Αραβία και φυσικά τη Λιβύη του Καντάφι. Αυτές οι επενδύσεις όμως δεν θα έρχονταν ποτέ.
1982: Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΩΖΕΙ ΤΟΝ ΑΡΑΦΑΤ
Τον Ιούνιο του 1982 και ενώ ο εμφύλιος πόλεμος στον Λίβανο μαινόταν, το Ισραήλ εισέβαλε στην αραβική χώρα, χτυπώντας εγκαταστάσεις και βάσεις της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Η επιχείρηση “Ειρήνη στη Γαλιλαία” πήγαινε πολύ καλά για τους Ισραηλινούς και τον Αύγουστο τα στρατεύματα τους μπήκαν στη Βηρυτό. Η διεθνής κοινότητα θα επέμβει, η ειρηνευτική δύναμη θα αποκλιμακώσει την κατάσταση και οι Παλαιστίνιοι θα αποδεχτούν την αποχώρηση των μαχητών τους.
Στις 30 Αυγούστου στο λιμάνι της Τρίπολης θα φτάσουν πέντε ελληνικά καράβια έτοιμα να παραλάβουν 3.000 μαχητές, περίπου 700 γυναικόπαιδα και τον ίδιον τον Γιάσερ Αραφάτ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου θα υποδεχτεί ο ίδιος τον ηγέτη των Παλαιστινίων στο Φάληρο και θα παραχωρήσουν από κοινού συνέντευξη Τύπου στη Μεγάλη Βρετάνια. Η στάση της Ελλάδας θα προκαλέσει παγκόσμια αίσθηση.
“Η πρόσκληση αυτή του Ανδρέα Παπανδρέου, τη στιγμή που βρισκόμασταν στην πολιορκημένη και συνεχώς βομβαρδιζόμενη Βηρυτό, αναπτέρωσε το ηθικό μας και αγαλλίασε την ψυχή μας”, θα γράψει αργότερα ο Αραφάτ. “Και πράγματι αποχωρήσαμε από τη Βηρυτό με προορισμό την Ελλάδα, αποδεικνύοντας έτσι για άλλη μια φορά την αληθινή φιλία και το βάθος της σχέσης που συνδέει την Παλαιστίνη και την Ελλάδα.
Στο λιμάνι του Πειραιά μας υποδέχτηκε ο ηγέτης Παπανδρέου με τους υπουργούς της κυβέρνησής του και ένα τεράστιο πλήθος Ελλήνων. Σε εκείνη την υποδοχή ο Ανδρέας Παπανδρέου με τύλιξε με τη ζεστασιά, την αγάπη και τη φιλία του. Με έκανε να νιώθω ότι η Ελλάδα είναι πατρίδα μου και οι Έλληνες είναι η οικογένειά μου και συμπατριώτες μου. Εκείνη τη μέρα με ρώτησαν οι δημοσιογράφοι γιατί διάλεξα την Αθήνα. Τους απάντησα: “Διαλέξαμε την πιο κοντινή αραβική πρωτεύουσα.
(…) Ο Παπανδρέου είχε δηλώσει τότε ότι η Ελλάδα στέκεται στο πλευρό μας. Οργάνωσε αμέσως μια εκστρατεία για την αποστολή ιατροφαρμακευτικής βοήθειας στους πολιορκημένους μαχητές μας. Στην εκστρατεία εκείνη βοήθησαν όλα τα ελληνικά πολιτικά κόμματα και ολόκληρος ο ελληνικός λαός. Τα ελληνικά νοσοκομεία υποδέχτηκαν πολλούς αντάρτες μας που τραυματίστηκαν στη μάχη για την υπεράσπιση της Βηρυτού”.
Στην Ελλάδα ξεσπούν διαδηλώσεις υπέρ των Παλαιστινίων αλλά η Δύση θα πιέσει και τελικά ο Αραφάτ δεν θα μείνει για πάνω από 24 ώρες σε ελληνικό έδαφος, ούτε οι Παλαιστίνιοι μαχητές θα μεταφερθούν σε κάποιο ελληνικό νησί όπως ήθελε ο Παλαιστίνιος ηγέτης. Την επόμενη ημέρα θα αναχωρήσει με ειδική πτήση για την Τυνησία από το αεροδρόμιο της Αθήνας, με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια να τον αποχαιρετά.
Εντούτοις, στις 16 Σεπτεμβρίου θα γραφόταν μία από τις πιο μαύρες σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας: η σφαγή της Σάμπρα και της Σατίλα. Λιβανέζοι παραστρατιωτικοί θα μπουν στα προσφυγικά καμπ των Παλαιστινίων, τα οποία υποτίθεται ότι φυλάσσονταν από Ισραηλινούς και υπό την ανοχή τους -και την καθοδήγησή τους κατ’ άλλους- θα σφάξουν κάπου μεταξύ 2.500 και 3.500 αμάχων.
ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ
Ο Αραφάτ θα έρθει πάλι στην Ελλάδα τον Μάιο του 1984, ως προσκεκλημένος στο πρώτο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ. Επίσημοι προσκεκλημένοι ήταν και η χήρα του Σαλβαδόρ Αλιέντε, Ορτένσια Μπούσι αλλά και εκπρόσωποι του Φιντέλ Κάστρο.
Μάλιστα ο Γιάννης Βούλγαρης γράφει ότι “ο Ανδρέας Παπανδρέου παρουσιάστηκε μαζί με τον Γιάσερ Αραφάτ, υπό τους ήχους του γνωστού συνθήματος της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου ‘Ελλάδα-Κύπρος-Παλαιστίνη, Αμερικάνος δεν θα μείνει’”.
Ο Γιάσερ Αραφάτ θα συνεχίσει να επισκέπτεται τη χώρα μας αλλά από εδώ και πέρα οι σχέσεις του ΠΑΣΟΚ με την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης θα έχουν έναν κυρίως συμβολικό χαρακτήρα. “Ουσιαστικά μόνο στο επίπεδο της ρητορείας θα συνεχιστούν”, μας λέει ο Χρύσανθος Τάσσης.
Το ΠΑΣΟΚ απομακρύνεται από τον αραβικό κόσμο όταν βλέπει ότι οι επενδύσεις δεν έρχονται και ότι αντίθετα, τα λεφτά πλέον ρέουν από την ΕΟΚ.
“Όταν από την 1η Ιανουαρίου του 1986 τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ), τα οποία αργότερα τα μάθαμε ως πακέτα Ντελόρ, ξεκίνησαν να έρχονται, ενώ απ’ την άλλη τα χρήματα από τις αραβικές χώρες δεν έφτασαν ποτέ, αλλάζει στρατηγική το ΠΑΣΟΚ και γίνεται περισσότερο ευρωπαϊκό”.
Με την κατάρρευση του σοσιαλισμού, θα συντελεστεί και η στρατηγική αλλαγή της χώρας με την ενθάρρυνση των ΗΠΑ, όπου πλέον θα μπει σε μία διαδικασία σύσφιξης των σχέσεων με το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
“Η Ελλάδα άρχισε να έχει διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ με την κυβέρνηση του Μητσοτάκη το 1990”, μας λέει ο κ. Τάσσης. “Δεν υπήρχε καν πρεσβεία του Ισραήλ στην Ελλάδα μέχρι τότε”.
1996: Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
Στις 21 Μαΐου του 1996, η επίσκεψη του Αραφάτ στην Εκάλη θα φέρει πάλι δεκάδες κάμερες έξω απ’ το σπίτι του Παπανδρέου. Στην σημείωση ενός δημοσιογράφου αν γνωρίζει ότι ήταν ο πρώτος ξένος ηγέτης που επισκέφτηκε τον Παπανδρέου μετά την έξοδό του απ’ το νοσοκομείο, η απάντηση του Αραφάτ θα είναι αφοπλιστική:
“Πρώτα από όλα δεν είμαι ξένος, είναι αδελφός μου! Και είμαι πολύ ικανοποιημένος που είχα την ευκαιρία να τον δω σε αυτή την καλή κατάσταση”.
Λίγα λεπτά νωρίτερα, θα του πλέξει το εγκώμιο λέγοντας στους συνωστισμένους δημοσιογράφους:
“Είμαι πολύ ευτυχής που είδα τον παλιό μου φίλο, τον φίλο του παλαιστινιακού λαού σε αυτήν την άριστη κατάσταση. Ευχαριστώ τον Θεό από μέσα από την καρδιά μου που τον βρήκα σε αυτήν υγιή κατάσταση του εύχομαι μακροζωία, υγεία παντοτινή να ολοκληρώσει την αποστολή του.
Δεν είναι μόνο Έλληνας ηγέτης, είναι ένας παγκόσμιος ηγέτης”.
Αργότερα, όταν ο Παπανδρέου θα φύγει απ’ τη ζωή, ο Αραφάτ θα τον αποχαιρετήσει με ένα μακροσκελέστατο κείμενο υπό τον τίτλο: “Ένας ηγέτης που τον έλεγαν Ελλάδα”. Θα τον αποκαλέσει ξανά “αδερφό του” και θα θυμηθεί για την τελευταία τους συνάντηση:
“Τον βρήκα σε πλήρη πνευματική διαύγεια. Με ρώτησε για την ειρηνευτική διαδικασία και για την ανοικοδόμηση του παλαιστινιακού κράτους. Θυμάμαι ότι μου εξέφρασε την ανησυχία του για την καθυστέρηση της ειρηνευτικής διαδικασίας. Μου δήλωσε ότι ήταν βέβαιος για τη νίκη του παλαιστινιακού λαού στον δίκαιο αγώνα του για την απελευθέρωση της πατρίδας του και για την ίδρυση του ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ.
Του ευχήθηκα ταχεία ανάρρωση και του είπα ότι επιθυμούσα πολύ να μας επισκεφθεί στην Ιερουσαλήμ και στη Βηθλεέμ. Ο Παπανδρέου γέλασε και μου είπε: ‘Η καρδιά μου είναι μαζί σας. Μην ανησυχείτε. Οι Έλληνες είναι πιστοί φίλοι των Παλαιστινίων’.
Και τον αποχαιρέτησα για τελευταία φορά. Με τον θάνατό του έχασα έναν πιστό φίλο, έναν γενναίο συναγωνιστή και οι Έλληνες έχασαν ένα άνδρα που ήταν η προσωποποίηση της πολιτισμένης και θαρραλέας Ελλάδας.
2001: “Πλατεία Ανδρέα Παπανδρέου στην Παλαιστίνη”
Πέντε χρόνια αφότου ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει φύγει απ’ τη ζωή, ο Γιάσερ Αραφάτ θα βρεθεί ξανά στην Αθήνα. Με τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Γρηγόρη Νιώτη στο πλευρό του (υπουργός και υφυπουργός Εξωτερικών αντίστοιχα), θα περάσει την είσοδο του ΟΑΚΑ, και κάτω απ’ τα χειροκροτήματα 6.500 ανθρώπων θα αναγκάσει τον Κώστα Σκανδαλίδη να διακόψει -πρόθυμα- την ομιλία του. Θα κάνει μία στάση μπροστά στη Δήμητρα Λιάνη Παπανδρέου, θα τη φιλήσει και στο πρώτο σκαλί του πάνελ θα δει έναν γελαστό Κώστα Σημίτη να τον καλωσορίζει στο 6ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ.
Οι σύνεδροι δεν έχουν σταματήσει τις επευφημίες, θέλουν να ακούσουν τον ιστορικό ηγέτη των Παλαιστινίων, δεν τους αρκεί να τον βλέπουν να στέκεται ανάμεσα στη μέλη της εκτελεστικής επιτροπής -τα οποία επίσης ασπάστηκε ένα ένα. Ο Κώστας Σκανδαλίδης θα δώσει τη θέση του στον πρωθυπουργό, κι εκείνος, αφού πλέξει το εγκώμιο του Αραφάτ, θα κάνει ένα βήμα πίσω, παραχωρώντας το μικρόφωνο στον 72χρονο Παλαιστίνιο.
“Ο λαός μου μού ανέθεσε να σας μεταφέρω ένα μήνυμα αγάπης και φιλίας και ένα ‘ευχαριστώ’ για την αληθινή υποστήριξη που μας προσφέρατε όλα αυτά τα χρόνια”, θα πει, χωρίς να ξεχνά και τη βοήθεια που του πρόσφερε ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1982. “Τότε έφτασα στην καλή ελληνική γη όπου βρήκα εκείνη την αξέχαστη λαϊκή υποδοχή στους Παλαιστίνιους αντάρτες”.
Μία υπόσχεση του όμως είναι αυτή που θα ξεχωρίσει. “Θα δώσουμε το όνομά του Ανδρέα Παπανδρέου σε μια κεντρική πλατεία της Παλαιστίνης αμέσως μετά την ίδρυση του παλαιστινιακού κράτους”. Στον “μεγάλο ήρωα” όπως τον είχε χαρακτηρίσει λίγα λεπτά νωρίτερα.
Λίγο πριν κλείσουμε, ρωτάω τον κ. Τάσση αν θα μπορούσε να πει κανείς ότι όντως αυτοί οι δύο άνθρωποι ήταν φίλοι.
“Οι σχέσεις μεταξύ τους ήταν ειλικρινείς και ήταν σχέσεις αλληλεγγύης, αγάπης και αμοιβαίου σεβασμού.
Η τότε πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας θεωρούσε τον Αραφάτ αρχηγό κράτους και υπήρχε πάντα μια τάση στην Ελλάδα να υποστηρίζουν εκείνους που θεωρούσαν αδικημένους. Ήταν κάτι το οποίο μας είχε κληροδοτηθεί από τους πρόσφυγες το ‘22, από τον διωγμό της εαμικής αντίστασης μετά την Κατοχή, από την καταπίεση κατά την καχεκτική δημοκρατία (1946-1967), από τη δικτατορία και από τους πολιτικούς πρόσφυγες.
Η ιστορία του 20ου ελληνικού αιώνα ταυτίζει μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 την Ελλάδα με τις χώρες και τους λαούς οι οποίοι ήταν κυνηγημένοι. Να θυμηθούμε για παράδειγμα την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από το ΠΑΣΟΚ το ‘94.
Μετά το ‘96 όμως η ελληνική κοινωνία αλλάζει ρότα και συμβολικά, και οικονομικά και ιδεολογικά. Ουσιαστικά, ξεχνάει αυτήν τη λογική και προσαρμόζεται στο δόγμα της εποχής που είναι ‘η ισχυρή Ελλάδα στην Ευρώπη’. Απ’ το ‘96 και μετά σταδιακά θεωρεί η Ελλάδα ότι είναι κομμάτι της ΕΕ, κομμάτι των ισχυρών και των μητροπόλεων που λέγαμε προηγουμένως, οπότε από εδώ και πέρα είμαστε πάντα με τους ισχυρούς και όχι με τους ηττημένους”.